Arts Universe and Philology

Arts Universe and Philology
The blog "Art, Universe, and Philology" is an online platform dedicated to the promotion and exploration of art, science, and philology. Its owner, Konstantinos Vakouftsis, shares his thoughts, analyses, and passion for culture, the universe, and literature with his readers.

Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2013

Η Ελλάδα του Τάκη Τλούπα. Greece through the lens of Takis Tloupas

Στην αποξηραμένη λίμνη Κάρλα, 1962

Ο Τάκης Τλούπας θεωρείται ένας από τους «πατριάρχες» της ελληνικής φωτογραφίας του 20ού αι. Μαζί με τον Σπύρο Μελετζή, τον Κώστα Μπαλάφα και τον Δημήτρη Λέτσιο μας παρέδωσαν ένα πολύτιμο, αυθεντικό, ανθρωποκεντρικό πορτρέτο της ζωής της ελληνικής υπαίθρου μετά τον πόλεμο.

Ο Τλούπας όργωσε στην κυριολεξία με τη βέσπα του και αργότερα ένα θρυλικό Ντεσεβό τον θεσσαλικό κάμπο, τον Πηνειό, την κοιλάδα των Τεμπών, τη λίμνη Κάρλα.

Φωτογράφισε τους μεροκαματιάρηδες της γης, τον μόχθο του απλού ανθρώπου, διατηρώντας αμείωτο ενδιαφέρον για το τοπίο, τη ζωή, τα ήθη και τα έθιμα του τόπου. 

Oπως παρατηρούν οι μελετητές του ακολουθεί την ίδια θεματολογία με τους «συνοδοιπόρους» του, όμως οι εικόνες του είναι στο σύνολό τους πιο «αντικειμενικές», καταγράφοντας τις συνθήκες της καθημερινότητας με απλότητα, σε αντίθεση με την «ηρωικότητα» των ανθρώπων και των χώρων του Μελετζή και τη συναισθηματική εμπλοκή του Μπαλάφα.


Ο Οδυσσέας στη βροχή, Λάρισα, 1978

The Greece of Takis Tloupas is a treasure trove of photographs by a talented cameraman, all of them a testament to his love for the Greek landscape and people.

Almost 600 photographs document the land, customs, occupations and rituals. Inevitably, as traditional ways fade, much of his work preserves scenes that are on the verge of disappearing.






Humble, handmade lookouts and dovecotes on the plains of Thessaly, stone bridges describing elegant arcs over secluded streams, backbreaking work in idyllic surroundings, collective labour at traditional tasks, a fisherman gazing at a dried-out lake – this is Tloupas’s Greece.

Among this rich collection are images that have attained iconic status. His cherubic child in a hood against the snows of Metsovo counterpoints the hooded figure of an older man, whose weather beaten face radiates a tranquillity and optimism that were surely shared by the photographer who immortalised him and the land that sustained them both.








Πρωινό στην Κεντρική Πλατεία, Λάρισα, 1950



Βαδίζοντας με το γαϊδουράκι προς το φως, μέσα στο δάσος, Τύρναβος, 1967

Άποψη των Μετεώρων, 1953

Ηλιοβασίλεμα στον Πλαταμώνα, 1968


 Άνοιξη στο Πήλιο, 1948

Μυλοπόταμος Πηλίου, 1963


Με τους ψαράδες στη λίμνη Κάρλα, 1953

Αλώνισμα με αδοκάνη, Τερψιθέα Λάρισας, 1948

Ομίχλη στον Κίσσαβο, 1964

Αγωγιάτης στην ομίχλη, Όλυμπος, 1970






People, not only as forms, but also through the environment in which they live, Nature, cities and villages, churches and monasteries, were some of the topics he recorded for posterity with his camera. 






Tloupas treated photography as a creative Art, using his personal aesthetics of images and his deep belief in the importance of research.










Takis Tloupas, photographer from Larissa. 

Μιχάλης Κατσαρός, Οροπέδιο

Patrick Caulfield, Greece Expiring on The Ruins of Missolonghi, after Delacroix, 1963

Μένει να ξαναβρούμε τη ζωή μας, τώρα που δεν έχουμε
   πια τίποτα. Φαντάζομαι, εκείνος που θα ξαναβρεί τη ζωή,
   έξω από τόσα χαρτιά, τόσα συναισθήματα, τόσες διαμάχες
   και τόσες διδασκαλίες θα είναι κάποιος σαν εμάς μόνο
   λιγάκι πιο σκληρός στη μνήμη.

Γ. ΣΕΦΕΡΗΣ (Τετράδιο Γυμνασμάτων)

Shinro Ohtake, Mexico, (Misprinted in N.Y.), 1963

Ι

Να μην ακούγεται ήχος.
Είμαι εδώ στην κορφή. Η πορεία ανέβηκε.
Μόνος. Κάτω από τα πόδια μου σιδερένιες
   βέργες ελάσματα βράχοι
εδώ μόνος σ’ αυτό τον περιορισμένο χώρο στον
   απέραντο
χωρίς τείχη.

Άβυσσος παρελθόν ζώνες με επίπεδα εποχές
και μετά σκελετοί στην οικοδομή.
Σημαίες ζωή. Θάνατοι δεν υπάρχουν.
Στο επίπεδο όρος ορθός φτιάχνω τον κόσμο.

Μαζί μου όλοι υπηρετούν το σκοπό και κανέναν.
Τα κρίνα των αγρών –οι αμνοί– κανέναν.
Ο ήλιος δεκτός.
Φράσεις ναοί μεταβάλλονται κινούνται
τα επίπεδα πληθαίνουν κροτούν ανεβαίνουν
με μουσική
με άνεμο ανεβαίνουν.

Andy Warhol, Orange Disaster, 1963

Οι πόλεις χτίζονται – οι πόλεις πεθαίνουν.
Άνεμος υψώνει τα δένδρα – άνεμος γκρεμίζει το
   σκότος
άνεμος λαών ανθρώπων νέων διακλαδώσεων
κ’ εγώ πάντα στο οροπέδιο των πολιτισμών – των
   συντριμμάτων
κοιτάζω τη χλόη τα δένδρα τον ήλιο
κοιτάζω τις ηλεκτρικές συσκευές – τα κυκλάμινα
κοιτάζω κοιτάζω
πάντα και πάντα.

ΙI

Richard Estes, Grand Luncheonette, 1976

Τώρα μπορώ πια να μπω.
Η πόρτα έχει ανοίξει.
Μέσα στο δέντρο υπάρχω και ζω –
τρέμουν τα φύλλα –τα άνθη τρέμουν–
έγινε πια ο καρπός.

Ελάτε κοντά μου – έχει γαλήνη.
Ελάτε ελάτε. Ιδού το σώμα μου
σας το προσφέρω –έχει γαλήνη–
έγινα πια ο καρπός.

Δεχτείτε με πάλι. Είμαι ο άνεμος η οργή –
είμαι το τελευταίο σκαλί σας
εσείς πάλι το πρώτο – προχωρείτε.

Peter Blake, Toy Shop, 1962

Οι σημαίες αλλάζουν – αλλάζουν τα χέρια αλλάζουν
κατεβαίνουν τα πλήθη ασύνταχτα
   – πάλι σε φάλαγγες
κατεβαίνουν.

Χωρίζει ο άνεμος τα στάχυα – τους λαούς
διαλύονται οι ομάδες –πληθαίνουν τα μέρη–
η σύγκρουση γίνεται.

Κανείς. Πάλι πάνω στο οροπέδιο μόνος
στους νέους τους βράχους – στα επίπεδα μόνος
μαζί με τον νέο τον άνεμο ένα και μόνος
κοιτάζω τη χλόη – τα δέντρα τον ήλιο
κοιτάζω κοιτάζω.

ΙΙΙ

Jenny Holzer, The Survival series, Protect Me From What I want, 1985 1986

Θα κτίσω τη νέα σας πόλη.
Μην αφίσετε την ελπίδα – κάθε λεπτό μια σημαία.
Μην αφίσετε το νερό τον άνεμο και τη γη –
κάθε λεπτό και μαζί σας.

Σας βλέπω –καμιά μάταιη προσπάθεια– τίποτα
όλα –εσείς– διαπερνάτε τα τείχη σας τους καπνούς
διαπερνάτε το χρόνο – παίζετε ζάρια όπλα χαρτιά
σας αγαπώ – μόνος μαζί σας.

Η πόλη σας είναι πια έτοιμη.
Κινείται. Αλλάζει ρυθμό – τα τύμπανα παίζουν
μπορεί να δεχθεί τη σφαγή
να δεχθεί τη γαλήνη
το φως να δεχθεί –
μπορεί ν’ ανέβει τούτη την άλλη την ώρα.

Jake Tilson, Breakfast Secial n° 5 Southwark Soil Creep, 1988 1989

Ποιος μίλησε;
Στη φωτιά – στη φωτιά να ριχτεί
αυτός που παγωμένος σταθερός μπήκε στην πύλη
στη φωτιά – αυτός που κουράστηκε και θέλει
   μόνο την ακίνητη μάσκα
αυτός που δεν αλλάζει το βήμα το ρυθμό το γέλιο
   τη σιωπή
στη νέα – στη νέα του πόλη.

Γυρίζει. Το επίπεδο έπεσε πάνω στο άλλο.
Ζητάει το εκμαγείο –αγωνίζεται–
σε λίγο θα ανατιναχθεί –
ποιος είναι για νέα σημαία;

Κανείς. Μένω πάλι στο οροπέδιο μόνος
κοιτάζω πάλι την πόλη – τα χτίρια πάλιωσαν
κρατώ τη φωτιά τα κλαδιά τους ανθούς
και κοιτάζω.

IV

Yves Klein, La Victoire de Samothrace, The Victoire de Samothrace, 1962

Μπήκα με άδεια χέρια στη σκήτη μου.
Τους καρπούς τώρα τους γεύεσαι γη – εγώ δεν
   υπάρχω.
Δεν ακούς πια τη φωνή μου – δεν ακούς
έχεις δικιά σου φωνή – δικά σου τα τείχη.
Φυτεύεις τα δένδρα – το στάρι ανθεί σε πελάγη.
Πάνω στο δικό μου το σώμα χτίζεις τις πόλεις.
Οι πόλεις έχουν δικό τους πια σώμα.
Καμμιά σιωπή – λάμψη καμμιά.
Περπατάς στους μεγάλους σου δρόμους
ζεύεις τους ποταμούς – τα βουνά
τρέχεις στα δάση
ανασταίνεις τους ήχους τους αυλούς τα νερά
   σε τραγούδια.

Richard Hamilton, Soft Blue Landscape, 1973 1980

Τη νύχτα βγαίνω – κοιτάζω μακριά στο γιαλό
κοιτάζω βαθιά μες στα δάση
ανάβω μια μικρή φλόγα στη γη – ακούω τους ήχους
αυτούς που δεν θ’ ακούσει πια κανείς – ακούω
   και τρέμω.
Ματώνω τα χέρια στους λόγγους – ματώνω τα γόνατα
–Το ρήγμα ψάχνω να βρω σ’ αυτό το μπετόν–
το ρήγμα. – Στο σκουλήκι της γης την φλόγα
   υψώνω.

Τρέχω μέσα στη νύχτα
τρέχω με τ’ άλογό μου
βάζω πασσάλους πάνω στα όρη – σημαδεύω
   τους δρόμους
ακούω ούρλιασμα λύκων –ακούω φωνές–
ακούω βουή καταρράχτες
βιάζομαι
βιάζομαι
Πριν αλέκτωρ λαλήση
η νύχτα είναι μικρή – μεγαλώνει
ο άνεμος ετοιμάζει την έφοδο – οι φωνές
«κοίτα» – «τώρα» – «το άλλο βράδυ» –
   πρέπει πάλι να σας μιλήσω.

Μη με κοιτάτε παράξενα.
Κανένας δεν με γνωρίζει;

V

Greek Actor

Δεν ήρθαν να ξαφνιάσω τις μέρες σας –
   δεν κρατώ τη ρομφαία.
Κυκλοφορούσα αιώνες μέσα στο πλήθος σας
μαζεύοντας σκόρπιους σπόρους.

Δεν ήρθα να σταματήσω τους ποταμούς τα νερά
τους καρπούς – δεν ήρθα.
Κυκλοφορούσα μέσα στους ήχους σας –
   τόσους αιώνες.
Ανέμιζα μαύρα λάβαρα στις αρτηρίες των δρόμων
με την καρδιά μου καρφωμένη στο φοβερό πάσσαλο
   σας καλούσα –
Δεν ήρθα να καταργήσω τον νόμο.

Ανεβαίνω εδώ σ’ αυτή την αγχόνη –
   αυτή στη στιγμή
σας δίνω το σχήμα σας – σας καλώ.
Δεν ήρθα σαν ξένος – δεν ήρθα.

Andy Warhol, Triple Elvis, 1963

Είμαι ο άνεμος η βροχή τα έρημα δάση
είμαι ο καταρράχτης το νερό το πουλί
αυτή η πόλη και η άλλη –
είμαι ο δρόμος η αυγή το τελευταίο λιμάνι
η καρδιά μου
το πρόσωπό μου και το δικό σας
είμαι εδώ και αλλού και παντού
μέσα στ’ αγέρι – μέσα στις παλιές ημερομηνίες
μέσα στα πλοία – στους ήχους – στους αγρούς
στα εργοστάσια είμαι – στις σκοτεινές αίθουσες
στ’ άδεια δωμάτια – στους εραστές – στα ερείπια
στις καμπάνες
μόνος μόνος μόνος
απ’ την αρχή μέχρι το τέλος του κόσμου.

Sherrie Levine, Untitled (After Vasily Kandinsky), 1985

Και τώρα εδώ πάνω σ’ αυτό το οροπέδιο σας καλώ
τώρα που θα βυθίσω το μαχαίρι στο στήθος
να σας δώσω το αίμα μου –
άνθη τεράστιες πόρτες ουρανοί τρέμουν κυλάνε
μπροστά στα πόδια σας στα όνειρά σας στο ψωμί
κρότοι καταστροφή και νέα αυγή κατεβαίνει.

Ο άνεμός μου κάθε νύχτα με παγώνει.

 VI

David Salle , Tiny in the Air, 1980

Περιφέρουν οι λαοί στη ρίζα μου την καρδιά μου.
Οι δρόμοι ανοίγουν πληγές κρότους ποτάμια
ανάβουν φωτιές στα σπίτια – στα στρατόπεδα
   ανάβουνε φώτα.

Οι λύκοι ουρλιάζουν εκείνες τις νύχτες.
Ανεβαίνουν τους βράχους –βγάζουν αφρούς–
μπήγουν τα νύχια στα μάτια –
κανείς δεν τους βλέπει – κανείς. Η σιωπή
   παγώνει στα δένδρα.


 Richard Petibone, Yazd V, Yazd II et Trigger Finger, 1969

Αφίνω τότε την έρημο –αφίνω τα άνθη– αφίνω
αφίνω τους αγρούς τη γιορτή τις καμπάνες
αφίνω τη νύχτα μου – το βαθύ μου ποτάμι
ο σκοτεινός ωκεανός δεν κρατάει το κορμί μου
τύμπανα παίζω στα δάση
τύμπανα στα κρυφά μονοπάτια
κατεβαίνω σκάλες γυρτές πλάγιες κατεβαίνω
κάτω βαθιά στη ρίζα μου
κάτω βαθιά στην καρδιά μου –
νάμε Ιησού Κρίσνα Μωυσή
εγώ ο ταπεινός δούλος σας ανάμεσα στο λαό μου
υψώνω το λάβαρο – το δρόμο υψώνω
υψώνω τα εργοστάσια τα δένδρα τις καρδιές
μοιράζω σημαίες φλόγες ωκεανούς
κατεβαίνω από τα όρη – τους βράχους
ανεβαίνω από το σκοτεινό βάθος της θάλασσας
έτσι φωτεινός ωραίος αγνός – σαν αέρας

James Rosenquit, Star Thief, 1980

Τώρα ο θόρυβος συνέχει τους κορμούς.
Οι εικόνες παίρνουνε σχήμα και χρώμα –
πίδακες στις φλέβες της γης για καρποί
ταράζουν τα νερά πουλιά στους βράχους.

Εγώ πήρα πια το ραβδί – σας αφίνω.
Χαϊδεύω τη χλόη στους δρόμους – ακούω τα πουλιά
   τη σιωπή
χαϊδεύω τα άνθη τούς αγρούς τη βροχή
βλέπω το πρόσωπό μου στο δικό σας ποτάμι.

Η σκηνή με περιμένει.

 VII

Jean-Michel Basquiat, Untitled, 1986

Τα οράματά μου γυάλινοι θόλοι υγροί –
σφαίρες διάφανες γαλάζιες
τα οράματά μου λαοί –σιδερένιες λαβές–
   σκοτεινή άβυσσος
πλήθος εικόνες μάχονται – βγαίνουν στην επιφάνεια
με στηρίζουν με μαύρους πασσάλους
τα τείχη συντρίβονται στο πρόσωπό μου
τα σχήματα αλλάζουν –πώς να κρατηθώ; -
νάμε βαθιά στο βράχο σαν πληγή
μάχομαι μάχομαι αυτό το Μέγα.

Roy Lichtenstein, Femme au Chapeau, 1962

Το στερεό διαλύεται – τα γαμψά σχήματα πείθουν
το στερεό φεύγει τετράγωνο λυώνει
κ’ εγώ μ’ όλο το βάρος αδιάφορος προχωρώ
στη νέα στη νέα εποχή μου –
προχωρώ πάνω στο βράχο στο σκοτεινό οροπέδιο
προχωρώ σαν άνεμος κραυγή –
Γίνηκα σπόρος.

Umberto Boccioni, Riot in the Galleria, 1910.

Άνεμος νερό φωτιά μέσα στο φύτρο πιο μικρό
δύναμη δύναμη βαθιά τα μόρια του κόσμου
υψώνει τους πίδακες – κροτούν οι ανεμώνες
κροτούν οι φλέβες – οι υπόγειοι ποταμοί
ανάβουν πολυέλαιοι στην έρημο
τα ζώα κροτούν πάνω στο τύμπανό μου
επιστρατεύονται κεραυνοί λάμψεις ζωή
ανεμίζουν τα άστρα – τρέμουν οι ουρανοί
γυρίζουν οι σφαίρες – γυρίζουν
κι εγώ πάντα στο οροπέδιο
κοιτάζω κοιτάζω κοιτάζω
βγάζω τον αυλό τις χορδές τις κιθάρες
και τραγουδάω.


ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΤΣΑΡΟΣ