Arts Universe and Philology

Arts Universe and Philology
The blog "Art, Universe, and Philology" is an online platform dedicated to the promotion and exploration of art, science, and philology. Its owner, Konstantinos Vakouftsis, shares his thoughts, analyses, and passion for culture, the universe, and literature with his readers.

Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2012

ΟΦΙΣ KΑΙ ΚΡΙΝΟ

Couple d'amants, Fresque murale  Pompéi, Casa del Cantenario.          

2 Σεπτεμβρίου

Πηγαίνομε μαζί, γέρνει μ’ εμπιστοσύνη απάνω μου, γυρίζομε στο σπίτι μαζί, κλειούμε τα παράθυρα και τις πόρτες και σβύνομε το φώς κα κατεβάζομε τις κουρτίνες και μένομε μόνοι ολομόναχοι στα βάθη του κρεββατιού και την κυττάζω μέσα στα μάτια και την αρπώ από τη μέση και την κυττάζω. Και μου φαίνεται περίεργο πώς δεν φωνάζει και δεν καλεί βοήθεια και πώς δεν πεθαίνει από τον τρόμο της απάνω στα σεντόνια.

Ω Δύστυχη, δεν ένοιωσες λοιπόν ακόμα ποιος είμαι κι όταν μένομε μόνοι, αγκαλιασμένοι, δεν αισθάνεσαι αποπάνω μας το μεγάλο προαίσθημα του Θανάτου ; Και πώς μπορείς νάσαι ήρεμη και ν’ αγαπάς ; Όταν Σε σφίγγω και Σου ζητώ το μυστήριο της σάρκας Σου και ζητώ να κορέσω τη δίψα - τη δίψα της ψυχής μου πλειότερο παρά του κορμιού - απάνω στα χείλη Σου κι απάνω στις ανατριχίλες των σαρκών Σου νοιώθω απομέσα Σου ν’ αναβαίνει μέσα μου και να κλαίει ο απέραντος πόθος του Θανάτου.

Κάτι κλαίει στα φιλιά μας και κάποιο τρίξιμο πεθαμένων κοκκάλων γροικιέται στ’ αγκαλιάσματα μας κι ένα νεκρώσιμο συντροφιάζει τα χτυποκάρδια της αγάπης μας. Κάτι κλαίει μέσα μου, ω Πολυαγαπημένη, και Σε παρακαλεί όταν είναι ακίνητη και χλωμή πάνω στο κρεββάτύ και κλείνεις τα μάτια Σου για ν’ απολαύσεις πλειότερο, κάτι κλαίει μέσα μου και Σε παρακαλεί να κλείσεις τα μάτια Σου και να Μην ξυπνήσεις πλειά.

 Auguste Rodin, Nude female

5 Σεπτεμβρίου
Στα βάθη των σκέψεων μου τα πλειό μυστικά κι απόκρυφα φεγγοβολεϊ το άγιο Βήμα της ψυχής μου. Εκεί πάνω έστησα το είδωλο Σου, ω Πολυαγαπημένη. Τα όνειρα μου εκστατικά γονατίζουν μπροστά Σου και λειτουργούν. Και οι σκέψεις μου σαν λαμπάδες ανάβουνε και λυώνουνε στα πόδια Σου. Η αγάπη μου Σου πλέκει τον ακάνθινο στέφανο στο κεφάλι και η οδύνη μου απέραντη κι ασάλευτη Σου είνε στηλοβάτης. Ξεψυχούν οι πόθοι μου στα πόδια Σου κι ανεβαίνει η λαχτάρα όλου μου του κορμιού σαν θυμίαμα γύρω στις λευκότητες Σου. Αφότου Σ’εγνώρισα μια μυστική λειτουργία τελείται ολημερίς κι οληνυχτής μεσ’ στην καρδιά μου. Όλα μου τα νεύρα και όλοι μου οι στοχασμοί αφότου Σ’ εγνώρισα έμαθαν να προσεύχονται. Και γονατίζω όλος μπροστά στο άγαλμα Σου πού στέκεται και φεγγοβολεί στα άγια των αγίων της ψυχής μου και γονατίζω όλος και προσεύχομαι στους μεγάλους Θεούς, ω Γαλάτεια ! Να γυρίσεις πάλι στη νεκρήν ακινησία των μαρμάρων, Στην αιώνια γαλήνη και την αιώνια ωμορφιά - γιατί φοβούμαι. Κάποιο κύμα οδύνης φουσκώνει κι ανεβαίνει στην καρδιά μου και μουγγρίζει κι απειλεί τριγύρω Σου. Κάποιος κόρος πελώριος Σε περικυκλώνει. Ω γύρισε, Γαλάτεια, στη μαρμαρωμένην ομορφιά του θανάτου πριν το κύμα Σε σκεπάσει όλη, πριν οι ρυτίδες βεβηλώσουν το μέτωπο Σου το αχάραχτο. Ξέρω ένα γιατρικό που γιαίνει κάθε πόνο, ξέρω ένα αθάνατο νερό - που όποιος το πιει δεν διψά πλειά ποτέ του. Ω αγάπη μου, γύρε από τον στηλοβάτη Σου κι έλα να Σε δηλητηριάσω όλη με τα χείλη μου και να Σου στάξω μέσα σταλαγματιά, σταλαγματιά, τον Πόθο τον Μεγάλο. Το πένθος το Μεγάλο και τη Μεγάλη Νοσταλγία του Νιρβάνα όπου τα κάλλη είνε αιώνια και ο ύπνος γλυκύς κι ασάλευτος κι η ηδονή της Νύχτας δεν φαρμακιόνεται από τη πίκρα της αυγής.

Ω Γαλάτεια! Γονατίζουν όλες μου οίσκέψεις κι όλα μου τα όνειρα κι όλες οι ανατριχίλες του κορμιού μου μπροστά στο Είδωλο σου - στα βάθη της ψυχής μου, κι επικαλούνται τον Θάνατο. -

6 Σεπτεμβρίου
Πες της ψυχής Σου να γονατίσει κοντά μου και πές της ν’ ανοίξει μ’ ευλάβεια τα χείλη της και να περιμένει : Το άγιο Δισκοπότηρο της αγάπης κρατεί στα χέρια του ο Άγγελος της Οδύνης και διατρέχει τους κόσμους και μεταλαβαίνει τις ψυχές.

10 Σεπτεμβρίου
Πηγαίνω κι έρχομαι κάποιον περιμένω. Τρέχω έξω από την πόλη κι ανεβαίνω στον Λόφο και κυττάζω μπροστά μου και συλλογούμαι. Ο ήλιος σιγά, σιγά, γλυστρά πίσω από το βουνό και γύρω του σύννεφα χρυσά και κόκκινα πλέκουν την εσπερινή γαλήνη απάνω στα νερά. Και η ηρεμία του δειλινού χύνεται απάνω στα δένδρα και φιλεί τους βράχους και γλυκοκοιμάται απάνω στη θάλασσα και στις κορφές των βουνών. Αγάλια, αγάλια, απλώνουν τα φτερά των τα πουλιά κι αργοπετούνε στις φωληές. Τάστρα προβαίνουν στον ουρανό και χαμογελούν και οι απλοϊκές ψυχές τα κυττάζουν και με τη παντοδυναμία της προσευχής ανοίγουν τα φτερά των κι εκείνες και βρίσκουν έκεί απάνω στις αχτίδες των φωληές,

Όλα κοιμούνται κι ονειρεύονται απάνω στη γη. Δεν κινιέμαι για να μη ξυπνήσω τους κόσμους των εντόμων που κοιμούνται κάτω από τα πόδια μου. Όλα σωπαίνουν. Πάνω από το βουνό θα προβάλει τώρα το φεγγάρι χλωμό και ήρεμο και σαν μάτι φιλόστοργο κάποιας άγνωστης Μητέρας θ’ αγρυπνεί στον ύπνο των παιδιών της.

Όλα σωπαίνουν. Κάθομαι στον λόφο και κυττάζω μπροστά μου και συλλογούμαι. Η νύχτα μπαίνει μέσα στην καρδιά μου. Και συλλογούμαι. Και η γαλήνη της θάλασσας και των δένδρων η σιγαλιά και τ’ άστρο μπαίνουν μέσα στην καρδιά μου. Και νοιώθω σιγά, σιγά, μέσα μου να μπαίνει και ν’ απλώνεται η απελπισμένη ευτυχία των πεθαμένων πραμάτων.

15 Σεπτεμβρίου
Έλα να κλάψομε μαζί. Ένα κύμα ανεβαίνει μέσα μου - σαν πλημμύρα - και μουγγρίζει γύρω Σου και Σε παρακαλεί. Ένα δάκρυο της ψυχής μου ανεβαίνει γύρω Σου και Σε παρακαλεί.

Έλα να κλάψομε για κείνους που δεν μπορούν να κλάψουν, πούχουν στεγνά τα μάτια και γεμάτα δάκρυα την καρδιά. Για τα λουλούδια που ανοίγουν και μαραίνονται, για τα βουνά πούναι αιώνια για τους Θεούς που έρχονται και πεθαίνουνε στην γη, για τα μεγάλα μέτωπα και τα μεγάλα φτερά με τις μικρές φωληές, για τάστρα που κάτι αγωνίζονται να πουν και δεν μπορούνε. Έλα να μη φιληθούμε απόψε ολόνυχτα - να κλάψομε μόνο... Τα δάκρυα σωρειάστηκαν απάνω Στην ψυχή μου χρόνια και χρόνια τώρα. Και πνίγομαι. Πνίγομαι ω Δύστυχη και ω Αγαπημένη ! Έλα κάμεμε να κλάψω απόψε απάνω στο κρεββάτι. αλάφρωσε την ψυχή μου από τη πλημμύρα κι από τον πόνο.

16 Σεπτεμβρίου
Λυγίζει το λουλούδι όταν πολλή δροσούλα του δώσει ο ουρανός. Λυγίζει από την αγάπη η ψυχή μου.

20 Σεπτεμβρίου
Μια φλόγα καίει μέσα μου. Σαν ακοίμητο καντύλι μπροστά στην εικόνα του Θεού. Και παράξενα φτερά, μεγάλα, απλώνονται μπροστά μου, σαν άγριου πουλιού φτερούγες. Κάποιο νύχι ξεσκίζει την καρδιά μου. Και κάποιες σταλαγματιές, μεγάλες, βουβές, σαν δάκρυα και σαν αίμα στάσσουν η μια απάνω στην αλλη και λακκουδώνουν την ψυχή μου.

Μην κλαις και μη φοβάσαι ω Πολυαγαπημένη. Είνε ο μεγάλος Αετός της Οδύνης και είνε η ακοίμητη φλόγα της Αγάπης. Μην κλαις - εγώ χαμογελώ στον Πόνο μου και στα χτυπήματα του. Ραγίζει η καρδιά μου και το αίμα τρέχει μέσα μου. Κι έρχεται η νύχτα και περνάς ανάλαφρα, ανάλαφρα, το χέρι Σου απάνω στο μέτωπο μου και φεύγουν τα φτερά και στέκεται το αίμα - όλες οι πληγές γιατρεύονται και κλείνουνε τη νύχτα. Φθονεί εκεί απάνω ο Θεός και εκδικείται. Όχι, να Μην κλάψομε - να μην καταδεχτούμε ! Κάτι αθάνατο νοιώθω μέσα μου να καίει και να χαμογελά. Έχω μέσα μου την ίδια φλόγα που έχει κι Εκείνος και την ίδια ουσία πού έχουνε τα άστρα. Φρενηάζει η αθανασία μέσα μου και η ηδονή της Παντοδυναμίας και το μεγάλο Φιλί που έχουν στις λαγόνες των οι Δημιουργοί των κόσμων. Άσπαστες αλυσίδες με δένουνε στην γη - μα Κάποιον νοιώθω μέσα μου, που δεν καταδέχεται να σκύψεστον Θεό !

Antonio Canova, Le Baiser d'Amour et Psyché, détail visages

25 Σεπτεμβρίου

Χθες τη νύχτα όταν την κύτταζα γυμνή στο απαλό φώς του καντυλιού ένας πόθος άγριος αιμάτωσε τα στήθη μου. Μου φάνηκε πως την απόλαυσα όλη και δεν έμεινε κανένα πλειά μυστήριο απάνω της να μην το βεβηλώσω. Παντού σε όλες της τις γυμνότητες οι δαγκαματιές των φιλημάτων μου και τα βέβηλα χάδια των χεριών μου και η όφιοειδής γραμμή που τυλίχτηκε λάγνο το σώμα μου.

Στράτες αιώνιες που διάβηκεν ο πόθος μου. Μου φάνηκε πώς την απόλαυσα όλη. Όλη, - μόνον ένα κόκκινο μυστήριο μου έμεινεν ακόμα.ήταν ρκεί μέσα κρυμένο, πίσω από το δέρμα της απάνω στα βλέφαρα της, Στην εξόγκωση τη πάλλευκη των στηθιών της - ήταν εκεί μέσα κρυμένο και τόνοιωθα να κυκλοφορεί και ν’ ακολασταίνει όλο κόκκινο μέσα στης φλέβες.

Κι ένοιωσα πώς δεν την απόλαυσα όλη.

Ω ! να πηδά το αίμα και να χύνεται απάνω στα σεντόνια και να σπαρταρά το σώμα της απάνω στο κρεββάτι και ν’ ανοιχτούν περίτρομα τα μάτια και να ριχτούν τα μπράτσα της μ’ ελπίδα και με φόβο γύρω στον λαιμό μου !...

Ω η γοητεία των αιμάτων !

Κι έχαμογέλασα χθες τη νύχτα. Ω Αγαπημένη μου, δεν θα πεθάνω πριν να Σ’ απολαύσω όλη.


26 Σεπτεμβρίου
Θέλω να σπεύσω να Σ’ απολαύσω όλη. Όλα τα λευκά μυστήρια των γυμνοτήτων Σου που κοιμούνται και προσμένουν. Θέλω να σπεύσω, ίσως και προφθάσω να στραγγίσω τα χείλη Σου και τη σάρκα Σου όλη κι όλες τις ανατριχίλες που παραμονεύουν στα βάθη των λαγόνων Σου. Κανένα φιλί να Μην Σου πάρει ο Χάρος. Όλα να Σου τα πάρω εγώ. Θέλω να σπεύσω γιατί νοιώθω πώς πεθαίνομεν ολόενα κάτι γλυστρά κάτω από τα πόδια μας, κάποιος δείχτης ρωλογιού εκεί πάνω προχωρεί, προχωρεί και πλησιάζει η νύχτα. Ένας μαγνήτης από τα βάθη των χωμάτων μας σέρνει, δεν αισθάνεσαι Αγάπη μου; μας σέρνει ανίκητος – του κάκου πιανόμαστε από τα λουλούδια της στράτας για να σταθούμε. Τα λουλούδια ξεριζιόνονται κι απομένουν νεκρά στα χέρια μας κι εμείς σερνόμαστε. Ω αγάπη μου, πλέξε γύρω μου σφιχτά την θριαμβευτική λευκότητα του κορμιού Σου, σφίξε με ακόμα πλειότερο, έλα,- δύστυχοι εμείς που αγαπούμε - έλα να σμίξομε τα χείλη μας και τις ψυχές και τα κορμιά μας με το μεγάλο δίχτυ των επιθυμιών μας, έλα πλέξου γύρω μου, ίσως - να σταματήσομε λίγο, ίσως περάσουνε στιγμές χωρίς να συρθούμαι εκεί κάτω ! Εκεί κάτω στο χώμα που παντοδύναμος μας σέρνει μαγνήτης. Έλα να σπεύσομε. Μη μου κρατείς κανένα μυστήριο της σάρκας Σου κρυμένο. Νοιώθω μια ψυχή - Βακχίδα μέσα μου ! Μη φοβάσαι. Κλείσε τα μάτια Σου και δώσε μου το χέρι Σου κι έλα να Σου δείξω όλα τα μονοπάτια τ’ απάτητα της ηδονής που ξέρω. Άγρια θα περνά αποπάνω μας η γύρις των νυχτών. Και θ’ ανεβαίνουν από τους νεφρούς μας τα φιλιά. Έλα να σπεύσομε. Κάποιος ενεδρεύει Στην κώχη του κρεββατιού. Κάποιο προαίσθημα σκορπάται στα σεντόνια που μοιάζουν σάββανα.

Ω πού να φύγω και σε ποιά καμπυλότητα του κορμιού Σου να χωθώ και πώς να Σε σφίξω για να μην πεθάνω – για να μην πεθάνω πριν να Σε απολαύσω όλη.

27 Σεπτεμβρίου
Σε κυττάζω. Και μου φαίνεται - μου φαίνεται ώ Ακόρεστη και ω Γυναίκα πως αν σκορπίσω την αγάπη μου απάνω στην γη θα γονιμοποιηθή το στείρο χώμα - και θα συλλάβει και θα γεννοβολήσει ρόδα κόκκινα και παπαρούνες και περιπλοκάδες και κισσούς.

29 Σεπτεμβρίου
Ω, πώς να Σε κυττάξω και πώς να λυγίσω το κορμί Σου και πώς να σκορπίσω τον πόθο μου απάνω στη λαχτάρα Σου για να συλλάβω την ηδονή τη μεγάλη που πλέει στα μάτια Σου και γλυστρά κάτω από τις λαγόνες Σου και χύνεται αμίλητη κι ανέγγιχτη κάτω από τα μεριά Σου !

Λαχταρώ το κορμί Σου κι όταν το σφίγγω μέσα στην αγκαλιά μου και σπαρταρά και φωνάζει από τον πόνο του άγριου εναγκαλισμού κάποια φωνή ανεβαίνει μέσα μου σαν λυγμός, και σπαράσσει τα στήθη μου η απογοήτευση και η πεποίθηση πώς κάτι άλλο ζητώ. Και Σ’ αφίνω τότε να χωρίσεις από το σώμα μου και είμαι χλωμός κι αγέλαστος και λυπημένος. Σκύφτω κι ακούω ενα δρεπάνι μέσα μου να θερίζει χάμαι παράξενα πράματα πού κλαίνε. Εμάλαξα κι έλυωσα το κορμί Σου όλο στη φλόγα των επιθυμιών μου και του έδωκα όλες τις καμπυλότητες των ακόλαστων εμπνεύσεων κι όλα τα χάδια των νυχτερινών ορμών και Σ’ έσφιξα, και Σ’ εκύτταξα μέσα στα μάτια – και Σε κύτταξα μέσα στα μάτια και είπα : το όνειρο μου είσαι Συ. Και η φωνή ανέβηκε μέσα μου κι ένας λυγμός ετίναξε την καρδιά μου.

Ω Πολυαγαπημένη ! Όχι, όχι, δεν θα προφθάσω να Σ’ απολαύσω όλη !

30 Σεπτεμβρίου
Κι αν όλο το σώμα μου παραδοθή κι αν ανατριχιάσει όλο από τα χάδια Σου, ω Πολυαγαπημένη, κι αν όλο το σώμα μου βαφτιστή στον ίδρο της ηδονής και των οργίων - το μέτωπο μου θάναι στεγνό, μακρυά από την γιορτή του κορμιού, χωρίς ηδονή και χωρίς έκπληξη, αγέλαστο και λυπημένο, λυπημένο....

ΝΙΚΟΥ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ (ΚΑΡΜΑ ΝΙΡΒΑΜΗ)



Εντοπίστηκαν σπείρες στον ελλειπτικό Κένταυρο Α, ως αποτέλεσμα συγχώνευσης με άλλον γαλαξία

Ένα σπάνιο κοσμικό φαινόμενο εντόπισε διεθνής ομάδας επιστημόνων. Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι ο ελλειπτικός γαλαξίας Κένταυρος Α ανέπτυξε σπείρες ύστερα από τη συγχώνευσή του με νεαρότερο και μικρότερο γαλαξία, κάτι που εντοπίζεται για πρώτη φορά. Η ανακάλυψη προσφέρει στους ειδικούς νέα στοιχεία για τη ζωή και την εξέλιξη των γαλαξιών. One of the most luminous and massive galaxies known, Centaurus A is a strong source of both radio and X-ray radiation. The supermassive black hole at its center is highly active, ejecting 13,000-light-year-long jets of superheated gas (blue) and cooler matter (orange) from the disk of the galaxy. The material in the jets travels about 9 million km (5.59 million miles) per minute—half the speed of light. Photo: NASA/CXC/CfA/R. Kraft et al.; Submillimeter: MPIfR/ESO/APEX/A. Weiss et al.; Optical: ESO/WFI

Ο NGC 5128, ευρύτερα γνωστός ως Κένταυρος Α, είναι ένας γιγάντιος ελλειπτικός γαλαξίας (αν και ορισμένοι υποστηρίζουν ότι κατατάσσεται στους φακοειδείς γαλαξίες) που βρίσκεται σε απόσταση περίπου 12 εκατομμυρίων ετών φωτός από τη Γη, στον αστερισμό του Κενταύρου. Σύμφωνα με τους ειδικούς, ο Κένταυρος Α αντιμετώπιζε μια κρίση... μέσης ηλικίας. Τα λαμπρότερα άστρα του είχαν πλέον γεράσει και έχαναν τη «σπιρτάδα» τους. Επιπλέον ο γαλαξίας είχε χάσει το μεγαλύτερο μέρος των αερίων που είναι απαραίτητα για τη δημιουργία νέων άστρων. 

Ο Κένταυρος Α ήταν σύμφωνα με τους ειδικούς ένας «βαρετός γέρος». Όμως κάποια στιγμή ένας μικρότερος και νεότερος γαλαξίας πλησίασε τον Κένταυρο Α. Η συγχώνευση των δύο γαλαξιών «ανανέωσε» τον γερο-γαλαξία αφού προκάλεσε τη δημιουργία όχι μόνο νέων άστρων, αλλά και δύο σπειροειδών βραχιόνων. Στις παρατηρήσεις οι δύο αυτοί βραχίονες έμοιαζαν με κοσμικά πλοκάμια που περιελίσσονταν γύρω από το κέντρο του ελλειπτικού γαλαξία, με διαστάσεις και προσανατολισμούς που θυμίζουν τους σπειροειδείς γαλαξίες, όπως είναι για παράδειγμα ο δικός μας. «Μείναμε έκπληκτοι όταν ανακαλύψαμε ότι επρόκειτο ξεκάθαρα για σπείρες. Μάλιστα κινούνται και συμπεριφέρονται όπως και οι σπείρες στους σπειροειδείς γαλαξίες» αναφέρει η Αλισον Πεκ του Αστεροσκοπείου ALMA στη Χιλή που ήταν μέλος της ερευνητικής ομάδας. Η έρευνα δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «The Astrophysical Journal Letters».

today's art: Niccolò dell'Abbate, Η αρπαγή της Περσεφόνης, Παρίσι, Λούβρο. The Rape of Proserpine, circa 1570, Musée du Louvre , Paris, France

Niccolò dell'Abbate: Γεννήθηκε στη Μόντενα, γιος ενός γλύπτη. Είχε εκπαιδευτεί στο στούντιο της τοπικής Modenese. Ειδικεύτηκε στα κοσμικά και μυθολογικά θέματα, καθώς εργάστηκε και για το Palazzo dei Beccherie (1537) σε διάφορα δωμάτια του Rocca dei Scandiano (αρχές 1540), καθώς και  στο δωμάτιο του Ηρακλή (Hercules) στο Rocca dei Meli Lupi de Soragna(c. 1540-1543), και, ενδεχομένως, στο Palazzo Casotti στο Ρέτζιο Εμίλια. Το ύφος του  τροποποιήθηκε, όταν μετακόμισε στην Μπολόνια το 1547.


Orpheus and Eurydice

Στη ζωγραφική του απεικονίζονται περίτεχνα τοπία και με αριστοκρατικό ύφος σκηνές κυνηγιού και ευγενών, ενώ συχνά υπάρχουν παραλληλισμοί με αφηγήσεις μυθολογικές. Ήταν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου όταν διακόσμησε το Palazzo Poggi καθώς και τοιχογραφίες που απεικονίζουν τον Orlando Furioso στο δουκικό ανάκτορο της Sassuolo, κοντά στη Μοντένα. Το 1552, ο Nicolò μετακόμισε στη Γαλλία, όπου εργάστηκε στο Βασιλικό Château de Fontainebleau, ως μέλος της ομάδας διακόσμησης  υπό την διεύθυνση του Francesco Primaticcio. Στο Παρίσι, έφτιαξε τις νωπογραφίες στην οροφή του παρεκκλησίου στο Hôtel de Guise (καταστροφή), ακολουθώντας  τα σχέδια του Primaticcio. Εκτέλεσε επίσης ιδιωτικές παραγγελίες για  καμβάδες με μυθολογικά θέματα  σε τοπία. Ένα μεγάλο μέρος της παραγωγής του, αντανακλούσε την εποχή του: για παράδειγμα,  διακοσμήσεις για την θριαμβευτική είσοδο στο Παρίσι, του Charles IX και της νύφη του Ελισάβετ της Αυστρίας το 1571. Εκείνο το έτος, ο Nicolò πέθανε στη Γαλλία.

Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2012

Προτάσεις για τη διδασκαλία της αρχαιοελληνικής γλώσσας και γραμματείας: Το λουτρό και η χρήση του νερού στην Οδύσσεια και στο διάστημα

Στρατιώτες πίνουν σε ένα πηγάδι. Πλευρά Α αττικού ερυθρόμορφου κρατήρα, 450 - 430 π.Χ. Soldiers drinking at a well. Side A of an Attic red-figure column-krater, 450–430 BC. Naples Painter. Soldats buvant à un puits. Face A d'un cratère à colonnettes attique à figures rouges, 450-430 av. J.-C. Peintre de Naples.


today's art: Pablo Picasso, Oικογένεια σαλτιμπάγκων, La Famille de saltimbanques, 1905

«Στην έναρξη ακριβώς του 20ου αιώνα, τον Οκτώβριο του 1900, ο Picasso φτάνει στο Παρίσι. Τις επόμενες δεκαετίες θα γνωρίσει μια θριαμβευτική πορεία που θα τον καθιερώσει ως το αρχέτυπο του καλλιτέχνη τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Αμερική. Το έργο του και η ζωή του θα συμπυκνώσουν όλα τα χαρακτηριστικά που συγκροτούν έναν «πλήρη» καλλιτεχνικό μύθο όχι μόνο για το ευρύ κοινό αλλά και για όσους ασχολούνται ως ειδικοί με το φαινόμενο της τέχνης: καινοτόμο ιδίωμα, κοινωνική στράτευση αλλά και πολυτάραχη ζωή, χρήματα, αναγνώριση. Ωστόσο, αυτή την πρώιμη περίοδο, ο ίδιος ο Πικάσσο αυτοπροσωπογραφείται ως σαλτιμπάγκος.


Pablo Picasso, 1905, Acrobate et jeune Arlequin (Acrobat and Young Harlequin), oil on canvas, 191.1 x 108.6 cm, The Barnes Foundation, Philadelphia.

Πράγματι, στα έργα της προκυβιστικής περιόδου, στα οποία ο καλλιτέχνης συχνά εντάσσει τον εαυτό του στο πλαίσιο ομάδων που δρουν κατά κάποιο τρόπο στις παρυφές της κοινωνίας, συνεχίζει ουσιαστικά την αυτοπροσωπογραφική καλλιτεχνική παράδοση των μποέμ του προηγούμενου αιώνα. Το λιτό ύφος της γραφής, η μονοχρωμία, η ελαχιστοποίηση των παραπληρωματικών θεμάτων, η έκκεντρη τοποθέτηση των μορφών δεν αποτελούν απλώς στοιχεία που ορίζουν την έναρξη μιας πολυδιάστατης πορείας κατά την οποία η παλινδρόμηση προς τη δυτική παράδοση θα αποτελέσει μόνιμη συνισταμένη.


Pablo Picasso, Famille de bateleurs, 1905, 24.1 x 30.5 cm. watercolor.

Εδώ, μορφοποιείται επίσης συμβολικά, μέσω της ισχνής παρουσίας του ίδιου του Πικάσσο, στα αριστερά του πίνακα, και η συνείδηση του καλλιτέχνη στον πρώιμο 20ό αιώνα: ο καλλιτέχνης εμφανίζεται ως μέλος μιας ομάδας (εδώ, το μπουλούκι) που μπορεί να είναι λιγότερο ή περισσότερο περιθωριοποιημένη και της οποίας η δραστηριότητα (εδώ, το τσίρκο) αποτελεί έσχατο καταφύγιο αλλά, συγχρόνως, και μοναδικό μέσο κοινωνικοποίησης. Η μεταφορά δεν είναι τυχαία. Μια τέτοια εικόνα ορίζει παραδειγματικά την υπόσταση του καλλιτέχνη της πρωτοπορίας στις αρχές του 20ού αιώνα, του καλλιτέχνη που αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως μέλος μιας καλλιτεχνικής ομάδας, η οποία συντηρεί μια ιδιότυπη σχέση με το κοινωνικό σύνολο.»

Ν. Δασκαλοθανάσης, Ο καλλιτέχνης ως ιστορικό υποκείμενο από τον 19ο στον 21ο αιώνα, Αθήνα, Άγρα, 2005, σ. 103-104.


Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2012

Προτάσεις για τη διδασκαλία της Ιστορίας Γ’ Λυκείου: Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 - Ένα μήνυμα ελευθερίας για την Ευρώπη

Ευγένιος Ντελακρουά, «Μελέτη για τους Σουλιώτες», 1824-1825.



Προτάσεις για τη διδασκαλία της Ιστορίας Γ’ Λυκείου: Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 - Ένα μήνυμα ελευθερίας για την Ευρώπη from Kostas VakouftsisΠαρουσίαση με διαφάνειες για τη διδασκαλία της τρίτης ενότητας του σχολικού βιβλίου, «Ιστορία του νεότερου και σύγχρονου κόσμου».

Πώς να ζήσουμε;

Η σοβαρή και αναπόφευκτη ερώτηση πώς να ζήσουμε; απευθύνεται σε μας και μας αφορά ζωτικά, την ίδια στιγμή που μας διαφεύγει, όπως διαφεύγει κι από τον ίδιο τον εαυτό της. Οι διάφορες απαντήσεις που της δίνονται δεν μοιάζουν εύστοχες. Ήδη το να την θέσει κανείς είναι σημάδι μιας ορισμένης κόπωσης, μιας κάμψης των ζωτικών δυνάμεων. Εν τούτοις η καίρια αυτή ερώτηση είναι ακόμη ικανή να κλονίσει τα συνήθη και θανατηφόρα προφανή. Δεν αφήνεται να την τραβήξουμε ως την άκρη της, ενώ και οι αινιγματικές απαντήσεις ακόμη τις οποίες προκαλεί παραμένουν ευρύτατα και βαθύτατα ανεπαρκείς. Ωστόσο η ερώτηση επανέρχεται αδιάκοπα. Ακόμη κι αν έχουμε υπερβεί τις εντάσεις μιας αναμονής, τις διερευνητικές μορφές μια ελπίδας, αυτή η διερώτηση στην καρδιά της ύπαρξης, που δεν είναι ποτέ απομονωμένη αλλά εμψυχώνει μαζί με τους άλλους αυτό το οποίο υποδεικνύεται με το όνομα της ζωής, έναν όρο τόσο προβληματικό, ανοίγει το δρόμο της. Οι απαντήσεις και οι λύσεις χωλαίνουν αναπόφευκτα και αποσύρονται. Αυτή η απόσυρση, όμως, δεν είναι ένα τίποτα.

Hugo Simberg, Le jardin de la mort, The garden of death, 1896

Ο θάνατος δεν παύει να προσεγγίζει, να είναι εδώ. Υπάρχουν εκείνοι που είναι αναγκασμένοι να πεθάνουν τυφλά και σιωπηλά, εξόδοις τους, κι εκείνοι που πεθαίνουν έχοντας, αν μπορεί να πει κανείς, εκπληρώσει τη ζωή τους. Ο θάνατος επίσης παίρνει αυτό που πνέοντας τα λοίσθια, πρέπει να πεθάνει. Οι μάχες των οπισθοφυλακών είναι περιττές. Όταν «le mort saisit le vif!» (Ο νεκρός συλλαμβάνει τον ζωντανό!), όπως γράφει ο Μαρξ γαλλικά στο Κεφάλαιο, αυτό που ζει προσπαθεί με τη σειρά του να συλλάβει τον θάνατο. Μια εξ ίσου ισχυρή ορμή εκδηλώνεται σε σχέση με τον θάνατο. Η ζωή μπορεί ν’ αντισταθεί σ’ αυτό που είναι νεκρό. Συνεχίζει ασταμάτητα το δικό της έργο –που φέρει πάντοτε το στίγμα του θανάτου-, μπορεί ν’ αναλάβει τον θάνατο (τον δικό της θάνατο, τον θάνατο κάθε υπάρχοντος και τον θάνατο αυτόν καθαυτόν). Διότι μια παραγωγική σχέση με αυτό που είναι νεκρό καθώς και με τον ατομικό και τον οικουμενικό θάνατο είναι δυνατή. Δεν υπάρχει αιώνια επιβίωση. Όλα συμβαίνουν μέσα στη διάσταση της δοκιμασμένης παγχρονικότητας, που δεν είναι μια διάσταση μεταξύ άλλων, λεπτό προς λεπτό, ώρα με την ώρα, εποχή με την εποχή, κάνοντας την εμπειρία τόσο του μη ξεπερασμένου παρελθόντος, του εξασθενημένου παρόντος, όσο και του μέλλοντος που είναι ήδη εδώ. Φθάνει να είμαστε προσεκτικοί στη σύμπλεξη των μεταβλητών και του αμετάβλητου. Οπωσδήποτε, η ύπαρξη δεν είναι φτιαγμένη γι’ αυτούς που τολμούν να ζουν αυτό –αυτό- από πολύ κοντά κι από πολύ μακριά συγχρόνως, κατάματα, περαστικοί πάνω σ’ έναν πλανήτη που δεν είναι αιώνιος, διαβάτες ταπεινοί ή σημαντικοί.

Η μη ανασχέσιμη προέλαση της σύγχρονης τεχνικής η οποία καταλαμβάνει τα πάντα συμβαδίζει με την απουσία των Θεών, με την ερήμωση της φύσης, με τη διάλυση των κοινοτήτων, με το βασίλειο του εμπορεύματος, με την αποθέωση της αναπαράστασης και των θεαματικών της οργάνων, με την αποχαλίνωση της θέλησης. Ο άνθρωπος –που υποτίθεται ότι θριαμβεύει- έχει περιοριστεί στα στοιχειώδη. Καθρεφτίζεται χωρίς τελειωμό στον «δικό» του καθρέφτη, στον οποίο είναι επίσης καταδικασμένη να καθρεφτίζεται ολόκληρη η ανθρωπότητα και κάθε πράγμα. Ενάντια στην κατάσταση αυτή υψώθηκαν, από τις αρχές του 19ου αιώνα, ζωηρές διαμαρτυρίες, κι όχι απλώς διαμαρτυρίες, απέναντι στη γενικευμένη βιομηχανοποίηση. Ζωηρά λόγια και κινήσεις εξέφρασαν όλη τη δυσανεξία, τη δυσφορία, τη δυστυχία, οι οποίες μπορεί μεν να ήσαν οικουμενικές αλλά ήσαν επίσης σημαδεμένες απ’ την καινούργια απόγνωση, απ’ το ξερίζωμα, από τη δύναμη της πεζότητας, του υπολογισμού. Ορισμένες από τις μορφές αυτές που, ρητώς ή όχι, αρνήθηκαν τους νέους καιρούς πλήρωσαν πολύ οδυνηρά τα οράματά τους, υπακούοντας στην τάξη του χρόνου. Στοχαστές, ποιητές, ζωγράφοι, μυθιστοριογράφοι –ας σκεφθούμε τον Ντοστογιέφσκι- δεν μπορούσαν να υποφέρουν αυτό που άρχιζε να κυριαρχεί και του οποίου η κυριαρχία επρόκειτο να επισπευσθεί. Η άρνηση όμως αυτή δεν ήταν άμοιρη και ενός ισχυρού αισθήματος απώλειας, μιας ορισμένης νοσταλγίας.

Έτσι, ο Χαίλντερλιν κάνει ποίηση την απόσυρση των θεών και τείνει προς την αναμονή ενός νέου θεού.

A portrait of Karl Marx before 24th August 1875.

Ο Μαρξ στιγματίζει σκληρά τη βασιλεία της αποξένωσης και εύχεται να ξαναβρεί ο άνθρωπος (οι άνθρωποι στο σύνολό τους) την ανθρώπινη φύση του.


Ο Νίτσε καταγγέλλει τον μηδενισμό που σφραγίζει τα πάντα με ασημαντότητα και προοιωνίζεται μιαν άλλη κατάφαση αυτού που είναι και γίνεται.

Ο Χάιντεγκερ προσκολλάται στη λήθη του Είναι και περιμένει έναν τελευταίο σωτήρα θεό.
Η απόρριψη του παρόντος, που είναι αβάσταχτο και πολύ βαρύ, συμβαδίζει με «προφητικά» λόγια και με χειρονομίες που μυρίζουν νοσταλγία. Η νοσταλγία σκιαγραφεί, απέναντι και μέσα σ’ ένα ανεπανόρθωτο και πνιγηρό παρόν, μιαν «επιστροφή» σ’ έναν τόπο και σ’ ένα χρόνο τον οποίο ουδέποτε κατοικήσαμε πραγματικά και ο οποίος θα ήταν το ενδιαίτημά μας. Πράγμα που δεν αποκλείει τη δυνατότητα να υπάρχουν νοσταλγίες που πηγαίνουν μπροστά, που είναι προδρομικές…"


Απόσπασμα από το βιβλίο του Κώστα Αξελού, Αυτό που επέρχεται  (Eνότητα: Αυτό Που Προσεγγίζει), Μετάφραση: Κατερίνα Δασκαλάκη , Βιβλιοπωλείον της Εστίας , 2011.