Ο
Norman Parkinson γεννήθηκε το 1913 και ξεκίνησε την καριέρα του σαν φωτογράφος
το 1931. Το 1934, σε ηλικία 21 ετών, άνοιξε το στούντιο του στο Λονδίνο μαζί με
τον Norman Kibblewhite.
Κάνει
τα πρώτα του βήματα σαν φωτογράφος πορτρετίστας των μεγαλοαστικών κύκλων του
Λονδίνου. Έτσι το 1935 έκανε την πρώτη του έκθεση με πορτρέτα νεαρών
δεσποινίδων της καλής κοινωνίας αλλά και διασημοτήτων της εποχής όπως η Vivien
Leigh και η Noel Coward αλλά με έναν δικό του πολύ ιδιαίτερο τρόπο.
Από
τους αριστοκρατικούς κύκλους πέρασε στην υψηλή ραπτική και το έκανε
φωτογραφίζοντας για την αγγλική έκδοση του Harper’s Bazaar.
Στη
Νέα Υόρκη άρχισε τη συνεργασία του με το Vogue. Συνέχισε να κάνει πορτρέτα,
φωτογραφίζοντας παράλληλα και τις διάφορες collection μόδας, κυρίως στο Παρίσι.
Επηρεάζεται
εκείνη την εποχή πολύ από τον ούγγρο Martin Munkacsi που έκανε τις φωτογραφίες
μόδας έξω από το στούντιο, δίνοντας κίνηση στα μοντέλα του.
Ο
Parkinson, συμβάλλει κι αυτός στην απελευθέρωση της φωτογραφίας μόδας
ξεφεύγοντας από τη στατικότητα του
στούντιο και επηρεάζει με τη σειρά του σημαντικά τους σύγχρονους
φωτογράφους.
Προτιμά
να φωτογραφίζει έξω και προσπαθεί να εντάξει τα μοντέλα του σε καθημερινές
στιγμές δίνοντας την αίσθηση του τυχαίου, είτε στον δρόμο, είτε κάνοντας σπορ
δίνοντας την ζωντάνια που στερεί το στούντιο, ενώ η κίνηση που προσδίδει είναι
έντονο χαρακτηριστικό στις φωτογραφίες του. To 1938 στις φωτογραφίες του
μπαίνει και το χρώμα.
Στον
Β' παγκόσμιο πόλεμο υπηρετεί σαν φωτογράφος με αναγνωριστικά αεροπλάνα πάνω από
την Γαλλία. Η δουλειά του γίνεται πλέον διάσημη για τη ζωντάνια, τον
αυθορμητισμό και το χιούμορ καθώς και για τη δημιουργική χρήση των εξωτερικών
χώρων.
Αρχίζοντας
από την Ιταλία και τις ΗΠΑ, βγάζει τα μοντέλα του στον δρόμο, που κυκλοφορούν
ανάμεσα στους περαστικούς δημιουργώντας happenings και προκαλούν πολλές κωμικές
καταστάσεις με τις αντιδράσεις των περαστικών.
Για
τον Norman Parkinson, η φωτογραφία είναι μια έκφραση της «χαράς και της ζωής»
και δεν είναι ποτέ ανιαρή.
Το
1947 παντρεύτηκε με το cover girl Wenda Rogerson την οποία χρησιμοποιεί συχνά
σαν μοντέλο. Το 1960 σταμάτησε τη συνεργασία του με το Vogue, άρχισε τη
συνεργασία του με το περιοδικό Queen και έκανε μια μεγάλη αναδρομική έκθεση των
φωτογραφιών του. Το 1964 απαθανατίζει τους Beatles. Όταν έληξε το συμβόλαιο του
με το Queen, ξαναγυρίζει στο Vogue, όπου οι δουλειές του τον φέρνουν στο Περού,
την Αιθιοπία, τις Σεϋχέλλες, την Κεϋλάνη και το Μεξικό.
Το
1974 γίνεται ο επίσημος φωτογράφος της αγγλικής βασιλικής οικογένειας. Τα
πορτρέτα που έκανε για την αγγλική βασιλική οικογένεια είναι χαρακτηριστικά και
διεθνώς γνωστά.
Το
1981 κάνει μία ακόμη αναδρομική έκθεση στη National Portrait Gallery του
Λονδίνου και το 1984 ο εκδοτικός οίκος Weidenfeld & Nicolson παρουσιάζει
στο Λονδίνο το βιβλίο του Life Work.
Ο
Norman Parkinson δεν πήρε ποτέ την σφραγίδα του καλλιτέχνη έτσι όπως την
γνωρίζουμε ή την αναζητούμε σε άλλους φωτογράφους, όμως οι φωτογραφίες του
κάνουν πολλές φορές την υπέρβαση.
Ανδρώθηκε
φωτογραφικά στην εποχή της αθωότητας, που ήταν η εποχή του μεσοπολέμου, πολύ
πριν δημιουργηθούν τα τερτίπια του μάρκετινγκ και των εκδοτών (έτσι τουλάχιστον
όπως τα γνωρίζουμε σήμερα) φωτογραφίζει αφήνοντας την ψυχή του ελεύθερη και
καταφέρνει να βγάζει κομμάτια του εαυτού του μέσα στις φωτογραφίες του.
Διασκέδαζε
τη ζωή φωτογραφίζοντας και όχι μόνο φωτογραφίζοντας, αφού το 1963 όταν
μετακόμισε σε νησάκι της Καραϊβικής (Tobago) φτιάχνοντας μια φάρμα με
γουρούνια, κατασκεύασε προϊόντα από χοιρινό και έδωσε αυτοσαρκαζόμενος στα
προϊόντα του την επωνυμία «Porkinson's Bangers». Είναι όμως και ένας ρεαλιστής
αφού ο ίδιος έλεγε: «Ένας φωτογράφος χωρίς περιοδικό πίσω του, είναι ένας
γεωργός χωρίς χωράφι». Πέθανε στις 15
Φεβρουαρίου του 1990.
Πηγή:
DPGR