Arts Universe and Philology

Arts Universe and Philology
The blog "Art, Universe, and Philology" is an online platform dedicated to the promotion and exploration of art, science, and philology. Its owner, Konstantinos Vakouftsis, shares his thoughts, analyses, and passion for culture, the universe, and literature with his readers.
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΤΕΧΝΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΤΕΧΝΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 8 Οκτωβρίου 2025

Τζον Σίνγκερ Σάρτζεντ: Ο ζωγράφος των στυλάτων της εποχής του επιστρέφει. ‘John Singer Sargent. Dazzling Paris’ Is An Exceptional Exhibition Worth The Trip

H έκθεση στο Μουσείο Ορσέ συγκεντρώνει 90 έργα του Αμερικανού στυλίστα ζωγράφου, εστιάζοντας στην πιο καθοριστική περίοδο του έργου του. Aνάμεσά τους και η περίφημη «Madame X» το πιο διάσημο έργο του.  John Singer Sargent, Η Μαντάμ Χ (madame Pierre Gautreau), περ. 1883-1884. The Metropolitan Museum of Art, Fonds Arthur Hoppock Hearn, 1916, 16.53. Φωτ.: © The Metropolitan Museum of Art

Εκατό χρόνια έχουν περάσει από τον θάνατο του Τζον Σίνγκερ Σάρτζεντ, ενός από τους λίγους Αμερικανούς ζωγράφους της γενιάς του που έγιναν γνωστοί και δημοφιλείς στην Ευρώπη. Ενώ πριν από μερικές δεκαετίες τα έργα του ήταν ελαφρώς υποτιμημένα, με τον ίδιο να θεωρείται ένας κάπως βαρετός πορτρετίστας κυρίως πλουσίων και κοσμικών γυναικών, σήμερα η λάμψη και η κομψότητα των αριστοτεχνικών έργων του τον έχουν καταστήσει εκ νέου αντικείμενο μελετών αλλά και έναν ζωγράφο που προσφέρει απλόχερα απόλαυση και χαρά στους θεατές της τέχνης του με τη ζωηρή και αριστοτεχνική απεικόνιση των θεμάτων του. 

John Singer Sargent, Πορτρέτο νεαρού άντρα, περ. 1878. Ιδιωτική συλλογή. Φωτ.: © Houghton Hall

Ο Σάρτζεντ υπήρξε ο πιο παραγωγικός Αμερικανός ζωγράφος του 19ου αιώνα, με περίπου 900 ελαιογραφίες. Αυτόν τον καλλιτέχνη τιμά σήμερα το Mουσείο Ορσέ, αφιερώνοντάς του την πρώτη του ατομική έκθεση στο Παρίσι. Σε συνεργασία με το Mητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης (The Met) της Νέας Υόρκης, η έκθεση «Τζον Σίνγκερ Σάρτζεντ: Μαγεύοντας το Παρίσι» εστιάζει για πρώτη φορά στην πιο καθοριστική περίοδο της καριέρας του Αμερικανού ζωγράφου. Τα 90 έργα που παρουσιάζονται, πολλά από τα οποία έφτασαν για πρώτη φορά στη Γαλλία από τότε που φιλοτεχνήθηκαν, ανασυνθέτουν την καταιγιστική άνοδο του νεαρού καλλιτέχνη στην Πόλη του Φωτός. Η έκθεση στοχεύει να επανασυστήσει το έργο του στο γαλλικό κοινό∙ στη Γαλλία ο καλλιτέχνης έχει σε μεγάλο βαθμό ξεχαστεί, σε αντίθεση με την Αγγλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου αναγνωρίζεται ως ένας από τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα.

Join Stephanie Herdrich, Alice Pratt Brown Curator of American Painting & Drawing, Caroline Corbeau-Parsons, Curator of Drawings and Paintings, Musée D’Orsay, Paris, and Paul Perrin, Director of Conservation and Collections, Musée D’Orsay, Paris, to virtually explore Sargent and Paris. Sargent and Paris explores the early career of American painter John Singer Sargent (1856–1925), from his arrival in Paris in 1874 as a precocious 18-year-old art student through the mid-1880s, when his infamous portrait Madame X was a scandalous success at the Paris Salon. Over the course of one extraordinary decade, Sargent achieved recognition by creating boldly ambitious portraits and figure paintings that pushed the boundaries of conventionality. Immersed in a cosmopolitan circle of artists, writers, and patrons, Sargent was able to navigate a successful path through the French exhibition system while achieving acclaim and awards. Beyond the portrait studio, he traveled in search of inspiration for his art—finding subjects in Italy, the Netherlands, Spain, and North Africa. This exhibition gathers Sargent’s diverse works from this period to illuminate his path to becoming an artist, which was indelibly shaped by his experiences in the French capital. These visually stunning works provide a compelling view of the Paris art world of the late 19th century. The iconic Madame X, a beloved highlight of The Met collection, is the culmination of Sargent’s early years in Paris. The exhibition will take an in-depth look at this captivating portrait and the numerous preparatory sketches, and it will be displayed alongside select portraits of Parisiennes by Sargent’s contemporaries. © The Met

Ο Σάρτζεντ έφτασε στο Παρίσι το 1874, σε ηλικία 18 ετών, για να σπουδάσει δίπλα στον Κάρολο Ντουράν, και παρέμεινε στην πόλη μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1880. Μέσα σ’ αυτήν τη δεκαετία, από το 1874 ως το 1884, διαμόρφωσε τόσο το καλλιτεχνικό του ύφος όσο και την προσωπικότητά του, βυθισμένος στον παλλόμενο κόσμο της παρισινής καλλιτεχνικής σκηνής της Τρίτης Γαλλικής Δημοκρατίας. Πρόκειται για μια εποχή που χαρακτηρίζεται από την άνθηση των εκθέσεων, την ανάδυση του νατουραλισμού και του ιμπρεσιονισμού, και την εδραίωση του Παρισιού ως παγκόσμιας πρωτεύουσας της τέχνης.

John Singer Sargent, Ο γιατρός Πότζι στο σπίτι του, 1881. Λος Άντζελες, Hammer Museum, Συλλογή Armand Hammer. Φωτ.: © Ευγενική παραχώρηση του the Hammer Museum

Ο νεαρός Αμερικανός ζωγράφος βρήκε εκεί στήριξη από άλλους ξένους καλλιτέχνες, ενώ ταυτόχρονα εντάχθηκε με εντυπωσιακή επιτυχία στη γαλλική κοινωνία, χτίζοντας σχέσεις με καλλιτέχνες, συγγραφείς και καλλιεργημένους συλλέκτες. Εκεί γνώρισε επίσης τις πρώτες του επιτυχίες και δημιούργησε πολλά από τα αριστουργήματά του, όπως την προσωπογραφία του Γάλλου γυναικολόγου και συλλέκτη με τίτλο «Πορτρέτο του δρ Πότζι στο σπίτι» και το «Οι κόρες του Έντουαρντ Ντάρλι Μπόιτ». 

John Singer Sargent, Vernon Lee (πορτρέτο, 1881). Credit: Museum of Fine Arts Boston.

Ιδιαίτερη θέση στην πορεία του κατέχουν οι γυναίκες. Προστάτιδες, φίλες, μοντέλα ή κριτικοί τέχνης, είναι οι προσωπικότητες που συνέθεταν την πολύπλευρη εικόνα μιας κοσμοπολίτικης κοινωνίας σε μετάβαση, όπου η παραδοσιακή ευρωπαϊκή αριστοκρατία συναντούσε το χρήμα και τις περιουσίες που δημιουργούνταν στην Αμερική. Τα πορτρέτα τους, που παρουσιάζονται στην έκθεση, φανερώνουν την εκρηκτική σύνδεση δυο κόσμων, του παλιού και του νέου.

John Singer Sargent (1856–1925), Arab Woman (1905-06), watercolour and gouache on off-white wove paper, 45.7 x 30.5 cm, The Metropolitan Museum of Art, New York, NY. Wikimedia Commons.

John Singer Sargent (1856–1925), Bedouin Camp (1905-6), watercolour on paper, 25.4 x 35.7 cm, Brooklyn Museum, New York. WikiArt.

Αν και ζωγραφίζει σπάνια τη «ζωή στο Παρίσι», ο Σάρτζεντ χρησιμοποιεί την πόλη ως βάση για τα ταξίδια του στην Ευρώπη και τη βόρεια Αφρική. Από αυτά τα ταξίδια επιστρέφει με τοπία και σκηνές καθημερινής ζωής, έργα που συνδυάζουν το δημοφιλές εξωτικό ύφος της εποχής με τον δικό του μυστηριώδη και αισθησιακό καλλιτεχνικό κόσμο.

John Singer Sargent (1856–1925), The Ladies Alexandra, Mary, and Theo Acheson (The Acheson Sisters) (1902), oil on canvas, 273.6 x 200.6 cm, The Devonshire Collection, Chatsworth House, Derbyshire, England. Wikimedia Commons.

Τα πορτρέτα είναι αυτά που τον καθιερώνουν ως κορυφαίο καλλιτέχνη της εποχής του, κάποιον που ξεπέρασε τους δασκάλους του και ανταγωνίστηκε τους μεγάλους ζωγράφους του παρελθόντος. Η εξαιρετική τεχνική δεξιοσύνη του και η προκλητική αυτοπεποίθηση των μοντέλων του μαγνήτισαν το κοινό και πολλοί κριτικοί τον αποκάλεσαν άξιο διάδοχο του Βελάσκεθ.

John Singer Sargent, Οι κόρες του Έντουαρντ Ντάρλι Μπόιτ. Museum of Fine Arts, BostonBoston, Museum of Fine Arts, don de Mary Louisa Boit, Julia Overing Boit, Jane Hubbard Boit, and Florence D. Boit à la mémoire de leur père, Edward Darley Boit, 19.124 Photo © 2025 Museum of Fine Arts, Boston

Ο Χένρι Τζέιμς έγραψε για τον πίνακα «Οι κόρες του Έντουαρντ Ντάρλι Μπόιτ» ότι ο καλλιτέχνης «προσφέρει το ελαφρώς “αλλόκοτο” θέαμα ενός ταλέντου που στο κατώφλι της καριέρας του δεν έχει να μάθει τίποτα περισσότερο».

John Singer Sargent, Λα Καρμενσίτα (Carmen Dauset Moreno), περ.1890. Collection Musée d’Orsay Achat à John Singer Sargent, 1892. Φωτ.: © musée d’Orsay, Dist. RMN-Grand Palais / Patrice Schmidt

Η πρώτη του θεσμική αναγνώριση στη Γαλλία έρχεται το 1892, όταν το κράτος αγοράζει το πορτρέτο της χορεύτριας Καρμεντσίτα για το Μουσείο του Λουξεμβούργου – μια σπάνια τιμή για Αμερικανό καλλιτέχνη (και ειδικά πορτρετίστα) στη Γαλλία.

Ένα διάσημο, αμφιλεγόμενο και σκανδαλώδες έργο

Adolphe Giraudon (1849-1929), Ο John Singer Sargent στο στούντιό του με το πορτρέτο της Μαντάμ Χ, γύρω στο 1884. Νέα Υόρκη, The Metropolitan Museum of Art, αγορά, δωρεά του Judy Angelo Cowen, 2022. Φωτ.: © The Metropolitan Museum of Art

Ο Σάρτζεντ θεωρούσε τη «Madame X», το καλύτερο έργο της ζωής του, το πιο αμφιλεγόμενο και σκανδαλώδες έργο του. Η Αμερικανίδα Βιρζινί Γκοτρό, που πόζαρε στον ζωγράφο, ήταν διάσημη κοσμική φιγούρα, αποκαλούμενη «επαγγελματίας καλλονή», με τον όρο να σημαίνει ότι το μόνο της προσόν ήταν η ομορφιά της. Όταν εκτίθεται ο πίνακας στο Σαλόν του 1884, προκαλεί σάλο. Ο Τύπος επιτίθεται κυρίως στην «ηθική» του μοντέλου, αναδεικνύοντας τα πολύπλοκα κοινωνικά και αισθητικά ζητήματα που αναδύονταν γύρω από το δημόσιο πορτρέτο στη Γαλλία του τέλους του 19ου αιώνα. 

Virginie Amélie Avegno Gautreau. Avegno, ca. 1878. Subject of John Singer Sargent's painting Portrait of Madame X.

Η Γκοτρό ήταν παντρεμένη με έναν πλούσιο Γάλλο τραπεζίτη, μια γυναίκα κοσμική, εκκεντρική και ιδιαίτερα γνωστή για την ομορφιά της, την οποία πρόβαλλε επιτηδευμένα. Είχε πολλούς θαυμαστές, φορούσε πούδρα στο χρώμα της λεβάντας και ήταν συχνά αντικείμενο κουτσομπολιού στην παρισινή κοινωνία.

Αυτοί που σκανδαλίστηκαν πρώτοι με τον πίνακα ήταν οι επισκέπτες του Σαλόν του Παρισιού το 1884, που χαρακτήρισαν το έργο «βαρετό», «περίεργο», ακόμα και «τερατώδες». Σήμερα είναι απορίας άξιο πώς ένα τόσο όμορφο έργο, με πολυτελείς υφές και μια εκλεπτυσμένη μορφή, ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων. Η απάντηση ίσως βρίσκεται στο βαρύ μακιγιάζ και το εφαρμοστό μαύρο φόρεμα της Γκοτρό, και στην τιράντα που γλιστρούσε προκλητικά από τον ώμο της και ερέθιζε τα ήθη μιας σεμνότυφης κοινωνίας που προτιμούσε να εκφράζει τα σεξουαλικά και ερωτικά της πάθη εν κρυπτώ. 

Σε αντίθεση με τα περισσότερα πορτρέτα του Σάρτζεντ, το έργο αυτό δεν ήταν παραγγελία. Ο ζωγράφος έγραψε σε έναν γνωστό του: «…Έχω μεγάλη επιθυμία να ζωγραφίσω το πορτρέτο της και έχω λόγους να πιστεύω ότι θα το επιτρέψει…». Η Γκοτρό υπέκυψε στη μεγάλη επιμονή και την πολιορκία του Σάρτζεντ και δέχτηκε να ποζάρει, υπό τον όρο να παρουσιαστεί ως σύμβολο ομορφιάς, μυστηρίου και κομψότητας.

John Singer Sargent, Study of Mme Gautreau, 1884. Tate Britain, London, UK.

Χρειάστηκε πάνω από ένας χρόνος για να ολοκληρωθεί ο πίνακας, με τον Σάρτζεντ να κάνει δεκάδες προσχέδια και μελέτες, πράγμα που δεν συνήθιζε. Ήξερε ότι ζωγραφίζοντας τη νεαρή Γκοτρό θα γινόταν το επίκεντρο της προσοχής των φιλότεχνων και των συλλεκτών. Στην πρώτη εκδοχή του πορτρέτου, η νεαρή γυναίκα φορά το περίφημο φόρεμά της με το βαθύ ντεκολτέ, το σώμα της είναι καλυμμένο με πούδρα (ήταν της μόδας οι πούδρες με αρσενικό που έκαναν το δέρμα κατάλευκο), το κεφάλι της είναι γερμένο αυτάρεσκα και η τιράντα έχει πέσει στο μπράτσο της, κάνοντας το αποτέλεσμα πιο τολμηρό και αισθησιακό. 

Για να καθησυχάσει τους καθωσπρέπει θεατές του έργου, ο νεαρός ζωγράφος ζωγράφισε ξανά την τιράντα στη θέση της και προσπάθησε να μετριάσει τις αντιδράσεις, αλλά η ζημιά είχε γίνει. Οι γαλλικές παραγγελίες στέρεψαν και ο Σάρτζεντ είπε στον φίλο του Έντμουντ Γκος το 1885 ότι σκεφτόταν να εγκαταλείψει τη ζωγραφική. Αν και διόρθωσε το πορτρέτο, αρνήθηκε να το αποσύρει από το Σαλόν. Η μητέρα της νεαρής Γκοτρό πήγε στο στούντιο του Σάρτζεντ και τον παρακάλεσε, «λουσμένη στα δάκρυα», να αποσύρει το έργο. «Όλο το Παρίσι κοροϊδεύει την κόρη μου, θα πεθάνει από θλίψη» του είπε, αλλά ο Σάρτζεντ, ανυποχώρητος, απάντησε ότι ήταν παράνομο να αποσυρθεί ένας πίνακας. Τη ζωγράφισε ακριβώς όπως ήταν ντυμένη, είπε, όπως εμφανιζόταν στον κόσμο και όχι μόνο στον καμβά του. Αντίθετα με όσα πίστευε η μητέρα της, ο πίνακας δεν κατέστρεψε τη ζωή της νεαρής Γκοτρό, που μέσα σε τρία χρόνια έκανε το θεατρικό της ντεμπούτο, διοργάνωνε φανταχτερά πάρτι και οι «New York Times» την αποκάλεσαν «κομμάτι πλαστικής τελειότητας».

Η ποιήτρια και μεταφράστρια Τζούντιθ Γκοτιέ έγραψε όταν είδε το έργο: «Είναι γυναίκα; Μια χίμαιρα; Η φιγούρα ενός μονόκερου σε ένα εραλδικό οικόσημο ή ένα αραβούργημα; Όχι, δεν είναι τίποτα από αυτά, αλλά μάλλον η ακριβής εικόνα μιας σύγχρονης γυναίκας, σχεδιασμένη σχολαστικά από έναν ζωγράφο που είναι δεξιοτέχνης». 

John Singer Sargent (1856–1925), Portrait of Rosina Ferrara (1878), further details not known. Wikimedia Commons.

John Singer Sargent (1856–1925), Carmela Bertagna (1879). Oil on canvas, 59.7 × 49.5 cm (23.5 × 19.5 in). Columbus Museum of Art, Ohio. Wikimedia Commons.

Πριν από το σκάνδαλο της «Μαντάμ Χ» του 1884, ο Σάρτζεντ είχε ζωγραφίσει εξωτικές καλλονές όπως η Ροζίνα Φεράρα από το Κάπρι και η Ισπανίδα Καρμέλα Μπερτάνια, αλλά οι εικόνες αυτές δεν είχαν εκτεθεί στο κοινό. Πολλές γυναίκες, αργότερα, ήθελαν αντίγραφα ή εκδοχές του φορέματος της «Μαντάμ Χ». Αν και το όνομα της γυναίκας ξεχάστηκε και το σκάνδαλο ξεθώριασε, ο Σάρτζεντ δημιούργησε μια μεγάλη, διαχρονική avant-garde στιγμή μόδας. Όσο για την τύχη του έργου, ο Σάρτζεντ κράτησε τον πίνακα σε περίοπτη θέση στο στούντιό του στο Λονδίνο, μέχρι που τον πούλησε στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης το 1916, λίγους μήνες μετά τον θάνατο της Γκοτρό.

Ένας κοσμοπολίτης, απίστευτα ταλαντούχος ζωγράφος

John Singer Sargent, Οικογενειακή γιορτή (γνωστό και ως Η γιορτή γενεθλίων), 1885. Minneapolis Institute of Art, Αρχείο Ethel Morrison Van Derlip και Αρχείο John R. Φωτ.: © Minneapolis Institute of Art

Ένα γεγονός που συνέβη πριν από τη γέννηση του Τζον Σίνγκερ Σάρτζεντ καθόρισε την οικογενειακή του ζωή. Μετά τον θάνατο της αδελφής του η μητέρα του υπέστη νευρικό κλονισμό και μαζί με τον γιατρό πατέρα του αποφάσισαν να φύγουν από την Αμερική. Μετακόμισαν στο Παρίσι, και από εκεί ταξίδευαν στα ευρωπαϊκά ορεινά θέρετρα ή κοντά στη θάλασσα.

Όταν η μητέρα του ήταν έγκυος, αποκλείστηκαν στη Φλωρεντία εξαιτίας της επιδημίας χολέρας και ο γιος τους γεννήθηκε εκεί το 1856. Η οικογένεια ζούσε μετρημένα, με μια μικρή κληρονομιά και τις οικονομίες της, αποφεύγοντας τις κοινωνικές σχέσεις. Οι φίλοι τους ανήκαν στον κόσμο της τέχνης. 

John Singer Sargent, Σκηνή στο Λουξεμβούργο, (γνωστό και ως Στον κήπο του Λουξεμβούργου), 1879. Συλλογή John G. Johnson Collection, 1917, Μουσείο Τέχνης της Φιλαδέλφειας. Φωτ.: © Μουσείο Τέχνης της Φιλαδέλφειας

Ο ζωηρός νεαρός Σάρτζεντ ήταν προσεκτικός παρατηρητής της φύσης και οι σπουδές δεν τον ενδιέφεραν, αν και η μητέρα του ήταν πεπεισμένη ότι τα ταξίδια στην Ευρώπη και οι επισκέψεις σε μουσεία και εκκλησίες θα του έδιναν μια ικανοποιητική εκπαίδευση. Οι διαρκείς μετακινήσεις δεν βοηθούσαν στο να αποκτήσει μια σωστή επίσημη εκπαίδευση, αλλά οι γονείς του τον ενθάρρυναν να σχεδιάζει – άλλωστε ο πατέρας του έκανε ιατρικές εικονογραφήσεις και η μητέρα του ήταν ικανή ερασιτέχνιδα ζωγράφος. Ο Σάρτζεντ αντέγραφε σχέδια από εφημερίδες και έδειχνε να έχει ταλέντο. Ήταν δεκατριών ετών όταν πήρε τα πρώτα μαθήματα ακουαρέλας. Αν και ποτέ δεν ολοκλήρωσε την εκπαίδευσή του, ήταν εγγράμματος και κοσμοπολίτης, γνώριζε από μουσική, τέχνη και λογοτεχνία, ενώ μιλούσε άπταιστα αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά και γερμανικά. Ήταν δεκαεπτά ετών όταν έγραψε: «Έχω μάθει στη Βενετία να θαυμάζω απεριόριστα τον Τιντορέτο και να τον θεωρώ ίσως δεύτερο μόνο μετά τον Μιχαήλ Άγγελο και τον Τιτσιάνο». 

Απέτυχε να σπουδάσει στη Φλωρεντία και επέστρεψε στο Παρίσι για να πάρει μαθήματα από τον νεαρό Γάλλο προσωπογράφο Κάρολο Ντουράν, που ήταν διάσημος για την τολμηρή τεχνική του και τις σύγχρονες μεθόδους διδασκαλίας του. Η επιρροή του θα ήταν καθοριστική για τον Σάρτζεντ τα πρώτα χρόνια της ενηλικίωσής του. Εκεί έμαθε τη μέθοδο alla prima, την απευθείας εργασία στον καμβά, που βασιζόταν στη σωστή τοποθέτηση των τόνων του χρώματος με ένα γεμάτο χρώμα πινέλο, η οποία προέρχεται από τον Ντιέγκο Βελάσκεθ

Το 1874 μπήκε στην École des Beaux-Arts, την κορυφαία σχολή τέχνης στη Γαλλία. Παρακολουθούσε μαθήματα σχεδίου, επισκεπτόταν τα μουσεία και ζωγράφιζε διαρκώς. Ήταν ένας από τους πιο ταλαντούχους ζωγράφους της γενιάς του, με τον Αμερικανό ζωγράφο Τζούλιαν Άλντεν Γουάιρ να τον αποκαλεί «έναν από τους πιο ταλαντούχους ανθρώπους που έχω συναντήσει ποτέ. Τα σχέδιά του είναι σαν των παλιών δασκάλων και το χρώμα του είναι εξίσου καλό». Ο Σάρτζεντ ήταν δημοφιλής και αξιοθαύμαστος και σε αυτό φυσικά βοηθούσε η άριστη γνώση της γαλλικής γλώσσας. Έτσι γνωρίστηκε με «γίγαντες» της τέχνης, τον Ντεγκά, τον Ροντέν, τον Μονέ, τον Γουίστλερ. 

Αν και η τοπιογραφία τον είχε συνεπάρει –όπως αποδεικνύεται από τα σκίτσα του που είναι γεμάτα βουνά, θαλασσογραφίες και κτίρια–, θεώρησε ότι η προσωπογραφία ήταν ο καλύτερος τρόπος για να προωθήσει την καλλιτεχνική του καριέρα, να εκθέσει στο Σαλόν και να κερδίσει παραγγελίες για τα προς το ζην. 

John Singer Sargent, Fishing for Oysters at Cancale (1878), oil on canvas, 41 x 61 cm, Museum of Fine Arts, Boston. WikiArt.

Το πρώτο μεγάλο του πορτρέτο ήταν της φίλης του Φάνι Γουότς το 1877, το οποίο σηματοδότησε την είσοδό του στο Σαλόν. Η δεύτερη συμμετοχή του ήταν οι «Συλλέκτες Στρειδιών του Κανκάλε», ένας ιμπρεσιονιστικός πίνακας που πήρε θερμές κριτικές.

John Singer Sargent (1856–1925), Portrait of Carolus-Duran (1879), oil on canvas, 116.8 × 95.9 cm, Sterling and Francine Clark Art Institute, Williamstown, MA. Wikimedia Commons.

Σε ηλικία 24 ετών ο Σάρτζεντ ζωγράφισε δεξιοτεχνικά τον δάσκαλό του Κάρολο Ντουράν σε ένα έργο που παρουσιάστηκε στο Σαλόν του Παρισιού και αποτέλεσε την καλύτερη διαφήμιση για παραγγελίες πορτρέτων στον ζωγράφο.

John Singer Sargent, Καπνός από γκρίζο κεχριμπάρι, 1880. Williamstown (Μασαχουσέτη), Clark Art Institute. Φωτ. © Clark Art Institute, Williamstown

Φεύγοντας από το ατελιέ του Ντουράν, ο Σάρτζεντ πήγε στην Ισπανία και μελέτησε με πάθος τους πίνακες του Βελάσκεθ. Στην Ισπανία αναζωπυρώθηκε η αγάπη του για τη μουσική που θα τον συνόδευε σε όλη τη ζωή του, ενώ έγινε ένθερμος υποστηρικτής των σύγχρονων συνθετών. Ταξίδεψε στη συνέχεια στην Ιταλία και απεικόνισε τη Βενετία σε σκίτσα και ακουαρέλες, ενώ οι σκηνές δρόμου αποτύπωναν χειρονομίες και στάσεις που θα έβρισκε χρήσιμες σε μεταγενέστερες προσωπογραφίες. 

Επιστρέφοντας στο Παρίσι, άρχισε να παίρνει παραγγελίες πορτρέτων και επί είκοσι πέντε χρόνια ζωγράφιζε με συγκέντρωση και συνέπεια, με αντοχή και σταθερότητα.

John Singer Sargent (1856–1925), Mrs Henry White, (1883), oil on canvas, 220.09 x 139.07 cm, National Gallery of Art,  Washington, D.C. Wikimedia Commons.

Οι τιμές των έργων του ήταν υψηλές και η φήμη του εξαπλωνόταν διαρκώς. Πριν εγκατασταθεί στην Αγγλία –μετά το σκάνδαλο με τον πίνακα «Madame X»– είχε αρχίσει να στέλνει πίνακες στη Βασιλική Ακαδημία. Ανάμεσα στους πίνακες που έστειλε ήταν το «Πορτρέτο του δρ Πότζι στο σπίτι», με τον γιατρό να φορά μια κατακόκκινη φανταχτερή ρόμπα, και το «Κυρία Χένρι Γουάιτ». Ο Σάρτζεντ ολοκλήρωσε τη μετακόμισή του στο Λονδίνο το 1886 και εγκαταστάθηκε στην καλλιτεχνική κοινότητα του Τσέλσι.

Στο Λονδίνο οι κριτικοί δεν τον υποδέχτηκαν πολύ θερμά. Περιέγραφαν την τεχνική του ως «σκληρή» και «σχεδόν μεταλλική» χωρίς «γούστο στην έκφραση και την ατμόσφαιρα». Η κυρία Γουάιτ, που είχε ποζάρει γι’ αυτόν, και ο Χένρι Τζέιμς τον υποστήριξαν και τον βοήθησαν να βρει χορηγούς, ενώ το γεγονός πως ήταν δημοφιλής μετέστρεψε και τη γνώμη των κριτικών. 

John Singer Sargent, Ο Κλοντ Μονέ ζωγραφίζει στην άκρη του δάσους, περ.1885. Tate.

Όταν επισκέφθηκε τους κήπους του Μονέ στο Ζιβερνί, ζωγράφισε ένα από τα πιο ιμπρεσιονιστικά πορτρέτα του, τον Μονέ να ζωγραφίζει σε εξωτερικό χώρο, ενώ κοντά του κάθεται η νύφη του («Ο Κλοντ Μονέ ζωγραφίζει στην άκρη του δάσους»), με το δικό του ιμπρεσιονιστικό στυλ. Όχι μόνο αγόρασε τέσσερα έργα του Μονέ, αλλά μετά από αυτή την επίσκεψη άρχισε να περνά πολύ χρόνο στη φύση, ζωγραφίζοντας στην αγγλική ύπαιθρο. Οι Άγγλοι κριτικοί τον κατέταξαν στους ιμπρεσιονιστές, αλλά ο Μονέ αργότερα δήλωσε: «Δεν είναι ιμπρεσιονιστής με την έννοια που χρησιμοποιούμε τη λέξη, είναι υπερβολικά επηρεασμένος από τον Κάρολο Ντουράν».

John Singer Sargent, Carnation, Lily, Lily, Rose (1885-6), oil on canvas, 174 x 153.7 cm, The Tate Gallery, London. WikiArt.

Η πρώτη μεγάλη επιτυχία του Σάρτζεντ στη Βασιλική Ακαδημία Τεχνών ήρθε το 1887, με την ενθουσιώδη ανταπόκριση που είχε το «Carnation, Lily, Lily, Rose», ένα μεγάλο έργο, ζωγραφισμένο στην ύπαιθρο, που απεικονίζει δύο νεαρά κορίτσια να ανάβουν φανάρια σε έναν αγγλικό κήπο στο Κοτσγουόλντς, το οποίο αγοράστηκε αμέσως από την Tate Gallery.

John Singer Sargent, Mrs Adrian Iselin, (1888), oil on canvas, 153.67 x 93.02 cm, National Gallery of Art,  Washington, D.C. Wikimedia Commons.

Ο Σάρτζεντ ταξίδεψε στη Νέα Υόρκη και τη Βοστώνη και ζωγράφισε πάνω από 20 έργα, ανάμεσά τους το πορτρέτο της Ιζαμπέλα Στιούαρτ Γκάρντνερ, της διάσημης προστάτιδας της τέχνης της Βοστώνης, και το πορτρέτο της κυρίας Άντριαν Ισελίν.

John Singer Sargent, Το τραπέζι κάτω από την κληματαριά, (γνωστό και ως Τα ποτήρια κρασιού), περίπου 1875, Λονδίνο, The National Gallery. Φωτ.: © The National Gallery, Λονδίνο.

Επιστρέφοντας στο Λονδίνο, άρχισε να ασχολείται ξανά με τις καθιερωμένες μεθόδους του. Σκηνοθετούσε τα πάντα, επισκεπτόταν το σπίτι του πελάτη για να δει πού θα κρεμόταν ο πίνακας και εξέταζε την γκαρνταρόμπα του για να επιλέξει την κατάλληλη ενδυμασία. Επέλεγε τα έπιπλα και τα αντικείμενα που θα υπήρχαν στο φόντο και έπαιζε πιάνο στα διαλείμματα των συνεδριών με τα μοντέλα του. Ζωγράφιζε χωρίς προηγουμένως να σκιτσάρει και όταν ολοκλήρωνε το έργο διάλεγε και την κατάλληλη κορνίζα. Δεν είχε βοηθούς και οργάνωνε μόνος όλη την προετοιμασία για ένα έργο. Εκείνοι την εποχή οι εύποροι Αμερικανοί πελάτες του ταξίδευαν στο Λονδίνο για να ποζάρουν για ένα πορτρέτο.

John Singer Sargent, Έλεν Τέρι ως Λαίδη Μακμπέθ,1889, Tate.

John Singer Sargent, Λαίδη Άγκνιου του Λόχνο, 1892, Εθνική Πινακοθήκη της Σκωτίας.

Το 1890 φιλοτέχνησε δυο εμβληματικά πορτρέτα χωρίς παραγγελία, ένα της ηθοποιού Έλεν Τέρι ως Λαίδης Μακμπέθ και ένα της δημοφιλούς Ισπανίδας χορεύτριας Λα Καρμενσίτα. Τη δεκαετία του 1890 ζωγράφιζε κατά μέσο όρο δεκατέσσερις παραγγελίες πορτρέτων ετησίως, με πιο σημαντικά τη «Λαίδη Άγκνιου του Λόχνο» και το «πορτρέτο της κυρίας Χιου Χάμερσλεϊ».

John Singer Sargent, Πορτρέτο της Ena Wertheimer: A Vele Gonfie, 1904, Tate.

Οι αδελφές Wertheimer σε ένα έργο που προκάλεσε τη βρετανική σνομπ κοινωνία, με τους κριτικούς της να μην αποφεύγουν τα αντισημιτικά σχόλια. Credit: Museum of Fine Arts Boston

Όταν ταξίδεψε ξανά στις ΗΠΑ, ζωγράφισε από τρία πορτρέτα του μυθιστοριογράφου και ποιητή Ρόμπερτ Λούις Στίβενσον και τα πορτρέτα δύο Προέδρων των ΗΠΑ: του Θίοντορ Ρούσβελτ και του Γούντροου Γουίλσον. Το 1898, ο Άσερ Βερτχάιμερ, ένας πλούσιος Εβραίος έμπορος τέχνης που ζούσε στο Λονδίνο, παρήγγειλε στον Σάρτζεντ δώδεκα πορτρέτα της οικογένειάς του, τη μεγαλύτερη παραγγελία του καλλιτέχνη από έναν μόνο χορηγό. Τα πορτρέτα σήμερα εκτίθενται στην Tate Britain.

Το 1907, σε ηλικία πενήντα ενός ετών, ο Σάρτζεντ έκλεισε επίσημα το στούντιό του. Ανακουφισμένος, δήλωσε: «Το να ζωγραφίζεις ένα πορτρέτο θα ήταν αρκετά διασκεδαστικό αν δεν αναγκαζόσουν να μιλάς ενώ εργαζόσουν... Τι μπελάς να πρέπει να διασκεδάζεις τον άνθρωπο που ποζάρει και να δείχνεις χαρούμενος όταν νιώθεις χάλια». Την ίδια χρονιά, ζωγράφισε μια σεμνή και σοβαρή αυτοπροσωπογραφία για την περίφημη συλλογή αυτοπροσωπογραφιών της Πινακοθήκης Ουφίτσι στη Φλωρεντία. Συνέχισε να ζωγραφίζει πορτρέτα στις δυο πλευρές του Ατλαντικού, αλλά οι μοντερνιστές τον αντιμετώπισαν με σκληρότητα, θεωρώντας ότι δεν είχε επαφή με την πραγματικότητα της αμερικανικής ζωής και με τις αναδυόμενες καλλιτεχνικές τάσεις, όπως ο κυβισμός και ο φουτουρισμός. Ο Σάρτζεντ δέχτηκε ήσυχα την κριτική, αλλά αρνήθηκε να αλλάξει τις αρνητικές του απόψεις για τη μοντέρνα τέχνη. Απάντησε: «Ο Ενγκρ, ο Ραφαέλ και ο Ελ Γκρέκο, αυτών τα έργα θαυμάζω, αυτά είναι που μου αρέσουν».

John Singer Sargent (1856–1925), Thomas McKeller, 1917–1921.Oil on canvas, 125.7 x 84.5 cm (49 1/2 x 33 1/4 in.) Museum of Fine Arts, Boston (1986.60) Photograph © 2019 Museum of Fine Arts, Boston

McKeller was Sargent’s model for Atlas in Atlas and the Hesperides (1922-25) at the Museum of Fine Arts, Boston.

Κάποια στιγμή μεταξύ 1917 και 1920, ο Σάρτζεντ ζωγράφισε το πορτρέτο του Τόμας Μακέλερ, ενός νεαρού Αφροαμερικανού χειριστή ανελκυστήρα και βετεράνου του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο καμβάς φυλάχθηκε στο στούντιο του ζωγράφου μέχρι τον θάνατό του και άρχισε να εκτίθεται μόνιμα στο κοινό μόλις το 1986, όταν αποκτήθηκε από το Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης. Ο Μακέλερ πόζαρε επίσης ως μοντέλο για τις μυθολογικές τοιχογραφίες που ζωγράφισε ο Σάρτζεντ στο κλιμακοστάσιο και τη ροτόντα του MFA της Βοστώνης και για τις τοιχογραφίες μνήμης του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου στη Βιβλιοθήκη Γουίντενερ του Χάρβαρντ.

Το 1922, ο Σάρτζεντ έγινε συνιδρυτής των Grand Central Art Galleries της Νέας Υόρκης. Επέστρεψε στην Αγγλία και πέθανε στο σπίτι του στο Τσέλσι στις 14 Απριλίου 1925, από καρδιακή νόσο.

Πηγές: https://www.musee-orsay.fr/en/whats-on/exhibitions/sargent-dazzling-paris - https://www.forbes.com/sites/ceciliarodriguez/2025/09/28/dazzling-paris-john-singer-sargent-at-an-exceptional-exhibit-worth-the-trip/ - https://www.lifo.gr/culture/eikastika/tzon-singker-sartzent-o-zografos-ton-stylaton-tis-epohis-toy-epistrefei



























 

 








Πέμπτη 9 Μαΐου 2024

Ο κόσμος των απαράμιλλων πορτρέτων του Φαγιούμ όπως τον αφηγείται η Ευφροσύνη Δοξιάδη. The world of Fayoum's incomparable portraits as told by Efrosyni Doxiadis

Το περιπετειώδες ταξίδι των πιο εντυπωσιακών πορτρέτων στην ιστορία της τέχνης, η ανακάλυψη, η έρευνα και η αποκατάστασή τους. Γυναίκα, μέσα-τέλη περιόδου Αντωνίνων. Πρόκειται για το δεύτερο πορτρέτο που ανακάλυψε ο Πίτρι. Το ιμάτιο και ο χιτώνας είναι ζωγραφισμένα με μπλε της λεβάντας πάνω σε σκούρο μοβ βιολετί υπόστρωμα κόλλας. Portraits du Fayoum. [FAYOUM] DOXIADIS (Euphrosyne). Published by Gallimard, 1995.

Όταν ήμουν 13 χρονών, όπως κάθε παραμονή Πρωτοχρονιάς, ο πατέρας μου μας πήγε στο βιβλιοπωλείο τα τρία κορίτσια να διαλέξουμε ένα βιβλίο για δώρο.

Ο απελεύθερος Ευτύχης (αρχές περιόδου Σεβήρων). Από την ελληνική επιγραφή με μαύρα γράμματα στον χιτώνα προκύπτει ότι το αγόρι είναι ο Ευτύχης, απελεύθερος του Κασσιανού. Παρότι η προέλευση του συγκεκριμένου πορτρέτου παραμένει άγνωστη, είναι πιθανό να βρέθηκε στη Φιλαδέλφεια, στην περιοχή της οποίας το όνομα Κασσιανός ήταν αρκετά συνηθισμένο τον 2ο μ.Χ. αι. Anonymous, Funerary Portrait of the Boy Eutyches (c 100 – 150 CE), encaustic on panel, 38 x 19 cm, Metropolitan Museum of Art, New York. Wikimedia Commons.

Εκεί είδα το βιβλίο μιας Γερμανίδας –εγώ δεν ξέρω γερμανικά– που λεγόταν «Πορτρέτα από την άμμο της ερήμου», αν θυμάμαι καλά, και είχε στο εξώφυλλο μια φωτογραφία του πορτρέτου του Ευτύχη που βρίσκεται σήμερα στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης, ένα αριστουργηματικά φτιαγμένο πρόσωπο που με μάγεψε. Αυτό το βιβλίο διάλεξα, το πήρα σπίτι και τρελάθηκα. Είχε μέσα φωτογραφίες και από άλλα πορτρέτα. Το έχω αυτό το βιβλίο ακόμα, όπως έχω και μια εκτενή βιβλιογραφία για τα φαγιούμ που σκέφτομαι ότι κάποια στιγμή πρέπει να πάει κάπου καλά, να τη φροντίσουν, να τη μελετήσουν και οι επόμενοι.

Ήταν μια αυθόρμητη αγάπη που ριζώθηκε μέσα μου βαθιά, χωρίς να το ψάξω. Ήθελα να γίνω ζωγράφος και είχα αρχίσει να κάνω αντίγραφα του εξωφύλλου χωρίς να ξέρω τι είναι, αγόρι, κορίτσι. Αυτή η αγάπη εξακολουθεί και σήμερα να υπάρχει, το διαπιστώνω και τώρα που το βιβλίο μου «Τα πορτρέτα του Φαγιούμ», που ήταν εδώ και χρόνια εξαντλημένο, θα επανεκδοθεί τον Σεπτέμβριο στην Αγγλία από τον εκδότη μου Thames and Hudson.

Στην Ελλάδα η γενιά του '30, στην οποία ανήκε και ο πατέρας μου, αγαπούσε πολύ τα πορτρέτα, που τα είχε μάθει από τον Πικιώνη και τον Παρθένη. Τα ξέραμε στην Ελλάδα από αυτήν τη γενιά και επειδή μας οδηγούν χρονολογικά στις βυζαντινές εικόνες, είναι μια αλυσίδα.

Γιάννης Τσαρούχης, Πορτρέτο του F.P. με χρυσό στεφάνι σε ύφος φαγιούμ, Παρίσι, 1971 (Ίδρυμα Γιάννη Τσαρούχη).

Ο Τσαρούχης ήταν αυτός που με καθοδήγησε προς τα φαγιούμ. Όταν ήμασταν στο Παρίσι, στη δικτατορία, υπήρχε ένα βιβλιοπωλείο στη Rue des Beaux Arts, το οποίο πουλούσε τα βιβλία που έβγαζε ο Franco Maria Ricci, ένας θρυλικός Ιταλός εκδότης. Είχε κάνει ένα βιβλίο για τα φαγιούμ στα ιταλικά. Είδαμε το βιβλίο, αλλά δεν το αγοράσαμε, ήταν ακριβό. Ο Ricci έβγαζε όλα τα βιβλία του σε μαύρο φόντο. Εκεί μου είπε ο Τσαρούχης «κάποιος πρέπει να κάνει ένα βιβλίο για τα φαγιούμ με καλές καινούργιες φωτογραφίες και να μην είναι μαύρο το φόντο γιατί αυτό σκοτώνει στη ζωγραφική τους μεσαίους τόνους. Αυτό ήταν ένα φοβερό μάθημα.

Τα φαγιούμ είναι πρόδρομος της χριστιανικής τέχνης, εκείνα τα οποία μας οδηγούν στη ζωγραφική των βυζαντινών εικόνων· η τεχνική αλλά και η ταυτότητα της ελληνικότητας είναι ο κοινός παρονομαστής. Anonymous, Funerary Portrait of a Young Woman (c 120 – 150 CE), encaustic on panel, Liebieghaus, Frankfurt am Main. By User:FA2010 (Own work), via Wikimedia Commons.

Ο Τσαρούχης αυτό το βλέμμα των πορτρέτων του Φαγιούμ το ένιωσε, αποτύπωσε την ένταση που έχουν. Τα λάτρεψε, τα αντέγραψε, ζωγράφισε αντίστοιχα πορτρέτα. 

Γιάννης Τσαρούχης, «Δέσποινα» από την έκθεση ‘ Ερριμμένες σκιές ‘ στο Ίδρυμα Γιάννη Τσαρούχη στο Μαρούσι.

Έτσι είναι καμωμένο το πορτρέτο της ανιψιάς του, της Δέσποινας, με την τετραχρωμία των αρχαίων που ανακάλυψε ο Τσαρούχης ότι χρησιμοποιούσαν, «τα πολυγνώτεια χρώματα» όπως τα έλεγε, το άσπρο, το μαύρο, την ώχρα και το χοντροκόκκινο για ό,τι αφορούσε τη σάρκα. Χρώματα άλλα έμπαιναν στα ενδύματα και τα κοσμήματα και τα διακοσμητικά στοιχεία. Οι γυναίκες στα πορτρέτα του Φαγιούμ είναι στολισμένες με ενδύματα και κοσμήματα σε όμορφα χρώματα, ώστε να απολαμβάνουν και στην αιώνια ζωή τους την πολυτέλεια του κόσμου των ζωντανών. Τα κοσμήματα, εξάλλου, ήταν σημαντικό περιουσιακό στοιχείο, το οποίο οι γυναίκες έφερναν μαζί τους ως προίκα στον γάμο τους.

Πήγα στα σαράντα μου, ως ώριμη φοιτήτρια −ζούσα τότε στην Αγγλία− στο Wimbledon School of Art και όταν πήρα το ΒΑ έπρεπε να γράψω μια μικρή διατριβή. Έγραψα για τα φαγιούμ, που στην Αγγλία ούτε τα ήξεραν ούτε τα εκτιμούσαν", λέει η κ. Ευφροσύνη Δοξιάδη. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

Πήγα στα σαράντα μου, ως ώριμη φοιτήτρια −ζούσα τότε στην Αγγλία− στο Wimbledon School of Art και όταν πήρα το ΒΑ έπρεπε να γράψω μια μικρή διατριβή. Έγραψα για τα φαγιούμ, που στην Αγγλία ούτε τα ήξεραν ούτε τα εκτιμούσαν. Τα έλεγαν «mummy portraits» και γι’ αυτό δεν έγιναν γνωστά, γιατί επί χρόνια πολλοί ιστορικοί τέχνης αρνούνταν την ονομασία «πορτρέτα του Φαγιούμ» και το «πορτρέτα με μούμιες» δεν έλεγε τίποτα.

Έγραψα μια δεκαεξασέλιδη μικρή διατριβή. Η καθηγήτριά μου, που ήταν ιστορικός τέχνης, δεν τα ήξερε. Μου είπε ότι υπήρχε έλλειψη στην αγγλική βιβλιογραφία και ότι έπρεπε να γράψω ένα βιβλίο γι' αυτά. Έρχομαι στην Ελλάδα με αυτή την προτροπή, το λέω στην Τζούλια Τσιακίρη και στον Βασίλη Διοσκουρίδη και λέει η Τζούλια «πρέπει να βγει στα ελληνικά». Και άρχισε να μεταφράζει τη διατριβή μου. Ο Διοσκουρίδης είπε «θα σου δώσω μερικές ιδέες». Συναντιόμασταν μία φορά την εβδομάδα· ο Βασίλης μιλούσε για τον Αντίνοο, τον Αδριανό, τον Καβάφη, πόση σχέση έχει με τα φαγιούμ. Με έβαλαν σε μια ατμόσφαιρα που την ερωτεύτηκα αυτή την περιπέτεια.

Φωτογραφία αρχείου με μούμιες που βρήκε ο Πίτρι. Τραβήχτηκε το 1911 στη Χαουάρα.

Άρχισα να μαζεύω εικόνες και να αλληλογραφώ με μουσεία. Έγραφα το βιβλίο στα ελληνικά, αλλά το απέρριψα, γιατί δεν ήταν λιτό όπως ήθελα, ήταν κάπως διανθισμένο, λυρικό. Σταμάτησα να το γράφω στα ελληνικά και άρχισα να γράφω στα αγγλικά. Αλλά είχε συμβεί και το εξής: είχα γράψει ένα κεφάλαιο για τον Αντίνοο –στην Αίγυπτο υπάρχει η παραδοξολογία ότι τα νότια της Αιγύπτου λέγονται Άνω Αίγυπτος και η Αλεξάνδρεια Κάτω Αίγυπτος–, για την Αντινοόπολη. Ήταν, θυμάμαι, κατακαλόκαιρο, Αύγουστος, όλοι έλειπαν και εγώ σε έξαρση, μαγεμένη, έγραφα όσα είχα διαβάσει από τον Αλμπέρ Γκαγιέ, τον ανασκαφέα της Αντινοόπολης, ο οποίος βρήκε και το tondo «των δυο αδελφών», το στρογγυλό, που βρίσκεται σήμερα στο Κάιρο.

Μούμια με ενσωματωμένο πορτρέτο μικρού κοριτσιού. 2ος μ.Χ. αι.

Η Αντινοόπολη δεν υπάρχει πια. Όταν πήγε η αποστολή του Ναπολέοντα, πήγαν μαζί διάφοροι χαράκτες και καλλιτέχνες που απεικόνιζαν ό,τι έβλεπαν. Τη ζωγράφισαν και οι εικόνες δείχνουν ότι ήταν αριστούργημα, μια ρωμαϊκή πόλη με σειρές από πανύψηλους κίονες στην όχθη του Νείλου, στη δεξιά μεριά, ενώ στην αριστερή, λίγο πιο πάνω, ήταν το Φαγιούμ. Τα πορτρέτα που βρέθηκαν στην Αντινοόπολη είναι κομμένα στο ύψος των ώμων λοξά. Τα έκοβαν αφού είχαν ζωγραφιστεί σε ένα πολύ λεπτό ξύλο, γιατί το ξύλο στην Αίγυπτο ήταν πολύ σπάνιο και ακριβό – ήταν λεπτό, σαν καπλαμαδάκι, 2-3 χιλιοστά. Αφού έγραψα αυτό το ποιητικό κεφάλαιο, διάβασα το «Αδριανού Απομνημονεύματα» της Γιουρσενάρ, που είχε εκδοθεί τότε, και βούλιαξε η καρδιά μου, γιατί ήταν ίδιο· και εκείνη ως βιβλιογραφία διάβασε τα απομνημονεύματα του Γκαγιέ, που το είχε βιώσει έτσι, ποιητικά. Ήταν σκέτη μαγεία όσα έγραψε. Έτσι πέταξα το κείμενο και το έγραψα στα αγγλικά.

H αγγλική έκδοση των φαγιούμ της κ. Ευφροσύνης Δοξιάδη. 

Πριν βγει το βιβλίο μου, ζήτησα φωτογραφίες από το Λούβρο. Στο Λούβρο υπάρχουν πάνω από 20 πορτρέτα και μούμιες ολόκληρες με πορτρέτα – μάλιστα υπάρχει μία με την ονομασία «Αντίνοος», αλλά είχε διαβαστεί από τον Γκαγιέ λάθος, η επιγραφή είναι «Άμων Αντινόου». Στο Λούβρο, λοιπόν, μια υπεύθυνη μού είπε: «Εγώ δεν σας δίνω άδεια να βάλετε φωτογραφίες των πορτρέτων που έχουμε, διότι το βιβλίο που ονομάζεται “Πορτρέτα του Φαγιούμ” δεν μπορεί να έχει πορτρέτα από την Αντινοόπολη, τα περισσότερα δικά μας είναι από την Αντινοόπολη». Της έγραψα ότι το «φαγιούμ» είναι generic, μια γενική ονομασία, όπως λέμε «μυκηναϊκός πολιτισμός», αλλά δεν το δέχτηκε. Η Τζούλια, όμως, που είναι δαιμόνια και με βοηθούσε πολύ στο βιβλίο –της χρωστάω πολλά και χαίρομαι που το λέω ξανά σήμερα–, είχε προνοήσει και είχε γράψει στον διευθυντή του Λούβρου δύο χρόνια νωρίτερα και είχαμε πάρει άδεια να βάλουμε όλα τα πορτρέτα του Λούβρου. Έτσι μπήκαν τα φαγιούμ στο βιβλίο.

Άνδρας από τη Χαουάρα, περιοχή νότια της Κροκοδειλόπολης, μέση περίοδος της δυναστείας των Αντωνίνων, περ. 161-180.

Πριν πω για τα ταξίδια στην Αίγυπτο και στα μουσεία σε όλο τον κόσμο, θέλω να πάμε λίγο πίσω, στη Χαουάρα, που είναι μια αρχαιολογική τοποθεσία της αρχαίας Αιγύπτου νότια της Κροκοδειλόπολης (μετέπειτα Αρσινόης), στην είσοδο του πλατώματος της όασης του Φαγιούμ. Εκεί έφτασε ο Άγγλος αρχαιολόγος και αιγυπτιολόγος σερ Γουίλιαμ Μάθιου Φλάιντερς Πίτρι, ο Εγγλέζος Ιντιάνα Τζόουνς που κοιμόταν επί μήνες μέσα σε τάφους, κάνοντας ανασκαφές. Ήταν από το Μάντσεστερ και τον χρηματοδοτούσε ένας έμπορος υφασμάτων, συντοπίτης του. Ο Πίτρι πήγε το 1888 για πρώτη φορά στο Φαγιούμ για να ανακαλύψει τον παλιό λαβύρινθο που ήταν στη σκιά της πυραμίδας του Αμενεμχέτ Γ', Φαραώ της 12ης Δυναστείας της αρχαίας Αιγύπτου. Δεν βρήκε τελικά τον λαβύρινθο, διαπίστωσε ότι είχε γκρεμιστεί τη ρωμαϊκή εποχή και είχαν πάρει την πέτρα. Προσπάθησε ωστόσο να μπει στην πυραμίδα, έφτασε στον νεκρικό θάλαμο, αλλά δεν υπήρχε τίποτα, είχε συληθεί. Ήταν έτοιμος να φύγει όταν τον φώναξαν οι εργάτες που είχαν βρει το πρώτο φαγιούμ, το οποίο βρίσκεται σήμερα στο μουσείο Πίτρι στο Λονδίνο, στο University College. Όταν το είδα είχε τόση ένταση, σαν αυτοπροσωπογραφία του Ρέμπραντ

Les sables d'Égypte ont préservé un millier de portraits funéraires datant des premiers siècles de notre ère, trouvés pour la plupart, à partir de la fin du XIX siècle dans la vallée du Nil, sur des momies ensevelies dans les nécropoles du Fayoum qu'on appelle pour cette raison "Portraits du Fayoum". L'ouvrage montre environ deux cents de ces fascinantes peintures, qui s'inscrivent dans la tradition picturale grecque de l'école d'Alexandrie, mais qui s'intègrent à des momies égyptiennes. Après avoir expliqué quel était le contexte social et religieux qui vit naître ces portraits, et notamment l'étonnant mélange de cultures et de croyances caractéristique de l'Égypte gréco-romaine, l'auteur aborde d'un point de vue plus précisément artistique ces oeuvres, les situant dans le courant pictural qui va d'Appelle aux icônes byzantines et décrivant les techniques que leurs créateurs durent mettre en oeuvre, notamment la peinture à l'encaustique sur bois.L'auteur évoque ensuite l'histoire archéologique des différents sites où l'on a retrouvé des portraits : le Fayoum proprement dit, mais aussi les nécropoles de Memphis, de Philadelphie, d'Arsinoé et d'Antinooupolis. Enfin, chacune des oeuvres reproduites fait l'objet d'un commentaire à la fois historique, technique et esthétique, Euphrosyne Doxiadis étant, par sa formation de peintre, bien placée pour montrer comment les portraits du Fayoum peuvent être rattachés aux icônes byzantines, dans une tradition qui va de la Grèce ancienne à la Renaissance et à nos jours. Anonymous, Funerary Portrait of a Woman ‘Isidora’ (c 100 – 110 CE), encaustic on panel, Getty Villa, Los Angeles. By Dave & Margie Hill / Kleerup from Centennial, CO, USA (Getty Villa – Collection Uploaded by Marcus Cyron), via Wikimedia Commons.

Πήγα πρώτη φορά στην Αίγυπτο τη δεκαετία του '80, με μια αρχαιολόγο οικογενειακή φίλη που ήταν τότε φοιτήτρια, τη Χριστίνα Αβρονιδάκη. Η απόλυτα μαγική εμπειρία ήταν η γνωριμία μου με τα φαγιούμ στο μουσείο του Καΐρου. Με άφησαν και τα μελέτησα και ερωτεύτηκα την Αίγυπτο, πήγα ξανά τρεις-τέσσερις φορές όσο έγραφα το κείμενο του βιβλίου. Προσέλαβα μια φωτογράφο Εγγλέζα και φωτογράφισε όλα τα πορτρέτα. Πήγε και στο Φαγιούμ με την Τζούλια. Ταξίδεψα σε όλο τον κόσμο, μελετούσα τα πορτρέτα ένα-ένα. Πήγαμε με την Τζούλια στο Παρίσι, στην Εθνική Βιβλιοθήκη· κατάφερε και βρήκε την άκρη με δαιμόνιο τρόπο και είχαμε πρόσβαση για να φωτοτυπήσουμε σπάνια αρχεία, βιβλία και πληροφορίες μοναδικές.

Μούμια με ενσωματωμένο πορτρέτο μικρού κοριτσιού. 2ος μ.Χ. αι.

Είχα μια αστεία εμπειρία στη Χαουάρα: σε μια επίσκεψή μου, ο ξεναγός μας, ένας Βεδουίνος, μου λέει «άνοιξε το χέρι σου» και μου βάζει μέσα ένα δάχτυλο μούμιας. Του λέω «όχι, δεν μπορώ να το πάρω», αν με έπιαναν θα πήγαινα φυλακή. Αυτός το έδινε για να πάρει μπαξίσι. Του έδωσα τα χρήματα, αλλά το δάχτυλο δεν δέχτηκα να το πάρω. Όταν φτάσαμε το βράδυ στο ξενοδοχείο, ανακάλυψα ότι το είχε βάλει κρυφά στην τσέπη μου. Τι να το κάνω το δάχτυλο; Το έκρυψα σε ένα συρταράκι και έμεινε εκεί.

The Faiyum (Fayum) mummy portraits were unearthed by the Egyptologist Flinders Petrie (though others had been found elsewhere earlier) and they were so impressive, expressive and life-like that Flinders Petrie thought that the subjects must have been alive when they were painted, however, it is clear now that this was not so; they were all painted after the person’s death. The Fayum Mummy portraits are images of people painted on wood in the Greek style of the person being depicted in three-quarter view. The region of Fayum in ancient Egypt was a fertile oasis that was home to abundant plant and animal life. This lush oasis around one hundred km south of the ancient city of Memphis (near modern-day Cairo) wasn’t always so full of plant and animal life, but was once an arid desert basin until a branch of the Nile river silted up and water was diverted to it. Credit: World History Encyclopedia

Όταν εκδόθηκε το βιβλίο, άρχισαν να δίνουν σημασία στην έκθεση των πορτρέτων στο Βρετανικό Μουσείο, νωρίτερα ήταν κακοεκτεθειμένα. Ανακινήθηκε το ενδιαφέρον γιατί ήταν μια έκδοση μεγάλη αλλά και εκλαϊκευμένη, για όλο τον κόσμο. Πριν από τα «Πορτρέτα του Φαγιούμ» υπήρχε το raisonné των φαγιούμ που είχε κάνει παλιότερα ο Γερμανός αρχαιολόγος Klaus Parlasca, αλλά το γνώριζαν λίγοι. Στο Λονδίνο, προτού εκδοθεί το βιβλίο, μου ζήτησαν να μιλήσω στο Βρετανικό Μουσείο για τα δικά τους πορτρέτα και αποφάσισαν την επόμενη χρονιά, το 1996, να κάνουν μια έκθεση με αυτά. Την έλεγαν «Ancient faces» και ήταν η πρώτη φορά που έδωσαν στα φαγιούμ την προσοχή που τους αρμόζει.

Μέχρι τώρα έχουν βρεθεί γύρω στα χίλια φαγιούμ, αλλά πρόσφατα κανένα.

Το τελευταίο που εμφανίστηκε ήταν ο Ηρακλείδης που υπάρχει στο μουσείο Γκετί, στην Καλιφόρνια. Gredit: J. Paul Getty Museum, 91.AP.6.

Το τελευταίο που εμφανίστηκε ήταν ο Ηρακλείδης που υπάρχει στο μουσείο Γκετί, στην Καλιφόρνια. Δεν είχε εκδοθεί το βιβλίο ακόμα, πρόλαβα και πήγα να το δω και μου επέτρεψαν να το φωτογραφίσω για να μπει στο βιβλίο. Είχε μια επιγραφή με το όνομά του πάνω από τα δάχτυλα των ποδιών του, που τη διάβασα πρώτη. Είναι από τα λίγα πορτρέτα τα οποία είναι μέσα στη μούμια τους ακόμα, που έχει πορτοκαλί χρώμα όπως είναι το μίνιο. Αυτή η μούμια ανήκει σε μια πολύ μικρή ομάδα με αυτό το χρώμα, που βρέθηκε κυρίως στην τοποθεσία Ελ Χίμπε. Το καταπληκτικό με τον Ηρακλείδη είναι πως, όταν έγινε μαγνητική τομογραφία, βρέθηκε ότι μέσα στη μούμια του κρατά ένα πουλί ταριχευμένο, μια ίβιδα, που θεωρείτο η ενσάρκωση του θεού Θωθ, ο οποίος επινόησε τη γραφή και ήταν προστάτης των γραφέων. Σε καμία άλλη μούμια δεν βρέθηκε κάτι ανάλογο, είναι μια σπάνια περίπτωση, και υποθέτουμε ότι ο Ηρακλείδης ήταν ή ιερέας στον ναό του Θωθ ή γραφέας.

Σε πολλά μέρη βρέθηκαν πορτρέτα, τα περισσότερα στο Φαγιούμ, αλλά τα πρώτα βρέθηκαν από ντόπιους στα μέσα του 19ου αιώνα στο Ελ Ρουμπαγιάτ, όπως είναι η σημερινή ονομασία του τόπου. Τα πούλησαν, ήταν ήδη βγαλμένα από τους τάφους και ξεκολλημένα από τις μούμιες τους, άρα η ιστορία τους χάθηκε. Ο έμπορος στον οποίο τα πούλησαν λεγόταν Τεοντόρ Γκραφ. Αυτός τα έφερε στην Ευρώπη, στη Βιέννη, και είπε ότι είναι της εποχής των Πτολεμαίων.

The Faiyum (Fayum) mummy portraits were unearthed by the Egyptologist Flinders Petrie (though others had been found elsewhere earlier) and they were so impressive, expressive and life-like that Flinders Petrie thought that the subjects must have been alive when they were painted, however, it is clear now that this was not so; they were all painted after the person’s death. The Fayum Mummy portraits are images of people painted on wood in the Greek style of the person being depicted in three-quarter view. The region of Fayum in ancient Egypt was a fertile oasis that was home to abundant plant and animal life. This lush oasis around one hundred km south of the ancient city of Memphis (near modern-day Cairo) wasn’t always so full of plant and animal life, but was once an arid desert basin until a branch of the Nile river silted up and water was diverted to it. Credit: World History Encyclopedia Anonymous, Funerary Portrait of a Woman ‘The European’ (c 80 – 200 CE), encaustic on cedar panel, 42 x 24 cm, Musée du Louvre, Paris. By dalbera from Paris, France, via Wikimedia Commons.

Αν με ρωτήσετε γιατί είναι σπουδαίο να μάθουμε τα φαγιούμ, να τα μελετήσουμε σήμερα, θα πω ότι είναι ένα σώμα έργων το οποίο αποτελεί την τελευταία έκφανση της αρχαίας ελληνικής ζωγραφικής, που είχε φτάσει σε φοβερά ύψη και από την οποία δεν έχουμε τίποτα. Έχουμε τον τάφο του Φιλίππου ως ένδειξη ότι υπήρχε μια ζωγραφική σημαντική και όσα λένε τα κείμενα και οι περιγραφές του Πλίνιου του Πρεσβύτερου. Ας πούμε, από τον Απελλή, που έμεινε στην ιστορία ως ο κορυφαίος ζωγράφος της αρχαιότητας, δεν έμεινε κανένα έργο. Και μόνο γι' αυτόν τον λόγο είναι πολύ σημαντικά.

Το επάγγελμα του ζωγράφου ήταν ελληνικής προέλευσης και στην Πομπηία, που είναι 1ος-2ος αιώνας π.Χ. και 1ος μ.Χ., οι ψηφιδοθέτες και οι ζωγράφοι ήταν Έλληνες. Πιστεύουμε πως και αυτοί που έκαναν τα φαγιούμ έρχονταν από την ελληνική κουλτούρα. Όταν ο Αλέξανδρος κατέκτησε την Αίγυπτο, έφερε μαζί του ζωγράφους, καλλιτέχνες, χρυσοχόους και στην Αλεξάνδρεια, η οποία χτίστηκε μετά τον θάνατό του, δημιουργήθηκε η αλεξανδρινή σχολή ζωγραφικής που είναι πολύ σημαντική. Σκεφθείτε, και στα πιο καλά ψηφιδωτά της Δήλου τα ενθέματα έχουν φτιαχτεί στην Αλεξάνδρεια.

Σάβανα ή νεκρικά πετάσματα, 2ος αι. Τέμπερα σε λινό. Αυτές οι απόκοσμες συνθέσεις με τη μορφή του νεκρού σχεδόν σε φυσικό μέγεθος έχουν βρεθεί στη Σακκάρα και αποτυπώνουν με τον πιο γλαφυρό τρόπο τη συνάντηση του ελληνικού και του αιγυπτιακού πολιτισμού. Ο νεκρός προστεύεται από τον Άνουβι και τον Όσιρι.

Τα φαγιούμ είναι πρόδρομος της χριστιανικής τέχνης, εκείνα τα οποία μας οδηγούν στη ζωγραφική των βυζαντινών εικόνων, η τεχνική αλλά και η ταυτότητα της ελληνικότητας είναι ο κοινός παρονομαστής. Ο Ευσέβιος τον 4ο αιώνα μ.Χ. μιλά εναντίον της μίμησης στη ζωγραφική και λέει ότι η χριστιανική τέχνη δεν πρέπει να μιμείται τη φύση. Αρχίζει να επικρατεί η αντίληψη ότι η αρχαία ελληνική ζωγραφική είναι ειδωλολατρική, ότι οι χριστιανοί δεν πρέπει να μιμούνται τα έργα του Θεού. Ο Κλήμης Αλεξανδρείας αρχίζει να βάζει κανόνες, ο χριστιανισμός απαγορεύει τον νατουραλισμό, το αληθινό πορτρέτο και έτσι, σιγά σιγά, οδηγείται όλη η ιστορία στο κοπτικό πορτρέτο –κάποια πορτρέτα που είναι από παλιούς τεχνίτες υπάρχουν στην Αγία Αικατερίνη του Σινά– και αρχίζει να ξεχνιέται και η τέχνη της εγκαυστικής, που μοιάζει με λαδομπογιά και δίνει τα ίδια αποτελέσματα με αυτά του νατουραλισμού. Έπαιξε μεγάλο ρόλο η χριστιανική αυστηρότητα στην εξαφάνιση αυτής της τέχνης. Και φυσικά, από τον 7ο αιώνα και ύστερα έρχεται το Ισλάμ, που απαγορεύει την απεικόνιση των προσώπων. Από άποψη ζωγραφικής, είναι πολύτιμο αυτό το υλικό.

Άνδρας, ύστερη φλαβιανο-τραϊκανή εποχή, περ. 81-117. Μπορεί να είναι μεγάλος αθλητής στην ακμή του ή μυημένος στη λατρεία της Ίσιδας. Αυτό το υπέροχο πορτρέτο είναι ζωγραφισμένο με καρχηδονιακό κερί (κερί που χρησιμοποιείται κρύο, αναμεμειγμένο με λάδι ή/και αυγό), το οποίο εφαρμόζεται εξ ολοκλήρου με πινέλα.

Τα πορτρέτα του Φαγιούμ είναι φτιαγμένα με κερί μέλισσας, με την εγκαυστική ή με κόλλα ζωική, που δίνει ένα αποτέλεσμα σαν την τέμπερα, ας πούμε, στα πορτρέτα της Αναγέννησης. Διασώθηκαν επειδή στην Αίγυπτο η βροχόπτωση ανά έτος δεν ξεπερνά τους δέκα πόντους σε βάθος. Οπότε αυτά, που ήταν στα τέσσερα μέτρα κάτω από τη γη, δεν έπαθαν τίποτα. Είναι ξηρό το κλίμα της Αιγύπτου και τα διατήρησε στεγνά.

Ο Πίτρι, όταν τα έβγαλε, κατάλαβε ότι θα μαδούσε το κερί και θα χάλαγαν. Ήταν πολύ επινοητικός, ζέσταινε κερί παραφίνης και το έριχνε επάνω στα πορτρέτα για να μη μαδήσουν, έτσι τα σταθεροποίησε. Ας πούμε, σε μια άλλη περίπτωση, όταν βρέθηκαν πορτρέτα στη Μαρίνα ελ Αλαμέιν, σε ένα αρχαίο νεκροταφείο της ύστερης αρχαιότητας που υπάρχει εκεί, χάθηκαν, καταστράφηκαν με το που βγήκαν στο φως. Και στην Αλεξάνδρεια, όπου βρέθηκαν ένα-δυο, συνέβη το ίδιο.

Μία από τις ωραιότερες ιστορίες για το Φαγιούμ είναι η περιγραφή του Ηρόδοτου που το είδε πλημμυρισμένο, γιατί είχε πάει Ιούνιο, που ήταν η εποχή των βροχών. Έτσι το περιγράφει και αναφέρει και τη λίμνη Μοίριδα που πλημμύριζε όλη την περιοχή από έναν παραπόταμο του Νείλου. Η πόλη λεγόταν τότε Κροκοδειλόπολις ή «Κροκοδείλων πόλις». Τοπικός θεός ήταν ο κροκόδειλος και μέσα στον λαβύρινθο που έχει χαθεί και ήταν φτιαγμένος από αλάβαστρο υπήρχαν ταριχευμένοι κροκόδειλοι. Αργότερα λεγόταν Αρσινόη, από τον Πτολεμαίο Β’ τον Φιλάδελφο, που παντρεύτηκε την αδελφή του, Αρσινόη, και έδωσε στην πόλη το όνομά της.

Άνδρας άγνωστης προέλευσης, δεύτερο τέταρτο του 3ου αι. Τέμπερα σε ξύλο.

Η πιο συγκινητική ιστορία για τα φαγιούμ, η ωραιότερη στιγμή όλης της έρευνας, αλησμόνητη, ήταν η έκθεση «Από τα πορτρέτα του Φαγιούμ στις απαρχές της τέχνης των βυζαντινών εικόνων» στην Κρήτη, που οργάνωσε ο έφορος της Βικελαίας Βιβλιοθήκης, Νίκος Γιανναδάκης το 1998, έναν χρόνο αφότου είχε βγει το βιβλίο.

Ο Αρτεμίδωρος ο νεότερος περ. 98-117 (λεπτομέρεια). Καρχηδονικό κερί. Η ανορθόγραφη επιγραφή στη μούμια γράφει: «Αρτεμίδωρε, καλή ψυχή!». Νεαρός άνδρας περίπου 20 ετών. 

Δανειστήκαμε μούμιες ολόκληρες και το Βρετανικό Μουσείο μάς έδωσε τη μούμια που ανήκε –σύμφωνα με την επιγραφή στο στήθος του, «Αρτεμίδωρε ευψύχι», που είχε ανακαλύψει ο Πίτρι– στον νεαρό Αρτεμίδωρο. Την είχαν δανείσει τότε σε ένα ιταλικό ίδρυμα που έκανε έκθεση με φαγιούμ – είχε αρχίσει η «μόδα». Ήρθε η μούμια από τη Ρώμη με ιδιωτικό αεροπλάνο. Ήμουν στην ταράτσα του παλιού αεροδρομίου του Ηρακλείου, φυσούσε ο αέρας και περιμέναμε να έρθει ο Αρτεμίδωρος. Τον συνόδευαν μια κοπέλα από το Βρετανικό Μουσείο, ο πιλότος και κάποιος από το ιταλικό ίδρυμα.

Βγήκε από το αεροπλάνο ένα φέρετρο· είχε βγει ο πιλότος στην πίστα να το υποδεχτεί. Έβαλαν τη μούμια, που ήταν βαριά, ήθελε τέσσερις άντρες να τη σηκώσουν –επειδή είχαν χαθεί οι τεχνίτες της ταρίχευσης, για κοινούς θνητούς χρησιμοποιούσαν κατράμι–, σε μια μαύρη λιμουζίνα και τη συνόδεψαν τέσσερις μοτοσικλέτες μέχρι τη βασιλική του Αγίου Μάρκου. Ήταν ένα αγόρι που είχε πεθάνει πριν από 2.000 χρόνια και γύριζε από την Αγγλία στη Μεσόγειο. Ήταν μια ανατριχιαστική σκηνή που σε έκανε να σκεφτείς τη ζωή και τον θάνατο, τον επαναπατρισμό. Τα θυμάμαι όλα πολύ καθαρά, απίθανες λεπτομέρειες με τρομερή συγκίνηση. Όποιος αντικρίσει αυτό το γεμάτο ένταση βλέμμα των φαγιούμ, που είναι υπαρξιακά πορτρέτα, δεν το ξεχνά ποτέ.

Άνδρας από τη Χαουάρα, περιοχή νότια της Κροκοδειλόπολης, μέση περίοδος της δυναστείας των Αντωνίνων, περ. 161-180.

Γνωρίζουμε πολύ λίγα πράγματα για την ταυτότητα των εικονιζόμενων προσώπων και των καλλιτεχνών που τα «εποίησαν». Τα πορτρέτα του Φαγιούμ, που ζωγραφίστηκαν για να εξασφαλίσουν την αιώνια ζωή σ’ αυτούς που απεικονίζουν, αποτελούν την ελληνική συμβολή στην προαιώνια μάχη των Αιγυπτίων ενάντια στον θάνατο. Άντρες, γυναίκες και παιδιά που ανήκουν σε μια πολυφυλετική και πολυπολιτισμική ελληνιστική κοινωνία απαρτίζουν την «πινακοθήκη του Φαγιούμ». Τα νεκρικά πορτρέτα του Φαγιούμ έχουν μια μεταφυσική διάσταση, μια ένταση στο βλέμμα που λείπει εντελώς από την «κοινωνική» προσωπογραφία με την οποία διακοσμούσαν τις επαύλεις της Πομπηίας. Κατά τον Αντρέ Μαλρό, η ιδιαιτερότητα των προσωπογραφιών του Φαγιούμ συνίσταται στην εγγύτητά τους προς το σώμα του νεκρού. Η τέχνη του Φαγιούμ είναι τέχνη που λυτρώνει από τα δεσμά του θανάτου, τέχνη που έδωσε αιώνια ζωή σε εκείνους που αγκάλιασε.

Το χρυσό κορίτσι (λεπτομέρεια). Η πολυτελώς ντυμένη γυναικεία μορφή έχει ηλικία μικρού κοριτσιού. Το πορτρέτο ξεχωρίζει για την άψογη απόδοση των κοσμημάτων και το χρυσό του φόντο, που το κάνει να μοιάζει με χριστιανική φορητή εικόνα.

Ένας άνδρας, από τη Χαουάρα, αδριανικής εποχής, περ. 117-138 (λεπτομέρεια). Ανασκάφηκε από τον R. von Kaufmann το 1892.

Δύο μούμιες με ενσωματωμένα πορτρέτα μικρών κοριτσιών. 2ος μ.Χ. αι.

Δύο νεαρά κορίτσια, περ. 69 -117 μ.Χ., Τέμπερα σε λινό. Οι  εικόνες βρέθηκαν μαζί από τον R. von Kaufmann το 1892. Και τα δύο παιδιά φορούν κοσμήματα και έχουν ίχνη επιχρύσωσης. Το μικρότερο παιδί (κάτω) αναγνωρίζεται ως κορίτσι από τον γυμνό ώμο του -μια αναφορά στην Αφροδίτη- και τα μενταγιόν της lunula. Οι μούμιες είναι διακοσμημένες με επιχρυσωμένο στόκο.

Το χρυσό κορίτσι. Η πολυτελώς ντυμένη γυναικεία μορφή έχει ηλικία μικρού κοριτσιού. Το πορτρέτο ξεχωρίζει για την άψογη απόδοση των κοσμημάτων και το χρυσό του φόντο, που το κάνει να μοιάζει με χριστιανική φορητή εικόνα.

Πηγές: https://www.lifo.gr/culture/arxaiologia/o-kosmos-ton-thaymasion-portreton-toy-fagioym-opos-ton-afigeitai-i-eyfrosyni - https://www.amazon.com/-/es/Euphrosyne-Doxiadis/dp/2070115186 - https://www.amazon.com/-/he/Euphrosyne-Doxiadis/dp/0810933314 - https://www.lifo.gr/culture/arxaiologia/o-kosmos-ton-thaymasion-portreton-toy-fagioym-opos-ton-afigeitai-i-eyfrosyni