Arts Universe and Philology

Arts Universe and Philology
The blog "Art, Universe, and Philology" is an online platform dedicated to the promotion and exploration of art, science, and philology. Its owner, Konstantinos Vakouftsis, shares his thoughts, analyses, and passion for culture, the universe, and literature with his readers.

Κυριακή 4 Σεπτεμβρίου 2016

Οι Λίμνες Πλίτβιτσε στην Κροατία. The Plitvice Lakes in Croatia

Ανάμεσα στους οκτώ Εθνικούς Δρυμούς της Κροατίας, θεωρείται το μεγαλύτερο αξιοθέατο της χώρας και το πιο δημοφιλές. Ο λόγος για το Εθνικό Πάρκο των Λιμνών Πλίτβιτσε που απλώνεται ανάμεσα σε τρεις κορυφές των Δειναρικών Άλπεων: την Πλεσέβιτσα (1.640 μ.), τη Μάλα Καπέλα (1.280 μ.) και τη Μεντβέντακ (884 μ.). 

Στο ομώνυμο οροπέδιο με διάσπαρτα εκατοντάδες σπήλαια, ποτάμια, λίμνες, και έδαφος από ασβεστολιθικά πετρώματα και δολομίτες, όλο το Πάρκο καταλαμβάνει έκταση 294,82 τ. χλμ., ενώ οι 16 λίμνες καταλαμβάνουν μόλις τα 8 χλμ. 

Το ψηλότερο σημείο του Πάρκου βρίσκεται στα 1.280 μ. ενώ το χαμηλότερο στα 380 μ. Το υψόμετρο μεταξύ των λιμνών είναι μόνο 135 μέτρα, ενώ ο μεγαλύτερος καταρράκτης, ο Veliki Slap, έχει ύψος 70 μ. 

Εδώ, θα μετακινηθούμε με το ηλεκτροκίνητο λεωφορείο, θα κάνουμε βαρκάδα στη μεγαλύτερη λίμνη και θα περπατήσουμε στα στρωμένα με ξύλα μονοπάτια απολαμβάνοντας το πράσινο της φύσης και όλες τις αποχρώσεις του γαλάζιου στα νερά των λιμνών.

Η ιστορία του Εθνικού Δρυμού

Σύμφωνα με τον τοπικό μύθο, η δημιουργία της λίμνης οφείλεται στις προσευχές των κατοίκων της περιοχής για τον τερματισμό μια μακράς περιόδου ξηρασίας. Τότε η μαύρη Βασίλισσα συγκινήθηκε από τις παρακλήσεις των ανθρώπων και έκανε τα στοιχεία της φύσης να συναινέσουν και να βρέξει. Όμως έβρεξε τόσο πολύ, ώστε τα νερά να δημιουργήσουν λίμνες, οι οποίες παραμένουν έως σήμερα. Όπως αντιλαμβάνεστε η λίμνη είναι πολύ παλιά και συνοδεύετε από τοπικούς μύθους που χάνονται στα βάθη των αιώνων.

Η περιοχή των λιμνών κατοικούνταν εδώ και χιλιάδες χρόνια. Εδώ είχαν καταλύσει Ιλλυριοί, Θράκες, Ρωμαίοι, Άβαροι, Σλάβοι και Τούρκοι. Στα 1528 η περιοχή κατελήφθη από τους Οθωμανούς, την οποία και ανακατέλαβαν οι Αυστριακοί 150 χρόνια αργότερα. Οι αυτόχθονες Κροάτες ήδη κατοικούσαν στην περιοχή, όπως και οι Σέρβοι.

Προς τα τέλη του 19ου αιώνα άρχισε η περιοχή να γίνεται «τουριστική». Το πρώτο ξενοδοχείο κτίστηκε το 1896, ενώ ήδη από το 1893 είχαν ξεκινήσει οι συζητήσεις για την προστασία της περιοχής. 

Το 1949 η κομμουνιστική κυβέρνηση της Γιουγκοσλαβίας ανακήρυξε την περιοχή Εθνικό Δρυμό και το 1979 ανακηρύχθηκε Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς από την UNESCO, για την εξαιρετική φυσική ομορφιά και την παραγωγή πορώδους λίθου (τούφας) χωρίς επιπτώσεις στο περιβάλλον της.

Γρήγορα το Πάρκο έγινε το πιο δημοφιλές τουριστικό αξιοθέατο της χώρας, όμως τον Μάρτιο του 1991 εκεί διαδραματίστηκαν οι πρώτες σκηνές του πολέμου μεταξύ Κροατών και Σέρβων. Η περιοχή ανακαταλήφθηκε από τους Κροάτες τον Αύγουστο του 1995 όπου και τελείωσε ο πόλεμος.

Κατά τη διάρκεια του πολέμου η UNESCΟ τοποθέτησε το Πάρκο στον κατάλογο των μνημείων σε κίνδυνο. Λόγω της οικονομικής σπουδαιότητας του Πάρκου, η κροατική κυβέρνηση έδωσε προτεραιότητα στον καθαρισμό του Πάρκου από τις νάρκες και τον Δεκέμβριο του 1998 η UNESCO ανακήρυξε την περιοχή ελεύθερη ναρκών και την έβγαλε από τη λίστα των περιοχών σε κίνδυνο.

Η χλωρίδα και η πανίδα

Όλη η περιοχή χαρακτηρίζεται από πλούσια βλάστηση με φηγούς, έλατα, τσάμι, και πρόκειται για έναν συνδυασμό αλπικής και μεσογειακής βλάστησης. Η μεγάλη ποικιλία οικογενειών φυτών οφείλεται στο μικροκλίμα, στα διαφορετικά εδάφη, και στα ποικίλα επίπεδα υψομέτρου.

Το βορειοανατολικό κομμάτι καλύπτεται από δάση φηγών, και το υπόλοιπο με λευκόπευκα, καρπίνους και θάμνους. Υπάρχουν 1.267 είδη φυτών, από τα οποία 75 είναι ενδημικά, ενώ περιλαμβάνονται 55 διαφορετικά είδη ορχιδέας. 

Η περιοχή είναι επίσης καταφύγιο πολλών διαφορετικών ζώων και πουλιών. Ανάμεσά τους η ευρωπαϊκή καφέ αρκούδα, λύκοι, αγριόγατες, ελάφια, λαγοί, αλεπούδες, κουνάβια, κάπροι, κ.ά.

Επίσης, μέχρι στιγμής έχουν καταγραφεί 321 είδη πεταλούδων, 161 είδη πουλιών, ανάμεσά τους 70 σπάνια είδη που απαντώνται μόνο εδώ και 21 είδη νυχτερίδων. 


Στη βόλτα σας μπορεί να δείτε αετούς, κουκουβάγιες, κούκους, αλκυόνες, ερωδιούς, αγριόπαπιες, γεράκια, τσίχλες, και ανάλογα με την εποχή μαυροπελεκάνους και σταυραετούς.

Τα «πετράδια» του Λευκού και του Μαύρου ποταμού

Ανάμεσα σε βρύα και άλγες, οι δεκαέξι λίμνες, πλούσιες σε ορυκτά, βρίσκονται σε διαφορετικά επίπεδα ανάμεσα σε καταρράκτες και ποτάμια. Μια παλέτα χρωμάτων σε όλους τους τόνους του τιρκουάζ και του γαλαζοπράσινου που οφείλεται στην πυκνότητα του νερού σε ιχνοστοιχεία και ορυκτά καλύπτει περίπου 2 τ. χλμ.


 
Το νερό παρασύρει τα μέταλλα από τα υπόγεια πετρώματα που σμιλεύουν τα βράχια καταθέτοντας τούφα σε συνεχώς μεταβαλλόμενους σχηματισμούς. Οι λίμνες τροφοδοτούνται με νερό από τον Μαύρο και τον Λευκό ποταμό (Crna και Bijela) και τον Rjecica.

Ο Μαύρος ποταμός είναι ο μεγαλύτερος από όλους και οι λίμνες τροφοδοτούνται επίσης από υπόγεια ποταμάκια και πηγές. Χωρίζονται στις 12 επάνω λίμνες όπου η στάθμη της ψηλότερης βρίσκεται στα 636,6 μ. και στις 4 κάτω λίμνες όπου η χαμηλότερη βρίσκεται στα 503 μ., από την οποία ξεκινά ο ποταμός Κοράνα – στον οποίο και καταλήγουν όλα τα νερά των λιμνών, και η απόσταση μεταξύ τους είναι 8 χλμ. 



Επίσης οι λίμνες οριοθετούνται από φυσικά φράγματα από ασβεστόλιθο, ενώ τα φυτά που αναπτύσσονται στην κορυφή του καθενός σχηματίζουν φυσικά σύνορα που μεγαλώνουν περί το ένα εκατοστό κάθε χρόνο.

Κάτω Λίμνες, καταρράκτες χρωμάτων

Τέσσερις είναι οι Κάτω Λίμνες και εδώ το τοπίο χαρακτηρίζεται από απόκρημνες όχθες που περιβάλλονται από γκρεμούς ενώ υπάρχουν μικρές και μεγάλες σπηλιές. 

Η Milanovac φημίζεται για τα χρώματά της που αλλάζουν ανάλογα με το φως του ήλιου. Τα νερά της πέφτουν στη λίμνη Gavanovac δημιουργώντας ορμητικούς καταρράκτες. 




Στη συνέχεια η λίμνη Kaluderovac χαρακτηρίζεται από τα γαλάζια νερά και τη Γαλάζια Σπηλιά που μπορεί να επισκεφθεί κάποιος με βάρκα. Η τελευταία λίμνη Novakovica Brod δημιουργεί τον πιο εντυπωσιακό καταρράκτη Sastavci.

Πάνω Λίμνες, τα «άγρια» τοπία

Οι περισσότεροι συμφωνούν ότι τα τοπία στις Πάνω Λίμνες είναι πιο εντυπωσιακά και πιο άγρια, με πυκνότερη βλάστηση. Η μεγαλύτερη λίμνη είναι η Proscansko με έκταση 68,2 εκτάρια, σε υψόμετρο 636,6 μ. και βάθος 37,4 μ. 




Ακριβώς από κάτω βρίσκεται η αρκετά μικρότερη Ciginovac, που τροφοδοτείται από τα νερά της λίμνης Proscansko. Η λίμνη Okrugljak είναι διάσημη για τη σπηλιά της με τους ασβεστολιθικούς σχηματισμούς που αποτελείται από δύο αίθουσες και έχει μήκος 53 μ.








Οι επόμενες λίμνες Batinovac, Μεγάλη Λίμνη και Μικρή Λίμνη γίνονται εντυπωσιακές κυρίως την άνοιξη όταν τα φράγματα γεμίζουν νερό και τα ποτάμια δημιουργούν εκατοντάδες μικρούς καταρράκτες. 







Η λίμνη Galovac τροφοδοτείται με τα νερά τριών μικρών λιμνών και με τη σειρά της δημιουργεί μια σειρά από καταρράκτες με κύριο τον καταρράκτη Galovacki. Αλλες λίμνες είναι η μικρή Milino που συνδέεται με τον καταρράκτη Galovacki, η Gradinsko που περιβάλλεται από καλαμιές όπου φωλιάζουν οι πάπιες, η Vir, που είναι το τελευταίο μεγάλο σύνορο των Πάνω Λιμνών.


Η μεγαλύτερη λίμνη όλων είναι η Kozjak με μήκος 3 χλμ. και η τελευταία των Πάνω Λιμνών. Στο κέντρο της υπάρχει ένα μικρό οβάλ νησάκι που έχει και ένα εστιατόριο. Τα ξενοδοχεία της περιοχής είναι κτισμένα γύρω από αυτή τη λίμνη και από τα δωμάτιά τους μπορείτε να απολαμβάνετε τα χρώματα των νερών που αλλάζουν ανάλογα με την ώρα της μέρας.

Εποχές και δραστηριότητες

Κάθε εποχή έχει την ομορφιά της στο Πάρκο: τον χειμώνα είναι όμορφο το θέαμα με τους καταρράκτες παγωμένους ενώ την άνοιξη και το φθινόπωρο πέρα από τα χρώματα της φύσης, λίμνες και καταρράκτες είναι γεμάτοι νερό. 



Το καλοκαίρι είναι δροσερά με ωραία χρώματα και μπορείτε να κολυμπήσετε στα ποτάμια γύρω από το Πάρκο, όμως τότε είναι και η αιχμή της τουριστικής περιόδου.









Η πεζοπορία είναι η κατ’ εξοχήν δραστηριότητα στο Πάρκο. Τα μονοπάτια κοντά στην Είσοδο του Πάρκου είναι εξαιρετικά καλά σηματοδοτημένα και υπάρχουν διαδρομές για όλους – γυμνασμένους και μη, αλλά και με πρόσβαση σε αναπηρικά καροτσάκια. Δημοφιλέστερη είναι η μικρή διαδρομή μιας ώρας κοντά στη μεγαλύτερη λίμνη.





Τα περισσότερα μονοπάτια είναι φτιαγμένα από ξύλινες σανίδες και ξύλινες γέφυρες και καλύπτουν σχεδόν όλο το Πάρκο. Είναι αρκετά φαρδιά αλλά στις ώρες αιχμής ίσως πιεστείτε από την πολυκοσμία. Υπάρχουν αρκετές διαδρομές για να επιλέξετε, ανάλογα με τον χρόνο που διαθέτετε και τη φυσική σας κατάσταση. Συνήθως από τη μια άκρη στην άλλη η διαδρομή είναι περίπου 4 ώρες. Μπορείτε να κάνετε και συνδυασμούς με τα ηλεκτροκίνητα λεωφορεία και τα ποταμόπλοια ώστε να μη χρειάζεται να επιστρέψετε από την ίδια διαδρομή.

Φωτογραφίες: © Κωνσταντίνος Βακουφτσής


Σάββατο 3 Σεπτεμβρίου 2016

Ο φυσικός και αστρονόμος Γεώργιος Βούρης. The physicist and astronomer Georgios Vouris

Γεώργιος Βούρης. Φυσικομαθηματικός. Καθηγητής του πανεπιστημίου Αθηνών. Πρώτος διευθυντής του Αστεροσκοπείου Αθηνών.

Ο φυσικός και αστρονόμος Γεώργιος Βούρης (1802 – 1860) ήταν από τους ανθρώπους που έπεισαν τον Γεώργιο Σίνα για τη δημιουργία του Αστεροσκοπείου Αθηνών, του οποίου έγινε ο πρώτος διευθυντής (1846 – 1855).

Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης φιλοσοφία και νομικά, αλλά σύντομα στράφηκε στα μαθηματικά και την αστρονομία. Μελέτησε υπό την επίβλεψη των καθηγητών των μαθηματικών Andreas von Ettingshausen και Joseph Johan von Littrow, διευθυντή του Αστεροσκοπείου της Βιέννης. Στη Βιέννη έγινε διευθυντής του εκεί Ελληνικού Σχολείου και την ίδια περίοδο (1834) υπέβαλε στο αστεροσκοπείο της Βιέννης την εργασία του για τον υπολογισμό της τροχιάς του κομήτη Μπιέλα. Με τη σύσταση του Εθνικού Πανεπιστημίου Αθηνών διορίστηκε, στις 14 Απριλίου 1837, τακτικός καθηγητής των μαθηματικών και της μαθηματικής φυσικής, ενώ το 1844 του ανατέθηκε και η διδασκαλία της αστρονομίας. Για πρώτη φορά, μετά από αιώνες, Έλληνας αστρονόμος είχε τη δυνατότητα να εκτελεί αστρονομικές παρατηρήσεις και να παράγει σημαντικό επιστημονικό έργο βασιζόμενο σε αυτές.

Ο Γεώργιος Βούρης υπήρξε ο εμπνευστής και πρώτος διευθυντής του Αστεροσκοπείου Αθηνών. Το έργο του ήταν διεθνώς αναγνωρισμένο. Δημοσίευσε αρκετές εργασίες, αστρονομικές και μετεωρολογικές παρατηρήσεις στα περιοδικά Astronomische Nachrichten [Ειδήσεις Αστρονομίας] και Αθηνά, αλλά μεγάλο μέρος του έργου του, όπως ο κατάλογος των θέσεων περίπου 1000 αστέρων («Περί του εντελούς προσδιορισμού των αστέρων, οίτινες ιδιάζουσιν εις την Ελλάδα») και το «Περί της θέσεως του Αστεροσκοπείου Αθηνών», παρέμεινε αδημοσίευτο. Ο Βούρης προσδιόρισε τις γεωγραφικές συντεταγμένες του Αστεροσκοπείου, οι οποίες αποτέλεσαν την βάση για τη χαρτογράφηση της Ελλάδας. Εξέδωσε επίσης πεντάτομο, πλήρες σύστημα μαθηματικών υπό τον τίτλο Σειρά μαθηματικών. Παρά τη γενναιοδωρία του Σίνα και τον επιστημονικό ζήλο του Βούρη, το Αστεροσκοπείο δεν έτυχε της δεούσης κρατικής συνδρομής, για να μπορέσει να λειτουργήσει και να ανταποκριθεί επαρκώς στον εθνικό και επιστημονικό προορισμό του. Ολόκληρο το προσωπικό του ιδρύματος αποτελούνταν κατά τα πρώτα έτη μόνον από τον διευθυντή του!

Το κτίριο του Αστεροσκοπείου Αθηνών (σχέδιο του 1842). Πίσω αριστερά διακρίνεται η Ακρόπολη και στα δεξιά είναι ο Λόφος Νυμφών.

Ο λόγος του Γεωργίου Βούρη το 1842, στην τελετή της θεμελίωσης του Αστεροσκοπείου, αποτελεί ένα πρώτο μανιφέστο της επιστημονικής ερευνητικής δραστηριότητας σε μια χώρα που προσπαθεί να θέσει τις προτεραιότητες για τις δημόσιες λειτουργίες της. Μεταξύ άλλων, σ’ αυτή την ομιλία αναφέρθηκε και στον Μέτωνα: «…Βρισκόμαστε εδώ σε τόπο αφιερωμένο στην Αστρονομία, επειδή ακριβώς εδώ στην Πνύκα, όπου πρόκειται να κτιστεί το πρώτο Αστεροσκοπείο της νέας Ελλάδας, ο Μέτων πριν 2200 χρόνια είχε το Αστεροσκοπείο του, και σ’ αυτόν τον ιερό τόπο πραγματοποίησε τις παρατηρήσεις του. Ο περίφημος αυτός Έλληνας αστρονόμος, εκτός των άλλων ευρημάτων του, επινόησε κατά το έτος 433 π.Χ. και τον γνωστό σεληνιακό κύκλο. Αυτή η εφεύρεση φάνηκε τόσο αξιόλογη και σπουδαία στους τότε Αθηναίους, ώστε χάραξαν με χρυσά γράμματα τους υπολογισμούς του για το θέμα αυτό. Οπότε και μέχρι σήμερα η συνήθης επονομασία του κύκλου αυτού είναι η του χρυσού αριθμού …»

Το έτος 1845 στη μέση του εξαμήνου του αφαιρέθηκε ξαφνικά η έδρα της Φυσικής – κι αυτό μόνο και μόνο γιατί την ήθελε κάποιος άλλος για τον εαυτό του – και αντ’ αυτής του φόρτωσαν αυθαίρετα το μάθημα των μαθηματικών αντί πενιχρού μισθού. Για τα λεγόμενα δίδακτρα υπέρ του καθηγητή δεν γινόταν λόγος στην Ελλάδα. Όλες οι παραδόσεις ήταν δωρεάν. Ο μέχρι πρότινος καθηγητής των μαθηματικών παραμερίστηκε τελείως. Μετά από αυτές τις μεθοδεύσεις ο Γ. Βούρης θα είχε χωρίς αναβολή παραιτηθεί τελείως από το ελληνικό δημόσιο, αν δεν ήταν ήδη τότε το Αστεροσκοπείο στα σκαριά. Μόνο αυτό τον συγκράτησε. Χωρίς την συγκατάθεση όλων των πλευρών της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά κυρίως λόγω της ενεργού επιρροής του βαρώνου Prokesh d’ Osten, του Αυστριακού τότε υπουργού στο παλάτι, κατάφερε ο Γ. Βούρης να ιδρύσει στην Ελλάδα Αστεροσκοπείο. Η τοποθέτηση των οργάνων με τα οποία εξοπλίστηκε το Αστεροσκοπείο ήταν πέρα ως πέρα έργο του Γ. Βούρη.

Το αστεροσκοπείο Αθηνών στον Λόφο των Νυμφών στις αρχές του 1860.

Η κατασκευή του Αστεροσκοπείου είχε σχέση με τις ανάγκες της τότε ναυσιπλοΐας, μέσω της ακριβούς μέτρησης του χρόνου και του προσδιορισμού του στίγματος των πλοίων, αλλά αποτελούσε ταυτόχρονα και έναν πολύ φιλόδοξο στόχο για τα χαρακτηριστικά μιας υπό διαμόρφωση κοινωνίας. Ήταν μια γέφυρα προς την Ευρώπη, μέσω της επιστήμης και της έρευνας , που θα αξιοποιούσε παράλληλα το πλούσιο επιστημονικό δυναμικό της Διασποράς.

Μετά την επιτυχή τοποθέτηση των οργάνων, ο Γ. Βούρης άρχισε τις αστρονομικές παρατηρήσεις κατά το τέλος του έτους 1847 και τις έφερε εις πέρας εντελώς μόνος για 7 συναπτά έτη με απερίγραπτη προσπάθεια, ανεξάντλητη αντοχή και με διαρκή αγώνα, παρά τους εξαιρετικά ενάντιους και ανασταλτικούς εξωτερικούς παράγοντες. Εντέλει όμως κατέρρευσαν οι φυσικές του δυνάμεις, συνέπεια μιας παλιότερης πολυετούς ελονοσίας, που οφειλόταν στις κλιματικές αλλαγές και τις ακατάπαυστες προσπάθειες στο Αστεροσκοπείο. Έπεσε βαριά άρρωστος κατά το τέλος του έτους 1854 και γι αυτό μεταφέρθηκε σε ιαματικά λουτρά στη Γερμανία.

Πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του στη Βιέννη. Εκεί παρά την κλονισμένη υγεία του και τις οικονομικές δυσχέρειες – 300 δραχμές ήταν η μηνιαία σύνταξή του – επεδόθη στη συγγραφή διαφόρων μαθηματικών και αστρονομικών εργασιών, μέχρι τον θάνατό του στις 16 Ιουλίου του 1860.

Τα 663 βιβλία και τα χειρόγραφα του Βούρη, απεστάλησαν στην αδελφή του, την μοναδική κληρονόμο του, η οποία τα παραχώρησε στο Αστεροσκοπείο αντί 1500 δραχμών. Ο τότε διευθυντής του Αστεροσκοπείου Ιούλιος Σμιτ με έγγραφό του στο υπουργείο Παιδείας πρότεινε να δοθεί ένα μεγαλύτερο ποσό στην φτωχή εκείνη κληρονόμο, για να τιμηθεί κατ’ αυτό τον τρόπο έστω και εμμέσως η μνήμη του Βούρη και για να του γίνει έστω και εν μέρει η αναγνώριση εκείνη, η οποία δεν του έγινε στην Ελλάδα.