Arts Universe and Philology

Arts Universe and Philology
The blog "Art, Universe, and Philology" is an online platform dedicated to the promotion and exploration of art, science, and philology. Its owner, Konstantinos Vakouftsis, shares his thoughts, analyses, and passion for culture, the universe, and literature with his readers.

Δευτέρα 23 Ιουνίου 2014

Πίνδαρος, Πυθιόνικος δεύτερος, «Ιέρωνι Συρακοσίω, άρματι». Pindar, Pythian 2, “For Hieron of Syracuse Chariot Race”

Sicily, Syracuse, Hieron II AV Drachm. Struck circa 220-217 BC. Head of Persephone left with long flowing hair, head wreathed in grain ears; bucranium behind / IERWNOS, charioteer driving biga left, holding kentron in right hand, reins in left; monogram below horses. Hieron had won the horse-race at Delphi in 482 and again in 478 with the same horse that won for him in Olympia--Pherenikos (Victory-bringer).

[στρ. 1]
μεγαλοπόλιες Συράκοσαι, βαθυπολέμου
τέμενος ρεος, νδρν ππων τε σιδαροχαρμν δαιμόνιαι τροφοί,
μμιν τόδε τν λιπαρν π Θηβν φέρων
μέλος ρχομαι γγελίαν τετραορίας λελίχθονος, 5
εάρματος έρων ν κρατέων
[10] τηλαυγέσιν νέδησεν ρτυγίαν στεφάνοις,
ποταμίας δος ρτέμιδος, ς οκ τερ
κείνας γανασιν ν χερσ ποικιλανίους δάμασσε πώλους.

Ancient Coinage of Sicily, Syracuse, First Democracy, before 485 BC.

Ώ μεγαλούπολη Συρακούσα,
τέμενος του Άρη του πολεμόχαρου
κι αρματομάχων ηρώων κι αλόγων γεννήτρα,
σε σένα φέρνοντας έρχομαι
απ’ την υπέρολαμπρη Θήβα το μέλος αυτό,
να διαλαλήσει τη νίκη που πήρε
ο αρματηλάτης ο Ιέρωνας
στων τεθρίππων, που σειούνε τη γή, τον αγώνα
και στεφάνια μακρόφεγγα κρέμασε
στην Ορτυγία, την έδρα της ποταμίας Αρτέμιδας,
που όχι χωρίς τη βοήθεια της δάμασε
με τα πιδέξια του χέρια
τα ομορφοχάλινα εκείνα πουλάρια.

[αντ. 1]
π γρ οχέαιρα παρθένος χερ διδύμ 10
[20] τ' ναγώνιος ρμς αγλντα τίθησι κόσμον, ξεστν ταν δίφρον
ν θ' ρματα πεισιχάλινα καταζευγνύ
σθένος ππιον, ρσοτρίαιναν ερυβίαν καλέων θεόν.
λλοις δέ τις τέλεσσεν λλος νρ
εαχέα βασιλεσιν μνον, ποιν' ρετς. 15
κελαδέοντι μν μφ Κινύραν πολλάκις
[30] φμαι Κυπρίων, τν χρυσοχατα προφρόνως φίλησ' πόλλων,

Aphrodite of the Syracuse type. Parian marble, Roman copy of the 2nd century CE after a Greek original of the 4th century BC; neck, head and left arm are restorations by Antonio Canova. Found at Baiae, Southern Italy.

[επωδή]
ερέα κτίλον φροδίτας: γει δ χάρις φίλων ποίνιμος ντ ργων πιζομένα:
σ δ', Δεινομένειε πα, Ζεφυρία πρ δόμων
Λοκρς παρθένος πύει, πολεμίων καμάτων ξ μαχάνων 20
δι τεν δύναμιν δρακεσ' σφαλές.
[40] θεν δ' φετμας ξίονα φαντ τατα βροτος
λέγειν ν πτερόεντι τροχ
παντ κυλινδόμενον:
τν εεργέταν γανας μοιβας ποιχομένους τίνεσθαι. 25

Chariot racing on a black-figure hydria from Attica, ca. 510 BC.

Γιατί με τα δύο της τα χέρια η τοξεύτρα παρθένα
κι ο θεός των αγώνων ο Ερμής
τ’ αστραφτερά των στολίδια
στα βαρβάτα του βάζουν τ’ άτια,
όταν στο χαλινό τους υπάκουα εκείνος τα ζέβει
στο σκαλιστό των αρμάτων του δίφρο, αφού
του τρανού τριαινοσείστη ευχηθεί Ποσειδώνα.
Άλλοι γι’ άλλους ρηγάδες συνθέσανε
του μεγαλείου των ύμνους καλόηχους
των Κυπρίων συχνές κελαϊδούν οι φωνές
τον Κινύρα, που αγάπησε απ’ όλη
την καρδιά του ο ξανθόμαλλος Φοίβος,
της Αφροδίτης τον πρώτο ιερέα γιατί
φέρν’ η χάρη για τα έργα τα καλά την αντίχαρη.
Έτσι και σένα, ώ βλαστέ Δεινομένειε,
τραγουδούν μπρος στις πόρτεες των
οι Ζεφύριες Λοκρίδες παρθένες,
που η δική σου τις λύτρωσε δύναμη
κι από κινδύνους πολέμων αφεύγατους
είδαν για σένα το φως.
Μα τον Ιξίονα, λέγουν, προστάξανε οι θεοί
στο φτερωτό του κυλώντας παντούθε τροχό
να λέει στους θνητούς:
Τον ευεργέτη τιμάτε, πληρώνοντας
μ’ εγκάρδιες τη χάρη αμοιβές.

[στρ. 2]
μαθε δ σαφές. εμενέσσι γρ παρ Κρονίδαις
γλυκν λν βίοτον, μακρν οχ πέμεινεν λβον, μαινομέναις φρασν
[50] ρας τ' ράσσατο, τν Δις ενα λάχον
πολυγαθέες: λλά νιν βρις ες υάταν περάφανον
ρσεν: τάχα δ παθν οικότ' νρ 30
ξαίρετον λε μόχθον. α δύο δ' μπλακίαι
φερέπονοι τελέθοντι: τ μν ρως τι
μφύλιον αμα πρώτιστος οκ τερ τέχνας πέμιξε θνατος,

Ixion by Jules-Élie Delaunay (1828-1891) - Musée des Beaux-Arts de Nantes.

[αντ. 2]
[60] τι τε μεγαλοκευθέεσσιν ν ποτε θαλάμοις
Δις κοιτιν πειρτο. χρ δ κατ' ατν αε παντς ρν μέτρον. 35
ενα δ παράτροποι ς κακότατ' θρόαν
βαλον: ποτ κα τν κοντ': πε νεφέλ παρελέξατο,
ψεδος γλυκ μεθέπων, ϊδρις νήρ:
[70] εδος γρ περοχωτάτ πρέπεν ορανιν
θυγατέρι Κρόνου: ντε δόλον ατ θέσαν 40
Ζηνς παλάμαι, καλν πμα. τν δ τετράκναμον πραξε δεσμόν,

[επωδή 2]
ἑὸν λεθρον γ': ν δ' φύκτοισι γυιοπέδαις πεσν τν πολύκοινον νδέξατ' γγελίαν.
νευ ο Χαρίτων τέκεν γόνον περφίαλον,
[80] μόνα κα μόνον, οτ' ν νδράσι γερασφόρον οτ' ν θεν νόμοις:
τν νύμαξε τράφοισα Κένταυρον, ς 45
πποισι Μαγνητίδεσσι μίγνυτ' ν Παλίου
σφυρος, κ δ' γένοντο στρατς
θαυμαστός, μφοτέροις
μοοι τοκεσι, τ ματρόθεν μν κάτω, τ δ' περθε πατρός.

«Ιξίων» του José Ribera, 1632. Museo del Prado, Μαδρίτη. José Ribera's grittily realistic Ixion, 1632 (Museo del Prado).

Τα’μαθε κι ο ίδιος καλά, γιατί ενώ
γλυκιά βρήκε ζωή στους καλόβουλους πλάι Κρονίδες,
τη ευτυχία του πολύ να βαστάξει δεν μπόρεσε,
μα στου νού του την τρέλα την Ήρα ερωτεύτηκε
της μακάριας κλίνης του Δία το ταίρι.
Αλλά των φρενών του το ξέπαρμα
σε βλάβη τον έσπρωξε απόκοτη
κι ό,τι άξιζε αμέσως παθαίνοντας, βρήκε
παιδεμό π’ όμοιος του κι άλλος δεν είναι.
Τέτοιους πόνους του φέρνουν τα δυό του τα κρίματα:
το ένα, που πρώτος στον κόσμον ο ήρωας αυτός
έχυσε κι όχι χωρίς κακές τέχνες
αίμ’ ανθρώπου απ’ την ίδια γενιά του.
Τ’ άλλο, πως στους απειρόβαθους
μέσα θαλάμους του Δία
να βιάσει τη γυναίκα του ζήτησε.
Αλλά πρέπει κανείς να μετρά κάθε τί
στα δικά του πάντα τα μέτρα
να σε ποιόν οι παρότροποι έρωτες
συμφορά μαζεμένη τον ρίξανε
και τον πλέρωσαν: πλάι σε νεφέλη κοιμήθηκε
ο μωρός, αγκαλιάζοντας ψέμα γλυκό
γιατί στην ειδή με την υπερέξοχη
θυγατέρα του Ουράνιου του Κρόνου παράφερνε,
που του Δία του τη στήσανε οι τέχνες παγίδα,
όμορφή του ζημιά και τα ολέθρια εισέπραξε
κάτεργα πάνω στα τέσσερ’ αδράχτια τροχού.
Κι έτσι ανέλαβε, πέφτοντας σ’ άλυτες
χειροπέδες, το πάγκοινο για όλους το μήνυμα.
Δίχως τις Χάριτες γόνο του γέννησε αχάραγο
μόνον η μόνη νεφέλη αυτόν
από θεούς κι ανθρώπους ατίμητο,
που θρέφοντάς τον ονόμασε Κένταυρο.
Κι έσμιγε αυτός στου Πηλίου τα ριζά τις φοράδες
της Μαγνησίας και φύτρωσε θάμα κοπάδι,
πόμοιαζε και με τους δυό τους γονιούς του,
με τη μητέρα από κάτω
κι απάνωθε με τον πατέρα.

[στρ. 3]
[90] θες παν π λπίδεσσι τέκμαρ νύεται, 50
θεός, κα πτερόεντ' αετν κίχε, κα θαλασσαον παραμείβεται
δελφνα, κα ψιφρόνων τιν' καμψε βροτν,
τέροισι δ κδος γήραον παρέδωκ'. μ δ χρεν
φεύγειν δάκος δινν κακαγοριν.
εδον γρ κς ἐὼν τ πόλλ' ν μαχανί 55
[100] ψογερν ρχίλοχον βαρυλόγοις χθεσιν
πιαινόμενον: τ πλουτεν δ σν τύχ πότμου σοφίας ριστον.

Δίας και αετός, Λακωνικό κύπελλο του Ναυκρατίδη, 560 - 550 π.Χ.

Μόνο ο θεός ό,τι βάζει στο νού του τελειώνει
ο θεός το γοργόφτερο έφτασε αητό,
το δελφίνι της θάλασσας πέρασε,
τον ψηλοφαντασμένο γονάτισε,
ενώ σ’ άλλους αγέραστη χάρισε δόξα.
Μα εγώ ν’ αποφεύγω χρεωστώ
την κακιά, την πικρή δαγκανιάρικη γλώσσα,
γιατί ξέρω, αν και τόσο μακριά του, πως ο Αρχίλογος
ο ψογερός, κακορίζικα πάντοτε ζούσε
και βαρύλογες μόνο τον πάχαιναν έχθρες
μα ο πλούτος, σαν τύχει μαζί της σοφίας κι ο κλήρος,
το καλύτερο απ’ όλα είναι στον κόσμο.

[αντ. 3]
τ δ σάφα νιν χεις, λευθέρ φρεν πεπαρεν,
πρύτανι κύριε πολλν μν εστεφάνων γυιν κα στρατο. ε δέ τις
[110] δη κτεάτεσσί τε κα περ τιμ λέγει 60
τερόν τιν' ν' λλάδα τν πάροιθε γενέσθαι πέρτερον,
χαύνα πραπίδι παλαιμονε κενεά.
εανθέα δ' ναβάσομαι στόλον μφ' ρετ
κελαδέων. νεότατι μν ρήγει θράσος
δεινν πολέμων: θεν φαμ κα σ τν πείρονα δόξαν ερεν, 65

Διαδούμενος: Πρόκειται για αντίγραφο του 100 π.X. του φημισμένου χάλκινου αγάλματος του Διαδούμενου, που κατασκεύασε γύρω στο 450-425 π.X. ο Aργείος γλύπτης Πολύκλειτος. Tο άγαλμα ήταν περίφημο ήδη από την αρχαιότητα και αναφέρεται από το Pωμαίο ιστορικό Πλίνιο (nat. 34.55). Παριστάνεται νεαρός αθλητής να δένει στο κεφάλι του την ταινία της νίκης. Δίπλα στη μορφή υπάρχει κορμός δέντρου, που αποτελεί προσθήκη του αντιγραφέα. Σε αυτόν είναι ριγμένο το ένδυμα του νέου, και επάνω του στηρίζεται μια φαρέτρα, γεγονός που έχει οδηγήσει ορισμένους μελετητές στην ταύτιση της μορφής με τον θεό Aπόλλωνα. Tο άγαλμα ενσαρκώνει το αθλητικό ιδεώδες, αλλά και τις ιδανικές αναλογίες του γυμνού ανδρικού σώματος, όπως αυτές εκφράστηκαν στον “κανόνα” του Πολύκλειτου, ενός από τους κατ' εξοχήν γλύπτες χάλκινων αγαλμάτων αθλητών της κλασικής αρχαιότητας. Πρόσφατες έρευνες αποκάλυψαν ότι το γλυπτό έφερε επιχρύσωση. Βρίσκεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.

[επωδή 3]
[120] τ μν ν πποσόαισιν νδρεσσι μαρνάμενον, τ δ' ν πεζομάχαισι: βουλα δ πρεσβύτεραι
κίνδυνον μο πος <σ> ποτ πάντα λόγον
παινεν παρέχοντι. χαρε. τόδε μν κατ Φοίνισσαν μπολν
μέλος πρ πολις λς πέμπεται:
τ Καστόρειον δ' ν Αολίδεσσι χορδας κν 70
θρησον χάριν πτακτύπου
[130] φόρμιγγος ντόμενος.
γένοι' οος σσ μαθών: καλός τοι πίθων παρ παισίν, αε

[στρ. 4]
καλός. δ αδάμανθυς ε πέπραγεν, τι φρενν
λαχε καρπν μώμητον, οδ' πάταισι θυμν τέρπεται νδοθεν: 75
οα ψιθύρων παλάμαις πετ' αε βροτ.
[140] μαχον κακν μφοτέροις διαβολιν ποφάτιες,
ργας τενς λωπέκων κελοι.
κερδο δ τί μάλα τοτο κερδαλέον τελέθει;
τε γρ ενάλιον πόνον χοίσας βαθν 80
σκευς τέρας, βάπτιστός εμι, φελλς ς πρ ρκος λμας.

The so-called 'Farnese Diadumenos' is a Roman copy of a Greek original attributed to Polykleitos c.440 BC, depicting an athlete tying a victory ribbon round his head.

Κι έχεις, ως εσύ με ψυχή ελευθερόφρονη,
καθαρά να το δείξεις,
βασιλιά, κύριε πολλών ψηλοπύργωτων κάστρων
και τόσου λαού που αν λέγει κανείς
πως βρέθηκε κι άλλος ποτέ στην Ελλάδα ως τα τώρα
πιο μεγάλος σε δόξα και πλούτη από σένα,
μάταια με κούφια σαλεύει μυαλά.
Καράβι γιομάτο λουλούδια θ’ ανέβω, όταν ψάλλω
το μεγαλείο σου εγώ. Αν στρέγει της νιότης
των φοβερών των πολέμων το θράσος, μα λέγω και σύ
την άπειρη βρήκες τη δόξα σου απο κεί,
σαν οδηγούσες στις μάχες
πότε στρατό καβαλάρη και πότε πεζό
κι απ’ τ’ άλλο, οι βουλές της μεστής σου ηλικίας
να σε δοξάζω απο κάθε μεριά
μου επιτρέπουν ακίνδυνα.
Χαίρε σου στέλλεται ο ύμνος αυτός
πάνω απ’ το αφρόστεφο πέλαγος
σα Φοινίκων πραμάτεια
και συ το μέλος, σ’ αιολίδες χορδές, το Καστόρειο
καλοπρόθετα ευδόκησε μπρος σου να δείς
για τιμή της εφτάκρουστης λύρας.
Μένε όπως έμαθες να’σαι, ο πίθηκος βέβαια
για τα παιδιά είναι ωραίος.
πάντα του ωραίος, μ ο Ραδάμανθυς μέγας υψώθηκε
γιατί του’λαχε ο αμίμητος της σοφίας καρπός
κι ουδ’ ευφραίνεται μέσα η ψυχή του σε απάτες,
που οι ραδιούργοι με τέχνη στ’ αυτί ψυθυρίζουνε πάντα.
Είναι κατάρα κακή και στους δυό
όσοι ζιζάνια σπέρνουν κρυφά,
αλεπούδες στον τρόπο σωστές κι απαράλλαχτες.
Μα όσο για κέρδος, ποιά ωφέλεια θα’χουνε τάχα;
γιατ’ εγώ, ενώ τ’ άλλο το δίχτυ δουλεύει στον πάτο βαθιά,
μένω αβύθιστος σαν το φελλό
στης θάλασσας πάνω την άπλα.

[αντ. 4]
δύνατα δ' πος κβαλεν κραταιν ν γαθος
[150] δόλιον στόν: μως μν σαίνων ποτ πάντας, ταν πάγχυ διαπλέκει.
ο ο μετέχω θράσεος: φίλον εη φιλεν:
ποτ δ' χθρν τ' χθρς ἐὼν λύκοιο δίκαν ποθεύσομαι, 85
λλ' λλοτε πατέων δος σκολιας.
ν πάντα δ νόμον εθύγλωσσος νρ προφέρει,
[160] παρ τυραννίδι, χπόταν λάβρος στρατός,
χταν πόλιν ο σοφο τηρέωντι. χρ δ πρς θεν οκ ρίζειν,

[επωδή 4]
ς νέχει τοτ μν τ κείνων, τότ' αθ' τέροις δωκεν μέγα κδος. λλ' οδ τατα νόον 90
αίνει φθονερν: στάθμας δέ τινος λκόμενοι
περισσς νέπαξαν λκος δυναρν ἑᾷ πρόσθε καρδί,
[170] πρν σα φροντίδι μητίονται τυχεν.
φέρειν δ' λαφρς παυχένιον λαβόντα ζυγν
ρήγει: ποτ κέντρον δέ τοι 95
λακτιζέμεν τελέθει
λισθηρς ομος: δόντα δ' εη με τος γαθος μιλεν.

Η γέννηση του Πινδάρου. La naissance de Pindare, 1848. Ανρί Πιέρ Πικού (Henri-Pierre Picou 1824-1895), Musée d’ Orsay. 

Σε ανθρώπους σωστούς είναι αδύνατο
να πιάσουν τα λόγια που βάζει ο επίβουλος.
Κι όμως σ’ όλους αυτός την ουρά του κουνώντας
δεν παύει να πλέκει τα ολέθρια του βρόχια.
Αγύρευτο να’ναι το θράσος του ας είναι
τους φίλους μου εγώ ν’ αγαπώ,
μα στον εχθρό μου, εχθρός του αφού είμαι,
σα λύκος θα ιδώ πώς να τους έβγω μπροστά
λοξοδρομώντας μια δώθε μια κείθε κρυφά.
Ο ευθύγλωσσος άνθρωπος ξεχωρίζει παντού,
σε βασιλείς κι εκεί όπου ο λαύρος λαός
και κεί όπου οι σοφοί κυβερνούνε το κράτος.
Μόνο δεν πρέπει κανείς με το θεό να τα βάζει,
που πότ’ εκείνους υψώνει και πότε σ’ αυτούς
έδωσε δόξα μεγάλη μα μήτε κι αυτά
των φθονερών την ψυχή θεραπεύουν,
που περίσσια τη στάφνη τεντώνοντας
κάρφωσαν πρώτα βαριά στην καρδιά των την ίδια πληγή,
πριν ό,τι βάζουν στο νού των πετύχουν.
Συμφέρει ελαφρά να σηκώνει κανείς το ζυγό
που στον τράχηλο πάρει
γιατί ‘ναι δρόμος πολύ γλιστερός
να λαχτίζει κανένας στα κέντρα.
Είθ’ ανάμεσα πάντα να ζώ σε καλούς και να αρέσω.

Μετάφραση: Ιωάννης Γρυπάρης

For Hieron of Syracuse - Chariot Race - 470 or 468 BCE

The Charioteer of Delphi, one of the most famous statues surviving from Ancient Greece. Like modern jockeys, chariot racers were chosen for their lightness, but also needed to be tall, so they were frequently teenagers.

[1] Great city of Syracuse! Sacred precinct of Ares, plunged deep in war! Divine nurse of men and horses who rejoice in steel! For you I come from splendid Thebes bringing this song, a message of the earth-shaking four-horse race

[5] in which Hieron with his fine chariot won the victory, and so crowned Ortygia with far-shining garlands — Ortygia, home of Artemis the river-goddess: not without her help did Hieron master with his gentle hands the horses with embroidered reins. For the virgin goddess who showers arrows

[10] and Hermes the god of contests present the gleaming reins to him with both hands when he yokes the strength of his horses to the polished car, to the chariot that obeys the bit, and calls on the wide-ruling god who wields the trident (Poseidon). Other kings have other men to pay them the tribute of melodious song, the recompense for excellence.

[15] The voices of the men of Cyprus often shout the name of Kinyras (Cinyras), whom golden-haired Apollon gladly loved, Kinyras, the obedient priest of Aphrodite. Reverent gratitude is a recompense for friendly deeds. And you, son of Deinomenes, the West Lokrian (Locrian) girl invokes you, standing outside her door: out of the helpless troubles of war,

[20] through your power she looks at the world in security. They say that by the commands of the gods Ixion spins round and round on his feathered wheel, saying this to mortals: "Repay your benefactor frequently with gentle favors in return."

[25] He learned a clear lesson. For although he received a sweet life among the gracious children of Kronos (Cronos), he did not abide his prosperity for long, when in his madness of spirit he desired Hera, who was allotted to the joyful bed of Zeus. But his arrogance drove him to extreme delusion; and soon the man suffered a suitable

[30] exquisite punishment. Both of his crimes brought him toil in the end. First, he was the hero who, not without guile, was the first to stain mortal men with kindred blood; second, in the vast recesses of that bridal chamber he once made an attempt on the wife of Zeus. A man must always measure all things according to his own place.

[35] Unnatural lust throws men into dense trouble; it befell even him, since the man in his ignorance chased a sweet fake and lay with a cloud, for its form was like the supreme celestial goddess (Hera), the daughter of Kronos. The hands of Zeus set it as a trap for him,

[40] a beautiful misery. Ixion brought upon himself the four-spoked fetter, his own ruin. He fell into inescapable bonds, and received the message that warns the whole world. She bore to him, without the blessing of the Graces, a monstrous offspring — there was never a mother or a son like this — honored neither by men nor by the laws of the gods. She raised him and named him Kentauros (Centaurus),

[45] and he mated with the Magnesian mares in the foothills of Pelion, and from them was born a marvelous horde, which resembled both its parents: like the mother below, the father above. The gods accomplish everything according to their wishes;

[50] the gods, who overtake even the flying eagle and outstrip the dolphin in the sea, and bend down many a man who is overly ambitious, while to others they give unaging glory. For my part, I must avoid the aggressive bite of slander. For I have seen, long before me,

[55] abusive Archilochos (Archilochus) often in a helpless state, fattening himself with strong words and hatred. But to be rich by the grace of fortune is the best part of skillful wisdom. And you clearly have this blessing, and can display it with a generous mind, ruler and leader of many garland-crowned streets and a great army. When wealth and influence are in question,

[60] anyone who says that any man in Greece of earlier times surpassed you has a soft mind that flails around in vain. But I shall ascend a ship covered with flowers, and sing the praises of excellence. Boldness helps youth in terrible wars; and so I say that you too have found boundless fame

[65] by fighting among both horsemen and foot soldiers. And your wisdom beyond your years provides me with praise of you that cannot be challenged in any detail. Greetings! This song, like Phoenician merchandise, is sent to you over the gray sea: look kindly on the Kastor-song (Castor-song), composed in Aeolian strains;

[70] come and greet the gracious offering of the seven-toned lyre. Learn and become who you are. To children, you know, an ape is pretty, always pretty. But Rhadamanthys has prospered, because his allotted portion was the blameless fruit of intelligence, and he does not delight his inner spirit with deceptions,

[75] the kind that always follow a man because of the schemes of whisperers. Those who mutter slander are an evil that makes both sides helpless; they are utterly like foxes in their temper. But what does the fox really gain by outfoxing? For while the rest of the tackle labors in the depths,

[80] I am unsinkable, like a cork above the surface of the salt sea. A crafty citizen is unable to speak a compelling word among noble men; and yet he fawns on everyone, weaving complete destruction. I do not share his boldness. Let me be a friend to my friend; but I will be an enemy to my enemy, and pounce on him like a wolf,

[85] treading every crooked path. Under every type of law the man who speaks straightforwardly prospers: in a tyranny, and where the raucous masses oversee the state, and where men of skill do. One must not fight against a god, who raises up some men's fortunes at one time, and at another gives great glory to others. But even this

[90] does not comfort the minds of the envious; they pull the line too tight and plant a painful wound in their own heart before they get what they are scheming for. It is best to take the yoke on one's neck and bear it lightly; kicking against the goad

[95] makes the path treacherous. I hope that I may associate with noble men and please them.

Pindar, Roman copy of Greek 5th century BC bust (Museo Archeologica Nazionale, Naples).

Διαβάστε περισσότερα για τον Πίνδαρο και τις ωδές του: D.C Carne Ross, Pindar, Η πινδαρική επινίκια ωδή.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου