Francis Bacon, Three Studies for Figures at the Base of a
Crucifixion, 1944
Τα
τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα με την ένταση της οικονομικής κρίσης, τη φτώχεια
και την ανεργία μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού, όλο και πιο συχνά, το σχολείο
έρχεται στο προσκήνιο της δημοσιότητας με αφορμή προστριβές, εντάσεις και
συγκρούσεις ανάμεσα σε εκπαιδευτικούς και εκπαιδευόμενους.
Είναι
αλήθεια ότι η σχέση εκπαιδευτικού – μαθητή, στους βασικούς της πυλώνες, είναι
μια σχέση θεσμική, όσο κι αν πολλές φορές γίνεται αντιληπτή από τους μαθητές ως
προσωπική. Αυτό σημαίνει ότι το «πατρόν» της υφαίνεται σε γενικές γραμμές με
νόμους και διατάξεις, ανεξάρτητα από προσωπικές διαθέσεις, καθώς, κάθε
εκπαιδευτικός είναι «θεσμικά» υποχρεωμένος να χρησιμοποιήσει προς τους μαθητές
του ένα minimum από την εξουσία
που του παρέχει η θέση του στο σχολείο (διδασκαλία ορισμένης ύλης, εξέταση,
βαθμολογία, απουσίες, ποινές κ.λπ.), πρακτική που δημιουργεί «αυτεπαγγέλτως»
αντιθέσεις, σε κάποιες περιπτώσεις εκρηκτικές.
Ασφυκτικό
πλαίσιο
Francis Bacon, Figure in a landscaspe, 1945
Οι
πρόσφατες παρεμβάσεις του υπουργείου Παιδείας επιδεινώνουν μέρα με τη μέρα
σημαντικά τα ήδη μεγάλα προβλήματα που έχουν συσσωρευτεί στους εκπαιδευτικούς
χώρους. Το «ξεχείλισμα» των σχολικών αιθουσών, το φόρτωμά τους με περισσότερους
μαθητές, σε μικρούς, συνήθως, χώρους επιβάλλει μια σειρά από περιορισμούς στις
δραστηριότητες και τις κινήσεις τους, σε σχολεία στα οποία η πυκνότητα χώρου
που αντιστοιχεί σε κάθε μαθητή δεν είναι ούτε το μισό των διεθνών δεδομένων.
Η
κυρίαρχη εκδοχή για τις αιτίες αυτής της κατάστασης προσωποποιεί την αντίθεση
μαθητών – καθηγητών και εστιάζει τις ευθύνες, κατά περίπτωση, είτε στη
«δυσπροσάρμοστη» προσωπικότητα του μαθητή και στις «ανεπάρκειες και ελλείψεις
του οικογενειακού του περιβάλλοντος» είτε στον «άδικο» και «αντιπαιδαγωγό»
εκπαιδευτικό που «δεν γνωρίζει να εκτελεί σωστά το λειτούργημά του».
Σπάνια
ανιχνεύεται η σχέση ανάμεσα στη βίαιη συμπεριφορά μαθητών ή εκπαιδευτικών και στις
σχολικές συνθήκες, κοντολογίς, στην ίδια τη δομή και τη λειτουργία του σχολικού
συστήματος. Η μελέτη της βίας στον σχολικό χώρο είναι, βεβαίως, μια γενίκευση
της κοινωνικής βίας στο σχολείο και παράλληλα ισοδυναμεί με την εξέταση του
νοήματος των εκπαιδευτικών πρακτικών που υλοποιούνται στο χώρο αυτό. Αλήθεια
για ποιο σχολείο μιλάμε;
Η
τάξη του χώρου κρύβει μια τάξη πραγμάτων
Οι
πρόσφατες παρεμβάσεις του υπουργείου Παιδείας επιδεινώνουν μέρα με τη μέρα
σημαντικά τα ήδη μεγάλα προβλήματα που έχουν συσσωρευτεί στους εκπαιδευτικούς
χώρους. Το «ξεχείλισμα» των σχολικών αιθουσών, το φόρτωμά τους με περισσότερους
μαθητές, σε μικρούς, συνήθως, χώρους επιβάλλει μια σειρά από περιορισμούς στις
δραστηριότητες και τις κινήσεις τους, σε σχολεία στα οποία η πυκνότητα χώρου
που αντιστοιχεί σε κάθε μαθητή δεν είναι ούτε το μισό των διεθνών δεδομένων.
Κάτω
από αυτές τις συνθήκες δεν μπορεί να υπάρχει πια η ατμόσφαιρα οικειότητας. Οι
μαθητές δέχονται άμεσα και έντονα τις επιδράσεις του σχηματισμένου αυστηρού ιδρυματικού
χώρου -φυλακή τον χαρακτηρίζουν- που όχι μόνο δεν σέβονται, αλλά ορισμένοι απ΄
αυτούς με τη συνδρομή κι άλλων σχολικών και εξωσχολικών παραγόντων –
καταστρέφουν.
Την
ίδια ώρα η συνείδηση -από την πλευρά του μαθητικού πληθυσμού- ενός «λασπωμένου»
μέλλοντος, η έλλειψη νοήματος στην εκπαιδευτική διαδικασία σε ένα περιβάλλον
κινούμενης άμμου, το οποίο καταβροχθίζει κίνητρα, προσδοκίες και όνειρα,
ενώνεται με ένα νήμα με το νέο Λύκειο το οποίο βαθαίνει τον εξεταστικό του
μηχανισμό.
Μιλάμε
για ένα Λύκειο στο οποίο η σχέση με τη μάθηση θα τροχιοδρομείται περισσότερο
από κάθε άλλη φορά τα τελευταία χρόνια με εξωτερικά κίνητρα, όπως οι απανωτές
πανελλαδικού τύπου εξετάσεις και η κρίσιμη -για την εισαγωγή στα ΑΕΙ-
βαθμολογία. Ποια είναι τα «προγνωστικά» των μαθητών για τις προοπτικές των
μεταξύ τους σχέσεων και των σχέσεων τους με τους καθηγητές; (βλ. πίνακα)
Η
ανάγνωση του πίνακα φανερώνει ότι η συντριπτική πλειονότητα των μαθητών που
ναυσιπλοούν ήδη στα «χωρικά ύδατα» της Α΄ τάξης του νέου Λυκείου κάθε άλλο παρά
αισιόδοξοι παρουσιάζονται για την προοπτική του «κλίματος» επικοινωνίας και
συνεργασίας που θα προκύψει από την εφαρμογή των εκπαιδευτικών αλλαγών:
Έτσι
το 61% των ερωτηθέντων μαθητών πιστεύουν ότι το νέο εξεταστικό σύστημα
προαγωγής – απόλυσης στο Λύκειο και πρόσβασης στα ΑΕΙ θα απογειώσει το
ανταγωνιστικό κλίμα στο σχολείο και θα διαταράξει τις σχέσεις με τους
συμμαθητές τους.
Παράλληλα
το 79% των ερωτηθέντων μαθητών θεωρούν ότι ο νέος τρόπος αξιολόγησής τους θα
επηρεάσει αρνητικά και τις σχέσεις τους με τους καθηγητές.
Αποξηραμένες
διαδικασίες
Είναι
γνωστό ότι στις προδιαγραφές του νέου Λυκείου καταγράφεται μια υπερβολική
εμμονή στην επιλεκτική λειτουργία του σχολείου. Στις πανελλαδικού τύπου
εξεταστικές δοκιμασίες, όπου η διόρθωση θα κυνηγά τη χίμαιρα της
αντικειμενικότητας, την κρισιμότητα του βαθμού, την επιβολή του ισομορφισμού με
την άτυπη «τράπεζα ερωτήσεων» απ΄ όπου οι εκπαιδευτικοί θα αναγκάζονται να
«αλιεύουν» την εξεταστέα ύλη, δημιουργούνται σοβαρές ενδείξεις ότι θα
αποξηρανθεί κάθε προσπάθεια επικοινωνίας μεταξύ εκπαιδευτικών και
εκπαιδευομένων.
Η
μαθησιακή διαδικασία κινδυνεύει να καταδυναστευτεί ολοκληρωτικά από το «άπλωμα»
των εξεταστικών δοκιμασιών και την ανάγκη ανταπόκρισης σ΄ αυτές και
εκπαιδευτικοί και εκπαιδευόμενοι σύντομα θα εξωθηθούν να μεταφέρουν στην
«καρδιά» της σχολικής αίθουσας ρόλους εξεταστών – διορθωτών – βαθμολογητών εφ΄
ενός και εξεταζομένων αφ΄ ετέρου, καθώς το εκπαιδευτικό έργο καλείται να
εστιάσει σε μια «τεχνολογία» των εξετάσεων, στην οργάνωση και διευθέτηση των
προβλεπόμενων εξεταστικών δοκιμασιών.
Σε
αυτό, βέβαια, το περιβάλλον, όπου ο εκπαιδευτικός καλείται να εξαντλήσει τον
ρόλο του στο πώς θα τεστάρει, επιτηρήσει, κατατάξει, διαφοροποιήσει, ιεραρχήσει
τελικά με «αντικειμενικό» τρόπο τον μαθητικό πληθυσμό, όπου ευτελίζεται σε
τυπικό χρήστη των «άνωθεν οδηγιών» και άγρυπνο επιτηρητή της εφαρμογής τους, το
εκπαιδευτικό έργο διολισθαίνει σε μια ρουτινιάρικη, παθητική, άψυχη και
απρόσωπη σχέση που «βραχυκυκλώνει» και ναρκοθετεί τα δίκτυα επικοινωνίας μεταξύ
εκπαιδευτικών και εκπαιδευομένων.
Του Χρήστου Κάτσικα
Πηγή:
Εφημερίδα των Συντακτών