Το ιστολόγιο "Τέχνης Σύμπαν και Φιλολογία" είναι ένας διαδικτυακός τόπος που αφιερώνεται στην προώθηση και ανάδειξη της τέχνης, της επιστήμης και της φιλολογίας. Ο συντάκτης του ιστολογίου, Κωνσταντίνος Βακουφτσής, μοιράζεται με τους αναγνώστες του τις σκέψεις του, τις αναλύσεις του και την αγάπη του για τον πολιτισμό, το σύμπαν και τη λογοτεχνία.
Arts Universe and Philology
The blog "Art, Universe, and Philology" is an online platform dedicated to the promotion and exploration of art, science, and philology. Its owner, Konstantinos Vakouftsis, shares his thoughts, analyses, and passion for culture, the universe, and literature with his readers.
Ο
HAT-P-26b βρίσκεται πιο κοντά στο άστρο του και έχει ατμόσφαιρα με υδρατμούς
και εξωτικά νέφη. Καλλιτεχνική απεικόνιση του εξωπλανήτη HAT-P-26b που έχει
μέγεθος σαν του Ποσειδώνα αλλά βρίσκεται πιο κοντά στο άστρο του από ό,τι ο
γίγαντας αερίων του ηλιακού μας συστήματος. The atmosphere of
the Neptune-mass exoplanet HAT-P-26b is unexpectedly primitive, composed
primarily of hydrogen and helium. By combining observations from Hubble and
Spitzer space telescopes, Wakeford et al determined that, unlike Neptune and
Uranus, the exoplanet has relatively low metallicity. Image credit: NASA’s Goddard Space Flight
Center
Αμερικανοί
και Βρετανοί επιστήμονες ανακάλυψαν μια πρωτόγονη ατμόσφαιρα με υδρατμούς και
εξωτικά νέφη γύρω από ένα μακρινό εξωπλανήτη που έχει μέγεθος περίπου όσο και ο
Ποσειδώνας του ηλιακού μας συστήματος. Είναι όμως πολύ πιο ζεστός, επειδή
περιφέρεται σε τροχιά πιο κοντινή στο άστρο του από ό,τι ο παγωμένος Ποσειδώνας
γύρω από τον Ήλιο.
Ένας
χρόνος σε τέσσερις μέρες
Ο
εξωπλανήτης HAT-P-26b βρίσκεται σε απόσταση περίπου 430 ετών φωτός από τη Γη
και ολοκληρώνει μία πλήρη περιφορά γύρω από το άστρο του (η διάρκεια του έτους
του) σε μόνο 4,2 γήινες μέρες.
Η
ατμόσφαιρά του αποτελείται σχεδόν αποκλειστικά από υδρογόνο και ήλιο, σε
ποσότητες πολύ μεγαλύτερες από ό,τι του Ποσειδώνα. Απουσιάζουν σχεδόν τα
βαρύτερα χημικά στοιχεία και μέταλλα από την ατμόσφαιρά του, σε σχέση με αυτό
που θα περίμεναν οι αστρονόμοι για έναν τόσο μεγάλο πλανήτη. Αυτό μάλλον
σημαίνει ότι ο HAT-P-26b σχηματίστηκε κοντύτερα στο μητρικό άστρο του από ό,τι
οι αέριοι γίγαντες πλανήτες στο δικό μας ηλιακό σύστημα.
Γκρίζος
ουρανός
Οι
ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή αστροφυσικής Ντέιβιντ Σινγκ του
βρετανικού Πανεπιστημίου του Έξετερ και τη Χάνα Γουέικφορντ της αμερικανικής
Διαστημικής Υπηρεσίας (NASA), που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Science», πραγματοποίησαν τις
παρατηρήσεις τους με τα αμερικανικά διαστημικά τηλεσκόπια Hubble και Spitzer.
«Η νέα συναρπαστική ανακάλυψη δείχνει ότι υπάρχει
πολύ μεγαλύτερη ποικιλία στις ατμόσφαιρες των εξωπλανητών από ό,τι νομίζαμε
προηγουμένως» δήλωσε ο Σινγκ.
Όσο
για τον ουρανό του εξωπλανήτη, οι επιστήμονες εκτιμούν ότι υπάρχουν διάσπαρτα
ασυνήθιστα σύννεφα όχι υδρατμών αλλά από κάποια άλλη ουσία, που θα δίνει μια
γκρίζα και όχι μπλε απόχρωση στον ουρανό.
Ο
γραμμικός επιταχυντής αποτελεί το πρώτο κρίσιμο βήμα στην “αλυσίδα έγχυσης”
σωματιδίων στον LHC,
όπως ονομάζουν οι επιστήμονες την προετοιμασία των δεσμών που θα μπουν στη
σήραγγα του LHC.
Ο λόγος είναι πως αυτό το μηχάνημα αναλαμβάνει την παραγωγή και την αρχική
επιτάχυνση των σωματιδίων, ενώ επίσης καθορίζει την ένταση και την πυκνότητα
που θα έχουν οι δέσμες. Linac 4, CERN's newest accelerator acquisition since the
Large Hadron Collider (LHC), was inaugurated today. (Image: M.Brice/CERN)
Ο
Ευρωπαϊκός Οργανισμός Πυρηνικών Ερευνών (CERN) στα γαλλο-ελβετικά σύνορα
εγκαινίασε το νέο γραμμικό επιταχυντή του Linac 4. Το νέο απόκτημα θα
τροφοδοτήσει με ακτίνες υψηλότερης ενέργειας τον μεγάλο επιταχυντή αδρονίων
(LHC), ώστε ο τελευταίος να αυξήσει σημαντικά τη φωτεινότητά του το 2021.
Μετά
από μία μακρά περίοδο δοκιμών, ο Linac 4 θα συνδεθεί με τον μεγάλο επιταχυντή
LHC, όταν ο τελευταίος τεθεί εκτός λειτουργίας για την καθιερωμένη τεχνική
συντήρηση και αναβάθμιση τον χειμώνα της περιόδου 2019-2020.
Ο
Linac 4 θα αντικαταστήσει τον γραμμικό επιταχυντή Linac 2, ο οποίος λειτουργεί
από το 1978 και θα γίνει πλέον αυτός το πρώτο στάδιο στην αλυσίδα επιταχυντών
του CERN, παράγοντας ακτίνες πρωτονίων για μια ευρεία γκάμα πειραμάτων.
Ο
γραμμικός επιταχυντής είναι το πρώτο και θεμελιώδες βήμα στην αλυσίδα
επιτάχυνσης των σωματιδίων, καθώς σε αυτόν παράγονται τα πρώτα σωματίδια και
δέχονται την αρχική επιτάχυνσή τους. Ο Linac 4 έχει μήκος σχεδόν 90 μέτρων
(έναντι 27 χιλιομέτρων του LHC), βρίσκεται σε βάθος 12 μέτρων κάτω από την
επιφάνεια και χρειάσθηκε σχεδόν δέκα χρόνια για να ολοκληρωθεί, με κόστος
περίπου 90 εκατ. ευρώ.
Linear accelerator
4 (Linac 4) is designed to boost negative hydrogen ions to high energies. It is
scheduled to become the source of proton beams for the Large Hadron Collider (LHC)
after the long shutdown in 2019-2020. Linac 4 will accelerate ions to 160 MeV
to prepare them to enter the Proton Synchrotron Booster, which
is part of the LHC injection chain. Negative hydrogen ions are pulsed through
the accelerator for 400 microseconds at a time. Credit: CERN
Ο
Linac 4 θα στέλνει αρνητικά ιόντα υδρογόνου, αποτελούμενα από ένα άτομο
υδρογόνου με δύο ηλεκτρόνια, στο σύγχροτρο πρωτονίων (Proton Synchrotron
Booster-PSB) του CERN, το οποίο θα επιταχύνει κι άλλο τα αρνητικά ιόντα, ενώ θα
απομακρύνει τα ηλεκτρόνιά τους.
Η
παραγόμενη ακτίνα του Linac 4 θα έχει ενέργεια έως 160 MeV, υπετριπλάσια σε
σχέση με του Linac 2. Αφενός η αύξηση της ενέργειας και αφετέρου η χρήση ιόντων
υδρογόνου θα διπλασιάσει την ενέργεια της ακτίνας που θα φθάνει στον μεγάλο
επιταχυντή LHC, συμβάλλοντας καθοριστικά στην μελλοντική αύξηση της
φωτεινότητας του τελευταίου.
Η
φωτεινότητα (luminosity) είναι μια καθοριστική παράμετρος που δείχνει πόσο
μεγάλος είναι ο αριθμός των σωματιδίων, τα οποία συγκρούονται σε ένα
συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Η μέγιστη φωτεινότητα του LHC σχεδιάζεται να
πενταπλασιαθεί έως το 2025, με στόχο τη δημιουργία του «Μεγάλου Επιταχυντή
Αδρονίων Υψηλής Φωτεινότητας» (High-Luminosity LHC).
Έτσι,
τα πειράματα του LHC θα μπορούν να συλλέξουν περίπου δέκα φορές περισσότερα
δεδομένα κατά την περίοδο 2025-2035. Αυτό θα επιτρέψει στους φυσικούς να κάνουν
πιο ακριβείς μετρήσεις για τα θεμελιώδη σωματίδια από ό,τι σήμερα και ίσως να
ανοίξουν ένα «παράθυρο» σε άγνωστες έως τώρα διαδικασίες της φύσης πέρα από το
«Καθιερωμένο Πρότυπο» (Standard Model), όπως η σκοτεινή ύλη και ενέργεια ή οι
έξτρα χωροχρονικές διαστάσεις.
Από
την άλλη, η τεχνολογία του γραμμικού επιταχυντή Linac 4 αναμένεται να αξιοποιηθεί
σε μικρότερα, ακόμη και φορητά μηχανήματα, ώστε να έχει και άλλες πρακτικές
εφαρμογές, όπως στη βιοϊατρική έρευνα (π.χ. δημιουργία ισοτόπων για τη διάγνωση
του καρκίνου) και στην ανάλυση έργων τέχνης (π.χ. πινάκων στα μουσεία).
Το
Λούβρο του Παρισιού είναι το μόνο μουσείο στον κόσμο που ήδη διαθέτει στο
υπόγειό του τον δικό του μικρό επιταχυντή. Όταν κλείνει τις Τρίτες, διάφορα
έργα τέχνης μεταφέρονται εκεί για ανάλυση, μεταξύ άλλων για να αποκαλυφθεί αν
είναι γνήσια, από ποιά υλικά κατασκευάσθηκαν και πόσο παλιά είναι.
Η
ζωή μπορεί πράγματι να γεννήθηκε σε μία ζεστή λιμνούλα. Επιστήμονες ανακάλυψαν
ίχνη απολιθωμάτων της πιο πρώιμης ζωής με «στεριανή» προέλευση. Οι σφαιρικές
φυσαλίδες που διασώζονται σε βράχους ηλικίας 3,48 δισεκατομμυρίων ετών στην
απομονωμένη περιοχή Πιλμπάρα της Δυτικής Αυστραλίας περιέχουν στοιχεία για τις
αρχέγονες μορφές ζωής που εμφανίστηκαν στη Γη. Fossil evidence of early
microbial life has been found in ancient hot spring deposits in the Dresser Formation
in the Pilbara Craton, Western Australia, that date back approximately 3.48 billion
years. A paper reporting this discovery is published in the journal Nature Communications. Spherical bubbles
preserved in 3.48 billion-year-old hot spring deposits in the Dresser Formation
provide evidence for early microbial life having lived on land. Image credit:
University of New South Wales
Πού
ήταν η κοιτίδα της ζωής: Στην ξηρά ή μέσα στη θάλασσα; Οι περισσότεροι
επιστήμονες τείνουν προς τη δεύτερη εκδοχή, αλλά μια νέα ανακάλυψη γέρνει τη
ζυγαριά προς την πρώτη - αν και σίγουρα δεν θα είναι η οριστική απάντηση στο
κρίσιμο αυτό ερώτημα.
Επιστήμονες
ανακάλυψαν σε πανάρχαια κοκκινωπά ηφαιστειακά πετρώματα της Δυτικής Αυστραλίας
ίχνη απολιθωμάτων της πιο πρώιμης ζωής με «στεριανή» προέλευση που έχει βρεθεί
μέχρι σήμερα, καθώς χρονολογούνται προ περίπου 3,48 δισεκατομμυρίων ετών.
Την
εποχή εκείνη, η συγκεκριμένη περιοχή μπορεί να ήταν ένα μικρό ηφαιστειακό νησί
γεμάτο θερμοπηγές και λιμνούλες. Σε κάποια από αυτές ίσως ξεκίνησε η ζωή στη
Γη.
Έως
σήμερα, οι αρχαιότερες ενδείξεις μικροβιακής ζωής με προέλευση την ξηρά
προέρχονταν από απολιθώματα σε πετρώματα της Νότιας Αφρικής με ηλικία 2,7 έως
2,9 δισεκατομμυρίων ετών.
Αν
η ανακάλυψη στην κατάξερη και απομονωμένη περιοχή Πιλμπάρα της Αυστραλίας
επιβεβαιωθεί, τότε ίσως δικαιώσει τον Κάρολο Δαρβίνο, ο οποίος το 1.871 δήλωσε
ότι η ζωή πιθανότατα ξεκίνησε σε κάποια θερμή λιμνούλα της ξηράς και όχι στη
θάλασσα.
Οι ερευνητές από την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία, με επικεφαλής την γεωεπιστήμονα Τάρα Ντζόκιτς του Πανεπιστημίου της Νέας Νότιας Ουαλίας (UNSW) στο Σίδνεϊ, έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό Nature Communications.
Όπως
είπε η Ντζόκιτς, «τα συναρπαστικά
ευρήματα δεν επεκτείνουν μόνο κατά τρία δισεκατομμύρια χρόνια τις αρχαιότερες
ενδείξεις ζωής σε θερμοπηγές, αλλά επίσης δείχνουν ότι η ζωή κατοικούσε στην
ξηρά πολύ νωρίτερα, περίπου 580 εκατομμύρια χρόνια παλαιότερα από ό,τι
θεωρούσαμε έως τώρα».
Αυτό,
πρόσθεσε, «μπορεί να υποδηλώνει την
προέλευση της ζωής σε θερμοπηγές γλυκού νερού στην ξηρά μάλλον, παρά την πιο
ευρέως διαδεδομένη ιδέα ότι η ζωή αναπτύχθηκε αρχικά στον ωκεανό και μετά
προσαρμόσθηκε στην ξηρά».
Αυτές
είναι οι δύο κυριότερες σήμερα θεωρίες για το πώς ξεκίνησε η ζωή στον πλανήτη
μας: είτε σε υδροθερμικές «καμινάδες» στα βάθη των θαλασσών, είτε σε μια ζεστή
λιμνούλα στην ξηρά. Αν όντως ισχύει η δεύτερη θεωρία, τότε αυξάνονται οι
πιθανότητες εύρεσης ιχνών ζωής και στον Άρη, όπου έχουν εντοπιστεί γεωλογικές
ενδείξεις παλαιότερων θερμοπηγών.
Schematic model of
active Dresser hot spring system and its fossilized mineralized remnants. Left:
proximal to distal hot spring facies, with spring vent fed by subsurface
hydrothermal fluids. Right: preserved sequence of hot spring facies deposits,
geographically patchy in nature, with spring vent infilled by late-stage
crystallization of barite. Imagecredit:
Djokicetal, doi: 10.1038/ncomms15263
«Τα πετρώματα της Πιλμπάρα έχουν περίπου την
ίδια ηλικία με τον φλοιό του Άρη, πράγμα που καθιστά τις πρώην θερμοπηγές του
"κόκκινου" πλανήτη τον ιδανικό στόχο για την εύρεση απολιθωμένης ζωής
εκεί» δήλωσε ο καθηγητής Βαν Κράνεντοκ, διευθυντής του Αυστραλιανού Κέντρου
Αστροβιολογίας και επικεφαλής της Σχολής Βιολογικών Επιστημών και Γεωεπιστημών
του UNSW.
Οι
ερευνητές έκαναν αναλύσεις που δείχνουν ότι τα πετρώματα στην Πιλμπάρα
σχηματίστηκαν στην ξηρά και όχι μέσα στο νερό. Συνεπώς και τα ίχνη των
μικροοργανισμών που βρέθηκαν -αλλά όχι τα ίδια τα μικρόβια- όπως οι
στρωματόλιθοι (διαστρωματωμένοι γεωλογικοί σχηματισμοί που δημιουργούνται από
βακτήρια) και οι φυσαλίδες (πιθανώς μικροβιακής προέλευσης) μέσα σε αυτά τα
πετρώματα, εκτιμάται ότι δεν έχουν θαλάσσια αλλά «στεριανή» προέλευση.
Με
άλλα λόγια, η ζωή αρχικά μπορεί να γεννήθηκε στην ξηρά και μετά να διείσδυσε
στη θάλασσα, από όπου, πολύ πιο εξελιγμένη πια, αναδύθηκε ξανά μετά από
δισεκατομμύρια χρόνια.
Τα
παλαιότερα ίχνη ζωής στη Γη, ηλικίας περίπου 3,7 δισεκατομμυρίων ετών, πιθανώς
είναι αυτά που έχουν βρεθεί σε απολιθώματα στρωματολίθων (κυανοβακτηρίων) στη
Γροιλανδία, όπου είχαν δημιουργηθεί σε ρηχή θάλασσα. Στο Κεμπέκ του Καναδά
έχουν βρεθεί ακόμη παλαιότερες αλλά λιγότερο σίγουρες ενδείξεις για
μικροοργανισμούς ηλικίας 4,28 δισεκατομμυρίων ετών (η ίδια η Γη σχηματίσθηκε
πριν από περίπου 4,5 δισ. χρόνια).
Όμως,
όπως συμβαίνει πάντα με ανακοινώσεις σχετικά με τόσο πρώιμες ενδείξεις ζωής στη
Γη, άλλοι επιστήμονες εκφράζουν επιφυλάξεις για το αν όντως τα ίχνη στα
πετρώματα έχουν δημιουργηθεί από μικρόβια (από τη στιγμή που τα ίδια είναι
αδύνατο να βρεθούν) ή από άλλες διαδικασίες.
Émile Bernard, Woman Smoking Hashish, 1900. Memory
performance decreases with increasing age. Cannabis can reverse these ageing
processes in the brain. This was shown in mice by scientists at the University
of Bonn with their colleagues at The Hebrew University of Jerusalem (Israel).
Old animals were able to regress to the state of two-month-old mice with a
prolonged low-dose treatment with a cannabis active ingredient. This opens up
new options, for instance, when it comes to treating dementia.
Οι
ερευνητές του Ινστιτούτου Μοριακής Ψυχιατρικής του Πανεπιστημίου της Βόννης και
του Εβραϊκού Πανεπιστημίου της Ιερουσαλήμ, με επικεφαλής τον καθηγητή Αντρέας
Τζίμερ, δημοσίευσαν πρόσφατα στο ιατρικό περιοδικό «Nature Medicine» έρευνά τους σύμφωνα με την οποία ο
εγκέφαλος των γερασμένων ζώων ηλικίας ενάμισι έως δύο ετών ξανάνιωσε μετά από
την χορήγηση επί ένα μήνα χαμηλής δόσης τετραϋδροκανναβινόλης (THC). Η χορήγηση
της κύριας ψυχοδραστικής ουσίας της κάνναβης οδήγησε τα ζώα σε βελτίωση που
προσομοίαζε τη μνήμη ηλικίας μόλις δύο μηνών.
Με
δύο λόγια τα σχετικά τεστ μάθησης και μνήμης, έδειξαν ότι τα πειραματόζωα είχαν
πλέον νεανικές επιδόσεις.
Άγνωστο
ακόμη εάν κάτι ανάλογο μπορεί να ισχύσει και για τους ανθρώπους, αλλά οι
επιστήμονες ελπίζουν ότι μπορεί να ανοίξουν νέοι δρόμοι ακόμη και για τη
θεραπεία της άνοιας. Έτσι σχεδιάζουν να ξεκινήσουν μέσα στο 2017 την κλινική
δοκιμή σε ανθρώπους για να ελέγξουν κατά πόσο η THC μπορεί να «φρενάρει» τη
γήρανση του ανθρώπινου εγκεφάλου.
Στα
συγκεκριμένα πειράματα η THC αύξησε τον αριθμό των συνδέσεων μεταξύ των
εγκεφαλικών κυττάρων (νευρώνων) στον ιππόκαμπο, στην περιοχή του εγκεφάλου που
παίζει ζωτικό ρόλο στη μνήμη. Τα οφέλη διήρκεσαν επί εβδομάδες και κανένα ζώο
δεν εμφάνισε τις παρενέργειες ενός ναρκωτικού.
Η
κάνναβη ως ναρκωτικό κατηγορείται ότι μειώνει την ικανότητα των ανθρώπων να
θυμούνται και να προσέχουν. Όμως, σύμφωνα με τους Γερμανούς επιστήμονες είναι
πιθανό σε χαμηλές αλλά συνεχείς δόσεις να επιφέρει το αντίθετο αποτέλεσμα.
Διαβάστε
περισσότερα για την αποτελεσματικότητα της φαρμακευτικής κάνναβης εδώ: Εναλλακτική
Δράση
Πηγές:
Andras Bilkei-Gorzo, Onder Albayram, Astrid Draffehn, Kerstin Michel, Anastasia
Piyanova, Hannah Oppenheimer, Mona Dvir-Ginzberg, Ildiko Rácz, Thomas Ulas,
Sophie Imbeault, Itai Bab, Joachim L Schultze, Andreas Zimmer. A
chronic low dose of Δ9-tetrahydrocannabinol
(THC) restores cognitive function in old mice. Nature Medicine, 2017; DOI:10.1038/nm.4311 - Tvxs
O Κωνσταντίνος
Γιαπής και ο συνεργάτης του Yunxi Yao έδειξαν πειραματικά πως
παράγεται μοριακό οξυγόνο στην επιφάνεια των κομητών. Ρίχνοντας μόρια νερού
(αριστερά) με μεγάλη ταχύτητα σε επιφάνειες από οξείδια του πυριτίου και
σιδήρου παρατήρησαν την παραγωγή οξυγόνου. Τα άτομα του οξυγόνου στην εικόνα
παριστάνονται με κόκκινο χρώμα και του υδρογόνου με μπλε. Σύμφωνα με τον Γιαπή
παρόμοιες συνθήκες υπάρχουν στον κομήτη 67P/Churyumov–Gerasimenko, όπου το
διαστημικό σκάφος Rosetta ανίχνευσε μοριακό οξυγόνο. Konstantinos Giapis
has shown how molecular oxygen may be produced on the surface of comets using lab
experiments. He and his postdoctoral scholar Yunxi Yao fired high-speed water
molecules (left) at oxidized silicon and iron surfaces, observing the
production of a plume that included molecular oxygen. Oxygen atoms are red, and
hydrogen, blue. Giapis says similar conditions exist on the comet
67P/Churyumov–Gerasimenko, where the European Space Agency's Rosetta mission
detected molecular oxygen. Credit:
Caltech
Οι
κομήτες -όπως και τα δέντρα- «εκπνέουν» οξυγόνο γύρω τους. Μέχρι σήμερα οι
επιστήμονες δεν ήσαν σίγουροι γιατί αυτό συμβαίνει, αλλά ένας Έλληνας χημικός
μηχανικός της διασποράς έχει πλέον βρει μια πειστική εξήγηση, η οποία μάλιστα
έχει σημαντικές προεκτάσεις και επιπτώσεις για την αστροβιολογία και την
αναζήτηση ζωής σε εξωπλανήτες.
Κάνοντας
εργαστηριακά πειράματα σε συνθήκες που προσομοιάζουν στο διάστημα, ο καθηγητής
Κωνσταντίνος Γιαπής του Τμήματος Χημείας και Χημικών Μηχανικών του Τεχνολογικού
Ινστιτούτου της Καλιφόρνιας (Caltech) έδειξε με ποιον τρόπο το μοριακό οξυγόνο
(οξυγόνο σε αέρια μορφή) μπορεί να παραχθεί στην επιφάνεια των κομητών.
Η
πρώτη φορά που ανακαλύφθηκε μοριακό οξυγόνο σε κομήτη, ήταν το 2015 από τους
ερευνητές που μελέτησαν τα στοιχεία, τα οποία συνέλλεξε η διαστημοσυσκευή
«Ροζέτα» του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διαστήματος (ESA) κατά την παρατεταμένη
μελέτη του κομήτη 67Ρ/Τσουριούμοφ-Γκερασιμένκο.
Η
«Ροζέτα» ανίχνευσε απρόσμενα μεγάλες ποσότητες αερίου οξυγόνου στην ατμόσφαιρα
του κομήτη. Το μοριακό (αέριο) οξυγόνο είναι πολύ ασταθές, επειδή συνήθως
ενώνεται με το υδρογόνο για να σχηματίσει νερό ή με τον άνθρακα για να
δημιουργήσει διοξείδιο του άνθρακα. Πριν τον κομήτη 67/Ρ, αέριο οξυγόνο στο
διάστημα είχε ανιχνευθεί μόνο δύο φορές σε νεφελώματα που παράγουν άστρα.
Η
βασική υπόθεση των επιστημόνων ήταν έως τώρα ότι το μοριακό οξυγόνο στον κομήτη
είναι αρχέγονο, δηλαδή βρίσκεται στο εσωτερικό του από το ξεκίνημα του ηλιακού
μας συστήματος πριν από 4,6 δισεκατομμύρια χρόνια και απλώς κάποια στιγμή, όταν
η επιφάνεια του κομήτη σιγά-σιγά ξεπαγώνει, αυτό διαφεύγει στην ατμόσφαιρα.
Όμως
ο Γιαπής, που έκανε τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Nature Communications»
[Dynamic molecular
oxygen production in cometary comae], δείχνει ότι μπορεί να συμβαίνει
κάτι άλλο και το οξυγόνο να είναι «φρέσκο». Καθώς ο κομήτης θερμαίνεται από τον
Ήλιο, αποβάλλει μόρια υδρατμών, τα οποία ιονίζονται από την υπεριώδη ηλιακή
ακτινοβολία. Στη συνέχεια ο ηλιακός «άνεμος» ωθεί τα ιονισμένα μόρια των
υδρατμών πίσω, με αποτέλεσμα αυτά να προσκρούουν πάνω την επιφάνεια του κομήτη,
η οποία περιέχει χημικά δεσμευμένο (όχι αέριο) οξυγόνο. Κατά την πρόσκρουση, τα
μόρια των υδρατμών προσλαμβάνουν άλλο ένα άτομο οξυγόνου και έτσι τελικά
σχηματίζεται το μοριακό (αέριο) οξυγόνο.
Η
σημασία αυτής της εξήγησης είναι ότι το μοριακό οξυγόνο που η «Ροζέτα» έχει
βρει πάνω στον κομήτη, μπορεί κάλλιστα να παράγεται σε πραγματικό χρόνο επί
τόπου και να μην είναι πανάρχαιο, όπως είχαν υποθέσει άλλοι επιστήμονες.
Όπως
δήλωσε ο κ. Γιαπής, «η εχθρική κόμη του
κομήτη είναι ένα δυναμικό περιβάλλον χημικών αντιδράσεων, ικανό να συνθέσει
μόρια που τυπικά σχετίζονται με την παρουσία της ζωής και να το κάνει με πλήρως
αβιοτικούς τρόπους. Η ανακάλυψη αυτή έχει συνέπειες για την αναζήτηση εξωγήινης
ζωής, ιδιαίτερα πρέπει να αναθεωρηθούν οι σχετικοί βιοδείκτες που οι
επιστήμονες αναζητούν στα ουράνια σώματα».
Η
έμπνευση από τη «Ροζέτα»
Εικόνα
τμήματος του κομήτη 67P που
λήφθηκε από τη Rosetta
στις 6 Αυγούστου, από απόσταση 120 km. H ανάλυση της εικόνας είναι 2.2 μέτρα ανά pixel. Image of
comet 67P/Churyumov-Gerasimenko taken by the Rosetta spacecraft. This image has
been enhanced to bring out the details of the comet's activity. Credit: ESA/Rosetta/NAVCAM,
CC BY-SA IGO 3.0
«Η νέα έρευνα» τόνισε ο κ. Γιαπής «ανοίγει νέους δρόμους για την εκμετάλλευση
της διαστημικής χημείας, προκειμένου να υπάρξει επιτόπια αξιοποίηση πόρων στη
διάρκεια των μελλοντικών διαπλανητικών ταξιδιών. Και πρέπει να σημειώσω ότι οι
εξωτικές αντιδράσεις που ‘καθοδηγούν’ μια τέτοια χημεία, δεν θα είχαν
ανακαλυφθεί χωρίς την έμπνευση από την αποστολή της Ροζέτα».
Όπως
δήλωσε, οι ίδιες χημικές αντιδράσεις που εδώ και 20 χρόνια μελετά στη Γη,
μπορεί να λαμβάνουν χώρα και σε έναν κομήτη. Όπως είπε, «άρχισα να ενδιαφέρομαι για το διάστημα, ψάχνοντας για μέρη όπου τα
ιόντα μπορούν να επιταχύνονται και να συγκρούονται με επιφάνειες. Μελετώντας
τις μετρήσεις για τον κομήτη της Ροζέτα και ιδίως αυτές που αφορούσαν τις
ενέργειες των μορίων των υδρατμών που πέφτουν πάνω στην επιφάνειά του, ξαφνικά
μου έκανε ‘κλικ’. Συνειδητοποίησα πως αυτό που μελετούσα επί χρόνια, συμβαίνει
ακριβώς πάνω στον κομήτη».
Σύμφωνα
με τον Έλληνα επιστήμονα, και άλλα ουράνια σώματα, όπως οι εξωπλανήτες, μπορεί
να παράγουν αέριο οξυγόνο με τον ίδιο χημικό αβιοτικό μηχανισμό, χωρίς να
απαιτείται η μεσολάβηση κάποιου οργανισμού (π.χ. της φωτοσύνθεσης των φυτών)
για να εκλυθεί το οξυγόνο στην ατμόσφαιρα. Αυτό έχει μεγάλη σημασία, επειδή οι
αστροβιολόγοι θεωρούν ότι αν βρουν το «αποτύπωμα» του οξυγόνου στην ατμόσφαιρα
ενός εξωπλανήτη, αυτό θα προδίδει την ύπαρξη ζωής. Κάτι τέτοιο όμως, κατά τον
Γιαπή, μπορεί να μη συμβαίνει, αφού το αέριο οξυγόνο είναι δυνατό να παραχθεί
και με καθαρά χημικές αντιδράσεις.
Η
πρώτη επιβεβαιωμένη ανίχνευση μοριακού οξυγόνου στο διάστημα έγινε το 2011 από
την αποστολή «Herschel» της ESA. Όπως δήλωσε ο συνεργάτης της NASA αστρονόμος
Πολ Γκόλντσμιθ επίσης του Caltech, «το οξυγόνο είναι σημαντικό μόριο που είναι
πολύ δύσκολο να ανιχνευθεί στο διάστημα. Ο μηχανισμός παραγωγής του, που
μελέτησε το εργαστήριο του καθηγητή Γιαπή, μπορεί να έχει ισχύ σε πολλά
διαφορετικά περιβάλλοντα και δείχνει τη σημαντική σύνδεση ανάμεσα στις
εργαστηριακές έρευνες και στην αστροχημεία».
Konstantinos Giapis. Credit: Caltech
Ο
Κωνσταντίνος Γιαπής αποφοίτησε το 1984 από τη
Σχολή Χημικών Μηχανικών του ΕΜΠ στην Αθήνα, πήρε το διδακτορικό του το 1989 από
το Τμήμα Χημικών Μηχανικών του Πανεπιστημίου της Μινεσότα και έως το 1992
διεξήγαγε μεταδιδακτορική έρευνα στα Εργαστήρια ΑΤ&Τ Bell στο Νιού Τζέρσι.
An experiment in
the lab of Caltech's Konstantinos Giapis. A professor of chemical engineering,
Giapis performs tests with high-speed ions to study reaction dynamics at
surfaces, the results of which can be used to improve methods for fabricating
semiconductor devices. Water ions are generated in a plasma reactor, seen at
left, which glows to produce white-blue light. Credit: Caltech
Σήμερα
είναι καθηγητής στο Caltech και η έρευνά του εστιάζεται στη δυναμική
αλληλεπίδραση των ιόντων με τις επιφάνειες των ημιαγωγών (υλικών για
επεξεργαστές υπολογιστών και κινητών τηλεφώνων), στα νανοϋλικά και στη
νανοτεχνολογία.
Τα
τελευταία δεδομένα σχετικά με τον αριθμό των αντιπρωτονίων που περιέχονται στις
κοσμικές ακτίνες μπορεί να κρύβουν αποδείξεις για την ύπαρξη των σωματιδίων της
σκοτεινής ύλης. ToΆλφα Μαγνητικό Φασματόμετρο ή AMS (AlphaMagneticSectrometer) στον Διεθνή Διαστημικό Σταθμό. Recently
released data on cosmic-ray antiprotons may contain hints of dark matter, as
revealed by two new analyses. Exterior view of the ISS with the AMS-02 visible
in the foreground. Credit: NASA
Μια
πολλά υποσχόμενη μέθοδος ανίχνευσης της σκοτεινής
ύλης είναι η αναζήτηση «πλεονάσματος» αντιπρωτονίων(*) στις
κοσμικές ακτίνες που κατά πάσα πιθανότητα προέρχεται από τα προϊόντα
αντιδράσεων των σωματιδίων σκοτεινής ύλης. Δυο ερευνητικές ομάδες ανέλυσαν,
ανεξάρτητα η μία από την άλλη, τα δεδομένα ανίχνευσης αντιπρωτονίων στις
κοσμικές ακτίνες από το πείραμα Alpha Magnetic Spectrometer (AMS). Και οι
δυο ομάδες βρήκαν ενδείξεις περίσσειας αντιπρωτονίων πίσω από την οποία μπορεί
να βρίσκονται σωματίδια σκοτεινής ύλης με μάζα μερικών δεκάδων GeV/c2.
Oι κοσμικές ακτίνες περιέχουν έναν μικρό
αριθμό σωματιδίων αντιύλης, όπως ποζιτρόνια (αντιηλεκτρόνια) και αντιπρωτόνια.
Τα περισσότερα από αυτά τα αντι-σωματίδια σχηματίζονται σε «αστροφυσικές»
συγκρούσεις μεταξύ υψηλής ενέργειας κοσμικών ακτίνων και μεσοαστρικού αερίου.
Όμως, ένα μικρό ποσοστό από αυτά μπορεί να προέρχεται από διασπάσεις σωματιδίων
σκοτεινής ύλης.
Οιερευνητές Alessandro Cuoco
et al απότοΠανεπιστήμιοτου Aachen στηΓερμανία [Novel Dark Matter Constraints from
Antiprotons in Light of AMS-02], υπέθεσανδυοσενάρια – έναμεσκοτεινήύληκαιέναχωρίς. Στη συνέχεια έκαναν προσομοιώσεις και για
τις δυο περιπτώσεις προσαρμόζοντας τις παραμέτρους έτσι ώστε να πάρουν το φάσμα
των αντιπρωτονίων, πρωτονίων και πυρήνων ηλίου που περιέχονται στα δεδομένα του
Άλφα Μαγνητικού Φασματομέτρου αλλά και σε άλλα πειράματα. Διαπίστωσαν ότι στο
σενάριο της σκοτεινής ύλης, η ύπαρξη ενός σωματιδίου με μάζα 80 GeV/c2,
παρείχε την καλύτερη προσαρμογή στα παρατηρούμενα αντιπρωτόνια σε σχέση με το
σενάριο χωρίς σκοτεινή ύλη.
Εν
τω μεταξύ, ο Ming-Yang Cui και οι συνεργάτες του από την Κινεζική Ακαδημία
Επιστημών [Possible
Dark Matter Annihilation Signal in the AMS-02 Antiproton Data], πραγματοποίησαν
μια ανεξάρτητη ανάλυση βασισμένη σε ένα ελαφρώς διαφορετικό σύνολο υποθέσεων. Η
στρατηγική τους βασίστηκε σε παρατηρήσεις του λόγου βορίου προς άνθρακα που
περιέχονται στην κοσμική ακτινοβολία, ο οποίος δίνει μια ένδειξη του πόσο
μακριά έχουν ταξιδέψει οι κοσμικές ακτίνες μέχρι να φτάσουν σε μας. Διαπίστωσαν
ότι ένα μοντέλο με σωματίδια σκοτεινής ύλης μάζας 40 έως 60 GeV/c2,
έδινε καλύτερη προσαρμογή στα δεδομένα των αντιπρωτονίων.
Τα
αποτελέσματα αυτά, μαζί με προαναφερθέντα των Cuoco et al, βρίσκονται σε πολύ
καλή συμφωνία με τα συμπεράσματα μιας άλλης έρευνας σχετικής με το
παρατηρούμενο πλεόνασμα ακτίνων γάμα που εκπέμπεται από το κέντρο του γαλαξία
μας, η ερμηνεία του οποίου απαιτεί επίσης την ύπαρξη σωματιδίων σκοτεινής ύλης.
When protons and
antiprotons collide, W bosons are produced asymmetrically, since the up quark
carries more momentum than the down. By looking at the directions of positively
(blue) and negatively (red) charged muons from W decay, we gain deeper
understanding about the quark interactions.
(*) Το αντιπρωτόνιο είναι
δομικό σωματίδιο της αντιύλης (αντισωματίδιο) το οποίο έχει την ίδια μάζα με το
πρωτόνιο αλλά αντίθετο (-1) φορτίο. Τα αντιπρωτόνια είναι σταθερά σωματίδια,
αλλά στο περιβάλλον της ύλης συνήθως έχουν μικρή διάρκεια ζωής γιατί σε επαφή
με πρωτόνια εξαϋλώνονται (ένα αντιπρωτόνιο με ένα πρωτόνιο) και η μάζα τους
μετατρέπεται σε ενέργεια.
Νέα εντυπωσιακά ευρήματα. After adding Homo naledi to
the human family tree, researchers reveal that the species is younger than it
seems. While primitive in some respects, the face, skull, and teeth show enough
modern features to justify H. naledi's placement in the genus Homo. Artist
Gurche spent some 700 hours reconstructing the head from bone scans, using bear
fur for hair. PHOTOGRAPH BY MARK THIESSEN, NATIONAL GEOGRAPHIC
Μια
διεθνής επιστημονική ομάδα ανακάλυψε άλλο ένα υπόγειο θάλαμο με απολιθώματα του
Homonaledi,
ενός άγνωστου έως πρόσφατα «συγγενούς» του ανθρώπου, που είχε μικρότερο
εγκέφαλο, σε μεγέθους πορτοκαλιού, ύψος ενάμισι μέτρο και βάρος 45 κιλά.
A 'Neo' skull of Homo
naledi from the Lesedi Chamber. Credit: Wits University/John Hawks
Η
χρονολόγηση των απολιθωμάτων δείχνει ότι ζούσε πριν από 236.000 έως 335.000
χρόνια, πιθανώς παράλληλα με τον Homosapiens. Τα αρχαιότερα απολιθώματα του τελευταίου στην Αφρική έχουν
ηλικία περίπου 200.000 ετών.
Αυτό
είναι απρόσμενο, επειδή έως τώρα οι επιστήμονες πίστευαν ότι τόσο πρόσφατα στην
Αφρική ζούσαν πια μόνο Homosapiens και ότι τα άλλα συγγενικά είδη είχαν πια
εξαφανισθεί.
Οι
ερευνητές δήλωσαν έκπληκτοι από την χρονολόγηση των απολιθωμάτων. Όπως είπαν, «αν υπάρχει ένα άλλο είδος που μοιραζόταν τον
κόσμο με τους "σύγχρονους ανθρώπους" στην Αφρική, είναι πολύ πιθανό
ότι υπήρχαν και άλλα, απλώς πρέπει να τα βρούμε».
Η
ανακάλυψη στο λεγόμενο σπήλαιο του «Ανατέλλοντος Άστρου» («naledi» σημαίνει «άστρο» στην τοπική γλώσσα)
έγινε από ερευνητές με επικεφαλής τους παλαιοανθρωπολόγους Τζον Χόουκς του
Πανεπιστημίου του Ουισκόνσιν-Μάντισον των ΗΠΑ και Λι Μπέργκερ του Πανεπιστημίου
του Γουιτγουότερσραντ της Ν.Αφρικής, οι οποίοι έκαναν τις σχετικές δημοσιεύσεις
στο περιοδικό eLife.
Bones that belong
to at least three individuals—two adults and a child— were found in the Lesedi
Chamber within the Rising Star cave system in 2014, in South Africa. This
adult, nicknamed “Neo” by the research team, is represented by bones of the
head and body and was likely male. PHOTOGRAPH
COURTESY LEE BERGER
Τα
νέα απολιθώματα -πάνω από 130 συνολικά- προέρχονται από τουλάχιστον τρία άτομα,
δύο ενήλικες και ένα παιδί κάτω των πέντε ετών. Οι ερευνητές πιστεύουν ότι θα
βρουν και άλλα, όσο προχωρεί η εξελισσόμενη ακόμη ανασκαφή. Ο ένας σκελετός,
που ονομάσθηκε «Neo»
(σημαίνει «δώρο» στην τοπική διάλεκτο) βρίσκεται σε αξιοσημείωτα καλή
κατάσταση, ιδίως το κρανίο του.
«Ο σκελετός του Neo είναι ένας από τους πιο πλήρεις που έχουν
ποτέ βρεθεί, τεχνικά πιο πλήρης από το διάσημο απολίθωμα της Λούσι», δήλωσε ο καθηγητής Λι Μπέργκερ. Η πρώτη
μελέτη του σκελετού επιβεβαιώνει ότι ο Homonaledi ήταν ικανός
τόσο να περπατά, όσο και να σκαρφαλώνει σε δέντρα, ενώ δεν αποκλείεται να έκανε
ακόμη και χρήση πρωτόγονων εργαλείων.
A schematic of the
Rising Star cave system. Credit: Marina Elliott/Wits University
Η
νέα ανακάλυψη έγινε στο «Θάλαμο Λεσέντι» (σημαίνει «φως» στην τοπική γλώσσα),
σε απόσταση σχεδόν 100 μέτρων από τον «Θάλαμο Ντιναλέντι», όπου το 2016 είχαν
βρεθεί τα πρώτα απολιθώματα του Homonaledi, από τουλάχιστον 15 διαφορετικά άτομα
διαφόρων ηλικιών.
Όπως
και πέρυσι, ο εντοπισμός των νέων απολιθωμάτων ήταν μια πολύ δύσκολη
επιχείρηση, καθώς οι ανασκαφείς έπρεπε να έρπουν, να αναρριχώνται και να
συμπιέζουν το σώμα τους για να τρυπώσουν μέσα στα κατασκότεινα στενά περάσματα
του σπηλαίου πλάτους μόλις 25 εκατοστών.
«Δεν
ήταν άνθρωποι, είχαν όμως οικείες συμπεριφορές»
Homo naledi was
very different from archaic humans that lived around the same time. Left: Kabwe
skull from Zambia, an archaic human. Right: "Neo" skull of Homo
naledi. Credit: JohnHawks/UniversityofWisconsin-Madison
Οι
Χόουκς και Μπέργκερ υποστηρίζουν ότι η ανακάλυψη σε τόσο βάθος και άλλου
θαλάμου με απολιθώματα, σημαίνει πιθανότατα ότι οι Homonaledi φρόντιζαν
για τους νεκρούς τους, μια μάλλον απρόσμενη συμπεριφορά για τόσο αρχαϊκό είδος,
καθώς προϋποθέτει μεγάλη νοημοσύνη και συμβολική σκέψη, ενδείξεις πολιτισμού.
«Η ανακάλυψη ενισχύει την υπόθεση ότι ο Homonaledi χρησιμοποιούσε σκοτεινά απομονωμένα μέρη
για να τοποθετήσει τους νεκρούς του. Ποιες είναι οι πιθανότητες, αλλιώς, να
γίνει τυχαία μια δεύτερη σχεδόν ταυτόσημη ανακάλυψη;», αναρωτήθηκε ο Χόουκς.
«Αυτό που είναι τόσο προκλητικό με τον Homonaledi, είναι ότι ήσαν πλάσματα με εγκεφάλους
μόνο το ένα τρίτο του δικού μας. Είναι σαφές ότι δεν ήταν άνθρωποι, παρόλα αυτά
φαίνεται να είχαν συμπεριφορές που αναγνωρίζουμε ως οικείες, όπως μια διαρκή
φροντίδα για τους άλλους, που συνεχίζεται και μετά το θάνατο. Είναι
συγκλονιστικό, αλλά μπορεί να έχουμε μπροστά μας τις βαθύτερες ρίζες των
ανθρώπινων πολιτισμικών πρακτικών»,
πρόσθεσε ο Αμερικανός παλαιοανθρωπολόγος.
Πάντως
υπάρχουν ενδείξεις από το βαθύ ισπανικό σπήλαιο Σίμα ντε λος Χουέσος ότι οι
Νεάντερταλ μπορεί να έκαναν κάτι ανάλογο με τους νεκρούς τους ακόμη παλιότερα,
πριν από 400.000 χρόνια.
Homo naledi, which was first announced in South Africa in
September 2015, was alive sometime between 335 and 236 thousand years ago.
Από
κοινού πάντως οι δύο ανακαλύψεις του Homonaledi στη Νότια Αφρική πέρυσι και φέτος έχουν
φέρει στο φως την πιο ολοκληρωμένη συλλογή απολιθωμάτων ενός είδους του γένους Homo, πέρα από το σύγχρονο «έμφρονα» άνθρωπο (Homosapiens) και τους
Νεάντερταλ. Συνολικά έχουν έως τώρα βρεθεί περίπου 2.000 απολιθώματα του Homonaledi από
τουλάχιστον 18 άτομα, που είναι πολύ πιθανό να εμπλουτισθούν κι άλλο στο
μέλλον.