Ι
Μοῦ φαίνεται, πὼς ἡ ἄνοιξη
Σὰν κελαηδᾶ μὲ τρέμει
Μὴν τῆς ζητήσω ἕνα
σκοπὸ
Νὰ δώσει τοῦ ἔρωτά μου
Μὴν τῆς ζητήσω ἕνα
φιλὶ
Νὰ σοῦ φιλήσω τὴν
καρδιὰ
Νὰ σοῦ χαρίσω δυὸ
φτερὰ
Καὶ νὰ σὲ δῶ δικιά μου
Harold Gilman, Nude on a bed, circa 1914.
ΙΙ
Ἔλα νὰ δεῖς τὴν ἄνοιξη ποὺ
περπατάει
Ποὺ μὲ τὰ σύννεφα ἀγκαλιὰ μᾶς χαιρετάει
Ἔλα νὰ δεῖς τὴν κόρη μου πῶς ἔγινε μεγάλη
Καὶ τραγουδάει μὲ μιὰ φωνὴ ποὺ δὲν ἦταν δικιά της
Καὶ τραγουδάει μ᾿ ἕνα παλμὸ
ποὺ εἶναι τοῦ κόσμου ὅλου
Σὰν νὰ βρέχει τὰ
χείλια της στὴ βρύση τ᾿ οὐρανοῦ
Σὰν νὰ πετάει ἡ
καρδούλα της μὲ κάθε χελιδόνι
Καὶ νὰ μὴν ξέρει ἡ ἄνοιξη ἂν εἶν᾿ δικιά της κόρη!
Φωτογραφίες:
© Κωνσταντίνος Βακουφτσής
Γιώργος
Σαραντάρης, «Δύο τραγούδια της Άνοιξης»,
Ι, [1939]. Ποιήματα. Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», 1961. 89.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου