Frida Kahlo, Portrait d'une femme en blanc, Détail le visage, Portrait of an injury in
white, Detail the face, 1929. Το DNA
επιδρά στην ικανότητα του ανθρώπου να μπορεί να δει μέσα στα μάτια των άλλων
τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους. Our DNA influences our ability to read
a person's thoughts and emotions from looking at their eyes, suggests a new
study.
Το
DNA επιδρά στην
ικανότητα του ανθρώπου να «διαβάζει» τις σκέψεις και τα συναισθήματα των άλλων
απλώς κοιτώντας τα μάτια τους, σύμφωνα με νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο
επιστημονικό περιοδικό «Molecular
Psychiatry».
Το
τεστ των ματιών
Αν
καταφέρνετε να «διαβάζετε» στα μάτια των άλλων τι σκέφτονται και τι νιώθουν,
ευχαριστήστε (τουλάχιστον ως έναν βαθμό) τα γονίδιά σας. Can you
clearly see emotions in the eyes of others? Credit: © elnariz / Fotolia
Πριν
από 20 έτη ομάδα ερευνητών από το Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ ανέπτυξε ένα τεστ
«γνωστικής ενσυναίσθησης» το οποίο ονομάστηκε «Reading the Mind in the Eyes» Test (ή για συντομία «Εyes Test»). Το τεστ αυτό είχε αποκαλύψει ότι οι άνθρωποι μπορούν
ταχύτατα να ερμηνεύσουν τι σκέφτεται ή τι νιώθει ένα άτομο που βρίσκεται
απέναντί τους απλώς κοιτάζοντας τα μάτια του και μόνο.
Είχε
επίσης δείξει ότι κάποιοι άνθρωποι είναι καλύτεροι στο... διάβασμα των ματιών
από άλλους καθώς και ότι οι γυναίκες έχουν σε γενικό πλαίσιο καλύτερο σκορ στο
τεστ σε σύγκριση με τους άνδρες.
Τώρα,
η ίδια ομάδα, σε συνεργασία με την εταιρεία Γενετικής 23andMe, καθώς και επιστήμονες από τη Γαλλία, την
Αυστραλία και την Ολλανδία παρουσιάζει αποτελέσματα μιας νέας μελέτης που
βασίστηκε στο συγκεκριμένο τεστ και η οποία περιέλαβε 89.000 άτομα από ολόκληρο
τον κόσμο. Η πλειονότητα των ατόμων αυτών ήταν πελάτες της 23andMe, οι οποίοι συναίνεσαν για τη συμμετοχή
τους στη μελέτη. Τα καινούργια ευρήματα επιβεβαίωσαν τα παλαιότερα τα οποία
ήθελαν τις γυναίκες «πρωταθλήτριες» στο διάβασμα των ματιών των άλλων.
Γυναικείο...
γενετικό προνόμιο
Το
ακόμη σημαντικότερο ήταν πως η ερευνητική ομάδα επιβεβαίωσε ότι τα γονίδιά μας
επιδρούν στην απόδοση στο «Eyes
Test» ενώ προχώρησε και
ένα βήμα πιο πέρα ταυτοποιώντας γονιδιακές παραλλαγές στο χρωμόσωμα 3 στις
γυναίκες οι οποίες αποδείχθηκε ότι συνδέονται με την ικανότητά τους να
«κοιτάζουν πίσω από τα μάτια» των άλλων και να ερμηνεύουν τις σκέψεις και τα
συναισθήματά τους.
Της
μελέτης ηγήθηκαν ο Βαρούν Γουόριερ, διδακτορικός ερευνητής στο Πανεπιστήμιο του
Κέιμπριτζ, καθώς και οι καθηγητές Σάιμον Μπάρον-Κοέν, διευθυντής του
Ερευνητικού Κέντρου για τον Αυτισμό στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, καθώς και
Τομά Μπουρζερόν του Πανεπιστημίου Paris Diderot και του Ινστιτούτου Pasteur.
Ήταν
ενδιαφέρον ότι, όπως προέκυψε από τη μελέτη, οι επιδόσεις των ανδρών στο «Eyes Test» δεν συνδέονταν με γονίδια στη
συγκεκριμένη περιοχή του χρωμοσώματος 3, όπως συνέβαινε με τις γυναίκες.
Η
ερευνητική ομάδα ανακάλυψε μάλιστα το ίδιο μοτίβο ευρημάτων σε μια ανεξάρτητη
ομάδα σχεδόν 1.500 ατόμων που συμμετείχαν στη μελέτη διδύμων Brisbane Longitudinal Twin Study, γεγονός που δείχνει ότι τα γενετικά
ευρήματα που αφορούσαν αποκλειστικώς τις γυναίκες είναι αξιόπιστα.
Η
ταυτότητα των γονιδίων
Μεταξύ
των γονιδίων που εντοπίστηκαν σε μια μικρή περιοχή του χρωμοσώματος 3 ήταν το LRRN1 (Leucine Rich Neuronal 1) το οποίο είναι άκρως ενεργό σε μια
περιοχή του εγκεφάλου που ονομάζεται ραβδωτό σώμα και έχει αποδειχθεί μέσω
απεικονιστικών μεθόδων του εγκεφάλου ότι παίζει ρόλο στη γνωστική ενσυναίσθηση.
Προς αυτή την κατεύθυνση συνηγορεί και το γεγονός ότι γονιδιακές παραλλαγές οι
οποίες συμβάλλουν σε υψηλότερα σκορ στο «Eyes Test» αυξάνουν επίσης τον όγκο του ραβδωτού
σώματος στους ανθρώπους, ένα εύρημα το οποίο χρειάζεται να διερευνηθεί
περαιτέρω.
Συμπληρώνεται
το παζλ της γνωστικής ενσυναίσθησης
Όπως
ανέφερε ο Βαρούν Γουόριερ «η μελέτη αυτή
είναι η μεγαλύτερη στον κόσμο σχετικά με το συγκεκριμένο τεστ γνωστικής
ενσυναίσθησης. Είναι επίσης η πρώτη η οποία επιχειρεί να συνδέσει τις επιδόσεις
στο συγκεκριμένο τεστ με παραλλαγές στο ανθρώπινο γονιδίωμα. Πρόκειται για ένα
σημαντικό βήμα στο πεδίο της κοινωνικής νευροεπιστήμης και προσθέτει ένα ακόμη
κομμάτι στο παζλ σχετικά με τις διαφορές της γνωστικής ενσυναίσθησης μεταξύ
διαφορετικών ανθρώπων». Από την πλευρά του ο καθηγητής Μπουρζερόν προσέθεσε
ότι η νέα μελέτη αποδεικνύει ότι η ενσυναίσθηση έχει ως έναν βαθμό γενετική
βάση. «Ωστόσο δεν πρέπει να παραβλέπουμε άλλους σημαντικούς κοινωνικούς παράγοντες,
όπως η διαπαιδαγώγηση αλλά και οι μεταγεννητικές εμπειρίες».
Ο
καθηγητής Μπάρον-Κοέν σημείωσε τέλος ότι «είμαστε
ενθουσιασμένοι με αυτή τη νέα ανακάλυψή μας και τώρα ελέγχουμε αν τα ευρήματά
μας μπορούν να αναπαραχθούν. Εξερευνούμε πώς ακριβώς οι γονιδιακές παραλλαγές
που εντοπίσαμε επιδρούν στον εγκέφαλο οδηγώντας σε διαφορές στη γνωστική
ενσυναίσθηση. Η καινούργια μελέτη μάς φέρνει ένα βήμα πιο κοντά στην κατανόηση
των διαφορών της ενσυναίσθησης στον πληθυσμό».
Πηγές: V
Warrier, K L Grasby, F Uzefovsky, R Toro, P Smith, B Chakrabarti, J Khadake, E
Mawbey-Adamson, N Litterman, J-J Hottenga, G Lubke, D I Boomsma, N G Martin, P
K Hatemi, S E Medland, D A Hinds, T Bourgeron, S Baron-Cohen. Genome-wide
meta-analysis of cognitive empathy: heritability, and correlates with sex,
neuropsychiatric conditions and cognition. Molecular Psychiatry,
2017; DOI: 10.1038/MP.2017.122 - http://www.tovima.gr/science/article/?aid=887767