Johannes Sykutris (1901
- 1937) war ein griechischer klassischer Philologe. Sykutris wurde in Smyrna
geboren, als die Stadt noch mehrheitlich griechisch bevölkert war. Er besuchte
die dortige Evangelische Schule und konnte dank seiner überdurchschnittlichen
Leistungen mit der Unterstützung des Erzepiskopats von Smyrna 1919 ein Studium
an der Universität Athen aufnehmen. Nach der Eroberung Smyrnas im Griechisch-Türkischen
Krieg unterbrach Sykutris sein Studium und ging als Hilfslehrer nach Zypern.
Nach Kriegsende schloss er von 1924 bis 1925 seine Studien in Athen ab und
begab sich auf eine mehrjährige Reise nach Deutschland, wo er seine Studien
vertiefte: Zunächst ein Jahr in Leipzig, dann drei Jahre in Berlin, das letzte
Jahr unterstützt durch ein Stipendium der Alexander-von-Humboldt-Stiftung. In
Berlin kam er Ulrich von Wilamowitz-Moellendorff, Wilhelm Schubart und Paul
Maas nahe. Nach seiner Rückkehr nach Griechenland unterrichtete Sykutris ein
Jahr lang am Arsakeion in Athen und arbeitete als Bibliothekar der Akademie von
Athen, ehe ihn die Universität zum Dozenten ernannte. Einem Ruf der Deutschen
Universität Prag (1933) konnte er nicht folgen. In den darauffolgenden Jahren
erfuhr er viel Kritik wegen seiner Veröffentlichungen über das platonische
Symposion und die antike griechische Päderastie. Im Jahr 1937 nahm er sich vor
Semesterbeginn in Korinth das Leben. In Griechenland ist Sykutris besonders als
Übersetzer der Poetik des Aristoteles
und des Symposion von Platon bekannt.
In Deutschland begründet sich seine Bedeutung auf seinen zahlreichen
Veröffentlichungen der späten 20er und frühen 30er Jahre. Er befasste sich mit
der Deutung und Emendation antiker Briefliteratur; besonders seine Forschungen
über das Alter und die Autorenschaft der Sokratikerbriefe waren bahnbrechend. Die
Akademie von Athen hat die Ioannis-Sykoutris-Bibliothek nach ihm benannt.
Στα
μέσα Σεπτεμβρίου του 1937 έκανε μια εθελούσια πτήση από τον βράχο του
Ακροκόρινθου ο Ιωάννης Συκουτρής, ένας νεότατος και ιδιοφυής κλασικός
φιλόλογος, θύμα του φθόνου, της μιζέριας και της υποκριτικής κοινωνίας της Ελλάδας,
την εποχή που ο σπιθαμιαίος δικτάτορας παιάνιζε τον τρίτο ελληνικό πολιτισμό,
τρομάρα του. Θα μου πείτε πώς το θυμήθηκα αυτό το αποτρόπαιο για την πνευματική
ζωή του τόπου γεγονός, σήμερα. Αλίμονο, σήμερα πιο επίκαιρο ηχεί αυτό που ο
καθηγητής και ακαδημαϊκός τότε Σωκράτης Κουγέας είχε εκφράσει αλληλέγγυος εν
ζωή με τον Συκουτρή, στον επικήδειο λόγο του. «Μικρό κανόνι εκρέπαρε και
ξαρματώθη κάστρο», στίχο από ένα μανιάτικο μοιρολόγι, ένα από κείνα που ο
Κουγέας είχε συλλέξει σε μια σπουδαία του συλλογή. Πράγματι οι μικρόψυχοι της
εποχής, συνάδελφοι εν πανεπιστημίω, δημοσιογράφοι και άλλοι επιστρατευμένοι
συκοφάντες από όλα τα κοινωνικά στρώματα ήταν ένα άθλιο κανονάκι της φωτιάς,
που όμως σώριασε έναν γίγαντα της επιστήμης.
Γεννήθηκε
στη Σμύρνη από γονείς με χιώτικη καταγωγή, βιοπαλαιστές, κι αν μπόρεσε να
μορφωθεί και να σπουδάσει, ήταν γιατί εξαρχής, κιόλας στο Δημοτικό, οι
επιδόσεις του ήταν τόσο εξαιρετικές, ώστε να μην μπορεί κανείς να τις
παραβλέψει. Τον ....στήριξαν ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος και η Ευαγγελική Σχολή,
που τον δέχτηκε υπότροφο για όλα τα μαθητικά του χρόνια. Αποφοίτησε το 1918,
αλλά το «άριστα» του πτυχίου του δεν καλύπτει ούτε τις ατέλειωτες ώρες που
πέρασε ξεκοκαλίζοντας την πλούσια βιβλιοθήκη της Σχολής, ούτε τη ρητορική του
δεινότητα, ούτε την ικανότητά του να συγγράφει στα αρχαία ελληνικά, ούτε τη
συνεργασία του στο περιοδικό Αμάλθεια, όπου μαθητής ακόμα δημοσίευε φιλολογικές
μελέτες με το ψευδώνυμο Αντιφών.
Τελειόφοιτος
ίδρυσε το φιλολογικό σύλλογο Επιστημονική Σμυρναίων Σύμβασις και ένα χρόνο
αργότερα (1918/19), υπηρετώντας δάσκαλος στο τουρκόφωνο χωριό Γκιαούρκιοϊ της
Μαγνησίας, οργάνωσε τον Εθνικόν Όμιλον, που τα μέλη του ορκίστηκαν να μη μιλούν
παρά μόνο Ελληνικά.
Antiphon of Rhamnus.
A third century AD papyrus attributed to the first book of On Truth (P.Oxy. XI 1364 fr. 1, cols. v-vii).
Η
τάση του να ιδρύει άτυπους «συνδέσμους» επαληθεύτηκε και στη Φιλοσοφική Σχολή
του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου φοίτησε από το 1919 ως το 1922. Γρήγορα
συγκέντρωσε γύρω του μια ομάδα από Σμυρνιούς, αλλά όχι μόνο Σμυρνιούς,
φιλολόγους, αλλά όχι μόνο φιλολόγους συμφοιτητές, και τους έπεισε να πάρουν
καθένας τους ένα αρχαιοελληνικό όνομα: Πύθων ήταν ο Κ.Θ. Δημαράς, Ευφορίων ο Β.
Τατάκης, Ιοφών ο Α. Καλογεράς, Μάγνης ο Ι. Τσικνόπουλος κ.λπ. Αυτή η ομάδα, που
αυτονομάστηκε Αθάνατη παρέα, συνήθιζε να κάνει μακρινές πεζοπορικές εξορμήσεις
στους αρχαιολογικούς τόπους, που τότε ήταν οι περισσότεροι άγνωστοι και δεν
τους επισκέπτονταν παρά «εγγλέζοι» περιηγητές. Στην τοπογραφική, αρχαιολογική
και γενικότερα αρχαιογνωστική ενημέρωση ο Συκουτρής πρωταγωνιστούσε, όπως
αναμφισβήτητα πρωταγωνιστούσε και στις πολλές σοβαρές συζητήσεις της παρέας.
Δεν ήταν μόνο οι απέραντες γνώσεις του, αλλά και η ευστροφία και η
επιχειρηματολογική του δεινότητα που τον καθιστούσαν ακαταμάχητο, διαλεκτικά
αντάξιο του σοφιστή Αντιφώντα του Ραμνούσιου, που ο Συκουτρής συνέχιζε να χρησιμοποιεί
το όνομά του και βέβαια η «παρέα» δεν παράλειψε στις εξορμήσεις της να
επισκεφτεί (με τα πόδια!) τον Ραμνούντα.
Κυπριακά
Χρονικά (1923-1937). Αρχικά εκδιδόταν από ομάδα και για πολλά χρόνια κατόπιν
από τον γιατρό Νεοκλή Γ. Κυριαζή. Ήταν το πρώτο και ένα από τα σημαντικότερα
επιστημονικά περιοδικά της Κύπρου.
Μεσολαβεί
η Καταστροφή, κι ο Συκουτρής, όσο κι αν ήθελε να συνεχίσει ανώτερες σπουδές,
έπρεπε μετά το θάνατο του πατέρα του να συντηρήσει την οικογένειά του.
Διορίστηκε στην Κύπρο, στο Παγκύπριο Ιεροδιδασκαλείο της Λάρνακας, όπου
υπηρέτησε ως το 1924. Απίστευτο το τι κατόρθωσε μέσα σε είκοσι μήνες. Παράλληλα
με τη διδασκαλία, που τον απασχολούσε τριάντα μία ώρες την εβδομάδα και που η επιτυχία
της του χάρισε την εκτίμηση και τη φιλία του Μητροπολίτη Κιτίου Νικόδημου, ο
νεοδιόριστος φιλόλογος ιδρύει (τι άλλο;) ένα Όμιλο νέων στη Λάρνακα, δίνει
διαλέξεις, συμμετέχει ενεργά στην ιδρυτική κίνηση του Συνδέσμου Λειτουργών
Μέσης Εκπαιδεύσεως, εκδίδει την Επιστημονική Επετηρίδα των καθηγητών κι ένα
περιοδικό δικό του, τα Κυπριακά Χρονικά, όπου δημοσιεύει πλήθος λαογραφικές,
αρχαιολογικές, παλαιογραφικές, ιστορικές κ.λπ. μελέτες σε κυπριακά θέματα. Το
υλικό τους το συγκεντρώνει πεζοπορώντας εβδομάδες ολόκληρες στα χωριά και τις
πολιτείες του νησιού.
Ο
στόχος του, όσο ήταν στην Κύπρο, έχει διατυπωθεί από τον ίδιο: σκέπτομαι, ή
μάλλον ελπίζω να μη μείνω και άλλον χρόνον, αλλ' ακριβώς δι' αυτό θέλω ν' αφήσω
καλήν ανάμνησιν και προσέτι, το σπουδαιότερον, ακριβώς δι' αυτό δεν θέλω να
φειδωλευθώ τας δυνάμεις μου εις το να δώσω μίαν ώθησιν εις την Σχολήν και τον
τόπο. (...) Πρέπει να δώσω από τα Κυπριακά Χρονικά κατεύθυνσιν εις τους εδώ
λογίους, να εξακολουθήσουν ό,τι προσεπάθησα να αρχίσω (...). Η εργασία μου εδώ
και η προσπάθειά μου είναι μάλλον να δημιουργήσω επιστημονικήν ζωήν παρά να
εργασθώ επιστημονικώς, και πιστεύω πως κάτι κατόρθωσα. Αν θα εξακολουθήσει,
άλλος λόγος. Είναι μια αρχή, και είναι η πρώτη απόπειρα.
Το
1924 επιστρέφει στην Αθήνα, όπου διορίζεται Βοηθός στο Φιλοσοφικό Σπουδαστήριο.
Το 1925 παντρεύεται τη Χαρά Πετυχάκη (που δικαίωνε και τα δυο της ονόματα) και
ξεκινά, με πανεπιστημιακή υποτροφία, να συνεχίσει τις σπουδές του στη Γερμανία.
Αρχικά φοίτησε στη Λειψία, αργότερα στο Βερολίνο, όπου μαθήτεψε στους δυο
μεγαλύτερους γερμανούς φιλολόγους του αιώνα, τον U. v. Wilamowitz-Μoellendorff
και τον W. Jaeger. Η μαθητεία του εξελίσσεται γρήγορα σε επιστημονικό θρίαμβο.
Οι εργασίες του για το Δημοσθένη, το Σπεύσιππο, τους Σωκρατικούς, την αρχαία
ελληνική και βυζαντινή Επιστολογραφία κ.λπ. εντυπωσιάζουν με την πρωτοτυπία και
την ευστοχία τους. Οι σοφοί της Δύσης συναγωνίζονται σε επαίνους για τον νεαρό
έλληνα φιλόλογο, που τους βάζει τα γυαλιά, και τα πιο έγκριτα περιοδικά
προσφέρουν τις σελίδες τους για να δημοσιευτούν άρθρα και κριτικές του.
Ξεχωριστή τιμή: ο διάσημος εκδοτικός οίκος Τeubner του εμπιστεύεται να
συνεχίσει την έκδοση του Δημοσθένη, που είχε διακοπεί με το θάνατο του Fuhr.
Όταν το 1930, μετά την επιστροφή του, η Φιλοσοφική Σχολή τον ψηφίζει ομόφωνα
Υφηγητή, ο μόλις τριαντάχρονος Συκουτρής έχει ήδη να επιδείξει μιαν
επιστημονική προσφορά, που άλλοι θα ήταν περήφανοι να την παρουσιάσουν ως έργο
ζωής και συνεχίζει.
Συμμετέχει
ολόψυχα στην ακαδημαϊκή και πνευματική ζωή της Αθήνας. Οι πανεπιστημιακές
αίθουσες πλημμυρίζουν όταν διδάσκει από φοιτητές, που στο πρόσωπό του βρήκαν
τον αληθινό δάσκαλο. Με τα λόγια του Π. Κανελλόπουλου, «ο Συκουτρής αγάπησε
αληθινά και με μια βαθιά ιστορική ευθύνη τη γενιά που τάχθηκε να
διαπαιδαγωγήσει, δηλαδή τους νέους της εποχής του, αλλά και τη νεότητα ως μορφή
ζωής πέρ' από κάθε παροδικό σταθμό του χρόνου, αγάπησε βαθιά το έργο του,
αγάπησε τη μοίρα της γης του και την πορεία του έθνους του». Αμέσως
σχηματίζεται γύρω του ένας Κύκλος από αφοσιωμένους μαθητές. Στις διαλέξεις του,
αληθινές μυσταγωγίες, δεν περιορίζεται στην Αρχαιότητα, αλλά προχωρεί να
ερμηνέψει, πάντα με τη διεισδυτικότητα, την ευαισθησία και την εκφραστική άνεση
που τον διακρίνουν, αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας και νεοέλληνες ποιητές.
Η δράση του συνταιριάζει απόλυτα με τον προβληματισμό και τα πορίσματα της
εναρκτήριας ομιλίας του, που είχε τον τίτλο Φιλολογία και ζωή (1931). Πόσον
είναι εύμορφον να την ζη κανείς και να μελετά ταυτοχρόνως την ζωήν είχε γράψει
ήδη το 1924.
Την
ίδια εποχή, σε ιδιωτικό του γράμμα, είχε ξεκαθαρίσει και τις απόψεις του στο
γλωσσικό. Με αφορμή μιαν έμμεση επαφή του με τον Εκπαιδευτικό όμιλο, γράφει:...
τώρα, αν είναι οπισθοδρομικότης το να είναι κανείς καθαρευουσιάνος ή όχι, άλλο
ζήτημα, που δεν ημπορώ να σου αποδείξω. Άλλωστε την καθαρεύουσαν δεν
χρησιμοποιώ παρά μόνον εις την επιστήμην, και δεν θέλω να έχω την ψευδή
παράστασιν ότι είμαι νεωτεριστής, κόπτων τα -ν και τα αρχικά φωνήεντα «για να
με καταλαβαίνει ο λαός». Καθαρευουσιάνος ή όχι, ο Συκουτρής ήταν βαθύτατα
προοδευτικός, φανατικός βενιζελικός, και είχε κιόλας το 1923 στην Κύπρο
φροντίσει να ενημερωθεί για το σοσιαλιστικό κίνημα, που αναπτυσσόταν.
Παραγγέλλει να του στείλουν από την Αθήνα πλήθος φιλολογικά βιβλία, αλλά και το
Κεφάλαιο του Μαρξ, το Σοσιαλισμός του Richard, το Η γυνή και ο κοινωνισμός του
Bebel και άλλα ανάλογα:... εμπρός να σε ιδώ να μου στείλεις ολόκληρον βιβλιοθήκην
σοσιαλιστού.
Παράλληλα
με τη διδακτική και κοινωνική του δράση, ακούραστος ο Υφηγητής Συκουτρής
οργανώνει την Ελληνική Βιβλιοθήκη της Ακαδημίας Αθηνών, όπου με υποδειγματικό
τρόπο εκδίδει το πλατωνικό Συμπόσιο (1934) και προετοιμάζει την έκδοση της
αριστοτελικής Ποιητικής, που τελικά δημοσιεύτηκε μετά το θάνατό του (1937). Τον
ίδιο χρόνο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Τeubner μια σειρά από έργα του
Δημοσθένη, όσα είχε προλάβει να επεξεργαστεί.
Ο
Συκουτρής, φιλόλογος ολκής, που σε ηλικία που άλλοι σπάνε μόλις το αυγό και
ξεμυτίζουν στον επιστημονικό χώρο, είχε διαπρέψει στη Γερμανία. Είχε εκλεγεί
καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Πράγας, θέση που δεν δέχτηκε γιατί ήθελε να
προσφέρει τις γνώσεις του και τα παιδαγωγικά του οράματα στην πατρίδα,
διορίστηκε υφηγητής στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών αλλά δεν ψηφίστηκε ως καθηγητής
γιατί έπεσαν οι ψύλλοι να τον φάνε. Σήμερα που το πανεπιστήμιο, όπως όλοι οι
θεμελιώδεις θεσμοί της κοινωνίας μας, περνάει κρίση και τα οργανωμένα συντεχνιακά
συμφέροντα πετροβολούν, όπως οι γνωστοί άγνωστοι κουκουλοφόροι, κάθε προσπάθεια
για προσαρμογή του τουλάχιστον στα προ πεντηκονταετίας ισχύοντα στα
πανεπιστήμια της Ευρώπης, της Αμερικής, της Ασίας και της Αφρικής, είναι
πρόσφορο και αναγκαίο απαιτητικά να ανατρέξουμε στον διωγμό που υπέστη ο
Συκουτρής, συμβολικό παράδειγμα, όσων άλλων δασκάλων, συγγραφέων, καλλιτεχνών
που τράβηξαν του λιναριού τα πάθη, υπερασπιζόμενοι αξίες, ιδέες, πρωτοπόρες
γνώσεις.
Εμμανουήλ Ροΐδης. Emmanuel Rhoides,
1866.
Να
θυμηθούμε τον Ροΐδη και τους διωγμούς για την «Πάπισσα Ιωάννα», τον αφορισμό του Λασκαράτου, τους προπηλακισμούς
του Ψυχάρη, τον απηνή διωγμό και την αυτοκτονία του Καρυωτάκη, τους χυδαίους
υπαινιγμούς εναντίον του Καβάφη, τις δίκες και τους διωγμούς του Δελμούζου, του
Δ. Γληνού, του Παπανούτσου, τον αφορισμό και την πολεμική λυσσαλέα του
Καζαντζάκη, τις απολύσεις από δημόσιες θέσεις του Βάρναλη, του Βάρβογλη, του
Παρθένη, τις εξορίες του Κατράκη, του Ρίτσου, του Δεσποτόπουλου, τις καταδίκες
σε θάνατο του Αναγνωστάκη, την υποχρεωτική προσφυγιά της Αξιώτη, του Δ. Χατζή,
του Μακρή, του Σεβαστίκογλου, του σκηνοθέτη Γιαννίδη, του Λουντέμη. Και να ήταν
μόνο το κράτος της Δεξιάς, δικτατορικό ή αστικό, που γινόταν αστυφύλακας ιδεών
και βασανιστής ιδεολόγων. Η δογματική Αριστερά και τα σταλινικά πρότυπα και
μιμήματα κυνήγησαν και απομόνωσαν, συχνά εξόντωσαν, αριστερούς διανοουμένους. Ο
Κατσαρός, ο Πατρίκιος, ο Αναγνωστάκης, ο Αλεξάνδρου, ο Τσίρκας αντιμετώπισαν
άτυπα κομματικά δικαστήρια. Ακόμη και τον Ρίτσο μετά τη Μεταπολίτευση, νεολαίοι
μιας ζντανοφικής νοοτροπίας εξαιτίας της δημοσίευσης του εξομολογητικού
αυτοβιογραφικού έργου του, τον χαρακτήριζαν σε κομματικά περιοδικά «παρακμιακά
μικροαστό»!
Symposium scene:
banqueters playing the kottabos game while a girl plays the aulos. A wreath
hanging on the wall. Laurel wreaths on the heads. Attic red-figure bell-krater. Nikias
Painter, circa 420 BC.
Ο
Συκουτρής τόλμησε να ταράξει τα νερά της πανεπιστημιακής ραστώνης. Και την
εποχή που στη Ρωσία του Στάλιν και στη Γερμανία του Χίτλερ γίνονταν τα πογκρόμ
και τα ολοκαυτώματα εναντίον των αντιφρονούντων, των Εβραίων, των Τσιγγάνων και
των ομοφυλοφίλων, ο Συκουτρής με νηφαλιότητα, επιστημονική τεκμηρίωση, ποιητική
ερμηνευτική φαντασία, αναλύει ένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας
φιλοσοφίας αλλά και λογοτεχνίας. Αφού αναλύει τον αρχαίο έρωτα, τολμά, στο
τελευταίο κεφάλαιο της εισαγωγής του να τιτλοφορεί το περιεχόμενο: «Πλατωνικός έρως και χριστιανική αγάπη».
Banquet scene,
sculpted architrave from the temple of Athena in Assos. Trachyte, third quarter
of the 6th century BC. Scène de banquet, architrave sculptée du temple d'Athéna
à Assos. Trachyte, troisième quart du VIe siècle av. J.-C. Μίλησε
για τις γενετήσιες σχέσεις στην αρχαία Ελλάδα και αναφέρθηκε ειδικότερα στον
παιδικό και ομοφυλοφιλικό έρωτα στην αρχαία Ελλάδα, το 1934. Το 1936 με την
άνοδο του μεταξικού καθεστώτος στην Ελλάδα, άρχισε να δέχεται επιθέσεις για
αυτό του εγχείρημα. Ο φιλόλογος ακαδημαϊκός καθηγητής, κατηγορήθηκε ως άθεος το
1937. Το Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου ο Ιωάννης Συκουτρής αυτοκτόνησε. «Το θέμα
είναι βέβαια πολύ λεπτό», έγραφε στην εισαγωγή της μετάφρασής του στο Συμπόσιο του Πλάτωνα. «Αναφέρεται σε
κάτι απολύτως ξένο προς τις συνήθειες και τις ηθικές αντιλήψεις της σημερινής
κοινωνίας. Αλλά αυτό δεν μας απαλλάσσει από την υποχρέωση να το αντικρίσουμε με
ψυχραιμία και αγνότητα, την καθιστά ακόμα μεγαλύτερη.»
Επιστρατεύτηκαν
τα γνωστά γραΐδια, τα λάβαρα και τα εξαπτέρυγα της υποκρισίας, η φαλλοκρατική
πατριδοκαπηλική μαφία αλλά και τα χαμαντράκια της εκπαίδευσης και της
πανεπιστημιακής κόζα νόστρα. Πώς ν’ αντέξει ένας ευαίσθητος δάσκαλος όταν ο
κίτρινος Τύπος δημοσίευε καθημερινά τα τηλεγραφήματα των εκδορέων Πατρών, του
συλλόγου γονέων, της εφορίας και της εκπαιδευτικής περιφέρειας τάδε και δείνα
που καταδίκαζαν τον αναίσχυντο, τον υπερασπιστή των κιναίδων, τον διαφθορέα της
νεολαίας, τον άθεο Συκουτρή. Η Ελλάδα έχασε στα 36 χρόνια του μια μεγάλη
φερέλπιδα διεθνή επιστημονική προσωπικότητα. Οι ίδιοι
άνθρωποι που καταδίωξαν στο Αθήνησι τον Συκουτρή, αργότερα με τη «Δίκη των
τόνων» κυνήγησαν τον Ιωάννη Κακριδή και φρόντισαν στα χρόνια που σπούδασα να
εξωθήσουν στην επιστημονική εξορία τον σπουδαίο φιλόλογο και λατινιστή
Κολακλίδη. Ευτυχώς εκείνος φτάνοντας στις ΗΠΑ γνώρισε στον μεγάλο Γιάκομπσον τον
Καβάφη και έκτοτε ο Αλεξανδρινός έγινε ποιητής του 20ού αιώνα».
Η
θέα από τον Ακροκόρινθο σήμερα.
Στις
18 Σεπτεμβρίου 1937 ο Συκουτρής ταξίδεψε με τρένο για την Κόρινθο, όπου και
έμεινε σε ξενοδοχείο και συναντήθηκε επανειλημμένα με τον φίλο του φιλόλογο
Ιωάννη Γιαμπουράνη. Την Τρίτη 21 Σεπτεμβρίου ο Συκουτρής αποφάσισε να ανέβει
στον Ακροκόρινθο για να θαυμάσει -για τελευταία φορά όπως αποδείχθηκε - τη
Ελληνική φύση. Ζήτησε από κάποιο ημιονηγό να τον βοηθήσει να ανέβει και στη
άρνηση του απάντησε: "θα κάνω μόνος μου και αυτό τον τελευταίο δρόμο".
Εκεί στον Ακροκόρινθο ο Συκουτρής θα γράψει ένα δυσανάγνωστο βιαστικό σημείωμα
προς τον καθηγητή του πολυτεχνείου Άγγελο Καλαμαρά στο οποίο κληροδοτούσε τα
βιβλία του στην Ακαδημία, άφηνε ένα χρηματικό πόσο στην γυναίκα του και ζητούσε
να δημοσιευτεί το τμήμα της εισαγωγής στην "ποιητική" του Αριστοτέλη
που είχε ολοκληρώσει χωρίς κανείς να προσπαθήσει να το συμπληρώσει. Το βράδυ
της ίδια ημέρας ο Συκουτρής επέστρεψε στο ξενοδοχείο κατάκοπος. Την επόμενη
ημέρα βρέθηκε στο δωμάτιο του νεκρός από συγκοπή της καρδιάς. Οι εφημερίδες της
εποχής έγραψαν την συγκοπή ως αιτία του θανάτου, αλλά λίγους μήνες μετά
μαθεύτηκε πως ο Συκουτρής είχε αυτοκτονήσει με ισχυρή δόση veronal. Ο θάνατος
του έκανε μεγάλη εντύπωση στον πνευματικό κόσμο της εποχής του, ο οποίος
παρέστη στην κηδεία του στις 24 Σεπτεμβρίου 1937 στο Α΄ νεκροταφείο. Για πολλά
χρόνια υπήρχε η αμφιβολία αν αυτοκτόνησε ή πέθανε λόγω προβλήματος που είχε
στην καρδιά, σήμερα όμως δεν υπάρχει πλέον καμία αμφιβολία.
Παραθέτουμε
τους στίχους του Άγγελου Σικελιανού, που δίνουν φωνή σ' εκείνους που ορφάνεψαν
με τον θάνατό του, που ένιωσαν το μέγεθος της απώλειας, και τον θρήνησαν.
«Στο μυστικόν ανήφορο, τον ύστερο που επήρες,
ψηλά
στον Ακροκόρινθο, να ξάστραψαν μπροστά Σου,
ως
την κορφή της Άσκησης, σα νάταν μια, οι τρεις
Α,
πώς εχτύπαε δυνατά, την ώρ' αυτή, η καρδιά Σου!
Κάτου
στον κάμπο, ταπεινές φωνές, πικρές και στείρες,
στη
χλαλοή τους έσμιγαν, ανόσια, τ' όνομά Σου.
Απάνω
εκεί, σα ν' άνοιγαν οι αιώνιες του Πηγάσου
φτερούγες,
του άνεμου γλυκά πώς έπαιζαν οι λύρες!
Κι
α, πώς θα νάταν δυνατό, σα γύριζες και πάλι
στον
όχλο, για την άνιση που Σε καρτέραε πάλη,
όλο
Σου το αίμα μονομιά ξοπίσω να μη φύγει,
με
την ιερή που σ' τόθρεψε πλατωνική μανία,
βαθιά,
προς την απόκρυφη του Ηράκλειτου Αρμονία
που,
απάνω κι απ' το θάνατο, την αφουκρώνται οι Λίγοι;»
Πηγές:
- Βικιπαίδεια
- Άρθρο
στα Νέα του Κώστα Γεωργουσόπουλου (17-18/9/2011).
- Ιωάννης
Συκουτρής, γράμματα από την Κύπρο (επιμελητής Φάνης Κακριδής), εκδόσεις ΜΙΕΤ
- Ιωάννης Συκουτρής (1901-1937): Ο αδικοχαμένος φιλόλογος. Άρθρο του Φάνη Ι. Κακριδή.
- Θέματα
Ελληνικής Ιστορίας