Μεταφυσική
ιδιοσυγκρασία, απόλυτα χαρισματική, πολυδιάστατη, σηματοδοτεί την πορεία της
τέχνης στην πιο ακραιφνή μορφή της. Ανατρεπτικός και εφευρετικός, συνδύασε τις
παραδοσιακές αξίες με τους εντελώς σύγχρονους τρόπους δημιουργίας και έκφρασης
και αυτό τον κατέστησε μορφή στο διεθνές καλλιτεχνικό στερέωμα. Τον θεωρούσαν
τον σημαντικότερο γλύπτη, μετά τον θάνατο του Τζιακομέτι. Λες και μάντευε το
σύντομο πέρασμα του από τη ζωή, γι' αυτό ίσως, στην προσπάθεια του να προλάβει,
δούλευε πυρετωδώς. Ο Γεράσιμος Σκλάβος πρόλαβε στη σύντομη ζωή του να
ενσαρκώσει κι όχι απλώς να πλάσει ή να σχεδιάσει ένα πολυδιάστατο, μνημειακό,
συμπαγές με πνοή έργο. Άφησε πίσω του περί τα εκατόν είκοσι μικρά- μεγάλα
γλυπτά, πολλά σχέδια και πίνακες ζωγραφικής. Ο
Γεράσιμος Σκλάβος στο ατελιέ του δίπλα στην «Τελευταία Ενόραση» (1967) το οποίο ολοκλήρωσε τη μέρα που χτυπήθηκε
θανάσιμα από γλυπτό του.
«Η
δική μου κηλίδα φωτός αντάμωσε τον ήλιο» έγραψε ο Γεράσιμος Σκλάβος. Και
πράγματι ένα καθάριο-αυτούσιο φως θαρρείς ότι ξεχύνεται από τα γλυπτά του.
Εμφανίζεται και εξαφανίζεται ανάλογα με τη χρονική στιγμή, τη θέση, τη σχέση
που έχουμε μαζί τους. Το φως και ο χώρος, η ύλη και η μορφή βρίσκονται σε έναν
επίπονο διάλογο δυναμικής έντασης στο έργο του. Παθιασμένα και σκληρά ο γλύπτης
δούλεψε με τον πορφυρίτη, τον γρανίτη, τον χαλαζίτη, το μάρμαρο και το σίδερο
για να εκφράσει τον οραματικό του κόσμο.
Εμπνευσμένα
και διεισδυτικά αξιοποίησε το οξυγόνο και την ασετυλίνη χρησιμοποιώντας τη
φλόγα σε υψηλή θερμοκρασία (περίπου 3.000 βαθμοί Κελσίου) για να κάμψει τη
σκληρότητα της πέτρας φθάνοντας σε σημεία που η σμίλη αδυνατούσε να
προσεγγίσει. Τεχνική που του έδινε τη δυνατότητα να κερδίσει μια ενδογενή
κίνηση χωρίς να θρυμματίζει τη σκληρή ύλη.
Στην
επιφάνεια των συμπαγών όγκων συχνά δημιουργούσε κενά, σαν κυψέλες, για να
αναπτύξει τη μορφή σε βάθος. Η ανόργανη ύλη έτσι αποκτούσε μια άλλη διάσταση με
αποτέλεσμα όχι μόνο να μην απορροφά το φως αλλά να το εκπέμπει μπερδεύοντάς μας
ως προς το σημείο της εκκίνησής του.
Σκλάβος
Γεράσιμος, «Αστραπή», 1965. Μάρμαρο,
60 x 39 x 25 εκ.
Μετά
από μια σύντομη περίοδο θητείας στην παραστατική απεικόνιση, στη διάρκεια της
οποίας ενδιαφέρθηκε για την ψυχογραφική, αλλά συγχρόνως αφαιρετική απόδοση της
ανθρώπινης μορφής, ο Γεράσιμος Σκλάβος πέρασε το 1959 στην αφαίρεση.
Δουλεύοντας κυρίως με σκληρά υλικά - γρανίτη, χαλαζίτη, μάρμαρο, πορφυρίτη -
και σπανιότερα με σίδερο ή ξύλο, τα οποία λάξευε απευθείας, δημιούργησε
συνθέσεις περίοπτες στο πλαίσιο κυρίως της γεωμετρικής και, σε ορισμένες
περιπτώσεις, της οργανικής αφαίρεσης. Το 1960 εφηύρε την
"Τηλεγλυπτική", μια τεχνική που του επέτρεπε να σκαλίζει ευκολότερα
τα υλικά του χρησιμοποιώντας φλόγα οξυγόνου και ασετιλίνης, για την οποία
τιμήθηκε με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας. Πρωταρχικό ρόλο στην ανάδειξη των έργων του
παίζει το φως, καθώς αποκαλύπτει τις εσοχές και τα ανοίγματα και προβάλλει τους
όγκους, τις επιφάνειες, τη φύση και το χρώμα του υλικού.
Εκτός
από τη γλυπτική ασχολήθηκε επίσης με το σχέδιο και τη ζωγραφική, δημιουργώντας
έργα που ακολουθούν το ύφος των γλυπτικών του συνθέσεων, από την αναπαράσταση
ως την αφαίρεση.
Σκλάβος
Γεράσιμος, «Ίκαρος», πριν το 1957. Μπρούντζος, 89 x 18 x 20 εκ.
Η
γλυπτική του Σκλάβου διακρίνεται από τη μορφική πολυπλοκότητα, την αίσθηση της
κίνησης, την εκφραστική λιτότητα, το αφαιρετικό πνεύμα, τα γεωμετρικά και
μετακονστρουκτιβιστικά στοιχεία. Κύρια όμως χαρακτηρίζεται από τη βαθιά της
πνευματικότητα. Ο Κριστιάν Ζερβός, φίλος και ένθερμος υποστηρικτής του, γράφει
ότι το έργο του «είναι πραγματοποιημένο σε διάστημα μικρότερο από οκτώ χρόνια.
Χάρη στην εκμετάλλευση του αχρησιμοποίητου ως τότε μορφικού πλούτου και την
επανερμηνεία, με νέο και πρωτότυπο βλέμμα, των γερασμένων από τις χιλιετίες
κανόνων, μπόρεσε να συνδυάσει τις ζωντανές δυνάμεις του ενστίκτου και τις
επεμβάσεις του πνευματικού φωτός. Θα ήταν ευχή το έργο του να χρησιμεύσει σαν
παράδειγμα για τις άλλες γενιές. Έργο της λεπτότητας του πνεύματος και της
ποιητικής ευαισθησίας, διαυγεί μέσα στη γενική σύγχυση των σύγχρονων
καλλιτεχνικών αξιών ειδικά σε μια εποχή που οι νόμοι της τέχνης ποδοπατούνται
και απορρίπτονται».
Σκλάβος
Γεράσιμος, «Αυτοπροσωπογραφία», 1956.
Λάδι σε ξύλο, 33 x 23 εκ.
Ο
Σκλάβος γεννήθηκε σε ένα μικρό χωριό της Κεφαλλονιάς, τα Ντομάτα, το 1927. Ήταν
το τέταρτο από τα οκτώ παιδιά μιας αγροτικής οικογένειας. Εκεί έζησε τα παιδικά
και εφηβικά του χρόνια. Αργότερα προσπάθησε να εισαχθεί στη Σχολή Ικάρων αλλά
απέτυχε. Πέρασε δύσκολες στιγμές και συνειδητά ζήτησε από τον συμπατριώτη του
καθηγητή Α. Αλιβιζάτο να τον βοηθήσει να παρακολουθήσει το εργαστήριο γλυπτικής
στην ΑΣΚΤ. Ως απόδειξη του ταλέντου του έδειξε μόνο δύο φωτογραφίες με έργα
φτιαγμένα από χιόνι, όταν υπηρετούσε τη στρατιωτική του θητεία στη Μακεδονία.
Φοίτησε στην ΑΣΚΤ με δάσκαλο τον Μιχαήλ Τόμπρο και συνέχισε τις μεταπτυχιακές
του σπουδές στην Ecole des Beaux Arts με καθηγητές τους Adam, Gimond, Vencesse
και παράλληλα στην Ακαδημία Grande Chaumiere με τον Zadkine. Το 1961 κέρδισε το
Α´ Βραβείο Γλυπτικής και το Βραβείο Καλλιτεχνών στη Β´ Μπιενάλε Νέων του Παρισιού.
Την ίδια χρονιά ο Κριστιάν και η Υβόννη Ζερβού του οργάνωσαν ατομική έκθεση στη
γνωστή γκαλερί του Παρισιού Cahiers d' Art. Δύο χρόνια αργότερα εξέθεσε στη
Λωζάννη, στην γκαλερί Panorama, και εγκαταστάθηκε στο ατελιέ που του παραχώρησε
η βαρόνη Α. de Rothschild στο προάστιο του Παρισιού Levallois-Perret.
«Το Δελφικό Φως» του Γεράσιμου Σκλάβου,
μάρμαρο (1965 -1966). "The Light
of Delphi" by Gerasimos Sklavos, marble (1965 - 1966).
Στον
χώρο αυτό, μετά από σημαντικές εκθέσεις, θριαμβευτικές κριτικές και την
εγκατάσταση των μνημειακών γλυπτών «Αδελφές
αρετές», «Τα μάτια του ουρανού»
και του περίφημου «Δελφικού φωτός»
αντίστοιχα στο Μόντρεαλ, στη Νέα Υόρκη και τους Δελφούς, θα βρει τον τραγικό
θάνατο. Ήταν μόλις 40 ετών, στις 28 Ιανουαρίου του 1967, όταν το περίφημο
γλυπτό του «Η Φίλη που δεν έμενε»
μοιραία τον καταπλάκωσε... Και ενώ ο Σκλάβος δεν άφηνε ποτέ το έργο του στο
παιχνίδι της τύχης και της παραδοξότητας, η ζωή του επεφύλαξε το πιο
απροσδόκητο τέλος.
Περιφρονημένο
το «Δελφικό Φως» του
«Δελφικό Φως», σε πεντελικό κάτασπρο
μάρμαρο (1965 - 66), σχετικά με το οποίο ο καλλιτέχνης έγραψε: «Στους Δελφούς
λαμπάδιασε η ψυχή μου./ Τα σκήπτρα κατέχει το φως/. Τα σκήπτρα κατέχει το φως./
Πρέπει να τρέξεις/ γιατί το φως είναι λίγο/ και θα τελειώσει./ Τρέξε τρέξε/
μοιράζουν το φως/ κι είσαι μόνος».
Το
«Δελφικό Φως» στάθηκε ο μεγαλύτερος
οίστρος του και το αριστούργημά του, ν' ανεμίζει σα φλόγα με θαλασσινό αγέρα.
Να 'ρχεται από την Ιτιά στο δελφικό αρχαϊκό ιερό τοπίο, γεμάτο μυστικισμό,
συναρπαστικό, από τις Φαιδριάδες Πέτρες. Να σιγοτραγουδά η Κασταλία Πηγή, καθώς
γαργαρίζει από τον Παρνασσό ως τον κάμπο κάτω στην Άμφισσα, με τις ασημόφυλλες
ελιές και τη γαλάζια θάλασσα ως το Γαλαξίδι. Εκεί, με τους ήχους από τα
κουδούνια των γιδοπροβάτων που βόσκουνε στον Παρνασσό, εμπνεύστηκε, συγκινήθηκε
και δούλεψε για έντεκα μήνες, με ήλιο, καμίνι, βροχή, κρύο, χιόνι ο Σκλάβος.
Αυτό
το θαυμαστό, με τη «διάσταση της ύλης της πέτρας» περίοπτο γλυπτό, έχει την
περιπέτειά του. Ο Σκλάβος άρχισε να το δουλεύει στους Δελφούς από το 1965 και
το τέλειωσε το 1966. Το προόριζε για το «καλλιτεχνικό» χωράφι στο Ευρωπαϊκό
Πολιτιστικό Κέντρο. Κι όμως βρίσκεται μαντρωμένο σε κήπο, σε ξενοδοχείο των
Δελφών, πράγμα που δεν ήθελε ο γλύπτης. Όπως αποκάλυψε η αδερφή του Ελένη, στο
κέντρο του σκάλισε μια τρύπα, όπου έριξε χώμα από τον πατρικό τους τάφο στην Κεφαλλονιά.
Μετά
το θάνατό του, επί υπουργίας Μελίνας Μερκούρη, τ' αδέρφια του δωρίσανε το «Δελφικό Φως» στο ελληνικό Δημόσιο, όπως
ήθελε ο καλλιτέχνης (η δωρεά δημοσιεύτηκε στην «Εφημερίδα της Κυβερνήσεως»), με
σκοπό να στηθεί στο Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο, στους Δελφούς. Το δημόσιο δε
φρόντισε να πάρει το έργο, που βρίσκεται ακόμα μαντρωμένο. Όπως είπε ο αδερφός
του Νίκος, το δημόσιο ζητά τ' αδέρφια του να αναλάβουν να πάρουν το γλυπτό από
το ξενοδοχείο, ώστε να το δώσουν στο Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο (!!!), πράγμα
που απαιτεί πολύχρονη και πολυέξοδη διαδικασία.
Σκλάβος
Γεράσιμος, «Η Φίλη που δεν Έμεινε», 1966.
Γκρίζος γρανίτης, 233x35x23 εκ. Πρόκειται για το «μοιραίο» για τη ζωή του
γλυπτό, που βρισκόταν στο εργαστήρι του στην περιοχή Λεβαλουά Περρέ, του
Παρισιού, από το οποίο, στα 40 του χρόνια, καταπλακώθηκε, νύχτα, στις 28 Γενάρη
1967, και το οποίο βρίσκεται στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης, στο Κέντρο Ζορζ
Πομπιντού.
Για
το θανάσιμο χτύπημα από το γλυπτό «Η φίλη
που δεν έμενε», το Γενάρη 1967, στο εργαστήρι του, ρώτησαν τον αδερφό του
Νίκο «πώς έγινε το κακό;» και απάντησε μονολεκτικά: «Μυστήριο»! Η αδερφή του
Ελένη έμαθε για την «κακή στιγμή», που το γλυπτό του 'σπασε το θώρακα και τον
αυχένα. Νύχτα, 28 Γενάρη 1967, πήγε στο εργαστήρι του. Δεν υπήρχε φως.
Ανεβαίνοντας, με σκοτάδι, προς το υπνοδωμάτιό του, σκόνταψε πάνω στο γλυπτό,
που καθώς μετακινήθηκε τον καταπλάκωσε.
Σκλάβος
Γεράσιμος, «Η τελευταία ενόραση», 1967. Μάρμαρο, 106 x 21 x 16 εκ. Με
προαίσθηση, ίσως, έγραψε για το έργο: «Κι αν μείνει μες στο σκοτάδι/ γράψε με
τα μάτια της ψυχής». (Το χειρόγραφο έχει στο αρχείο του το ζεύγος Θάνος και η
Ελένη Κωνσταντινίδη).
Ήταν
της ίδιας μέρας που ολοκλήρωσε, με κάποιο προαίσθημα, το μνημειακό γλυπτό «Η τελευταία ενόραση» (βρίσκεται στην
Εθνική Γλυπτοθήκη).
Βίντεο
με τα γλυπτά του Γεράσιμου Σκλάβου: