Arts Universe and Philology

Arts Universe and Philology
The blog "Art, Universe, and Philology" is an online platform dedicated to the promotion and exploration of art, science, and philology. Its owner, Konstantinos Vakouftsis, shares his thoughts, analyses, and passion for culture, the universe, and literature with his readers.

Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2014

Ραδιοσταθμός παίζει στον ρυθμό της κοσμικής ακτινοβολίας που βομβαρδίζει τη Σελήνη. Space Music: How To Hear Solar Flares From The Moon

The Cosmic Ray Telescope for the Effects of Radiation, or CRaTER, on NASA's Lunar Reconnaissance Orbiter has six detectors to monitor the energetic charged particles from galactic cosmic rays and solar events. Image Credit: NASA/GSFC

Όλοι μπορούν πλέον να εντρυφήσουν στο ρεπερτόριο του φεγγαριού: Το τελευταίο εργαλείο για την παρακολούθηση του διαστημικού καιρού είναι ένας διαδικτυακός ραδιοσταθμός ο οποίος μετατρέπει σε μουσική τις μετρήσεις της ακτινοβολίας στη Σελήνη.


Ο επιστημονικός ραδιοσταθμός λειτουργεί σε πραγματικό χρόνο και λαμβάνει μετρήσεις της ακτινοβολίας που δέχεται ο Σεληνιακός Αναγνωριστικός Δορυφόρος (LRO) της ΝASA. Τα επίπεδα της ακτινοβολίας καθορίζουν τις νότες και το κλειδί της μουσικής, ακόμα και το ποιο όργανο ακούγεται -για παράδειγμα πιάνο, κιθάρα ή μπάντζο.

Οι πλανητικοί επιστήμονες συχνά μετατρέπουν τα δεδομένα αποστολών σε ήχους, προκειμένου να αξιοποιούν την ικανότητα του ανθρώπινου αφτιού να αντιλαμβάνεται μικρές μεταβολές ακόμα και σε συνθήκες υψηλού θορύβου.

Live, from the moon, it's the space weather report: Data from a lunar orbiter is being used to create a music stream that reflects conditions in space. Here, an image created by NASA "visualizers" who used data from 2010 to show the moon traveling across the sun, as happens two or three times a year. NASA/SDO/LRO/GSFC

«Η μουσική διευκολύνει τους ανθρώπους να προσλάβουν τα δεδομένα -είναι κάτι που μοιάζει φυσικό για τις διαστημικές αποστολές» σχολίασε ο Τζον Κέλερ, ερευνητής της αποστολής LRO στο Κέντρο Διαστημικής Πτήσης Goddard της NASA.

This is LRO's CRaTER instrument, prior to its installation on the spacecraft. Credit: NASA Goddard/Debbie McCallum

Ο νέος ραδιοσταθμός ονομάζεται Crater Live και αναπτύχθηκε στο Πανεπιστήμιο του Νιου Χάμπσαϊρ. Αντλεί δεδομένα από το όργανο Crater (Cosmic Ray Telescope for the Effects of Radiation) του δορυφόρου LRO. Το Crater διαθέτει έξι ανιχνευτές που καταγράφουν τα ενεργητικά σωματίδια τόσο της κοσμικής ακτινοβολίας όσο και των ηλιακών εκρήξεων.

Το όργανο επιτελεί δύο λειτουργίες: αφενός, μετράει την επίδραση της ακτινοβολίας σε ένα υλικό που μοιάζει με τους ανθρώπινους ιστούς -αυτό βοηθά τους επιστήμονες να κατανοήσουν πώς η έκθεση στην ακτινοβολία θα επηρέαζε ένα ανθρώπινο πλήρωμα. Αφετέρου, μελετά την επίδραση της ακτινοβολίας στην ίδια τη σεληνιακή επιφάνεια.

Κάθε σωματίδιο που προσκρούει στους ανιχνευτές καταγράφεται ως ένα «κλικ». Οι μετρήσεις μεταδίδονται στο Crater Live, όπου ειδικό λογισμικό μετατρέπει τα κλικ σε τόνους μιας κλίμακας τεσσάρων οκτάβων. Όσο χαμηλότερη είναι η συχνότητα του ήχου, τόσο μικρότερα είναι τα επίπεδα ακτινοβολίας.

Επιπλέον, το λογισμικό καθορίζει το κλειδί της μελωδίας και το όργανο που θα ακούγεται με βάση την πρόσφατη δραστηριότητα: τα χαμηλότερα επίπεδα αντιστοιχούν στο πιάνο, ενώ τα υψηλότερα στον ήχο του μπάντζου.

Ο ραδιοσταθμός λειτουργεί σε πραγματικό χρόνο, όχι όμως αδιαλείπτως: Το LRO χάνει την επαφή με τη Γη για περίπου μια ώρα όταν περνά πάνω από την αθέατη πλευρά της Σελήνης. Σε αυτό το διάστημα αναπαράγει τη δραστηριότητα της προηγούμενης ώρας.


Πέμπτη 16 Ιανουαρίου 2014

Γιατί τα πουλιά πετούν σε σχηματισμό V. Why do bird fly in V formation? Ibises help scientists figure it out

Ο σχηματισμός V επιτρέπει στα πουλιά να εξοικονομούν ενέργεια κατά την πτήση τους στα μεγάλα ταξίδια. Canada geese flying in a V-formation. Credit: Ted (bobosh_t)

Τα πουλιά είναι ενδεχομένως καλύτεροι γνώστες της αεροδυναμικής από τον άνθρωπο, όπως δείχνουν νέα επιστημονικά ευρήματα. Ομάδα ερευνητών ανακάλυψε ότι η πτήση πολλών αποδημητικών πτηνών σε σχηματισμό V, πέραν του ότι προσφέρει ένα υπέροχο θέαμα στον ουρανό, τους δίνει τη δυνατότητα να εξοικονομούν πολύτιμη ενέργεια «δαμάζοντας» τα ρεύματα του αέρα. Για καλύτερα αποτελέσματα παίρνουν μάλιστα πολύ συγκεκριμένες θέσεις και συγχρονίζουν τις κινήσεις των φτερών τους με ποικίλους τρόπους.

V, ο σχηματισμός της πτητικής «νίκης»

Βόρειες φαλακρές φρασκιόρνιθες πετούν σε σχηματισμό. Ibises get fly with a little help from their friends. Image: Markus Unsöld

Πολλά είδη πτηνών που μεταναστεύουν από τον Βορρά προς τον Νότο πραγματοποιούν το ταξίδι τους πετώντας σε συγκεκριμένες θέσεις που σχηματίζουν μια γωνία σαν το λατινικό γράμμα V. Ο λόγος για τον οποίο κάνουν κάτι τέτοιο αποτελούσε «μυστήριο» για τους ειδικούς. Μια θεωρία έχει προτείνει ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο δυσκολεύουν τις επιθέσεις των αρπακτικών, μια άλλη ότι ο «καλύτερος» στον προσανατολισμό μπαίνει μπροστά για να οδηγήσει τους υπολοίπους.

Μια τρίτη έχει υποστηρίξει ότι ο «αεροδυναμικός» αυτός σχηματισμός εξοικονομεί ενέργεια (και άρα και δυνάμεις) για τα πουλιά που πετούν στο πίσω μέρος του V, γεγονός το οποίο επιβεβαιώθηκε θεωρητικά με μοντέλα. Όπως όμως είχε φανεί προκειμένου να επιτευχθεί αυτή η εξοικονόμηση τα μέλη της ομάδας έπρεπε να πετούν σε πολύ συγκεκριμένες θέσεις και να κουνούν τα φτερά τους με απόλυτο συγχρονισμό. Οι επιστήμονες θεώρησαν μάλλον απίθανο να συμβαίνει κάτι τέτοιο και έτσι η θεωρία αυτή δεν επεκράτησε έναντι των υπολοίπων.

The northern bald ibis. Credit: Ltshears.

Τώρα επιστήμονες από το Βασιλικό Κτηνιατρικό Κολέγιο του Λονδίνου με επικεφαλής τον Στίβεν Πορτουγκάλ και τον Τζέιμς Ασεργουντ αποδεικνύουν για πρώτη φορά στην πράξη ότι το «απίθανο» είναι πέρα για πέρα αληθινό. Οι ερευνητές παρακολούθησαν το μεταναστευτικό ταξίδι μιας ομάδας πτηνών του είδους βόρεια φαλακρή ίβις ή βόρεια φαλακρή θρασκιόρνιθα (Gerontius eremite). Η σπάνια ευκαιρία για την παρακολούθηση άγριων πτηνών σε πτήση δόθηκε από ένα βραβευμένο πρόγραμμα στην Αυστρία. Η φαλακρή ίβις είναι ένα είδος που έχει εκλείψει από την Ευρώπη εδώ και 400 χρόνια και αυστριακοί επιστήμονες προσπαθούν να την επανεισαγάγουν εκτρέφοντας πτηνά και καθοδηγώντας τα στο πρώτο ταξίδι τους με ένα ειδικό ελαφρύ ιπτάμενο σκάφος.

Απόλυτος συντονισμός


A Nature video explains the mechanism behind flying in a V formation.

Οι επιστήμονες του Βασιλικού Κτηνιατρικού Κολεγίου προσάρτησαν σε 14 φαλακρές θρασκιόρρνιθες που θα πραγματοποιούσε το παρθενικό της ταξίδι από την Αυστρία προς τον Νότο ειδικά μηχανήματα τα οποοία είχαν σχεδιάσει έτσι ώστε να καταγράφουν τις θέσεις και τις κινήσεις των φτερών του κάθε πτηνού. Προς έκπληξή τους τα αποτελέσματα, τα οποία δημοσιεύθηκαν στην επιθεώρηση «Nature», έδειξαν ότι ο τρόπος που πετούσαν τα πουλιά διατηρώντας τον σχηματισμό τους σε σχήμα V ταίριαζε απόλυτα με τις προβλέψεις του θεωρητικού μοντέλου της αεροδυναμικής. «Τοποθετούνται στην καλύτερη δυνατή θέση και κουνούν τα φτερά τους στον καλύτερο δυνατό ρυθμό» ανέφερε ο δρ Πορτουγκάλ στο ειδησεογραφικό τμήμα του «Nature».

Με βάση το θεωρητικό μοντέλο προκειμένου να επιτευχθούν τα βέλτιστα αποτελέσματα στον σχηματισμό V το κάθε πουλί θα πρέπει να τοποθετεί το φτερό του στο κινούμενο προς τα επάνω τμήμα του στροβίλου αέρα που δημιουργείται από την άκρη του φτερού του πουλιού που πετάει μπροστά του. Ο στρόβιλος αυτός όμως αλλάζει θέση προς τα επάνω ή προς τα κάτω καθώς το πουλί που βρίσκεται μπροστά κουνάει τα φτερά του. Για τον λόγο αυτό το πουλί που βρίσκεται από πίσω δεν θα πρέπει μόνο να τοποθετηθεί στην κατάλληλη θέση αλλά επί πλέον να κουνάει τα φτερά του στον κατάλληλο χρόνο (ο οποίος αλλάζει ανάλογα με την απόσταση μεταξύ των πτηνών).

Αυτό ακριβώς έκαναν οι φαλακρές θρασκιόρνιθες που παρακολούθησαν οι βρετανοί ερευνητές. Κατά τη διάρκεια της πτήσης τους τα πουλιά άλλαζαν συχνά τη θέση και τον ρυθμό της κίνησης των φτερών τους. Αυτά που βρίσκονταν στα σκέλη του V – λίγο πιο πίσω από το πουλί που πετούσε μπροστά – κουνούσαν τα φτερά τους συγχρονισμένα ώστε να επιτρέπουν σε εκείνα που πετούσαν τελευταία να παίρνουν περισσότερη ώθηση ενώ εκείνα που βρίσκονταν ακριβώς πίσω από του «οδηγού» κουνούσαν τα φτερά τους εκτός χρόνου ώστε να ελαχιστοποιούν την επίδραση της καθοδικής φοράς που δημιουργούσαν οι στρόβιλοι από τα φτερά του πρώτου πουλιού.

Αυτό δείχνει ότι τα πουλιά έχουν εξαιρετική ικανότητα να αισθάνονται ή και να προβλέπουν τις αναταράξεις του αέρα που προκαλούν οι «σύντροφοί» τους στην πτήση. Ο σχηματισμός V ωστόσο δεν υιοθετείται από όλα τα αποδημητικά πτηνά – ορισμένα, με κύριο παράδειγμα τα ωδικά πτηνά, τον έχουν εγκαταλείψει. Ο λόγος, σύμφωνα με τους ερευνητές, είναι ότι ενδεχομένως δεν προσφέρει την ίδια εξοικονόμηση ενέργειας στα μικρότερου μεγέθους πουλιά. «Φαίνεται ότι υπάρχει ένα σημείο, περίπου γύρω στο μέγεθος του γλάρου, επάνω από το οποίο αξίζει κάποιος να το κάνει» δήλωσε ο δρ Πορτουγκάλ στο περιοδικό «New Scientist».

Η «ήσυχη» μαύρη τρύπα του Γαλαξία. Oddly Quiet Black Hole Spotted Around Fast-Spinning Star

Καλλιτεχνική απεικόνιση του σπάνιου κοσμικού ζεύγους που εντόπισαν οι αστρονόμοι. Το άστρο τύπου Β με τον κοσμικό δίσκο γύρω του και τη μελανή οπή που υπάρχει δίπλα του. Artist's concept of the MWC 656 system, which consists of a massive "Be" star and a companion black hole. The star rotates at very high speed, ejecting an equatorial disc of matter that is transferred to the black hole through an accretion disc. Credit: Gabriel Pérez Díaz, Servicio MultiMedia (IAC)

Μια πραγματικά απρόσμενη ανακάλυψη έκαναν αστρονόμοι που εντόπισαν ένα σπάνιο είδος μελανής οπής στον γαλαξία μας. Πρόκειται για μια αδρανή μαύρη τρύπα που «συνοδεύει» ένα μεγάλο άστρο.

Σπάνιο «ζευγάρι»

Την ανακάλυψη έκαναν επιστήμονες χρησιμοποιώντας δύο οπτικά τηλεσκόπια που βρίσκονται στο αστεροσκοπείο Roque de los Muchachos στα Κανάρια Νησιά. Εντόπισαν τη μελανή οπή κοντά στο άστρο MWC 656 που ανήκει στην κατηγορία των άστρων τύπου Β (Be stars) που είναι συνήθως πολύ μεγάλα και έχουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά όπως την εκπομπή ύλης που είναι ελαφρώς ιονισμένη.

Neutron stars are created when giant stars die in supernovas and their cores collapse, with the protons and electrons essentially melting into each other to form neutrons. Credit: NASA/Dana Berry

Οι επιστήμονες γνωρίζουν ότι τα άστρα τύπου Β κατά κανόνα συνοδεύονται από κάποιο άλλο κοσμικό σώμα που συνήθως είναι ένα άστρο νετρονίου δηλαδή το «κουφάρι» ενός άστρου που καταστράφηκε σε έκρηξη σουπερνόβα. Για πρώτη φορά όμως εντοπίζεται η παρουσία μιας μελανής οπής δίπλα σε ένα τέτοιο άστρο. Η μελανή οπή δεν είχε εντοπιστεί μέχρι σήμερα επειδή είναι αδρανής και δεν εκπέμπει ακτινοβολία.

Το άστρο

Το MWC 656 βρίσκεται σε απόσταση 8.500 χιλιάδων ετών φωτός από τη Γη και εκτιμάται ότι έχει μάζα 10-16 φορές μεγαλύτερη από αυτή του Ήλιου. Το άστρο περιστρέφεται με πολύ μεγάλη ταχύτητα με αποτέλεσμα η ύλη που εκπέμπει να έχει σχηματίσει ένα κοσμικό δίσκο γύρω του. Οι αστρονόμοι θα αρχίσουν πλέον να παρατηρούν πιο προσεκτικά τα άστρα τύπου Β (και) για να εντοπίζουν μελανές τρύπες. Η ανακάλυψη δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Nature».  

Το Μεγα(λοπρεπές) Νεφέλωμα. Spitzer's Orion

Μοιάζει με πίνακα ζωγραφικής αλλά είναι το εντυπωσιακό Μέγα Νεφέλωμα του Ωρίωνα. Few cosmic vistas excite the imagination like the Orion Nebula, an immense stellar nursery some 1,500 light-years away. This stunning false-color view spans about 40 light-years across the region, constructed using infrared data from the Spitzer Space Telescope. Compared to its visual wavelength appearance, the brightest portion of the nebula is likewise centered on Orion's young, massive, hot stars, known as the Trapezium Cluster. But the infrared image also detects the nebula's many protostars, still in the process of formation, seen here in red hues. In fact, red spots along the dark dusty filament to the left of the bright cluster include the protostar cataloged as HOPS 68, recently found to have crystals of the silicate mineral olivine within its protostellar envelope. Image Credit: NASA, JPL-Caltech, T. Megeath (Univ. Toledo, Ohio)

Η NASA έδωσε στη δημοσιότητα μια νέα εντυπωσιακή ομολογουμένως εικόνα από το Μέγα Νεφέλωμα του Ωρίωνα. Ο αστερισμός του Ωρίωνα διαθέτει πολλά νεφελώματα αλλά το Μέγα Νεφέλωμα, που είναι επίσης γνωστό ως M42, είναι το πιο «δραστήριο» και ενδιαφέρον για τους επιστήμονες. Βρίσκεται σε απόσταση περίπου 1350 ετών φωτός από τη Γη και η διάμετρός του εκτιμάται ότι είναι 24 έτη φωτός. Η μελέτη του έχει αποκαλύψει πολλά μυστικά για τη διαδικασία σχηματισμού άστρων και πλανητών καθώς και για διάφορα κοσμικά φαινόμενα. Η νέα φωτογραφία που δείχνει το νεφέλωμα σε όλη του την μεγαλοπρέπεια αποτελεί προϊόν επεξεργασίας από εικόνες που τράβηξε πρόσφατα το διαστημικό τηλεσκόπιο Spitzer.

Τετάρτη 15 Ιανουαρίου 2014

Δήμητρα Μήττα, «Κωσταλέξι»

Χρόνης Μπότσογλου, Μια προσωπική Νέκυια

Μπήκε μέσα σαν σίφουνας. Την άρπαξε από τη μέση και τη στριφογύρισε γύρω από το τραπέζι στους ρυθμούς ενός βαλς που ο ίδιος σφύριζε. Τη ζάλισε με τις γρήγορες στροφές του και της έσπασε το τύμπανο με το ηχηρότατο φιλί που της έσκασε. Ύστερα την τίναξε στο κρεβάτι. Οι φάκελοι που κρατούσε η γυναίκα σκόρπισαν εδώ και εκεί. Ο νεαρός έσκυψε πάνω από τη ζαλισμένη γυναίκα, της τσίμπησε τα δυο μάγουλα και τα κράτησε ανάμεσα στα δάκτυλά του.
-Κυρα-Στέλα μου, είμαι πολύ ευτυχισμένος. Παντρεύομαι το πιο γλυκό κορίτσι του κόσμου.
Ξέχασε και τη ζαλάδα που της προκάλεσαν οι στροφές, ξέχασε και το πάτωμα που κουνιόταν και την έρριχνε κάτω, τα ξέχασε όλα.

Egon Schiele, The Family, 1918

-Βρε, που κακό χρόνο να μην έχεις, πόσες φορές σου έχω πει να μη με λες έτσι. Μάνα βρε θέλω να με λες. Να το λες και να γεμίζει το στόμα σου. 
Την τράβηξε από το χέρι, για να τη σηκώσει από το κρεβάτι, και την ξαναστριφογύρισε.
-Τι μας λες κυρά μου που θα σε λέω έτσι! Θυμάσαι μια φορά που σε φώναξα μάνα στον δρόμο και μια κοπέλα γύρισε και είπε: "Έτσι λέμε τώρα τις φιλενάδες μας;". Άκου εκεί, να νομίζει ότι σ' έχω φιλενάδα και ότι ντρέπομαι γιατί είσαι μεγαλύτερη από μένα. Ποιος σου είπε να παντρευτείς νέα, να με κάνεις τόσο νωρίς και να είσαι τόσο όμορφη;
Σταμάτησε για λίγο να φέρει στο μυαλό του την κοπέλα που τον είχε πειράξει και, κλείνοντας συνωμοτικά το μάτι, είπε:
-Πάντως, ήταν κορίτσαρος.
Την ξανατσίμπησε στο μάγουλο και ύστερα την παράτησε πάλι. Άνοιξε τον μπουφέ και άρπαξε δυο γλυκά. Το ένα το έχωσε γρήγορα στο στόμα του -παραλίγο να πνιγόταν.
-Τα γλυκά μου, μούγκρισε η γυναίκα και όρμηξε, για να του αρπάξει το άλλο που κρατούσε, προτού το καταπιεί κι αυτό. Αλλά έλα που την περνούσε δυο κεφάλια, κι έτσι που σήκωσε το χέρι του ψηλά κρατώντας το γλυκό, άντε να του το πάρει.
 -Τουλάχιστον να κλειδώσω τον μπουφέ, πριν μου τα εξαφανίσεις όλα. Που να σε πάρει και να σε σηκώσει, μετρημένα τα έχω.
Κλείδωσε τον μπουφέ κι έχωσε το κλειδί στην τσέπη της ποδιάς της.
-Το τρελόπαιδο. Μου γκρέμισε το δωμάτιο. Ορίστε. Κοίτα εδώ τι μου έκανε. Να παντρευτεί, να φύγει, να ησυχάσω.
Βάλθηκε να μαζεύει τους φακέλους της. Έπρεπε να τους ξαναβάλει στη σειρά από την αρχή, ώστε, όταν θα μοίραζαν τα προσκλητήρια στη γειτονιά, να μην χρειάζεται να περνούν δυο και τρεις φορές από τον ίδιο δρόμο.
-Να δω ποιον θα κατηγορεί ο μπαμπάς για τα γλυκά που σου λείπουν τώρα που φεύγω. Ξέρεις πόσες φορές μου φόρτωσε τις κλοπές του; Αλλά δεν μπορώ να πω. Με χαρτζλίκωνε με το παραπάνω.
Ώστε έτσι! Και αυτή να βάζει μικρές μερίδες στα πιάτα και να μαγειρεύει υγιεινά και να μην καταλαβαίνει γιατί ο κύριος Αντωνάκης της εξακολουθούσε να έχει προβλήματα με το στομάχι του και γιατί τα παχάκια του δεν έλεγαν να φύγουν. Και τώρα να της λέει ο κανακάρης της, που στο μεταξύ είχε φροντίσει να εξαφανιστεί από το δωμάτιο, ότι συνωμοτούσαν πίσω από την πλάτη της.
-Πάντως, είσαι απίθανη, τον άκουσε να της λέει από την άλλη άκρη του σπιτιού -και πόσες φορές δεν του είχε πει ότι δεν της άρεζε να μιλούν από μακριά και να φωνάζουν, σαν να είναι τελάληδες! Έχουμε μια βδομάδα μέχρι τον γάμο και τα έχεις όλα έτοιμα. Θυμάσαι τη Βάσω και τον Αντρέα που παντρεύτηκαν πέρυσι; Μόλις και μετά βίας πρόλαβαν να ετοιμαστούν. Και στο τέλος, ξέχασαν και τα στέφανα στο σπίτι. Και τι καυγάδες, Θεέ μου! Μέχρι εδώ ακούγονταν. Και όχι αυτό έπρεπε να το κάνουμε εμείς, εκείνο ήταν υποχρέωση της δικής σου οικογένειας και νά, το φορτωθήκαμε τώρα εμείς που είμαστε κύριοι, και έτσι κι αλλιώς κι αλλιώτικα και τελειωμό δεν είχαν. Πολύ με πείραξε που στο τέλος του γάμου στήθηκαν όλοι χαμογελαστοί και βγήκαν φωτογραφία, σαν να μην είχε ειπωθεί τίποτε.

Ελένη Μωραΐτου, Η Νύφη, π. 1981

Εμφανίστηκε. Τζην παντελόνι, μπορντώ μπλούζα. Όμορφο το παλικάρι της. Παντρευόταν και της έφευγε. Αλλά τι την ένοιαζε αυτήν; Το εγγόνι της ερχόταν κιόλας. Και τι καλά που η νύφη της ήταν και χειραφετημένη και μορφωμένη και μοντέρνα και εργαζόμενη! Αυτή θα το μεγάλωνε το μικρό. Και νά πάλι τραγουδάκια, νά βολτίτσες στη γειτονιά με το καρότσι, νά χαμόγελα οι γειτόνισσες, κι ας σχολίαζαν τώρα για τον βιαστικό γάμο.
Της άρπαξε από τα χέρια τα προσκλητήρια που κρατούσε.
-Αυτά θα τα μοιράσω εγώ. Τα τελευταία δεν είναι;
Διάβασε δυνατά τα ονόματα που ήταν γραμμένα στους φακέλους. Στραβομουτσούνιασε.
Τι τους θέλουμε όλους αυτούς; Ά ναι, ξέρω. Μην τυχόν και μας παρεξηγήσουν. Και θα πρέπει δηλαδή να σταθώ με τις ώρες στην εκκλησία, να περάσει όλο αυτό το τσούρμο από μπροστά μου ... Μα γιατί δεν μπορούμε να είμαστε ειλικρινείς; Να καλέσουμε αυτούς που πραγματικά θέλουμε να έρθουν στον γάμο, να ξέρουν κι αυτοί ότι τους εκτιμούμε ξεχωριστά, να έχει σιωπή στην εκκλησία, να πούμε ότι γίνεται γάμος βρε αδελφέ. Ενώ έτσι ...
Σταμάτησε σε έναν από τους φακέλους. Τον ξεχώρισε και τον άφησε μαλακά πάνω στο τραπέζι:
-Αυτόν να τον δώσεις εσύ.
Βγήκε αλλά ξαναγύρισε αμέσως.
-Και πες του Άγγελου ότι τον θέλω δίπλα μου στον γάμο. Και ας μην δέχτηκε να είναι ο κουμπάρος.
Πήγε να φύγει. Κοντοστάθηκε και πάλι.
-Πες του ότι θα περάσω το βράδυ να τον δω.
Αυτή λοιπόν έπρεπε να το πάει ... Και βέβαια αυτή. Γιατί να πικραίνεται το αγόρι της τις παραμονές του γάμου του; Αρκετά στάθηκε του Άγγελου τόσα χρόνια.

Πολύκλειτος Ρέγκος, Τα Παιδιά της Γειτονιάς μου, 1927

Η αλήθεια είναι ότι πολλές φορές είχε αισθανθεί άσχημα για όλες εκείνες τις φορές που έρριξε τον γιο της για χάρη του Άγγελου, για όλες εκείνες τις στιγμές που στέρησε τη διασκέδαση από τον γιο της, που τον κοιτούσε παρακλητικά στα μάτια, όταν του έλεγε: "Άντε αγόρι μου. Πέρνα και λίγο από του Άγγελου". Κι εκείνος να την ακούει. Και ας τον έβλεπε κάποιες φορές να πνίγεται που δεν ήταν με τη μεγάλη παρέα, να πάνε στο ρέμα, να γίνουν καπετάνιοι στις χάρτινες βάρκες τους, να μαλώσουν και να κυλιστούν στις λάσπες, αυτά τα μικρά αντράκια. Κι αργότερα, όταν μεγάλωσε, να θέλει να βγει, να πάει σε καμιά ταβερνίτσα, να ρίξει τις γυροβολιές του για να δειχτεί στις κοπέλες, και τελικά να παίρνει τις ερημιές με τον Άγγελο, γιατί αυτός δεν τα κατάφερνε με τις παρέες, γιατί δενόταν η γλώσσα του και καθόταν εκεί βουβό πρόσωπο να πλακώνει τους άλλους με τη σιωπή του. Αυτή έφταιγε που το παλικάρι της αισθανόταν τύψεις, γιατί δινόταν ολόκληρος στο κορίτσι του και έβγαζε από το μυαλό του τον ανέραστο φίλο. Αυτή που του τον φόρτωσε. Και όταν γυρνούσε από τις εξόδους του, να τη ρωτά: "Μήπως πέρασε από 'δώ ο Άγγελος;". Μήπως τα ίδια δεν είχε περάσει και αυτή με τη Χαρά, τη μάνα του Άγγελου; Μήπως δεν της κοβόταν το γέλιο, όταν έπεφτε επάνω της υποτιμητικό το βλέμμα της αλληνής;
Σήκωσε τους ώμους της. Την έπιασε μια αισιοδοξία ότι, τώρα που παντρευόταν ο Τάσος της, ο Άγγελος τελικά θα τα κατάφερνε να δραπετεύσει από εκεί που τον είχαν κλείσει. Ήταν μια ευκαιρία για τον γιο της Χαράς να σταθεί μόνος του, χωρίς τη βοήθεια του δικού της γιου. Να κάνει τις δικές του παρέες, να βρει κανένα κορίτσι κι αυτός. Ίσως να του έκαμνε κακό κιόλας που είχε τον Τάσο για πατιρίτσα. Ο γάμος του Τάσου της θα του στερούσε το δεκανίκι του και τελικά θα αναγκαζόταν να περπατήσει μόνος. Τι στην ευχή! Δεν θα τα κατάφερνε;
Αμάν, το προσκλητήριο.! Παραλίγο θα το ξεχνούσε έτσι που βυθίστηκε στις σκέψεις της και στη δουλειά που έπιασε να κάνει. Πέταξε την ποδιά από τη μέση της και βγήκε.

Μιχάλης Οικονόμου, Κόκκινη Τέντα, 1927-1928

Δέκα λεπτά έκανε, για να περπατήσει τα εκατό μέτρα που χώριζαν το σπίτι της από το σπίτι της Χαράς. Κάθε λίγο και λιγάκι στεκόταν και κοιτούσε τον άσπρο μακρόστενο φάκελο που κρατούσε στα χέρια της. Η αισιοδοξία της χανόταν. "Πώς το πάνε αυτό το πράγμα τώρα;" Θύμωσε που, έστω και για λίγο, αισθάνθηκε τύψεις για τον γάμο του γιού της και για τη δυστυχία του άλλου του παλικαριού. Σαν να έφταιγε αυτή για την κλεισούρα του. Σαν να μπορούσε να κάνει κάτι για τον Άγγελο και δεν το έκανε, από φόβο μην πάθει κάτι η άλλη μάνα από μοναξιά.

Paul Klee, Explosion de peur III, 1939

Ακόμη φοβόταν γι' αυτήν. Ή μάλλον τη φοβόταν. Θύμωσε. Και ποια ήταν στο κάτω κάτω αυτή; Να της δώσει μια ανάποδη, αυτό της χρειαζόταν, μπας και συνέλθει. Να το φχαριστηθεί κι αυτή, να τη βάλει επιτέλους κάτω, να την πατήσει στο στήθος και να της κάνει την ερώτηση που δεν την έκανε ποτέ; "Λέγε τώρα. Ποιο είναι το πρόβλημά σου να το καταλάβω κι εγώ τέλος πάντων, που μας έχεις στήσει όλους στον τοίχο και μας κρίνεις συνεχώς;".
Όνειρα καλοκαιρινής νύχτας. Ούτε χαστούκι, ούτε ερώτηση, ούτε τίποτε. Πριν καλά συναντηθούν πρόσωπο με πρόσωπο, αισθανόταν να τη νικάει η υπεροψία των θλιμμένων ματιών της άλλης. Η Χαρά! Μάλιστα. Η κυρία Χαρά την έπαιζε κατά πώς ήθελε. Ακόμη. Από τότε. Κι αυτή, τόσο χρονών γυναίκα, να κάθεται να πληγώνεται από τα λόγια της: "εσύ βολεύτηκες στο νοικοκυριό σου, συνήθισες τα πράγματα". Και της το έλεγε σαν να ήταν το μεγαλύτερο αμάρτημα που απολάμβανε όλα αυτά τα μικρά πράγματα που γέμιζαν τη μέρα της και δεν έμεινε να θρηνεί για τα όνειρα που έκαναν παιδιά και δεν πραγματοποιήθηκαν ποτέ για καμιά τους. Αλλά και ποια όνειρα μωρέ; Ποια όνειρα; Το αίμα ανέβαινε στο κεφάλι της. Άρχισε να ξεφυσά. Κοριτσίστικες φαντασιώσεις που τις έφτιαχναν στις βόλτες τους και στα διαλείμματα, ανάμεσα στα μαθήματα της Φυσικής και των Αρχαίων, ανάμεσα στην αγωνία για τον κατάλογο και τη βαθμολογία και το γελάκι για το βλέμμα που έρριξε, ή που νόμιζαν ότι έρριξε κάποιο αγόρι. Ένα από αυτά τα βλέμματα που ρίχνουν όλα, και όποιο πιάσει, σε όποιαν πιάσει, αρκεί κάτι να γίνει. Γιατί στ' αλήθεια θα έπρεπε να αισθάνεται ένοχα που απαλλάχτηκε από όνειρα και φαντασιώσεις; Ίσα ίσα που χαιρόταν που δεν χρειάστηκε ούτε για μια στιγμή να γλυστρήσει προς τα εκεί και να κρυφτεί εκεί. Που ούτε για μια φορά δεν είπε: "Τι ωραία που ήταν τότε. Ενώ τώρα ...". Και γιατί δηλαδή θα έπρεπε να αισθάνεται άσχημα που ένιωθε βασίλισσα στο σπίτι της και όχι διωγμένη από κάποιον γυάλινο πύργο; Κι ωστόσο, η Χαρά την έκαμνε να αισθάνεται άσχημα. Σαν να ήταν εκείνη η κυρά κι αυτή η υπηρέτρια, εκείνη η ανώτερη κι αυτή η ταπεινή που θα έπρεπε μάλιστα να είναι ευχαριστημένη που η κυρά την καταδεχόταν. Γι' αυτό και τον καταλάβαινε τον Άγγελο. Γι' αυτό και τον συμπονούσε. Εδώ αυτή και δεν κατάφερε να της ρίξει μια μούντζα, να τη γράψει στα παλιά της τα παπούτσια και να μην κατεβάζει το κεφάλι κάθε φορά που τη συναντούσε, σαν να είχε προδώσει τα ιδανικά του κόσμου. Σαν από την προδοσία της να πήγαιναν κατά διαόλου όλοι και όλα. Αλλά πάλι, τη φόβιζε το θλιμμένο ύφος της άλλης μάνας. Σαν να ήταν να πάθει το μεγαλύτερο κακό και να ήταν αυτή, η Στέλα, που της το έκανε. "Βρε μπας και την καλόμαθα τόσα χρόνια; Μπας και της τρέφω τον εγωισμό;", αναρωτήθηκε. "Μπας και πρέπει να της πω κατάμουτρα να μην παριστάνει την οσία Μαρία;".
Φταίει, ξεφταίει, το άφησε για την άλλη φορά να αναμετρηθεί μαζί της. Τώρα παντρευόταν ο γιος της και δεν της χαλάλιζε ούτε μία από τις στιγμές της προετοιμασίας. Μετά τον γάμο θα την τακτοποιούσε και θα ελευθέρωνε και τον Άγγελο. Μπορεί και να τον έπαιρνε και στο σπίτι της.
Έστριψε τη φούστα της στο πλάι, ώστε το φερμουάρ να μην είναι ακριβώς στη μέση, και τσαλάκωσε την μπλούζα της ζαρώνοντας κομμάτια από το ύφασμα στη χούφτα της. Ανακάτεψε τα μαλλιά της και πάτησε το πίσω μέρος των παπουτσιών μετατρέποντάς τα σε παντόφλες. Η περιποιημένη γυναίκα του προηγούμενου πεντάλεπτου μετατράπηκε σε νοικοκυρά που επέτρεπε στον εαυτό της να κυκλοφορεί στη γειτονιά όπως μπροστά στον σύζυγο μετά από πολύχρονη συμβίωση. Και ποιος μπορεί να την παρεξηγήσει; Μήπως οι άλλες κυκλοφορούσαν σε καλύτερη κατάσταση; Μήπως τολμούσαν και να κυκλοφορήσουν αλλιώς; Γιατί, όταν το τολμούσαν, νά αμέσως τα σχόλια για τη σκοπιμότητα της επιμελημένης εμφάνισης. Και νά τα κολπάκια για να αποφύγουν οι κοπελίτσες τις γεμάτο υπονοούμενα χαιρετούρες από τις γειτόνισσες: "Σαν καλοντυμένη μου φαίνεσαι, κούκλα μου. Για πού με το καλό;". Και νά τα κραγιόν να βγαίνουν από μικρά τσαντάκια στη γωνία του δρόμου, μπροστά στον καθρεφτάκο του μπακάλη με τη διαφήμιση για τα σαλάμια, και να σβήσουμε τα τελευταία απομεινάρια του χρώματος με την ανάποδη του χεριού μας, όταν επιστρέφουμε, μήπως και μας δει με βαμμένα χείλη κι αρχίζει να βγάζει ιστορίες. Έ καλά, δίκιο είχε εδώ η Χαρά να δυσανασχετεί που η κάθε γειτόνισσα είχε και από ένα φάκελο για την άλλη και σημείωνε τις ώρες που έμπαινε και έβγαινε, με ποιον μίλησε, πόση ώρα, πότε, πόσες φορές. Αλλά πάλι, μήπως δεν τρέχουν όλες, όταν κάποια χρειαστεί κάτι; Ά, το σωστό σωστό.

Θεόφιλος Κατσιπάνος, Χωρίς τίτλο, 1998

Το σωστό σωστό, αλλά άρχισε να καταλαβαίνει ότι άφηνε το μυαλό της να τρέχει πέρα δώθε, μπας και συμβεί κάτι και δεν χρειαστεί να πάει. "Πώς θα μπω εκεί μέσα;". Ρούφηξε τον αέρα να γεμίσει οξυγόνο το κορμί της, για να έχει απόθεμα καθαρού αέρα και να αντέξει τη μυρωδιά της μούχλας. Χτύπησε την πόρτα με το μπρούτζινο χεράκι.

******

-Δεν ακούς τίποτε εσύ; Δεν ακούς το κουδούνι που χτυπάει; Εγώ πρέπει να τα κάνω όλα;

Εδουάρδος Σακαγιάν, Μαύρο τραπέζι, 1994

Σε ποιον το είπε; Στον πατέρα; Στον γιο; Το ίδιο ανύπαρκτοι ήταν και οι δυο. Πώς και δεν απαλλάχτηκε από τον πατέρα, όταν ήταν ακόμη καιρός; Τότε που απέκτησε τον γιο της, τον Άγγελο, και είχε πια ό,τι ήθελε από έναν άνδρα. Αν είχε τότε το κουράγιο, τώρα θα είχε έναν Άγγελο δίπλα της όπως είχε θελήσει να τον φτιάξει αυτή. Σωστό άνδρα. Να σφίγγει την πέτρα και να βγάζει ζουμί, χωρίς το πρόσωπό του να αλλοιώνεται και να ασκημίζει από την προσπάθεια. Να κοιτάζει τον άλλον και να τον λυγίζει με τη δύναμη της θέλησης των ματιών του και, αν χρειαζόταν, με τη δύναμη των χεριών του. Όχι νερόβραστο δείγμα άνδρα που τον λυπάσαι ακόμη και για να τον αφήσεις. Τώρα πια ήταν αργά. Τώρα τον χρειαζόταν τον άνδρα της, για να τον διατάζει και να τον κατηγορεί για την κατάντια του Άγγελου, για τη δειλία του Άγγελου, για τη μετριότητα του Άγγελου. Αυτή ..., αυτή δεν έφταιγε σε τίποτε.
Προχώρησε η ίδια προς την πόρτα. Έκανε να την ανοίξει αλλά η πόρτα βρήκε κάτω. Τσατίστηκε. Τίποτε πια δεν λειτουργούσε εκεί μέσα. Οι βρύσες έσταζαν, οι τοίχοι της κρεβατοκάμαρας ήταν όλοι νωτισμένοι από την υγρασία και το καδράκι με την "Καλημέρα" που το είχε από τον γάμο της είχε σκεβρώσει. Όμως δεν θα άφηνε κανένα να φτιάξει τίποτε εκεί μέσα. Τι νομίζουν; Ότι θα την ξεγελάσουν με τις ψευτοεπισκευές τους, για να μείνει για πάντα σ' αυτήν την τρώγλη;
Σήκωσε με όλη τη δύναμή της την πόρτα προς τα πάνω. Ύστερα την έσυρε προς το μέρος της, για ν' ανοίξει.
Η δυσαρέσκεια απλώθηκε στο πρόσωπό της. Το "καλώς την" που βγήκε μέσα από τα δόντια της δεν ταίριαζε με την έκφραση του προσώπου της, γι' αυτό και ακούστηκε ειρωνικό.
-Καλώς την κυρα-Στέλα. Πώς αυτό; Πώς και μας θυμήθηκες;
Ούτε που τραβήχτηκε για να της κάνει τόπο να περάσει. Σαν να της έλεγε: "Πες ό,τι είναι να πεις και άντε στον δρόμο σου".
-Τι θα γίνει; Θα μ' αφήσεις πολύ ώρα στην πόρτα;
Η οικοδέσποινα υποχώρησε ελάφρά. Η λίγο γεμάτη γυναίκα χρειάστηκε να ρουφήξει την κοιλιά της για να περάσει.
-Αμάν, να χαρείς. Ένα ποτήρι νερό ... Κάνε μου κι ένα καφεδάκι να συνέλθω λίγο. Δεν κάνεις και για σένα να σου πω το φλυτζάνι;
Η Χαρά εξαφανίστηκε στην κουζίνα της. Η Στέλα στράφηκε στον άντρα που καθόταν στην πιο σκοτεινή γωνιά του δωματίου. Κι έτσι που φορούσε σκούρα ρούχα, μόλις και μετά βίας μπόρεσε να τον διακρίνει.
-Τι νέα, Αντρέα;
Αφορμή φαίνεται ότι ζητούσε ο άντρας, για να μονολογήσει περισσότερο παρά για να συζητήσει.

Vincent Van Gogh, Les Souliers, Shoes, 1886

-Πάλι καθάρισμα θέλουν τα παπούτσια μου. Λερώθηκαν στην κρεαταγορά. Τη σιχαίνομαι αλλά και τι να κάνω. Στον χασάπη όλα είναι ακριβά. Λέρωσα και το παντελόνι μου. Δες πιτσιλιές. Δες εδώ. Θαρρείς και το κάνουν επίτηδες οι οδηγοί. Θαρρείς και αυτοί δεν είναι ποτέ πεζοί. Αν τον προλάβαινα τον νεαρό, θα τον έκαμνα και 'γω δεν ξέρω τι ... Πέρασε με ταχύτητα ξυστά από το πεζοδρόμιο, εκεί που μαζεύονται τα νερά από τις βροχές και τα πλυσίματα, και σήκωσε συντριβάνι με τις ρόδες του. Μούσκεμα έγινα. Θα φύγουν, λες, οι λεκέδες; Είναι και που τα νερά ανακατεύονται με το αίμα των ζώων.
Θύμωσε.
-Δεν καταλαβαίνω γιατί τις Δευτέρες που ξεφορτώνουν τα κρέατα της εβδομάδας στην αγορά δεν ρίχνουν μπόλικο νερό να καθαρίσουν τους δρόμους. Να φεύγει κι εκείνη η αφόρητη μυρωδιά. Δεν ξέρω πότε είναι χειρότερη. Μπορεί το καλοκαίρι με τον ήλιο.
Στάθηκε λίγο.

Chaim Soutine, Side of Beef, 1925

-Μπορεί και τον χειμώνα με τα νερά. Μα καλά, δεν σιχαίνονται. Τα κουβαλάν στους ώμους τους τα ψοφίμια. Βάζουν πάνω από την μπλούζα τους ένα πανί, σαν τσουβάλι μου φάνηκε, κι όταν τελειώνουν, το βγάζουν, κι αυτό είναι. Σαν να μην τους ενοχλούν οι πιτσιλιές και η μυρωδιά πάνω τους. Κι εκεί που τα κουβαλάν, εκεί τους βλέπεις να σταματούν, για να φαν τα σουβλάκια τους από τους πλανόδιους της Δευτέρας με τα λερωμένα, τα κόκκινα χέρια τους. Και κοκκινίζουν και τα πρόσωπά τους από τις φωτιές που ανάβουν τον χειμώνα σε βαρέλια. Φαντάσου και να ήμουν σφάχτης. Να παίρνω κάθε μέρα αυτό το κόκκινο λουτρό ... Και τι χαζομάρα μου! Καθόμουν κι έβλεπα όλο αυτό το πήγαιν' έλα και τα κόκκινα πρόσωπα γύρω από τα βαρέλια με τις φωτιές, να λερώνομαι και ν' αηδιάζω και να είναι Δευτέρα. Και τις Δευτέρες τα λεωφορεία δεν περνούν από την Ερμού -άλλον δρόμο παίρνουν. Ξύλιασα περιμένοντας.
Επιτέλους, της έφερε η άλλη τον καφέ, ν' απαλλαχτεί από τον μονολόγο του ανθρωπάκου.
-Μα καλά, μόνη μου θα τον πιω; Γιατί δεν έκανες και για σένα; Δεν σου είπα ότι θα σου πω το φλιτζάνι; Σήμερα έχω ρέντα.
Τσατίστηκε η άλλη -και πότε δηλαδή δεν ήταν τσατισμένη με κάτι;
-Ναι, ξέρω. "Έχεις ένα δρόμο. Δαχτυλίδια βλέπω κάτω κάτω, να ξέρεις κάτι ευχάριστο θα σου συμβεί. Έ, έχεις και μια στεναχώρια, αλλά φεύγει". Ασ' τα, Στέλα. Τα έχω μάθει πια καλά. Βαρέθηκα τις αισιοδοξίες του φλιτζανιού σου. Μπούχτησα από δαύτα. Και στο κάτω κάτω είναι αργά για οτιδήποτε καινούριο.
Τη λυπήθηκε.
-Δεν συνήθισες, Χαρά.
-Αν είναι να συνηθίσω σαν εσάς, να μου λείπει. Εσύ συνήθισες.
Διόρθωσε τον αριθμό.
-Εσείς συνηθίσατε.
Μάλιστα. Τους έβαλε όλους σ' έναν τορβά, κι έμεινε αυτή να φυλάει άδειες σπηλιές, να βγάζει τις σκιές στο φως και να κουβαλάει αγγέλους με πολύχρωμα φτερά. Πάλι καλά που δεν απαιτούσε από τους υποτακτικούς να περνούν κάθε μέρα από μπροστά της και να υποβάλλουν ταπεινά τα σέβη τους. Η γυναίκα που μπήκε στο σπίτι της Χαράς τσαλακωμένη και ξεμαλλιασμένη άρχισε να θυμώνει. Χωρίς καλά καλά να καταλαβαίνει τι έκαμνε, έβαλε τα δάκτυλα μέσα στα μαλλιά της και τα χτένισε προς τα πίσω. Μια φορά, δυο φορές, πολλές φορές, μέχρι που τα αισθάνθηκε χτενισμένα. Σταύρωσε τα πόδια της χαμηλά και τα έχωσε όσο μπορούσε κάτω από την καρέκλα που καθόταν, για να μην τη δουν, καθώς ξανακέκαμνε τα παπούτσια της παπούτσια από παντόφλες που τα είχε καταντήσει στον δρόμο. Ντρεπόταν που είχε καταδεχτεί να ρίξει τον εαυτό της, μην τυχόν και κάνει την άλλη να αισθανθεί άσχημα.
-Χαρά ...
Η θύελλα πάλι.
-Πάψε να με λες έτσι. Χαρά, Χαρά, Χαρά. ... Αυτό το σιχαμερό όνομα που το κουβαλάω μέσα μου. Ήμουν θλιμμένη και δεν τολμούσα να το δείξω. "Εσύ Χαρά θλιμμένη;". Κι έκρυβα τις λύπες μου. Και ήμουν πάντα χαρούμενη.
Έ πια, δεν υποφέρεται αυτή η γυναίκα. Της ανταπέδωσε την οργή της με μια φωνή ψυχρή σαν μέταλλο.
-Κι εσύ το ίδιο έκανες με τον Άγγελό σου. Κάτι περίμενες να κάνει για το όνομα που κουβαλούσε. Πάντα έδινες σε κάθε λέξη κάτι να κουβαλάει.
Τι της συνέβαινε; Της αντιμιλούσε. Επιτέλους, ελευθερωνόταν απ' αυτήν τη γυναίκα, ενηλικιωνόταν. Η μυρωδιά του ακριβού αρώματος που έβγαινε από το κορμί της άλλης της φάνηκε γελοία. Τι ηλίθια! Άφηνε το σπίτι της στις φυσικές του φθορές, γιατί δεν καταδεχόταν να φτιάξει αυτό το χαμηλό σπίτι, αυτή που θα μετακόμιζε οπωσδήποτε σε μεγάλο και ψηλό σπίτι, με κουφώματα και γύψινα και όχι φτηνές μεταλλικές και πλαστικές κορνίζες να κρέμονται από εκεί οι κουρτίνες. Και τότε θα τις σιδερώσει, τότε θα πλύνει τα σεμεδάκια, θα φτιάχνει τα υδραυλικά, όταν χαλούν, για να μη νωτίζουν οι τοίχοι, ενώ τώρα, ας νωτίζει ο τοίχος -τι τη νοιάζει αυτήν; -αυτή θα φύγει.

Εδουάρδος Σακαγιάν, Όραμα, 1984-85

Πόσα χρόνια λέει ότι θα φύγει; Δεκαπέντε; Δεκαοκτώ; Και έχει σύρει στη φυγή και τους άλλους δυο και δεν τους αφήνει να φτιάξουν τίποτε εκεί πέρα. Πώς της το είχε πει το άρωμά της να δεις, τροσάρ, τρουσάρ, κάπως έτσι. Και μήπως έχει και καμιά σημασία; Ο σεβασμός που αισθανόταν γι' αυτήν, για τη λαχτάρα της να κάνει ανώτερα πράγματα και για την αγωνία της που δεν μπορούσε να κάνει παρά μόνο τα ασήμαντα, μετατρεπόταν σε αίσθηση γελοιότητας. Μα δεν είναι γελοίο να νομίζει ότι μετατρέπεται σε κυρία, επειδή φορούσε ένα άρωμα, ενώ άφηνε τον ποδόγυρό της ξηλωμένο; Ά, αυτόν θα έπρεπε να τον ράψει η μοδίστρα, την οποία όμως δεν είχε να πληρώσει. Και πού να καταδεχτεί αυτή που έταξε στον εαυτό της για άλλα, και είχε δώσει και στους άλλους από κάποιο ρόλο στο έργο της, να μάθει να ράβει λίγο, να μπαλώνει τις τρύπες και να μην τις αφήνει να μεγαλώνουν; Ουφ, απαλλασσόταν από το υποτιμητικό της βλέμμα, όταν της έλεγε ότι εκείνη έχει συμβιβαστεί; Επειδή το είχε πάρει απόφαση ότι δεν είχε παντρευτεί τον Οθέλλο αλλά τον Αντώνη; Ο Αντώνης δεν της χάρισε την οργή του πάθους του, αλλά ήταν πάντα εκεί να τη βοηθά να κατεβεί από τη μικρή σκαλίτσα, όπου είχε ανεβεί, για να κρεμάσει τις κουρτίνες. Και γιατί δηλαδή θα έπρεπε να αισθάνεται άσχημα και ξεπεσμένη, όταν κάποια βράδια καθόταν με τις γειτόνισσες και μιλούσαν για το καινούριο φαγητό που έφτιαξε -άκου φαγητό, δημιούργημα ήταν- και άκουγε τις άλλες για την καινούρια συνταγή που διάβασαν στο Ρομάντζο και είχε κάτι περίεργα υλικά και πού θα τα βρούμε, για να το φτιάξουμε -έ δεν μαζευόμαστε αύριο στο σπίτι μου να δοκιμάσουμε μαζί; Κι εκείνη την ώρα να περνά εκείνη και να πηγαίνει, λέει, στο θέατρο να δει Ίψεν. Και δεν καταδεχόταν τα φαγητά και τα πλεξίματα και τις γυναικουλίστικες κουβέντες τους. Κτίστηκε στα βιβλία της κι έκτισε και τον Άγγελο εκεί. Κι έχασε την επαφή με μικροδημιουργίες, με μικροφτιασίδια, και εγκλωβίστηκε σε πάθη, σε ψυχές που βασανίζονται από επιθυμίες και άνομα όνειρα και δεν μπορούν να βγουν προς τα έξω και στέκονται ακίνητες και σιωπηλές σαν αγάλματα. Γιατί δηλαδή θα πρέπει να αισθάνεται άσχημα αυτή που έμαθε στον Τάσο της να χορεύει και τα δημοτικά και τα λαϊκά και τον έστειλε στον μπαρμπα-Φώτη -τι γλεντζές Χριστέ μου!- να του μάθει τα μυστικά του ζεϊμπέκικου; Ήταν πια αδιάφορη για τη μικρή ρομαντική κοπελίτσα που είχε μετατραπεί σε άκαμπτη μέγαιρα και πρόσβαλε τους άλλους και τους κατηγορούσε που εκείνη δεν έγινε αυτό που της άξιζε, που δεν άλλαξε τον κόσμο κατά πώς το είχε λογαριάσει.
-Ας είναι Χαρά. Δεν ήρθα για να μαλώσουμε. Χρόνια πολλά στον Άγγελο.
-Μπα, πάλι το θυμήθηκες; Κάθε χρόνο το θυμάσαι. Εγώ το ξέχασα.
Το ξέχασε!
-Μην ξεχνάς ότι τα παιδιά μας έχουν μόλις μια βδομάδα διαφορά. Σαν σήμερα εσύ. Ακριβώς την ίδια μέρα, μια βδομάδα μετά, εγώ. Σου έφερα και το προσκλητήριο για τον γάμο του.
-Ναι, το έμαθα. Παντρεύεται. Πολύ μικρός είναι.
-Εικοσιοκτώ χρονών είναι τα παιδιά μας, Χαρά. Καιρός είναι να φύγει και το δικό σου παιδί από το σπίτι.
-Δεν είσαι καλά. Δεν φτάνει που κατάφερα να τον γλιτώσω από τον γιο σου και τις αλητείες του, έχω και σένα.

Εδουάρδος Σακαγιάν, Βόλτα νυχτερινή, 2002-2003

-Ποιες αλητείες, Χαρά; Τις βόλτες που έκαμνε; Τα φλερτ που είχε; Άσε τον Άγγελο ελεύθερο. Άφησέ τον ν' αναπνεύσει.
Η άλλη την πλησίασε και την έπιασε από τους ώμους. Η ανάσα της πήγε κατευθείαν στη μύτη της Στέλας και την μπούκωσε.
-Άσε τον Άγγελο κατά μέρος και δες τι θα κάνει ο κανακάρης σου στην κοπέλα του μετά τον γάμο, όταν θα μείνουν οι δυο τους.

Paul Klee, Captif, 1940

Τρόμαξε. Αν μπορούσε ν' αρπάξει τον Άγγελο και να τον βγάλει έξω, να πάψει να μολύνεται το παλικάρι από τον αέρα του σφαγείου που η Χαρά είχε στήσει εκεί μέσα. Να της φύγει, να μην έχει πια κανένα να ευνουχίζει.
Να φύγει. Να βγει έξω. Σηκώθηκε από την καρέκλα.
-Μεθαύριο είναι ο γάμος. Θα σας περιμένουμε.
Ούτε ένα ευχαριστώ για την πρόσκληση. Μόνο ένα "θα προσπαθήσουμε". Την κοίταξε ίσια στα μάτια:
-Κάνε όπως καταλαβαίνεις, Χαρά.
Και κράτησε για λίγο το βλέμμα της επάνω στην άλλη.
Κατάλαβε εκείνη και χαμήλωσε τα μάτια. Το κατάλαβε ότι έχανε τον τελευταίο υποτακτικό της. Τώρα θα ήταν τελείως μόνη. Κανένας πια να ακούει τα μουρμουρητά της για τα παλιά όνειρα και τις παλιές πληγές. Αλήθεια, τόσο παλιές που και η ίδια δυσκολευόταν να τις θυμηθεί.
Παραλίγο να λύγιζε η Στέλα. Παραλίγο να την έπαιρνε στην αγκαλιά της και να της έλεγε: "Έλα βρε κουτό". Ήταν όμως μεγάλες γυναίκες πια. Αρκετά είχαν σταθεί εκεί πίσω, στη νιότη που δεν τις βγήκε κατά πώς την ήθελαν. Και τι θα πρέπει να κάνουν δηλαδή; Να ξενυχτούν τον νεκρό και να μην τον θάβουν;

Χρόνης Μπότσογλου, Μια προσωπική Νέκυια

Βγήκε έξω και ανάσανε βαθιά. Ν' αλλάξει τον χαλασμένο αέρα με τον καθαρό. Να διώξει τις μουχλιασμένες εικόνες με τις δικές της τις ζωντανές. Απομακρύνθηκε βιαστικά. Στη γωνιά του δρόμου, προτού στρίψει αριστερά και χάσει το χαμηλό και απεριποίητο σπίτι, γύρισε. Κάποιος την κάρφωνε με τα μάτια του. Ο Άγγελος. "Φεύγεις". Αυτό της έλεγε; Της ήρθε να φωνάξει. "Βοήθεια, γειτόνοι. Τρέξτε. Θάβουν ένα παιδί. Θάβεται ένα παιδί". Να τρέξουν όλοι, να βγάλουν το παλικάρι, να το σώσουν από τα νύχια της ύαινας, να θαφτεί εκείνη εκεί μέσα, μόνη της. Ή να τη σκοτώσουν, να γλιτώσει ο Άγγελος μια και καλή. Γιατί της φάνηκε ότι ο Άγγελος έβαζε τούβλα μπροστά στο παράθυρο και το έκλεινε και σε λίγο θα έβαζε και το τελευταίο και δεν θα φαίνονταν ούτε τα μάτια του. Πώς να φωνάξει όμως; Και τι να πει; Και πώς να δείξει τα τούβλα που μόνο αυτή τα έβλεπε; Και πώς -θα της πουν- θ' ανακατευτούμε σε ξένες υποθέσεις; Τουλάχιστον να ζητούσε συγνώμη από τον Άγγελο που εξακολουθούσε να την κοιτά. Αλήθεια, του είχε πει κανείς ποτέ ότι ήταν όμορφο παλικάρι; Ότι τα κορίτσια περίμεναν σε ποια θα ρίξει τα μάτια του; Κι όσο αυτός δεν τα έρριχνε σε καμιά, φαντάζονταν ιστορίες με άλλες γυναίκες από άλλες γειτονιές και τις ζήλευαν αυτές τις άλλες γυναίκες που έπαιρναν το παλικάρι που δικαιωματικά ανήκε στη γειτονιά τους; Τουλάχιστον να ήταν πιο νέα, θα τον πλησίαζε εκείνη τον Άγγελο, κι ας τον αισθανόταν λιγάκι σαν γιο της, θα περιποιόταν πάλι τον εαυτό της, θα υπήρχε και πάλι για τον εαυτό της, και όχι για τον Αντώνη, τον Τάσο, το εγγόνι που ερχόταν. Έτσι, μια τελευταία αναλαμπή για κείνη, ένα καλό ψυχικό για τον Άγγελο. Μια αγαθοεργία, για να εξασφαλίσει τον παράδεισο.

Erna Rosenstein, Burning of the Witch, 1966

Κωσταλέξι είναι ένα μικρό χωριό κάπου στην Ελλάδα. Πριν από χρόνια μια είδηση από εκεί συντάραξε όλη τη χώρα. Μια διανοητικά καθυστερημένη γυναίκα βρέθηκε κλεισμένη στο υπόγειο του σπιτιού, όπου έμεναν τα αδέλφια της, δυο άνδρες και μια γυναίκα. Όλοι στο χωριό γνώριζαν τον εγκλεισμό της αλλά κανένας δεν μιλούσε. 

Δήμητρα Μήττα

Από τη σειρά διηγημάτων Γραμματοσειρές και Φωτογράμματα. Θεσσαλονίκη: University Studio Press, 1997.