Patrick Caulfield, Greece
Expiring on The Ruins of Missolonghi, after Delacroix, 1963
Μένει να ξαναβρούμε τη ζωή μας,
τώρα που δεν έχουμε
πια τίποτα. Φαντάζομαι,
εκείνος που θα ξαναβρεί τη ζωή,
έξω από τόσα χαρτιά, τόσα
συναισθήματα, τόσες διαμάχες
και τόσες διδασκαλίες θα είναι
κάποιος σαν εμάς μόνο
λιγάκι πιο σκληρός στη μνήμη.
Γ. ΣΕΦΕΡΗΣ (Τετράδιο Γυμνασμάτων)
Shinro Ohtake, Mexico,
(Misprinted in N.Y.), 1963
Ι
Είμαι εδώ στην κορφή. Η πορεία
ανέβηκε.
Μόνος. Κάτω από τα πόδια μου
σιδερένιες
εδώ μόνος σ’ αυτό τον
περιορισμένο χώρο στον
Άβυσσος παρελθόν ζώνες με επίπεδα
εποχές
και μετά σκελετοί στην οικοδομή.
Σημαίες ζωή. Θάνατοι δεν
υπάρχουν.
Στο επίπεδο όρος ορθός φτιάχνω
τον κόσμο.
Μαζί μου όλοι υπηρετούν το σκοπό
και κανέναν.
Τα κρίνα των αγρών –οι αμνοί–
κανέναν.
Φράσεις ναοί μεταβάλλονται
κινούνται
τα επίπεδα πληθαίνουν κροτούν
ανεβαίνουν
Andy Warhol, Orange Disaster, 1963
Οι πόλεις χτίζονται – οι πόλεις
πεθαίνουν.
Άνεμος υψώνει τα δένδρα – άνεμος
γκρεμίζει το
άνεμος λαών ανθρώπων νέων
διακλαδώσεων
κ’ εγώ πάντα στο οροπέδιο των
πολιτισμών – των
κοιτάζω τη χλόη τα δένδρα τον
ήλιο
κοιτάζω τις ηλεκτρικές συσκευές –
τα κυκλάμινα
ΙI
Richard Estes, Grand Luncheonette, 1976
Μέσα στο δέντρο υπάρχω και ζω –
τρέμουν τα φύλλα –τα άνθη
τρέμουν–
Ελάτε κοντά μου – έχει γαλήνη.
Ελάτε ελάτε. Ιδού το σώμα μου
σας το προσφέρω –έχει γαλήνη–
Δεχτείτε με πάλι. Είμαι ο άνεμος
η οργή –
είμαι το τελευταίο σκαλί σας
εσείς πάλι το πρώτο – προχωρείτε.
Peter Blake, Toy Shop, 1962
Οι σημαίες αλλάζουν – αλλάζουν τα
χέρια αλλάζουν
κατεβαίνουν τα πλήθη ασύνταχτα
Χωρίζει ο άνεμος τα στάχυα – τους
λαούς
διαλύονται οι ομάδες –πληθαίνουν
τα μέρη–
Κανείς. Πάλι πάνω στο οροπέδιο
μόνος
στους νέους τους βράχους – στα
επίπεδα μόνος
μαζί με τον νέο τον άνεμο ένα και
μόνος
κοιτάζω τη χλόη – τα δέντρα τον
ήλιο
ΙΙΙ
Jenny Holzer, The Survival series, Protect Me From
What I want, 1985 1986
Θα κτίσω τη νέα σας πόλη.
Μην αφίσετε την ελπίδα – κάθε
λεπτό μια σημαία.
Μην αφίσετε το νερό τον άνεμο και
τη γη –
κάθε λεπτό και μαζί σας.
Σας βλέπω –καμιά μάταιη
προσπάθεια– τίποτα
όλα –εσείς– διαπερνάτε τα τείχη
σας τους καπνούς
διαπερνάτε το χρόνο – παίζετε
ζάρια όπλα χαρτιά
σας αγαπώ – μόνος μαζί σας.
Η πόλη σας είναι πια έτοιμη.
Κινείται. Αλλάζει ρυθμό – τα
τύμπανα παίζουν
μπορεί να δεχθεί τη σφαγή
μπορεί ν’ ανέβει τούτη την άλλη
την ώρα.
Jake Tilson, Breakfast
Secial n° 5 Southwark Soil Creep, 1988 1989
Στη φωτιά – στη φωτιά να ριχτεί
αυτός που παγωμένος σταθερός
μπήκε στην πύλη
στη φωτιά – αυτός που κουράστηκε
και θέλει
αυτός που δεν αλλάζει το βήμα το
ρυθμό το γέλιο
στη νέα – στη νέα του πόλη.
Γυρίζει. Το επίπεδο έπεσε πάνω
στο άλλο.
Ζητάει το εκμαγείο –αγωνίζεται–
ποιος είναι για νέα σημαία;
Κανείς. Μένω πάλι στο οροπέδιο
μόνος
κοιτάζω πάλι την πόλη – τα χτίρια
πάλιωσαν
κρατώ τη φωτιά τα κλαδιά τους
ανθούς
IV
Yves Klein, La
Victoire de Samothrace, The Victoire de Samothrace, 1962
Μπήκα με άδεια χέρια στη σκήτη
μου.
Τους καρπούς τώρα τους γεύεσαι γη
– εγώ δεν
Δεν ακούς πια τη φωνή μου – δεν
ακούς
έχεις δικιά σου φωνή – δικά σου
τα τείχη.
Φυτεύεις τα δένδρα – το στάρι
ανθεί σε πελάγη.
Πάνω στο δικό μου το σώμα χτίζεις
τις πόλεις.
Οι πόλεις έχουν δικό τους πια σώμα.
Καμμιά σιωπή – λάμψη καμμιά.
Περπατάς στους μεγάλους σου
δρόμους
ζεύεις τους ποταμούς – τα βουνά
ανασταίνεις τους ήχους τους
αυλούς τα νερά
Richard Hamilton, Soft
Blue Landscape, 1973 1980
Τη νύχτα βγαίνω – κοιτάζω μακριά
στο γιαλό
κοιτάζω βαθιά μες στα δάση
ανάβω μια μικρή φλόγα στη γη –
ακούω τους ήχους
αυτούς που δεν θ’ ακούσει πια
κανείς – ακούω
Ματώνω τα χέρια στους λόγγους –
ματώνω τα γόνατα
–Το ρήγμα ψάχνω να βρω σ’ αυτό το
μπετόν–
το ρήγμα. – Στο σκουλήκι της γης
την φλόγα
βάζω πασσάλους πάνω στα όρη –
σημαδεύω
ακούω ούρλιασμα λύκων –ακούω
φωνές–
η νύχτα είναι μικρή – μεγαλώνει
ο άνεμος ετοιμάζει την έφοδο – οι
φωνές
«κοίτα» – «τώρα» – «το άλλο
βράδυ» –
πρέπει πάλι να σας μιλήσω.
V
Greek Actor
Δεν ήρθαν να ξαφνιάσω τις μέρες
σας –
Κυκλοφορούσα αιώνες μέσα στο
πλήθος σας
μαζεύοντας σκόρπιους σπόρους.
Δεν ήρθα να σταματήσω τους
ποταμούς τα νερά
Κυκλοφορούσα μέσα στους ήχους σας
–
Ανέμιζα μαύρα λάβαρα στις
αρτηρίες των δρόμων
με την καρδιά μου καρφωμένη στο
φοβερό πάσσαλο
Δεν ήρθα να καταργήσω τον νόμο.
Ανεβαίνω εδώ σ’ αυτή την αγχόνη –
σας δίνω το σχήμα σας – σας καλώ.
Δεν ήρθα σαν ξένος – δεν ήρθα.
Andy Warhol, Triple Elvis, 1963
Είμαι ο άνεμος η βροχή τα έρημα
δάση
είμαι ο καταρράχτης το νερό το
πουλί
είμαι ο δρόμος η αυγή το τελευταίο
λιμάνι
το πρόσωπό μου και το δικό σας
είμαι εδώ και αλλού και παντού
μέσα στ’ αγέρι – μέσα στις παλιές
ημερομηνίες
μέσα στα πλοία – στους ήχους –
στους αγρούς
στα εργοστάσια είμαι – στις
σκοτεινές αίθουσες
στ’ άδεια δωμάτια – στους εραστές
– στα ερείπια
απ’ την αρχή μέχρι το τέλος του
κόσμου.
Sherrie Levine, Untitled
(After Vasily Kandinsky), 1985
Και τώρα εδώ πάνω σ’ αυτό το
οροπέδιο σας καλώ
τώρα που θα βυθίσω το μαχαίρι στο
στήθος
να σας δώσω το αίμα μου –
άνθη τεράστιες πόρτες ουρανοί
τρέμουν κυλάνε
μπροστά στα πόδια σας στα όνειρά
σας στο ψωμί
κρότοι καταστροφή και νέα αυγή
κατεβαίνει.
Ο άνεμός μου κάθε νύχτα με
παγώνει.
VI
David Salle ,
Tiny in the Air, 1980
Περιφέρουν οι λαοί στη ρίζα μου
την καρδιά μου.
Οι δρόμοι ανοίγουν πληγές κρότους
ποτάμια
ανάβουν φωτιές στα σπίτια – στα
στρατόπεδα
Οι λύκοι ουρλιάζουν εκείνες τις
νύχτες.
Ανεβαίνουν τους βράχους –βγάζουν
αφρούς–
μπήγουν τα νύχια στα μάτια –
κανείς δεν τους βλέπει – κανείς.
Η σιωπή
παγώνει στα δένδρα.
Richard Petibone, Yazd V, Yazd II et Trigger Finger, 1969
Αφίνω τότε την έρημο –αφίνω τα
άνθη– αφίνω
αφίνω τους αγρούς τη γιορτή τις
καμπάνες
αφίνω τη νύχτα μου – το βαθύ μου
ποτάμι
ο σκοτεινός ωκεανός δεν κρατάει
το κορμί μου
τύμπανα στα κρυφά μονοπάτια
κατεβαίνω σκάλες γυρτές πλάγιες
κατεβαίνω
κάτω βαθιά στην καρδιά μου –
εγώ ο ταπεινός δούλος σας ανάμεσα
στο λαό μου
υψώνω το λάβαρο – το δρόμο υψώνω
υψώνω τα εργοστάσια τα δένδρα τις
καρδιές
μοιράζω σημαίες φλόγες ωκεανούς
κατεβαίνω από τα όρη – τους
βράχους
ανεβαίνω από το σκοτεινό βάθος
της θάλασσας
έτσι φωτεινός ωραίος αγνός – σαν
αέρας
James Rosenquit, Star Thief, 1980
Τώρα ο θόρυβος συνέχει τους
κορμούς.
Οι εικόνες παίρνουνε σχήμα και
χρώμα –
πίδακες στις φλέβες της γης για
καρποί
ταράζουν τα νερά πουλιά στους
βράχους.
Εγώ πήρα πια το ραβδί – σας
αφίνω.
Χαϊδεύω τη χλόη στους δρόμους –
ακούω τα πουλιά
χαϊδεύω τα άνθη τούς αγρούς τη
βροχή
βλέπω το πρόσωπό μου στο δικό σας
ποτάμι.
VII
Jean-Michel Basquiat, Untitled, 1986
Τα οράματά μου γυάλινοι θόλοι
υγροί –
σφαίρες διάφανες γαλάζιες
τα οράματά μου λαοί –σιδερένιες
λαβές–
πλήθος εικόνες μάχονται –
βγαίνουν στην επιφάνεια
με στηρίζουν με μαύρους πασσάλους
τα τείχη συντρίβονται στο πρόσωπό
μου
τα σχήματα αλλάζουν –πώς να
κρατηθώ; -
νάμε βαθιά στο βράχο σαν πληγή
μάχομαι μάχομαι αυτό το Μέγα.
Roy Lichtenstein, Femme
au Chapeau, 1962
Το στερεό διαλύεται – τα γαμψά
σχήματα πείθουν
το στερεό φεύγει τετράγωνο λυώνει
κ’ εγώ μ’ όλο το βάρος αδιάφορος
προχωρώ
στη νέα στη νέα εποχή μου –
προχωρώ πάνω στο βράχο στο
σκοτεινό οροπέδιο
προχωρώ σαν άνεμος κραυγή –
Γίνηκα σπόρος.
Umberto Boccioni, Riot in the Galleria, 1910.
Άνεμος νερό φωτιά μέσα στο φύτρο
πιο μικρό
δύναμη δύναμη βαθιά τα μόρια του
κόσμου
υψώνει τους πίδακες – κροτούν οι
ανεμώνες
κροτούν οι φλέβες – οι υπόγειοι
ποταμοί
ανάβουν πολυέλαιοι στην έρημο
τα ζώα κροτούν πάνω στο τύμπανό
μου
επιστρατεύονται κεραυνοί λάμψεις
ζωή
ανεμίζουν τα άστρα – τρέμουν οι
ουρανοί
γυρίζουν οι σφαίρες – γυρίζουν
κι εγώ πάντα στο οροπέδιο
βγάζω τον αυλό τις χορδές τις
κιθάρες
και τραγουδάω.
ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΤΣΑΡΟΣ