Το ιστολόγιο "Τέχνης Σύμπαν και Φιλολογία" είναι ένας διαδικτυακός τόπος που αφιερώνεται στην προώθηση και ανάδειξη της τέχνης, της επιστήμης και της φιλολογίας. Ο συντάκτης του ιστολογίου, Κωνσταντίνος Βακουφτσής, μοιράζεται με τους αναγνώστες του τις σκέψεις του, τις αναλύσεις του και την αγάπη του για τον πολιτισμό, το σύμπαν και τη λογοτεχνία.
Arts Universe and Philology
The blog "Art, Universe, and Philology" is an online platform dedicated to the promotion and exploration of art, science, and philology. Its owner, Konstantinos Vakouftsis, shares his thoughts, analyses, and passion for culture, the universe, and literature with his readers.
Radar data from NASA’s Cassini spacecraft have
revealed that small lakes in the northern hemisphere of Saturn’s hazy moon
Titan are surprisingly deep (approximately 330 feet, or 100 m), perched atop
hills and filled with methane. The findings, reported in two papers in the
journal Nature Astronomy, also
provide new information about the way liquid methane rains on, evaporates from
and seeps into Titan. This near-infrared, color view from Cassini shows the sun
glinting off of Titan's north polar seas. Image credit: NASA/JPL-Caltech/Univ.
Arizona/Univ. Idaho
Είναι ένας κόσμος όπου συχνά βρέχει, με
αποτέλεσμα να σχηματίζονται λίμνες, μερικές από τις οποίες, παρόλο που
βρίσκονται σε μεγάλους λόφους, έχουν βάθος πάνω από 100 μέτρα. Μοιάζει με τη
Γη, αλλά είναι ο Τιτάνας, ο μεγάλος δορυφόρος του Κρόνου, και οι λίμνες του δεν
περιέχουν νερό, αλλά υγρό μεθάνιο, το οποίο πέφτει σαν βροχή από τον ουρανό.
Δύο νέες επιστημονικές εργασίες, που
δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό αστρονομίας «NatureAstronomy»,
παρουσιάζουν νέες εκτιμήσεις, οι οποίες προέκυψαν από την ανάλυση των
στοιχείων, που συνέλεξε το σκάφος Cassini της
NASA, προτού ολοκληρώσει
την πολυετή αποστολή του το 2017 με μια βουτιά θανάτου στον Κρόνο.
Οι επιστήμονες κατέληξαν στο συμπέρασμα
ότι μερικές από τις λίμνες υγρών υδρογονανθράκων του εξωτικού δορυφόρου, αν και
έχουν διάμετρο μόνο μερικών δεκάδων χιλιομέτρων, είναι απρόσμενα βαθιές, ενώ
άλλες είναι ρηχές (με βάθος μόνο μερικών εκατοστών) και εποχικές, με αποτέλεσμα
να εξατμίζονται ή να στραγγίζουν κατά περιόδους.
Ο Τιτάνας και η Γη είναι τα μόνα σώματα
του ηλιακού μας συστήματος, όπου έχουν βρεθεί μόνιμες υγρές επιφάνειες, όπως
λίμνες, ποτάμια και θάλασσες. Η διαφορά με τη Γη είναι ότι ο υδρολογικός κύκλος
του Τιτάνα βασίζεται στους υγρούς υδρογονάνθρακες, όπως το μεθάνιο και το
αιθάνιο. Στη Γη αυτοί οι υδρογονάνθρακες συνήθως βρίσκονται σε αέρια μορφή,
αλλά στον Τιτάνα, λόγω των πολύ χαμηλών θερμοκρασιών του, συμπεριφέρονται σαν
υγρά.
An artist’s rendering of the surface of Saturn’s
largest moon, Titan. Image credit: Benjamin de Bivort, debivort.org / CC BY-SA
3.0.
Ορισμένοι επιστήμονες δεν αποκλείουν
την πιθανότητα ύπαρξης περασμένης ή και τωρινής ζωής στον Τιτάνα, μέσα στις
λίμνες των υδρογονανθράκων του. Ο Τιτάνας, με διάμετρο περίπου 5.150
χιλιομέτρων, μεγαλύτερος και από τον πλανήτη Ερμή, είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος
δορυφόρος του ηλιακού μας συστήματος, μετά τον Γανυμήδη του Δία. Έχει τη
μεγαλύτερη γεωλογική ομοιότητα με τη Γη από κάθε άλλο σώμα, ακόμη και από τον
Άρη, καθώς διαθέτει θάλασσες, λίμνες, νησιά, ποτάμια, φαράγγια, αμμόλοφους,
υπόγεια σπήλαια κ.α.
Η NASA εξετάζει σοβαρά την πιθανότητα να
στείλει ένα drone
στον Τιτάνα με την αποστολή Dragonfly,
που -αν υλοποιηθεί- θα εκτοξευθεί το 2025 και θα φθάσει στο μυστηριώδη μακρινό
δορυφόρο μετά από εννέα χρόνια.
Ερευνητές
ανίχνευσαν έναν υποψήφιο (προς το παρόν μη επιβεβαιωμένο) πλανήτη, τον Proxima
c, ο οποίος φαίνεται να περιφέρεται γύρω από τον Εγγύτατο του Κενταύρου, τον
μικρό αχνό ερυθρό νάνο σε απόσταση μόνο 4,2 ετών φωτός από τον δικό μας
πλανήτη. Subtle shifts in the motion of the nearby star Proxima Centauri suggest
that it may host not one but two alien worlds. Tiny spacecraft speed toward the
planet Proxima Centauri b in an illustration of the Breakthrough Starshot
initiative. Astronomers now think that Proxima b has a sibling: a super-Earth
that may orbit the same red star just over 4 light-years away. ART DIRECTION:
JASON TREAT, NGM STAFF; SEAN MCNAUGHTON. SOURCE: BREAKTHROUGH INITIATIVES; ZAC
MANCHESTER, STANFORD UNIVERSITY
Ο
κοντινότερος στη Γη εξωπλανήτης, ο Proxima b, μπορεί να έχει και γείτονα.
Ερευνητές από τα πανεπιστήμια του Τορίνο και της Κρήτης ανακοίνωσαν σε
επιστημονικό συνέδριο στις ΗΠΑ ότι ανίχνευσαν έναν υποψήφιο (προς το παρόν μη
επιβεβαιωμένο) πλανήτη, τον Proxima c, ο οποίος φαίνεται να περιφέρεται γύρω
από τον Εγγύτατο του Κενταύρου, τον μικρό αχνό ερυθρό νάνο σε απόσταση μόνο 4,2
ετών φωτός από τον δικό μας πλανήτη.
Ο
Μάριο Νταμάσο του Πανεπιστημίου και του Αστεροσκοπείου του Τορίνο, ο Φάμπιο
Ντελ Σόρντο, μεταδιδακτορικός ερευνητής του Τμήματος Φυσικής του Πανεπιστημίου
Κρήτης, και οι συνεργάτες τους, που έκαναν τη σχετική ανακοίνωση στο συνέδριο
Breakthrough Discuss του Πανεπιστημίου του Μπέρκλεϊ στην Καλιφόρνια (δεν έχει
υπάρξει ακόμη επιστημονική δημοσίευση), χρησιμοποίησαν το όργανο HARPS ενός
τηλεσκοπίου του Ευρωπαϊκού Νοτίου Αστεροσκοπείου (ESO) στη Χιλή.
Ο
ήδη γνωστός εξωπλανήτης Εγγύτατος (Proxima) b, που ανακαλύφθηκε το 2016, έχει
περίπου το μέγεθος της Γης και κινείται στη φιλόξενη για ζωή ζώνη πέριξ του
άστρου του, κάτι που σημαίνει ότι μπορεί να διαθέτει υγρό νερό στην επιφάνειά
του. Προς το παρόν, όμως, είναι άγνωστο κατά πόσον όντως ο πλανήτης αυτός
διαθέτει συνθήκες κατάλληλες για την ανάπτυξη και επιβίωση κάποιων μορφών ζωής.
Ο
υποψήφιος γειτονικός εξωπλανήτης Εγγύτατος (Proxima) c φαίνεται να είναι ένας
αφιλόξενος και πολύ κρύος κόσμος για τη ζωή. Έχει εκτιμώμενη μάζα τουλάχιστον
εξαπλάσια εκείνης της Γης, είναι συνεπώς μια υπερ-Γη.
Βρίσκεται
σε απόσταση περίπου μιάμισης αστρονομικής μονάδας από το άστρο του, τον
Εγγύτατο του Κενταύρου (μια αστρονομική μονάδα είναι η μέση απόσταση Γης –
Ήλιου), ενώ η μέση θερμοκρασία του υπολογίζεται σε μείον 234 βαθμούς Κελσίου,
πολύ χαμηλή για να αναπτυχθεί ζωή.
Ο
εξωπλανήτης χρειάζεται περίπου 1.900 μέρες (η διάρκεια του έτους του) για να
διαγράψει μια πλήρη περιφορά γύρω από το άστρο του.
Οι
Νταμάσο και Ντελ Σόρντο πάντως, σύμφωνα με το Scientific American και το
Space.com, τόνισαν ότι μέχρι στιγμής πρόκειται μόνο για υποψήφιο εξωπλανήτη.
Proxima B Planet,
Orbiting Proxima Centauri, a Red Dwarf Star.
Η
επιβεβαίωσή του μπορεί να γίνει με το ίδιο ή άλλα επίγεια και διαστημικά
τηλεσκόπια. Αν όντως ο Proxima c υπάρχει, υπάρχει πιθανότητα να φωτογραφηθεί
από τα μελλοντικά ισχυρότερα τηλεσκόπια.
Υπάρχει
ένα ακόμη νέο μέλος στο οικογενειακό δένδρο του Ανθρώπου. Πρόκειται για έναν
πρόγονό μας, ο οποίος έχει πλέον αφανιστεί και εντοπίστηκε στις Φιλιππίνες. Το
νέο είδος είναι γνωστό ως Homo luzonensis,
καθώς ανακαλύφθηκε στο μεγαλύτερο νησί της χώρας, το Λουζόν. Η είσοδος του
σπηλαίου Καλάο, στο βόρειο τμήμα του νησιού Λουζόν. Researchers digging
in the Philippines's Callao Cave found teeth and bones that they say belong to
a distinct species of ancient human, which they have named Homo luzonensis. PHOTOGRAPH BY D. PARDO, NATIONAL GEOGRAPHIC YOUR
SHOT
Δεκατρία
απολιθωμένα οστά και δόντια που αποκαλύφθηκαν σε σπήλαιο στις Φιλιππίνες
ανήκουν σε ένα άγνωστο μέχρι σήμερα είδος ανθρώπου, που πιθανότατα ήταν
μικρόσωμος αλλά παρουσίαζε μια απρόσμενη μίξη αρχαϊκών και σύγχρονων
χαρακτηριστικών.
Callao cave, where
the fossils of Homo luzonensis were
discovered. Photograph:
Quincy/Alamy
Τα
λείψανα τουλάχιστον τριών ατόμων αυτού του είδους, που ονομάστηκε Homo luzonensis, βρέθηκαν στο Σπήλαιο
Καλάο, στο βόρειο τμήμα του νησιού Λουζόν. Είναι η δεύτερη φορά από τις αρχές
του 21ου αιώνα που ένα εξαφανισμένο πλέον μέλος της οικογένειας του ανθρώπου
εντοπίζεται σε νησιά της νοτιοανατολικής Ασίας.
Οι
επιστήμονες δεν κατάφεραν να αποσπάσουν DNA, όμως μπόρεσαν να καθορίσουν ότι το
ένα από τα τρία αυτά άτομα έζησε πριν από 67.000 χρόνια και τα άλλα πριν από
περίπου 50.000 χρόνια.
The Homo
floresiensis ‘hobbit’ skull compared with a modern human skull. Photograph: Yousuke Kaifu
Το
2003 απολιθωμένα λείψανα ενός άλλου «νησιώτη», του Homo floresiensis –του αποκαλούμενου και «Χόμπιτ» λόγω του μικρού
μεγέθους του– βρέθηκαν σε ένα σπήλαιο στο νησί Φλόρες της Ινδονησίας, που
απέχει περίπου 3.000 χιλιόμετρα από το Λουζόν. Δεν υπάρχει κάποια ένδειξη ότι
τα δύο είδη είχαν σχέση μεταξύ τους.
Ο
Homo luzonensis δεν είναι άμεσος
πρόγονος του σύγχρονου ανθρώπου. Ζούσε όμως την ίδια περίοδο με τον Χόμπιτ αλλά
και με τον Homo sapiens, υποείδος του
οποίου είναι ο άνθρωπος. Ο Homo sapiens
εμφανίστηκε στην Αφρική πριν από περίπου 300.000 χρόνια.
Οι
επιστήμονες επισημαίνουν ότι δεν μπορούν να αποκλείσουν την πιθανότητα η άφιξη
του δικού μας είδους στην περιοχή της νοτιοανατολικής Ασίας να συνέβαλε στην
εξαφάνιση του Homo luzonensis. Ο
Χόμπιτ εξαφανίστηκε επίσης πριν από 50.000 χρόνια, την ίδια περίοδο που ο Homo sapiens εξαπλωνόταν στην περιοχή.
Οι
ανακαλύψεις στα νησιά Λουζόν και Φλόρες αποδεικνύουν ότι η ιστορία της εξέλιξης
του ανθρώπου είναι πολύ πιο περίπλοκη απ’ όσο πίστευαν μέχρι πρότινος οι
ειδικοί. Οι ερευνητές δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο να βρεθούν και άλλες
«εκπλήξεις» στην Ασία.
Οι
επιστήμονες περιέγραψαν με μεγάλη επιφύλαξη την εξωτερική εμφάνιση και τη ζωή
του Homo luzonensis. Κι αυτό γιατί
έχουν στη διάθεσή τους μόνο ελάχιστα οστά από τα χέρια και τα πόδια καθώς και
μερικά δόντια δύο ενηλίκων και ενός παιδιού, αφού δεν βρέθηκαν οστά κρανίων.
Βασιζόμενοι κυρίως στο μέγεθος των δοντιών, πιθανολογούν ότι αυτός ο
«εξάδελφος» ήταν πιο μικρόσωμος από τον Homo
sapiens, αλλά είναι αδιευκρίνιστο αν προσέγγιζε το ύψος του Χόμπιτ, που
μετά βίας έφτανε το 1 μέτρο.
«Θα
πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί, ιδίως επειδή ο κόσμος θα φέρει στο νου του τον
Homo floresiensis ως “πρότυπο” για
την εμφάνιση του Homo luzonensis,
κάτι που ασφαλώς δεν συμβαίνει», είπε ο παλαιοανθρωπολόγος Φλοράν Ντετρουά, του
Μουσείου του Ανθρώπου-Εθνικού Μουσείου Φυσικής Ιστορίας του Παρισιού.
«Μπορούμε
μόνο να εικάσουμε ότι ίσως να ήταν ένας πυγμαίος Homo sapiens», πρόσθεσε ο αρχαιολόγος Αρμάντ Μιζάρες, ο επικεφαλής
των αρχαιολογικών ανασκαφών στο Καλάο.
Με
βάση τα οστά ζώων που βρέθηκαν στην περιοχή, φαίνεται ότι αυτοί οι άνθρωποι
έτρωγαν κρέας και ίσως να χρησιμοποιούσαν λίθινα εργαλεία, εξήγησε ο Ντετρουά.
The finger and toe
bones are curved, suggesting climbing was still an important activity for this
species.Credit:Florent Detroit
Τα
απολιθωμένα οστά από το σπήλαιο, που βρίσκεται στους πρόποδες της οροσειράς
Σιέρα Μάντρε, παρουσιάζουν έναν συνδυασμό ανατομικών χαρακτηριστικών που κάνουν
τον Homo luzonensis να ξεχωρίζει από
όλα τα άλλα είδη ανθρώπου. Ορισμένα χαρακτηριστικά είναι παρόμοια με αυτά του Homo sapiens και του Χόμπιτ. Άλλα ήταν
τόσο αρχαϊκά που παρέπεμπαν στον Αυστραλοπίθηκο –έναν από τους παλαιότερους
προγόνους του ανθρώπου που εξαφανίστηκε πριν από περίπου 2 εκατ. χρόνια–, στον Homo habilis (2,3-1,4 εκατ. χρόνια πριν)
και στον Homo erectus (1,8-1,3 εκατ.
χρόνια πριν). «Κάποιος που φέρει συνδυαστικά αυτά τα χαρακτηριστικά δεν μπορεί
να ταξινομηθεί σε κανένα από τα γνωστά είδη σήμερα», σημείωσε ο Γάλλος
επιστήμονας.
«Για
χρόνια –ακόμα και μέχρι πριν από λιγότερα από 20 χρόνια– θεωρούσαμε την εξέλιξη
του ανθρώπου στην Ασία πολύ απλή: ο Homo
erectus ξεκινώντας από την Αφρική εγκαθίσταται στην ανατολική και
νοτιοανατολική Ασία και μετά δεν συμβαίνει τίποτα, μέχρι την άφιξη του Homo sapiens πριν από περίπου
40.000-50.000 χρόνια, ο οποίος “κατακτά” κάθε γωνιά της Γης», είπε ο Ντετρουά.
«Με τις ανακαλύψεις επί του πεδίου –τα απολιθώματα– και στο εργαστήριο, για
παράδειγμα μέσω της γενετικής, σήμερα ξέρουμε ότι η ιστορία της εξέλιξης δεν
είναι γραμμική, ήταν πολύ πιο περίπλοκη, με πολλά ξεχωριστά είδη που ζούσαν
ταυτόχρονα με τον Homo sapiens,
διασταυρώνονταν μεταξύ τους, εξαφανίζονταν και τα λοιπά. Ο Homo sapiens εννοείται πως δεν ήταν μόνος του στη Γη», κατέληξε ο
Ντετρουά, ο συγγραφέας της μελέτης που δημοσιεύτηκε στην επιστημονική
επιθεώρηση «Nature».
Πρόκειται
για «μια αξιοσημείωτη ανακάλυψη» η οποία «αναμφίβολα θα προκαλέσει πολλές
επιστημονικές συζητήσεις», εκτίμησε ο Μάθιου Τότσερι του Πανεπιστημίου Λέικχεντ
του Καναδά, σχολιάζοντας το άρθρο στο περιοδικό «Nature».
Ο
Ντετρουά αναμένει ότι ορισμένοι συνάδελφοί του «θα αναρωτηθούν κατά πόσο είναι
θεμιτό να περιγράφεις ένα νέο είδος με βάση τόσο λίγα απολιθώματα». Και
προσθέται χαριτολογώντας: «Αν στο μέλλον, οι συνάδελφοι αποδείξουν ότι έκανα
λάθος και ότι αυτά τα λείψανα αντιστοιχούν σε κάποιο είδος που ήδη γνωρίζαμε,
τόσο το χειρότερο, δεν είναι κάτι σοβαρό, θα ξεχαστεί…».
Το
διεθνές τηλεσκόπιο EventHorizonTelescope (EHT), το Εθνικό Ίδρυμα Επιστημών (NSF) των ΗΠΑ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή,
προανήγγειλαν ότι θα κάνουν μια βαρυσήμαντη επιστημονική ανακοίνωση την Τετάρτη
10 Απριλίου. Γι’ αυτό το σκοπό θα δοθεί συνέντευξη τύπου στην Ουάσιγκτον (στις
16:00 ώρα Ελλάδας) από τους διευθυντές του ΕΗΤ Σέφερντ Ντόουλμαν και του NSF Φρανς Κόρντοβα.
Ταυτόχρονες
συνεντεύξεις τύπου θα πραγματοποιηθούν στις Βρυξέλλες, στη Σαγκάη, στην Ταϊπέι,
στο Σαντιάγο της Χιλής και στο Τόκιο. Στην παρουσίαση στην έδρα της ΕΕ -η οποία
έχει συμβάλει στη χρηματοδότηση της σχετικής έρευνας- θα συμμετέχουν ο
Ευρωπαίος επίτροπος για την Έρευνα-Επιστήμη-Καινοτομία Κάρλος Μοέδας και
επιστήμονες, ενώ στη Χιλή θα συμμετέχουν οι διευθυντές του μεγάλου τηλεσκοπίου ALMA και του Ευρωπαϊκού Νοτίου Αστεροσκοπείου (ESO).
Τι
μπορεί να ανακοινωθεί; Πιθανότατα θα αφορά την πρώτη εικόνα μιας μαύρης τρύπας,
που δεν αποκλείεται να είναι η κεντρική μαύρη τρύπα του δικού μας γαλαξία.
Μέχρι σήμερα η ύπαρξη των μαύρων οπών τεκμαίρεται έμμεσα από τις επιδράσεις που
ασκούν στο περιβάλλον τους, αλλά ποτέ κανείς δεν έχει «δει» μια μαύρη τρύπα ή
μάλλον τι υπάρχει γύρω από μια μαύρη τρύπα.
ΤοτηλεσκόπιοΕΗΤαποτελείταιαπόέναευρύδίκτυοδιάσπαρτωντηλεσκοπίωνσεδιάφοραμέρητουκόσμου, δημιουργώντας -μέσωδιασύνδεσης
τους- ένα τεράστιο εικονικό τηλεσκόπιο με μέγεθος σχεδόν όσο η Γη. Με αυτό τον
τρόπο, δημιουργείται αρκετή δυνατότητα μεγέθυνσης, ώστε να απεικονισθεί η
περιοχή γύρω από μια μαύρη τρύπα, ιδίως του λεγόμενου «ορίζοντα γεγονότων»,
δηλαδή της «περιμέτρου» πέρα από την οποία τίποτε δεν μπορεί να δραπετεύσει,
ούτε το φως (γι’ αυτό, άλλωστε, μια μαύρη τρύπα λέγεται…μαύρη). Είναι συνεπώς
προφανές ότι είναι αδύνατο να φωτογραφηθεί το εσωτερικό μιας μαύρης τρύπας,
αφού δεν βγαίνουν φωτόνια από εκεί.
Μέχρι
τώρα το τηλεσκόπιο ΕΗΤ έχει στρέψει την προσοχή του σε δύο μαύρες τρύπες, οι
οποίες έχουν τους μεγαλύτερους «ορίζοντες γεγονότων», όπως φαίνονται από τη Γη:
στην κεντρική μαύρη τρύπα του γαλαξία μας (γνωστή και ως «Τοξότης Α*») και στην
ακόμη μεγαλύτερη μαύρη τρύπα στο κέντρο του γιγάντιου γαλαξία Μ87. Κατά πάσα
πιθανότητα η ανακοίνωση θα αφορά μια από αυτές τις δύο μαύρες τρύπες (ή και τις
δύο!).
Τετράποδη
φάλαινα περπατούσε και κολυμπούσε πριν από 42,6 εκατ. χρόνια. Giant
42.6m-year-old fossil was found along coast of Peru and suggests creature could
walk on land. The latest specimen proves that early whales could swim for days
or possibly weeks at a time while retaining their ability to rove around on
land. Photograph: A. Gennari/CellPress
Παλαιοντολόγοι
εντόπισαν στις ακτές του νότιου Περού ένα καλά διατηρημένο απολίθωμα μιας
τετράποδης φάλαινας που ζούσε τόσο στην ξηρά, όσο και στη θάλασσα πριν από 43
εκατομμύρια χρόνια. Η ανακάλυψη αυτή συμπληρώνει κάποια από τα κενά που είχαν
οι επιστήμονες σχετικά με την εξέλιξη των κητωδών.
Οι
πρόγονοι των φαλαινών και των δελφινιών ζούσαν στην ξηρά πριν από 50
εκατομμύρια χρόνια, στην περιοχή της σημερινής Ινδίας και του Πακιστάν. Ομάδες
παλαιοντολόγων έχουν επίσης βρει στη Βόρεια Αμερική απολιθώματα ηλικίας 41,2
εκατομμυρίων ετών από τα οποία συμπέραναν ότι εκείνη την εποχή τα κητώδη έχασαν
την ικανότητά τους να στέκονται στα πόδια τους και να περπατούν.
Το
νέο αυτό είδος περιγράφεται σε μια μελέτη που δημοσιεύεται σήμερα στην
επιστημονική επιθεώρηση CurrentBiology. Εκτιμάται ότι το είδος αυτό είναι ηλικίας
42,6 εκατομμυρίων ετών και συμπληρώνει το “δέντρο” της εξέλιξης των κητωδών.
Έχει μήκος 4 μέτρα και το επιστημονικό όνομά του είναι Peregocetuspacificus.
Βρέθηκε σε απόσταση ενός χιλιομέτρου από τα παράλια του Ειρηνικού, στην Πλάγια
Μέδια Λούνα, 250 χιλιόμετρα νοτίως της Λίμα.
Η
φάλαινα είχε τέσσερα πόδια, ικανά να σηκώνουν το βάρος της στην ξηρά. Αυτό
σημαίνει ότι η Peregocetuspacificus μπορεί να επέστρεφε στις βραχώδεις ακτές
για να ξεκουραστεί ή ακόμη και να γεννήσει εκεί, αν και πιθανότατα περνούσε το
μεγαλύτερο μέρος της ζωής της στο νερό. Και τα τέσσερα άκρα της είχαν μικρές
οπλές, ενδεχομένως να είχαν και νηκτική μεμβράνη. Με τα μακριά δάχτυλά της και
τα σχετικά αδύνατα άκρα της, το περπάτημα στην ξηρά μάλλον δεν θα ήταν εύκολη
υπόθεση.
This figure shows
the bones of Peregocetus, including the mandible with teeth, scapula,
vertebrae, sternum elements, pelvis, and fore- and hind limbs. Credit: G. Bianucci
«Πιστεύουμε ότι τρεφόταν στο νερό και ότι η
μετακίνησή της στη θάλασσα ήταν ευκολότερη σε σύγκριση με τη στεριά»,
εξήγησε ο παλαιοντολόγος Όλιβερ Λάμπερτ του Βασιλικού Βελγικού Ινστιτούτου
Φυσικών Επιστημών, ο επικεφαλής της έρευνας. «Ορισμένοι σπόνδυλοι της ουράς παρουσιάζουν έντονες ομοιότητες με άλλα
ημιυδρόβια θηλαστικά, όπως για παράδειγμα με τις ενυδρίδες, κάτι που υποδηλώνει
ότι χρησιμοποιούσαν την ουρά κατά κύριο λόγο για να τις βοηθά στο κολύμπι»,
πρόσθεσε.
Η
εξέλιξη των φαλαινών αποτελούσε αίνιγμα μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1990,
όταν βρέθηκαν κάποια απολιθώματα από τα οποία οι επιστήμονες συμπέραναν ότι
αυτές εμφανίστηκαν πριν από περίπου 50 εκατομμύρια χρόνια στην περιοχή της
σημερινής Ινδίας και του Πακιστάν. Οι πρόγονοί τους ήταν θηλαστικά που ζούσαν
στην ξηρά, μακρινοί συγγενείς του ιπποπόταμου, που το μέγεθός τους δεν
ξεπερνούσε εκείνο ενός σκύλου μεσαίου μεγέθους. Χρειάστηκε να περάσουν
εκατομμύρια χρόνια για να εξαπλωθούν σε όλον τον κόσμο.
Η
Peregocetus pacificus είναι ο πιο
πλήρης σκελετός τετράποδης φάλαινας που έχει βρεθεί σε άλλη περιοχή εκτός της
Ινδίας και του Πακιστάν. Είναι επίσης ο πρώτος που εντοπίζεται στον Ειρηνικό
και στο νότιο ημισφαίριο. Η παρουσία της στο Περού, κατά τον Λάμπερτ,
υποδηλώνει ότι οι τετράποδες φάλαινες εξαπλώθηκαν από τη Νότια Ασία στη Βόρεια
Αφρική και κατόπιν διέσχισαν τον Νότιο Ατλαντικό για να φτάσουν στον Νέο Κόσμο.
Η
Peregocetus pacificus δείχνει ότι οι
πρώτες φάλαινες που έφτασαν στην αμερικανική ήπειρο διατηρούσαν ακόμη την
ικανότητα να περπατούν στην ξηρά.
Το
παράξενο με τον περίεργο οργανισμό, που βαφτίστηκε corallicolid και ζει στη γαστρική κοιλότητα μιας
ευρείας γκάμας κοραλλιών και ανεμώνων, είναι ότι είχε περάσει απαρατήρητος
μέχρι σήμερα, παρόλο που υπάρχει περίπου στο 70% των κοραλλιών ανά τον κόσμο. For the
first time scientists have found an organism that can produce chlorophyll but
does not engage in photosynthesis. The peculiar organism is dubbed
'corallicolid' because it is found in 70 per cent of corals around the world
and may provide clues as to how to protect coral reefs in the future. Credit:
Patrick Keeling Lab, UBC
Καναδοί
επιστήμονες ανακάλυψαν για πρώτη φορά στον κόσμο ένα οργανισμό, που μπορεί να
παράγει χλωροφύλλη, παρόλα αυτά δεν κάνει φωτοσύνθεση, όπως θα αναμενόταν. Το παράξενο με τον περίεργο οργανισμό, που βαφτίστηκε corallicolid και ζει στη γαστρική κοιλότητα μιας ευρείας γκάμας κοραλλιών και ανεμώνων, είναι ότι είχε περάσει απαρατήρητος μέχρι σήμερα, παρόλο που υπάρχει περίπου στο 70% των κοραλλιών ανά τον κόσμο.
UBC biologist
Waldan Kwong looks at corals in the lab. Credit: Waldan Kwong, Patrick Keeling
Lab
«Είναι ο δεύτερος σε αφθονία συγκάτοικος των
κοραλλιών πάνω στον πλανήτη, αλλά μέχρι σήμερα δεν τον είχε βρει κανένας. Αυτός
ο οργανισμός εγείρει νέα βιοχημικά ερωτήματα. Μοιάζει με παράσιτο και σίγουρα
δεν είναι φωτοσυνθετικός, μολονότι παράγει χλωροφύλλη», δήλωσε ο επικεφαλής
ερευνητής βοτανολόγος, Πάτρικ Κίλινγκ, του Πανεπιστημίου της Βρετανικής
Κολομβίας, που έκανε τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Nature».
Η
χλωροφύλλη είναι η πράσινη χρωστική ουσία των φυτών και φυκών, η οποία τους
επιτρέπει να απορροφούν ενέργεια από τον ήλιο μέσω της φωτοσύνθεσης. «Να έχει κανείς χλωροφύλλη χωρίς φωτοσύνθεση,
είναι κάτι πραγματικά πολύ επικίνδυνο, επειδή η χλωροφύλλη είναι πολύ καλή στο
να απορροφά ενέργεια, αλλά χωρίς τη φωτοσύνθεση να απελευθερώνει στη συνέχεια
αργά αυτή την ενέργεια, είναι σα να ζει κανείς με μια βόμβα στα κύτταρα του»,
δήλωσε ο Κίλινγκ.
«Είναι για να ξύνεις το κεφάλι σου με απορία.
Δεν γνωρίζουμε για ποιο λόγο αυτοί οι οργανισμοί διατηρούν τα γονίδια της
φωτοσύνθεσης. Κάποια άγνωστη έως τώρα βιολογία εμπλέκεται στην περίπτωση τους,
κάτι που ποτέ πριν δεν έχουμε ξαναδεί», δήλωσε ο ερευνητής Γουάλνταν
Κουόνγκ και ανέφερε ότι ασφαλώς θα συνεχιστεί η μελέτη.
Ανασκαφές
στην περιοχή Μπάουμαν στη Βόρεια Ντακότα των ΗΠΑ έφεραν στο φως μια εντυπωσιακή
συλλογή απολιθωμάτων, τα οποία είχαν σκεπαστεί από πολλαπλά θραύσματα που είχαν
πέσει από τον ουρανό, προφανώς μετά την εκτίναξη τους στον αέρα μετά την
πρόσκρουση. A meteor impact 66 million years ago generated a
tsunami-like wave in an inland sea that killed and buried fish, mammals,
insects and a dinosaur, the first victims of Earth’s last mass extinction
event. The death scene from within an hour of the impact has been excavated at
an unprecedented fossil site in North Dakota. (Graphics and photos courtesy of Robert DePalma)
Για
πρώτη φορά Αμερικανοί και Ευρωπαίοι επιστήμονες πιστεύουν ότι βρήκαν ίχνη
-απολιθώματα ψαριών, δέντρων και ζώων- αμέσως μετά την κατακλυσμική πρόσκρουση
στη Γη πριν περίπου 66 εκατομμύρια χρόνια ενός μεγάλου αστεροειδούς που οδήγησε
στην εξαφάνιση των έως τότε κυρίαρχων δεινοσαύρων, αλλά και του 75% όλης της
πανίδας και της χλωρίδας εκείνης της εποχής.
Fossilized fish
piled one atop another, suggesting that they were flung ashore and died
stranded together on a sand bar after the seiche withdrew. Credit: Photo
courtesy of Robert DePalma
Ανασκαφές
στην περιοχή Μπάουμαν στη Βόρεια Ντακότα των ΗΠΑ έφεραν στο φως μια εντυπωσιακή
συλλογή απολιθωμάτων, τα οποία είχαν σκεπαστεί από πολλαπλά θραύσματα που είχαν
πέσει από τον ουρανό, προφανώς μετά την εκτίναξη τους στον αέρα μετά την
πρόσκρουση. Τα απολιθώματα έφεραν επίσης ενδείξεις ότι είχαν κατακλυστεί από το
νερό, πιθανώς εξαιτίας ενός τεράστιου τσουνάμι που προκάλεσε η πτώση του
αστεροειδούς με διάμετρο γύρω στα 12 χιλιόμετρα.
Paleontologists
have found a fossil site in North Dakota that contains animals and plants
killed and buried within an hour of the meteor impact that killed the dinosaurs
66 million years ago. This is the richest K-T boundary site ever found,
incorporating insects, fish, mammals, dinosaurs and plants living at the end of
the Cretaceous, mixed with tektites and rock created and scattered by the
impact. The find shows that dinosaurs survived until the impact. Walter Alvarez
and Robert DePalma at the Tanis outcrop in North Dakota.
Οι
12 ερευνητές, με επικεφαλής τον παλαιοντολόγο Ρόμπερτ ΝτεΠάλμα του
Πανεπιστημίου του Κάνσας, που θα κάνουν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό της
Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ (PNAS), εκτιμούν ότι για πρώτη φορά οι
επιστήμονες έχουν την ευκαιρία να πάρουν μια ιδέα των τρομερών γεγονότων που
συνέβησαν μερικά λεπτά έως ώρες μετά την πρόσκρουση του αστεροειδούς σε μια
περιοχή στο σημερινό Κόλπο του Μεξικού.
‘Tsunamis from the
Chicxulub impact are certainly well-documented, but no one knew how far
something like that would go into an inland sea,’ DePalma said. The team
determined there were at least two
massive waves, which battered the land with about 20 minutes in between.
Η
πρόσκρουση δημιούργησε στη χερσόνησο Γιουκατάν τον κρατήρα Τσιξουλούμπ, με
διάμετρο σχεδόν 200 χιλιομέτρων, ο οποίος είναι σήμερα σε μεγάλο βαθμό
υποθαλάσσιος, θαμμένος 600 μέτρα κάτω από το βυθό. Οι επιστήμονες χρονολόγησαν
τα απολιθώματα της Β. Ντακότα ότι έχουν ηλικία 65,76 εκατομμύρια χρόνια, η
οποία ταιριάζει με την χρονολόγηση για την πτώση του αστεροειδούς.
Stranded on the
sand bar, fish were pelted by high-speed glass beads called tektites (pictured)
that rained down from the sky as a product of rock melted during the impact. Credit:
Photo courtesy of Robert DePalma
Η
πρόσκρουση, η οποία θα ταρακούνησε τη Γη όσο ένας σεισμός 10 έως 11 βαθμών, θα
εκτόξευσε δισεκατομμύρια τόνους λιωμένων και διαλυμένων πετρωμάτων προς κάθε
κατεύθυνση σε απόσταση χιλιάδων χιλιομέτρων. Τα απολιθωμένα ψάρια που βρέθηκαν,
έχουν βράγχια γεμάτα από τέτοια θραύσματα (υαλώδεις τηκτίτες), διαμέτρου έως
πέντε χιλιοστών, τα οποία θα είχαν κατακλύσει το νερό, όπου θα έπεσαν μαζικά
σαν πύρινες βολίδες με ταχύτητες 150 έως 300 χιλιομέτρων την ώρα. Ανάλογα
τέτοια θραύσματα, που θα είχαν προκαλέσει τεράστιες πυρκαγιές στα δάση,
βρέθηκαν εγκλωβισμένα μέσα σε απολιθώματα ρητίνης δέντρων.
The team has
identified fish, burned tree trunks, conifer branches, dead mammals, mosasaur
bones, insects, a Triceratops, marine microorganisms called dinoflagellates,
and ammonites in the Cretaceous graveyard. Fish carcasses and two logs tossed
together are shown above. Credit: Photo courtesy of Robert DePalma
Πιθανώς
χρειάστηκαν έως 17 ώρες εωσότου το γιγάντιο τσουνάμι από τον Μεξικό διασχίσει
μια απόσταση 3.000 χιλιομέτρων και φθάσει στη Βόρεια Ντακότα, σε μια περιοχή
όπου τότε υπήρχε θάλασσα και σήμερα είναι ξηρά, όπου βρέθηκαν τα απολιθώματα.
Το τσουνάμι θα συμπαρέσυρε οτιδήποτε ζωντανό και άψυχο βρήκε στο δρόμο του. Γι’
αυτό, στο «νεκροταφείο» απολιθωμάτων στη Βόρεια Ντακότα βρέθηκαν στοιβαγμένα σε
διαδοχικούς σωρούς ψάρια, κλαδιά δέντρων, θηλαστικά, έντομα, οστά δεινοσαύρων
και άλλα αρχαία ζώα όπως αμμωνίτες.
Ανάμεσα
στους ερευνητές είναι ο καθηγητής γεωλογίας Γουόλτερ Αλβάρεζ του Πανεπιστημίου
της Καλιφόρνια-Μπέρκλεϊ, ο οποίος, μαζί με τον νομπελίστα πατέρα του Λούις,
ανέπτυξαν από το 1979 τη διάσημη πλέον θεωρία της πρόσκρουσης ως αιτίας
εξαφάνισης των δεινοσαύρων.
When the asteroid
struck thousands of miles way, it birthed a tsunami-like wave that temporarily
reversed the flow of a nearby river and tossed hundreds or thousands of
sturgeon and paddlefish onto land. A fish tail from Tanis deposit can be seen
above. Credit: Photo courtesy of Robert DePalma
Ο
συνεργάτης του Ντέηβιντ Μπέρνχαμ δήλωσε ότι «είχαμε καταλάβει πως άσχημα πράγματα συνέβησαν αμέσως μετά την
πρόσκρουση, αλλά έως τώρα κανένας δεν είχε βρει την ‘κάνη που καπνίζει’. Έτσι,
μας έλεγαν ‘ακούμε για την έκρηξη που σκότωσε τους δεινόσαυρους, αλλά γιατί δεν
υπάρχουν πτώματα παντού;’. Τώρα έχουμε πια και νεκρά σώματα. Δεν είναι
δεινόσαυροι, αλλά τελικά θα βρεθούν και αυτοί». Ήδη στον «υγρό τάφο» της
Βόρεια Ντακότα, σύμφωνα με τον ΝτεΠάλμα, βρέθηκαν και απολιθωμένα απομεινάρια
δεινοσαύρων.
Άλλοι
επιστήμονες πάντως θεωρούν πιθανό ότι η πρόσκρουση του αστεροειδούς δεν ήταν η
μοναδική αιτία για την εξαφάνιση των δεινοσαύρων, στην οποία πιθανώς συνέβαλαν
επίσης κατακλυσμικές και μακρόχρονες εκρήξεις ηφαιστείων, καθώς και η κλιματική
αλλαγή.