Marc Chagall, Le Pendule à l'aile bleue, 1949
Τι
ώρα είναι; Όπως συμβαίνει συχνά, οι πολύ απλές ερωτήσεις οδηγούν τελικά σε
παράδοξες απαντήσεις. Έτσι, η «σωστή» απάντηση στο παραπάνω ερώτημα δεν είναι
ούτε τρεις παρά πέντε, ούτε δέκα και δέκα ούτε κάτι ανάλογο. Είναι: 13
δισεκατομμύρια 799 εκατομμύρια χρόνια.
Αλήθεια,
όταν λέμε σε έναν συνομιλητή μας ότι η ώρα είναι «δέκα και δέκα», τι ακριβώς
καταλαβαίνει αυτός; Η ώρα που δείχνουν τα ρολόγια μας είναι εντελώς συμβατική
και εξαρτάται καταρχήν από την εποχή του έτους και από τον τόπο διαμονής μας.
Αν είναι χειμώνας, δείχνουν κανονική ώρα, ενώ αν είναι καλοκαίρι, δείχνουν
θερινή. Αν πάλι βρισκόμαστε στην Ελλάδα, δείχνουν ώρα Ανατολικής Ευρώπης, ενώ
αν βρισκόμαστε στη Γερμανία, δείχνουν ώρα Κεντρικής Ευρώπης.
Fabric Hindu
calendar/almanac corresponding to Western years 1871-1872. From Rajasthan in
India. The left column shows the ten avatars of Vishnu, the center-right column
shows the twelve signs of the Hindu zodiac. Top middle panel shows Ganesha with
two consorts. The second panel shows Krishna with two consorts.
Για
να καθορίσουμε όμως μία χρονική στιγμή, δεν αρκεί να γνωρίζουμε τι ώρα είναι,
θα πρέπει να γνωρίζουμε και τι ημερομηνία έχουμε. Εκεί η κατάσταση είναι ακόμα
χειρότερη, αφού τα ημερολόγια που χρησιμοποιούν οι διάφοροι λαοί διαφέρουν
ριζικά μεταξύ τους, τόσο στην επιλογή της «αρχής» μέτρησης της ημερομηνίας όσο
και στη διάρκεια του έτους.
Στο
επικρατέστερο σήμερα ημερολόγιο ως αρχή λαμβάνεται η γέννηση του Χριστού, η
οποία υπολογίστηκε επί αυτοκρατορίας Ιουστινιανού από τον μοναχό Διονύσιο τον
Μικρό ότι αντιστοιχεί στο έτος 754 από κτίσεως Ρώμης. Βρίσκονται εν χρήσει όμως
και άλλα ημερολόγια με διαφορετικές χρονικές αφετηρίες, όπως για παράδειγμα το
εβραϊκό (από τη δημιουργία του κόσμου, το 3.761 π.Χ.) ή το μουσουλμανικό (από
την εγίρα, δηλαδή τη φυγή του Μωάμεθ από τη Μέκκα στη Μεδίνα, το 622 μ.Χ.). Όσο
για τη διάρκεια του έτους, ας μη γίνεται καλύτερα λόγος. Άλλα ημερολόγια έχουν
διάρκεια έτους 354 μέρες, άλλα 360 και άλλα 365 μέρες.
Όταν
τα συστήματα μέτρησης ενός φυσικού μεγέθους διαφέρουν, αυτό σημαίνει ότι τα
έχουμε επιλέξει αυθαίρετα. Στα μέσα του 19ου αιώνα είχε εμφανισθεί το ίδιο
φαινόμενο με το πρόβλημα της μέτρησης της θερμοκρασίας. Τα θερμόμετρα του
Φαρενάιτ, του Κελσίου και του Ρεομίρου είχαν διαφορετικές επιλογές, τόσο για το
«μηδέν» της κλίμακας όσο και για το «μέγεθος» του βαθμού, ακριβώς επειδή και τα
δύο είχαν επιλεγεί αυθαίρετα.
Photograph of
William Thomson, Lord Kelvin.
Το
πρόβλημα έλυσε ο Ουίλιαμ Τόμσον (Λόρδος Κέλβιν), ο οποίος ανακάλυψε ότι καμιά
θερμοκρασία δεν μπορεί να είναι μικρότερη από τη θερμοκρασία του απόλυτου
μηδενός. Τη θερμοκρασία αυτή (273 Κελσίου υπό το μηδέν) όρισε ως αρχή του
απόλυτου συστήματος θερμοκρασιών, η μονάδα του οποίου προς τιμήν του έχει
ονομασθεί Κέλβιν.
Η
κατάσταση με το πρόβλημα της μέτρησης του χρόνου φαίνεται να είναι ανάλογη. Από
την Κοσμολογία, τόσο τη θεωρητική όσο και την παρατηρησιακή, γνωρίζουμε ότι το
Σύμπαν, δηλαδή τόσο ο χώρος όσο και ο χρόνος δημιουργήθηκαν τη στιγμή της
Μεγάλης Έκρηξης. Επομένως η στιγμή της Μεγάλης Έκρηξης μπορεί να ληφθεί ως η
απόλυτη αρχή του χρόνου. Με βάση αυτό το «ρολόι» και τη σημερινή ακρίβεια των
μετρήσεών μας, η ώρα είναι 13 δισεκατομμύρια 799 εκατομμύρια χρόνια, με
ακρίβεια μόλις 21 εκατομμυρίων ετών.
Χάρης
Βάρβογλης