Arts Universe and Philology

Arts Universe and Philology
The blog "Art, Universe, and Philology" is an online platform dedicated to the promotion and exploration of art, science, and philology. Its owner, Konstantinos Vakouftsis, shares his thoughts, analyses, and passion for culture, the universe, and literature with his readers.

Τετάρτη 23 Οκτωβρίου 2013

Πείραμα CLOUD: πέρα από το σωματίδιο Higgs. CERN’s CLOUD experiment shines new light on climate change

The Cosmics Leaving Outdoor Droplets (CLOUD) experiment uses a special cloud chamber to study the possible link between galactic cosmic rays and cloud formation. Based at the Proton Synchrotron (PS) at CERN, this is the first time a high-energy physics accelerator has been used to study atmospheric and climate science. The results should contribute much to our fundamental understanding of aerosols and clouds, and their affect on climate. Credit: CERN

Το CERN βρίσκεται δυτικά της Γενεύης, στα σύνορα Ελβετίας και Γαλλίας και είναι γνωστό για τον μεγαλύτερο επιταχυντή σωματιδίων στον κόσμο, τον LHC (Large Hadron Collider).

The CLOUD project aims to study the influence of galactic cosmic rays on the Earth's climate through the media of aerosols and clouds. Credit: CERN

Η πλειοψηφία του κόσμου κόσμος νομίζει ότι όλοι οι ερευνητές εκεί ασχολούνται μόνο με το μποζόνιο Higgs και άλλα στοιχειώδη σωματίδια με περίεργα ονόματα. Κι όμως υπάρχουν επιστήμονες στο CERN που πραγματοποιούν πειράματα, λιγότερο γνωστά στο ευρύ κοινό, που δεν έχουν σχέση με το μποζόνιο Higgs και τις υπερσυμμετρικές θεωρίες των στοιχειωδών σωματιδίων.

The CLOUD results show that a few kilometres up in the atmosphere sulphuric acid and water vapour can rapidly form clusters, and that cosmic rays enhance the formation rate by up to ten-fold or more. Illustration Credits: CERN.

Ένα τέτοιο πείραμα είναι το CLOUD (Cosmics Leaving Outdoor Droplets),  διαμέσου του οποίου επιχειρείται η επίλυση ενός μακροχρόνιου αινίγματος της κλιματικής επιστήμης: πως σχηματίζονται στην ατμόσφαιρα τα αερολύματα (αεροζόλ) – μικροσκοπικά στερεά ή υγρά σωματίδια που αιωρούνται στον αέρα – και το ποια αέρια είναι υπεύθυνα γι αυτό. Πρόκειται για ένα θεμελιώδες ερώτημα όσον αφορά την κατανόηση του κλίματος, δεδομένου ότι σ’ αυτά τα αιωρούμενα σωματίδια οφείλεται ο σχηματισμός των συσσωματωμάτων από τα οποία δημιουργούνται τα σύννεφα.

Η πειραματική διάταξη CLOUD.

Οι ερευνητές João Almeida et al, του πειράματος CLOUD, δημοσίευσαν στο Νature μια εργασία με τίτλο «Molecular understanding of sulphuric acid–amine particle nucleation in the atmosphere», στην οποία παρουσιάζουν δυο νέα ευρήματα: πρώτον, διαπίστωσαν ότι ελάχιστες συγκεντρώσεις ατμών αμινών, συνδυόμενες με θειικό οξύ σχηματίζουν αεροζόλ με ρυθμούς παρόμοιους μ’ αυτούς που παρατηρούνται στην ατμόσφαιρα, και στη συνέχεια χρησιμοποιώντας μια δέσμη πιονίων, από το Σύγχροτρον πρωτονίων του CERN, βρήκαν ότι η ακτινοβολία ιονισμού, όπως ακριβώς η κοσμική ακτινοβολία που βομβαρδίζει την ατμόσφαιρα από το διάστημα έχει αμελητέα επίδραση στην ταχύτητα σχηματισμού αυτών των αεροζόλ.

Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο του πειράματος CLOUD, Jasper Kirkby: «Χάρη στην τεχνογνωσία του CERN σε υλικά και την υπερ-υψηλή τεχνολογία κενού, ήμασταν σε θέση να κατασκευάσουμε έναν θάλαμο με πρωτοφανή καθαρότητα, που μας επέτρεπε να προσομοιώνουμε την ατμόσφαιρα και να εισαγάγουμε τις ελάχιστες ποσότητες αμινών και θειικού οξέος, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του πειράματος».

Μπορεί στα συγκεκριμένα αερολύματα από ατμούς αμινών, η κοσμική ακτινοβολία να μην παίζει σημαντικό ρόλο, δεν αποκλείεται όμως, σύμφωνα με τον Kirkby, σε αερολύματα που σχηματίζονται από ατμούς άλλων ουσιών η κοσμική ακτινοβολία να έχει σημαντικότερη επίδραση.


Το σίγουρο είναι ότι, τα αποτέλεσμα του πειράματος CLOUD αποτελούν ένα σημαντικό βήμα προς την κατανόηση του κλίματος στη Γη.

Γιώργος Ιωάννου, «Τα εβραϊκά μνήματα». Giorgos Ioannou, “The Jewish tombs”

Κιονόκρανο με απεικόνιση συναγωγής που χρονολογείται μετά από το 1430 (Άλωση, Θεσσαλονίκης). Από την έκθεση «Οι Εβραίοι στη Θεσσαλονίκη - Ανεξίτηλα σημάδια στο χρόνο» στο Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης.

Εκείνη την εποχή πάνω στο στήθος μερικών από μας είχε αρχίσει να σχηματίζεται ένας μαύρος σταυρός από χνούδι. Όσοι τον είχαν ξεχώριζαν και από άλλα κοινά σημάδια, λες και ήταν για κάτι ιδιαίτερο προορισμένοι. Τις περισσότερες φορές από μια μόνο κίνηση μάντευα τον προορισμένο. Κατόπι άρχιζα την παρακολούθηση και συνήθως τα επιβεβαίωνα όλα, όταν, αργά η γρήγορα, τύχαινε να μας πάνε στο λουτρά. Στην αρχή, όταν μπαίναμε, σηκώναμε τον κόσμο απ’ τα γέλια και τις διάφορες τσιρίδες, μόλις όμως βγάζαμε εντελώς τη στολή και άρχιζε να τρέχει το νερό, έπεφτε βαριά βουβαμάρα. Τα βλέμματα ορισμένων χάναν την ευθύτητα τους. Οι προορισμένοι πάντως μου δίναν την εντύπωση πως έκαναν απεγνωσμένες προσπάθειες να χωθούν μες στο σωρό και να γλιτώσουν. Ήταν και κει, όπως παντού, οι πιο σεμνοί και οι πιο αθόρυβοι. Χαμένος κόπος.

Από την έκθεση «Οι Εβραίοι στη Θεσσαλονίκη - Ανεξίτηλα σημάδια στο χρόνο» στο Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης.

Ύστερα τα ξεχνούσαμε όλα και μετά το βραδινό συσσίτιο έπαιρνα το φίλο μου και τραβούσαμε συνήθως για τη Ραμόνα. Κι αυτός, όπως όλοι οι προορισμένοι, αμέσως παρασύρονταν. Μες στα σοκάκια της Ραμόνας, σε κείνα τα παλιοκαφενεία, στους τεκέδες, πίσω απ’ τις μάντρες με τα παλιοσίδερα, πάντα περίμεναν διάφορες γυναίκες. Όλες τους ήτανε μια και μια· χοντρές και μεγάλες στα χρόνια. Όταν αυτές θα ’ταν πια ξεβγαλμένες, εμείς ήμασταν ακόμα μια σπίθα στα μάτια του πατέρα μας. Δυο πράγματα πρόσεχα κυρίως όσο ήμασταν στριμωγμένοι στο σκοτάδι: τα φιλήματά τους και τη μικρή βυζαντινή εκκλησιά που ξεφύτρωνε ανάμεσα στις παράγκες. Ο άλλος δεν ξέρω τι σκέφτονταν, αλλά ξέρω τι έκανε, γιατί τις περισσότερες φορές είχαμε κοινοπραξία. Ένα βράδυ ξεχώρισα μέσα σε μια από τις μάντρες κάθε λογής κάγκελα, ασφαλώς από γκρεμισμένα σπίτια. Άρχισα να πηγαίνω και προτού νυχτώσει. Καθόμουν με τις ώρες, τα σκάλιζα, έπιασα φιλίες με τ’ αφεντικά, που παραξενεμένα με κοιτούσαν. Στην αρχή είχαν νομίσει πως θ’ αγόραζα, ύστερα πως είμαι της δουλειάς, σιδεράς η σχεδιαστής. Τους είπα αόριστα πως ενδιαφέρομαι.

Σαρκοφάγος που βρέθηκε κατά την διάρκεια εργασιών για την ανέγερση του κτιρίου Διοίκησης στο χώρο του νεκροταφείου. Σήμερα βρίσκεται σήμερα στο Βυζαντινό Μουσείο και ανήκει στον “Αυρ(ηλίου) Σαββατίου ληνός του Μάρκου” και χρονολογείται terminus post quem μετά το 212, στα μέσα του 2ου αιώνα μ.Χ. Το όνομα αυτό, με εμφανή προέλευση από την εβραϊκή ημέρα αργίας του Σαμπάτ/Σαββάτου, αποτέλεσε την περίοδο των ελληνιστικών χρόνων ένα τυπικό εβραϊκό όνομα. Με την πάροδο των αιώνων όμως υιοθετήθηκε και από τις μεγάλες ιουδαίζουσες ομάδες εθνικών που προσελκύονταν από την Ιουδαϊκή θρησκεία, χωρίς αναγκαστικά να γίνονται πλήρως εβραίοι. Αυτές οι ομάδες γνωστές και ως “σαββατιστές” ή “σεβόμενων τον Θεόν” υιοθέτησαν το παραπάνω όνομα σε διάφορες παραλλαγές όπως Σαββαθαί, Σαμβαθίων, Σαμβαταίος ή Σαββαθίς, Σαμβώ κ.ά. Στην συγκεκριμένη περίπτωση δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι ανήκει σε μέλος της εβραϊκής κοινότητας της πόλης ή σε αυτές τις ιουδαίζουσες ομάδες – το γεγονός όμως ότι βρέθηκε στη συγκεκριμένη περιοχή του νεκροταφείου που βρίσκονται και οι υπόλοιποι εβραϊκοί τάφοι και το εβραϊκής-έμπνευσης όνομα του μας οδηγούν στην βάσιμη υπόθεση ότι ο Σαββάτιος είναι ο πρώτος Εβραίος Σαλονικιός ο οποίος μας έχει αφήσει απτές μαρτυρίες της ύπαρξης του.

Μέναμε στη Ραμόνα ώσπου να σκοτεινιάσει καλά. Κατόπι, αν δεν είχε φεγγάρι, τραβούσαμε για τα εβραίικα μνήματα. Η αλήθεια είναι, ότι πολλές φορές στο δρόμο είχαμε σαφείς προτάσεις και άγρια κολλήματα. Δε δεχτήκαμε ποτέ, άλλα τραβούσε η ψυχή μας. Πάντως, μετά την άρνηση, εγώ εισέπραττα εκείνες τις λυσσασμένες ματιές. Σιγά σιγά αφήναμε τα φώτα και την κίνηση· σα να βυθιζόμασταν.

Βαμβακερό κεντημένο ανταρί το οποίο ανήκε στην οικογένεια Αβραάμ Μπενβενίστε.

Μα όσο πηχτό κι αν ήταν το σκοτάδι, οι άσπρες στολές μας ξεχώριζαν. Ακόμη δε φτάναμε και γύρω μας άρχιζαν οι σκιές. Ένιωθες την ερημιά γεμάτη ανθρώπους που αγκομαχούσαν. Λένε πως μόλις παίρνει να νυχτώνει κάτι τους πιάνει. Παρατούν σπίτια, οικογένεια και τα πάντα και ξεβράζονται εκατοντάδες απ’ όλες τις διευθύνσεις. Κάθε βράδυ τα παίζουν όλα για όλα. Δεν είναι στο χέρι τους να κάνουν κι αλλιώς. Ο ναύτης ή ο φαντάρος στη φτωχή τους την καρδιά έχει πολλά προσόντα. Η στολή δίνει αυτόματα πολλές εγγυήσεις. Είναι νέος, είναι γερός και απένταρος και επιπλέον δεν είναι αστυνομικός. Στην πραγματικότητα όλα αυτά μπορεί να μην ισχύουν, εκτός από το πρώτο — και είναι, αλήθεια, το βασικότερο. Οι πραγματικά ερωτευμένοι αποφεύγουν βέβαια αυτόν τον τόπο. Δεν τους σηκώνει η αγωνία του χώρου. Μας πλησιάζαν, παρά πλησιάζαμε. Κατόπι ακολουθούσαν οι καθιερωμένες φράσεις.

Τμήμα επιτύμβιας πλάκας όπου αναφέρεται το όνομα «Σαμβάτιος» (4ος μ.Χ. αιώνας).

Είναι βαρύ να βολοδέρνεσαι τη νύχτα σε χώρους, που κατά βάθος πολύ τους σέβεσαι. Είναι όπως όταν ασχημονείς μέσα στο ίδιο σου το σπίτι όπου σε περιτριγυρίζουν πράγματα, που αγγίζουν συνεχώς τα πιο αγαπημένα σου πρόσωπα ή τα μικρά σου αδέρφια. Προσπαθούσα τουλάχιστο να πηγαίνουμε όσο γινόταν πιο μακριά απ’ το τοιχάκι, που χώριζε το πανεπιστήμιο απ’ το νεκροταφείο. Εξάλλου οι λάκκοι ήταν άπειροι, οι Εβραίοι δεν ξεχώνουν ποτέ τους νεκρούς τους.

Εβραϊκή επιτύμβια στήλη από τις ανασκαφές του μετρό.

Οι τάφοι ήταν ορθογώνιοι λάκκοι κτιστοί από μέσα. Το τούβλο σκληρό και γυαλιστερό ανέβαινε συμμετρικά σα σειρές από κόκκινο σαπούνι της πλύσης. Το εσωτερικό αυτό τοίχωμα συνεχιζόταν μερικές πιθαμές πάνω απ’ το έδαφος κι έτσι, όταν έμπαινε η μονοκόμματη πλάκα από πάνω, σχηματίζονταν ένας σωστός φούρνος. Αντί να τους κατεβάζουν από πάνω θα μπορούσαν και να τους φουρνίζουν από δίπλα. Η πλάκα είχε σκαλισμένα σχέδια σχετικά με το επάγγελμα του πεθαμένου: παπούτσια, καπέλα, μασέλες, πιρούνια, φουρναρόξυλα, βαρέλια, πόδια και χέρια, πολλές φορές και γυμνούς ανθρώπους. 

Οι μορφές της εβραϊκής ταφής γενικώς διέφεραν: βρέθηκε κάλυμμα λακκοειδούς τάφου με παράσταση μενορά/επτάφωτης λυχνίας, κιβωτιόσχημος τάφος του 4ου με 6ου αιώνα επίσης με παράσταση από μενορά και καμαρωτός τάφος του 4ου αιώνα επίσης με μενορά που αποτελεί στοιχείο της κλασσικής εβραϊκής εικονογραφίας. (ένα παράδειγμα στην φωτογραφία  – προσέξτε τον χαρακτηρισμό του νεκροταφείου ως “παλαιοχριστιανικού”).

Πολλά σχέδια τα καταλάβαινα αμέσως, τότε που έπαιζα εκεί μικρός. Άλλα όμως ήταν τόσο συμβολικά που δεν μπορούσα να τα εξηγήσω. Τις νεκροφόρες, θυμάμαι, τις σέρναν δύο, τέσσερα ή έξι μαύρα άλογα μικρόσωμα, σκεπασμένα απ’ το κεφάλι ως τα πόδια με μαύρα υφάσματα. Καθώς πήγαινε εκείνο το κουκουλωμένο πράγμα, έβλεπες μόνο οκτώ, δεκάξι η είκοσι τέσσερα ποδαράκια να ανεβοκατεβαίνουν ρυθμικά. Όταν πάλι σταματούσαν, για να κατεβάσουν το νεκρό, ήταν ακριβώς όπως το τραπέζι, όταν το στρώνουμε για να φάμε και φαίνονται μόνο τα ποδάρια του χαμηλά χαμηλά κάτω απ’ το τραπεζομάντιλο. Τα υφάσματα στις γωνιές είχαν την πεντάλφα σχηματισμένη με άσπρα σιρίτια. Στο κεφάλι των λόγων ήταν βαλμένα ψηλά άσπρα φτερά. Όλη εκείνη η απέραντη γυμνή έκταση τα μεσημέρια του καλοκαιριού κυμάτιζε και τριζοβολούσε άγρια και προφητικά μέσα σε μια γλυκερή μεθυστική βρόμα. Λουλούδια και κυπαρίσσια ποτέ δε φυτεύουν οι Εβραίοι.

Σπασμένες ταφόπλακες και οστά στο κατεστραμμένο εβραϊκό νεκροταφείο, Θεσσαλονίκη, 1945.

Μετά το μεγάλο γιάγμα της Κατοχής άρχισαν να ξηλώνουν για καλά τα εβραίικα μνήματα. Τα περισσότερα τούβλα και τις πλάκες τις πήραν οι εκκλησίες. Ξύσανε τα σύνεργα και τα γράμματα ή τις γυρίσαν ανάποδα και κάναν πλακοστρώσεις καλές για γονατίσματα, ακόμη και για γλειψίματα. Μόνο που πολλές απ’ αυτές έχουν ακόμα κάτι λεκέδες από λίπος. Ήταν στρουμπουλοί συνήθως οι Εβραίοι.

Γιάννης Τσαρούχης, "Νέοι με φτερά πεταλούδας"

Πηγαίναμε τόσο συχνά, ώστε στο τέλος συνηθίσαμε σε ορισμένους λάκκους. Έριξα κατόπι την ιδέα και δίναμε ραντεβού μέσα στους λάκκους. Οι γυναίκες μας περίμεναν εκεί ξαπλωμένες ή καθισμένες. Όταν όμως φτάναμε εμείς πιο μπροστά, τις περιμέναμε καθισμένοι απ’ έξω, ο καθένας στον τάφο του. Έβλεπα την κορμοστασιά του φίλου μου να διαγράφεται μέσα στην ανταύγεια απ’ τα φώτα της Έκθεσης τα πυροτεχνήματα, και σκεφτόμουν πόσο δίκιο έχει ο Τσαρούχης όταν βάζει φτερά στους ναύτες που ζωγραφίζει. Μόλις ο φιλαράκος μου χανόταν, κατέβαινα κι εγώ μέσα στον τάφο μου, πολλές φορές μόνος. Το κορίτσι, ας πούμε, το δικό μου δεν ήταν και τόσο ταχτικό· δεν το ομολογούσα όμως. Φρόντιζα μάλιστα να λερωθώ κάπως με χώματα σε καίρια σημεία για να ’χω να τινάζομαι κι εγώ μόλις βγαίναμε στα φώτα.

Στο γυρισμό ήμουν πάντα βουβός. Ο άλλος χασκογελούσε, έλεγε λεπτομέρειες. Τελείως ανύποπτος και τελείως δοσμένος στον προορισμό του, δεν καταλάβαινε διόλου τη σκηνοθεσία. Ένα βράδυ μίλησε για κάποιον ηδονοβλεψία. Κάποιος σα να τον παραμόνευε· δεν τον είχε δει βέβαια. Ξαφνικά έκοψε να ’ρχεται μαζί μου. Πήγαινε τις νύχτες στο λιμάνι κι έπεφτε γυμνός στη θάλασσα. Έβγαζε πυρομαχικά από βυθισμένες μαούνες. Πόρνες και τελώνες ήταν πια οι παρέες του. Τίποτε δε λογάριαζε, δεν μπορούσε να λογαριάσει.

Ο Γιώργος Ιωάννου (ψευδώνυμο του Γιώργου Σορολόπη) γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, γιος του Ιωάννη Σορολόπη, υπαλλήλου των σιδηροδρόμων και της γυναίκας του Αθανασίας. Η οικογένειά του κατέφυγε στη Θεσσαλονίκη από την Ανατολική Θράκη μετά από οικονομική καταστροφή της, και μετά από τον Γιώργο απέκτησε τρία ακόμη παιδιά. Ο Ιωάννου πέρασε τα μαθητικά του χρόνια στη Θεσσαλονίκη και κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου στη Χαλκιδική και την Αθήνα. Σπούδασε φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο (1947-1950), όπου διετέλεσε και βοηθός καθηγητής στην έδρα Αρχαίας Ιστορίας (1954). Από το 1956 και ως το 1971 εργάστηκε ως φιλόλογος σε διάφορα -ιδιωτικά και δημόσια- σχολεία της Ελλάδας και στη Βεγγάζη της Λιβύης. Το 1971 μετατέθηκε σε αθηναϊκό γυμνάσιο και λίγο αργότερα στο Υπουργείο Παιδείας, όπου παρέμεινε ως το τέλος της ζωής του. Από το 1978 ως το 1982 κυκλοφόρησε το περιοδικό Φυλλάδιο με δική του επιμέλεια και συγγραφή κειμένων. Η πρώτη του εμφάνιση στο χώρο της λογοτεχνίας σημειώθηκε το 1954 με την ποιητική συλλογή Ηλιοτρόπια. Ασχολήθηκε με την πεζογραφία, το θέατρο, το δοκίμιο, το χρονογράφημα, τις μεταφράσεις αρχαιοελληνικών κειμένων και τη λαογραφία. Πήρε μέρος σε ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές και δημοσίευσε κείμενά του στον περιοδικό και ημερήσιο Τύπο. Τιμήθηκε με το Α’ Κρατικό Βραβείο Διηγήματος (1979 για το έργο του Το δικό μας αίμα). Πέθανε από μετεγχειρητική επιπλοκή στην Αθήνα σε ηλικία πενηνταοχτώ χρόνων. Κηδεύτηκε στη Θεσσαλονίκη. Το έργο του Γιώργου Ιωάννου τοποθετείται στη μεταπολεμική ελληνική λογοτεχνία και πηγάζει από τις προσωπικές εμπειρίες του συγγραφέα από την εποχή της γερμανικής κατοχής, της εθνικής αντίστασης και του εμφυλίου στην Ελλάδα. Στην πεζογραφία του, από την οποία έγινε κυρίως γνωστός, απεικονίζεται μέσω της μονομερούς αφήγησης και του εσωτερικού υποβλητικού λόγου του μια ολόκληρη εποχή (από τη γερμανική κατοχή ως τη μεταπολίτευση και την μετέπειτα περίοδο) που σφράγισε τη νεοελληνική ιστορία. Το ποιητικό του έργο, έντονα ερωτικό, τοποθετείται στην ομάδα του Κύκλου της Διαγωνίου, ενός από τα σημαντικότερα μεταπολεμικά λογοτεχνικά περιοδικά της Θεσσαλονίκης που ιδρύθηκε από τον Ντίνο Χριστιανόπουλο και στο οποίο ο Ιωάννου υπήρξε βασικός συνεργάτης. 


Τα νεκροταφεία της Θεσσαλονίκης σιωπηλοί μάρτυρες της ιστορίας της πόλης. The cemeteries of Thessaloniki silent witnesses of the history of the city

Φωτογραφία από τους τάφους του τουρκικού νεκροταφείου που υπήρχε ανατολικά από το Επταπύργιο. Αποκαλύφθηκαν κατά τη διάρκεια ανασκαφών για την ανάπλαση του αύλειου χώρου του 1ου Λυκείου Συκεών. © Κωνσταντίνος Βακουφτσής

Κρατά στα σπλάχνα της την ιστορία της, τις θρησκείες και τους πολιτισμούς που πέρασαν από αυτήν αλλά και εκείνους που ξεκίνησαν από διαφορετικά σημεία του κόσμου για να πολεμήσουν στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και άφησαν εδώ την τελευταία τους πνοή.

Φωτογραφία του Εβραϊκού Νεκροταφείου όπως αυτό ήταν στις αρχές του περασμένου αιώνα. (Εκδόσεις Μολχό Θεσσ/κη)

Η γη της Θεσσαλονίκης είναι γεμάτη από πολυάριθμα νεκροταφεία όπου ενταφιάστηκαν Ορθόδοξοι, Καθολικοί, Εβραίοι, Τούρκοι, Αρμένιοι, Διαμαρτυρόμενοι, Άγγλοι, Γάλλοι, Ιταλοί, Ρώσοι, Σέρβοι, Βούλγαροι, ακόμη και Ινδοί. Όλοι αυτοί οι χώροι δημιουργήθηκαν για να αναπαύσουν νεκρούς, ωστόσο, σήμερα εξυπηρετούν και έναν ακόμη σκοπό καθώς συμπληρώνουν το πάζλ της μακραίωνης και πολυτάραχης ιστορίας αυτής της πόλης.

Και αν κάποτε, ο οθωμανικός νόμος περί γαιών όριζε με σαφήνεια ότι ο χώρος των νεκροταφείων για όλες τις κοινότητες της πόλης καθοριζόταν από τη «φωνή μεγαλόφωνου ανδρός ο οποίος εφώναζε από τα τείχη της πόλης», εκατό χρόνια μετά την απελευθέρωση της πόλης, ο ίδιος νόμος που ενσωματώθηκε στη Συνθήκη των Αθηνών, εξακολουθεί να ισχύει….

Επί τουρκοκρατίας, η φωνή αυτή οριοθετούσε τη νεκρόπολη της Θεσσαλονίκης στην περιοχή από την Καμάρα, μέχρι το ποτάμι που κυλούσε στην τοποθεσία όπου βρίσκεται σήμερα η πλατεία Χημείου, στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. «Από την Καμάρα και νότια της οδού Εγνατίας έθαβαν τους νεκρούς τους οι Μουσουλμάνοι, βόρεια της Εγνατίας οι Εβραίοι και ανατολικά της Καμάρας οι Χριστιανοί» τονίζει στο ΑΜΠΕ ο συγγραφέας Ευάγγελος Χεκίμογλου, σε μια γενική περιγραφή των ζωνών που καταλάμβανε κάθε κοινότητα για τους νεκρούς της.

Υπογραμμίζει, πάντως, ότι «τα νεκροταφεία είχαν ένα ιδιαίτερο ιδιοκτησιακό καθεστώς: δεν ανήκαν σε κανέναν και ανήκαν σε όλη την πόλη καθώς η ζώνη των νεκροταφείων ήταν αφιερωμένη σε όλους τους κατοίκους».

Εξηγώντας, άλλωστε, τους λόγους για τους οποίους εξακολουθεί να ισχύει ο νόμος που τότε περιέγραφε την οριοθέτηση της νεκρικής ζώνης, διευκρινίζει: «το άρθρο περί φωνής μεγαλόφωνου ανδρός είναι τμήμα του οθωμανικού νόμου περί γαιών. Οι δε οριοθετήσεις έπρεπε να είναι ξεκάθαρες καθώς ο τόπος ταφής καθόριζε και το κληρονομικό δίκαιο. Δεν ήταν απλώς τυπικό αλλά ουσιαστικό το θέμα. Εκείνο, όμως, που είναι εξαιρετικά σημαντικό είναι ότι ο νόμος αυτός διατηρήθηκε αυτούσιος και εξακολουθεί να ισχύει στην Ελλάδα βάσει της συνθήκης των Αθηνών (Νοέμβριος του 1913), με την οποία η Ελλάδα έλαβε ουσιαστικά τον τίτλο ιδιοκτησίας της Θεσσαλονίκης. Η συγκεκριμένη συνθήκη ορίζει ότι όλα τα εμπράγματα δικαιώματα επί του εδάφους της πόλης διατηρούνται, όπως προβλέπει ο οθωμανικός νόμος. Το γεγονός, αυτό, άλλωστε, σημαίνει ότι η περιοχή των νεκροταφείων υπάγεται σε ένα ιδιαίτερο ιδιοκτησιακό καθεστώς, έστω και αν οι ενδιαφερόμενοι πολλές φορές δεν το γνωρίζουν».

Διακλάδωση Σταυρούπολης. Ο παλαιοχριστιανικός αντερεισματικός τοίχος, στον οποίο χρησιμοποιήθηκαν μαρμάρινα μέλη από το ανατολικό και δυτικό νεκροταφείο.

Πέραν από την εποχή αυτή, το υπέδαφος της πόλης φιλοξενεί ταφικά συμπλέγματα πολύ παλαιότερα σε χρονολογίες. Παρόλο που πολλές πηγές σιωπούν για τους χώρους των κοιμητηρίων πριν από το 19ο αιώνα, σε ανασκαφή που έγινε στις εγκαταστάσεις της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, η ΙΣΤ' Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η περιοχή εντάσσεται στον πυρήνα του αρχαίου ανατολικού νεκροταφείου. Αποτελεί δε ενότητα με την περιοχή της σημερινής πανεπιστημιούπολης. Άλλωστε κατά την αποξήλωση τάφων από το εβραϊκό νεκροταφείο στην πανεπιστημιούπολη, αποκαλύφθηκαν ταφικές πλάκες ρωμαϊκών, βυζαντινών, ελληνιστικών και παλαιοχριστιανικών χρόνων.

Το ανατολικό και το δυτικό νεκροταφείο της αρχαίας Θεσσαλονίκης είναι μόνο μερικά από τα πολύ σημαντικά ευρήματα που έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη κατά τη διάρκεια των εργασιών για το μετρό στη Θεσσαλονίκη.

«Σκεφτείτε το σαν στρώματα πολλών επιπέδων τάφων που απλώνονται από το ανατολικό τείχος, την Καμάρα και φτάνουν εκεί που μπορεί να πάει κανείς για να θάψει σε έκταση μέχρι τέσσερα χιλιόμετρα περίπου. Σε όλο το βάθος αυτό έχουμε ταφές. Ο ένας έθαβε πάνω στον άλλον και οι Μουσουλμάνοι έθαβαν τελευταίοι» αναφέρει ο κ. Χεκίμογλου.

Σήμερα η πόλη διατηρεί τα απομεινάρια της ιστορίας της με μια πληθώρα νεκροταφείων, όχι μόνο στο αστικό της κέντρο αλλά και σε περιοχές εκτός πόλης.

Τα νεκροταφεία των ορθοδόξων χριστιανών

Νεκροταφείο Ευαγγελίστριας. Βακαλόπουλος Α., Αναμνήσεις από την παλιά Θεσσαλονίκη, εκδ. Μαλλιάρης Παιδεία, Θεσσαλονίκη 1993.

Οι πηγές επιβεβαιώνουν ότι κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας ταφές χριστιανών γίνονταν ανατολικά από την παλιά πόλη, ανάμεσα στο ανατολικό τείχος (σημερινή οδός Φιλικής Εταιρείας) και το σημερινό πάρκο της ΧΑΝΘ. Επίσης ταφές γίνονταν και στην περιοχή του αγιάσματος του Αγίου Παύλου στο λόφο του Σέιχ Σου, στον περίβολο της Μονής Βλατάδων αλλά και στο παραθαλάσσιο μέτωπο της πόλης για τους φυλακισμένους που πέθαιναν και τα θύματα της πανούκλας.

Από τον 17ο αιώνα, ένα νέο νεκροταφείο έγινε στην περιοχή της Ευαγγελίστριας όμως μόλις το 1874 δόθηκε η άδεια από την τουρκική διοίκηση για τη δημιουργία χριστιανικού νεκροταφείου. Το 1875 η Ελληνική Ορθόδοξη Κοινότητα Θεσσαλονίκης προχώρησε σε σύμβαση με την Φιλόπτωχο Αδελφότητα Ανδρών και το νεκροταφείο ήταν έτοιμο το 1880.

Στη δυτική πλευρά της πόλης, το έργο της δημιουργίας ορθόδοξου νεκροταφείου ανατέθηκε στη Φιλόπτωχο Αδελφότητα των Κυρίων το 1875. Η εκπόνηση της μελέτης ανατέθηκε το 1886 στον αρχιτέκτονα Ι. Τσιμάνη, και αφορούσε το χώρο της Αγίας Παρασκευής, πάνω στην οδό Λαγκαδά. Τα εγκαίνια του νεκροταφείου έγιναν το 1900. Στο ίδιο σημείο υπήρχε παλαιότερο νεκροταφείο, πολύ μεγαλύτερο από τον χώρο που τελικά περιτειχίστηκε.

Τα συμμαχικά νεκροταφεία της Σταυρούπολης (Ζέιτελνικ)

Το σερβικό κοινοτάφιο στην είσοδο του κοιμητηρίου χτίστηκε την περίοδο 1928-1936. Στο οστεοφυλάκιο του υπογείου του φυλάσσονται τα οστά 5.500 Σέρβων στρατιωτών, γεγονός που το καθιστά σημαντικό χώρο εθνικού προσκυνήματος για τους Σέρβους. Zejtinlik, Serbian Military Cemetery in Thessaloniki, Greece.

Στα νεκροταφεία του Ζέιτελνικ, στην οδό Λαγκαδά, βρίσκονται θαμμένοι 8000 Σέρβοι, 8089 Γάλλοι, 400 Ρώσοι, 1648 Άγγλοι, 3000 Ιταλοί που έχασαν τη ζωή τους στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο του 1914 - 1918. Είναι διαχωρισμένα κατά τομέα ανάλογα με την ταυτότητα και την εθνικότητα των νεκρών. Εκεί βρίσκονται θαμμένοι και βούλγαροι αιχμάλωτοι πολέμου.

Συμμαχική Νεκρόπολη του Ζέιτενλικ στη Θεσσαλονίκη. French Monument at Zeitenlik.

Το συγκεκριμένο σημείο υπέδειξαν οι αγγλικές, γαλλικές, ιταλικές και σερβικές αρχές ενώ το ελληνικό κράτος αγόρασε την έκταση και τους παραχώρησε την επικαρπία της. Βασικό χαρακτηριστικό των νεκροταφείων είναι ο ομοιόμορφος σχεδιασμός τους. Επίσης οι επιτύμβιες στήλες είναι όρθιες, όπως άλλωστε και στο νεκροταφείο της Μίκρας. Σε μια περιοχή του νεκροταφείου έχει δημιουργηθεί φυτώριο με φυτά μεγαλωμένα από σπόρους σταλμένους από την Αγγλία.

Το καθολικό νεκροταφείο του Αγίου Βικεντίου του Παύλου

Τα Κοιμητήρια των Καθολικών βρίσκονται στην περιοχή του δήμου Αμπελοκήπων Θεσσαλονίκης. Η ίδρυσή τους πιθανολογείται στο 1870. The Catholic Cemeteries lay at the territory of Ampelokipi at Thessaloniki, Greece. They founded approximately at 1870.

Ιδρύθηκε μεταξύ 1860 και 1867 κοντά στην οδό Λαγκαδά, στην περιοχή που σήμερα βρίσκεται πίσω από τα συμμαχικά νεκροταφεία Ζέιτελνικ.

Παλαιότερα είχε δημιουργηθεί το καθολικό νεκροταφείο στην ανατολική πλευρά της πόλης, και συγκεκριμένα έξω από την πύλη της Καλαμαριάς. Ενταφιασμοί γίνονταν εκεί μέχρι το 1860. Από εκείνη τη χρονική στιγμή και μετά οι τάφοι εικάζεται ότι μεταφέρθηκαν στο νεκροταφείο του Αγίου Βικεντίου του Παύλου.

Ινδικό νεκροταφείο του Χαρμανγκιοϊ στον Δενδροπόταμο



Ανήκει στην Επιτροπή των Στρατιωτικών Κοιμητηρίων της Κοινοπολιτείας και βρίσκεται στον Δενδροπόταμο, λίγα μόλις χιλιόμετρα από τα νεκροταφεία του Ζέιτενλικ. Εκεί βρίσκονται θαμμένοι 358 ινδοί των αποικιακών στρατευμάτων ενώ 200 αποτεφρώθηκαν σύμφωνα με τη θρησκευτική τους παράδοση και τα ονόματά τους χαράχθηκαν στο μνημείο που βρίσκεται στα κοιμητήρια. Έπεσαν κατά τη διάρκεια του πολέμου (1914-1918).

Εβραϊκά νεκροταφεία

Εβραϊκός τάφος του 4ου αιώνα μ.Χ. στο Κτίριο Διοίκησης του ΑΠΘ. Το μοναδικό  ίχνος που απόμεινε από τα Εβραϊκά  νεκροταφεία, στη θέση των οποίων χτίστηκε η Πανεπιστημιούπολη. Jewish tomb of the 4th century CE.

Πριν ακόμη καταλάβουν οι Τούρκοι τη Θεσσαλονίκη, εβραϊκά νεκροταφεία υπήρχαν στο χώρο όπου σήμερα βρίσκονται τα κτίρια του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Το εβραϊκό νεκροταφείο μετά την Κατοχή, δεξιά η Παλαιά Φιλοσοφική. The jewish university after WW2, the old University building on the right/source: Yad Vashem.

Καταστράφηκαν από τους Γερμανούς στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ οι Εβραίοι υποχρεώθηκαν να πάρουν τους νεκρούς τους από το παλαιό νεκροταφείο και να τους μεταφέρουν σε καινούριο. 

Εβραϊκό νεκροταφείο. Χασιώτης Ι., Τοις Αγαθοίς Βασιλεύουσα, εκδ. Παρατηρητής Θεσσαλονίκη, 1997.

Παραχωρήθηκαν για το σκοπό αυτό δύο τόποι, ένας δυτικά και ένας ανατολικά. Έτσι χτίστηκε το νέο εβραϊκό νεκροταφείο στη Σταυρούπολη (στην οδό Δημητρίου και Καραολή Β.), το οποίο παραχωρήθηκε το 1938. Εκεί βρίσκονται 803 τάφοι και μνημείο για τους 80.000 Εβραίους της Θεσσαλονίκης που έχασαν τη ζωή τους στο ολοκαύτωμα. Σε ό,τι αφορά, εξάλλου, τον χώρο στα ανατολικά, κατά πάσα πιθανότητα δεν οριοθετήθηκε καν γιατί προηγήθηκε η εκτόπιση των Εβραίων.

Τουρκικά νεκροταφεία

Μουσουλμανικό νεκροταφείο. Τσακτσίρας Λ., Στην Παλιά Θεσσαλονίκη, Μαλλιαρής, 1996.

Κατά την τουρκοκρατία, τα πρώτα τουρκικά νεκροταφεία δημιουργήθηκαν στα δυτικά και τα ανατολικά της πόλης. Στην ανατολική πλευρά βρίσκονταν στην περιοχή ανάμεσα στα ανατολικά τείχη, την παραλία και την έκταση που καταλαμβάνει σήμερα η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης. Στη δυτική πλευρά το νεκροταφείο βρισκόταν ανάμεσα στις σημερινές οδούς Αγίου Δημητρίου, Διός, Ηφαιστίωνος και Καπετάν Άγρα. Ένα τρίτο μεγάλο νεκροταφείο υπήρχε ανατολικά από το Επταπύργιο ενώ υπήρχαν και πολλά άλλα διάσπαρτα μέσα στην πόλη κοντά στα τζαμιά και μαυσωλεία όπου θάβονταν δερβίσηδες και ηγούμενοι. Σήμερα δεν υπάρχουν τούρκικα νεκροταφεία καθώς έχουν καταστραφεί.

Βουλγαρικό νεκροταφείο στην Ευαγγελίστρια

Το νεκροταφείο της Ευαγγελίστριας στα τέλη του 19ου αιώνα πριν από τη διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου. Δεξιά διακρίνεται το βουλγαρικό νεκροταφείο, το οποίο μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης ενσωματώθηκε στην Ευαγγελίστρια. (Η φωτογραφία προέρχεται από τη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινούπολης. Εντοπίστηκε από τους Ε. Χεκίμιγλου και E. Danacioglu. Δημοσιεύθηκε στο βιβλίο του Ε. Χεκίμογλου "Ο Ν. Μάνος και ο μεσοπόλεμος στη Θεσσαλονίκη").

Στα τέλη του 18ου και τις αρχές του 19ου αιώνα το βουλγαρικό νεκροταφείο βρισκόταν στην περιοχή της Ευαγγελίστριας. Η βουλγαρική κοινότητα ζητούσε επέκταση του δικού της κοιμητηρίου που βρισκόταν στον ίδιο χώρο με εκείνο των ορθοδόξων. Μετά το 1912 το βουλγαρικό κοιμητήριο διαλύθηκε και οι χώροι του προστέθηκαν στην Ευαγγελίστρια. Απομεινάρι του είναι η εκκλησία στην ανατολική πλευρά της Ευαγγελίστριας που δεν καταστράφηκε καθώς ήταν ορθόδοξη ωστόσο έπαψε να λειτουργεί και σήμερα χρησιμοποιείται ως αποθήκη.

Αρμένικο κοιμητήριο και κοιμητήριο Διαμαρτυρόμενων στην περιοχή Ευαγγελίστριας

Το νεκροταφείο της Ευαγγελίστριας στις αρχές του 20ου αιώνα. Διακρίνεται το Δημοτικό Νοσοκομείο (σήμερα Γ.Ν.Θ. "Άγιος Δημήτριος"), (Αρχείο Κ.Ι.Θ.)

Τα δύο νεκροταφεία συνορεύουν και έχουν κοινό φύλακα στην περιοχή πάνω από την Ευαγγελίστρια απέναντι από το νοσοκομείο Άγιος Δημήτριος. Δημιουργήθηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα.

Τον μακρύ κατάλογο των κοιμητηρίων της Θεσσαλονίκης συμπληρώνουν το Αγγλικό στρατιωτικό κοιμητήριο της Μίκρας στην Καλαμαριά, όπου είναι θαμμένοι πάνω από χίλιοι βρετανοί, και το Αγγλικό κοιμητήριο Ασβεστοχωρίου στην Εξοχή.

Λίγο δε πριν από την έναρξη στη Θεσσαλονίκη των εορτασμών για τα εκατό χρόνια από την απελευθέρωση της πόλης, η ιστορική της μνήμη επανέρχεται στην επιφάνεια για να φρεσκάρει τη μνήμη των παλαιότερων και να εμπλουτίσει τη γνώση των νεότερων.

Πηγές:

-Δαρδαβέσης Ι.Θεόδωρος. Η φιλόπτωχος Αδελφότης Ανδρών Θεσσαλονίκης και το Νεκροταφείο «Ευαγγελίστρια» της Ελληνικής Ορθόδοξης Κοινότητας Θεσσαλονίκης. Φιλόπτωχος Αδελφότης Ανδρών Θεσσαλονίκης. Θεσσαλονίκη, 2010.

-Δημητριάδη Βασίλη, Τοπογραφία της Θεσσαλονίκης κατά την εποχή της Τουρκοκρατίας 1430 - 1912. Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, 1983.

-Kadijevic Aleksandar. Δύο παραδείγματα σερβικής μνημειακής αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα. Τα μαυσωλεία στο Zejtinlik και στη Βίδο. Θεσσαλονικέων Πόλις. Τεύχος 9. University Studio Press, 2002.

-Καραθανάσης Αθανάσιος, Τα κοιμητήρια της Θεσσαλονίκης στην ιστορία και στη λογοτεχνία. Πρακτικά Η΄ Διεθνούς Επιστημονικού Συμποσίου «Χριστιανική Θεσσαλονίκη, Ταφές και Κοιμητήρια». University Studio Press, 2005.

Λαζαρίδης Σπύρος. Από το Βαρδάρι ως το Δερβένι. Ιστορική καταγραφή μέχρι το 1920. Μελέτη. Εκδόσεις Ζήτρος. Θεσσαλονίκη, 1997.

-Παπακωνσταντίνου Λήδα, Εις το όνομα. Biennale 1. Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης. Θεσσαλονίκη, 2007.

-Σαλέμ Στέλλα. Το παλιό εβραϊκό νεκροταφείο της Θεσσαλονίκης. Θεσσαλονικέων Πόλις. Τεύχος 6. University Studio Press, 2001.

-Τσιμπίδου - Αυλωνίτη Μαρία. Το αρχαίο ανατολικό νεκροταφείο της Θεσσαλονίκης και η κρυφή ιστορία της Πανεπιστημιούπολης. Θεσσαλονικέων Πόλις. Τεύχος 7. University Studio Press, 2002.

-Τσιμπίδου - Αυλωνίτη Μαρία. Το αρχαίο ανατολικό νεκροταφείο της Θεσσαλονίκης και τα θαμμένα μυστικά της Διεθνούς Έκθεσης. Θεσσαλονικέων Πόλις. Τεύχος 12. University Studio Press, 2003.

-Χεκίμογλου Ευάγγελος. Τα μυστήρια της Θεσσαλονίκης. University Studio Press, 2001.

-Χεκίμογλου Ευάγγελος, Αντώνιος Σατραζάνης. Παλαιότεροι νεκροταφειακοί χώροι της Ελληνορθοδόξου Κοινότητας Θεσσαλονίκης. Πρακτικά Η΄ Διεθνούς Επιστημονικού Συμποσίου «Χριστιανική Θεσσαλονίκη, Ταφές και Κοιμητήρια». University Studio Press, 2005.