Arts Universe and Philology

Arts Universe and Philology
The blog "Art, Universe, and Philology" is an online platform dedicated to the promotion and exploration of art, science, and philology. Its owner, Konstantinos Vakouftsis, shares his thoughts, analyses, and passion for culture, the universe, and literature with his readers.

Πέμπτη 16 Απριλίου 2020

Βρέθηκε κι άλλος εξωπλανήτης που μοιάζει με τη Γη. Earth-Size, Habitable Zone Planet Found Hidden in Early NASA Kepler Data

Αμερικανοί και Ευρωπαίοι επιστήμονες ανακάλυψαν έναν βραχώδη εξωπλανήτη που φαίνεται να έχει μεγάλη ομοιότητα με τη Γη από άποψη μεγέθους και θερμοκρασίας, διαθέτοντας πιθανώς συνθήκες φιλικές για την ύπαρξη νερού και την ανάπτυξη ζωής, καθώς βρίσκεται εντός της «κατοικήσιμης» ζώνης του άστρου του. An artist's concept of Kepler-1649c orbiting around its host red dwarf star. This newly discovered exoplanet is in its star’s habitable zone and is the closest to Earth in size and temperature found yet in Kepler's data. Credit: NASA/Ames Research Center/Daniel Rutter

Ο εξωπλανήτης Kepler-1649c βρίσκεται σε απόσταση 300 ετών φωτός από τη Γη και η ανακάλυψή του έγινε μετά από νέα ανάλυση παλαιότερων δεδομένων που είχε στείλει το -εκτός λειτουργίας πλέον- αμερικανικό διαστημικό τηλεσκόπιο «Κέπλερ». Στην πρώτη «ανάγνωση» ο πλανήτης πριν χρόνια είχε περάσει απαρατήρητος, αλλά τώρα, μετά από μία δεύτερη ανάλυση των στοιχείων, έγινε αντιληπτός. Από τους χιλιάδες εξωπλανήτες που έχει εντοπίσει το εν λόγω τηλεσκόπιο, ο νέος εξωπλανήτης είναι ο πιο όμοιος με τη Γη σε μέγεθος και θερμοκρασία που έχει βρεθεί μέχρι σήμερα.

«Είναι απίστευτο ότι βρήκαμε έναν τέτοιο εξωπλανήτη τώρα, τόσα χρόνια αφότου έχει σταματήσει η συλλογή δεδομένων από το τηλεσκόπιο Κέπλερ. Αναρωτιέμαι τι άλλο μπορεί να βρεθεί τα επόμενα χρόνια στα πλούσια στοιχεία που συνέλλεξε το Κέπλερ», ανέφερε ο αστρονόμος Jeff Coughlin του Ινστιτούτου SETI της Καλιφόρνια.

A comparison of Earth and Kepler-1649c, an exoplanet only 1.06 times Earth's radius. Credit: NASA/Ames Research Center/Daniel Rutter

Ο Kepler-1649c έχει διάμετρο μόλις 1,06 φορές μεγαλύτερη της Γης (δηλαδή 6% μεγαλύτερη) και λαμβάνει από το μητρικό άστρο του περίπου το 75% της ακτινοβολίας που δέχεται η Γη από τον Ήλιο, συνεπώς οι δύο πλανήτες έχουν θερμοκρασιακές ομοιότητες. Αντίθετα, όμως, με τη Γη, βρίσκεται σε τροχιά γύρω από ένα μικρό και αχνό άστρο ερυθρό νάνο, που έχει το ένα τέταρτο του μεγέθους του Ήλιου. Επειδή κινείται πολύ πιο κοντά στο άστρο του από ό,τι η Γη γύρω από τον Ήλιο, ο Kepler-1649c χρειάζεται 19,5 γήινες ημέρες (η διάρκεια του έτους του) για να διαγράψει μία πλήρη περιφορά.

«Αυτός ο γοητευτικός μακρινός κόσμος μας γεννά ακόμη μεγαλύτερη ελπίδα ότι μία δεύτερη Γη βρίσκεται κάπου ανάμεσα στα άστρα και περιμένει να την ανακαλύψουμε», δήλωσε ο Νο2 στην επιστημονική ιεραρχία της Αμερικανικής Διαστημικής Υπηρεσίας (NASA), Thomas Zurbuchen.

An artist's concept of what Kepler-1649c could look like from its surface. Credit: NASA/Ames Research Center/Daniel Rutter

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Άντριου Βάντερμπουργκ του Πανεπιστημίου του Τέξας, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό αστροφυσικής «The Astrophysical Journal Letters», διευκρίνισαν ότι κατά πόσο όντως ο Kepler-1649c είναι κατάλληλος για να κατοικηθεί είναι κάτι -προς το παρόν- δύσκολο να εκτιμηθεί με βάση τα έως τώρα στοιχεία. Παραμένει άγνωστο αν ο πλανήτης διαθέτει ατμόσφαιρα και τι είδους. Οι ερυθροί νάνοι έχουν την «κακή» συνήθεια να κάνουν περιοδικές εκλάμψεις επικίνδυνης ακτινοβολίας στο διάστημα γύρω τους, κάτι που μπορεί να καταστρέψει την όποια πλανητική ατμόσφαιρα.

Άλλοι εξωπλανήτες που έχουν βρεθεί έως τώρα και εμφανίζουν ομοιότητες σε μέγεθος με τη Γη είναι οι Trappist-1f και Teergarden c, ενώ σε θερμοκρασία οι Trappist-1d και TOI 700d. Αλλά έως τώρα δεν είχε ανακαλυφθεί κανένας που να είναι τόσο όμοιος με τη Γη ταυτόχρονα σε μέγεθος και θερμοκρασία και επίσης να βρίσκεται εντός της «κατοικήσιμης» ζώνης του άστρου του.

Στο ίδιο αστρικό σύστημα έχει βρεθεί εδώ και τρία χρόνια ακόμη ένας εξωπλανήτης, ο Kepler-1649b, ο οποίος βρίσκεται πολύ πιο κοντά στο άστρο, άρα αναμένεται να είναι καυτός και ακατάλληλος για ζωή (όπως η Αφροδίτη στο δικό μας ηλιακό σύστημα), ενώ δεν αποκλείεται να υπάρχουν και άλλοι πλανήτες.

Το τηλεσκόπιο «Κέπλερ», ο σημαντικότερος «κυνηγός εξωπλανητών» για όσο λειτούργησε έως το 2018, οπότε ξέμεινε από καύσιμα, έχει φέρει στο φως περίπου τα δύο τρίτα των συνολικά 4.100 επιβεβαιωμένων μέχρι σήμερα πλανητών πέρα από το ηλιακό σύστημά μας. Οι ανακαλύψεις του έχουν οδηγήσει τους επιστήμονες στην εκτίμηση ότι το 20% έως 25% των περίπου 200 δισεκατομμυρίων άστρων του γαλαξία μας διαθέτουν βραχώδεις εξωπλανήτες στη φιλόξενη ζώνη πέριξ του άστρου τους.





Τετάρτη 15 Απριλίου 2020

Ανακαλύφθηκε η πιο φωτεινή έκρηξη σουπερνόβα που έχει ποτέ παρατηρηθεί στο σύμπαν. Scientists discover supernova that outshines all others

Επιστήμονες από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη ανακοίνωσαν ότι ανακάλυψαν τη φωτεινότερη και ισχυρότερη έκρηξη υπερκαινοφανούς αστέρα (σουπερνόβα) που έχει ποτέ παρατηρηθεί στο σύμπαν. Είναι τουλάχιστον δύο φορές πιο φωτεινή και μεγαλύτερης ενέργειας σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη είχε βρεθεί έως τώρα. A supernova at least twice as bright and energetic, and likely much more massive than any yet recorded has been identified by an international team of astronomers, led by the University of Birmingham. Artist's impression of a supernova. Credit: Aaron Geller (Northwestern University)

Η έκρηξη με την ονομασία SN2016aps πιστεύεται ότι ακολούθησε τη συγχώνευση δύο τεράστιων άστρων. Η ενέργεια που απελευθερώθηκε, ήταν δεκαπλάσια μιας τυπικής έκρηξης σουπερνόβα, ενώ η λαμπρότητα έως 500 φορές μεγαλύτερη.

Images of the supernova SN2016aps. Left: Using the MMT observatory about a year after the explosion. Middle: Hubble image after nearly 3 years in near infrared showing it’s offset in the galaxy. Right: Hubble ultraviolet image, indicating the explosion occurred in a star-forming nebula. Credit: Nicholl et al.

Το φαινόμενο είχε αρχικά εντοπισθεί το 2016 από το τηλεσκόπιο Pan-STARRS, αλλά μόλις τώρα, μετά από τετραετή μελέτη και από άλλα διαστημικά και επίγεια τηλεσκόπια (Hubble, Keck, Gemini κ.α.), έγινε αντιληπτό το μέγεθος της έκρηξης. Η μάζα του υπερκαινοφανούς αστέρα εκτιμάται ότι ήταν 50 έως 100 φορές μεγαλύτερη του Ήλιου μας, ενώ συνήθως οι σουπερνόβα έχουν οκτώ έως 15 ηλιακές μάζες.

Οι ερευνητές του Κέντρου Αστροφυσικής Χάρβαρντ-Σμιθσόνιαν και των πανεπιστημίων Northwestern, Οχάιο, Μπέρμιγχαμ, Στοκχόλμης και Κοπεγχάγης έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό αστρονομίας «Nature Astronomy».

An artist’s depiction of a supernova event. Credit: NASA/ESA/G. Bacon (STSci)

Οι εκρήξεις σουπερνόβα συμβαίνουν στην επιφάνεια ενός άστρου παράγοντας τεράστιες ποσότητες ενέργειας, πράγμα που οδηγεί στην εντυπωσιακή αύξηση της λάμψης ενός άστρου κατά χιλιάδες έως εκατομμύρια φορές σε σχέση με την προηγούμενη φωτεινότητα του. Μερικές φορές το άστρο είναι τόσο λαμπρό, που γίνεται ορατό με γυμνά μάτια στον ουρανό της Γης, εμφανιζόμενο από το πουθενά.

Artwork depicting beams of matter and energy tearing through a massive blue star, creating a hypernova and gamma-ray burst. Credit: NASA/Dana Berry/Skyworks Digital

Eta Carinae, a very massive star 7,500 light years away, underwent a huge explosive event that ejected two lobes of gas outward at high speed. Credit: NASA, ESA and the Hubble SM4 ERO Team

Συνήθως η έκρηξη συμβαίνει σε ζεύγη άστρων λευκών νάνων, που βρίσκονται σε τροχιά το ένα γύρω από το άλλο, ώσπου συγχωνεύονται. Καθώς το ένα άστρο «ρουφά» σταδιακά ολοένα περισσότερη ύλη από το άλλο, η τελευταία συσσωρεύεται στην επιφάνεια του πρώτου και τελικά, όταν η πυκνότητα ξεπεράσει ένα όριο, ακολουθεί μια κατακλυσμική θερμοπυρηνική έκρηξη.

Πηγές: An extremely energetic supernova from a very massive star in a dense medium, Nature Astronomy (2020). DOI: 10.1038/s41550-020-1066-7https://nature.com/articles/s41550-020-1066-7 - https://www.syfy.com/syfywire/record-breaker-supernova-2016aps-exploded-with-the-energy-of-100-billion-suns - https://www.ert.gr/roi-idiseon/anakalyfthike-i-pio-foteini-ekrixi-soypernova-poy-echei-pote-paratirithei-sto-sympan/

Τρίτη 14 Απριλίου 2020

Κώστας Βάρναλης, «Η Μαγδαληνή»

Elisabetta Sirani (1638–1665), The Penitent Magdalene (date not known), oil on canvas, dimensions not known, Musée des Beaux-Arts, Besançon, France. Wikimedia Commons.

Γονατισμένη παράμερα κλαίει με τα γαλανά της μάτια η Μαγδαληνή χωρίς να την ακούει ή να τηνε βλέπει κανείς.
Τα χρυσά της τα μαλλιά σέρνονται καταγής και το πορφυρό της ιμάτιο πέφτοντας απ’ το δεξιό τον ώμο τής φανερώνει —λαχτάρα και καημός!— τη μισή πλάτη κι ολάκερο το στήθος.
Και σπαράζει πιο πολύ παρ’ όσο, νια κι αμαρτωλή, σπάραζε μέσα στην αγκάλη του έπαρχου.

Η Μαγδαληνή

Jules LeFebvre (1834–1912), Mary Magdalene In The Cave (1876), oil on canvas, 71.5 x 113.5 cm, The Hermitage Museum, Saint Petersburg, Russia. Wikimedia Commons.

Μες σε παλάτια, που σα σπήλια αντήχαν απ' τις μουσικές
κιι αστράβαν απ’ τα μέταλλα και τα δεμένα φώτα,
στα μάγουλά μου, που κανείς δεν τα είδεν ήλιος, οι μοσκιές
γλίστρααν με λάγγεμα πολύ και τα δάγκωναν σαν οχιές·
στην κρουσταλλένια μου φωνή θαμπή εγλιστρούσε νότα.

Στην τεσσεροβασίλεφτη Γιουδαία εγώ μουν η Πηγή:
του κόρφου μου τ’ αμάραντα και μοσκοβόλα κίτρα.
Ωσάν τη φλόγα του κορμιού μου άλλη δε γνώρισεν η Γη,
σαν της αγκάλης μου μεστή καμιά δεν ύπαρχε σιγή.
Ο έρωτάς μου νίκαγε τη Ρώμη τη νικήτρα…

Σκοτάδια είτανε μέσα μου, ξέρα μεγάλη κι αμμουδιά
και στα γλυκά τα χείλια μου πικρά πολύ τα γέλια.
Και μου τινάζαν άξαφνα τ' αγνώστου φόβοι την καρδιά
και μου κοβόταν η αναπνιά μέσ' σε φορέματα φαρδιά-
απ’ του θριάμβου την κορφή μακριά βλεπα συντέλεια.

…………………………………………………………..

Δεν ήταν άξαφνη αστραψιά. Τούτο συνέβη αργά, σιγά…
Ωραίος δεν είσουν, τίποτα δεν είχες πάνω σου άξο!
Κοίταγες χάμου τα χαλίκια, ως μίλαγες σιγά κι αργά.
Την τρίτ’ ή τέταρτη φοράν άρχισε ο νους μου να ριγά,
κι  ως σήκωσες τα μάτια σου, δε βάσταα να κοιτάξω.

Κι ένιωσα ορμή ασυγκράτητη στα πόδια σου να κυλιστώ·
Είδα να σειέται μέσα μου ψυχή παρθένα ως τώρα.
Την εφτυχιά τη γνώρισα στο δόσιμο χωρίς μιστό,
τη λεφτεριά, στο σκλάβωμα σε κάποιο ιδανικό σωστό
και την υπέρτατ' ηδονή στον πόνον, -άξια γνώρα.

Και στους φτωχούς μοιράζοντας τα υπάρχοντά μου (ασημικά,
διαμαντικά, μεταξωτά, μπαξέδες και παλάτια)
τα βήματά σου ακλούθησα, που κι' αν τα σβηούσε ταχτικά
στον άμμ' ο αγέρας του βραδιού, σα φώτα μένανε γλυκά
για πάντα σ' άμμο και ψυχή και σ' ακοές και μάτια.

Πράματα νέα δεν έλεγες κι' ούτε, με λόγια νέα, παλιά.
Από πολλούς κι' από καιρούς όλα ήταν ειπωμένα.
Μα χες τη δύναμη ν' ακούς των ουρανών τη σιγαλιά
κι όλα για σένα (κι άψυχα κι' άνθρωποι) διάφανα γιαλιά
και διάφαν’ η καρδιά του Θεού για σένα - και για μένα!

Κανείς (και πλήθη και σοφοί και μαθητάδες και γονιοί)
δεν ξάνοιγε το σπαραγμό στα θάματά σου πίσω
κι’ αν πρόσμενες το λυτρωμό σου από την άδικη θανή,
εγώ μονάχα το νιωσα, που ήμουνα λάσπη και κοινή,
πόσο, Χριστέ σουν άνθρωπος! Κι' εγώ θα σ’ αναστήσω!

Titian (1490–1576), Penitent Magdalene (1531), oil on canvas, 85.8 x 69.5 cm, Palazzo Pitti, Florence, Italy. Wikimedia Commons.

Από τη συλλογή «Το φως που καίει» Εκδ. Κέδρος, 2003



Δευτέρα 13 Απριλίου 2020

Ενδείξεις πολύπλοκης χειρουργικής επέμβασης σε κρανίο Πρωτοβυζαντινής περιόδου. Adelphi researcher discovers early brain surgery in ancient Greece

Μια νέα έρευνα ενός Έλληνα ανθρωπολόγου της διασποράς, η οποία πραγματοποιήθηκε στο Παλιόκαστρο της νήσου Θάσου, έφερε στο φως, μεταξύ άλλων ανακαλύψεων, ένα κρανίο Πρωτοβυζαντινής περιόδου (4ος-7ος αι. μ.Χ.). Το κρανίο φέρει ίχνη χειρουργικής επέμβασης, η οποία είναι «απίστευτα πολύπλοκη», σύμφωνα με τον ίδιο. Το κρανίο που βρέθηκε στη Θάσο (φωτ. Α. Αγγελαράκης / Adelphi University). New research from Adelphi University has revealed the first forensically-assessed archeological discovery of remains of a group of domineering mounted archer-lancers and their kin of the Eastern Roman Empire from the turbulent ProtoByzantine period, which spanned the fourth to seventh centuries. Ectocranial view of palaeopathological specimen: a) red arrow points to orifice on the mastoid process, and b) surgical preparation dimensions peripheral to trephination. Credit: Anagnostis P. Agelarakis/Adelphi University

Η ανακάλυψη έγινε από ερευνητές του Πανεπιστημίου Adelphi της Νέας Υόρκης, με επικεφαλής τον καθηγητή ανθρωπολογίας Αναγνώστη Αγγελαράκη. Συνολικά βρέθηκαν και μελετήθηκαν οστά από δέκα σκελετούς, τεσσάρων γυναικών και έξι ανδρών, πιθανώς με υψηλή κοινωνική θέση, με βάση τη θέση και την αρχιτεκτονική του χώρου ταφής.

Archaeological Museum of Thasos; Adelphi student assistants during the skeletal analysis.

«Σύμφωνα με τα σκελετο-ανατομικά χαρακτηριστικά τους, τόσο οι άνδρες όσο και οι γυναίκες έκαναν σωματικά απαιτητικές ζωές. Τα πολύ σοβαρά τραύματα που έφεραν τόσο οι άνδρες όσο και οι γυναίκες είχαν αντιμετωπιστεί χειρουργικά ή ορθοπεδικά από κάποιον πολύ έμπειρο γιατρό/χειρουργό με μεγάλη πείρα στη φροντίδα των τραυμάτων. Πιστεύουμε πως ήταν στρατιωτικός γιατρός», δήλωσε ο δρ Αγγελαράκης, σύμφωνα με ανακοίνωση του πανεπιστημίου του.

Ειδικά για τη χειρουργική επέμβαση εγκεφάλου, ο κ. Αγγελαράκης εκτιμά ότι «ακόμη και παρά τη δυσοίωνη πρόγνωση, έγινε εκτεταμένη προσπάθεια στον συγκεκριμένο άνδρα. Ήταν συνεπώς πιθανό ότι επρόκειτο για κάποιο πολύ σημαντικό άτομο μεταξύ του πληθυσμού του Παλιόκαστρου».

Ίσως η αιτία για τη χειρουργική επέμβαση ήταν κάποια λοίμωξη, ενώ ο άνδρας τοξότης φαίνεται να πέθανε λίγο μετά ή κατά τη διάρκεια της προσπάθειας του γιατρού να τον σώσει.

«Η χειρουργική επέμβαση είναι η πιο πολύπλοκη που έχω δει ποτέ στα 40 χρόνια που κάνω ανθρωπολογική έρευνα. Είναι απίστευτο ότι πραγματοποιήθηκε σε μια εποχή πριν από την ανακάλυψη των αντιβιοτικών», όπως είπε ο κ. Αγγελαράκης, ο οποίος παρουσιάζει τα ευρήματα αναλυτικά σε ένα νέο βιβλίο από τις εκδόσεις Archaeopress (Eastern Roman Mounted Archers and Extraordinary Medico-Surgical Interventions at Paliokastro in Thasos Island during the ProtoByzantine Period).

Ο Α. Αγγελαράκης σπούδασε κλασική αρχαιολογία και ευρωπαϊκή εθνολογία στο σουηδικό Πανεπιστήμιο Λουντ, έκανε μεταπτυχιακά στην ανθρωπολογία στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια της Ν.Υόρκης, από όπου πήρε και το διδακτορικό του το 1989 στη φυσική ανθρωπολογία και αρχαιολογία.






Κυριακή 12 Απριλίου 2020

Δήμητρα Μήττα, «Κυράνα»

Πάμπλο Πικάσο, Γυναίκα με σταυρωμένα χέρια, 1901-1902

Έφυγε. Σηκώθηκε και έφυγε. Από το σπίτι της.
Τα είχε σχεδιάσει όλα, είχε κάνει και πρόβα. Τους τελευταίους έξι μήνες το έκανε τέσσερις φορές για δύο μερόνυχτα, και μάλιστα σε διαφορετικές εποχές. Μία μέσα Σεπτεμβρίου, μία αρχές Νοεμβρίου, μετά τον Γενάρη και ακόμη μία τέλη Φεβρουαρίου. Ήθελε να είναι έτοιμη για τη στιγμή που θα γινόταν ο πλειστηριασμός και θα έχανε το σπίτι της. Ο δρόμος γινόταν το σπίτι της. Με 270€ σύνταξη μπορούσε να κρατηθεί σε αυτό το σπίτι, το μεγάλο, το ανοιχτό, το άλλο όμως, το δικό της, δεν μπορούσε να το κρατήσει. Και να πεις ότι δεν είχε δουλέψει στη ζωή της... Το σπίτι της Κυράνας.

Erik Henningsen, Evicted, 1892

Άννα ήταν το όνομά της, κάπου στα τριάντα της άρχισαν να την αποκαλούν κυρία Άννα, κυρά Άννα, Κυράνα. Της άρεσε και το κράτησε. Το Άννα έμεινε στην ταυτότητά της και στο στόμα της μάνας της. Μέχρι που πέθανε εκείνη και το Άννα ξεχάστηκε. Ή μάλλον έμεινε στα χαρτιά του πλειστηριασμού. Τρεις κλήσεις δέχτηκε για να αδειάσει το σπίτι. Τι να αδειάσει και πού να τα πάει τα συμπράγκαλα μιας ζωής. Και τι να τα κάνει άλλωστε... Ποια απ’ αυτά ήταν πραγματικά χρήσιμα; Έβαλε σε μια μεγάλη βαλίτσα ρούχα, καλοκαιρινά και χειμωνιάτικα, και τη μετέφερε στο σπίτι μιας γνωστής της. Την παρακάλεσε να την κρατήσει χωρίς να της δώσει πολλές πολλές εξηγήσεις. Για τα άλλα αδιαφόρησε. Ας τα έκαμναν ό,τι ήθελαν. Οι νέοι ιδιοκτήτες. Όταν θα έρχονταν να τη βγάλουν. Ήρθαν. Με ΜΑΤ.
-   Σιγά, αγόρι μου, είπε στον Ματατζή. Θα γκρεμίσεις την πόρτα. Κρίμα είναι. Και τι πόρτα... Από καρυδιά.
Με το κλομπ στο χέρι έμεινε ο μεταμφιεσμένος σε αστακό νεαρός ένστολος, εκπαιδευμένος να μένει ασυγκίνητος μπροστά στα μικρά οικογενειακά δράματα.
-   Να σε κεράσω, αγόρι μου. Ελάτε κι εσείς μέσα, είπε στους υπόλοιπους κρατικούς λειτουργούς του συστήματος. Περάστε.
Αμήχανοι οι Ματατζήδες, με τις μάσκες αερίων να κρέμονται γύρω από το πηγούνι τους, μπήκαν μέσα. Κεράσι γλυκό φτιαγμένο από τα χέρια της και νεράκι κρύο τους κέρασε.
-   Να δροσιστείτε λίγο, τους είπε. Θα ζεσταίνεστε με όλα αυτά που φοράτε.
Δίσταζαν να απλώσουν τα χέρια τους στο κέρασμα.
-   Καλό το έκανα, είπε εκείνη παίρνοντας μια κουταλιά από το βαζάκι, μάλλον για να τους δείξει ότι δεν είχε ρίξει κανένα δηλητήριο που θα τους έκανε να βγάλουν αφρούς από το στόμα τους.
Ο Ματατζής την έσπρωξε.
-   Δεν πειράζει, αγόρι μου. Σε βάζουν και τα κάνεις αυτά. Σε βλέπουν κιόλας οι προϊστάμενοί σου. Μη χάσεις τη δουλειά σου. Κάνε αυτό που πρέπει. Σπρώξε. Αν θέλεις, χτύπα με κιόλας. 
Ο δίσκος με το βαζάκι το γλυκό, τα μισοάδεια νεροπότηρα και τα λερωμένα κουταλάκια έμειναν στον μπουφέ της εισόδου. Εκείνη βρέθηκε στον δρόμο. Με μια βαλίτσα με ροδάκια, για να τη σέρνει εύκολα, και με το καροτσάκι που πήγαινε για ψώνια. Η 68χρονη Κυράνα. Σαν να πήγαινε εκδρομή. 

Augustus Leopold Egg, Past and Present, No. 3, 1858

Με τα ελάχιστα για την επιβίωσή της εγκαταστάθηκε δίπλα στον σταθμό. Είχε δει πού μένανν οι άλλοι άστεγοι και βρήκε και αυτή τη γωνιά της. Αξιοποίησε και την εμπειρία που είχε από κατασκηνώσεις και ελεύθερο camping στα νιάτα της και βολεύτηκε μια χαρά. Για έναν ύπνο την ήθελε αυτή τη γωνιά. Γιατί για τη μέρα είχε κάνει το πρόγραμμά της.
Με την πενιχρή της σύνταξη, έβγαλε μηνιαία κάρτα για να κινείται όσες φορές την ημέρα ήθελε  με όποια λεωφορεία ήθελε. Προς όποια κατεύθυνση. Άλλες φορές για να γνωρίσει περιοχές ή να πάει σε μουσεία και εκθεσιακούς χώρους, άλλοτε πάλι, τον χειμώνα, επειδή κρύωνε. Το λεωφορείο έγινε το σπίτι της. 
Της έμεναν 235€, μείον 7.50€ για τα απορρυπαντικά, ίσον 227.50. Το ποσό αυτό το άφηνε στην τράπεζα και κάθε μέρα τραβούσε μόνο όσα έπρεπε για να βγάζει τον μήνα. Διακόσια είκοσι επτά και πενήντα δια του τριάντα ένα. Επτά και τριάντα τρία την ημέρα. 
Έτρωγε μετρημένα, όσο πραγματικά χρειαζόταν. Τίποτε από βουλιμία ή για την ευχαρίστηση. Έτσι έκοψε κι εκείνη τη συνήθεια που είχε στο σπίτι της να τσιμπολογάει ακατάπαυστα. Τι στο καλό την έπιανε και έπρεπε να απασχολεί το στόμα της συνέχεια, ειδικά μετά το μεσημέρι; Έκοψε και τα πολλά αλάτια... Έτσι δεν χρειαζόταν παραπάνω νερό, το οποίο από την αρχή κιόλας το είχε περιορίσει κατά πολύ, γουλιά γουλιά το έπινε. Για να μην χρειάζεται να πηγαίνει συχνά πυκνά στην τουαλέτα. Περιόριζε διαρκώς τις σωματικές της ανάγκες. Καλοντυμένη όπως ήταν, τουλάχιστον στην αρχή, κανένας δεν καταλάβαινε ότι ήταν μια άστεγη. Στον σταθμό πίστευαν ότι ήταν ταξιδιώτισσα. Με μια μεγάλη τσάντα έμπαινε στις τουαλέτες, έβγαζε γάντια και απορρυπαντικά, διάλεγε μία, την καθάριζε και μετά τη χρησιμοποιούσε.
Έκανε πρόγραμμα. Σε ποιο μουσείο θα πήγαινε, ποια έκθεση θα έβλεπε, ποια τουαλέτα θα χρησιμοποιούσε. Κάθε μέρα στον δρόμο. Και μια φορά την εβδομάδα, πήγαινε στο κέντρο αστέγων για να κάνει ένα μπάνιο. Εκτός από το καλοκαίρι. Τότε έπαιρνε το λεωφορείο και πήγαινε στην πιο κοντινή παραλία της πόλης. Παλιά έκαμναν μπάνιο εκεί, τώρα μόνο ηλιοθεραπεία. Έβαζε το μαγιό της και έμενε μέχρι αργά το απόγευμα εκεί. Νωρίτερα είχε κάνει το μπάνιο της με το γλυκό νερό –ακόμη υπήρχαν τα ντουζ στην παραλία-, το νεράκι ήταν ζεστό από τον ήλιο, λουζόταν και πεντακάθαρη γυρνούσε στην πόλη. Μια φορά τον μήνα πήγαινε και στον κινηματογράφο.
Το σημαντικό ήταν να κρατήσει ένα πρόγραμμα και ένα ρυθμό στη ζωή της. Και την καθαριότητα. Πειθαρχία. Σκούπιζε το πεζοδρόμιο γύρω από το τσαρδάκι της, έβαλε και γλαστράκια γύρω τριγύρω. Τα πότιζε.
Την έκλεψαν. Της έσκισαν τα νάυλον που είχε στερεώσει με ξύλα για να χώνεται από κάτω – αυτό ήταν το αντισκηνάκι της, εκεί ήταν και το στρωματάκι της με τον υπνόσακο. Και το καροτσάκι για τα ψώνια τής πήραν, εκείνο με το οποίο είχε φύγει από το σπίτι της –εκεί μέσα είχε τις αλλαξιές της, παντελόνια, μπλούζες, όλα από δύο· και μια φόρμα για τον ύπνο της. Έκλεψε κι εκείνη ένα καροτσάκι από σούπερ μάρκετ. Αγόρασε αλυσίδα και κλειδαριά –εκείνο τον μήνα χρειάστηκε να φάει ακόμη λιγότερο για να τα καταφέρει με την απρόβλεπτη ζημιά– και κάθε πρωί μάζευε τα πράγματά της, τα έβαζε στο καρότσι, κατέβαζε το καπάκι του και το αλυσόδενε σε κάποιον κορμό δέντρου. Τη νύχτα έστηνε το κρεβάτι της. Τώρα δυσκολευόταν περισσότερο με την καθαριότητα. Εξακολουθούσε να κόβει τα αγριόχορτα γύρω από τα δέντρα. 

John Keane, Fear at the Bus Stop, 1992

Έπαιρνε το λεωφορείο και έκανε μακρινές διαδρομές. Πέρα δώθε. Αφού είχε τη μηνιαία κάρτα. Η Δευτέρα την ταλαιπωρούσε, ήταν κλειστά τα μουσεία. Πήγαινε όμως σε εκθεσιακούς χώρους –έμαθε όλες τις γκαλερί της πόλης. Παρακολουθούσε και τις παρουσιάσεις βιβλίων –κυρίως στην Κεντρική Βιβλιοθήκη της πόλης, στο γυάλινο κτίριο. Έμενε ώρες στο αναγνωστήριο διαβάζοντας ή κάνοντας πως διαβάζει. Εξασφάλιζε έτσι τη ζέστη της το χειμώνα και την τουαλέτα –στον όροφο με την αίθουσα διαλέξεων, βγαίνοντας από το ανσασέρ δεξιά.  Έμαθε και το πρόγραμμα των λαϊκών αγορών και κάθε μέρα ήταν σε άλλη. Αργά το μεσημέρι έφτανε, την ώρα που οι αγρότες και οι έμποροι της λαϊκής μάζευαν τα πράγματά τους για να φύγουν. Πετούσαν απούλητα φρούτα και λαχανικά –κάποια ήταν καλά, λιγότερο σάπια από άλλα. Τα μάζευε στη μεγάλη τσάντα της, όλοι οι άστεγοι έχουν μια μεγάλη τσάντα, και τα πήγαινε στο τσαρδάκι της· ή έστρωνε σε κάποιο παγκάκι σε πάρκο –της άρεζε πολύ εκείνο που ήταν απέναντι από το μεγάλο θέατρο της πόλης, πλάι στον πεζόδρομο με τα καφέ και τα εστιατόρια. Έβαζε κάτω μία ή δύο χαρτοπετσέτες, ανάλογα με το μέγεθός τους, και άπλωνε την πραμάτεια της. Είχε φαΐ. Έτσι, απολάμβανε τις μπουκιές της. 
Έμαθε και το πρόγραμμα των εφημεριών στα νοσοκομεία. Τι καλά που ήταν εκεί... Την περνούσαν για συνοδό. Έμπαινε στα δωμάτια, χαιρετούσε τον κόσμο, έπιανε κουβέντα, την κερνούσαν. «Α, με συγχωρείτε, να χρησιμοποιήσω την τουαλέτα σας; Για να μην τρέχω στην άλλη πτέρυγα...». Περίμενε στους διαδρόμους την ώρα που οι νοσοκόμες μάζευαν τα φαγητά από τους ασθενείς. Όλο και κάποιος δεν είχε φάει, είχε αφήσει το ψωμί του, το γλυκάκι του, το φρούτο του... Τα μάζευε στη μεγάλη τσάντα της. Κι αν της ερχόταν καμιά φορά να κλάψει, έτσι στα καλά καθούμενα ή γιατί λυπόταν για κάποιον εκεί μέσα, από συμπαράσταση, ακουμπούσε στον τοίχο του νοσοκομείου και έκλαιγε, χωρίς αναστολές, χωρίς να κρύβεται από τα βλέμματα των άλλων. Εκεί μέσα τα δάκρυα ήταν αυτονόητα.
Το καλοκαίρι καθόταν με τις ώρες στα παγκάκια, στα πάρκα ή στα πεζοδρόμια. Παρατηρούσε τους ανθρώπους, αργότερα η ανάγκη την έκανε να κοιτά κάτω, χαμηλά, στα πόδια τους, για κανένα νόμισμα. Μάζευε και τα μονόλεπτα. Με πενήντα λεπτά ένα κουλούρι.
Δυο χρόνια πέρασαν. Πειθαρχία και πρόγραμμα. Αυστηρή εφαρμογή. Καμία ρωγμή. Να τις προλάβει. Πάντα προσεκτική την ώρα που έτρωγε, για να μη λερωθεί, είδε μια μικρή σταγόνα λάδι να πέφτει στο ρούχο της πάνω στο στήθος από την μπούκα το ψωμί που είχε βουτήξει σε λαδάκι. Θα μπορούσε να την προλάβει, να την πιάσει στον αέρα.  Την παρακολούθησε στην πορεία της. Η σταγόνα στάθηκε ολοστρόγγυλη στο ρούχο, γυαλιστερή γυαλιστερή, ύστερα άρχισε να απλώνεται, μέχρι που απορροφήθηκε από το ύφασμα. Αδιάφορη για τη σταγόνα που τη λέρωνε η Κυράνα συνέχισε να τρώει. Τα ψίχουλα μαζεύονταν στην ποδιά της. Το ίδιο και τα πουλιά. Η μυρωδιά της άλλαζε. 

Alexios Shandermani. HOMELESS
Alexios Shandermani, Homeless

Άλλαξε ριζικά τον χειμώνα του 2015. Οι θερμοκρασίες έπεσαν πολύ. Τα νάυλον στο τσαρδάκι της δεν την προστάτευαν. Πήγε στον ξενώνα των αστέγων. Γεμάτος. Ξαναγύρισε στο τσαρδάκι. Άφησε τα σκυλιά να μπουν μέσα στην τρύπα της και να χουχουλιάσουν δίπλα της. Τη ζέσταναν. Αφημένη στους λεκέδες και στην ανάγκη για ζεστασιά προσκολλήθηκε στους σκύλους της. Στα μουσεία δεν την άφηναν πια να μπει μέσα, πολύ περισσότερο στα πολυκαταστήματα. Κανέναν δεν ξεγελούσε. Όσο για τις εκκλησιές είχαν τοποθετηθεί με επιμέλεια κιγκλιδώματα με βαριές αλυσίδες για το βράδυ, ώστε κανένας να μη μένει στον χώρο ανάμεσα στους πρώτους κίονες μετά τη σκάλα και την καθαυτό είσοδο του ναού.  
Δυο χρόνια ακόμη. Πού να πάει; Άρχισε να τριγυρνά κοντά στο παλιό της σπίτι. Καθόταν στο παγκάκι απέναντι. Και τα βράδια, πολύ αργά, άνοιγε την κόκκινη καγκελόπορτα και κούρνιαζε στη μικρή αυλίτσα με τα τέσσερα στριφτά σκαλοπατάκια. Το πρωί, χαράματα, έφευγε. Μέχρι που την τσάκωσαν. Ένα ζευγάρι κοντά στην ηλικία της, ο άνδρας λίγο μεγαλύτερος. Πώς της φάνηκε για γνωστός; Ήταν ο... Λάθος. Λάθος. Δεν μπορεί να της πήρε το σπίτι ο... Αλλά και πώς της φάνηκε ότι και το δικό του βλέμμα την κοίταξε αλλιώς; Της έδωσαν λίγο φαγητό και της ζήτησαν να φύγει από την πόρτα τους. Η ομιλία του... Το βράδυ που γύρισε βρήκε την καγκελόπορτα κλειδωμένη. Πού να πάει; Δεν ήξερε σε ποιο πρόγραμμα να πειθαρχήσει.

Vanessa Bell, Summer camp, 1913

Τέλη Σεπτεμβρίου, μάζεψε τα πραγματάκια της, πήρε το λεωφορείο και έφτασε στο παραθαλάσσιο χωριό που εκτεινόταν μέχρι τη ρίζα του βουνού, όπου παλιά -πότε ήταν;- φιλοξενούνταν, κυρίως Μάιο και Ιούνιο, όταν ακόμη δεν είχαν μαζευτεί παραθεριστές. Τότε έκαμνε βόλτες μακρινές. Προπάντων της άρεζε το κάμπινγκ, που εκείνη την περίοδο άνοιγε, οπότε δεν είχαν έρθει ακόμη όσοι άφηναν τροχόσπιτα και αντίσκηνα στημένα και τον χειμώνα –νοίκιαζαν τον χώρο και άφηναν εκεί το υπαίθριο σπιτικό για να το βρουν την επόμενη χρονιά, λίγο ταλαιπωρημένο από τις κακοκαιρίες αλλά πάντως εκεί. Λίγο συμμάζεμα, μπάλωμα στις τρύπες που είχαν ανοίξει από τους αέρηδες ή από κλαδιά που έπεφταν, σκούπισμα τα ξερά φύλλα από την «αυλίτσα», μετά έβγαιναν οι πλαστικές καρέκλες, τα τραπεζάκια, η κεραία για την τηλεόραση στηνόταν, οι μπαταρίες την έβαζαν σε λειτουργία, όπως και τα ψυγεία και τις άλλες συσκευές, προπάντων να φορτίζουν οι υπολογιστές και τα κινητά. Πολιτισμός πλάι στη θάλασσα. Όλες οι ανέσεις. Όλο το καλοκαίρι. Προπάντων τα Σαββατοκύριακα. Αρκετοί ομόρφαιναν τον χώρο τους με γλάστρες και κατασκευές από πέτρες, με ζωγραφιές και ξωτικά, μια πολιτεία ολόκληρη με παιδιά και ποδήλατα, καυγάδες οι μεγάλοι, πρώτοι έρωτες για τα μικρά. Εκεί κατέφυγε η κυρία Κυράνα. Τέλη Σεπτεμβρίου. 73, 74 χρονών πια; Αλήθεια, πόσο ήταν; Πόσος καιρός είχε περάσει; 
Οι τελευταίοι κατασκηνωτές μάζευαν τα πράγματά τους, οι ιδιοκτήτες του χώρου ετοιμάζονταν για το κλείσιμο του χειμώνα. Οι χώροι ασφαλίστηκαν, η συρόμενη πόρτα της εισόδου δέθηκε με αλυσίδες. Έφυγαν. Ορθάνοιχτο και ανασφάλιστο το κάμπινγκ από την πλευρά της θάλασσας. Μπήκε με την άνεσή της. Τριγύρισε κοιτάζοντας προσεκτικά. Δοκίμασε μήπως κάποιο τροχόσπιτο είχε ξεχαστεί ξεκλείδωτο. Κανένα, και αυτή δεν ήξερε, και δεν ήθελε να μάθει να παραβιάζει κλειδαριές. Τα αντίσκηνα ήταν πιο εύκολα. Εγκαταστάθηκε σε ένα. Βρήκε στρωσίδια, κρεβάτια, κουβέρτες. Βασίλισσα. Μετά από καιρό είχε ένα σπιτικό. Και ρούχα. Μόνο που ήταν καλοκαιρινά. Ας είναι. Τα φορούσε πάνω από τα δικά της τα χειμωνιάτικα. Έτσι, για να νιώθει ότι φορά καινούρια και καθαρά. Βρήκε και τρόφιμα, όσπρια και ζυμαρικά, καφέ, ζάχαρη. Όταν τελείωσαν από το αντίσκηνό της, έψαχνε σε άλλα. Και κάθε τρίτη μέρα ανέβαινε στο χωριό για να αποσύρει το ελάχιστο ποσό και να ψωνίσει τα ελάχιστα. Ή κάθε τέσσερις –ανάλογα με τον καιρό. Κουραζόταν, μιάμιση ώρα να πάει, δύο να γυρίσει. Το περπάτημα κάνει καλό, αλλά η ανηφόρα ήταν μεγάλη και στην κατηφόρα έπρεπε να προσέχει τις νεροσυρμές που βροχή τη βροχή βάθαιναν. Το έδαφος ήταν γλιστερό και φοβόταν τα πεσίματα, από παιδί τα φοβόταν. Μόνη σε όλη τη διαδρομή από την παραλία μέχρι το χωριό, μόνη στο κάμπινγκ.

Pablo Picasso, Woman with Bangs, 1902

Τις πρώτες μέρες της βασιλείας της στο αντίσκηνο φοβόταν, άκουγε θορύβους από παντού και γυρνούσε να δει. Έκλεινε τα μάτια της να κοιμηθεί και τα άνοιγε αμέσως, ένιωθε ότι κάποιοι έμπαιναν στο αντίσκηνο. Μετά συνήθισε, «θόρυβοι είναι, και τι κακό να μου κάνουν;». Μόνη. Ξέχασε και την υποψία της για το ποιοι ήταν οι καινούριοι ένοικοι του σπιτιού της, άδειασε και τον ύπνο της από όνειρα και κούρνιασε κάτω από σκεπάσματα και υπνόσακους. Η υγρασία την τρύπησε, ο πυρετός την έλιωσε και μεταξύ λήθαργου και ξύπνιου τα όνειρα ξαναγύρισαν. Μπορεί πάλι να μην ήταν όνειρα ή να ήταν μισοόνειρα -σαν να τα έφτιαχνε η ίδια ήταν, σαν να κολλούσε εικόνες από το παρελθόν ασύνδετες μεταξύ τους. Ποιος της είχε πάρει τα όνειρά της; Κάποιος την είχε αφήσει μόνη να παλεύει με την πραγματικότητα, οι λογαριασμοί, τα λάστιχα του αυτοκινήτου που έπρεπε να αλλαχθούν, το σέρβις, εκείνο το άτιμο το sms που προειδοποιούσε για την ανανέωση της ασφάλειας, οι βενζίνες, τα ντουβάρια που νότιζαν, η ψυχή που έσταζε κρυφά, γιατί στα φανερά ο ρεαλισμός της ανάγκης της επέβαλε σιωπή και τη λογική που έλεγε «Ε τι να κάνουμε; Μόνο εμείς είμαστε έτσι; Όλος ο κόσμος». Η λογική... Μόνη. Ο συνοδοιπόρος της –έτσι ήθελε να αυτοαποκαλείται– δήλωνε μαστροχαλαστής, επομένως δεν μπορούσε να φτιάξει τίποτε· ότι δεν είχε αίσθηση προσανατολισμού, και πώς να πάει το αυτοκίνητο στο συνεργείο;, ότι ήθελε να ζει τη ζωή στα άκρα· να σκέφτεται τον άνθρωπο στο διάστημα και την καινούρια ζωή εκεί· αν βρέθηκε νερό στον πλανήτη Άρη... Όμως είχε ανάγκη και την παρουσία της να βάζει τάξη στη ζωή του, τάξη στις ντουλάπες του, τάξη στην τσέπη του, ώστε να βγάζει τον μήνα με τα χρήματα που έπαιρνε και να ζει αξιοπρεπώς χωρίς όμως να συμμετέχει στα έξοδα που του εξασφάλιζαν ζεστασιά, ρεύμα, μετακινήσεις... Την εγκατέλειπε στον μεσαίο δρόμο του ρεαλισμού. Και πώς να το αντέξει; Γι’ αυτό κι όταν έχασε το σπίτι της, το ένιωσε σαν εκδρομή, σαν ευκαιρία για μια περιπέτεια επιβίωσης, πάλι επιβίωσης, αλλά με άλλους όρους και με άλλους τρόπους. Η πλάτη της και η ψυχή της δεν άντεχαν άλλη μοναχική πραγματικότητα, με την ψευδαίσθηση μάλιστα ότι υπήρχε ένας συνοδοιπόρος, ούτε καν συγκατοικος, περισσότερο ένοικος ενός ξενοδοχείου, με απαιτήσεις για ποιότητα στις υπηρεσίες. Ο πυρετός στο αντίσκηνο της έδωσε πάλι όνειρα. 
Τέλος της άνοιξης μάζεψε τα πράγματά της, καθάρισε και τακτοποίησε το αντίσκηνο, έγραψε ένα ευχαριστήριο σημείωμα ζητώντας συγγνώμη για την κατανάλωση που είχε κάνει και πήρε την ανηφόρα προς τη δημοσιά. Ξαναγύρισε στην πόλη, βρήκε πάλι μια γωνιά και άρχισε ξανά να παρατηρεί τα πόδια των ανθρώπων. Οι λέξεις τους έπεφταν στα αυτιά της. Πόσο χρονών ήταν πια; Γιατί δεν πέθαινε;

***********

Hugo Simberg, The wounded Angel, 1903

Ο έρωτας χάθηκε στους δρόμους της πόλης. Τριγυρνάει βρώμικος με λερωμένα νύχια και μπερδεμένα μαλλιά. Οι άνθρωποι κάνουν λάθος. Τον ψάχνουν με τη μορφή ενός μικρού αγοριού, ενός παιδιού με φτεράκια. Προκατειλημμένοι από τις εικόνες αιώνων, δεν τον αναγνωρίζουν στο πρόσωπο της άστεγης γριάς. Το πρόσωπό της είναι ζαρωμένο, χωρίς χυμούς, δεν είναι όμορφη, δεν μυρίζει ευχάριστα. Οι άνθρωποι δεν της δίνουν σημασία, την αποκλείουν ευθύς εξαρχής από το οπτικό τους πεδίο, την αποφεύγουν, γι’ αυτό και έπαψαν να ερωτεύονται. Όμως. δεν μπορεί, κάποια στιγμή θα τη δουν. Θα την πλύνουν, θα τη χτενίσουν, θα τη φροντίσουν τρυφερά, θα μαζέψουν από γύρω τα φτεράκια και τα πουπουλάκια που αιωρούνται και θα τα κολλήσουν ξανά στους ώμους της. Θα της δώσουν ένα μπαστουνάκι και θα τη βγάλουν στον δρόμο, να τη δουν οι άνθρωποι και να την αναγνωρίσουν. Αντί γι’ αυτό, τη μάζεψε ένα πρωί το καροτσάκι του Δήμου, μια γριά με άσπρα φτερά, σαν τα μαλλιά της γκρίζα από τη βρωμιά, που ποιος ξέρει που τα είχε βρει και γιατί τα είχε φορέσει. Στο ψυχιατρείο που την έκλεισαν την άφησαν να τριγυρνά με τα φτερά της, σαν έρωτας, ή σαν άγγελος, μαυροφορεμένος και ηλικιωμένος. Αλήθεια, φοράνε μαύρα οι Άγγελοι; Γερνάει ο ροδαλός Έρωτας;
Την ημέρα που η κυρία Κυράνα πέθανε εμφανίστηκαν φτεράκια που αιωρούνταν στον ουρανό, κάποια μπλέχτηκαν στα κλαδιά των δέντρων, κάποια τραυματίστηκαν από τις κεραίες των τηλεοράσεων στις ταράτσες των πολυκατοικιών, κανένα όμως δεν έφτανε στη γη και κανένα δεν καρφώθηκε στα μαλλιά ενός κοριτσιού.  

Carlos Schwabe, Evening Bells, 1891

Δήμητρα Μήττα, «Στο Δόξα Πατρί», εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2016