Arts Universe and Philology

Arts Universe and Philology
The blog "Art, Universe, and Philology" is an online platform dedicated to the promotion and exploration of art, science, and philology. Its owner, Konstantinos Vakouftsis, shares his thoughts, analyses, and passion for culture, the universe, and literature with his readers.

Δευτέρα 2 Ιουλίου 2018

Επιστήμονες ανέπτυξαν συνθετικά κύτταρα Τ «κατ' εικόνα» των ανθρώπινων. Researchers develop synthetic T cells that mimic form, function of human version

Νέο επίτευγμα. UCLA scientists developed artificial T cells that, like natural T cells, can deform to squeeze between tiny gaps in the body, as shown in this schematic. Discovery could be a step toward developing treatments for cancer and autoimmune diseases. Credit: Fatemeh Majedi

Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Λος Αντζελες (UCLA) ανέπτυξαν συνθετικά Τ λεμφοκύτταρα ή Τ κύτταρα όπως ονομάζονται τα οποία είναι φτιαγμένα «κατ’εικόνα και καθ’ομοίωσιν» των πραγματικών ανθρώπινων Τ κυττάρων.

Το νέο επίτευγμα που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «Advanced Materials» εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε πιο αποτελεσματικές θεραπείες για τον καρκίνο και τα αυτοάνοσα νοσήματα καθώς και σε καλύτερη κατανόηση της συμπεριφοράς των ανθρώπινων ανοσοκυττάρων. Οι επιστήμονες από το UCLA κατάφεραν να αναπαραγάγουν στο εργαστήριο το σχήμα, το μέγεθος αλλά και την ευελιξία των Τ κυττάρων, χαρακτηριστικά που επιτρέπουν στα τεχνητά κύτταρα να φέρνουν εις πέρας τις βασικές λειτουργίες τους που αφορούν τη στόχευση και την καταπολέμηση των λοιμώξεων.

«Η πολύπλοκη δομή των Τ κυττάρων και η πολυλειτουργική φύση τους είχε καταστήσει μέχρι σήμερα άκρως δύσκολη την ‘αντιγραφή’ τους στο εργαστήριο» ανέφερε ο επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας Αλιρεζά Μοσαβερίνια, επίκουρος καθηγητής Προσθοδοντικής στην Οδοντιατρική Σχολή του UCLA και προσέθεσε ότι «τώρα πια μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε συνθετικά Τ κύτταρα για να αναπτύξουμε πιο αποτελεσματικά ‘οχήματα μεταφοράς’ φαρμάκων αλλά και για να κατανοήσουμε καλύτερα τη συμπεριφορά των κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος».

Τα «ευλύγιστα» κύτταρα-κλειδιά του ανοσοποιητικού

Τα φυσικά Τ κύτταρα είναι πολύ δύσκολο να χρησιμοποιηθούν στην έρευνα καθώς είναι άκρως «εύθραυστα» - όταν εξαχθούν από τον οργανισμό του ανθρώπου όσο και άλλων ζώων επιβιώνουν για λίγες μόνο ημέρες. Πρόκειται για κύτταρα που κατέχουν ρόλο-«κλειδί» στο ανοσοποιητικό σύστημα. Ενεργοποιούνται όταν ένας λοιμογόνος παράγοντας εισέλθει στον οργανισμό και ταξιδεύουν στην κυκλοφορία του αίματος προκειμένου να φθάσουν στην εκάστοτε «πληγείσα» περιοχή. Καθώς χρειάζεται να περνούν μέσα από πολύ μικρά κενά έχουν την ικανότητα να αλλάζουν σχήμα και μέγεθος – μπορούν να φθάσουν στο ¼ του αρχικού τους μεγέθους. Μπορούν επίσης να αυξηθούν στο μέγεθος σχεδόν κατά τρεις φορές, γεγονός που τα βοηθά να πολεμούν τα αντιγόνα που επιτίθενται στο ανοσοποιητικό σύστημα.

Μέχρι πρόσφατα οι ειδικοί στην εμβιομηχανική δεν είχαν καταφέρει να μιμηθούν όλες αυτές τις ιδιότητες των ανθρώπινων Τ κυττάρων σε εργαστηριακές συνθήκες. Αυτό επέτυχαν τώρα οι ειδικοί του UCLA.

Βήμα-βήμα το επίτευγμα

Με ποιον τρόπο; Η ομάδα χρησιμοποίησε ένα μικροροϊκό σύστημα (η μικροροϊκή επικεντρώνεται στη συμπεριφορά, στον έλεγχο και στη διαχείριση των υγρών, σε κλίμακα μικρότερη του χιλιοστού). Οι επιστήμονες συνδύασαν δύο διαφορετικά διαλύματα – ορυκτέλαιο και ένα αλγινικό βιοπολυμερές. Όταν τα δύο αυτά υγρά ενώνονται δημιουργούν μικροσωματίδια αλγινικού οξέος τα οποία μιμούνται το σχήμα και τη δομή των φυσικών Τ κυττάρων. Στη συνέχεια οι ερευνητές συνέλεξαν τα μικροσωματίδια από ένα «μπάνιο» ιόντων ασβεστίου και τους χάρισαν ελαστικότητα αλλάζοντας τη συγκέντρωση των ιόντων ασβεστίου στο «μπάνιο».

Αφού τα τεχνητά Τ κύτταρα είχαν λάβει τις σωστές φυσικές ιδιότητες ήταν απαραίτητο να λάβουν και τις απαραίτητες βιολογικές ιδιότητες – να αποκτήσουν τα χαρακτηριστικά εκείνα που επιτρέπουν στα φυσικά Τ κύτταρα να πολεμούν τις λοιμώξεις, να διεισδύουν στους ανθρώπινους ιστούς και να εκλύουν τα κατάλληλα σήματα ώστε να ρυθμίζουν τις φλεγμονές. Για να επιτευχθεί αυτό οι επιστήμονες κάλυψαν τα Τ κύτταρα του εργαστηρίου με φωσφολιπίδια έτσι ώστε το εξωτερικό τους μέρος να μοιάζει με τις ανθρώπινες κυτταρικές μεμβράνες. Τέλος μέσω μιας ειδικής χημικής διαδικασίας συνέδεσαν τα κύτταρα με ειδικά σωματίδια τα οποία ενεργοποιούν τα Τ κύτταρα ώστε να επιτίθενται στις λοιμώξεις αλλά και στα καρκινικά κύτταρα.

Άνοιξε ο δρόμος για δημιουργία πολλών κυτταρικών τύπων

Σύμφωνα με τον καθηγητή Μοσαβερίνια τώρα που η διαδικασία αυτή κατέστη εφικτή, άλλες ομάδες μπορούν να την ακολουθήσουν για να δημιουργήσουν πολλούς τύπους τεχνητών κυττάρων, όπως φυσικά φονικά κύτταρα και μικροφάγα κύτταρα, για έρευνα σε συγκεκριμένες νόσους αλλά και για την ανάπτυξη θεραπειών. Μελλοντικά η προσέγγιση μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη μιας μεγάλης βάσης δεδομένων που θα περιέχει πολλά είδη συνθετικών κυττάρων τα οποία θα μιμούνται τα αντίστοιχα ανθρώπινα κύτταρα.

Πηγές: Mohammad Mahdi Hasani-Sadrabadi et al. Biomimicry Model: Mechanobiological Mimicry of Helper T Lymphocytes to Evaluate Cell-Biomaterials Crosstalk (Adv. Mater. 23/2018), Advanced Materials (2018). DOI: 10.1002/adma.201870159 - http://www.tovima.gr/science/article/?aid=997585


Κυριακή 1 Ιουλίου 2018

Έλληνας επιστήμονας αποκαλύπτει τα μυστικά ενός ιστορικού μετεωρίτη. Greek scientist reveals the secrets of a historical meteorite

Στην επισυναπτόμενη φωτογραφία απεικονίζεται το δείγμα του μετεωρίτη Château-Renard που βρίσκεται στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας της Βιέννης. The study of meteorites, and especially those of the so-called coarse, is a challenge for researchers. A new international scientific study, led by a Greek geoscience scientist, about the historic meteorite Château-Renard, which fell to France in 1841, illustrates these meteorites and reveals important new data. Credit: ©NHM Vienna, Ludovic Ferrière

Η μελέτη των μετεωριτών και ειδικότερα όσων ανήκουν στην κατηγορία των λεγόμενων χονδριτών, αποτελεί πρόκληση για τους επιστήμονες. Μία νέα διεθνής επιστημονική μελέτη, με επικεφαλής έναν Έλληνα γεωεπιστήμονα, για τον ιστορικό μετεωρίτη Chateau-Renard που έπεσε στη Γαλλία το 1841, ρίχνει φως σε αυτούς τους μετεωρίτες και αποκαλύπτει σημαντικά νέα στοιχεία.

Η δημοσίευση της έρευνας συμπίπτει με τη Διεθνή Ημέρα Αστεροειδών, κατά την οποία σε πολλές χώρες γίνονται εκδηλώσεις για να ενημερωθεί το κοινό σχετικά με τους πιθανούς κινδύνους από τους αστεροειδείς. Οι μετεωρίτες είναι συνήθως μικρά θραύσματα αστεροειδών, τα οποία επιβιώνουν κατά την πύρινη διέλευσή τους από τη γήινη ατμόσφαιρα και καταλήγουν στην επιφάνεια του πλανήτη μας.

Είναι πρώτη φορά που εκπονείται τέτοια επιστημονική εργασία με πρώτο συγγραφέα από ελληνικό πανεπιστήμιο. Περιλαμβάνει δεδομένα που δημοσιεύονται για πρώτη φορά στην ιστορία του συγκεκριμένου μετεωρίτη από τη στιγμή της ανακάλυψής του και τα οποία σχετίζονται με το τρόπο σχηματισμού και τις συνθήκες που λαμβάνουν χώρα κατά τη σύγκρουση των αστεροειδών.

Η ηλικία σχηματισμού των χονδριτών μετεωριτών είναι πολύ παλαιά και πρακτικά συμπίπτει με τα πρώτα στάδια δημιουργίας του ηλιακού μας συστήματος, πριν από περίπου 4,5- 4,6 δισεκατομμύρια χρόνια. Μία από τις υποκατηγορίες αυτών των μετεωριτών είναι η L, η οποία αντιστοιχεί στους μετεωρίτες που έχουν χαμηλή περιεκτικότητα σε σίδηρο.

Το μητρικό σώμα από το οποίο προέρχονται οι εν λόγω μετεωρίτες, φαίνεται να διαμελίστηκε πριν από περίπου 470 εκατομμύρια χρόνια εξαιτίας μίας ισχυρής σύγκρουσης ενός αστεροειδούς με αυτό το σώμα. Κατά τη διάρκεια του διαμελισμού του μητρικού σώματος των χονδριτών τύπου L, αναπτύχθηκαν πολύ υψηλές πιέσεις και θερμοκρασίες, οι οποίες αποτυπώθηκαν στα ορυκτά -δηλαδή στα θεμελιώδη συστατικά του μετεωρίτη- που σχηματίσθηκαν.

Ο εν λόγω μετεωρίτης είχε βρεθεί στην ομώνυμη περιοχή Σατό-Ρενάρ της Γαλλίας και μετά την πτώση του συλλέχθηκαν τα κομμάτια του, που συνολικά ζύγιζαν 30 κιλά. Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Ιωάννη Μπαζιώτη, επίκουρο καθηγητή Ορυκτολογίας-Πετρολογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, ανίχνευσαν για πρώτη φορά στον μετεωρίτη Chateau-Renard σημαντικά ορυκτά, τα λεγόμενα «πολύμορφα υψηλών πιέσεων».

Transmitted light mosaic image of Château-Renard polished section (L4361) showing the complex network of melt veins. Focus areas indicated by MV1-a, MV1-b, MV2, MV3, MV4 and MV5 are called out and enlarged in subsequent panels. From: High pressure minerals in the Château-Renard (L6) ordinary chondrite: implications for collisions on its parent body

Η παρουσία τους στο εσωτερικό του μετεωρίτη δείχνει ότι σχηματίστηκαν σε μία πολύ σφοδρή σύγκρουση, η οποία συνδέεται με τον διαμελισμό του μητρικού σώματος των χονδριτών μετεωριτών τύπου L. Οι επιστήμονες απέδειξαν πως κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης αναπτύχθηκαν πολύ υψηλές πιέσεις, τέτοιες που ισοδύναμα παρατηρούνται στο εσωτερικό της Γης σε βάθος 650 χιλιομέτρων. Αντίστοιχα, οι θερμοκρασίες που αναπτύχθηκαν κατά τη σύγκρουση, εκτιμήθηκαν λίγο μεγαλύτερες από 1.800 βαθμούς Κελσίου.

Όπως δήλωσε στο ΑΠΕ- ΜΠΕ ο Ι. Μπαζιώτης, «αποδεικνύεται πως η εφαρμογή αναλυτικών μεθόδων με επιστημονικά όργανα υψηλής διακριτικής ικανότητας, όπως αυτά που υπάρχουν στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και στα συνεργαζόμενα πανεπιστήμια και φορείς, μπορεί να οδηγήσει στην ανίχνευση μικροσκοπικών ορυκτών και, περαιτέρω, στην κατανόηση της δυναμικής των συγκρούσεων που λαμβάνουν χώρα μεταξύ των αστεροειδών, σε μία περίοδο 470 εκατομμυρίων ετών στο παρελθόν».

Στη μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Scientific Reports», συμμετείχαν ερευνητές από το Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Καλιφόρνιας (Caltech), το Ανοικτό Πανεπιστήμιο του Λονδίνου και το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας της Βιέννης.

Όπως τόνισε ο κ. Μπαζιώτης, «η εν λόγω εργασία αποτελεί συμβολή στην πλανητική επιστήμη, που θα βοηθήσει περαιτέρω στην κατανόηση του σχηματισμού και της ανίχνευσης πολύτιμων ορυκτών όπως ο Ιαδεΐτης, του οποίου ο πολύτιμος λίθος είναι ο Ίασπις».

Ioannis Baziotis was born in Athens in 1980, graduated from the Department of Geology of the University of Athens in 2002. He received his PhD from the School of Mining and Metallurgy of the NTUA in 2008 and from 2014 he teaches at the Agricultural University of Athens.

Το Εργαστήριο Ορυκτολογίας-Γεωλογίας του δρ. Ιωάννη Μπαζιώτη στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών εξειδικεύεται στον χαρακτηρισμό και στη μελέτη των μετεωριτών, τόσο των χονδριτών, όσο και εκείνων που προέρχονται από τον πλανήτη Άρη. Επιπρόσθετα, παρουσιάζει έντονη δράση σε θέματα πλανητικής επιστήμης και διάχυσης της γνώσης στο ευρύ κοινό.

Στις 27 Ιουνίου ο κ. Μπαζιώτης, μαζί με τον αναπληρωτή καθηγητή Κώστα-Αλκέτα Ουγγρίνη του Πολυτεχνείου Κρήτης, έδωσαν ομιλία στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, ενώπιον της Επιτροπής για τις ειρηνικές χρήσεις του διαστήματος (COPUOS). Εκεί παρουσίασαν θέματα που αφορούν την ελληνική ακαδημαϊκή έρευνα και την πρωτοβουλία για την εξερεύνηση του πλανήτη Άρη και το παράδειγμα της ύπαρξης ανάλογων πετρωμάτων -που μοιάζουν με τα αντίστοιχα του Άρη- στην Ελλάδα.

Εξάλλου, έως το τέλος του 2018, όπως δήλωσε ο Έλληνας γεωεπιστήμονας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, θα πραγματοποιηθεί στη χώρα μας η έκθεση του μόνο επιβεβαιωμένου μετεωρίτη που έχει πέσει στην Ελλάδα, του μετεωρίτη SERES. «Καθώς συμπληρώνονται 200 χρόνια από την πτώση του SERES τον Ιούνιο του 1818 στην περιοχή των Σερρών, η έκθεσή του στο κοινό της Ελλάδος θα συμβάλει στην περαιτέρω διείσδυση της επιστήμης των μετεωριτών στη νέα γενιά Ελλήνων επιστημόνων», τόνισε.

Seres (H4) Image sourceEncyclopedia of Meteorites. Credit: Don Edwards

Σύμφωνα με τον κ. Μπαζιώτη, μόνο ο μετεωρίτης SERES, ο οποίος ανήκει στην κατηγορία των χονδριτών, υπάρχει επίσημα ως ελληνικής προέλευσης στη βάση δεδομένων του διεθνούς Δελτίου Μετεωριτών του Σεληνιακού και Πλανητικού Ινστιτούτου (Meteoritical Bulletin of Lunar & Planetary Institute). Περίπου συνολικά 6,5 κιλά βρίσκονται στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας της Βιέννης και το κύριο δείγμα ανέρχεται σε 4 κιλά και 649 γραμμάρια.

Εκτός από τον SERES, στην Ελλάδα, κατά τον κ. Μπαζιώτη, υπάρχουν μερικές ακόμα ιστορικές πληροφορίες για την ύπαρξη μετεωριτών, ωστόσο δεν υπάρχει αντίστοιχο δείγμα για να χαρακτηριστούν επιβεβαιωμένες. Τέτοιοι θεωρούμενοι «αμφίβολοι» μετεωρίτες έχουν αναφερθεί στο παρελθόν στην περιοχή της Λάρισας, στη Θράκη, στους Δελφούς και στην Κασσάνδρα Χαλκιδικής.




Σάββατο 30 Ιουνίου 2018

Κωνσταντίνος Καβάφης, «Θάλασσα του Πρωιού». Constantine Cavafy, “Morning Sea”

Νίκος Χατζηκυριάκος - Γκίκας, Η θάλασσα του πρωιού, 1946

Εδώ ας σταθώ. Κι ας δω κ’ εγώ την φύσι λίγο.
Θάλασσας του πρωιού κι ανέφελου ουρανού
λαμπρά μαβιά, και κίτρινη όχθη· όλα
ωραία και μεγάλα φωτισμένα.

Εδώ ας σταθώ. Κι ας γελασθώ πως βλέπω αυτά
(τα είδ’ αλήθεια μια στιγμή σαν πρωτοστάθηκα)·
κι όχι κ’ εδώ τες φαντασίες μου,
τες αναμνήσεις μου, τα ινδάλματα της ηδονής.

Από το εξώφυλλο του βιβλίου του Ν. Καββαδία «Πούσι» που φιλοτέχνησε ο Γιάννης Τσαρούχης.

(Από τα Ποιήματα 1897-1933, Ίκαρος 1984) 

Constantine Cavafy, Morning Sea

Yannis Tsarouchis, Petite Plage, 1962

Let me stop here. Let me, too, look at nature awhile.
The brilliant blue of the morning sea, of the cloudless sky,
the yellow shore; all lovely,
all bathed in light.

Let me stand here. And let me pretend I see all this
(I really did see it for a minute when I first stopped)
and not my usual day-dreams here too,
my memories, those images of sensual pleasure.

Yannis Tsarouchis, Étude pour Grande Plage (Triptyque), 1962

Translated by Edmund Keeley/Philip Sherrard

(C.P. Cavafy, Collected Poems. Translated by Edmund Keeley and Philip Sherrard. Edited by George Savidis. Revised Edition. Princeton University Press, 1992)

Παρασκευή 29 Ιουνίου 2018

Εντοπίστηκαν δύο εξωπλανήτες με εποχές και σταθερό κλίμα. More clues that Earth-like exoplanets are indeed Earth-like

Ο Kepler-186f έχει μέγεθος και συνθήκες παρόμοιες με αυτές της Γης και άρα αυξημένες πιθανότητες να είναι φιλόξενος στην ζωή. A new study from the Georgia Institute of Technology provides new clues indicating that an exoplanet 500 light-years away is much like Earth. Kepler-186f is the first identified Earth-sized planet outside the solar system orbiting a star in the habitable zone. This means it's the proper distance from its host star for liquid water to pool on the surface. The artist's depiction of Kepler-186f. Credit: NASA Ames/JPL-Caltech/T. Pyle

Το 2014 εντοπίστηκε από την αποστολή Kepler ένας εξωπλανήτης με μέγεθος παρόμοιο με αυτό της Γης. Ο Kepler-186f που βρίσκεται σε απόσταση 500 ετών φωτός από εμάς ήταν ο πρώτος εξωπλανήτης που είχε εντοπιστεί να έχει μέγεθος παρόμοιο με αυτή της Γης και να βρίσκεται στην λεγόμενη κατοικήσιμη ζώνη ενός άστρου.

An artist's depiction of Kepler-62f. Credit: NASA Ames/JPL-Caltech/T. Pyle

Ένα χρόνο νωρίτερα είχε εντοπιστεί σε απόσταση 1,200 ετών φωτός από εμάς ο Kepler-62f που ανήκει στην κατηγορία των πλανητών που ονομάζονται «Σούπερ Γαίες». Πρόκειται κατά βάση για πλανήτες αερίων με μέγεθος μεγαλύτερο από αυτό της Γης αλλά σημαντικά μικρότερο από αυτό των πλανητών αερίων του ηλιακού μας συστήματος. Μέχρι σήμερα δεν υπήρχαν περισσότερα στοιχεία για τους δύο εξωπλανήτες. Όμως ερευνητές του Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Τζόρτζια αποφάσισαν να τους μελετήσουν και τα ευρήματα της έρευνας τους είναι ιδιαίτερα ενδιαφέροντα.

Η τροχιακή των δύο εξωπλανητών και η περιστροφή τους γύρω από τον άξονα τους δείχνουν ότι οι δύο πλανήτες διαθέτουν σταθερές κλιματικές συνθήκες και εναλλαγή εποχών όπως συμβαίνει και στην Γη. Η σταθερότητα στην περιστροφή ενός πλανήτη γύρω από τον άξονα του παίζει καθοριστικό ρόλο στις συνθήκες που υπάρχουν σε αυτόν. Οι ειδικοί αναφέρουν το παράδειγμα του Άρη που είναι ένας πλανήτης που βρίσκεται εντός της κατοικήσιμης ζώνης του ηλιακού μας συστήματος και επειδή παρουσιάζει αστάθειες στην περιστροφή γύρω από τον άξονα του έχει μετατραπεί σε ένα άγονο αφιλόξενο στην ζωή πλανήτη. Έτσι λοιπόν τα νέα ευρήματα δείχνουν ότι τουλάχιστον όσον αφορά τον Kepler-186 f οι πιθανότητες να διαθέτει συνθήκες φιλικές στην ζωή είναι αυξημένες.

Πηγές: Yutong Shan et al. Obliquity Variations of Habitable Zone Planets Kepler-62f and Kepler-186f, The Astronomical Journal (2018). DOI: 10.3847/1538-3881/aabfd1 - http://www.tovima.gr/science/physics-space/article/?aid=997076





Πέμπτη 28 Ιουνίου 2018

Κωστής Μοσκώφ, «Γεννήθηκα την Εποχή του Χαλκού»

Giorgio de Chirico, Hermetic Melancholy, 1918-1919

Γεννήθηκα την εποχή του χαλκού
τώρα
δεν με θυμάται πια κανένας
σκεπάσαν τους βωμούς μου δάφνες και φρύγανα.
Πικραμύγδαλο, συ έρωτά μου,
ήπια τρία βαρέλια ρετσίνα στην Δόμνα
χτες, για να ξεχάσω
ρούφηξα τον Aλιάκμονα, τον σφοδρό Bαρδάρη
- οι λιμναίοι οικισμοί της Θεσσαλίας
μείναν ξεροί για χάρη σου.
Περιμένω τρεις χιλιάδες χρόνια να πεθάνω,
αδύναμος να αποσυντεθώ τόσο που σ' αγαπώ.

Oskar Kokoschka, Knight Errant (Self-Portrait), 1915

(από τα Ποιήματα, Kαστανιώτης 1987)


Κομήτης και όχι αστεροειδής ήταν τελικά ο Oumuamua. `Oumuamua gets a boost

Νέα μελέτη για τον μυστηριώδη βράχο που διασχίζει το ηλιακό μας σύστημα. This artist's impression shows the first interstellar object discovered in the Solar System, `Oumuamua. Observations made with ESO's Very Large Telescope, the NASA/ESA Hubble Space Telescope, and others show that the object is moving faster than predicted while leaving the Solar System. Researchers assume that venting material from its surface due to solar heating is responsible for this behaviour. This outgassing can be seen in this artist's impression as a subtle cloud being ejected from the side of the object facing the Sun. As outgassing is a behavior typical for comets, the team thinks that `Oumuamua's previous classification as an interstellar asteroid has to be corrected. Credit: ESA/Hubble, NASA, ESO, M. Kornmesser

Ο «Οουμουαμούα», το περίεργο περαστικό ουράνιο σώμα σε σχήμα πούρου που μερικοί υποψιάζονταν για καμουφλαρισμένο διαστημόπλοιο και το οποίο υπήρξε ο πρώτος γνωστός επισκέπτης προερχόμενος εκτός του ηλιακού μας συστήματος, είναι κατά πάσα πιθανότητα ένας διαστρικός κομήτης και όχι αστεροειδής, σύμφωνα με ευρωπαίους και άλλους επιστήμονες.

Ο κομήτης, που είχε γίνει αρχικά αντιληπτός πέρυσι τον Οκτώβριο από το Αστεροσκοπείο Χαλεακάλα της Χαβάης - εξ ου και το όνομα που δύσκολα μπορεί να προφερθεί και ερμηνεύεται ως ο «αγγελιαφόρος από το μακρινό παρελθόν» και το οποίο είναι...εφιάλτης για τα μέσα ενημέρωσης όλου του κόσμου- είναι ένα ασυνήθιστα επίμηκες καφεκόκκινο σώμα μήκους περίπου 800 μέτρων. Κινείται με μεγαλύτερη της αναμενόμενης ταχύτητα 114.000 χιλιομέτρων την ώρα, έχοντας μια υπερβολική (πολύ έκκεντρη) τροχιά σε σχέση με τον Ήλιο, από τον οποίο απομακρύνεται ολοένα περισσότερο. Είναι άγνωστης προέλευσης -αν και φαίνεται να έρχεται από την κατεύθυνση του αστερισμού της Λύρας- πάντως δεν ανήκει στο δικό μας ηλιακό σύστημα.

Στην αρχή είχε χαρακτηρισθεί κομήτης, μετά αστεροειδής και στη συνέχεια θεωρήθηκε μια «νέα κατηγορία διαστρικών αντικειμένων». Τελικά φαίνεται πως η πρώτη εκτίμηση ήταν και η σωστή.

Παρόλο που η επιφάνειά του μοιάζει με την κεφαλή κομήτη, δεν διαθέτει τα άλλα χαρακτηριστικά γνωρίσματα, όπως η «ουρά» σκόνης και αερίων, η οποία δημιουργείται από την αργή τήξη υπό την επήρεια του Ήλιου. Γι' αυτό, άλλωστε, οι περισσότεροι τον πέρασαν για αστεροειδή.

This diagram shows the orbit of ‘Oumuamua as it passes through the Solar System. It shows the predicted path of the object and the new course, taking the new measured velocity of ‘Oumuamua into account. The asteroid passed the distance of Jupiter’s orbit in early May 2018 and will pass Saturn’s orbit January 2019. It will reach a distance corresponding to Uranus’ orbit in August 2020 and of Neptune in late June 2024. In 2025, ‘Oumuamua will reach the outer edge of the Kuiper Belt, and then the heliopause — the edge of the Solar System — in November 2038. Image credit: ESA

Όμως οι ερευνητές, με επικεφαλής τον ιταλό Μάρκο Μιτσέλι του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διαστήματος (ESA), που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό "Nature", μελέτησαν την πορεία του «Οουμουαμούα» μέσω του ηλιακού μας συστήματος, όπως αυτή καταγράφηκε από επίγεια και διαστημικά τηλεσκόπια και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η συμπεριφορά του προδίδει κομήτη.

Σύμφωνα με τους επιστήμονες, ο «Οουμουαμούα» φαίνεται να μην κινείται μόνο υπό τη βαρυτική επίδραση του Ήλιου και των πλανητών, αλλά να έχει μια δική του αυτόνομη μη βαρυτική δυναμική, που οφείλεται κατά πάσα πιθανότητα στο ότι, ως κομήτης που είναι, απελευθερώνει αέρια και αυτά του δίνουν πρόσθετη ώθηση να κινηθεί. Στην επιστημονική ομάδα που έκανε τις αναλύσεις, συμμετείχε και ο ελληνικής καταγωγής Αναστάσιος Πετρόπουλος του Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Καλιφόρνια (Caltech).

Πηγές: Marco Micheli, Davide Farnocchia, Karen J. Meech, Marc W. Buie, Olivier R. Hainaut, Dina Prialnik, Norbert Schörghofer, Harold A. Weaver, Paul W. Chodas, Jan T. Kleyna, Robert Weryk, Richard J. Wainscoat, Harald Ebeling, Jacqueline V. Keane, Kenneth C. Chambers, Detlef Koschny, Anastassios E. Petropoulos. Non-gravitational acceleration in the trajectory of 1I/2017 U1 (‘Oumuamua)Nature, 2018; DOI: 10.1038/s41586-018-0254-4 http://www.in.gr/2018/06/28/tech/komitis-kai-oxi-asteroeidis-itan-telika-o-oumuamua/ 




Ανιχνεύθηκαν πολύπλοκα οργανικά μόρια στον Εγκέλαδο. Scientists find evidence of complex organic molecules from Enceladus

Αυξάνονται οι πιθανότητες ανακάλυψης ζωής. Using mass spectrometry data from NASA's Cassini spacecraft, scientists found that large, carbon-rich organic molecules are ejected from cracks in the icy surface of Saturn's moon Enceladus. Scientists think chemical reactions between the moon's rocky core and warm water from its subsurface ocean are linked to these complex molecules. Discovery indicates Saturn's moon meets critical requirements for life. Saturn's moon Enceladus. Credit: NASA

Αμερικανοί και γερμανοί επιστήμονες, οι οποίοι ανέλυσαν στοιχεία του σκάφους Cassini της NASA, ανακάλυψαν ότι μεγάλα πολύπλοκα οργανικά μόρια, πλούσια σε άνθρακα, εκτινάσσονται από ρωγμές στην παγωμένη επιφάνεια του Εγκέλαδου, του δορυφόρου του Κρόνου. Η ανακάλυψη δείχνει ότι ο Εγκέλαδος -περισσότερο από κάθε άλλο πλανήτη ή δορυφόρο πέρα από τη Γη- πληρεί τις βασικές προϋποθέσεις για την ανάπτυξη ζωής (νερό, ενέργεια, οργανικές ουσίες).

Νωρίτερα, τον Οκτώβριο του 2015, το Cassini είχε ανιχνεύσει μοριακό υδρογόνο στον πίδακα του Εγκέλαδου, ενώ ακόμη παλαιότερα στοιχεία του ίδιου σκάφους είχαν οδηγήσει τους επιστήμονες στο συμπέρασμα ότι υπάρχει ένας μεγάλος υπόγειος ωκεανός νερού, που περιβάλλει τον βραχώδη πυρήνα του. Το υδρογόνο αποτελεί πηγή χημικής ενέργειας που μπορεί να θρέψει μικρόβια στους ωκεανούς της Γης και κάτι ανάλογο θα μπορούσε να συμβαίνει επίσης στον Εγκέλαδο.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον διαστημικό επιστήμονα δρα Κρίστοφερ Γκλάιν του Νοτιοδυτικού Ερευνητικού Ινστιτούτου στο Σαν Αντόνιο του Τέξας, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο Nature, εκτιμούν ότι τα οργανικά μόρια προέρχονται πιθανότατα από χημικές αντιδράσεις ανάμεσα στο βραχώδη πυρήνα του δορυφόρου και στο ζεστό νερό του υπόγειου ωκεανού του. «Για μια ακόμη φορά ο Εγκέφαλος μας ξάφνιασε τελείως. Μέχρι σήμερα είχαμε ανιχνεύσει τα απλούστερα οργανικά μόρια, που περιέχουν μόνο λίγα άτομα άνθρακα. Τώρα βρήκαμε μεγάλα οργανικά μόρια, πάνω από δέκα φορές βαρύτερα από ό,τι το μεθάνιο», δήλωσε ο Γκλάιν.

Cassini discovered complex organic molecules erupting from Enceladus into space. Southwest Research Institute scientists think hydrothermal processes in the moon’s rocky core could synthesize organics from inorganic precursors. Alternatively, these processes could be transforming preexisting organics by heating, or they could generate geochemical conditions in the ocean of Enceladus that would allow possible forms of alien life to synthesize biological molecules. Credit: Image Courtesy of NASA/JPL-Caltech/Space Science Institute/LPG-CNRS/Nantes-Angers/ESA

Όπως είπε, «με την ανακάλυψη πολύπλοκων μορίων να αναδίδονται από τον υγρό ωκεανό νερού που διαθέτει, αυτός ο δορυφόρος είναι το μόνο σώμα πέρα από τη Γη, το οποίο είναι γνωστό ότι ικανοποιεί ταυτόχρονα όλες τις βασικές απαιτήσεις της ζωής, όπως την ξέρουμε».

Τα νέα στοιχεία είχαν συλλεχθεί και σταλεί στη Γη από το Cassini, προτού αυτό αυτοκαταστραφεί στην ατμόσφαιρα του Κρόνου το φθινόπωρο του 2017. Το σκάφος πήρε δείγματα από τον πίδακα υλικών, ο οποίος εκτινάσσεται από το υπέδαφος του Εγκέλαδου. Η μετέπειτα ανάλυση με φασματομετρία μάζας αποκάλυψε την ύπαρξη των πολύπλοκων οργανικών μορίων.

Στο μέλλον κάποιο άλλο σκάφος μπορεί να περάσει μέσα από τον πίδακα του Εγκέλαδου και να συλλέξει περισσότερα στοιχεία, που θα επιτρέψουν στους επιστήμονες να καταλάβουν τον τρόπο δημιουργίας των οργανικών μορίων και κατά πόσο αυτά μπορεί να έχουν βιολογική προέλευση, δηλαδή από κάποιους μικροοργανισμούς.