Απόγονοι
των Μινωιτών είναι οι σημερινοί Κρήτες, όπως προκύπτει από ανάλυση DNA. Mysterious
Minoans Were European, DNA Finds.
Όταν
ο Σερ Άρθουρ Έβανς ανακάλυψε στις αρχές του εικοστού αιώνα τα απομεινάρια του
πολιτισμού που ο ίδιος βάφτισε «Μινωικό» έμεινε έκθαμβος. Προσπαθώντας να δώσει
μια εξήγηση ως προς την προέλευση ενός τόσο προηγμένου πολιτισμού θεώρησε ότι
οι Μινωίτες ήταν απόγονοι των προηγμένων Αιγυπτίων. Η ιδέα του Έβανς παραμένει
ακόμη και σήμερα σε ισχύ, αν και κατά καιρούς υπήρξαν και άλλες προτάσεις.
Locations of the
Ayios Charalambos cave and of the Odigitria Tholos tombs. The Odigitria tombs
are located in the broader area of the Minoan palace of Phaistos in southern
Crete. The Ayios Charalambos cave is located in the Lassithi plateau in central
Crete south of the major Minoan civic centre of Knossos and the palace of
Mallia.
Η
τελική απάντηση σε αυτό το αρχαιολογικό ζήτημα δίνεται σήμερα όχι από την
αρχαιολογική σκαπάνη, αλλά από τη γενετική. Ομάδα ερευνητών με επικεφαλής τον
καθηγητή Ιατρικής και Επιστημών Γονιδιώματος του Πανεπιστημιου Washington κύριο
Γεώργιο Σταματογιαννόπουλο ανέλυσε δείγματα DNA από σκελετούς που βρέθηκαν σε
σπηλιά στο οροπέδιο Λασιθίου στην Κρήτη τα οποία συνέκρινε με δείγματα από
άλλους 135 σύγχρονους και αρχαίους ανθρώπινους πληθυσμούς.
Ancient jars in Knossos
Palace, Greece. Photo by
zz1969 / Shutterstock
Όπως
αναφέρουν οι ερευνητές στο άρθρο τους που δημοσιεύεται στο σημερινό τεύχος της
επιθεώρησης «Nature Communications», ο Μινωικός πολιτισμός αναπτύχθηκε κατά την
Εποχή του Χαλκού από αυτόχθονες κατοίκους της Κρήτης, οι οποίοι ήταν απόγονοι
των πρώτων ανθρώπων που αποίκισαν το νησί, 9.000 χρόνια περίπου πριν από
σήμερα.
Το
DNA αποκαλύπτει
Minoan mtDNA
haplotypes in extant and ancient populations. (a) Minoan mtDNA HVS-1 haplotypes
shared with the modern or ancient populations. (b) Frequency distribution of
the 15 shared Minoan haplotypes among the various modern and ancient population
groups.
Για
τη μελέτη χρησιμοποιήθηκε το μιτοχονδριακό DNA, δηλαδή το DNA που υπάρχει στα
κυτταρικά οργανίδια που ονομάζονται μιτοχόνδρια και τα οποία αποτελούν τα
εργοστάσια παραγωγής ενέργειας του κυττάρου. Τα μιτοχόνδρια μεταβιβάζονται
στους απογόνους μέσω της μητέρας. Διαπιστώθηκε ότι το μιτοχονδριακό DNA των
Μινωιτών δεν έφερε ομοιότητες με αυτό των Αιγυπτίων ή των άλλων αφρικανικών
πληθυσμών. Αντίθετα, εντοπίστηκαν μεγάλες γενετικές ομοιότητες με τους
σύγχρονους και αρχαίους ευρωπαϊκούς πληθυσμούς. Τέλος, η ανάλυση έδειξε το
υψηλότερο ποσοστό συγγένειας των Μινωιτών με τον σύγχρονο πληθυσμό της Κρήτης
αλλά και σύγχρονων Ελλήνων από την υπόλοιπη χώρα.
Geographic density
maps of shared mtDNA lineages. The blue gradient represents the percentage of
shared lineages, with the higher percentages represented in blue and the lower
in white. The red dots indicate the origin of each of the 71 modern population
groups and the 11 ancient populations that were included in our analysis. (a)
mtDNA HVS-1 lineages shared between Minoans and 71 extant population groups;
(b) lineages shared with 11 Bronze Age, Iron Age and Neolithic populations.
Σύμφωνα
με τον κ Σταματογιαννόπουλο το σενάριο της καταγωγής των Μινωιτών έχει ως εξής:
«Πριν από περίπου 9.000 χρόνια, υπήρξε εκτεταμένη μετανάστευση ανθρώπων της
Νεολιθικής Εποχής από περιοχές της Ανατολίας που αντιστοιχούν σήμερα σε μέρη
της Τουρκίας και της Μέσης Ανατολής. Τότε έφτασαν στην Κρήτη και οι πρώτοι
κάτοικοι του νησιού. Η ανάλυση μιτοχονδριακού DNA που πραγματοποιήσαμε και η
σύγκριση με άλλους πληθυσμούς, δείχνει ότι οι Μινωίτες έχουν την ισχυρότερη
γενετική συσχέτιση με πληθυσμούς της Νεολιθικής Εποχής καθώς και με αρχαίους
αλλά και σύγχρονους Ευρωπαίους και ιδιαίτερα με τον πληθυσμό της Κρήτης.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματά μας, ο Μινωικός πληθυσμός αναπτύχθηκε πριν από 5.000
χρόνια στην Κρήτη από προγόνους που κατοικούσαν στο νησί ήδη και είχαν φτάσει
εκεί 4.000 χρόνια νωρίτερα».
The north entrance
of the Palace of Knossos on the Greek island of Crete. CREDIT: Andrei Nekrassov | Shutterstock
Ο
έλληνας καθηγητής σημείωσε επίσης ότι «οι γενετικές αναλύσεις παίζουν έναν
ολοένα και πιο σημαντικό ρόλο στην πρόβλεψη και στην προστασία της υγείας του
ανθρώπου. Η μελέτη μας υπογραμμίζει το γεγονός ότι η ανάλυση του DNA μπορεί να
μας βοηθήσει όχι μόνο να έχουμε ένα πιο υγιές μέλλον αλλά να κατανοήσουμε και
την ιστορία μας. Παρόμοιες έρευνες θα
μας βοηθήσουν να ανακαλύψουμε τις γενετικές σχέσεις μεταξύ Μινωιτών και
Μυκηναίων και μεταξύ των ελληνικών φυλών της Κλασσικής Ελλάδας».
Καρπός
συνεργασίας
Sharing of Minoan
haplotypes with modern and ancient populations. The y axis represents per cent
sharing. Notice, in (a) the low frequency of sharing with the North African
population (9%) and in (b) the gradual increase of sharing from the Middle East
to Southern and Western Europe. c shows sharing with Iron Age and Bronze Age
European populations and d shows sharing with Neolithic European populations.
Notice that the highest frequency of sharing (33%) is with the Neolithic
populations of Southern Europe. Jeffery R. Hughey, Peristera Paschou, Petros
Drineas, Donald Mastropaolo, Dimitra M. Lotakis, Patrick A. Navas, Manolis Michalodimitrakis, John A.
Stamatoyannopoulos & George Stamatoyannopoulos.
Η
εργασία είναι καρπός μιας πολυπληθούς ομάδας επιστημόνων διαφορετικών
ειδικοτήτων. Υπεύθυνοι για τη στατιστική ανάλυση των δεδομένων η οποία
βασίστηκε σε εξαιρετικά προηγμένους αλγορίθμους είναι η κυρία Περιστέρα Πάσχου,
επίκουρη Καθηγήτρια στο Τμήμα Μοριακής Βιολογίας και Γενετικής του Δημοκρίτειου
Πανεπιστημίου Θράκης, και ο κ. Πέτρος Δρινέας, καθηγητής στο Τμήμα Επιστήμης
Υπολογιστών του Πανεπιστημίου Rensselaer στις ΗΠΑ.
Ο
κ. Μανώλης Μιχαλοδημητράκης, καθηγητής Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας στο
Πανεπιστήμιο Κρήτης συντόνισε την
αναγνώριση και συλλογή των αρχαίων οστών που χρησιμοποιήθηκαν για την εξαγωγή
του DNA. Ο αρχαιολόγος δρ. Βασιλάκης και η ανθρωπολόγος δρ McGeorge παρείχαν τα
οστά που αποτέλεσαν το αντικείμενο της έρευνας. Μεγάλη ήταν η συμβολή του
εκλιπόντος αρχαιολόγου Νίκου Παπαδάκη, ο οποίος ως διευθυντής της Αρχαιολογικής
Υπηρεσίας Αγίου Νικολάου υπήρξε θερμός υποστηρικτής της μελέτης, η οποία
ξεκίνησε πριν από δέκα και πλέον χρόνια.