Arts Universe and Philology

Arts Universe and Philology
The blog "Art, Universe, and Philology" is an online platform dedicated to the promotion and exploration of art, science, and philology. Its owner, Konstantinos Vakouftsis, shares his thoughts, analyses, and passion for culture, the universe, and literature with his readers.
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ - ΙΣΤΟΡΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ - ΙΣΤΟΡΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 9 Απριλίου 2023

Κυριακή των Βαΐων στην Άνω Πόλη. Palm Sunday in the Upper Town

Την Κυριακή των Βαΐων γιορτάζουμε την ανάμνηση της θριαμβικής εισόδου του Ιησού στα Ιεροσόλυμα. Εκεί οι Ιουδαίοι τον υποδέχθηκαν κρατώντας βάια ή βάγια και ζητωκραυγάζοντας: «Ωσαννά, Ευλογημένος ο Ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου». Βάγιο είναι ο νέος βλαστός που βγαίνει από τα δένδρα την άνοιξη. Εποχή που πάντα πέφτει η Μεγάλη Εβδομάδα και το Πάσχα. Στο Ευαγγέλιο του Ιωάννη αναφέρεται ότι το πλήθος πήρε κλαδιά φοίνικα. Η επιλογή φαίνεται πως δεν ήταν τυχαία. Εκτός του ότι η περιοχή ήταν γεμάτη φοίνικες, υπάρχει και ένας μυστικός συμβολισμός πίσω από αυτή την επιλογή: Ο φοίνικας θεωρείται δέντρο της ζωής.  Τα κλαδιά του συμβολίζουν τη νίκη κατά του θανάτου. Αυτό ακριβώς πίστευαν και για τον Ιησού. Ότι ήταν ο σωτήρας που θα έβαζε τέλος στα βάσανά τους και θα τους χάριζε την αιώνια ζωή. Βέβαια κάθε τόπος γιορτάζει την Κυριακή των Βαΐων με τη δική του μεγαλοπρέπεια και μάλιστα έχει και τα δικά του βάγια, που είναι σύμφωνα με τη χλωρίδα του τόπου του. Σε πολλά μέρη τα βάγια είναι δάφνες – πανάρχαιο λατρευτικό φυτό, αλλού ιτιά και μυρτιά ή ακόμη και άλλα φυτά, που συμβολίζουν τη νίκη. Φωτογραφία: Βάγια στον Ιερό Ναό Παμμεγίστων Ταξιαρχών. Ο ναός των Ταξιαρχών, βρίσκεται στην οδό Θεοτοκοπούλου, στο βορειοανατολικό τμήμα της Άνω Πόλης, δεξιά για αυτόν που ανεβαίνει προς την οδό Ακροπόλεως. Ο ναός απέχει λίγα μέτρα από ένα άλλο σημαντικό μνημείο της βυζαντινής αρχιτεκτονικής, το βυζαντινό λουτρό.

Ο ναός των Ταξιαρχών βρίσκεται στην Άνω Πόλη της Θεσσαλονίκης. Πρόκειται για ένα υστεροβυζαντινό μνημείο, που ανεγέρθη τον 14ο αιώνα, την εποχή της αναγέννησης των Παλαιολόγων. Η αρχική αφιέρωση στους δύο αρχαγγέλους Μιχαήλ και Γαβριήλ, αμφισβητείται και η ονομασία του ναού στο παρελθόν, παραμένει άγνωστη. Από άποψη τυπολογίας, ο ναός περιγράφεται αρχικά, ως «βασιλική ή δρομικός ναός με περισσότερο». Ο ναός αποτελείται από δύο ορόφους, την ανωδομή και την κρύπτη. Στην ανωδομή διασώζονται δυο παλαιές αγιογραφίες, τρεις μαρμάρινοι κίονες, δύο οδοντωτά αετώματα και ο κεραμοπλαστικός διάκοσμος στην ανατολική και νότια πλευρά του ναού. Η κρύπτη, διαιρείται σε επιμέρους διαμερίσματα και στο εσωτερικό της, διασώζονται αρκοσόλια που χρησίμευαν ως χώροι ταφής .Ο ναός, σύμφωνα με τη νέα έρευνα, ήταν αρχικά ένα μονόχωρο ταφικό παρεκκλήσι, που εντάσσονταν στα πλαίσια ενός ευρύτερου μοναστικού συγκροτήματος. Στην Τουρκοκρατία μετατράπηκε σε τζαμί, με περίφημο μιναρέ με δύο εξωτέρους. Μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, ο ναός επαναλειτούργησε ως χριστιανική εκκλησία. Στις μέρες μας, ο ναός παρουσιάζει πολλές ανακατασκευές και προσθήκες και ελάχιστα θυμίζει το αρχικό κτίσμα. Πρόκειται για ένα μνημείο, που τόσο η ονομασία του, όσο και η ιστορία του, κατά τα βυζαντινά χρόνια, παραμένει άγνωστη. Παλαιότερα, είχε διατυπωθεί η άποψη ότι πρόκειται για τον ναό των Αγίων Ασωμάτων, υπόθεση που εγκαταλείφθηκε σχετικά γρήγορα. Σύμφωνα με την παράδοση, πιστεύετε ότι και κατά τα βυζαντινά χρόνια η εκκλησία ήταν αφιερωμένη στους Αρχαγγέλους Μιχαήλ και Γαβριήλ, όπως και σήμερα. Την άποψη αυτή, έρχεται να ενισχύσει και η παρουσία δύο εξωστών του μιναρέ, που είχε ο ναός, όταν μετατράπηκε σε τζαμί, μετά την άλωση της Θεσσαλονίκης από τους Τούρκους στα 1430, που προστάτευαν τον χριστιανικό πληθυσμό της πόλης. Είναι γεγονός, ότι ο ναός μετατράπηκε σε τζαμί από τον Γαζή Χουσείν Μπέη και μάλιστα είχε, όπως προαναφέραμε δύο εξωφρενείς, στοιχείο που τον καθιστούσε μοναδικό στο είδος του, στην πόλη της Θεσσαλονίκης. Από το στοιχείο αυτό, πήρε και το όνομα του κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, ήταν δηλαδή το Τζαμί των δύο εξωστών (Ικί Σεριφέ Τζαμί, όπου Σεριφέ: Ο δύο εξωστρέφεις). Την ονομασία αυτή διατήρησε ο ναός, ως τούρκικο τζαμί, ως την απελευθέρωση στα 1912, οπότε έγινε και πάλι χριστιανική εκκλησία, αφιερωμένη στους Ταξιάρχες. Φωτογραφία: Ναός Ταξιαρχών-Ανατολική πλευρά -Κεραμοπλαστικός διάκοσμος. Η τοιχοδομία του ναού, παρουσιάζει ομοιότητες με άλλα υστεροβυζαντινά μνημεία του 14ου αιώνα, όπως ο Άγιος Νικόλαος ο Ορφανός και ο ναός της Μονής Βλατάδων. Τα τυφλά τόξα της ανατολικής πλευράς, παρουσιάζουν πολλές ομοιότητες, με αυτά των Αγίων Αποστόλων. Έτσι, απορρίπτονται οι ισχυροί από παλαιότερους μελετητές (Diehl-Tafrali) που υποστηρίζουν αντίστοιχα, ότι ο ναός χτίστηκε κατά τον 12 ο αιώνα και ότι η ταφική κρύπτη είναι παλιά του ναού. Όλα τα στοιχεία συνηγορούν ότι ο ναός κτίστηκε κατά τον 14 ο αιώνα και η κρύπτη αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του από την αρχή.  Church of Taxiarches at the Upper Town of Thessaloniki.

Φωτογραφία: Βιολέτες στην αυλή του Ιερού Ναού Παμμεγίστων Ταξιαρχών. Photo: Violets in the courtyard of Church of Taxiarches at the Upper Town of Thessaloniki.

Φωτογραφία: Η «Βαϊφόρος» του Ιερού Ναού Παμμεγίστων Ταξιαρχών. Η «Βαϊφόρος» είναι εικόνα με το Χριστό «καθήμενον επί πώλου όνου». Βαϊφόρος είναι η Κυριακή των Βαΐων. Η φέρουσα φοινικόκλαρα.  Είναι γιορτή με σημαιοστολισμούς και βάγια. Με δάφνες και κουμαριές και φοινικόκλαρα,  στον Ήλιο τον ηλιάτορα. «Βαϊφόρος» είναι η Κυριακή, πριν από το Πάσχα. Η πανηγυρική είσοδος του Ιησού στα Ιεροσόλυμα. Ο δρόμος του στρωμένος με βάγια-φοινικόκλαρα. Απ’ την επομένη η Μεγάλη Εβδομάδα. Τα Πάθη και το μαρτύριο. Οπότε,  Άνοιξη πάθος και πάθη.  Η άνοιξη δεν είναι μια «αθώα» άνοιξη...


Φωτογραφία: Μαργαρίτες στην αυλή του Ιερού Ναού Παμμεγίστων Ταξιαρχών. Photo: Daisies  in the courtyard of Church of Taxiarches at the Upper Town of Thessaloniki.

Φωτογραφία: Η θέα από την αυλή του Ιερού Ναού Οσίου Δαυίδ (Μονή Λατόμου). Photo: The view from the courtyard of Οsios David Monastery of Latomou 5th century - Ano Poli Thessaloniki.

Κτισμένος τον 5ο αιώνα ως Καθολικό της Μονής του Σωτήρος Χριστού του Λατόμου, ο ιερός αυτός ναός βρίσκεται στην Άνω Πόλη της Θεσσαλονίκης, κοντά στη Μονή Βλατάδων. Η μονή Λατόμου χαρακτηρίζεται ως ένα από τα σημαντικότερα μνημεία, λόγω του μοναδικού παλαιοχριστιανικού ψηφιδωτού διάκοσμου και των βυζαντινών τοιχογραφιών που κοσμούν τον ναό. Με την άλωση της Θεσσαλονίκης, το 1430, μετατράπηκε σε τζαμί και στις αρχές του 20ου αιώνα, όταν επανήλθε στη χριστιανική λατρεία, του αποδόθηκε επίσης η ονομασία Όσιος Δαβίδ, για να τιμηθεί ο σημαντικός ασκητής άγιος της Θεσσαλονίκης. Η προσωνυμία του «Λατόμου» οφείλεται στα λατομεία που υπήρχαν στην περιοχή. Για το μνημείο υπάρχει αγιολογική μαρτυρία στο κείμενο του μοναχού Ιγνατίου του 9ου αιώνα, η Διήγηση, η οποία παραδίδει ότι το μνημείο χτίστηκε από την Θεοδώρα, την κόρη του αυτοκράτορα Μαξιμιανού, διώκτη των χριστιανών. Η Θεοδώρα ασπάστηκε κρυφά τον χριστιανισμό και ζήτησε από τον πατέρα της να της κτίσει μια οικία με λουτρό. Η ίδια όμως αντί για λουτρό έχτισε ναό. Την κόγχη του ναού τη διακόσμησε με ψηφιδωτό, το οποίο κάλυψε με δέρμα βοδιού και σοβά, για να μην προδοθεί. Το ψηφιδωτό αποκαλύφθηκε με θαυμαστό τρόπο στον μοναχό Σενούφιο μετά την εικονομαχία, όταν στη διάρκεια ενός σεισμού κατέπεσε το κονίαμα και το δέρμα. Αρχικά ο ναός ήταν ένα τετράγωνο κτίσμα με αψίδα στην ανατολική πλευρά, χωρισμένος σε τέσσερα διαμερίσματα που έδιναν στην κάτοψη του κυρίως ναού τη μορφή σταυρού (αρχιτ. σταυρόσχημος εγγεγραμμένος σε τετράγωνο). Σήμερα δε σώζεται το δυτικό τμήμα του μνημείου.

Φωτογραφία: Η «Βαϊφόρος» του Ιερού Ναού Οσίου Δαυίδ (Μονή Λατόμου).

Στα δείγματα της παλαιοχριστιανικής τέχνης ανήκει το ψηφιδωτό της κόγχης του Ιερού, που αποτελεί μοναδικό στα παγκόσμια χρονικά ψηφιδωτό. Απεικονίζεται το όραμα του προφήτη Ιεζεκιήλ με αγένειο τον Χριστό, περιβαλλόμενο από ουράνιες δυνάμεις και προφήτες. υπέροχο ψηφιδωτό αποκαλύφθηκε στα χρόνια του αυτοκράτορα Λέοντος του Αρμενίου (813 – 820) κατά τη διάρκεια ενός σεισμού. Κατά τη διάρκεια της εικονομαχίας το ψηφιδωτό καλύφθηκε με δέρμα βοδιού και κονίαμα. Στο ψηφιδωτό αναπαρίσταται το «όραμα του Ιεζεκιήλ» και χρονολογείται στα τέλη του 5ου αιώνα, περίοδος που χτίστηκε ο ναός. Απεικονίζει τον Χριστό σε εφηβική ηλικία, αγένειο, να κάθεται πάνω σε πολύχρωμο ουράνιο τόξο και να κρατάει στο αριστερό του χέρι ανοιχτό λητάριο. Κάτω από τα πόδια του κυλούν οι 4 ποταμοί του παραδείσου, Φισών, Γεών, Τίγρης και Ευφράτης. Γύρω του συμβολίζονται οι τέσσερις ευαγγελιστές, ο Ματθαίος ως άνθρωπος, ο Μάρκος ως λέοντας, ο Λουκάς ως βόδι και ο Ιωάννης ως αετός. Αριστερά του εικονίζεται ο Ιεζεκιήλ και δεξιά ο Αββακούμ, με το ψηφιδωτό να χαρακτηρίζεται από έντονους χρωματικούς τόνους, χαρακτηριστικό της παλαιοχριστιανικής ψηφιδογραφίας. Φωτογραφία: Το περίφημο ψηφιδωτό. Η τοποθέτηση μιας παράστασης με τέτοιο θέμα στην αψίδα είναι μοναδική στον κόσμο. In a church dedicated to St David of Thessaloniki, the Tree-Dweller, or Dendrite, a monk that lived his entire life in the branches of an almond tree, a church whose foundations were a Roman temple, later destroyed as a Byzantine church, converted into a mosque and recently in the 1930’s rebuilt by Asia Minor Greeks fleeing Turkish aggression, exists a most intriguing work of art. It is a 5th century mosaic of Christ as a youth sitting on an arc in the rainbow His left hand up in salute while his other rests on the rainbow. The mosaic is unique, not only because it is only one of three intact dating from that period, not only because it breaks with the rules in traditional Byzantine church architecture that usually places  a depiction of the Madonna and Child in the central dome and focal point, but because the mosaic is enigmatic in its symbolism.  The figure of the youthful Christ is hard to recognize at first: is it an angel? one of the prophets? A saint? It is hard to tell who this figure in white is.  Why? Because the figure lacks a beard.

Φωτογραφία: Ο αγένειος Χριστός Εμμανουήλ (σε εφηβική ηλικία) στο κέντρο κάθεται πάνω στο τόξο της ίριδας. The symbols behind the icon further deepen its already apparent glory.  From a panoramic view, the almond-shaped focal point becomes an eye.  The seated Jesus becomes the iris.  Because of the concave niche the mosaic is built on it is hard to tell, are you on the inside looking out through the eye or are you on the outside looking in?  To the left and right of the focal point are two symbolic figures from the Old Testament, the prophet Ezekiel whose vision inspired the image of Christ on the rainbow and the Prophet Habbakuk. Their depictions correspond to the references predicting the advent of the Messiah in the Old Testament Scriptures.  But their artistic rendering places them symbolically as two complementary  dichotomies  or approaches to experiencing Christ: one with the heart, the other with the mind.  First the prophet on the left sits crouching on knees his hands held up by his head his face in an expression of surprise or awe.  The shape of his mouth makes him appear as if he is shouting or exclaiming in surprise.  He represents the aesthetic and emotional stance that humans take to meeting the living Gid.  On the other side, the prophet is cool and collected. He is rendered in the tradition of an ancient Greek philosopher; he is holding his head with one hand while clutching a book in the other.  He represents the logical or rational approach to meeting God.  Taken together they form the two ways the human soul comes to an understanding of the Divine. The physical space also helps to magnify the glory of this rare work of art. The original church entrance, in contrast to the one today, faced east. There is an eastern facing window in front of the mosaic dome.  Given that the 5th century structure must have been shrouded in secrecy, with many liturgies taking place during the darkest hours of the night, could you imagine the splendor of the place when the first rays of the dawning sun beamed through the dark interior and set the majestic figure of the Lord aflame in bright light, a true symbol of the sun as the eternal Son? The genius iconographer, completely anonymous to this day, used the sun as a technicolor tool to set the figure of Christ seated on a rainbow in a golden glow just at the climax of the Christian liturgy when congregants partake in the body and blood of Christ. He compounded the symbolic significance of the icon by mixing both human hand crafted symbols with physical ones in real time that would together underscore the truth of Christian theology: God became man so that man could become godly.  The human and the divine become one in both symbolic and physical reality.

Φωτογραφία: Η άγνωστη για πολλούς πλατεία Τσιτσάνη στην Άνω Πόλη. Βρίσκεται στο τέρμα της οδού Δημητρίου Πολιορκητού και είναι πλακόστρωτη. Εγκαινιάσθηκε στις 22 Σεπτεμβριου 2001 και κοσμείται με την προτομή του μεγάλου Έλληνα συνθέτη και στιχουργού του ρεμπέτικου και λαϊκού τραγουδιού Βασίλη Τσιτσάνη.

Φωτογραφία: Τα σκαλοπάτια που οδηγούν στην πλατεία Τσιτσάνη. Κάθε Σεπτέμβριο, η Γ΄ Δημοτική Κοινότητα διοργανώνει εκδήλωση-αφιέρωμα με τίτλο «Βραδιά Τσιτσάνη» όπου συμμετέχουν πολλά μουσικά σχήματα που παρουσιάζουν τραγούδια του μεγάλου λαϊκού συνθέτη.

Για πολλές δεκαετίες οι ταβέρνες της Άνω Πόλης και των κάστρων υπήρξαν μυθικές. Η Δόμνα, το Μακεδονικό, ο Τζότζος το παλιό Καπηλιό του Πλασταρά. Ο Τζότζος δεν είναι απλά μια ταβέρνα για όσους τον έζησαν, είναι μια εμπειρία σκαρφαλωμένη σε ένα γκρέμνι στη περιοχή που χαρακτηρίζεται ως Τσαούς Μοναστίρ, ή κατά κόσμον Μονή Βλατάδων, στη μέσα πλευρά των Κάστρων στην Άνω Πόλη. Βγαίνοντας σε χτυπούσε πάντα ένα καθαρό αεράκι που έδιωχνε την κάπνα, φερμένο λες από τον Όλυμπο που έκλεβε το βλέμμα απρόσκοπτα απέναντι... Στέκι των πιο ψαγμένων ψυχών της πόλης, αριστερών, διανοούμενων, φοιτητών που ήθελαν να μυηθούν στη μαγεία του, αλλά και διάσημων θαμώνων που ερχόταν εδώ πάντα συνοδευόμενοι από γνωστές παρέες. Ο ορισμός της έννοιας κουτούκι, χαμένος πάντα πίσω από την κάπνα που μερικές φορές σε κατάπινε ολόκληρο. Είναι χαρακτηριστικό ότι η κάπνα και η λίγδα κολούσε στα τραπέζια αλλά κυρίως στα τζάμια της πίσω τζαμαρίας που μερικές φορές νόμιζες ότι δεν καθαρίστηκαν ποτέ. Στα τραπέζια του Τζότζου κάθισαν μυθικοί άνθρωποι. Από το Βαμβακάρη και τον Παγιουμτζή, το Λάφκα, τον Μπιθικώτση, το Θεοδωράκη, το Χατζιδάκι, το Λοϊζο, το Μητροπάνο, τον Φυσσούν, τον Κατράκη, τον Σπύρο Ευαγγελάτο και μετέπειτα το Μάλαμα, το Μητρέντζη, τον Ιεοκλή Μιχαηλίδη, τον Καμπουρέλο, τους δημιουργούς της Τουμπουρλίκας. Και μαζί εξαιρετικοί μουσικοί. Μερικά από τα καλύτερα μπουζούκια της χώρας. Αυθεντικοί ρεμπέτες. Κουτσαβάκια. Νυχτόβιοι. Φωνάρες... Ο Τζότζος είναι κάθε νύχτα εκεί. Μέχρι το ξημέρωμα. Γνωρίζει τους πάντες και τα πάντα. Είναι θρύλος. Τον χαιρετούν όλοι με αγάπη. Και του αναγνωρίζουν το μοναδικό ύφος και το αθυρόστομο στόμα που μιλά σε όλους, από διάσημους  μέχρι τους πιο άγνωστους.. Η κομπανία του μαγαζιού έπαιζε ασταμάτητα λαϊκά και ρεμπέτικα καθώς τα γκαρσόνια σέρβιραν τα τηγανητά του εδέσματα και τις περίφημες ρετσίνες που ο ιδιοκτήτης προμηθεύονταν από την Καρδίτσα και εξού έμεινε η θρυλική ατάκα ‘’Πιάσε μια Καρδίτσα’’. Τα γλέντια κρατάνε μέχρι το πρωί. Η γειτονιά, παρότι δεν ησυχάζει ποτέ τον αγαπά πολύ και δεν διαμαρτύρεται για το χαμό που γίνεται. Οι αστυνομικοί συνεχίζουν να έρχονται κατά καιρούς και ο Τζότζος που έχει συνηθίσει τις επισκέψεις τους λέει: Άμα θέλετε να βρείτε καμιά γυναίκα καθίστε, τίποτε άλλο δεν θα βρείτε εδώ... 

Φωτογραφία: Ο “Τζότζος” στην Άνω Πόλη δημιούργημα του θρυλικού αριστερού Καφετζίδη. Κάτω η ταβέρνα, πάνω το σπίτι του. Ο Τζότζος έστησε στην Άνω πόλη μια ταβέρνα που σημάδεψε μια από τις πιο εμβληματικές εποχές στη Θεσσαλονίκη. Ψηλός, δυνατός, γλυκύτατος, με εκφραστικότατα μάτια (μια πονεμένη, τσακισμένη, θα ’λεγα ματιά, ανάμεικτη με την πονηριά που κομίζουν η θητεία στην πιάτσα και οι συσσωρευμένες κοινωνικές εμπειρίες) και χείλη «γραμμένα» -μια ελληνική εκδοχή χολιγουντιανού γόη του παλιού καιρού-, με μια χαρακτηριστική «κρασοκοιλιά», που με την ηλικία όλο και γέμιζε από λίγο αλλά του «πήγαινε» πολύ, ένα κράμα ντόμπρου και κιμπάρη (οι εξηγήσεις του ήταν μπεσαλίδικες), χαρισματικού προφορικού αφηγητή (απ’ το στόμα του ακόμη και αιμοβόρες ιστορίες ακούγονταν σαν όμορφα παραμύθια), περπατημένου ήπιου μάγκα (ήξερε απέξω και είχε ζήσει ο ίδιος τα μουσικά στέκια της νύχτας με όλο τον θίασο απ’ τους πρωταγωνιστές ως τους κομπάρσους τους), με το αριστερό φρόνημα ως παράσημο ανδρείας (οι ασφαλίτες και οι ρουφιάνοι τον είχαν σημαδεμένο και δεν τον άφηναν σε χλωρό κλαρί από πιτσιρίκο, μέχρι νεαρό εργάτη στις αγορές κι όταν δούλευε κατόπι στους Μπενσουσάν και αργότερα ως ταβερνιάρη), συνειδητού εκφραστή της προσφυγικής παράδοσης (οι Τουρκομερίτες «ματζίρηδες» πέριξ της Ακροπόλεως ορκίζονταν στ’ όνομά του), έγκυρου γνώστη και φανατικού λάτρη του λαϊκού τραγουδιού και προσωπικού φίλου του Καζαντζίδη τον οποίο τιμούσε ως θεό (στο αθάνατο ηλεκτρόφωνο της ταβέρνας όλοι οι τίτλοι τραγουδιών του Στέλιου επιγράφονταν «ΑΡΧΟΝΤΑΣ»), αξεπέραστου σαρκαστή όταν εύρισκε αφορμή να στολίσει κάποιον με μπινελίκια («Γιώργο, γιατί είναι τόσο ξανθός αυτός που μπήκε τώρα στο μαγαζί;», «γιατί το ’41 τον πηδούσαν οι Γερμανοί, εγώ γλύτωσα απ’ αυτούς, γι’ αυτό βγήκα μελαχρινός»), «δάσκαλου», με τον τρόπο του, πολλών, κυρίως νεότερων θαμώνων του καπηλειού, περαστικών, φοιτητών, μουσικών («παιδιά, αυτή είναι η τελευταία ρετσίνα γι’ απόψε, κι αύριο μέρα είναι» συμβούλευε την παρέα του Δημήτρη Σφίγγου της «ΠΡΙΓΚΙΠΕΣΣΑΣ» ή «μη μπερδευτείτε μ’ εκείνα τα μαστούρια απέναντι, είναι μούτρα, αλάργα», ορμήνευε για να φυλάξει απ’ τις κακοτοπιές την συντροφιά του Λάρυ –κι οι δυο τους, Λάρυ και Σφίγγος, όπως και τόσοι άλλοι, εκεί μέσα έμαθαν την τέχνη του μπουζουκιού)... Την μεταδικτατορική περίοδο, όταν η Θεσσαλονίκη είχε αφήσει κατά πολύ πίσω της την πρωτεύουσα, -περνώντας μια περίοδο αναγέννησης (την οποία δυστυχώς διαδέχτηκε, με την σύμπραξη του λαού και των ταγών της, ένας οπισθοδρομικός νεομεσαίωνας) με το δυναμικό φοιτητικό κίνημα, την θεατρική και κινηματογραφική άνθιση, την αναβίωση του ρεμπέτικου, την δημιουργία πολλών μουσικών σκηνών και την άνθιση λαϊκών ταβερνείων, την πανεπιστημιακή πρωτοπορία (το Πανεπιστήμιό μας είχε συγκεντρώσει τότε το ανθό της προοδευτικής πνευματικής ζωής της χώρας), τον καλπασμό του ερωτισμού, συμβατικού και αγοραίου, και άλλων δαιμονίων, -και ενώ οι εμβληματικοί, πανελλήνιας εμβέλειας ποιητές μας βρίσκονταν ακόμη στη ζωή, ο Τζότζος μάζευε κάθε βράδυ και σύντομα καθιερώθηκε σαν το πιο αγαπημένο στέκι ανθρώπων της κουλτούρας, όπως οι σπουδαίοι δάσκαλοι και φίλοι μας Μαρωνίτης, Σαββίδης, Μοσκώφ, Φατούρος, κ. α., γνωστών Θεσσαλονικιών Λαμπράκηδων, όπως η παρέα του Σακέτα, φιλοξενούμενων ηθοποιών και μουσικών εξ Αθηνών, των καλύτερων μουσικών της πόλης, -όπως πάντα- της παλαιάς και νέας φρουράς, (ο αείμνηστος αδερφός Νίκος Παπάζογλου έχει γράψει ένα τραγούδι για το μαγαζί του Τζότζου, αλλά δεν το ηχογράφησε, ίσως λόγω «ακατάλληλων» στίχων), εκκολαπτόμενων λαϊκών καλλιτεχνών, και ενός φελινοπαζολινικού θιάσου από ερωτιάρες γκόμενες, φαντάρια, φοιτηταριό, τύπους της γειτονιάς, παροπλισμένους λαϊκούς αρτίστες, λογιώ λογιώ παρίες, σακάτηδες και χρήστες, ενίοτε πεταλούδες της νύχτας, παρτουζιάρες και παρτουζιάρηδες και άλλους εκλεκτούς. Αυτά είναι τα καλά τα μαγαζιά, εκεί που χωράμε όλοι. Εννοώ κουλτούρα και λαός. Όχι «λαός και Κολωνάκι». Αλλά : Αντίσταση και λαγνεία. Ποίηση και αλητεία. Λαϊκό τραγούδι και αμαρτία. Ένα αχτύπητο χαρμάνι, λοιπόν, έφτιαχνε εκεί μέσα η πελατεία του. Απ’ τις ατμόσφαιρες που δεν γίνεται να περάσουν ποτέ απολύτως πιστά στην τέχνη. Το έκαναν αριστοτεχνικά -στήνοντας παρόμοιες ατμόσφαιρες- ο Κακογιάννης με την «Στέλλα» και ο Δαμιανός με την «Ευδοκία». Μα η αυθεντικότητα της ζωής δεν μπορεί να αναπαρασταθεί απόλυτα στις ιδιότροπες λεπτομέρειές της. Ο Καφετζίδης μαζί με την θρυλική «Δόμνα», κάτω απ’ τον Πύργο του Τριγωνίου, δέσποζε στην ιεραρχία μιας σειράς εμβληματικών μαγαζιών της εποχής στην Άνω Πόλη –και συνεκδοχικώς σε ολόκληρη την Σαλονίκη-, που οι δόξες τους έχουνε –φευ- παρέλθει ανεπιστρεπτί, όπως ο «Μακεδονικός», ο «Πλασταράς» και ο «Χιώτης», πίσω απ’ την μεγάλη πορτάρα των Αγίων Αναργύρων, ο «Ανάπηρος», του «Κουφού», κ.α.. 

Φωτογραφία: Άποψη των βυζαντινών τειχών της Θεσσαλονίκης.  Photo: View of the Byzantine walls of Thessaloniki.

Φωτογραφία: Ιερά Βασιλική Πατριαρχική Και Σταυροπηγιακή Μονή Βλατάδων Εν Θεσσαλονίκη. Η Μονή Βλατάδων βρίσκεται στο βόρειο τμήμα της Άνω Πόλης της Θεσσαλονίκης, νότια των βόρειων τειχών και απέναντι από τον πύργο των Παλαιολόγων. Είναι το μοναδικό από τα βυζαντινά μοναστήρια που διασώθηκε μέχρι σήμερα. Η Μονή ιδρύθηκε από δυο μοναχούς, τους Δωρόθεο και Μάρκο Βλατή γύρω στο 1351 με 1371, όταν ο Δωρόθεος έγινε μητροπολίτης Θεσσαλονίκης, στη θέση παλαιότερου καθιδρύματος. Η μονή αφιερώθηκε αρχικά στον Παντοκράτορα Χριστό ενώ σήμερα τιμάται στη μνήμη της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος. Χορηγός της Μονής εικάζεται ότι ήταν επίσης η αυτοκράτειρα Άννα Παλαιολογίνα, η οποία είχε εγκατασταθεί στη Θεσσαλονίκη το 1351 και έμεινε σ' αυτή μόνιμα μέχρι το θάνατό της. Σύμφωνα με την προφορική παράδοση, στην περιοχή της Μονής ο Απόστολος Παύλος κήρυξε προς τους Θεσσαλονικείς στην δεύτερη περιοδεία του (51 μ.Χ.). Άλλωστε στο παρεκκλήσιο των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου δείχνουν ακόμη και σήμερα την πέτρα στην οποία στάθηκε ο Απ. Παύλος. Η Μονή Βλατάδων είναι «σταυροπηγιακή» μονή, που σημαίνει ότι εξαρτάται απευθείας από τον Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης· [σταυροπηγιακές ονομάζονται οι εκκλησίες που, σύμφωνα με την παράδοση, κατά τη θεμελίωσή τους τοποθετούσαν στον χώρο σταυρό («σταυρός πήξαιτο»)]. Αρχιτεκτονικά, το καθολικό είναι ένας σύνθετος εγγεγραμμένος ναός με περίστωο και ανήκει στην ομάδα των ναών- καθολικών μοναστηριών που φέρουν κοινά χαρακτηριστικά στην τυπολογία, τη μορφολογία τους και διαμόρφωσαν τη λεγόμενη: «Σχολή της Θεσσαλονίκης». Photo: In the northern part of Ano Poli — the historical district of Thessaloniki that is also called the Upper town, — the monastery Vlatadon is located. It was built as far back as in Byzantine period and remains to be in excellent condition. Located at an altitude of 130 m above the sea level, Vlatadon is visible from almost anywhere in Thessaloniki and lets visitors enjoy a wonderful scenery that opens from its surrounding area.   According to a legend, it is a place where in year 51 Apostle Paul preached to the Thessalonians. In the monastery beautiful frescoes, which date back to the end of XIV century, are preserved. There is a museum with rare icons and manuscript of the X century, a Patriarchal Institute of patristic studies is working, and in the interesting church library, you can see some rare valuable manuscripts. At the present location of Vlatadon in ancient times, quarries were situated, and later an early Christian temple was built. The monastery was founded by brothers Mark and Dorotheus Vlatady who were the followers of saint Gregory Palamas. The exact date of foundation is unknown — presumably, the main church was built in 1351. The financial support for building was provided by Empress Anna Paleologina who settled in Thessaloniki after her husband’s death. The monastery was dedicated to Christ Pantocrator, and nowadays — to Transfiguration of the Lord. During the first Turkish occupation in 1387, the Catholicon was turned into a mosque, and when the Ottomans came to power in 1430, the monastery got a permission to function as a monastic fund during the whole period of Ottoman rule. Vlatadon was declared to be a patriarchal and stavropegic, and possessed the patriarchal privileges throughout the history of its existence.   

Φωτογραφία: Σπαράγματα παλαιοχριστιανικής και ελληνιστικής εποχής στη μονή Βλατάδων.  Photo: Ancient Christian and Hellenistic era ruins in the Vlatadon monastery.

Φωτογραφία: Στο εσωτερικό του σώζει εξαιρετικά δείγματα παλαιολόγειας ζωγραφικής, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζει η ένταξη του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά στο εικονογραφικό πρόγραμμα του ναού, η οποία φαίνεται πως έγινε πολύ σύντομα μετά τον θάνατό του με πρωτοβουλία πιθανώς του μαθητή του και μετέπειτα αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, Δωρόθεου Βλαττή (1371-1379). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν οι τοιχογραφίες που χρονολογούνται ανάμεσα στο 1360 με 1380. Πρόκειται για μια ήρεμη ζωγραφική με ραδινές μορφές που χαρακτηρίζονται από συγκρατημένο πάθος και κομψές κινήσεις.

Φωτογραφία: Στον τρούλο εικονίζεται ο Χριστός Παντοκράτορας με αγγελικές δυνάμεις και ολόσωμους προφήτες. Στα εσωράχια των τόξων διατηρούνται σκηνές από το Δωδεκάορτο και στους τοίχους άγιοι σε δύο ζώνες, ασκητές και μοναχοί. Στη στοά σώζονται χαμηλά στρατιωτικοί άγιοι και πάνω από αυτούς σκηνές από τα θαύματα του Χριστού. Από το σφυροκόπημα γλίτωσαν οι σκηνές της Βάπτισης και των «Τριν παίδων ν καμίν» στις δύο μικρές κόγχες του νάρθηκα. Στον δεξιό τοίχο της διόδου από τον νάρθηκα στον κυρίως ναό εικονίζεται ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, επιβεβαιώνοντας τη σχέση της μονής με το κίνημα του Ησυχασμού. Οι τοιχογραφίες του νότιου παρεκκλησίου που είναι αφιερωμένο στους αποστόλους Πέτρο και Παύλο δεν διακρίνονται λόγω της κάπνας που επικάθησε. Το ξυλόγλυπτο τέμπλο αντικατέστησε το παλαιότερο μαρμάρινο του ναού και χρονολογείται πιθανώς στον 17ο αιώνα, αλλά ορισμένα τμήματά του, όπως τα θωράκια είναι του 19ου αιώνα. Στη μονή υπάρχει επίσης σκευοφυλάκειο, όπου φυλάσσονται πολλά από τα κειμήλια της ιστορίας της, κυρίως εικόνες και λειτουργικά σκεύη από τον 12ο μέχρι και τον 19ο αιώνα. 

Photo: The image of Christ Pantocrator as well as the images of angels crown the dome of the temple, the walls and wall arches show Christmas festive scenes and the scenes of Entrance into Jerusalem and Epiphany Day. During the restoration works that were carried out in the XX century, the wall images that date back to the XI century have shown up. This fact made it possible to suppose the earlier existence of the temple.  

Φωτογραφία: Το Βυζαντινό Λουτρό της Θεσσαλονίκης αποτελεί το μοναδικό σωζόμενο λουτρό της μεσοβυζαντινής περιόδου σε ολόκληρη την Ελλάδα, χρονολογείται ανάμεσα στα τέλη του 13ου και στις αρχές του 14ου αιώνα και συγκαταλέγεται στoν κατάλογο των Μνημείων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO. Βρίσκεται στη συνοικία Κουλέ Καφέ της Άνω Πόλης, και πιο συγκεκριμένα στην είσοδο της συνοικίας, αρκετά κοντά σε άλλα βυζαντινά μνημεία της πόλης. Πρόκειται για ένα ορθογώνιο κτίσμα που αποτελείται από τρεις κύριους χώρους, καθένας από τους οποίους χωρίζεται σε δύο διαμερίσματα. Ο πρώτος χώρος, ο προθάλαμος του κτιρίου, ήταν ψυχρός και τα διαμερίσματά του χρησιμοποιούνταν ως αποδυτήρια. Ο δεύτερος χώρος, ο χλιαρός , λειτουργούσε ως χώρος προετοιμασίας για το λουτρό και είχε μια μέση θερμοκρασία. Τέλος, ο τρίτος χώρος, ο θερμός αποτελούσε το κυρίως λουτρό. Υπογείως κυκλοφορούσε ζεστός αέρας για επιδαπέδια θέρμανση, ενώ με επιτοίχιους αεραγωγούς ο ζεστός αυτός αέρας ρύθμιζε τη θερμοκρασία του κάθε χώρου. Σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές ήταν λουτρό της γειτονιάς και λειτουργούσε εκ περιτροπής ως ανδρικό και γυναικείο. Λειτούργησε για περίπου επτά αιώνες. Η λειτουργία του συνεχίστηκε ακόμα και την περίοδο της Τουρκοκρατίας, περίοδο κατά την οποία ήταν γνωστό ως «το Λουτρό του Κουλέ Καφέ», αλλά με ορισμένες αλλαγές λόγω των θρησκευτικών παραδόσεων των Μουσουλμάνων. Πιο συγκεκριμένα, το Κοράνι επιβάλλει τη χρήση ρέοντος νερού για αυτό και αφαιρέθηκαν από το λουτρό οι λουτήρες του, χαρακτηριστικό στοιχείο των βυζαντινών λουτρών. Η λειτουργία του σταμάτησε τη δεκαετία του 1940 και έπειτα εγκαταλείφθηκε για πολλά χρόνια. Το 1952 κηρύχθηκε διατηρητέο μνημείο από το υπουργείο Πολιτισμού, ενώ κατά τη δεκαετία του '70 έγιναν από την Αρχαιολογική Υπηρεσία ορισμένες διερευνητικές εργασίες που είχαν ως αποτέλεσμα την αποκάλυψη μιας από τις πλευρές του, που λόγω υψομετρικής διαφοράς ήταν στο μεγαλύτερο μέρος της επιχωμένη. Η αναστήλωσή του ολοκληρώθηκε το 2014 από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Πόλης Θεσσαλονίκης. Photo: The Byzantine Bath of the Upper Town in Thessaloniki is one of the few and best preserved of the Byzantine baths that have survived from the Byzantine period in Greece. It is located on the Theotokopoulou Street in the Upper Old Town of Thessaloniki. The baths date to the late 12th/early 13th century, and functioned continuously until 1940, when they shut down probably due to World War II and the German occupation of Greece. The Byzantine sources do not mention it, hence it is likely that it originally belonged to a monastery complex. In Ottoman times, it was known as Kule Hammam, i.e. "bath of the citadel". The bath's long use led to numerous alterations of the original structure over time. The original architecture follows the typical conventions of Roman baths. The original entrance in the south leads to the rectangular frigidarium rooms, which were used as dressing rooms. Then came two vaulted tepidarium rooms and finally two caldarium rooms. The latter were square in shape and featured hypocausts below the floor. One was covered by a dome supported by an octagonal base with eight windows, the other had a domed ceiling. To the north of the baths was the cistern that provided it with water, with a hearth beneath to warm it. In Byzantine times the building was alternately used by men and women, but in the Ottoman period the bath was divided into exclusively male and female sections, by blocking off each pair of rooms from each other. The bath was one of several in the city—the 14th-century writer Nikephoros Choumnos claims that Thessaloniki had more baths than inhabitants — but is the only surviving in Thessaloniki and the largest and most complete of the handful of Byzantine baths surviving elsewhere in Greece: five ruined public baths—two in Corinth, one in Sparta, one in Paramythia, one in Ioannina Castle—and one each in the monasteries of Kaisariani and Zoodochos Pigi. Although closed since 1940, the bath was subject to neglect and damage during the 1978 earthquakes, and only survived standing through heavy propping up by the 9th Ephorate of Byzantine Antiquities and the protection offered by an external metal sheet covering. In 1988, it was included among the Paleochristian and Byzantine monuments of Thessaloniki on the list of World Heritage Sites by UNESCO. Following four years of restoration work, the bath was re-opened to the public as a museum and cultural space in June 2015.

Ράινερ Μαρία Ρίλκε, «Πριν από τα πάθη»

Αν αυτό ‘χες θελήσει, δεν έπρεπε μέσα

από σπλάχνα γυναίκας να περάσεις:

ας έσκαβαν, σωτήρες για να βρουν τα σπλάχνα

των βουνών, όπου από το σκληρό το σκληρό βγαίνει.

Δεν νιώθεις πόνο εσύ, έτσι να ερημώνεις

την αγαπημένη κοιλάδα σου; δες την ανημποριά μου!

Δεν έχω παρά ρυάκια από γάλα κι από δάκρυα μόνο-

μα εσύ μέσα στο υπέρμετρο ήσουν πάντα…

Με πόση δε μου ευαγγελίστης πολυτέλεια!

Γιατί όμοια άγριος απ’ τα σπλάχνα μου δε βγήκες;

Αν μόνο τίγρεις χρειάζεσαι, να σε ξεσκίσουν,

γιατί μ’ έμαθαν, τότε, στον γυναικωνίτη,

ένα απαλό, καθάριο ρούχο να σου υφαίνω,

που, μήτε μια φορά, το πιο μικρό της ραφής ίχνος,

να σε στενοχωρά;- Η ζωή μου έτσι ήταν όλη,

και, τώρα, ξαφνικά, αναποδογύρισες τη φύση.

Ράινερ Μαρία Ρίλκε, «Ποιήματα», μτφ. Άρης Δικταίος, εκδ. Σ. Ι. Ζαχαρόπουλος

Φωτογραφίες: © Κωνσταντίνος Βακουφτσής

Πηγέςhttps://www.pronews.gr/thriskeia/767069_giati-ypodehthikan-me-vagia-ton-iisoy-sta-ierosolyma-ti-symvolizoyn/ - https://www.taxiarxes.com/ - https://greekamericangirl.com/the-unbearded-jesus-the-story-of-the-5th-century-mosaic-of-latomou-monastery-st-david-of-thessaloniki/ - https://parallaximag.gr/prosopa/tzotzos-kai-doksa-tis-ano-polis - https://parallaximag.gr/thessaloniki-news/tzotzos - https://saloniki.guide/en/Attraction-Vlatadon_Monastery-p330-r189473-Thessaloniki -https://www.thessalonikitourism.gr/index.php/el/component/k2/item/351-holy-patriarchal-and-stavropegic-monastery-of-vlatadon-in-thessaloniki - https://www.thessalonikitourism.gr/index.php/el/component/k2/item/391-the-byzantine-baths - https://en.wikipedia.org/wiki/Byzantine_Bath_(Thessaloniki)


 

Σάββατο 25 Φεβρουαρίου 2023

Επετειακή Έκθεση «Θεσσαλονίκη 1922: Μνημεία και Πρόσφυγες» στη Ροτόντα. “Thessaloniki 1922: Monuments and Refugees”, anniversary exhibition at the Rotunda

Η έκθεση «Θεσσαλονίκη 1922: Μνημεία και Πρόσφυγες», διοργανώνεται από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Πόλης Θεσσαλονίκης στο πλαίσιο των εκδηλώσεων μνήμης του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού για την επέτειο των 100 χρόνων από τη Μικρασιατική Καταστροφή. Η έκθεση εστιάζει αφενός στη χρήση των θρησκευτικών μνημείων ως προσωρινή στέγη των προσφύγων, όταν αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους, αφετέρου στη μεταφορά και διάσωση, από τις προσφυγικές οικογένειες, πολλών κειμηλίων, κυρίως φορητών εικόνων, από τις περιοχές προέλευσής τους, όπως την Ανατολική Θράκη, την Κωνσταντινούπολη και τη Μικρά Ασία, με την παρουσίαση, για πρώτη φορά σε έκθεση, 36 εικόνων και θρησκευτικών κειμήλιων. The exhibition focuses, on the one hand, on the use of religious monuments as a temporary shelter for refugees, on the other hand, on the transport and rescue, by the refugee families, of many heirlooms, mainly portable icons, from their regions of origin, such as Eastern Thrace, Constantinople and Asia Minor , with the presentation, for the first time in an exhibition, of 36 images and religious texts.


Η έκθεση αναπτύσσεται σε δύο ενότητες; «Οι πρόσφυγες στα μνημεία της Θεσσαλονίκης», «Κειμήλια προσφύγων» Στην πρώτη, με τίτλο «Οι πρόσφυγες στα μνημεία της Θεσσαλονίκης», μέσα από πλούσιο εικονογραφικό υλικό, ταχυδρομικά δελτάρια και αποκόμματα εφημερίδων, αποτυπώνεται η εικόνα της πόλης κατά την κρίσιμη δεκαετία 1912-1922, στη διάρκεια της οποίας, τα μνημεία της πόλης, μετά την απελευθέρωση, έγιναν τόποι εγκατάστασης πολλών προσφύγων, είτε από τις βαλκανικές χώρες (1912-1917), είτε πυρόπληκτων μετά την πυρκαγιά του 1917, είτε της Μικρασιατικής Καταστροφής (1919-1922), που αποτελεί και την κορύφωση της περιόδου αυτής. H. is developed in two sections. In the first, entitled “The refugees in the monuments of Thessaloniki”, through rich pictorial material, postcards and newspaper clippings, the image of the city is captured during the critical decade 1912-1922, during which, the monuments of the city, after . the liberation, the place of settlement of many refugees, either from the Balkan countries (1912-1917), or burned after the fire of 1917, or the Asia Minor Catastrophe (1919-1922), which is also the peak of this period.


Η έκθεση «Θεσσαλονίκη 1922: Μνημεία και Πρόσφυγες», διοργανώνεται από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Πόλης Θεσσαλονίκης στο πλαίσιο των εκδηλώσεων μνήμης του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού για την επέτειο των 100 χρόνων από τη Μικρασιατική Καταστροφή. Η έκθεση εστιάζει αφενός στη χρήση των θρησκευτικών μνημείων ως προσωρινή στέγη των προσφύγων, όταν αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους, αφετέρου στη μεταφορά και διάσωση, από τις προσφυγικές οικογένειες, πολλών κειμηλίων, κυρίως φορητών εικόνων, από τις περιοχές προέλευσής τους, όπως την Ανατολική Θράκη, την Κωνσταντινούπολη και τη Μικρά Ασία, με την παρουσίαση, για πρώτη φορά σε έκθεση, 36 εικόνων και θρησκευτικών κειμήλιων. The exhibition focuses, on the one hand, on the use of religious monuments as a temporary shelter for refugees, on the other hand, on the transport and rescue, by the refugee families, of many heirlooms, mainly portable icons, from their regions of origin, such as Eastern Thrace, Constantinople and Asia Minor . , with the presentation, for the first time in an exhibition, of 36 images and religious texts.


The second part presents the Asia Minor Campaign and in particular, the removal of the refugees from Eastern Thrace, as well as the refugee’s journey to Thessaloniki.

The section concludes with the installation in the city, and in particular in the area of ​​the acropolis, where a series of structures and houses were built in contact with the Byzantine fortification walls of the city, but also in temples, and especially in the temple of Achieropoiitou.

Many refugees settled in the Upper Town, building shacks in contact with the castles, while many found refuge in the center of the city, in the churches, centered on the church of Panagia Achiropoiitou, in schools, mosques and shopping arcades.




Η Ροτόντα αποτελεί, αναμφίβολα, ένα από τα χαρακτηριστικότερα ιστορικά κτίρια της Θεσσαλονίκης. Κάθε περαστικός βρίσκεται σε θέση να την αναγνωρίσει, ακόμα και να την αξιοποιήσει ως τόπο συνάντησης. Η ιδιαιτερότητα του κτιρίου, η οποία την αποτυπώνει εύκολα στη μνήμη, εντοπίζεται τόσο στον αρχιτεκτονικό περίκεντρο σχεδιασμό της, όσο και στη μοναδικότητα του ψηφιδωτού της διακόσμου.

Η Ροτόντα μπορεί να χρονολογηθεί στα τέλη του 3ου με αρχές του 4ου αιώνα. Ξεκίνησε να κατασκευάζεται ως μέρος του Γαλεριανού Συγκροτήματος, δηλαδή του Ανακτόρου του Καίσαρα στη Θεσσαλονίκη, το οποίο περιλάμβανε τον Ιππόδρομο και την Αψίδα του Γαλερίου στα νότια. Ο αρχικός σκοπός κατασκευής του οικοδομήματος μάς είναι άγνωστος μέχρι σήμερα. Οι δημοφιλέστερες θεωρίες υποστηρίζουν τη χρήση του ως μελλοντικό μαυσωλείο του Γαλερίου ή του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου, ως Πάνθεον ή και ως αυτοκρατορικό ναό. Έναν αίωνα περίπου μετά την ανέγερσή του, επί αυτοκράτορα Θεοδοσίου Α’, το κτίριο μετατράπηκε σε εκκλησία αφιερωμένη στη Θεία Δύναμη. Αργότερα, αφιερώθηκε στους Αγίους Ασωμάτους και, τελικά, στον Άγιο Γεώργιο, για τον οποίο είναι γνωστή μέχρι τις μέρες μας.

Για να ανταποκριθεί στις ανάγκες του εκκλησιάσματος, προστέθηκε στο αρχικό οικοδόμημα μια μακρόστενη αψίδα στα ανατολικά, μια είσοδος στα δυτικά και ένα περίστωο περιμετρικά του κτιρίου. Το 1591, μετατράπηκε σε μουσουλμανικό τέμενος, εξ ου και ο μιναρές που της προσδίδει πολυπολιτισμικό χαρακτήρα. Παρά τις αρχικές επιθυμίες για κατεδάφιση του μιναρέ, έπειτα από την απελευθέρωση της πόλης με τους Βαλκανικούς Πολέμους, η κυβέρνηση Βενιζέλου επέλεξε να τον διατηρήσει. Η απόφαση αυτή βασίστηκε σαφώς σε μια πιο μετριοπαθή στάση απέναντι στα ξένα ιστορικά-εθνικά στοιχεία της πόλης, άλλωστε με την ίδια λογική επιβίωσε και ο Λευκός Πύργος.





Στην Αχειροποίητο φυλάσσεται η σημαντικότερη εικόνα των προσφύγων της Ανατολικής Θράκης, η Παναγία η Ρευματοκράτειρα ή Ρευματοκρατόρισσα. Η ασημοκαλυμμένη ιστορική φορητή εικόνα ήταν το παλλάδιο των Θρακιωτών και τιμούνταν ιδιαίτερα από όλους τους Θρακιώτες στην εκκλησία της Παναγίας της Ρευματοκράτειρας στη Ραιδεστό.

Η Ρευματοκρατόρισσα είναι αμφίπλευρη εικόνα και στην πίσω πλευρά από την αργυροστόλιστη πρόσοψή της με την Παναγία, που χρονολογείται το 17ο αιώνα, υπάρχει και δεύτερη αγιογραφία με τη Σταύρωση που χρονολογείται το 15ο αιώνα. Την εικόνα έφεραν οι Θρακιώτες πρόσφυγες με την αποχώρηση του ελληνισμού από τις πατρογονικές εστίες το 1922. Ήταν η πολιούχος της Ραιδεστού ως τα χρόνια του ξεριζωμού και λατρευόταν με εξαιρετικές τιμές από τους κατοίκους της περιοχής και με λαμπρό πανηγύρι τη Δευτέρα της εβδομάδας της Διακαινησίμου, δηλαδή τη Δευτέρα μετά την Κυριακή του Θωμά.

Όμως η φήμη της και η λατρεία της απλωνόταν σ’ ολόκληρη τη Θράκη. Την εικόνα της Ραιδεστού τιμούν και σήμερα οι απόγονοι των Θρακιωτών στην Αχειροποίητο. Στη λειτουργία και την πανθρακική δοξολογία οι Ραιδεστινοί και άλλοι Ανατολικοθρακιώτες γιορτάζουν με λαμπρότητα τη μνήμη της. Η Παναγία της Ραιδεστού έμεινε στην Αχειροποίητο, γιατί στην παλαιοχριστιανική εκκλησία έστησαν το πρώτο προσφυγικό σπιτικό τους πολλές οικογένειες Ραιδεστινών όταν έφτασαν στη Θεσσαλονίκη. Η Παναγία Ρευματοκρατόρισσα, το παλλάδιο της Θράκης, που έφεραν από τη Ραιδεστό στην Αχειροποίητο το 1922 πρόσφυγες της Ανατολικής Θράκης

«Στή μισοβυθισμένη μές στά χώματα χειροποίητο, σέ μιά γωνιά το νάρθηκα, βρίσκεται σχεδόν παραπεταμένη Παναγία Ρευματοκρατόρισσα. Κατεβαίνω ρκετά συχνά καί τήν κοιτάζω πικροχαμογελώντας γιά τήν κοινή κατάντια μας. Δέ μοιάζει, βέβαια, μέ προσκύνημα ατό πού κάνω καί τό ξέρω καλά. Εναι πιό πολύ σάν πίσκεψη σέ μιά παλιά φιλενάδα τς γιαγις μου καί τς προγιαγις μου, που πάω γιά νά χαϊδευτ καί νά κλαυτ, μιά κι χουν λείψει προπολλο κενες. Τό κερί τ' νάβω πλς γιά νά βλεπόμαστε καλύτερα. Κρυφοκοιταζόμαστε σπου νά λιώσει κι στερα τή φιλ στά πεταχτά καί φεύγω. Τά συναισθήματά μας πάντοτε τά καταπιέζουμε στό σπίτι. ρες ρες θαρρ πώς κάτι θέλει νά μο μιλήσει. Ατό καί νά γίνει δέν πρόκειται νά τό θεωρήσω γιά θαμα.

Πολλές στορίες, πολλά νέκδοτα καί μυστικά, θά πρέπει νά ξέρει γιά τούς προγόνους μου. Αἰῶνες τήν προσκυνοσαν καί τήν μπιστεύονταν στήν πατρίδα. κε, ταν ρχόντισσα, εχε παλάτι δικό της, ατοκρατορικό. δ, μόλις καί τς πιτρέπουν νά κουρνιάζει σ' ατόν τό νάρθηκα. Πάλι καλά πού δέν τήν στειλαν κόμα σέ κανένα μουσεο. προσφυγιά κι ατηνς κι δική μας οτε ληξε οτε πρόκειται ποτέ νά λήξει. Χάσαμε τά σπίτια μας, τά παλάτια μας, κι ρθαμε δ νά παλεύουμε μέ τούς σκληροτράχηλους ντόπιους, πού μέσως μς ρμηξαν.

Τή Ρευματοκρατόρισσα τή φέραν ο παππούληδές μου πό μιά πολιτεία τς ΙΙροποντίδας. Τήν ρπαξαν μιά Κυριακή πρωί καί φύγαν πάνω στ' λογα. δεσπότης δέν πρόλαβε νά βγάλει τ' μφιά του, σάν ρθε εδηση πώς φταναν ο τσέτες. Πρόσταξε μοναχά τόν κόσμο νά πάρει μέσως τά βουνά, κι ατός, φο τέλειωσε πως πως τή λειτουργία, νέβηκε στό λογο καί καλπάζοντας μές στά χρυσά τούς πρόφταξε. Ο γέροι καί τά γυναικόπαιδα τρεχαν τό κατόπι, γύρω τριγύρω φερναν κύκλους τά παλικάρια, καί δίπλα στό δεσπότη νας παλίκαρος μέ τήν εκόνα γκαλιά πήγαινε πάνω στ' λογο. Κρύφτηκαν σ' να σπήλαιο βαθύ καί γλίτωσαν π' τούς τσέτες, πού πέρασαν π' τό διπλανό μονοπάτι. Στά μωρά εχαν δώσει μόκο, φιόνι3 δηλαδή, κι τσι δέν κλαγαν. ταν μπειροι σ' ατά καί πό καιρό γιά λα προετοιμασμένοι. Τή νύχτα κατέβηκαν κρυφά τά παλικάρια καί πραν κι λλα πράγματα. μως τόν γιο Γιώργη τόν ράπη4 κανένας δέν τόν πρόλαβε, τόν εχαν κάψει ο τορκοι. κλαψε δεσπότης σάν τό μαθε καί πρε τήν πόφαση νά τούς δηγήσει πιά στήν λεύθερη πατρίδα. Σέ δυό τρες μέρες, τραβώντας συνεχς κατά τά δυτικά, φτασαν στόν βρο καί διάβηκαν σά λιτανεία τό ρεμα. Ρευματοκρατόρισσα συγκράτησε καί πάλι τό πολύ νερό.

 Στή Σαλονίκη τούς πιό πολλούς τούς στρίμωξαν στήν χειροποίητο κε γύρω. Ο τορκοι εχαν μετατρέψει γιά αἰῶνες τήν τεράστια κκλησιά σέ τζαμί κι τσι τήν εχαν μαγαρίσει. Μποροσαν λοιπόν νά τή μαγαρίσουν λιγάκι κι ο νοικονόμητοι πρόσφυγες. Ατοί, φο στησαν τήν εκόνα τους στή θέση το ερο, χώρισαν μέ κουβέρτες καί σεντόνια χώρους σά δωμάτια κι ρχισαν νά ζον. ρωτες, καβγάδες, ξυλοδαρμοί, γλέντια, χαρές καί γεννητούρια, γίνονταν πίσω π' τά κρεμασμένα σεντόνια, πού τότε μόνο σηκώνονταν λα, ταν ταν διαίτερα μεγάλης σημασίας τό γεγονός. Στά καρναβάλια καίγονταν τό πελεκούδι. ς κι ο μπαγιάτηδες σαλονικοί προσπαθοσαν νά λάβουν μέρος. στερα π' λα ατά, ταν βέβαια περιττό νά ξαναγιαστε κκλησία, πράγμα μως πού γινε μεγαλοπρεπς, μόλις πέταξαν πό μέσα τούς πρόσφυγες. εκόνα, φυσικά, πόμεινε αχμάλωτη τν ξένων παπάδων.

Τίς στορίες ατές τίς μαθα πολύ ργότερα πό να πλθος νθρώπων, πού μέ τόν να τόν λλο τρόπο χει πλέον κλείψει. κτός π' τήν εκόνα, σχεδόν τίποτε λλο δέν πομένει πό κείνη τή γενιά. σο τήν κοιτάζω, τόσο θαρρ πώς βλέπω στό πρόσωπό της τή γιαγιά μου. τσι θά ταν, βέβαια, καί προγιαγιά μου. Ο νθρωποι μοιάζουν στίς δικές τους περιοχές. Εναι μως νέα εκόνα καί μορφη καί στό δέρμα κεραμιδιά, σάν νά βουτήχτηκε, πράγμα διόλου πίθανο, σέ αμάτινο ποτάμι. Πολλές σφαγές θρυλονται στά παλιά τά χρόνια. παππούς μου εχε μάθει π' τόν προπαππού μου καί πάντα κοίταζε τήν πλάτη το ρνιο,6 προβλέποντας τά αματα, τίς πενες καί τίς δίψες. Πήγαινε τότε κρυφά καί τό 'λεγε καί παρακαλοσε γονατιστός τή Ρευματοκρατόρισσα. ταν να λατρευτό μου πρόσωπο καμνε συνέχεια αμοπτύσεις βαριές τρέχοντας σάν τρελός γιά γιατρούς, πέρασα μιά στιγμή καί τό 'πα στήν εκόνα. Μά, ταν ργά πιά. τσι τρέχω πάντα στίς δύσκολες τίς χαρούμενες στιγμές καί τς τά λέω λα. Κι χι πώς περιμένω καμιά βοήθεια. Τί νά σο κάνει κι ατή νάντια στήν παντοδύναμη μοίρα; πλς νιώθω τή βαθιά νάγκη νά τά μπιστευτ σ' να δικό μου πρόσωπο, πού ξέρει τή ρίζα μου καί τή φύτρα μου κι νησυχε σως γιά ρισμένα καμώματά μου. Στούς γάμους, τίς κηδεες καί τά βαφτίσια πάντα τούς συγγενες δέν πρωτοθυμται κανένας;»... Γιώργος Ιωάννου, «Παναγία η Ρευματοκρατόρισσα» ( σαρκοφάγος, 1971).









Το εντυπωσιακότερο μέρος του οικοδομήματος αποτελούν αναμφίβολα τα ψηφιδωτά του. Εντοπίζονται στα εσωράχια των κογχών που διαπερνούν το εσωτερικό, καθώς και στον θόλο. Τα ψηφιδωτά των καμαρών φέρουν ανεικονικό διάκοσμο, ο οποίος δε μαρτυρεί το θρησκευτικό χαρακτήρα του οικοδομήματος. Τα μοτίβα, τα οποία παριστάνουν καρπούς, κλαδιά, άνθη, πτηνά, μαιάνδρους και αγγεία σε συμπλεκόμενους κύκλους θυμίζουν φατνώματα. Οι στιλιστικές και θεματικές διαφορές τους από τα ψηφιδωτά του θόλου μαρτυρούν διαφορετικές περιόδους κατασκευής. Πάντως, όλα προδίδουν πως πρόκειται για έργα του 5ου αιώνα.

Ο διάκοσμος του θόλου χωρίζεται σε τρεις διαδοχικές ζώνες. Στην εσωτερική κεντρική ζώνη σώζονται ελάχιστες ψηφίδες, αλλά με τη βοήθεια του σχεδίου που βρίσκεται από κάτω γίνεται φανερή μια αντρική φιγούρα με χρυσό φωτοστέφανο και ανυψωμένο το ένα χέρι. Κατά πάσα πιθανότητα εικονίζεται ο Χριστός θριαμβευτής μέσα σε μετάλλιο. Τη διακοσμημένη με φύλλα δόξα συγκρατούν τέσσερις άγγελοι, από τους οποίους σώζονται μόνο τμήματα των κεφαλιών. Ανάμεσά τους τοποθετείται με ακτινοβόλο φωτοστέφανο ένας φοίνικας, το μυθικό πουλί που αναγεννιέται μέσα από τις στάχτες του. Σχετίζεται, με αυτόν τον τρόπο, με την Ανάσταση των Νεκρών και μαρτυρεί την επιστροφή του Χριστού, προσδίδοντας στο ψηφιδωτό ένα εσχατολογικό περιεχόμενο.







Στη δεύτερη ενότητα, «Κειμήλια προσφύγων», παρουσιάζονται κειμήλια που έφεραν μαζί τους οι πρόσφυγες, όπως φορητές εικόνες που ανήκουν σε ιδιώτες για τους οποίους η Εφορεία Αρχαιοτήτων Πόλης Θεσσαλονίκης εξέδωσε απόφαση κυριότητας σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία (Αναστασία Γεράκη, Γεώργιος Γκαβέσης, Χρήστος Δρακούλης, Αριστείδης Κεσόπουλος, Βασιλική Κορομηνά, Γεώργιος Κυριαζής, Δημήτρης Μακρίδης, Ειρήνη Μποζίνου, Βαρβάρα Τσαχιρίδου, Μιλτιάδης Χατζηγεωργίου, Θεανώ Χατζηπασχάλη, Ηρακλής Ξανθόπουλος, Μαρί Πισκουλιάν), και παλαίτυπα από την ιδιωτική συλλογή του Αριστείδη Κεσόπουλου.



At the same time, other refugees developed in Kalamaria, Toumba and Agia Fotini, others headed to the outskirts, and settled in camps, or established settlements, in memory of their homelands.

As early as 1915, when thousands of French and British soldiers disembarked at the port of Thessaloniki, Achieropoiitos, – the only Byzantine church in the city that had not been consecrated until then, as its interior, appropriately designed as a museum, was to house . the Central Byzantine Museum— turns into a refugee camp for displaced populations of the war zones.







At the same time, other refugees developed in Kalamaria, Toumba and Agia Fotini, others headed to the outskirts, and settled in camps, or established settlements, in memory of their homelands (Kordelio, Menemeni, Xirokrini, Nea Efkarpia, Nea Efkarpia, Nea Efkarpia, New Fruitfulness, New Fruitfulness, New Fruitfulness, New Fruitfulness, New Fruitfulness, New Fruitfulness, New Fruitfulness, New Fruitfulness, New Fruitfulness, New Fruitfulness, New Fruitfulness, New Fruitfulness, New Fruitfulness, New Fruitfulness, New Fruitfulness, New Fruitfulness, New Fruitfulness , New Efkarpia, New Efkarpia, New Efkarpia, New Efkarpia, New Efkarpia, New Efkarpia, New Efkarpia, New Efkarpia, New Efkarpia, New Efkarpia. New Magnesia, Sykies, Neapoli, Saranda Churches).

As early as 1915, when thousands of French and British soldiers disembarked at the port of Thessaloniki, Achieropoiitos, – the only Byzantine church in the city that had not been consecrated until then, as its interior, appropriately designed as a museum, was to house . the Central Byzantine Museum— turns into a refugee camp for displaced populations of the war zones.












At the same time, other refugees developed in Kalamaria, Toumba and Agia Fotini, others headed to the outskirts, and settled in camps, or established settlements, in memory of their homelands (Kordelio, Menemeni, Xirokrini, Nea Efkarpia, Nea Efkarpia, Nea Efkarpia, New Fruitfulness, New Fruitfulness, New Fruitfulness, New Fruitfulness, New Fruitfulness, New Fruitfulness, New Fruitfulness, New Fruitfulness, New Fruitfulness, New Fruitfulness, New Fruitfulness, New Fruitfulness, New Fruitfulness, New Fruitfulness, New Fruitfulness, New Fruitfulness, New Fruitfulness , New Efkarpia, New Efkarpia, New Efkarpia, New Efkarpia, New Efkarpia, New Efkarpia, New Efkarpia, New Efkarpia, New Efkarpia, New Efkarpia. New Magnesia, Sykies, Neapoli, Saranda Churches).

 




Μια διαφορετική πτυχή της Μικρασιατικής Καταστροφής, την προσωρινή εγκατάσταση προσφύγων σε θρησκευτικά μνημεία, όπου βρήκαν στέγη, όταν αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους, παρουσιάζει το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού στη Ροτόντα της Θεσσαλονίκης. Η έκθεση αναπτύσσεται σε δύο ενότητες: «Οι πρόσφυγες στα μνημεία της Θεσσαλονίκης», «Κειμήλια προσφύγων».

Στην πρώτη, με τίτλο «Οι πρόσφυγες στα μνημεία της Θεσσαλονίκης», μέσα από πλούσιο εικονογραφικό υλικό, ταχυδρομικά δελτάρια και αποκόμματα εφημερίδων, αποτυπώνεται η εικόνα της πόλης κατά την κρίσιμη δεκαετία 1912-1922, στη διάρκεια της οποίας, τα μνημεία της πόλης, μετά την απελευθέρωση, έγιναν τόποι εγκατάστασης πολλών προσφύγων, είτε από τις βαλκανικές χώρες (1912-1917), είτε πυρόπληκτων μετά την πυρκαγιά του 1917, είτε της Μικρασιατικής Καταστροφής (1919-1922), που αποτελεί και την κορύφωση της περιόδου αυτής.

Στο δεύτερο μέρος της ίδιας ενότητας παρουσιάζεται η Μικρασιατική Εκστρατεία και ειδικότερα, η απομάκρυνση των προσφύγων από την Ανατολική Θράκη, καθώς και το ταξίδι της προσφυγιάς προς τη Θεσσαλονίκη.


Η ενότητα ολοκληρώνεται με την εγκατάσταση στην πόλη, και ειδικότερα στην περιοχή της ακρόπολης, όπου κτίστηκε σειρά πρόχειρων κατασκευών και οικιών σε επαφή με τα βυζαντινά οχυρωματικά τείχη της πόλης, αλλά και σε ναούς, και ιδίως στον ναό της Αχειροποίητου.

Πολλοί πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν στην Άνω Πόλη, κτίζοντας παράγκες σε επαφή με τα κάστρα, ενώ αρκετοί βρήκαν καταφύγιο στο κέντρο της πόλης, στους ναούς, με επίκεντρο τον ναό της Παναγίας Αχειροποιήτου, σε σχολεία, τεμένη και εμπορικές στοές.

Παράλληλα, άλλοι πρόσφυγες αναπτύχθηκαν στην Καλαμαριά, την Τούμπα και την Αγία Φωτεινή, άλλοι κατευθύνθηκαν στα περίχωρα, κι εγκαταστάθηκαν σε στρατόπεδα, ή ίδρυσαν συνοικισμούς, σε ανάμνηση των αλησμόνητων πατρίδων (Κορδελιό, Μενεμένη, Ξηροκρήνη, Νέα Ευκαρπία, Νέα Κρήνη, Νέα Μηχανιώνα, Νέα Μαγνησία, Συκιές, Νεάπολη, Σαράντα Εκκλησιές).





After the end of the great war, the temple welcomed the Thessalonians who were left homeless by the fire of 1917, and then, in 1922, refugees of the Asia Minor disaster. Achieropoiitos was the accommodation of the last wave of refugees in 1922 for four years, as in 1926, after actions of the Metropolis and the Archaeological Service, the refugees were removed, with the aim of restoring and consecrating the temple.

The supervisory material of the unit is granted for use by the History Center of the Municipality of Thessaloniki, the Museum of Photography, ELIA-MET and the private Archives of I. Mittou, P. Eleftheriou and G. Konstantinidis.


Για να αντιληφθούμε την πνευματική διάσταση του ψηφιδωτού, θα πρέπει να αναζητήσουμε τις απαρχές του σε ένα απόκρυφο μεσοδιαθηκικό κείμενο του προφήτη Βαρούχ. Το κείμενο του 3ου αιώνα, το οποίο βρέθηκε στη συριακή γλώσσα και μεταφράστηκε από την ελληνική, κατείχε ιδιαίτερη σημασία για τις πρώιμες ιουδαιοχριστιανικές κοινότητες. Η προφητεία αναλύει την ηλιακή τοπογραφία, η οποία αποκαλύπτεται στον αρχάγγελο από τον Βαρούχ στον Τρίτο Ουρανό. Αναφέρει επίσης τον φοίνικα, ως φρουρό της γης που φιλτράρει με τα φτερά του τις ηλιακές ακτίνες για να μειώσει τη βλαβερή ακτινοβολία. Σκοπός του είναι να επιτρέψει στη γη μόνο τις ζωτικές ακτίνες, καθώς και η εξασφάλιση της ομαλής εναλλαγής της ημέρας και της νύχτας. Κατά μια θεωρία, απέναντι από τον φοίνικα, ο οποίος βρίσκεται ανατολικά, θα βρισκόταν ένας ήλιος, ώστε να παρουσιαστεί η μετακίνηση του ήλιου από τη Δύση στην Ανατολή, η ανανέωση δηλαδή της ημέρας.

Το πιο ιδιαίτερο, ίσως, σημείο του ψηφιδωτού βρίσκεται στην τρίτη και μεγαλύτερη ζώνη. Σε ένα χρυσό, υπερβατικό βάθος το οποίο διαγράφει κάθε στοιχείο τόπου και χρόνου, τοποθετούνται 24 με 36 λευκοντυμένες αντρικές μορφές σε στάση δέησης. Από την στάση τους οι άντρες ονομάστηκαν «Δεόμενοι» και, κατά πάσα πιθανότητα, αντιπροσωπεύουν τους μάρτυρες τις εποχής του Διοκλητιανού, παρόλα αυτά η αναγνώρισή τους περιορίζεται σε υποθέσεις.

Πίσω από τις μορφές ανοίγονται περίπλοκα αρχιτεκτονικά σχέδια, τα οποία ανακατεύουν την αίσθηση του εσωτερικού και εξωτερικού χώρου. Τα κτίρια τοποθετούνται σε οχτώ διάχωρα με την τοποθέτηση φυτικών λυχνοστατών και με τη βοήθεια κιόνων φέρουν αψίδες και τρούλους. Η εικονιζόμενη αρχιτεκτονική μάς παραπέμπει σε αστικά τοπία της Πομπηιανής ζωγραφικής. Κατά την επικρατούσα άποψη τα αρχιτεκτονήματα συμβολίζουν την Ουράνια Ιερουσαλήμ, μπροστά στην οποία στέκονται οι μάρτυρές της. Με την Ουράνια Πόλη να ανοίγεται στην κατώτερη ζώνη, είναι λογικό ο Χριστός που εικονίζεται στην κεντρική ζώνη να συμβολίζει την βασιλεία του στη μεταθανάτια ζωή. Εάν πράγματι ισχύει η επικρατούσα αυτή άποψη, το περιεχόμενο, τελικά, αποτελεί μια πρώιμη εσχατολογική απεικόνιση, την προσμονή δηλαδή της Δευτέρας Παρουσίας.