Edvard Munch, The Sun, 1911-1916, 455 x 780 cm. The
Oslo University, Oslo, Norway. Επιστήμονες
στην Αυστραλία ανασυνθέτουν το περιβάλλον μέσα στο οποίο γεννήθηκε το μητρικό
μας άστρο. Researchers have investigated the solar system's
prehistoric phase to better understand the events that led to the birth of the
Sun.
Μια
σπουδαία κοσμολογική έρευνα πραγματοποιούν ερευνητές στην Αυστραλία.
Ανασυνθέτουν το περιβάλλον μέσα στο οποίο γεννήθηκε ο Ήλιος. Οι διεργασίες που
οδήγησαν στη γέννηση του μητρικού μας άστρου θα βοηθήσουν στη καλύτερη
κατανόηση της δημιουργίας και εξέλιξης του ηλιακού μας συστήματος.
Η
έρευνα
Τις
διεργασίες που οδήγησαν στη γέννηση του Ήλιου ερευνούν οι επιστήμονες. Solar flares on the sun. Researchers are a step closer to
understanding the birth of the sun. Scientists have investigated the solar
system's prehistoric phase and the events that led to the birth of the sun. Credit:
NASA/SDO
Ερευνητές
του Κέντρου Αστροφυσικής του Πανεπιστημίου Monash στην Αυστραλία προσπαθούν να
συνθέσουν την εικόνα της «προϊστορικής» όπως την ονομάζουν φάσης του ηλιακού
μας συστήματος. Της εποχής δηλαδή που στην περιοχή που βρίσκεται σήμερα ο Ήλιος,
οι πλανήτες, οι αστεροειδείς, οι κομήτες και τα υπόλοιπα αντικείμενα του
ηλιακού μας συστήματος δεν υπήρχε απολύτως τίποτε. Οι ερευνητές συγκεντρώνουν
δεδομένα για το πότε ξεκίνησε και εξελίχθηκε η συγκέντρωση κοσμικής ύλης στη
διαστημική μας γειτονιά, ύλης από την οποία γεννήθηκε ο Ήλιος. Οι ερευνητές
μελετούν τόσο τη ροή όσο και τη σύσταση αυτής της ύλης στην περιοχή μας καθώς
και τα γεγονότα που οδήγησαν στη γέννηση του Ήλιου.
Τα
βαρέα στοιχεία
On July 19, 2012,
an eruption occurred on the sun that produced a dazzling magnetic display known
as coronal rain. Hot plasma in the corona cooled and condensed along strong
magnetic fields in the region. Magnetic fields, are invisible, but the charged
plasma is forced to move along the lines, showing up brightly in the extreme
ultraviolet wavelength of 304 Angstroms, and outlining the fields as it slowly
falls back to the solar surface. Credit:
NASA/SDO/Goddard
Έχει
διαπιστωθεί ότι ο Ήλιος γεννήθηκε πριν από περίπου 4,6 δισ. έτη. Οι ερευνητές
με βάση τα στοιχεία που έχουν συλλέξει μέχρι τώρα εκτιμούν ότι η συγκέντρωση
της κοσμικής ύλης στην περιοχή μας ξεκίνησε εκατοντάδες εκατομμύρια έτη πριν τη
γέννηση του Ήλιου. Κρίσιμο ρόλο σύμφωνα με τους ερευνητές στη γέννηση του Ήλιου
έπαιξαν τα λεγόμενα βαρέα στοιχεία όπως ο χρυσός, ο σίδηρος και η πλατίνα καθώς
και διάφορα σπάνια χημικά στοιχεία. Οι ερευνητές εκτιμούν ότι η συγκέντρωση των
βαρέων στοιχείων στην περιοχή μας ολοκληρώθηκε περίπου 100 εκ. έτη πριν τη
γέννηση του Ήλιου. Σύμφωνα με τους ερευνητές η ολοκλήρωση της συγκέντρωσης των
βαρέων στοιχείων συνιστά και την εκκίνηση των διεργασιών γέννηση του Ήλιου.
Σχηματίζεται μια «κοσμική μήτρα» μέσα στην οποία δημιουργείται ένα κοκτέιλ από
βαρέα και άλλα (σπανιότερα στη Γη) χημικά στοιχεία όπως ο μόλυβδος. Σύμφωνα με
τους ερευνητές η συγκέντρωση των μη βαρέων χημικών στοιχείων σε αυτό το κοκτέιλ
ολοκληρώθηκε περίπου 30 εκ. έτη πριν τη γέννηση του Ήλιου.
Η
εκκόλαψη
Οι
ερευνητές θεωρούν ως ορόσημο την ολοκλήρωση της συγκέντρωσης των βαρέων
στοιχείων και αναφέρουν πώς όταν αυτό συνέβη ξεκίνησε μια φάση την οποία
ονομάζουν φάση «εκκόλαψης». Στο διάστημα των 100 εκ. ετών που ακολουθεί στη
κοσμική μήτρα που έχει δημιουργηθεί συντελούνται όλες οι απαραίτητες διεργασίες
για να κάνει την εμφάνιση του ένα άστρο. Μάλιστα οι ερευνητές κάνουν μια ακόμη
άκρως ενδιαφέρουσα υπόθεση. Πιστεύουν ότι η κοσμική κύηση ήταν… πολλαπλή και ο Ήλιος
είχε αδέλφια την τύχη των οποίων δεν γνωρίζουμε.
«Ο τελικός μας στόχος είναι να αποκτήσουμε
μια καθαρή εικόνα των συνθηκών της προϊστορίας του ηλιακού μας συστήματος και
της γέννησης του Ήλιου. Ανακαλύπτοντας τις διεργασίες που οδήγησαν στη γέννηση
του Ήλιου και τον σχηματισμό του ηλιακού μας συστήματος καθώς και το πόσο
διήρκεσε η κάθε διεργασία θα μπορέσουμε να έχουμε δεδομένα τέτοια ώστε να τα
συγκρίνουμε με εκείνα άλλων πλανητικών συστημάτων του γαλαξία μας» αναφέρει
η Μαρία Λουγκάρο, επικεφαλής της έρευνας που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση
«Science».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου