Σπαρμένα
στο στόμιο του Αστακηνού κόλπου, είχαν εποικηθεί τον 7ο αιώνα από Μεγαρείς
ποντοπόρους και από τότε είναι γνωστά με το όνομα «τα Νησιά». Για τους Τούρκους
ήταν τα Ερυθρονήσια- Κιζίλ Ανταλάρ- από το χρώμα που έχουν τα βράχια στις
ακτές. Τα αποκαλούσαν επίσης Παπαδονήσια, από τα πολλά μοναστήρια. Kαι Seytan adalari, δηλαδή νησιά του Διαβόλου.
Κατά
τη Βυζαντινή περίοδο τα έλεγαν Κεσίς (Μοναχός) η Ρούχ (Νησιά της Ψυχής).
Πριγκηπόννησα τα ονόμασαν οι Βυζαντινοί, από το παλάτι που έχτισε, το 569 μ.Χ.,
ο Ιουστίνος ο Β΄ ο Κουροπαλάτης στην Πρίγκηπο και γενικά γιατί ήταν όλα τα
νησιά τόπος αναψυχής η φυλάκισης των πριγκήπων.
Στα
νεότερα χρόνια ο δεύτερος πρωθυπουργός της Τουρκίας κατέφυγε στη Χάλκη, όταν
ήρθε σε πολιτική αντιπαράθεση με τον Κεμάλ Ατατούρκ. Η ηγεσία του Δημοκρατικού
Κόμματος της Τουρκίας (DP),
που ανετράπη με το στρατιωτικό πραξικόπημα της 27ης Μαίου 1960, κρίθηκε με ειδικές δικαστικές
διαδικασίες επί της νήσου Πλάτης.
Τα
Πριγκιπόννησα αποτελούσαν για πολλούς κιβωτούς της Ορθοδοξίας και εστίες
βυζαντινού Ελληνισμού. Δεν είναι τυχαίο που ο πολυμαθής διδάσκαλος του Γένους
Ευστάθιος ο Κλεόβουλος είχε προτείνει ν’ αναγερθεί το κτίριο της Μεγάλης του
Γένους Σχολής στη Χάλκη, «ίνα πλησίον
αλλήλων ώσιν αι σχολαί του μέλλοντος εν Κωνσταντινουπόλει πανεπιστημίου».
Ο
Brewer το 1827
παρατηρεί πως τα Πριγκηπόνησα «αποτέλεσαν
ένα προνομιούχο καταφύγιο για τους Γραικούς, καθώς μέχρι πρόσφατα, σχεδόν δεν
ζούσε κανένας Τούρκος».
«Με προνομιούχα σουλτανικά διατάγματα»,
προσθέτει ο Walsh,
«καθιερωμένα από τα πολύ παλιά χρόνια, τα
Πριγκηπόννησα ήταν ολοκληρωτικά παραχωρημένα στους Ρωμιούς και σε κανένα Τούρκο
δεν ήταν επιτρεπτό να μετοικήσει σ’ αυτά…».
Σε
κανένα τζαμί η παρόμοιο μουσουλμανικό κτίσμα, συνεχίζει, δεν ήταν δυνατό να
υψώσει την ημισέληνο σε αυτά, ενώ έβλεπες τα μοναστήρια, δυο και τρία σ’ ένα
νησί να στέφουν τις κορυφές και τα δάση τους.
Έζησαν
για τρεις χιλιετηρίδες αμιγώς ελληνικά με τις εκκλησίες, τις σχολές, τις σκήτες
και τα μοναστήρια τους.
Ο
πρώτος μιναρές υψώθηκε στη Χάλκη το 1773, στον περίβολο ενός κισλά, στρατώνα
που είχε εγκατασταθεί στο λαμπρό θέρετρο του Σκαρλάτου Καρατζά. Οι δόκιμοι και
οι καθηγητές τους ήταν οι πρώτοι Τούρκοι που πάτησαν τα Πριγκηπόνησα. Στην
Πρίγκηπο τζαμί χτίσθηκε μόλις το 1895, κατόπιν επιθυμίας του σουλτάνου Αβδούλ
Χαμίτ του Β’, ενώ η Αντιγόνη με την Πρώτη «τούρκεψαν» μόλις τις τελευταίες
δεκαετίες.
Αν
πάτε στην Κωνσταντινούπολη και χρειαστεί να κάνετε μια εκδρομή εκτός πόλης η
πρώτη επιλογή σας πρέπει να είναι τα Πριγκιπόννησα (Κizil Adalar). Απέχουν 20 χλμ. και βρίσκονται στη
θάλασσα του Μαρμαρά, στη νότια είσοδο του Βοσπόρου. Θα ξεκινήσετε από την
αποβάθρα Sirkeci 5 η την Kabatas και φθάνετε σε 55 με 80 λεπτά. Το
εισιτήριο στοιχίζει 15 ευρώ.
Τα
Πριγκηπόνησα είναι εννέα, τέσσερα κατοικημένα και πέντε ακατοίκητα.
Στα νησιά δεν κυκλοφορούν αυτοκίνητα εκτός από αστυνομικά, πυροσβεστικά οχήματα και απορριμματοφόρα.
Οι
τουρίστες εξυπηρετούνται με ποδήλατα και κυρίως άμαξες (παϊτέρ η φαέθωνες), που
τις σέρνουν δυο άλογα.
Η
Χάλκη (Heybeli ada), πνευματικό κέντρο ανάλογο με το Φανάρι.
Τα καθολικά τριών μοναστηριών, δυο σκήτες και τα σκηνώματα δέκα πατριαρχών
καθαγιάζουν τον τόπο. Είναι το δεύτερο μεγαλύτερο νησί με έκταση 2,3 τετρ. χλμ.
στη βορειοανατολική άκρη της Προποντίδας θάλασσας και στο στόμιο του Αστακηνού
κόλπου.
Παλιά
την ονόμασαν και «Πλωτό πανεπιστήμιο» με τη Θεολογική Σχολή (Elen Ticaret Okulu), τη Σχολή των Ελλήνων Εμπόρων (Elen Ticaret Okulu), το σπουδαιότερο μορφωτικό κέντρο του
τουρκικού χώρου από το 1831, την Κοινοτική των Χαλκινών Ελληνική Σχολή και τη
Σχολή Ναυτικών Δοκίμων των Τούρκων (Deniz Harp Okulu), όπου σπουδάζουν οι εκκολαπτόμενοι θεματοφύλακες του
Κεμαλισμού.
Η
διαδρομή για τη Σχολή είναι ανηφορική. Ξεκινά από την οδό Σχολείου (Μεκτέπ
Σοκάκ) με το ελληνικό δημοτικό σχολείο (κλειστό εδώ και χρόνια). Μπορείτε να
πάτε με άμαξα, που χωράει τρία άτομα και κοστίζει 15 ευρώ.
Η περίφημη
Θεολογική Σχολή βρίσκεται μέσα στα πεύκα, στην κορυφή του Λόφου της Ελπίδας.
Η
λειτουργία της άρχισε τον Οκτώβριο του 1844 και διακόπηκε αιφνιδιαστικά το
1971.
Αξίζει
να αναφερθεί και ο καταστροφικός σεισμός της 28ης Ιουνίου 1894 που σήμανε την
άμεση συστράτευση των Ρωμιών και ευεργετών από την Ελλάδα, για την ανοικοδόμηση
και επέκταση των κτιριακών εγκαταστάσεων της Σχολής και της Αγίας Τριάδας.
Στον λόφο υπήρχε μοναστήρι από τον 9ο αι. Μια άλλη εκκλησία είναι του Άϊ Νικόλα, στον οποίο έκαναν πάντα πολλά τάματα οι ψαράδες, Ρωμιοί και Τούρκοι.
Επίσης
να προστεθεί και η προσπάθεια του Τουρκικού κράτους κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο
Πόλεμο, να επιτάξει αυτές τις εγκαταστάσεις, κάτι το οποίο και έγινε για ένα
σύντομο χρονικό διάστημα, αλλά και η εγκατάσταση των Λευκορώσων στη Σχολή, τον
Απρίλιο του 1919, οι οποίοι είχαν εγκαταλείψει τη χώρα τους μετά την Οκτωβριανή
Επανάσταση.
Στην αυλή της Σχολής είναι κτισμένος
ο μικρός ναός της Αγίας Τριάδας.
Από
εδώ ο Αυστριακός πρεσβευτής Ghislain de
Busdecq στα 1562
μετέφερε στην Ευρώπη τα σπουδαιότερα από τα χειρόγραφα που είχε περισυλλέξει ο
Πατριάρχης Μητροφάνης: Το φημισμένο βυζαντινό εικονογραφημένο χειρόγραφο, το
γνωστό σήμερα σαν Διοσκουρίδης της Βιέννης, προέρχεται από την Αγία Τριάδα.
Παλαιότερα ήταν μοναστήρι γνωστό με το όνομα Μονή των Δεσποτών.
Είχε ιδρυθεί από τον Πατριάρχη Γερμανό τον Δ΄.
Σήμερα
στην τάξη των αποφοίτων έχει εννέα ξύλινα θρανία, όσοι και οι τελευταίοι
μαθητές. Συγκλονιστικό το θέαμα. Μιλά στον επισκέπτη η σιωπή. Τα άδεια θρανία
της Σχολής αποτελούν άσβηστη μομφή εναντίον εκείνων που δεν σεβάστηκαν το
πνεύμα της.
Στα 127 χρόνια λειτουργίας της αποφοίτησαν 930 κληρικοί. Από αυτούς οι 343 έγιναν επίσκοποι και οι 12 από αυτούς οικουμενικοί πατριάρχες, 2 πατριάρχες Αλεξανδρείας, 2 Αντιοχείας, 4 αρχιεπίσκοποι Αθηνών και 1 αρχιεπίσκοπος Τιράνων. Ως πρεσβύτεροι και διάκονοι υπηρέτησαν στην Εκκλησία 318.
Ο
Πατριάρχης Ιερός Φώτιος, που ο τάφος του βρίσκεται σε ύφαλο απέναντι από την
Πρώτη, θεωρείται δεύτερος κτήτορας της μονής. Εδώ λέγεται εξορίστηκε από τον
φανατικό πολέμιο των εικόνων Λέοντα τον Αρμένιο, το 809, ο Θεόδωρος Στουδίτης.
Δέκα χρόνια αργότερα ο Μιχαήλ Τραυλός εξόρισε στη μονή αυτή την αυτοκράτειρα
Θεοδοσία με τον πρίγκιπα Βασίλειο, ενώ στα 860 το νησί λεηλατήθηκε από τους
Ρώσους.
Στα
τουρκικά το νησί ονομάζεται Δισσάκι, από το σχήμα του, αλλά στα αρχαία χρόνια
ονομαζόταν Νησί του Χαλκού, γιατί υπήρχαν ορυχεία. Αυτό αναφέρεται σε πολλά
συγγράμματα ιστορικών και ταξιδευτών της αρχαιότητας.
Οι
κάτοικοι δεν ξεπερνούσαν τους 800 στις αρχές του 19ου αιώνα, ενώ το 1875 μαζί
με τους σπουδαστές και τους καθηγητές των Σχολών έφτασαν τους 3.500. Αξίζει να
τονισθεί ότι στα «Εκπαιδευτήρια της Ελληνικής Κοινότητος Χάλκης» λειτουργούσε
νηπιοπαρθεναγωγείο και οκτατάξια Σχολή των Νησιωτών, όπου παράλληλα με τα
ελληνικά διδάσκονταν τα εμπορικά και ως ξένες γλώσσες τα γαλλικά, αγγλικά,
λατινικάκαι τα τουρκικά.
«Μόλις εισέλθεις σε αυτήν, γράφει ο Σκόκος,
αισθάνεσαι να σε προσψαύει κάποια ασυνήθης πνοή πολιτισμού, η οποία λείπει από
τας ιδικάς μας εν Ελλάδι κωμοπόλεις. Ξενοδοχεία ευπρεπή, κουρεία, καθάρια
λάμποντα από φιλοκαλίαν, φαρμακεία πλούσια, παντός είδους ευπρόσωπα καταστήματα
σου δίδουν την ιδέαν πόλεως ευπραγούσης…».
Από
παλιά οι Ρωμιοί αποτελούσαν το σύνολο των καταστηματαρχών και των πλανοδίων
πωλητών του νησιού. Αυτοί ήταν που διαλαλούσαν στα Ρωμέικα, την πραμάτειά τους
στους δρόμους του νησιού.
Θεωρείται το μαργαριτάρι της Προποντίδας. Οι ζεστές αποχρώσεις της γόνιμης γης, τα ελικοειδή δρομάκια που ανεβαίνουν τον ανήφορο ατενίζοντας την καταγάλανη θάλασσα κάτω από τις σκιές αιωνόβιων δέντρων, της δίνουν μια αξέχαστη γοητεία.
Το
μπακάλικο του Λεωνίδα Σακκόπουλου στην οδό Ayyıldız
διέφερε κατά πολύ από τα άλλα. Ο ίδιος έμοιαζε περισσότερο με υπάλληλο
γραφείου. Ήταν εξαιρετικά ευγενικός. Η διακόσμηση του καταστήματος και η
τοποθέτηση των προϊόντων διέφεραν κατά πολύ από τα άλλα. Δεν έβρισκες στο
πάτωμα τσουβάλια με πατάτες, ρύζι ή ζάχαρη [...] στο κατάστημα υπήρχε ένας
αέρας που παρέπεμπε σε ένα μισοσκότεινο φαρμακείο. Αν και πίσω από τον πάγκο
του, ο Σακκόπουλος έδειχνε πόσο μπροστά βρισκόταν επαγγελματικά. Φορούσε
πάντοτε στολή και άκουγε με επαγγελματική σοβαρότητα τον κάθε πελάτη.
Οι
Ρωμιοί πρωτοπορούσαν και διέπρεπαν σε όλα τα τα επαγγέλματα. Εκτός από τον İsmail, όλοι οι υπόλοιποι κουρείς του νησιού ήταν
Ρωμιοί. Ρωμιοί ήταν επίσης πολλοί επιδιορθωτές υποδημάτων, νερουλάδες,
κρεοπώλες, ψαράδες, αρτοποιοί, αμαξάδες κ.λ.π.
O συγγραφέας Nejat Gülen γεννήθηκε στη Χάλκη, στο σπίτι της οδού Müştecip Onbaşı αρ. 8. Δηλώνει: «Είμαι
υπερήφανος που είμαι Χαλκινός. Εμείς οι νησιώτες θεωρούμε πως η Χάλκη είναι
κτήμα μας. Αυτή η θάλασσα που απλώνεται μπροστά μας, αυτά τα πεύκα, ο Λόφος της
Ελπίδας (Papaz
Dağı-Λόφος
των Ιερέων), ο Δρόμος των Ερωτευμένων (Âşıklar Yolu), ο Πευκολιμένας (Çamlimanı), τα σχολεία, το Σανατόριο, τα
μοναστήρια, τα παλιά ξύλινα σπίτια, τα λιβάδια, οι ακτές... όλα αυτά είναι δικά
μας. Ο νοτιάς που κάνει τα πεύκα να λικνίζονται, τα σμήνη από κατάμαυρα κοράκια
των χειμωνιάτικων απογευμάτων μας, οι βάρκες που γυρίζουν από το ψάρεμα, οι
γάτες που περιμένουν με τις ουρές σαν μαστίγια... και αυτά δικά μας είναι!
Ρωμιοί και Τούρκοι, απασχολούμενοι και εργαζόμενοι, λογικοί και παράφρονες,
καλοί και κακοί, όλοι οι νησιώτες είναι δικοί μας άνθρωποι. Όλοι είμαστε
αδέλφια».
Η
Καμαριώτισσα θεωρείται το πιο ιστορικό μνημείο της Χάλκης γιατί επί σειρά
αιώνων υπήρξε ένα από τα σπουδαιότερα θρησκευτικά και πνευματικά κέντρα.
Οι ντόπιοι την έλεγαν και Κουμαριώτισσα από τις πολλές κουμαριές που ήταν φυτεμένες στην περιοχή. Εκεί σήμερα υπάρχουν ακόμα οι τάφοι πολλών Πατριαρχών και άλλων επιφανών προσώπων. Η Μονή χτίσθηκε από τον προτελευταίο αυτοκράτορα του Βυζαντίου, τον Ιωάννη Παλαιολόγο, καταστράφηκε όμως σε μια πυρκαγιά τον 17ο αιώνα.
Ξαναχτίστηκε πρώτα από τον μεγάλο διερμηνέα της Πύλης Παναγιώτη Νικούση και έπειτα από τον ηγεμόνα της Μολδαβίας Αλέξανδρο Υψηλάντη, που το προίκισε με πλούσια μετόχια στο Βουκουρέστι.
Η
εκκλησία της Καμαριώτισσας είναι συνδεδεμένη με τρία γυναικεία ονόματα: Η πρώτη
είναι η κτιτόρισσα Αυγούστα Παλαιολογίνα, η άλλη η Δόμνα Αικατερίνη της
Μολδαβίας και η τρίτη η κεντήτρια Μαριώρα Φερζουλάχη. Η φήμη της τελευταίας
είχε διαδοθεί σε πολλές από τις ορθόδοξες κοινότητες της Ανατολής και της
Ευρώπης.
Έργα
της είναι ωραιότατα άμφια, μερικά από τα οποία φιλοξενούνται στη Θεολογική
Σχολή, αλλά και οι χρυσοκέντητοι επιτάφιοι, όπως του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων
που κεντήθηκε το 1748 και του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Ο
ωραιότερος όλων είναι αυτός που βρίσκεται στη μονή της Αμπελακιώτισσας (ή μονή
Κοζίτσης) στη Ναυπακτία και χρονολογείται στο έτος 1735.
Η
Πρίγκηπος (Buyukada
-Μεγάλο Νησί) έχει έκταση 5,4 τετρ. χλμ. Είναι το μεγαλύτερο και το πιο
πυκνοκατοικημένο από τα Πριγκηπονήσια με ασφαλτοστρωμένους δρόμους και
ενοικιαζόμενα αυτοκίνητα.
Αλλά
και το πλέον εγκαταλειμμένο στις γειτονιές που ζούσαν οι Έλληνες. Πριν 100
χρόνια φιλοξενούσε 15.000 κατοίκους. Αρχικά ήταν τόπος παραθερισμού των
εκλεκτών πολιτών του Βυζαντίου.
Στην
Πρίγκηπο δεν άλλαξαν πολλά από το παρελθόν. Μόνο η παραλία του νησιού έχει μεγαλώσει.
Οι
Έλληνες παραθέριζαν στο Νιζάμι και το Μαντέμι. Οι πλούσιοι επισκέπτες διέμεναν
στο ξενοδοχείο «Καλυψώ» του Τερζακόπουλου (που κάηκε τον Αύγουστο του 1979) και
δοκίμαζαν την τύχη τους στο καζίνο «Antigoni Palace».
Οι
δυο λόφοι του νησιού φιλοξενούν από ένα μοναστήρι. Στα βόρεια, στο λόφο Isa tepe είναι το Μοναστήρι του Χριστού (1597). Κι
απέναντι, νότια, στο Yuce
Tepe, ανάμεσα σε
βράχους, το παλιό Μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου του Κουδουνά, με θαυμάσια θέα
των Πριγκιπονήσων, αλλά και πιο βαθιά των Προκονήσων, του Μαρμαρά, της
Καλολήμνου κι αν ο καιρός ευνοεί φαίνονται μέχρι και οι κορυφές του Αργανθώνιου
όρους στον Κυανού κόλπο.
Τα
κελιά της μονής του Αγ. Γεωργίου κάηκαν τον Αύγουστο του 1986. Τα παλιά χρόνια
ερχόντουσαν προσκυνητές από τα παράλια Ρωμιοχώρια της Προποντίδας, το Κατηρλί,
το Κουρί, την Αγία Παρασκευή, το Αρμουτλί. Χτίσθηκε το 963 από τον αυτοκράτορα
Νικηφόρο Φωκά και φημίζεται για τα κρασιά του. Στη μονή έδωσαν αίγλη κι άλλα
ονόματα, όπως η εγγονή της Ειρήνης, η Ευφροσύνη, σύζυγος του Μιχαήλ Τραυλού και
η αυτοκράτειρα Ζωή η Πορφυρογέννητη η επονομαζόμενη Καρβουνοψίνα. Το 1702 στο
ίδιο μοναστήρι ο Μιχαήλ Δούκας ο Παραπινάκης εξόρισε την Κουροπαλάτισσα Άννα
Δαλασσινή τη μητέρα των Κομνηνών μαζί με τα παιδιά της.
Για
αιώνες η Μονή ήταν άσυλο των φρενοβλαβών της Πόλης. Επίσης το όνομα της είναι
συνδεδεμένο με το όνομα της σκληρής ειδωλολάτρισσας Ειρήνης της Αθηναίας, η
οποία μετά την τύφλωση του γιού της αποκατέστησε τις εικόνες και η εκκλησία,
παραβλέποντας όλα τα άλλα, την τίμησε και την εγκωμίασε σαν μια «νέα Αγία
Ελένη».
«Όταν γεννιόμασταν, οι μανάδες μάς πήγαιναν στο μοναστήρι και μας αφιέρωναν στον Άγιο. Μας φορούσαν στο λαιμό αλυσίδα με ένα κουδούνι, που συμβόλιζε πως είμαστε ταμένοι. Όταν παίζαμε, τα κουδούνια κουδουνίζανε. Μοιάζαμε με κοπάδι πρόβατα! Τα βγάζαμε μόνο όταν ενηλικιωνόμασταν», μας πληροφορεί γηραιός ομογενής.
Το νησί έχει πολλές όμορφες βίλες, νυχτερινά κέντρα, εστιατόρια και ξενοδοχεία. Λεπτομέρεια: Τα ελληνικά ονόματα στις παραθαλάσσιες ταβερνούλες έμειναν από τότε που ανήκαν σε Έλληνες ιδιοκτήτες, αλλά σήμερα δεν υπάρχει ούτε ένας Έλληνας ιδιοκτήτης!