Πώς
μπορούμε να εισαγάγουμε το στοιχείο της κίνησης σε κάτι στατικό όπως είναι η
εικόνα; Αυτό υπήρξε το ερώτημα που διέτρεξε όλη την καλλιτεχνική πορεία του
πολύπλευρου εικαστικού καλλιτέχνη Λάσζλο Μόχολυ-Νοτζ (László Moholy-Nagy) (1895-1946). Εικόνα σε κίνηση είναι ο τίτλος του βιβλίου που ετοίμαζε επί
χρόνια, και εκδόθηκε ένα χρόνο μετά τον πρόωρο θάνατό του.
Ο
Μόχολυ-Νοτζ επιχείρησε να δώσει απάντηση στο ερώτημα με θεωρητικά κείμενα και
πρακτικούς πειραματισμούς. Τα σημαντικότερα έργα του:
το δοκίμιο για το «Θέατρο της ολότητας»
και η πειραματική κατασκευή Διαμορφωτής φωτός-χώρου ή αλλιώς Σκηνικό φωτιστικό
αντικείμενο για ηλεκτρική σκηνή.
Στο
«Θέατρο της ολότητας» που, κατά τον
Μόχολυ-Νοτζ, είναι το θέατρο του μέλλοντος, το αίτημα είναι να βρεθεί μια
ισορροπία ανάμεσα στην πνευματική και τη σωματική-μηχανική πλευρά του ανθρώπου,
αλλά και ο ίδιος ο άνθρωπος να πάψει να κυριαρχεί και να βρει τη θέση του
ανάμεσα στα υπόλοιπα σκηνικά στοιχεία,
ώστε να προκύψει ένα Ολικό έργο τέχνης (Gesamtkunstwerk).
Ο
László Moholy – Nagy γεννήθηκε ως László Weisz στο Bácsborsód της Ουγγαρίας,
στις 20 Ιουλίου 1895, από εβραϊκή οικογένεια. Ο πατέρας εγκατέλειψε την
οικογένεια και η μητέρα του μαζί με τρία από τα παιδιά που επέζησαν,
μετακόμισαν στην πόλη Ada, που τώρα ανήκει στη Σερβία. Εκεί τους ανέλαβε ο
θείος του Gusztáv Nagy. Γυμνάσιο πήγε στην πόλη Szeged. Αρχικά, ο László ήθελε
να γίνει ποιητής και μάλιστα δημοσίευσε και μερικά ποιήματα στην τοπική
εφημερίδα. Άλλαξε το γερμανο – εβραϊκό επίθετό του σε Nagy από το επίθετο του
θείου του. Έπειτα, πρόσθεσε και το Moholy στο επίθετό του από την πόλη Mohol
στην οποία μεγάλωσε. Το 1918 έγινε τελικά Καλβινιστής.
Σπούδασε
νομικά στη Βουδαπέστη μετά από προτροπή του θείου του και αφού μετακόμισε εκεί
η οικογένεια του. Υπηρέτησε στον Αυστρο-ουγγρικό στρατό κατά τη διάρκεια του
1ου Παγκόσμιου Πολέμου, όπου και τραυματίστηκε. Κατά τη διάρκεια της θητείας
του, στις ατελείωτες ώρες σκοπιάς σχεδίαζε ασταμάτητα. Κατά τη διάρκεια της
ανάρρωσής του συνεργάστηκε με κάποιες εφημερίδες ως δοκιμιογράφος και κριτικός
λογοτεχνίας. Η εμπειρία του στο στρατό ήταν δυσάρεστη και την περίοδο εκείνη
ανέπτυξε σοσιαλιστικές απόψεις.
Μετά
την απόλυσή του από το στρατό παρακολούθησε μαθήματα στον φωβιστή ζωγράφο
Róbert Berény. Μελέτησε σύνθεση και την επιρροή του χρώματος στη σύνθεση. Τότε
εξέθεσε και τα πρώτα έργα ζωγραφικής, που κινούνταν στο χώρο του
εξπρεσιονισμού. Ασχολήθηκε για λίγο καιρό και με τις ντανταϊστικές συνθέσεις.
Την
ίδια εποχή γνώρισε και τη φωτογραφία από έναν φίλο του, τον Érzsi Landau, που
είχε δικό του εργαστήριο στη Βουδαπέστη.
Ήταν
οπαδός της Ουγγρο-ρωσικής Δημοκρατίας, που είχε διακηρυχτεί το 1919, αν και
ποτέ δεν συμμετείχε ενεργά. Μετά την ήττα της Ουγγρικής Σοβιετικής Δημοκρατίας
αποσύρθηκε στην πόλη Szeged, όπου έκανε μια έκθεση. Το 1919 πήγε στη Βιέννη και
το 1920 στο Βερολίνο.
Το
1923 έγινε ο νεότερος καθηγητής της γνωστής σχολής Bauhaus αντικαθιστώντας τον
Itten (το δημιουργό της σχολής). Όλοι οι καθηγητές της Σχολής ήταν
πολυτάλαντοι. Έτσι και ο Mohony – Nagy ασχολήθηκε με τη φωτογραφία, την
τυπογραφία, τη γλυπτική, τη ζωγραφική και το βιομηχανικό σχεδιασμό.
Η
φωτογραφία ήταν από τις κύριες ασχολίες του. Χρησιμοποίησε τον όρο “New Vision”
(Νέα Οπτική), για να περιγράψει τις απόψεις του για τη φωτογραφία. Σύμφωνα με
αυτές, η φωτογραφία πρέπει να καταγράφει τον κόσμο με τρόπο που δεν μπορεί να
το κάνει το ανθρώπινο μάτι. Συγκέντρωσε τις θεωρίες και τις εισηγήσεις του σε
ένα βιβλίο με τίτλο “The New Vision, from
Material to Architecture”. Πειραματίστηκε με τη διαδικασία εκτύπωσης των
φωτογραφιών με μια συσκευή που ονομάστηκε φωτόγραμμα.
Ο
Moholy – Nagy ήταν και συντάκτης στο avand-garde περιοδικό International Revue i10 από το 1927 έως το 1929. Παραιτήθηκε από το
Bauhaus το 1928, εργάστηκε στο Βερολίνο, αργότερα στο Παρίσι και τέλος στο
Λονδίνο το 1935. Εκεί δημιούργησε ένα μικρό κύκλο καλλιτεχνών με έδρα το
Hampstead.
Στην
Αγγλία θέλησε να δημιουργήσει μια νέα σχολή στο ύφος του Bauhaus αλλά δεν βρήκε
τη χρηματοδότηση που ήθελε. Έτσι έγινε καθηγητής στο Royal College of Arts.
Στην Αγγλία εργάστηκε, επίσης, ως σχεδιαστής, φωτογράφησε σύγχρονα κτήρια για
περιοδικά και έκανε ειδικά εφέ για κινηματογραφικές ταινίες.
Μετά
από πρόσκληση, ο Moholy – Nagy μετακόμισε το 1937 στο Chicago, προκειμένου να
γίνει διευθυντής της σχολής New Bauhaus. Η φιλοσοφία της σχολής δεν διέφερε από
αυτήν της πρώτης σχολής στο Βερολίνο. Η σχολή έκλεισε ένα χρόνο αργότερα λόγω
οικονομικών δυσχερειών. Υπήρξε και καλλιτεχνικός σύμβουλος του περιοδικού
Spiegel στο Chicago.
Το
1939 άνοιξε το School of Design, που μετονομάστηκε σε Institute of Design το
1944, το οποίο το 1949 έγινε μέρος του Illinois Institute of Technology, η
πρώτη σχολή στις ΗΠΑ που έδωσε διδακτορικό στην επιστήμη του σχεδιασμού.
Ο
Moholy – Nagy πέθανε το 1946 από λευχαιμία. Το Πανεπιστήμιο Τέχνης και
Σχεδιασμού της Βουδαπέστης πήρε το όνομά του. Ομοίως το όνομά του δόθηκε σε
πρόγραμμα ανοικτού κώδικα, το OpenLaszlo. Το 2003 δημιουργήθηκε το Ίδρυμα
Moholy – Nagy (http://moholy-nagy.org).
American painter,
sculptor, photographer, designer, film maker, theorist and teacher, of
Hungarian birth. Moholy-Nagy’s importance in the 20th century is based as much
on his theories as on his practical work. His ideologies related to the
relationship between space, time and light and the interaction of man with
these forces. His great achievement was that he applied his mystical outlook to
highly practical enterprises and always recognized the purpose behind his
creativity. © 2009 Oxford
University Press