Στο
ακριτικό Αγαθονήσι με τους 150 μόνιμους κατοίκους και τα 3.000 κατσίκια, που
όταν χαλάει το καράβι της γραμμής μένουν οι άνθρωποι δίχως ψωμί, δεν θα
περίμενε να δει κανείς έναν περιποιημένο αρχαιολογικό χώρο.
Ισχυροί
οχυρωματικοί τοίχοι (πάχους 1.80 - 2.00μ., εικ. 2) περικλείουν βόρεια, νότια
και ανατολικά έκταση 5.000 τ.μ. διαμορφωμένη σε άνδηρα. Οι τοίχοι είναι
λαξευμένοι από το αρχαίο λατομείο της περιοχής και κατασκευασμένοι επάνω στον
επίπεδα διαμορφωμένο δολομιτικό ασβεστόλιθο, κατάλληλοι για την αμυντική
θωράκιση και την προστασία των κατοίκων του αρχαίου οχυρού από εξωτερικούς
εχθρούς, αλλά κυρίως από την πειρατεία που βρισκόταν σε ιδιαίτερη άνθηση στο
Αιγαίο κατά την ελληνιστική εποχή. A total surface of
5,000 m2 is surrounded to the north, south and east by extensive fortification
walls with a thickness of 1,80-2 metres (image 2), shaped into rock-cut
beddings. The walls – stone slabs were quarried in the local mine and cut on a
flattened dolomitic limestone – were suitable defensive works to protect the
ancient fort’s inhabitants from any invaders, mainly pirates, given that piracy
flourished in the Aegean during the Hellenistic Age.
Κι
όμως, από το 2010, το μέχρι προ ολίγων ετών ανεξερεύνητο νησάκι, έχει στη θέση
Καστράκι έναν εκτεταμένο αρχαιολογικό χώρο. Ένα αρχαίο λιμάνι με τις οχυρώσεις
του, τις στρατιωτικές εγκαταστάσεις του για τον ελλιμενισμό πολεμικών πλοίων,
ένα ιερό, μια τεράστια μελισσοκομική μονάδα και ένα εργαστήριο πορφύρας. Και
επειδή το ανασκαφικό υλικό είναι πλούσιο -πολλά κινητά ευρήματα έρχονται
συνεχώς στο φως-, προγραμματίζεται να κτιστεί εκεί κι ένα μικρό μουσείο (300
τ.μ.).
Στο
ακριτικό Αγαθονήσι πραγματοποιείται από το 2006 και υπό την διεύθυνση του δρος
Παύλου Τριανταφυλλίδη, Αρχαιολόγου στην KB' Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών
Αρχαιοτήτων, συστηματική ανασκαφική έρευνα σε οχυρωμένο οικισμό των πρώϊμων
ελληνιστικών χρόνων (ύστερος 4ος - πρώϊμος 3ος αιώνας π.Χ.) που δεσπόζει στον
όρμο του Μαΐστρου (εικ. 1) στο βόρειο τμήμα του νησιού. Ο παράκτιος οικισμός
αποτελεί το αρχαίο επίνειο της πόλης της Τραγαίας, που μας είναι γνωστή μόνον
από φιλολογικές πηγές. Since 2006, a
systematic excavation led by Dr. Pavlos Triantafyllidis has been under way,
carried out by the 22nd Ephorate of Prehistoric and Classical Antiquities in a
fortified community dated to the early Hellenistic Age (late 4th-early 3rd
century BC) located on the island’s north side, overlooking the Maistros Bay
(image 1). This coastal site was the harbour of the ancient city Tragaeae,
known only from literary sources.
Όλα
ξεκίνησαν το 2000, όταν ο αρχαιολόγος Παύλος Τριανταφυλλίδης, της ΚΒ' Εφορείας
Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Ρόδου, κλήθηκε να πάει στο Αγαθονήσι για
να ελέγξει τη θέση στην οποία επρόκειτο να εγκατασταθεί μια μονάδα αφαλάτωσης.
Τότε, καθ' υπόδειξιν του δημάρχου, πήγε να δει και τα σκόρπια αρχαία της
βόρειας πλευράς. Δρόμος δεν υπήρχε. Πήρε μια μικρή βάρκα και πήγε διά θαλάσσης.
«Τα αρχαία ήταν μέσα στα χόρτα, τα αγκάθια και τα σκίνα» θυμάται ο αρχαιολόγος.
Ήταν ορατά οικοδομικά λείψανα, κυρίως οχυρωματικοί τοίχοι σε ένα βραχώδη λόφο
και διάσπαρτα πάμπολλα επιφανειακά ευρήματα, όπως πήλινα και λίθινα αγγεία των
ελληνιστικών και πρώιμων ρωμαϊκών χρόνων.
Με
τη συνδρομή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και ιδιωτικές χορηγίες, το 2006 ξεκίνησε
συστηματική ανασκαφή. Τα ευρήματα ήταν εντυπωσιακά. «Η αλήθεια είναι ότι το
έργο που κάναμε εκεί με χίλιες δυσκολίες, το αγκάλιασε και η πολιτεία. Και από
τότε μας υποστηρίζει θερμά η γ.γ. Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη. Έτσι καταφέραμε να
κάνουμε περίφραξη σε έξι στρέμματα χώρο και μάλιστα λίθινη. Φαντάζεστε πώς
μεταφέραμε τα υλικά χωρίς δρόμο, που έγινε τελευταία μαζί με τα έργα ανάδειξης.
Ήταν
μια τρέλα όταν ξεκινήσαμε στη μέση του πουθενά ένα τόσο μεγάλο έργο. Το
στήριξαν και οι ντόπιοι, που ζουν ουσιαστικά σε μια βραχονησίδα απέναντι από τα
τουρκικά παράλια της Μιλήτου. Τη βλέπεις τη Μίλητο. Κι όταν έχει κακοκαιρία οι
κάτοικοι αποκλείονται. Το ζήσαμε το πρόβλημα κι εμείς μια φορά στην ανασκαφή.
Δεν είχαμε να φάμε. Ήταν άνοιξη, είχε χαλάσει το πλοίο της γραμμής που ερχόταν
από τη Σάμο, και είχαμε ξεμείνει χωρίς τρόφιμα. Για να καταλάβει κανείς πώς
ζουν αυτοί οι ακρίτες πρέπει να δεις όταν κάνουν οι Τούρκοι τις στρατιωτικές
ασκήσεις τους. Ξαφνικά ζώνεται το νησάκι από πολεμικές φρεγάτες και ο ουρανός
με τις παραβιάσεις του εναέριου χώρου γεμίζει τουρκικά πολεμικά αεροσκάφη». Οι
κάτοικοι ζουν κυρίως από την κτηνοτροφία. Στόχος είναι να αναπτυχθεί ο τόπος
και τουριστικά. Γι' αυτό έγινε η ανάδειξη του μοναδικού αυτού αρχαιολογικού
χώρου, ο οποίος θα γίνει και επισκέψιμος.
Να
δούμε όμως τώρα ποια είναι τα ευρήματα του δρα Παύλου Τριανταφυλλίδη έπειτα από
έξι χρόνων αρχαιολογικές έρευνες.
Στις
εμπορικές και οικονομικές δραστηριότητες του οχυρού κατά την πρώϊμη ρωμαϊκή
περίοδο (1ο αιώνα π.Χ. - 1ο αιώνα μ.Χ.) συμπεριλαμβάνεται η αποκάλυψη τμήματος
εργαστηριακών εγκαταστάσεων (εικ. 5) κοντά στο νότιο οχυρωματικό τοίχο, που
σχετίζονται με την παραγωγή αρχαίων χρωστικών ουσιών, αλλά και βαφείων.
Ειδικότερα, εντοπίσθηκαν δύο δεξαμενές, επενδεδυμένες με υδραυλικό κονίαμα
τύπου κουρασάνι, οι οποίες βρέθηκαν σε δύο επίπεδα και επικοινωνούσαν μεταξύ
του με το σύστημα της υπερχείλισης. Στο εσωτερικό τους βρέθηκαν πάμπολλα
θαλάσσια όστρεα, πολλά από τα οποία ήταν αποθηκευμένα σε λίθινη γούρνα στο
εσωτερικό της μιας δεξαμενής. Τα όστρεα ήταν κυρίως κεράτιοι, και πορφύρα τύπου
murex brandaris, όστρεο κατάλληλο για την διεργασία και την παραγωγή της
πορφύρας, του περίφημου οστρεου, από το οποίο παραγόταν το βαθύ κόκκινο χρώμα,
καθώς και ποικίλες αποχρώσεις του, ανάλογα με το είδος του και την διάρκεια
έκθεσης του στον ήλιο.
Στον
όρμο του Μαΐστρου έχει βρεθεί ένα λιμάνι των Ελληνιστικών χρόνων ( ύστερος 4ος
- πρώιμος 3ος αιώνας π.Χ.) που περικλείεται από ισχυρούς οχυρωματικούς τοίχους
(πάχους 1,80 - 2,00 μ.). Το αρχαίο λιμάνι ήταν επανδρωμένο στρατιωτικά από τη
Μίλητο. Ήταν ναυτική βάση της Μιλήτου, καθώς το Αγαθονήσι, η Λέρος, οι Λειψοί
και η Πάτμος αποτελούσαν τα λεγόμενα Μιλησιακά νησιά. Δηλαδή τα νησιά που
χρησιμοποιούσε η Μίλητος ως πέρασμα προς το Αιγαίο. Έχουν εντοπιστεί λαξεύματα
στο βράχο που σχετίζονται με τις εγκαταστάσεις ελλιμενισμού των ευέλικτων
πολεμικών, ελαφρών πλοίων. Η αρχαία ιστορία του νησιού θέλει τους κατοίκους
μάρτυρες πολλών ναυμαχιών λόγω της γεωγραφικής του θέσης. Είδαν τη ναυμαχία της
Λάδης (494 π.Χ.), τον περσικό στόλο του Δαρείου κατά των επαναστατών Ιώνων, ενώ
ο Πλούταρχος αναφέρει ότι το 74 π.Χ., ο Ιούλιος Καίσαρας, καθώς έπλεε από την
Ιταλία προς τη Μικρά Ασία, πιάστηκε από πειρατές της Τραγαίας και κρατήθηκε στο
Φαρμακονήσι.
Και
τι εστί Τραγαία; Είναι η αρχαία ονομασία του Αγαθονησιού. Το λιμάνι που έχει
βρεθεί είναι το αρχαίο επίνειο της πόλης Τραγαίας, ενός παράκτιου οικισμού
γνωστού μόνον από φιλολογικές πηγές. Η εικόνα του λιμανιού δεν είναι επίπεδη.
Πρόκειται για ένα λόφο σκαλιστό σε τρία επίπεδα.
Πλούσιες
αποθέσεις οστρέων, κυρίως τύπου murex brandaris (εικ. 6), αλλά και άλλων
γαστερόποδων, όπως κερατίων (Cerithium vulgare, Bittium reticulatum da Costa),
κώνων (Conus venticosus Gmelin, Euthria cornea L.), βούκινων (Buccinum
undulatum L.) και πεταλίδων (Patella coerulea L.) βρέθηκαν εντός και γύρω από
τις δεξαμενές, πολλές από τις οποίες είναι θραυσμένες ή τρυπημένες στην
αρχαιότητα, προκειμένου να εξαχθεί ο ζωντανός οργανισμός του οστρέου, από τον
οποίο προερχόταν η χρωστική ουσία.
Στο
ανώτερο επίπεδο είναι ο Πύργος, στο μεσαίο το Ιερό του Διδυμαίου Απόλλωνος και
Ανατολικών θεοτήτων και στο τρίτο μια μεγάλη μονάδα μελισσοκομίας και
εργαστήρια πορφύρας. Ήταν οι μεγαλύτεροι προμηθευτές μελιού και πορφύρας στο
Αιγαίο.
Από
τα πολυάριθμα αρχαία κινητά ευρήματα της νεότερης οικιστικής φάσης του οχυρού
κατά τους ύστερους ελληνιστικούς και πρώιμους ρωμαϊκούς χρόνους, ιδιαίτερα μεγάλος είναι ο αριθμός των πήλινων
κυψελών (εικ. 10) για την παραγωγή μελιού (3.000 θραύσματα αγγείων). The
numerous ancient finds from the latest community phase in the fort, dating to
the late Hellenistic and early Roman Age, consist mainly of beehive pots (image
10) used for the production of honey (3,000 potsherds).
Έχουν
βρεθεί 15.000 κυψέλες και έχουν ανιχνευθεί γηρεόκοκοι από άγριο πεύκο, που
σημαίνει πως το νησί εκείνη την εποχή ήταν γεμάτο πεύκα και θυμάρι. Τώρα έχει
μείνει μόνο το θυμάρι.
Το
μέλι χρησίμευε και ως σταθεροποιητικό στοιχείο στη βαφή των υφασμάτων με
πορφύρα, μας εξηγεί ο κ. Τριανταφυλλίδης. Η πορφύρα βγαίνει από το ζωύφιο που
υπάρχει σε ένα αγκαθωτό όστρακο. Πορφύρες υπάρχουν σε αφθονία ακόμη και σήμερα
σ' εκείνη την περιοχή. Το βαφείο συνίσταται σε δύο δεξαμενές σε δύο επίπεδα,
που επικοινωνούσαν μεταξύ τους με το σύστημα της υπερχείλισης. Η στενή σχέση
των κατοίκων του νησιού με τη Μίλητο αποδεικνύεται και από την ανεύρεση
σημαντικού αριθμού χάλκινων και αργυρών νομισμάτων κοπής Μιλήτου και της
Καρικής δυναστείας των Εκατομνιδών του 4ου αιώνα π.Χ.
Η
ανεύρεση σημαντικού αριθμού χάλκινων και αργυρών νομισμάτων κοπής Μιλήτου και
της Καρικής δυναστείας των Εκατομνιδών του 4ου αιώνα π.Χ., πήλινων ειδωλίων του
τύπου της Ταναγραίας του ύστερου 4ου αιώνα π.Χ. (εικ. 7), πήλινων υφαντικών
βαριδιών (εικ. 8), ενσφράγιστων λαβών αμφορέων
(εικ. 9) ροδιακού, κνιδιακού και κωακού τύπου του 4ου - 2ου αιώνα π.Χ.
υποδεικνύει εμπορικές συναλλαγές που πραγματοποιούνταν και κατά την ελληνιστική
περίοδο. Εκτός από την παρουσία βαφείων, κινητά ευρήματα, όπως σκωρίες πηλού,
πάμπολλα όστρακα χρηστικών αγγείων και σιδηρομεταλλευμάτων υποδεικνύουν μια
έντονη βιοτεχνική δραστηριότητα για την ύπαρξη εργαστηρίων παραγωγής σιδηρών
και πήλινων αντικειμένων, που σε συνδυασμό με την βιοτεχνία πορφύρας προσέδιδαν
αρκετό πλούτο, ενώ παράλληλα ανασυστήνουν πτυχές της αγροτικής οικονομίας και
του εμπορίου του νησιού.
Έχουν
βρεθεί επίσης πήλινα ειδώλια του τύπου της Ταναγραίας, του ύστερου 4ου αιώνα
π.Χ., υφαντικά βάρη, ενσφράγιστες λαβές αμφορέων (ροδιακού και κνιδιακού
τύπου), μεγάλες ποσότητες κεραμικής και σιδηρομεταλλευμάτων.
Εξαιρετικά
ενδιαφέρουσα είναι η ανεύρεση πήλινου ενσφράγιστου κεραμιδιού (εικ. 11) της
πρώτης επίσημης επιγραφής του Αγαθονησίου του ύστερου 2ου και πρώϊμου 1ου αιώνα
π.Χ. που αναφέρεται σε πολεμική νίκη της Μιλησιακής μητρόπολης χάριν της οποίας
ιδρύθηκε ιερό παρρόδιο, πιθανώς του Διός Λυκίου στον οχυρωμένο παράκτιο οικισμό
του Αγαθονησίου. Σύμφωνα με θραύσματα χειροποίητης άβαφης κεραμικής, και πολλών
εργαλείων από οψιανό και πυριτόλιθο, η εγκατάλειψη του μικρού οχυρωμένου
οικισμού ανάγεται στο α' μισό του 2ου αιώνα μ.Χ., όταν ο καταστρεπτικός σεισμός
του 155/156 μ.Χ. που συγκλόνισε την Μ. Ασία επέφερε ανεπανόρθωτες βλάβες στο
οχυρό. Another finding is a terracotta tile (image 11) bearing the first
official inscription about the island, dating to the late 2nd and early 1st
century AD and mentioning a war victory of the metropolis, Miletus, on the
occasion of which a temple was erected in honour of Zeus Lykaios in the
fortified coastal community on Agathonissi. Various plain, hand-made ceramic
potsherds, as well as many excavated tools, point to the community’s
abandonment around the first half of the 2nd century AD, after a devastating
earthquake hit Asia Minor in 155/156 AD causing irreparable damage to the fort.