Το ανθρωποειδές Paranthropus boisei ήρθε πολύ κοντά με τον μακρινό πρόγονό μας Homo erectus και μας «χάρισε» τον ιό HSV2, σύμφωνα με νέα
μελέτη. New research from the University of Cambridge
and Oxford Brookes University predicts which species acted as an intermediary
between the ancestors of Homo sapiens and those of chimpanzees
to carry the herpes simplex
virus 2 (HSV2) — a human
herpesvirus found worldwide that causes genital lesions and more rarely causes
encephalitis — across the species barrier. Paranthropus boisei. Image
credit: © Roman Yevseyev
Ήρθε
η ώρα να γνωρίσουμε τον… ένοχο που μας κληροδότησε τον ιό του έρπητα των
γεννητικών οργάνων. Και το όνομα αυτού: Paranthropus boisei. Επρόκειτο
για ένα είδος που περπατούσε όρθιο, διέθετε μικρό εγκέφαλο, πρόσωπο επίπεδο σαν
πιάτο και μάλλον ήρθε… πολύ κοντά με τον μακρινό μας πρόγονο Homo erectus πριν από περίπου δύο εκατομμύρια έτη.
Ομάδα
ερευνητών από το Πανεπιστήμιο του Cambridge και το Πανεπιστήμιο Oxford Brookes αναφέρει με μελέτη της στην επιθεώρηση «Virus Evolution» ότι
πιθανότατα ο P. boisei μολύνθηκε με τον ιό HSV2 που προκαλεί έρπητα των γεννητικών
οργάνων μετά από κατανάλωση κρέατος που προερχόταν από μολυσμένους προγόνους
των χιμπατζήδων. Στη συνέχεια, «κληροδότησε» το παθογόνο στον άνθρωπο μέσω του
μακρινού προγόνου μας Homo
erectus.
Αργή
αλλά σταθερή η διείσδυση
Ο P.boisei ήταν ένα είδος που περπατούσε στα δύο πόδια,
διέθετε μικρό εγκέφαλο και πρόσωπο επίπεδο σαν πιάτο. Paranthropus
boisei, whose skull cast is shown here, roamed across East
Africa 1.4 million to 2..4 million years ago. Credit: Louise Walsh
Σύμφωνα
με τους ερευνητές, η στενή επαφή μεταξύ του P.boisei και του H.erectus πιθανότατα ήταν συχνή γύρω από πηγές
νερού, όπως η λίμνη Τουρκάνα στην Κένυα. Έτσι ο ιός του έρπητα των γεννητικών
οργάνων βρήκε την ευκαιρία να… μεταπηδήσει στον άνθρωπο και να προσαρμοστεί
στις νέες συνθήκες του οργανισμού του ώστε να τον μολύνει.
«Μόλις ο ιός αυτός καταφέρει να βρει την…
πύλη εισόδου σε ένα είδος είναι εύκολη πια η μετάδοσή του, από τη μητέρα στο
μωρό της καθώς και μέσω του αίματος, του σάλιου και της σεξουαλικής επαφής»
εξηγεί μια από τις κύριες συγγραφείς της μελέτης, η δρ Σάρλοτ Χούλντκροφτ, από
το Πανεπιστήμιο του Cambridge.
«Ο ιός του έρπητα των γεννητικών οργάνων
διείσδυσε σε ολόκληρη την Αφρική με τον ίδιο τρόπο που διεισδύει στις νευρικές
απολήξεις των γεννητικών οργάνων – αργά αλλά σταθερά» σημειώνει η δρ
Χούλντκροφτ.
Εκτιμάται
ότι πριν από τρία ως 1,4 εκατομμύρια χρόνια, ο ιός του έρπητα των γεννητικών
οργάνων πέρασε το φράγμα των ειδών από τους αφρικανικούς πιθήκους στους
προγόνους του ανθρώπου. Οι επιστήμονες υποπτεύονταν επί μακρόν ότι αυτό το
«πέρασμα» από το ένα είδος στο άλλο έγινε με έναν… μεσάζοντα, ένα ανθρωποειδές
που δεν συνδεόταν όμως με τους ανθρώπους.
Τώρα,
η νέα μελέτη δείχνει για πρώτη φορά τον «ένοχο» στο… επίπεδο πρόσωπο του P.boisei. Και όπως υπογραμμίζει η δρ Χούλντκροφτ, «προκειμένου να
περάσουν τέτοιοι ιοί το φράγμα μεταξύ διαφορετικών ειδών χρειάζονται μια
«τυχερή» γενετική μετάλλαξη σε συνδυασμό με σημαντική ανταλλαγή υγρών. Στην
περίπτωση των πρώτων ανθρωποειδών αυτό έγινε είτε μέσω κατανάλωσης κρέατος είτε
μέσω σεξουαλικής επαφής – είτε και των δύο».
Η
μοντελοποίηση των δεδομένων
Προκειμένου
να καταλήξουν στα συμπεράσματά τους οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν δεδομένα που
αφορούσαν τόσο απολιθώματα, όσο και το γενετικό υλικό του ιού του έρπητα αλλά
και το αρχαίο αφρικανικό κλίμα. Τα στοιχεία αυτά εισήχθησαν σε ένα πρόγραμμα σε
υπολογιστή το οποίο μοντελοποιούσε τις πιθανότητες μετάδοσης του HSV2 για τα ανθρωποειδή που ζούσαν στην Αφρική
πριν από τρία εκατομμύρια έτη. Όπως αποκάλυψε αυτή η ανάλυση, το είδος με τις
μεγαλύτερες πιθανότητες μετάδοσης ήταν ο P. boisei.
Η
ερευνήτρια καταλήγει, αναφέροντας ότι «η
μοντελοποίηση των διαθέσιμων δεδομένων, από τα αρχεία απολιθωμάτων ως το
γενετικό προφίλ του ιού, μας κάνει να πιστεύουμε ότι ο P.boisei ήταν το είδος που βρέθηκε στο κατάλληλο
μέρος την κατάλληλη στιγμή τόσο σε ό,τι αφορούσε το να μολυνθεί με HSV2 από προγόνους των χιμπατζήδων όσο και να
μεταδώσει τον ιό στους μακρινούς προγόνους μας, πιθανότατα στον Homo
erectus».