Arts Universe and Philology

Arts Universe and Philology
The blog "Art, Universe, and Philology" is an online platform dedicated to the promotion and exploration of art, science, and philology. Its owner, Konstantinos Vakouftsis, shares his thoughts, analyses, and passion for culture, the universe, and literature with his readers.

Κυριακή 12 Απριλίου 2020

Δήμητρα Μήττα, «Κυράνα»

Πάμπλο Πικάσο, Γυναίκα με σταυρωμένα χέρια, 1901-1902

Έφυγε. Σηκώθηκε και έφυγε. Από το σπίτι της.
Τα είχε σχεδιάσει όλα, είχε κάνει και πρόβα. Τους τελευταίους έξι μήνες το έκανε τέσσερις φορές για δύο μερόνυχτα, και μάλιστα σε διαφορετικές εποχές. Μία μέσα Σεπτεμβρίου, μία αρχές Νοεμβρίου, μετά τον Γενάρη και ακόμη μία τέλη Φεβρουαρίου. Ήθελε να είναι έτοιμη για τη στιγμή που θα γινόταν ο πλειστηριασμός και θα έχανε το σπίτι της. Ο δρόμος γινόταν το σπίτι της. Με 270€ σύνταξη μπορούσε να κρατηθεί σε αυτό το σπίτι, το μεγάλο, το ανοιχτό, το άλλο όμως, το δικό της, δεν μπορούσε να το κρατήσει. Και να πεις ότι δεν είχε δουλέψει στη ζωή της... Το σπίτι της Κυράνας.

Erik Henningsen, Evicted, 1892

Άννα ήταν το όνομά της, κάπου στα τριάντα της άρχισαν να την αποκαλούν κυρία Άννα, κυρά Άννα, Κυράνα. Της άρεσε και το κράτησε. Το Άννα έμεινε στην ταυτότητά της και στο στόμα της μάνας της. Μέχρι που πέθανε εκείνη και το Άννα ξεχάστηκε. Ή μάλλον έμεινε στα χαρτιά του πλειστηριασμού. Τρεις κλήσεις δέχτηκε για να αδειάσει το σπίτι. Τι να αδειάσει και πού να τα πάει τα συμπράγκαλα μιας ζωής. Και τι να τα κάνει άλλωστε... Ποια απ’ αυτά ήταν πραγματικά χρήσιμα; Έβαλε σε μια μεγάλη βαλίτσα ρούχα, καλοκαιρινά και χειμωνιάτικα, και τη μετέφερε στο σπίτι μιας γνωστής της. Την παρακάλεσε να την κρατήσει χωρίς να της δώσει πολλές πολλές εξηγήσεις. Για τα άλλα αδιαφόρησε. Ας τα έκαμναν ό,τι ήθελαν. Οι νέοι ιδιοκτήτες. Όταν θα έρχονταν να τη βγάλουν. Ήρθαν. Με ΜΑΤ.
-   Σιγά, αγόρι μου, είπε στον Ματατζή. Θα γκρεμίσεις την πόρτα. Κρίμα είναι. Και τι πόρτα... Από καρυδιά.
Με το κλομπ στο χέρι έμεινε ο μεταμφιεσμένος σε αστακό νεαρός ένστολος, εκπαιδευμένος να μένει ασυγκίνητος μπροστά στα μικρά οικογενειακά δράματα.
-   Να σε κεράσω, αγόρι μου. Ελάτε κι εσείς μέσα, είπε στους υπόλοιπους κρατικούς λειτουργούς του συστήματος. Περάστε.
Αμήχανοι οι Ματατζήδες, με τις μάσκες αερίων να κρέμονται γύρω από το πηγούνι τους, μπήκαν μέσα. Κεράσι γλυκό φτιαγμένο από τα χέρια της και νεράκι κρύο τους κέρασε.
-   Να δροσιστείτε λίγο, τους είπε. Θα ζεσταίνεστε με όλα αυτά που φοράτε.
Δίσταζαν να απλώσουν τα χέρια τους στο κέρασμα.
-   Καλό το έκανα, είπε εκείνη παίρνοντας μια κουταλιά από το βαζάκι, μάλλον για να τους δείξει ότι δεν είχε ρίξει κανένα δηλητήριο που θα τους έκανε να βγάλουν αφρούς από το στόμα τους.
Ο Ματατζής την έσπρωξε.
-   Δεν πειράζει, αγόρι μου. Σε βάζουν και τα κάνεις αυτά. Σε βλέπουν κιόλας οι προϊστάμενοί σου. Μη χάσεις τη δουλειά σου. Κάνε αυτό που πρέπει. Σπρώξε. Αν θέλεις, χτύπα με κιόλας. 
Ο δίσκος με το βαζάκι το γλυκό, τα μισοάδεια νεροπότηρα και τα λερωμένα κουταλάκια έμειναν στον μπουφέ της εισόδου. Εκείνη βρέθηκε στον δρόμο. Με μια βαλίτσα με ροδάκια, για να τη σέρνει εύκολα, και με το καροτσάκι που πήγαινε για ψώνια. Η 68χρονη Κυράνα. Σαν να πήγαινε εκδρομή. 

Augustus Leopold Egg, Past and Present, No. 3, 1858

Με τα ελάχιστα για την επιβίωσή της εγκαταστάθηκε δίπλα στον σταθμό. Είχε δει πού μένανν οι άλλοι άστεγοι και βρήκε και αυτή τη γωνιά της. Αξιοποίησε και την εμπειρία που είχε από κατασκηνώσεις και ελεύθερο camping στα νιάτα της και βολεύτηκε μια χαρά. Για έναν ύπνο την ήθελε αυτή τη γωνιά. Γιατί για τη μέρα είχε κάνει το πρόγραμμά της.
Με την πενιχρή της σύνταξη, έβγαλε μηνιαία κάρτα για να κινείται όσες φορές την ημέρα ήθελε  με όποια λεωφορεία ήθελε. Προς όποια κατεύθυνση. Άλλες φορές για να γνωρίσει περιοχές ή να πάει σε μουσεία και εκθεσιακούς χώρους, άλλοτε πάλι, τον χειμώνα, επειδή κρύωνε. Το λεωφορείο έγινε το σπίτι της. 
Της έμεναν 235€, μείον 7.50€ για τα απορρυπαντικά, ίσον 227.50. Το ποσό αυτό το άφηνε στην τράπεζα και κάθε μέρα τραβούσε μόνο όσα έπρεπε για να βγάζει τον μήνα. Διακόσια είκοσι επτά και πενήντα δια του τριάντα ένα. Επτά και τριάντα τρία την ημέρα. 
Έτρωγε μετρημένα, όσο πραγματικά χρειαζόταν. Τίποτε από βουλιμία ή για την ευχαρίστηση. Έτσι έκοψε κι εκείνη τη συνήθεια που είχε στο σπίτι της να τσιμπολογάει ακατάπαυστα. Τι στο καλό την έπιανε και έπρεπε να απασχολεί το στόμα της συνέχεια, ειδικά μετά το μεσημέρι; Έκοψε και τα πολλά αλάτια... Έτσι δεν χρειαζόταν παραπάνω νερό, το οποίο από την αρχή κιόλας το είχε περιορίσει κατά πολύ, γουλιά γουλιά το έπινε. Για να μην χρειάζεται να πηγαίνει συχνά πυκνά στην τουαλέτα. Περιόριζε διαρκώς τις σωματικές της ανάγκες. Καλοντυμένη όπως ήταν, τουλάχιστον στην αρχή, κανένας δεν καταλάβαινε ότι ήταν μια άστεγη. Στον σταθμό πίστευαν ότι ήταν ταξιδιώτισσα. Με μια μεγάλη τσάντα έμπαινε στις τουαλέτες, έβγαζε γάντια και απορρυπαντικά, διάλεγε μία, την καθάριζε και μετά τη χρησιμοποιούσε.
Έκανε πρόγραμμα. Σε ποιο μουσείο θα πήγαινε, ποια έκθεση θα έβλεπε, ποια τουαλέτα θα χρησιμοποιούσε. Κάθε μέρα στον δρόμο. Και μια φορά την εβδομάδα, πήγαινε στο κέντρο αστέγων για να κάνει ένα μπάνιο. Εκτός από το καλοκαίρι. Τότε έπαιρνε το λεωφορείο και πήγαινε στην πιο κοντινή παραλία της πόλης. Παλιά έκαμναν μπάνιο εκεί, τώρα μόνο ηλιοθεραπεία. Έβαζε το μαγιό της και έμενε μέχρι αργά το απόγευμα εκεί. Νωρίτερα είχε κάνει το μπάνιο της με το γλυκό νερό –ακόμη υπήρχαν τα ντουζ στην παραλία-, το νεράκι ήταν ζεστό από τον ήλιο, λουζόταν και πεντακάθαρη γυρνούσε στην πόλη. Μια φορά τον μήνα πήγαινε και στον κινηματογράφο.
Το σημαντικό ήταν να κρατήσει ένα πρόγραμμα και ένα ρυθμό στη ζωή της. Και την καθαριότητα. Πειθαρχία. Σκούπιζε το πεζοδρόμιο γύρω από το τσαρδάκι της, έβαλε και γλαστράκια γύρω τριγύρω. Τα πότιζε.
Την έκλεψαν. Της έσκισαν τα νάυλον που είχε στερεώσει με ξύλα για να χώνεται από κάτω – αυτό ήταν το αντισκηνάκι της, εκεί ήταν και το στρωματάκι της με τον υπνόσακο. Και το καροτσάκι για τα ψώνια τής πήραν, εκείνο με το οποίο είχε φύγει από το σπίτι της –εκεί μέσα είχε τις αλλαξιές της, παντελόνια, μπλούζες, όλα από δύο· και μια φόρμα για τον ύπνο της. Έκλεψε κι εκείνη ένα καροτσάκι από σούπερ μάρκετ. Αγόρασε αλυσίδα και κλειδαριά –εκείνο τον μήνα χρειάστηκε να φάει ακόμη λιγότερο για να τα καταφέρει με την απρόβλεπτη ζημιά– και κάθε πρωί μάζευε τα πράγματά της, τα έβαζε στο καρότσι, κατέβαζε το καπάκι του και το αλυσόδενε σε κάποιον κορμό δέντρου. Τη νύχτα έστηνε το κρεβάτι της. Τώρα δυσκολευόταν περισσότερο με την καθαριότητα. Εξακολουθούσε να κόβει τα αγριόχορτα γύρω από τα δέντρα. 

John Keane, Fear at the Bus Stop, 1992

Έπαιρνε το λεωφορείο και έκανε μακρινές διαδρομές. Πέρα δώθε. Αφού είχε τη μηνιαία κάρτα. Η Δευτέρα την ταλαιπωρούσε, ήταν κλειστά τα μουσεία. Πήγαινε όμως σε εκθεσιακούς χώρους –έμαθε όλες τις γκαλερί της πόλης. Παρακολουθούσε και τις παρουσιάσεις βιβλίων –κυρίως στην Κεντρική Βιβλιοθήκη της πόλης, στο γυάλινο κτίριο. Έμενε ώρες στο αναγνωστήριο διαβάζοντας ή κάνοντας πως διαβάζει. Εξασφάλιζε έτσι τη ζέστη της το χειμώνα και την τουαλέτα –στον όροφο με την αίθουσα διαλέξεων, βγαίνοντας από το ανσασέρ δεξιά.  Έμαθε και το πρόγραμμα των λαϊκών αγορών και κάθε μέρα ήταν σε άλλη. Αργά το μεσημέρι έφτανε, την ώρα που οι αγρότες και οι έμποροι της λαϊκής μάζευαν τα πράγματά τους για να φύγουν. Πετούσαν απούλητα φρούτα και λαχανικά –κάποια ήταν καλά, λιγότερο σάπια από άλλα. Τα μάζευε στη μεγάλη τσάντα της, όλοι οι άστεγοι έχουν μια μεγάλη τσάντα, και τα πήγαινε στο τσαρδάκι της· ή έστρωνε σε κάποιο παγκάκι σε πάρκο –της άρεζε πολύ εκείνο που ήταν απέναντι από το μεγάλο θέατρο της πόλης, πλάι στον πεζόδρομο με τα καφέ και τα εστιατόρια. Έβαζε κάτω μία ή δύο χαρτοπετσέτες, ανάλογα με το μέγεθός τους, και άπλωνε την πραμάτεια της. Είχε φαΐ. Έτσι, απολάμβανε τις μπουκιές της. 
Έμαθε και το πρόγραμμα των εφημεριών στα νοσοκομεία. Τι καλά που ήταν εκεί... Την περνούσαν για συνοδό. Έμπαινε στα δωμάτια, χαιρετούσε τον κόσμο, έπιανε κουβέντα, την κερνούσαν. «Α, με συγχωρείτε, να χρησιμοποιήσω την τουαλέτα σας; Για να μην τρέχω στην άλλη πτέρυγα...». Περίμενε στους διαδρόμους την ώρα που οι νοσοκόμες μάζευαν τα φαγητά από τους ασθενείς. Όλο και κάποιος δεν είχε φάει, είχε αφήσει το ψωμί του, το γλυκάκι του, το φρούτο του... Τα μάζευε στη μεγάλη τσάντα της. Κι αν της ερχόταν καμιά φορά να κλάψει, έτσι στα καλά καθούμενα ή γιατί λυπόταν για κάποιον εκεί μέσα, από συμπαράσταση, ακουμπούσε στον τοίχο του νοσοκομείου και έκλαιγε, χωρίς αναστολές, χωρίς να κρύβεται από τα βλέμματα των άλλων. Εκεί μέσα τα δάκρυα ήταν αυτονόητα.
Το καλοκαίρι καθόταν με τις ώρες στα παγκάκια, στα πάρκα ή στα πεζοδρόμια. Παρατηρούσε τους ανθρώπους, αργότερα η ανάγκη την έκανε να κοιτά κάτω, χαμηλά, στα πόδια τους, για κανένα νόμισμα. Μάζευε και τα μονόλεπτα. Με πενήντα λεπτά ένα κουλούρι.
Δυο χρόνια πέρασαν. Πειθαρχία και πρόγραμμα. Αυστηρή εφαρμογή. Καμία ρωγμή. Να τις προλάβει. Πάντα προσεκτική την ώρα που έτρωγε, για να μη λερωθεί, είδε μια μικρή σταγόνα λάδι να πέφτει στο ρούχο της πάνω στο στήθος από την μπούκα το ψωμί που είχε βουτήξει σε λαδάκι. Θα μπορούσε να την προλάβει, να την πιάσει στον αέρα.  Την παρακολούθησε στην πορεία της. Η σταγόνα στάθηκε ολοστρόγγυλη στο ρούχο, γυαλιστερή γυαλιστερή, ύστερα άρχισε να απλώνεται, μέχρι που απορροφήθηκε από το ύφασμα. Αδιάφορη για τη σταγόνα που τη λέρωνε η Κυράνα συνέχισε να τρώει. Τα ψίχουλα μαζεύονταν στην ποδιά της. Το ίδιο και τα πουλιά. Η μυρωδιά της άλλαζε. 

Alexios Shandermani. HOMELESS
Alexios Shandermani, Homeless

Άλλαξε ριζικά τον χειμώνα του 2015. Οι θερμοκρασίες έπεσαν πολύ. Τα νάυλον στο τσαρδάκι της δεν την προστάτευαν. Πήγε στον ξενώνα των αστέγων. Γεμάτος. Ξαναγύρισε στο τσαρδάκι. Άφησε τα σκυλιά να μπουν μέσα στην τρύπα της και να χουχουλιάσουν δίπλα της. Τη ζέσταναν. Αφημένη στους λεκέδες και στην ανάγκη για ζεστασιά προσκολλήθηκε στους σκύλους της. Στα μουσεία δεν την άφηναν πια να μπει μέσα, πολύ περισσότερο στα πολυκαταστήματα. Κανέναν δεν ξεγελούσε. Όσο για τις εκκλησιές είχαν τοποθετηθεί με επιμέλεια κιγκλιδώματα με βαριές αλυσίδες για το βράδυ, ώστε κανένας να μη μένει στον χώρο ανάμεσα στους πρώτους κίονες μετά τη σκάλα και την καθαυτό είσοδο του ναού.  
Δυο χρόνια ακόμη. Πού να πάει; Άρχισε να τριγυρνά κοντά στο παλιό της σπίτι. Καθόταν στο παγκάκι απέναντι. Και τα βράδια, πολύ αργά, άνοιγε την κόκκινη καγκελόπορτα και κούρνιαζε στη μικρή αυλίτσα με τα τέσσερα στριφτά σκαλοπατάκια. Το πρωί, χαράματα, έφευγε. Μέχρι που την τσάκωσαν. Ένα ζευγάρι κοντά στην ηλικία της, ο άνδρας λίγο μεγαλύτερος. Πώς της φάνηκε για γνωστός; Ήταν ο... Λάθος. Λάθος. Δεν μπορεί να της πήρε το σπίτι ο... Αλλά και πώς της φάνηκε ότι και το δικό του βλέμμα την κοίταξε αλλιώς; Της έδωσαν λίγο φαγητό και της ζήτησαν να φύγει από την πόρτα τους. Η ομιλία του... Το βράδυ που γύρισε βρήκε την καγκελόπορτα κλειδωμένη. Πού να πάει; Δεν ήξερε σε ποιο πρόγραμμα να πειθαρχήσει.

Vanessa Bell, Summer camp, 1913

Τέλη Σεπτεμβρίου, μάζεψε τα πραγματάκια της, πήρε το λεωφορείο και έφτασε στο παραθαλάσσιο χωριό που εκτεινόταν μέχρι τη ρίζα του βουνού, όπου παλιά -πότε ήταν;- φιλοξενούνταν, κυρίως Μάιο και Ιούνιο, όταν ακόμη δεν είχαν μαζευτεί παραθεριστές. Τότε έκαμνε βόλτες μακρινές. Προπάντων της άρεζε το κάμπινγκ, που εκείνη την περίοδο άνοιγε, οπότε δεν είχαν έρθει ακόμη όσοι άφηναν τροχόσπιτα και αντίσκηνα στημένα και τον χειμώνα –νοίκιαζαν τον χώρο και άφηναν εκεί το υπαίθριο σπιτικό για να το βρουν την επόμενη χρονιά, λίγο ταλαιπωρημένο από τις κακοκαιρίες αλλά πάντως εκεί. Λίγο συμμάζεμα, μπάλωμα στις τρύπες που είχαν ανοίξει από τους αέρηδες ή από κλαδιά που έπεφταν, σκούπισμα τα ξερά φύλλα από την «αυλίτσα», μετά έβγαιναν οι πλαστικές καρέκλες, τα τραπεζάκια, η κεραία για την τηλεόραση στηνόταν, οι μπαταρίες την έβαζαν σε λειτουργία, όπως και τα ψυγεία και τις άλλες συσκευές, προπάντων να φορτίζουν οι υπολογιστές και τα κινητά. Πολιτισμός πλάι στη θάλασσα. Όλες οι ανέσεις. Όλο το καλοκαίρι. Προπάντων τα Σαββατοκύριακα. Αρκετοί ομόρφαιναν τον χώρο τους με γλάστρες και κατασκευές από πέτρες, με ζωγραφιές και ξωτικά, μια πολιτεία ολόκληρη με παιδιά και ποδήλατα, καυγάδες οι μεγάλοι, πρώτοι έρωτες για τα μικρά. Εκεί κατέφυγε η κυρία Κυράνα. Τέλη Σεπτεμβρίου. 73, 74 χρονών πια; Αλήθεια, πόσο ήταν; Πόσος καιρός είχε περάσει; 
Οι τελευταίοι κατασκηνωτές μάζευαν τα πράγματά τους, οι ιδιοκτήτες του χώρου ετοιμάζονταν για το κλείσιμο του χειμώνα. Οι χώροι ασφαλίστηκαν, η συρόμενη πόρτα της εισόδου δέθηκε με αλυσίδες. Έφυγαν. Ορθάνοιχτο και ανασφάλιστο το κάμπινγκ από την πλευρά της θάλασσας. Μπήκε με την άνεσή της. Τριγύρισε κοιτάζοντας προσεκτικά. Δοκίμασε μήπως κάποιο τροχόσπιτο είχε ξεχαστεί ξεκλείδωτο. Κανένα, και αυτή δεν ήξερε, και δεν ήθελε να μάθει να παραβιάζει κλειδαριές. Τα αντίσκηνα ήταν πιο εύκολα. Εγκαταστάθηκε σε ένα. Βρήκε στρωσίδια, κρεβάτια, κουβέρτες. Βασίλισσα. Μετά από καιρό είχε ένα σπιτικό. Και ρούχα. Μόνο που ήταν καλοκαιρινά. Ας είναι. Τα φορούσε πάνω από τα δικά της τα χειμωνιάτικα. Έτσι, για να νιώθει ότι φορά καινούρια και καθαρά. Βρήκε και τρόφιμα, όσπρια και ζυμαρικά, καφέ, ζάχαρη. Όταν τελείωσαν από το αντίσκηνό της, έψαχνε σε άλλα. Και κάθε τρίτη μέρα ανέβαινε στο χωριό για να αποσύρει το ελάχιστο ποσό και να ψωνίσει τα ελάχιστα. Ή κάθε τέσσερις –ανάλογα με τον καιρό. Κουραζόταν, μιάμιση ώρα να πάει, δύο να γυρίσει. Το περπάτημα κάνει καλό, αλλά η ανηφόρα ήταν μεγάλη και στην κατηφόρα έπρεπε να προσέχει τις νεροσυρμές που βροχή τη βροχή βάθαιναν. Το έδαφος ήταν γλιστερό και φοβόταν τα πεσίματα, από παιδί τα φοβόταν. Μόνη σε όλη τη διαδρομή από την παραλία μέχρι το χωριό, μόνη στο κάμπινγκ.

Pablo Picasso, Woman with Bangs, 1902

Τις πρώτες μέρες της βασιλείας της στο αντίσκηνο φοβόταν, άκουγε θορύβους από παντού και γυρνούσε να δει. Έκλεινε τα μάτια της να κοιμηθεί και τα άνοιγε αμέσως, ένιωθε ότι κάποιοι έμπαιναν στο αντίσκηνο. Μετά συνήθισε, «θόρυβοι είναι, και τι κακό να μου κάνουν;». Μόνη. Ξέχασε και την υποψία της για το ποιοι ήταν οι καινούριοι ένοικοι του σπιτιού της, άδειασε και τον ύπνο της από όνειρα και κούρνιασε κάτω από σκεπάσματα και υπνόσακους. Η υγρασία την τρύπησε, ο πυρετός την έλιωσε και μεταξύ λήθαργου και ξύπνιου τα όνειρα ξαναγύρισαν. Μπορεί πάλι να μην ήταν όνειρα ή να ήταν μισοόνειρα -σαν να τα έφτιαχνε η ίδια ήταν, σαν να κολλούσε εικόνες από το παρελθόν ασύνδετες μεταξύ τους. Ποιος της είχε πάρει τα όνειρά της; Κάποιος την είχε αφήσει μόνη να παλεύει με την πραγματικότητα, οι λογαριασμοί, τα λάστιχα του αυτοκινήτου που έπρεπε να αλλαχθούν, το σέρβις, εκείνο το άτιμο το sms που προειδοποιούσε για την ανανέωση της ασφάλειας, οι βενζίνες, τα ντουβάρια που νότιζαν, η ψυχή που έσταζε κρυφά, γιατί στα φανερά ο ρεαλισμός της ανάγκης της επέβαλε σιωπή και τη λογική που έλεγε «Ε τι να κάνουμε; Μόνο εμείς είμαστε έτσι; Όλος ο κόσμος». Η λογική... Μόνη. Ο συνοδοιπόρος της –έτσι ήθελε να αυτοαποκαλείται– δήλωνε μαστροχαλαστής, επομένως δεν μπορούσε να φτιάξει τίποτε· ότι δεν είχε αίσθηση προσανατολισμού, και πώς να πάει το αυτοκίνητο στο συνεργείο;, ότι ήθελε να ζει τη ζωή στα άκρα· να σκέφτεται τον άνθρωπο στο διάστημα και την καινούρια ζωή εκεί· αν βρέθηκε νερό στον πλανήτη Άρη... Όμως είχε ανάγκη και την παρουσία της να βάζει τάξη στη ζωή του, τάξη στις ντουλάπες του, τάξη στην τσέπη του, ώστε να βγάζει τον μήνα με τα χρήματα που έπαιρνε και να ζει αξιοπρεπώς χωρίς όμως να συμμετέχει στα έξοδα που του εξασφάλιζαν ζεστασιά, ρεύμα, μετακινήσεις... Την εγκατέλειπε στον μεσαίο δρόμο του ρεαλισμού. Και πώς να το αντέξει; Γι’ αυτό κι όταν έχασε το σπίτι της, το ένιωσε σαν εκδρομή, σαν ευκαιρία για μια περιπέτεια επιβίωσης, πάλι επιβίωσης, αλλά με άλλους όρους και με άλλους τρόπους. Η πλάτη της και η ψυχή της δεν άντεχαν άλλη μοναχική πραγματικότητα, με την ψευδαίσθηση μάλιστα ότι υπήρχε ένας συνοδοιπόρος, ούτε καν συγκατοικος, περισσότερο ένοικος ενός ξενοδοχείου, με απαιτήσεις για ποιότητα στις υπηρεσίες. Ο πυρετός στο αντίσκηνο της έδωσε πάλι όνειρα. 
Τέλος της άνοιξης μάζεψε τα πράγματά της, καθάρισε και τακτοποίησε το αντίσκηνο, έγραψε ένα ευχαριστήριο σημείωμα ζητώντας συγγνώμη για την κατανάλωση που είχε κάνει και πήρε την ανηφόρα προς τη δημοσιά. Ξαναγύρισε στην πόλη, βρήκε πάλι μια γωνιά και άρχισε ξανά να παρατηρεί τα πόδια των ανθρώπων. Οι λέξεις τους έπεφταν στα αυτιά της. Πόσο χρονών ήταν πια; Γιατί δεν πέθαινε;

***********

Hugo Simberg, The wounded Angel, 1903

Ο έρωτας χάθηκε στους δρόμους της πόλης. Τριγυρνάει βρώμικος με λερωμένα νύχια και μπερδεμένα μαλλιά. Οι άνθρωποι κάνουν λάθος. Τον ψάχνουν με τη μορφή ενός μικρού αγοριού, ενός παιδιού με φτεράκια. Προκατειλημμένοι από τις εικόνες αιώνων, δεν τον αναγνωρίζουν στο πρόσωπο της άστεγης γριάς. Το πρόσωπό της είναι ζαρωμένο, χωρίς χυμούς, δεν είναι όμορφη, δεν μυρίζει ευχάριστα. Οι άνθρωποι δεν της δίνουν σημασία, την αποκλείουν ευθύς εξαρχής από το οπτικό τους πεδίο, την αποφεύγουν, γι’ αυτό και έπαψαν να ερωτεύονται. Όμως. δεν μπορεί, κάποια στιγμή θα τη δουν. Θα την πλύνουν, θα τη χτενίσουν, θα τη φροντίσουν τρυφερά, θα μαζέψουν από γύρω τα φτεράκια και τα πουπουλάκια που αιωρούνται και θα τα κολλήσουν ξανά στους ώμους της. Θα της δώσουν ένα μπαστουνάκι και θα τη βγάλουν στον δρόμο, να τη δουν οι άνθρωποι και να την αναγνωρίσουν. Αντί γι’ αυτό, τη μάζεψε ένα πρωί το καροτσάκι του Δήμου, μια γριά με άσπρα φτερά, σαν τα μαλλιά της γκρίζα από τη βρωμιά, που ποιος ξέρει που τα είχε βρει και γιατί τα είχε φορέσει. Στο ψυχιατρείο που την έκλεισαν την άφησαν να τριγυρνά με τα φτερά της, σαν έρωτας, ή σαν άγγελος, μαυροφορεμένος και ηλικιωμένος. Αλήθεια, φοράνε μαύρα οι Άγγελοι; Γερνάει ο ροδαλός Έρωτας;
Την ημέρα που η κυρία Κυράνα πέθανε εμφανίστηκαν φτεράκια που αιωρούνταν στον ουρανό, κάποια μπλέχτηκαν στα κλαδιά των δέντρων, κάποια τραυματίστηκαν από τις κεραίες των τηλεοράσεων στις ταράτσες των πολυκατοικιών, κανένα όμως δεν έφτανε στη γη και κανένα δεν καρφώθηκε στα μαλλιά ενός κοριτσιού.  

Carlos Schwabe, Evening Bells, 1891

Δήμητρα Μήττα, «Στο Δόξα Πατρί», εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2016




Σάββατο 11 Απριλίου 2020

Ανακαλύφθηκε γενετικό υλικό 800.000 ετών στα δόντια κανίβαλου. World's oldest human DNA found in 800,000-year-old tooth of a cannibal

Το αρχαιότερο στον κόσμο ανθρώπινο γενετικό υλικό βρέθηκε στα δόντια ενός κανίβαλου Homo antecessor, που ζούσε πριν 800.000 χρόνια στην Ιβηρική. Genetic information from an 800,000-year-old human fossil has been retrieved for the first time. The results shed light on one of the branching points in the human family tree, reaching much further back in time than previously possible. Homo antecessor’s facial features, as seen in this reconstruction of a boy who lived 800,000 years ago in Gran Dolina, Spain, have long puzzled anthropologists. JAVIER TRUEBA/MSF/SCIENCE SOURCE

Επιστήμονες κατάφεραν να εξάγουν από οδοντικό σμάλτο το αρχαιότερο γενετικό υλικό που έχει ποτέ αποκτηθεί, ηλικίας 800.000 ετών, από ένα μυστηριώδη πρόγονο του ανθρώπου (Homo antecessor), το απολίθωμα του οποίου βρέθηκε σε σπήλαιο κοντά στο χωριό Αταπουέρκα της βόρειας Ισπανίας.

Έως τώρα το αρχαιότερο γενετικό υλικό από την ανθρώπινη οικογένεια (Homo) ήταν ηλικίας περίπου 430.000 ετών και είχε βρεθεί επίσης στη Ισπανία. Στο παρελθόν οι επιστήμονες είχαν επίσης κατορθώσει να εξάγουν αρχαίες πρωτεΐνες από απολιθώματα ζώων ηλικίας έως σχεδόν δύο εκατομμυρίων ετών (ενός πιθήκου στην Κίνα).

A protein analysis suggests the supposed cannibal species Homo antecessor was distantly related to humans and Neanderthals. A digital recreation of a Homo antecessor fossil found in Spain. Image credit: Prof. Laura Martín-Francés

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον μοριακό ανθρωπολόγο Φρίντο Βέλκερ του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Nature», κατάφεραν να ανακτήσουν τις αρχαίες πρωτεΐνες από το απολιθωμένο δόντι με τη χρήση της μεθόδου της παλαιοπρωτεομικής, η οποία επιτρέπει την εξαγωγή γενετικού υλικού από πρωτεΐνες και όχι από DNA, το οποίο δεν μπορεί να αντέξει τόσο πολύ στο χρόνο.

Είναι πιθανό ότι ο Homo antecessor (σημαίνει «πρόγονος του Homo») εμφανίστηκε πριν περίπου ένα εκατομμύριο χρόνια στη νοτιοδυτική Ασία, πιθανώς στη Μέση Ανατολή, από όπου κινήθηκε προς τα δυτικά. Αν και δεν είναι πολλά πράγματα γνωστά γι' αυτόν, υπάρχουν βάσιμες ενδείξεις ότι υπήρξε κανίβαλος.

Skeletal remains of Homo antecessor — an archaic relative of modern humans — found in Spain. Image: © Prof. José María Bermúdez de Castro

Στο παρελθόν ορισμένοι επιστήμονες είχαν υποστηρίξει ότι ο Homo antecessor ήταν ο τελευταίος κοινός πρόγονος της εξελικτικής γραμμής που οδήγησε στον «έμφρονα» άνθρωπο (Homo sapiens) και στον «ξάδερφο» του Νεάντερταλ. Η γενετική ανάλυση έδειξε όμως ότι ο Homo antecessor υπήρξε αρκετά διαφορετικός για να ενταχθεί στο ίδιο εξελικτικό δέντρο με τους Homo sapiens και τους Νεάντερταλ.

Πιθανώς, σύμφωνα με τους ερευνητές, πρόκειται για «αδελφό είδος» του κοινού προγόνου, δηλαδή ήταν στενός συγγενής του τελευταίου κοινού προγόνου των σύγχρονων ανθρώπων και των Νεάντερταλ.





Παρασκευή 10 Απριλίου 2020

Βρέθηκε το αρχαιότερο μικροσκοπικό σκοινί ηλικίας έως 50.000 ετών. Oldest ever piece of string was made by Neanderthals 50,000 years ago

Εκτιμάται ότι κατασκευάστηκε από Νεάντερταλ, γεγονός που επιβεβαιώνει περαιτέρω τις ολοένα μεγαλύτερες ικανότητές τους, αντίθετα με την παλαιότερη πρωτόγονη εικόνα τους. Could Neanderthals make rafts? Three-ply cord fragment found in the Abri du Maras cave is 41,000 to 52,000 years old and indicates complexity in thinking and manufacture. Scanning electron microscope photo of Neanderthal cord from Abri du Maras. Credit: M-H. Moncel

Ένα μικροσκοπικό κομμάτι σκοινιού ηλικίας 41.000 έως 52.000 ετών, μήκους μόλις έξι χιλιοστών και πλάτους μισού χιλιοστού, το οποίο ανακαλύφθηκε στο σπήλαιο Αμπρί ντι Μαρά της νοτιοανατολικής Γαλλίας, 50 χιλιόμετρα βόρεια της Αβινιόν, είναι το αρχαιότερο δείγμα χρήσης φυσικών ινών για τη δημιουργία «σπάγκου», που έχει ποτέ βρεθεί.

Εκτιμάται ότι κατασκευάστηκε από Νεάντερταλ, γεγονός που επιβεβαιώνει περαιτέρω τις ολοένα μεγαλύτερες ικανότητές τους, αντίθετα με την παλαιότερη πρωτόγονη εικόνα τους.

A close-up of modern flax cordage showing twisted-fiber construction.
A close-up of modern flax cordage showing twisted-fiber construction. Credit: S. Deryck

Οι ερευνητές από τις ΗΠΑ και τη Γαλλία, με επικεφαλής τον Μπρους Χάρντι του Κολλεγίου Κένιον του Οχάιο, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Scientific Reports», ανέφεραν ότι o «σπάγκος» αποτελείται από τρεις πλεγμένες ίνες, προσαρτημένες πάνω σε ένα λεπτό λίθινο εργαλείο κοπής, μήκους έξι εκατοστών. Πιθανώς το πρωτόγονο νήμα είχε τυλιχτεί για να βοηθήσει στην καλύτερη λαβή του εργαλείου ή αποτελούσε τμήμα κάποιου διχτυού ή σάκου όπου βρισκόταν το εργαλείο.

Η μικροσκοπική και φασματοσκοπική ανάλυση αποκάλυψε ότι οι φυτικές ίνες είχαν ληφθεί από τον εσωτερικό κορμό κάποιου δέντρου, πιθανώς κωνοφόρου. Οι επιστήμονες θεωρούν ότι η δημιουργία του σκοινιού απαιτούσε εκτεταμένη γνώση της ανάπτυξης και εποχικότητας των δέντρων που χρησιμοποιούνταν ως πρώτη ύλη.

Excavation work at the Abri du Maras cave in France,  where Neanderthals made string. Credit: Marie-Hélène Moncel

Πριν από αυτήν την ανακάλυψη, τα αρχαιότερα ίχνη νήματος από ίνες είχαν ανακαλυφθεί στο Ισραήλ, χρονολογούνταν περίπου προ 19.000 ετών και θεωρούνται δημιούργημα του «έμφρονος» ανθρώπου (Homo sapiens). Το νέο εύρημα στη Γαλλία -σε μία περιοχή που τότε δεν είχε κατοικηθεί ακόμη από Homo sapiens αλλά μόνο από Νεάντερταλ- δείχνει ότι τελικά η τεχνική της δημιουργίας πρωτόγονων σκοινιών είναι πολύ παλαιότερη. Δεν αποτελεί καν κατάκτηση του Homo sapiens, αλλά ήταν ήδη γνωστή στους ξαδέρφους μας Νεάντερταλ, οι οποίοι έζησαν πριν από περίπου 300.000 έως 28.000 χρόνια. Δεν αποκλείεται να μπορούσαν να φτιάχνουν μεγαλύτερα σκοινιά, ρούχα, δίχτυα κ.ά.




Πέμπτη 9 Απριλίου 2020

Μοναξιά όπως πείνα: Η κοινωνική απομόνωση αφήνει στον εγκέφαλο παρόμοιο αποτύπωμα. The Loneliness of the “Social Distancer” Triggers Brain Cravings Akin to Hunger

Edward Hopper, Elevan A.M., 1926. Αμερικανοί επιστήμονες βρήκαν ότι η κοινωνική απομόνωση και η πείνα αφήνουν το ίδιο περίπου νευρωνικό αποτύπωμα στον εγκέφαλο. A study on isolation’s neural underpinnings implies many may feel literally “starved” for contact amid the COVID-19 pandemic.

Μερικοί από τους ανθρώπους που έχουν υποχρεωθεί να μένουν σπίτι τους, λόγω των περιοριστικών μέτρων εξαιτίας του κορονοϊού, φαίνεται να «πεινάνε» για κοινωνικές επαφές, όπως όταν θέλουν να φάνε. Αμερικανοί επιστήμονες βρήκαν ότι η κοινωνική απομόνωση και η πείνα αφήνουν το ίδιο περίπου νευρωνικό αποτύπωμα στον εγκέφαλο.

Οι ερευνητές ξεκίνησαν πριν τρία χρόνια να μελετήσουν το νευρωνικό αποτύπωμα της μοναξιάς στον εγκέφαλο, αλλά η έρευνά τους έγινε πλέον ακόμη πιο επίκαιρη λόγω της πανδημίας και της...κλεισούρας που αυτή έχει εξ ανάγκης φέρει.

Eugene Higgins, Hunger under a Bridge, 1912. It is the first study in humans to show that both loneliness and hunger share signals deep in a part of the brain that governs very basic impulses for reward and motivation. The findings point to one telling conclusion: our need to connect is apparently as fundamental as our need to eat.

Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου ΜΙΤ των ΗΠΑ, με επικεφαλής τις νευροεπιστήμονες Λίβια Τόμοβα και Ρεμπέκα Σαξ, που έκαναν τη σχετική προδημοσίευση στο bioRxiv, σύμφωνα με το «Scientific American», βρήκαν για πρώτη φορά ότι τόσο η μοναξιά όσο και η πείνα προκαλούν κοινά σήματα σε μια ζωτική περιοχή του εγκεφάλου, τη μέλαινα ουσία (substantia nigra), που είναι το κέντρο παραγωγής του βασικού νευροδιαβιβαστή ντοπαμίνης και ελέγχει τόσο τις ανταμοιβές όσο και τα κίνητρα.

Οι επιστήμονες μελέτησαν με λειτουργική μαγνητική τομογραφία (fMRI) τις εγκεφαλικές αντιδράσεις 40 ενηλίκων εθελοντών τόσο απέναντι στην πείνα, όσο και απέναντι στη μοναξιά. Το πείραμα -σε συνθήκες εργαστηρίου- επέβαλε στους συμμετέχοντες αρχικά μια στέρηση τροφής για δέκα ώρες (μόνο νερό μπορούσαν να πιουν) και έπειτα στέρηση κάθε κοινωνικής επαφής για άλλες δέκα ώρες (χωρίς καν χρήση τηλεφώνου ή υπολογιστή).

Ακολούθησε ανάλυση των ευρημάτων με τη βοήθεια συστήματος τεχνητής νοημοσύνης, το οποίο «διάβασε» τα νευρωνικά πρότυπα, που ήταν αρκετά όμοια. Το βασικό συμπέρασμα είναι ότι η ανάγκη κοινωνικής διασύνδεσης και επαφής είναι τόσο θεμελιώδης όσο η ανάγκη της τροφής.

«Η μελέτη δείχνει πως η χρόνια κοινωνική απομόνωση μπορεί να μοιάζει με το χρόνιο υποσιτισμό. Τα ευρήματα δίνουν όνομα σε αυτό που αμέτρητοι άνθρωποι βιώνουν σήμερα: την πείνα για κοινωνικές επαφές όσο μένουν στο σπίτι για να προστατεύσουν τη δημόσια υγεία», ανέφερε ο ψυχολόγος Τζαμίλ Ζάκι του Πανεπιστημίου Στάνφορντ της Καλιφόρνια, ειδικός σε θέματα κοινωνικών αλληλεπιδράσεων και ενσυναίσθησης.

Ήταν ήδη γνωστό ότι η μοναξιά και η απομόνωση έχουν τόσο ψυχικές, όσο και σωματικές επιπτώσεις: μεγαλύτερη πιθανότητα για καρδιοπάθειες, εγκεφαλικά, άνοια, παχυσαρκία, κατάθλιψη, στρες, κακή διάθεση, αϋπνία, δυσκολία συγκέντρωσης κ.α. Μια έρευνα είχε εκτιμήσει ότι η παρατεταμένη μοναξιά ισοδυναμεί με το κάπνισμα 15 τσιγάρων τη μέρα, σύμφωνα με την ψυχίατρο δρα Σου Βάρμα του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης.

Μια άλλη μελέτη (μετα-ανάλυση) του 2015 από ερευνητές του αμερικανικού Πανεπιστημίου Brigham Young της Γιούτα, με επικεφαλής την ψυχολόγο-νευροεπιστήμονα Τζούλια Χολτ-Λούνσταντ, η οποία είχε επισκοπήσει στοιχεία 70 ερευνών για συνολικά 3,4 εκατομμύρια ανθρώπους, είχε βρει ότι η αίσθηση μοναξιάς μπορεί να αυξήσει έως 26% τον κίνδυνο πρόωρου θανάτου, ενώ η κοινωνική απομόνωση κατά 29% και η μοναχική ζωή κατά 32%.

Όπως η πείνα και η δίψα, η μοναξιά «πονάει», σύμφωνα με τους εξελικτικούς ψυχολόγους, επειδή από πολύ παλιά εξυπηρετεί ένα σκοπό: δρα σαν ψυχοβιολογικό «καμπανάκι» για να ωθήσει τους ανθρώπους να αναζητήσουν την κοινωνική διασύνδεση με τους άλλους, καθώς κάτι τέτοιο θα αποβεί επωφελές για την επιβίωση όλων. Είναι ακριβώς γι' αυτό διπλά δύσκολο -σαν να πηγαίνει κανείς κόντρα στις επιταγές της εξέλιξης- όταν συνειδητοποιεί ότι, εν μέσω πανδημίας, το κοινωνικό καθήκον του και η ευθύνη του απέναντι στους άλλους απαιτούν να κρατηθεί μακριά τους για ένα διάστημα.

Με άλλα λόγια, η πανδημία και η μαζική καραντίνα υποχρεώνουν τον ανθρώπινο εγκέφαλο να κάνει το αντίθετο από αυτό που έχει μάθει να κάνει επί πολλές χιλιάδες χρόνια προκειμένου να επιβιώσει: να είναι μαζί με τους άλλους. Γι' αυτό, άλλωστε, εν μέσω πανδημίας έχουν «απογειωθεί» οι πλατφόρμες βιντεοδιασκέψεων (Zoom, Webex κ.α.), το Skype, το Facebook κ.α., καθώς η εξ αποστάσεως online επαφή έρχεται -χάρη σε μια τεχνολογία που ποτέ πριν στην ιστορία δεν υπήρχε- να αντικαταστήσει τη φυσική επαφή.

«Οι εγκέφαλοι μας έχουν μάθει μέσα από βάναυσα εξελικτικά μαθήματα ότι η κοινωνική απομόνωση συνιστά καταδίκη σε θάνατο. Οι βιντεοδιασκέψεις μπορούν να βοηθήσουν, αλλά απαιτούν περισσότερη δουλειά από τον εγκέφαλο από ό,τι η φυσική παρουσία», σύμφωνα με το νευροεπιστήμονα Τζέιμς Κόαν του Πανεπιστημίου της Βιρτζίνια.

Από την άλλη, η μοναξιά μπορεί να εξελιχτεί σε παγίδα. Ο νέος κορονοϊός «σάρωσε» τη Γη σε μια εποχή που περισσότεροι άνθρωποι ζουν μόνοι τους από κάθε άλλη εποχή στην ανθρώπινη ιστορία, σύμφωνα με το «New Yorker». Ενδεικτικά, στη Στοκχόλμη, πρωτεύουσα της Σουηδίας, περίπου δύο στα τρία νοικοκυριά αποτελούνται από ένα μόνο άτομο.

Η πανδημία δεν μπορεί παρά να επιδεινώνει τη μοναξιά μερικών ανθρώπων. Ελπίδα των ψυχολόγων και ψυχιάτρων είναι ότι το πρόβλημα θα είναι προσωρινό και δεν θα αποκτήσει χρόνια χαρακτηριστικά ψυχικής διαταραχής. Όμως ορισμένοι άνθρωποι, ακόμη και μετά τη λήξη των περιοριστικών μέτρων, θα δυσκολευθούν ψυχολογικά να βγουν από την απομόνωση τους. Οι ψυχολόγοι υπενθυμίζουν τις περιπτώσεις ανθρώπων που σώθηκαν από τα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης και, παρόλο που στη συνέχεια έφτιαξαν τη ζωή τους, συνέχισαν να αποθηκεύουν τρόφιμα στο σπίτι τους, καθώς το τραύμα είχε αποτυπωθεί στο νου και στην ψυχή τους.

«Όπως ανησυχούμε για την επερχόμενη οικονομική ύφεση, θα έπρεπε ίσως να ανησυχούμε και για μια κοινωνική ύφεση, ένα συνεχιζόμενο μοτίβο κοινωνικής αποστασιοποίησης πέρα από την πανδημία, κάτι που θα έχει ευρύτερες κοινωνικές επιπτώσεις, ιδίως για τους πιο ευάλωτους», σύμφωνα με τη δρα Τζούλια Χολτ-Λούνσταντ.








Τετάρτη 8 Απριλίου 2020

Πυρηνικές δοκιμές λύνουν το «μυστήριο» της ηλικίας των μεγαλύτερων ψαριών της Γης. Nuclear Testing During the Cold War Reveals True Whale Shark Age

Ένα «μυστήριο» σχετικά με το μεγαλύτερο ψάρι του κόσμου, τον φαλαινοκαρχαρία, λύθηκε χάρη στη χρήση δεδομένων από δοκιμές ατομικών/ πυρηνικών όπλων του Ψυχρού Πολέμου, που επέτρεψαν τον υπολογισμό της ηλικίας των πλασμάτων του συγκεκριμένου είδους. Radiocarbon dating from cold-war era nuclear bomb testing has been used to positively identify the ages and growth rate of whale shark specimens, according to a new paper published in the online journal Frontiers in Marine Science. Whale sharks are increasingly the subject of conservation efforts, but their numbers are still in decline. Photo: Shutterstock

Η σχετική ανακάλυψη, η οποία δημοσιεύτηκε στο Frontiers in Marine Science, αναμένεται να βοηθήσει στη διάσωση του είδους, το οποίο θεωρείται επαπειλούμενο.

Η μέτρηση της ηλικίας των φαλαινοκαρχαριών (Rhincodon typus) ήταν δύσκολη επειδή, όπως όλοι οι καρχαρίες, δεν έχουν ωτόλιθους, που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό της ηλικίας άλλων ψαριών. Οι σπονδυλικές στήλες των φαλαινοκαρχαριών διαθέτουν χαρακτηριστικά σαν τους δακτυλίους στους κορμούς των δέντρων, που αυξάνονταν σε αριθμό καθώς το ζώο μεγάλωνε ηλικιακά. Ωστόσο, κάποιες μελέτες έχουν δείξει πως νέος δακτύλιος σχηματιζόταν κάθε χρονιά, ενώ άλλες έδειχναν κάθε έξι μήνες.

Επιστήμονες των οποίων ηγήθηκαν οι Τζόις Ονγκ (Rutgers University), Στίβεν Καμπάνα (University of Iceland) και Μαρκ Μίκαν (Australian Institute of Marine Science) στράφηκαν αλλού για να υπολογίσουν την ηλικία: Στη ραδιενεργή «κληρονομιά» που άφησε πίσω της η κούρσα πυρηνικών εξοπλισμών του Ψυχρού Πολέμου.

Κατά τις δεκαετίες του 1950 και του 1960 έλαβαν χώρα πολλές πυρηνικές δοκιμές από διάφορες χώρες, με πολλές από αυτές τις εκρήξεις να λαμβάνουν χώρα σε ύψος αρκετών χιλιομέτρων. Ως αποτέλεσμα, διπλασιάστηκε προσωρινά στην ατμόσφαιρα η παρουσία ενός ισοτόπου, του άνθρακα 14. Ο άνθρακας 14 συναντάται και στη φύση και συχνά χρησιμοποιείται από αρχαιολόγους και ιστορικούς για τη χρονολόγηση αρχαίων οστών και αντικειμένων. Ο ρυθμός αποσύνθεσής του είναι σταθερός και μετριέται εύκολα, οπότε και ενδείκνυται για τη χρονολόγηση οτιδήποτε ηλικίας άνω των 300 ετών. Ωστόσο υπάρχει και ως αποτέλεσμα πυρηνικών εκρήξεων: Τα κατάλοιπα των πυρηνικών δοκιμών αφήνονταν στην αρχή στον αέρα και μετά στους ωκεανούς. Το ισότοπο σταδιακά έφτασε, μέσω της τροφικής αλυσίδας, σε κάθε ζωντανό πλάσμα στη Γη, με αποτέλεσμα μια «ταμπέλα» αυξημένου άνθρακα 14- μια «υπογραφή» που συνεχίζει να υπάρχει.

Το ραδιοϊσότοπο αυτό συνεχίζει να αποσυντίθεται σταθερά, κάτι που σημαίνει ότι η ποσότητα που περιέχεται σε οστά που σχηματίστηκαν κάποια χρονική στιγμή στο παρελθόν θα είναι ελαφρώς αυξημένη από ό,τι αυτή που περιέχεται σε ίδια οστά που σχηματίστηκαν νωρίτερα.

Whale shark vertebra sample showing the banding used to determine the animal's age. Photo: Meekan et al/Frontiers in Marine Science

Οι ερευνητές άρχισαν να κάνουν δοκιμές στα επίπεδα άνθρακα 14 σε δύο πτώματα φαλαινοκαρχαριών από το Πακιστάν και την Ταϊλάνδη, με αποτέλεσμα τον ακριβή υπολογισμό της συχνότητας σχηματισμού των «δακτυλίων ανάπτυξης» των καρχαριών- και ως εκ τούτου της ηλικίας τους. «Ανακαλύψαμε πως ένας δακτύλιος εναποτίθετο σίγουρα κάθε χρόνο» είπε ο Μίκαν. «Αυτό είναι πολύ σημαντικό επειδή αν υποτιμήσεις ή υπερτιμήσεις τους ρυθμούς ανάπτυξης θα καταλήξεις σε μια στρατηγική διαχείρισης που δεν λειτουργεί, και θα δεις τον πληθυσμό να καταποντίζεται».

Despite an increase in research in recent years, little is known about Whale shark behavior. Photo: Shutterstock

Όπως διαπιστώθηκε, το ένα από τα δείγματα ήταν ηλικίας 50 ετών κατά τον θάνατό του- την πρώτη φορά που επιβεβαιώνεται χωρίς αμφιβολία μια τέτοια ηλικία.

Πηγές: Annual Bands in Vertebrae Validated by Bomb Radiocarbon Assays Provide Estimates of Age and Growth of Whale SharksFrontiers in Marine Science, 2020; 7 DOI: 10.3389/fmars.2020.00188 - http://divemagazine.co.uk/eco/8886-cold-war-bombs-reveal-whale-shark-aging - https://www.naftemporiki.gr/story/1587025/purinikes-dokimes-lunoun-to-mustirio-tis-ilikias-ton-megaluteron-psarion-tis-gis




Τρίτη 7 Απριλίου 2020

Ο Σαίξπηρ, η πανώλη και ο «Ληρ». Shakespeare Wrote His Best Works During a Plague

Η φονική επιδημία στιγμάτισε πολλαπλά τον ελισαβετιανό βάρδο. Ταυτόχρονα, όμως, στάθηκε και η αφορμή για μερικές από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του. From plagues to poxes, the playwright never shied away from the medical crises of his day. A 19th-century engraving imagining William Shakespeare's family life. Credit: Wikimedia Commons

Μια καλοκαιρινή ημέρα του 1564, ο νεαρός μαθητευόμενος κάποιου υφαντουργού σε μια κωμόπολη της βρετανικής επαρχίας άφηνε την τελευταία του πνοή. Το γεγονός πέρασε στα ψιλά των τοπικών αρχείων και θα εθεωρείτο ασήμαντο εάν δίπλα στο όνομα του αγοριού δεν είχαν καταγραφεί τρεις λέξεις που προκαλούσαν τρόμο: πέθανε από πανώλη.

Εκείνο το καλοκαίρι ο ανθρώπινος φόρος που κατέβαλε η εν λόγω κωμόπολη εξαιτίας της νέας επιδημικής έξαρσης της φονικής ασθένειας ήταν βαρύς. Το ποιος ζούσε και ποιος πέθαινε ήταν καθαρά θέμα τύχης. Ενα σπίτι ξεκληριζόταν ενώ το διπλανό παρέμενε αλώβητο.

Κάπου εκεί, λοιπόν, στην οδό Χένλεϊ, ένα ζευγάρι που είχε χάσει τα δύο μεγαλύτερα παιδιά του  σε προηγούμενες επιδημίες πανώλης, κλείδωνε την πόρτα και σφράγιζε τα παράθυρα του σπιτιού του σε μια απελπισμένη προσπάθεια να σώσει τον μικρότερο γιο του, ηλικίας τριών μόλις μηνών. Οι γονείς γνώριζαν ότι οι ελπίδες δεν ήταν με το μέρος τους. Ήταν σαν να έστριβαν ένα νόμισμα που έγερνε αποφασιστικά προς την κορόνα, κι αυτοί είχαν στοιχηματίσει τη ζωή του παιδιού τους στα γράμματα. Μπορεί εύκολα να φανταστεί κανείς την ανακούφισή τους όταν, τρεις μήνες αργότερα, το κακό υποχωρούσε σε εκείνη την κωμόπολη – Στράτφορντ το όνομά της – και ο μικρός είχε κατορθώσει να παραμείνει ζωντανός. Τον έλεγαν Γουίλιαμ Σαίξπηρ…

Την παραπάνω ιστορία περιγράφει ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Μπεν Κοέν στο πρόσφατο βιβλίο του με τίτλο «The Hot Hand: Τhe Mystery and Science of Streaks» (Custom House/2019). Mέσα από το πρίσμα των δύσκολων ημερών που βιώνουμε, το απόσπασμα αποκτά τραγική επικαιρότητα.

Μία από τις πολλές εικασίες που σχετίζονται με τον ελισαβετιανό βάρδο ήταν ότι είχε αποκτήσει ανοσία στην ασθένεια επειδή είχε εκτεθεί σε αυτήν από τόσο μικρή ηλικία. Μια άλλη τον ήθελε να έχει επιζήσει επειδή οι γονείς του φρόντιζαν να τον κρατούν πάντα σε δωμάτιο που έκαιγε δυνατή φωτιά ώστε να απομακρύνονται οι ψύλλοι, από το τσίμπημα των οποίων μεταδιδόταν η πανώλη. Το σίγουρο είναι πως η αρρώστια έπληξε έντονα τόσο το στενό όσο και το ευρύτερο περιβάλλον του Σαίξπηρ. Έχασε αδελφούς και αδελφές, ενώ ορισμένοι μελετητές θεωρούν ότι ήταν και η αιτία της απώλειας του γιου του, σε ηλικία 11 μόλις ετών. Παράλληλα, είδε να πεθαίνουν συνάδελφοι και φίλοι, συνεργάτες και ανταγωνιστές.

«Λουκέτο» στα θέατρα

Why Shakespeare would have been obsessed with coronavirus
A 17th-century woodcut shows the disposal of bodies during a plague. Credit: Universal Images Group

Σε κάθε νέα έξαρση της επιδημίας της πανώλης τα θέατρα στο Λονδίνο έκλειναν, με αποτέλεσμα όλοι όσοι κινούταν στον χώρο του θεάματος να αντιμετωπίζουν πρόβλημα επιβίωσης και να επαφίενται στη γενναιοδωρία του βασιλιά. Ο συνωστισμός αλλά και οι αντιδράσεις του κοινού στο «ζωντανό» θέαμα – το γέλιο, το δάκρυ, ο βήχας – θεωρούνταν τρόποι περαιτέρω διάδοσης της επιδημίας. Πέρα από τους ιατρικούς λόγους, βέβαια, υπήρχαν και θρησκευτικοί. Κάποιοι ιερωμένοι υποστήριζαν ότι «αιτία της πανώλης είναι η αμαρτία» και «αιτία της αμαρτίας είναι το θέατρο». Επομένως, σύμφωνα με τη λογική τους, «αιτία της πανώλης είναι το θέατρο…».

Επρόκειτο, είναι αλήθεια, για μια αρρώστια φρικτή. Μια οξεία λοιμώδη νόσο που ενέσκηπτε κατά καιρούς στο ελισαβετιανό Λονδίνο όπου οι συνθήκες υγιεινής ήταν κακές, ενώ παράλληλα δεν υπήρχε αποχετευτικό σύστημα. Τα συμπτώματα περιλάμβαναν πυρετό, ρίγη, πονοκέφαλο, μυϊκούς πόνους και κατά περίπτωση εξογκώματα σε διάφορα μέρη του σώματος, μαυρισμένο δέρμα (εξ ου και «Μαύρος Θάνατος», όπως αποκαλούνταν συχνά), δύσπνοια, απώλεια συνείδησης, παραλήρημα και τελικά θάνατο. Η νόσος κυριολεκτικά «θέριζε» βρέφη και μικρά παιδιά ενώ γενικότερα έπληττε, κατά κανόνα, άτομα ως 35 ετών.

Παρ’ όλο που «η πανώλη ήταν ο ισχυρότερος παράγοντας διαμόρφωσης της ζωής του Σαίξπηρ και των συγχρόνων του», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο καθηγητής Τζόναθαν Μπέιτ, ένας από τους πολλούς βιογράφους του, για  τους θεατρικούς συγγραφείς της εποχής το θέμα αποτελούσε ταμπού. Στις περιόδους ύφεσης όπου τα θέατρα άνοιγαν και πάλι, απέφευγαν να αναφέρονται στο θέμα. Το κοινό δεν ήθελε να βλέπει επί σκηνής τη σκληρή πραγματικότητα, έστω κι αν ήταν το μοναδικό πράγμα που υπήρχε στο μυαλό του. Αντιθέτως, κατέφευγε στο θέαμα προκειμένου να ξεφύγει από αυτήν. Το να μιλήσεις για την πανώλη ήταν, όπως χαρακτηριστικά γράφει και πάλι ο Κοέν, «σαν να βλέπεις μια ταινία για κάποιο αεροπορικό δυστύχημα τη στιγμή που πετάς στα 35.000 πόδια».

«Ρωμαίος και Ιουλιέτα» με χάπι εντ

British actors Olivia Hussey and Leonard Whiting join hands in 'Romeo and Juliet'. (Larry Ellis/Express/Getty Images)

Ωστόσο για τον Σαίξπηρ τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Η πανώλη αποδείχθηκε το «μυστικό του όπλο». Κατάφερε να την εκμεταλλευθεί με τρόπο δημιουργικό. Όπως υποστηρίζουν έγκριτοι μελετητές του, στη διάρκεια επιδημικών εξάρσεων εμπνεύστηκε μερικά από τα διασημότερα έργα του ενώ η νόσος αποδείχθηκε το «κλειδί» για την εξέλιξη κάποιων άλλων.

Το παράδειγμα του «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» – το οποίο γράφτηκε λίγο μετά την επιδημία του 1593 που κράτησε για μεγάλο διάστημα κλειστά τα θέατρα – είναι χαρακτηριστικό. Η ιστορία είναι γνωστή σε αδρές γραμμές. Οι δύο νέοι ερωτεύονται αλλά η ένωσή τους εμποδίζεται καθώς οι οικογένειές τους είναι ορκισμένοι εχθροί. Τελικά αυτοκτονούν. Πώς όμως φτάνουμε στο τραγικό φινάλε; Ίσως κάποιοι θυμούνται χαλαρά την κατάρα του Μερκούτιου – φίλου του Ρωμαίου – την ώρα που πεθαίνει λαβωμένος από τον Τυβάλτη, εξάδελφο της Ιουλιέτας: Πανούκλα στα σπίτια και των δυο σας! λέει καθώς ψυχορραγεί (σε ορισμένες από τις γνωστότερες ελληνικές μεταφράσεις η λέξη «πανούκλα» αποδίδεται ως «κατάρα» ή «ανάθεμα»).

Ωστόσο, ο ρόλος της πανώλης είναι πολύ πιο αποφασιστικός στην τραγική εξέλιξη της ιστορίας. Στην προσπάθειά της να αποφύγει τον αθέλητο γάμο με τον Πάρη που της ετοιμάζει ο πατέρας της, η Ιουλιέτα στρέφεται για βοήθεια στον ιερέα Λαυρέντιο, ο οποίος καταστρώνει ένα σχέδιο: θα της δώσει να πιει ένα υγρό που θα την κάνει να φαίνεται νεκρή για 42 ώρες ώστε να πειστούν οι γονείς της για τον θάνατό της και ταυτόχρονα θα στείλει μια επιστολή στον εξόριστο Ρωμαίο ενημερώνοντάς τον σχετικά με το πώς θα σμίξει με την αγαπημένη του. Το γράμμα όμως δεν θα φτάσει ποτέ στον νεαρό ερωτευμένο. Ο απεσταλμένος του Λαυρέντιου, μοναχός Ιωάννης, δεν θα καταφέρει να το παραδώσει. Αναζητεί βοήθεια στο πρόσωπο ενός φίλου ο οποίος, όμως, έχει πάει να συμπαρασταθεί σε ένα σπίτι «χτυπημένο» από την πανούκλα. Οι φρουροί της πόλης τούς εντοπίζουν και θεωρώντας πως και οι δύο βρίσκονταν στο σπίτι όπου «ο μολυσματικός λοιμός βασίλευε» τους θέτουν σε καραντίνα εμποδίζοντας το ταξίδι του Ιωάννη στη Μάντουα. Έτσι, ο Ρωμαίος νομίζοντας ότι η αγαπημένη του είναι όντως νεκρή αυτοκτονεί, κι αυτή όταν περνά η επήρεια του υγρού και ξυπνά, απελπισμένη θέτει επίσης τέρμα στη ζωή της. Τι θα είχε συμβεί, όμως, αν είχε παραδοθεί η επιστολή στον Ρωμαίο; Η πασίγνωστη αυτή νεανική ιστορία αγάπης θα μπορούσε να έχει, άραγε, ένα ευτυχισμένο τέλος αντί για τη γνωστή τραγική κατάληξη;

Στην εποχή του κορωνοϊού

English actor and producer John Gielgud on the throne in a production of Shakespeare's 'King Lear'. (Gordon Anthony/Getty Images)

«Ο Σαίξπηρ θα είχε γίνει μανιακός με τον κορωνοϊό» ήταν ο τίτλος ενός πρόσφατου δημοσιεύματος της βρετανικής εφημερίδας «Telegraph». Η συντάκτρια υπογραμμίζει τη συχνή χρήση των ασθενειών από τον Σαίξπηρ σε όλα σχεδόν τα έργα του, πολλές φορές εν είδει κατάρας ανάμεσα στους χαρακτήρες. Όσο πιο βαριά η νόσος, τόσο μεγαλύτερη η κατάρα.

Στο πλαίσιο αυτό, η πανώλη είχε την τιμητική της. Ωστόσο, ο Κοέν υποστηρίζει ότι ο ρόλος της στην εξέλιξη του «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» είναι μηδαμινός σε σχέση με τη χρήση της από τον συγγραφέα αργότερα στην καριέρα του.

Από τις αρχές του 1605 ως το τέλος του 1606 οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι ο Σαίξπηρ έγραψε τον «Βασιλιά Ληρ», τον «Μάκβεθ» και το «Αντώνιος και Κλεοπάτρα». Μέχρι σχετικά πρόσφατα η κυρίαρχη άποψη ήθελε τον συγγραφέα να γράφει δύο έργα τον χρόνο. Ήταν, όμως, πράγματι έτσι;  Ο Τζέιμς Σαπίρο, συγγραφέας του βιβλίου «Η χρονιά του Ληρ: Ο Σαίξπηρ το 1606» (“The Year of Lear: Shakespeare in 1606”) διαφωνεί. Θεωρεί πως η εν λόγω άποψη προέκυψε κάπως αυθαίρετα, απλώς μοιράζοντας τα έργα στα χρόνια κατά τα οποία έγραφε. Αν, δηλαδή, είχε γράψει 10 έργα σε πέντε χρόνια, αυτό για ορισμένους σήμαινε δύο έργα τον χρόνο. Ο ίδιος υποστηρίζει ότι ο συγγραφέας έγραφε τα έργα του σε «συστάδες». Περνούσε περιόδους θερμές και ψυχρές δημιουργικά. «Όταν βλέπεις ότι τα έργα αυτά γράφτηκαν τόσο κοντά χρονικά αρχίζεις να σκέφτεσαι τί είναι αυτό που προκάλεσε τέτοια δημιουργική έκρηξη σε τόσο σύντομο διάστημα» υποστηρίζει.

Η απάντηση βρίσκεται σε άλλη μία επιδημία πανώλης η οποία ξέσπασε το καλοκαίρι του 1606 και απεδείχθη ιδιαιτέρως φονική. Πριν από δύο χρόνια, είχε εκδοθεί ένα διάταγμα σύμφωνα με το οποίο τα θέατρα έκλειναν σε περίπτωση που οι νεκροί υπερέβαιναν τους 30 την εβδομάδα. Η νέα έξαρση ήταν τόσο έντονη ώστε ο βασιλιάς Ιάκωβος, φοβούμενος ότι το Κοινοβούλιο δεν θα μπορέσει να συνεδριάσει προκειμένου να επικυρώσει τα σχέδιά του περί της ένωσης Σκωτίας και Αγγλίας πριν από τα Χριστούγεννα, ζήτησε από το Συμβούλιο του Στέμματος να εντείνει τις προσπάθειές του προκειμένου να ελεγχθεί η επιδημία. Τα μέλη του, από την πλευρά τους, ζήτησαν μεγαλύτερη εγρήγορση από τις τοπικές αρχές για να εισπράξουν, όμως, παράπονα: οι Λονδρέζοι έσβηναν τους κόκκινους σταυρούς με τους οποίους «μαρκάρονταν» τα σπίτια των αρρώστων που βρίσκονταν σε καραντίνα. Τελικά, δόθηκε η υπόσχεση ότι θα γίνουν οι απαραίτητες ενέργειες ώστε να χρησιμοποιηθούν ανθεκτικότερα χρώματα, με βάση το λάδι, αντ’ αυτών με βάση το νερό που χρησιμοποιούνταν ως τότε και επέτρεπαν το σβήσιμο…

Αναπάντεχη επιτυχία

A symbolic quill is placed in the hand of a statue of William Shakespeare, marking the 450th anniversary of his birth inside Holy Trinity Church in Stratford-upon-Avon, April 26, 2014. (Reuters)

Μέσα σε αυτό το κλίμα, ο Σαίξπηρ και ο θίασός του, οι «Άνθρωποι του Βασιλιά» (The Kings Men) αναγκάστηκαν να υποστείλουν τη σημαία του θεάτρου Globe και να γίνουν πιο δημιουργικοί σε σχέση με τις παραστάσεις τους. Καθώς ταξίδευαν στη βρετανική ύπαιθρο, κάνοντας στάσεις σε αγροτικές περιοχές που δεν είχαν «χτυπηθεί» από την πανώλη, ο Σαίξπηρ ένιωσε ότι το γράψιμο ήταν η καλύτερη χρήση του χρόνου του. «Αυτή η κατάσταση σήμαινε ότι για πρώτη φορά από τις αρχές της δεκαετίας του 1590 είχε ελεύθερο χρόνο να συνεργαστεί με άλλους συγγραφείς» γράφει ο Σαπίρο αναφερόμενος σε μια πρακτική της εποχής. Μέσα σε αυτό το κλίμα, γεννήθηκαν οι τρεις αριστουργηματικές τραγωδίες.

Παράλληλα, υπογραμμίζει ο Κοέν, ο Σαίξπηρ «ωφελήθηκε» από την επιδημία καθώς η πανώλη εξαφάνισε τον ανταγωνισμό: τους θιάσους νεαρών αγοριών που είχαν μεγάλη απήχηση στο Λονδίνο – καθώς παρουσίαζαν πιο σατιρικές και πολιτικά παρακινδυνευμένες παραστάσεις σε σχέση με τους μεγαλύτερους σε ηλικία ανταγωνιστές – και εν προκειμένω επλήγησαν από την αρρώστια. Το γεγονός αυτό άλλαξε το ίδιο το περιβάλλον της δημιουργίας του αλλά και τη σύνθεση του κοινού στο οποίο απευθυνόταν. Όπως καταλήγει ο Σαπίρο «η πανώλη ήταν η αιτία που ο Σαίξπηρ κατάφερε να μετατρέψει μια περίοδο μεγάλης κοινωνικής αναστάτωσης σε κάτι εντελώς διαφορετικό: μια λαμπρή, ιστορική συνθήκη μιας αναπάντεχης λογοτεχνικής επιτυχίας…».