Chaϊm Soutine, Self-Portrait, c.1918.
Βίαιες πινελιές,
διαστρεβλωμένες φόρμες, έντονες χρωματικές αντιθέσεις: το απειθάρχητο στυλ του
Χαΐμ Σουτίν (1893 - 1943) έχει κάποια κοινά στοιχεία με του Βαν Γκογκ, παρόλο
που ο ίδιος επέμενε ότι δεν του άρεσε η δουλειά του Ολλανδού ζωγράφου.
Chaϊm Soutine, Pastry Cook with Red
Handkerchief, 1922-23.
Γόνος εβραϊκής
οικογένειας της Λιθουανίας, ο Σουτίν εγκαταστάθηκε στο Παρίσι το 1913 αλλά
έμεινε σε απόσταση και από την ακμάζουσα αβαν-γκαρντ της εποχής του
-ντανταϊστές, φουτουριστές, κυβιστές, φοβ, σουρεαλιστές- προτιμώντας να
ζωγραφίζει με το δικό του, μοναδικό ύφος (εδώ «Ο μικρός ζαχαροπλάστης»,
1922).
Δέχτηκε επιρροές από
άλλους «εκκεντρικούς» συγκαιρινούς του, όπως ο Μοντιλιάνι και ο Σαγκάλ, με τους
οποίους είχε συνδεθεί φιλικά, ενώ η δική του επιρροή μπορεί να ανιχνευθεί στο
έργο μεταγενέστερων καλλιτεχνών όπως ο Φράνσις Μπέικον και ο Βίλεμ ντε
Κούνινγκ.
Chaϊm Soutine, The Mad Woman, c.1919.
Chaϊm Soutine, Red Stairway at Cagnes,
c. 1923.
Chaϊm Soutine, The Groom or The
Bellboy, 1925-6.
Αφού έμεινε αρκετό καιρό
στο Σερέ, την περίοδο 1920-29 δημιούργησε τα σημαντικότερα έργα του.
Chaïm Soutine, Le Gros Arbre bleu
(1920-1921), huile sur toile, musée de l'Orangerie, Paris.
Chaïm Soutine, Le Village (1923), huile
sur toile, musée de l'Orangerie, Paris.
Chaïm Soutine, La Maison blanche
(1918), huile sur toile, musée de l'Orangerie, Paris.
Ο Σουτίν εξέφρασε το
ταλέντο του με μια δραματική αποσύνθεση της χρωματικής ύλης: έτσι γεννήθηκαν
εκείνα τα τοπία που φαίνονται παραμορφωμένα από την καταιγίδα, με τα δέντρα που
γέρνουν κάτω από εφιαλτικούς ουρανούς.
Chaϊm Soutine, La petite fille à la poupée,
1919.
Chaϊm Soutine, L'homme aux rubans (Man
with ribbons), 1921-22.
Χαΐμ
Σουτίν, «Ο καμαριέρης του ορόφου», 1927
Ακόμα και οι ανθρώπινοι
τύποι του καθρεφτίζουν την απέραντη θλίψη του καλλιτέχνη.
Μεταξύ των Ευρωπαίων
εξπρεσιονιστών, ο Σουτίν διακρίνεται για το σφρίγος της φαντασίας, με την οποία
μεταμόρφωνε ποιητικά ακόμα και τα πιο πεζά θέματα της πραγματικότητας (Κουφάρι
βοδιού, 1925).
Chaim Soutine, Le Lapin (1923-1924),
huile sur toile, musée de l'Orangerie, Paris.
Chaim Soutine, Le Poulet plumé (1925),
huile sur toile, musée de l'Orangerie, Paris.
Chaim Soutine, Enfant de chœur (1927-1928),
huile sur toile, musée de l'Orangerie, Paris.
Ο Σουτίν συχνά
ξαναδούλευε ή και κατέστρεφε τις παλαιότερες δημιουργίες του. Μολονότι γνώρισε
από νωρίς επιτυχία, οδηγήθηκε σταδιακά στην απομόνωση και παρουσίασε μικρό
αριθμό έργων μετά το 1930 και έως τον θάνατό του.
Soutine’s career was abruptly interrupted by
illness. After Zborowski’s death in 1932 he was supported by Marcel and
Madeleine Castaing, who helped him through a period of unfavourable criticism.
After 1937, two women shared his life, the German Gerda Groth, whom he called
Mlle Garde, and Max Ernst’s first wife, Marie-Berthe Aurenche. His health
declined rapidly with the news of the German persecutions of Jews, and he died
during a surgical operation. The mixture of humour and despair, of passion and
mockery in Soutine’s paintings, often inadequately described as Expressionist,
contributed to his stature as a modern master.
Ο Χαΐμ Σουτίν θεωρείται στις μέρες μας ως ένας από τους μεγάλους εξπρεσιονιστές
ζωγράφους. Γεννήθηκε στη Ρωσία, αλλά πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στη
Γαλλία, όπου υπήρξε μέλος της Ecole
de Paris, σπούδασε τέχνη στην Ακαδημία Καλών Τεχνών
της πόλης Βίλνιους και στη συνέχεια στο Παρίσι με καθηγητές της Ecole des Beaux-Arts. Η αρχική του εστίαση ήταν κυρίως η "νεκρή φύση" ,
σταδιακά όμως έστρεψε το ενδιαφέρον του προς τα πορτρέτα και τα τοπία. Τα έργα
του αργότερα θα δείξουν περισσότερο την ένταξή του στον εξπρεσιονισμό, με τις
κύριες επιρροές του να είναι οι φίλοι του Paul Cezanne (1839- 1906), Vincent Van Gogh (1853-1890), Marc Chagall (1887-1985) και Amedeo Modigliani (1884-1920). Τα πιο γνωστά έργα του Σουτίν
είναι πορτρέτα μαγείρων, νεαρών υπηρετών και σερβιτόρων, που δείχνουν την
επίδραση που άσκησαν επάνω του παρόμοια έργα του Ρέμπραντ. Καταδιωγμένος κατά
τη διάρκεια του πολέμου από τη Γκεστάπο ως Εβραίος, ο Σουτίν πέθανε μέσα σε
θλιβερές συνθήκες. Σήμερα συγκαταλέγεται στους κορυφαίους εξπρεσιονιστές της
ρωσικής τέχνης και οι πίνακές του εκτιμώνται σε εκατομμύρια ευρώ. One of
the great expressionist painters, Chaim Soutine was born in Russia, but spent
most of his adult life in France, where he was part of the Ecole de Paris. He
studied art at the Vilna Academy of Fine Arts and then in Paris with a tutor of
the Ecole des Beaux-Arts. His initial focus was mostly on still life painting,
although he gradually moved towards portraits and landscapes. His later works
are more reflective of expressionism, his main influences being his friends
Paul Cezanne (1839-1906), Vincent Van Gogh (1853-1890), Marc Chagall
(1887-1985) and Amedeo Modigliani (1884-1920). Soutine's best known works are
impasto portraits of cooks, page boys, and waiters, such as: Little Pastry Cook
(c.1921, Portland Art Museum) and Pastry Cook with Red Handkerchief (c.1922
Musee de l'Orangerie, Paris). His series of expressionist paintings of animal
carcasses (eg. Carcass of Beef, 1925, Minneapolis Institute of Arts) were
influenced by similar works of Rembrandt, such as The Flayed Ox (1655, Louvre,
Paris). Persecuted during the war by the Gestapo for being a Jew, Soutine died
in sad circumstances whilst in hiding. Now seen as one of the top
expressionists in Russian art, his paintings sell for millions."
Πέθανε από πείνα στη
κατοχή.