Το ιστολόγιο "Τέχνης Σύμπαν και Φιλολογία" είναι ένας διαδικτυακός τόπος που αφιερώνεται στην προώθηση και ανάδειξη της τέχνης, της επιστήμης και της φιλολογίας. Ο συντάκτης του ιστολογίου, Κωνσταντίνος Βακουφτσής, μοιράζεται με τους αναγνώστες του τις σκέψεις του, τις αναλύσεις του και την αγάπη του για τον πολιτισμό, το σύμπαν και τη λογοτεχνία.
Arts Universe and Philology
The blog "Art, Universe, and Philology" is an online platform dedicated to the promotion and exploration of art, science, and philology. Its owner, Konstantinos Vakouftsis, shares his thoughts, analyses, and passion for culture, the universe, and literature with his readers.
Εντοπίστηκε σε απόσταση 1.730 ετών φωτός από εμάς
πλανήτης με μοναδικά χαρακτηριστικά. Καλλιτεχνικήαπεικόνισητου Kepler 13-Ab. The NASA/ESA Hubble Space
Telescope has found a blistering hot-Jupiter exoplanet where it ‘snows’ titanium dioxide, the active ingredient in sunscreen. The Hubble
observations are the first detections of this ‘snow-out’ process — called a
‘cold trap’ — on an exoplanet. This illustration shows Kepler-13Ab that circles very
close to its host star, Kepler-13A. In the background is the star’s binary
companion, Kepler-13B, and the third member of the multiple-star system is the
orange dwarf star Kepler-13C. Image credit: NASA / ESA / G. Bacon, STScI
Η
ανακάλυψη εξωπλανητών έχει γίνει πλέον ρουτίνα αφού σχεδόν κάθε εβδομάδα
ανακοινώνεται ο εντοπισμός κάποιου πλανήτη σε κάποιο κοντινότερο ή πιο μακρινό
σημείο του γαλαξία μας. Αρκετοί από αυτούς δεν μοιάζουν καθόλου με τους
πλανήτες του ηλιακού μας συστήματος και η ύπαρξη τους ανατρέπει τις κρατούσες
θεωρίες των επιστημόνων για τον σχηματισμό, την λειτουργία αλλά γενικότερα την
«φύση» των πλανητών. Ομάδα ερευνητών με επικεφαλής τον αστρονόμο Τόμας Μπίτι
του Πολιτειακού Πανεπιστημίου Penn
στις ΗΠΑ εντόπισαν με την βοήθεια του τηλεσκοπίου Hubble ένα εξωπλανήτη σε απόσταση 1.730 ετών
φωτός από την Γη. Πρόκειται για ένα πλανήτη με χαρακτηριστικά που όμοια του δεν
έχουν παρατηρηθεί μέχρι σήμερα.
Ο
Kepler 13-Ab όπως ονομάστηκε ο πλανήτης αυτός βρίσκεται
σε «κλειδωμένη» τροχιά γύρω από το άστρο του, έτσι ώστε μόνο η μια πλευρά του
αντικρίζει μόνιμα το μητρικό του άστρο. Σύμφωνα με τους ερευνητές στην πλευρά
που κοιτάζει μόνιμα το άστρο του αναπτύσσονται θερμοκρασίες που αγγίζουν τους
2.800 βαθμούς Κελσίου ενώ αντίθετα η άλλη πλευρά είναι ένας απόλυτα σκοτεινός
και παγωμένος κόσμος όπου συχνά βρέχει και χιονίζει.
Όμως
στον Kepler 13-Ab δεν πέφτουν σταγόνες νερού ή νιφάδες
παγωμένου νερού αλλά βρέχει και χιονίζει διοξείδιο του τιτανίου. Το διοξείδιο
του τιτανίου είναι ένα φυσικό λευκό μετάλλευμα το οποίο χρησιμοποιείται, μεταξύ
άλλων, για τη λεύκανση των καλλυντικών. Λόγω της ικανότητας που έχει να
αντανακλά τις ηλιακές ακτίνες και να απορροφά τις ακτίνες UV, χρησιμοποιείται εκτεταμένα στη παρασκευή
αντηλιακών προϊόντων. Σύμφωνα με τους ερευνητές το διοξείδιο του τιτανίου
μεταφέρεται με τους ανέμους στην σκοτεινή πλευρά του πλανήτη συμπυκνώνεται
σχηματίζοντας νέφη και τελικά πέφτει στην επιφάνεια είτε ως βροχή είτε με την
μορφή χιονιού.
This is an artist’s
impression of Kepler-13Ab as compared in size to several planets in our Solar
System. Image credit: NASA / ESA / A. Feild, STScI
Είναι
η πρώτη φορά που εντοπίζεται αυτό το φαινόμενο σε κάποιο αντικείμενο του
Σύμπαντος. Όπως είναι ευνόητο η ανακάλυψη παρέχει νέα στοιχεία για τις
ατμοσφαιρικές και καιρικές συνθήκες που μπορούν να διαμορφωθούν σε ένα πλανήτη.
Οι
ερευνητές, με επικεφαλής τον επίκουρο καθηγητή αστρονομίας Τόμας Μπίτι του
Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια, έκαναν τη σχετική δημοσίευση
στο περιοδικό αστρονομίας «The
Astronomical Journal». Μεταξύ των ερευνητών ήταν ο Άγγελος Τσιάρας του
Πανεπιστημιακού Κολλεγίου του Λονδίνου (UCL).
Οι
εκτιμήσεις των επιστημόνων βασίζονται στις φασματοσκοπικές παρατηρήσεις που
έκαναν με την κάμερα ευρέος πεδίου του Hubble στην ατμόσφαιρα του εξωπλανήτη,
στο μήκος κύματος του εγγύς υπέρυθρου.
A professional
observatory in Greece has begun recording flashes created when bits of
interplanetary debris strike the Moon. So far the NELIOTA project has captured
22 impacts on the Moon. Colors indicate the estimated temperature of each
strike, from 1,770 K (dull red) to 3,730 K (white). Credit: ESA / Chrysa
Avdellidou
Μια
Ελληνίδα ερευνήτρια μέτρησε για πρώτη φορά τη θερμοκρασία των λάμψεων από
προσκρούσεις μετεωριτών στη Σελήνη με το τηλεσκόπιο του Κρυονερίου, στο πλαίσιο
του προγράμματος παρατήρησης NELIOTA της ESA και του Εθνικού Αστεροσκοπείου
Αθηνών.
Chrysa Avdellidou. Research
Fellow in NELIOTA project: ESA-funded observational campaign of lunar impact
flashes, using the upgraded 1.2 m Kryoneri telescope in Peloponnese (Greece).
Όταν
μικρά σώματα -μετέωρα και μικροί αστεροειδείς- πέφτουν πάνω στην επιφάνεια της
Σελήνης με απίστευτα μεγάλες ταχύτητες, δημιουργούν αστραπιαίες λάμψεις φωτός
που είναι ορατές από τη Γη. Τώρα, για πρώτη φορά, η Δρ Χρύσα Αβδελίδου του
Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διαστήματος (ESA), μέτρησε τη θερμοκρασία αυτών των
καυτών λάμψεων, χρησιμοποιώντας ένα ελληνικό τηλεσκόπιο.
Η
ανακάλυψη θα βοηθήσει τους επιστήμονες να μάθουν περισσότερα πράγματα για τα
αντικείμενα που πέφτουν στη Γη και πώς μπορεί να επηρεασθούν οι δορυφόροι. Ουσιαστικά,
χάρη στο NELIOTA, οι αστρονόμοι χρησιμοποιούν το φεγγάρι ως ένα γιγάντιο
εργαστήριο για τη μελέτη των προσκρούσεων σωμάτων και των λάμψεων που αυτά
παράγουν.
The NELIOTA project
records about a quarter of the lunar disk. Here an impact flash (right edge
below center) punctuates the lunar night. Credit: NELIOTA project
Η
ESA παρακολουθεί τα ουράνια αντικείμενα (Νear-Εarth Οbjects ή NEOs), δηλαδή
τους αστεροειδείς, κομήτες και μετεωρίτες, που μπορεί να πέσουν στη Γη. Για το
σκοπό αυτό, μελετά τη συχνότητα και την κατανομή της πτώσης των μετεωριτών και
άλλων τέτοιων μικρών αντικειμένων στην επιφάνεια της γειτονικής Σελήνης. Οι
επιστήμονες, με τη βοήθεια του NELIOTA, θέλουν να μάθουν πόσο συχνά πέφτουν
τέτοια σώματα και πόσο απειλητικά μπορεί να γίνουν για ένα δορυφόρο σε τροχιά
γύρω από τη Σελήνη ή για μια μελλοντική διαστημική αποστολή της ESA.
Since March 2017,
the NELIOTA project has been monitoring the dark side of the Moon for flashes
of light caused by tiny pieces of rock striking the moon's surface. Credit: NELIOTA project
Τέτοια
μετέωρα και μικροί αστεροειδείς που πέφτουν στη Γη, καίγονται στην
προστατευτική ατμόσφαιρά της δημιουργώντας «πεφταστέρια», κάτι που όμως δεν
συμβαίνει στο φεγγάρι, το οποίο έχει μόνο ένα υπερβολικά λεπτό στρώμα αερίων
γύρω του. Χωρίς μια πυκνή ατμόσφαιρα να επιβραδύνει τα μετέωρα, τα οποία
ζυγίζουν από μερικά γραμμάρια έως μερικά κιλά, αυτά χτυπούν τη Σελήνη με
ταχύτητα 20 έως 70 χιλιομέτρων το δευτερόλεπτο, αφήνοντας μια στιγμιαία λάμψη.
Η
Δρ Χρύσα Αβδελίδου, η οποία έκανε σχετική ανακοίνωση στο ετήσιο συνέδριο της
Αμερικανικής Αστρονομικής Εταιρείας στη Γιούτα, υπολόγισε ότι οι θερμοκρασίες
των λάμψεων από τις προσκρούσεις είναι μεταξύ των 1.700 και 3.700 βαθμών Κέλβιν
(κατά προσέγγιση 1.425 έως 3.430 βαθμούς Κελσίου). Η μέτρηση της θερμοκρασίας
της λάμψης επιτρέπει να υπολογισθεί η μάζα και άρα το μέγεθος του σώματος που
έπεσε στη Σελήνη. Οι έως τώρα παρατηρήσεις της συμφωνούν με τις θεωρητικές
μελέτες, όπως δήλωσε στο Αθηναϊκό και Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Το
NELIOTA στο Κρυονέρι
Since March 2017,
the refurbished 1.2m Kryoneri telescope near the Greek town of Kryoneri has
been used for the NELIOTA project. Credit:
Theofanis Matsopoulos
Το
πρόγραμμα NELIOTA (Near-earth object Lunar Impacts and Optical TrAnsients)
ξεκίνησε φέτος τον Μάρτιο, χρησιμοποιώντας το αναβαθμισμένο διαμέτρου 1,2
μέτρων τηλεσκόπιο του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών σε υψόμετρο 900 μέτρων, στο
όρος Κυλλήνη Κορινθίας (με επιστημονική υπεύθυνη την Άλκηστη Μπονάνου) για να
παρατηρεί σε δύο μήκη κύματος τις διάσπαρτες αμυδρές λάμψεις πάνω στη Σελήνη.
Από
το Κρυονέρι Κορινθίας στο τηλεσκόπιο που βρίσκεται σε υψόμετρο 930 μέτρων, οι
"Φύλακες της Σελήνης" παρακολουθούν το ουράνιο σώμα και καταγράφουν
τις προσκρούσεις μετεωροειδών πάνω της. Η Ελλάδα ήταν αυτή που επιλέχθηκε από
την Ευρωπαϊκή Διαστημική Υπηρεσία να υλοποιήσει το πρόγραμμα NELIOTA.
Το
τηλεσκόπιο διαχωρίζει το εισερχόμενο από τη Σελήνη φως σε δύο κατευθύνσεις και
χρησιμοποιεί δύο ψηφιακές κάμερες τελευταίας τεχνολογίας για την καταγραφή των
δεδομένων με ταχύτητα 30 καρέ ανά δευτερόλεπτο. Ένα αυτοματοποιημένο λογισμικό
αναλύει το βίντεο της παρατήρησης και εντοπίζει τις τυχόν λάμψεις στην
επιφάνεια της Σελήνης. Οι κάμερες είναι εφοδιασμένες με κατάλληλα φίλτρα, που
επιτρέπουν την εκτίμηση της θερμοκρασίας των λάμψεων της πρόσκρουσης.
A sequence of
frames, taken every 33 milliseconds (left to right), shows how a lunar impact
flash disappears quickly in visible light (top pair) but lingers longer when
recorded in near-infrared light. Credit:
NELIOTAproject
Το
τηλεσκόπιο έχει ήδη καταγράψει 22 τέτοια συμβάντα και σε αυτά βασίσθηκαν οι
αναλύσεις της Δρ Αβδελίδου. «Το
τηλεσκόπιο έχει δύο μάτια: το ένα παρατηρεί στο ερυθρό φως και το άλλο στο
υπέρυθρο. Συνδυάζοντας τα δεδομένα από τις δύο κάμερες, μπορούμε να μετρήσουμε
τη θερμοκρασία των σεληνιακών λάμψεων, πράγμα που κάναμε για πρώτη φορά»,
εξηγεί. Οι λάμψεις αυτές διαρκούν ελάχιστα, από 43 έως 182 χιλιοστά του
δευτερολέπτου, καθώς το σημείο της πρόσκρουσης παραμένει καυτό για λίγο ακόμη,
αφότου η ορατή λάμψη έχει πια σβήσει.
«Γνωρίζοντας τη θερμοκρασία», προσθέτει,
«μπορούμε καλύτερα να εκτιμήσουμε την
πυκνότητα του προσκρούοντος σώματος, πράγμα που μας δίνει ενδείξεις σχετικά με
την προέλευσή του. Προέρχεται από αστεροειδείς ή από κομήτες; Εφόσον αυτοί οι
δύο έχουν διαφορετική σύνθεση και πυκνότητα, οι μετρήσεις που κάνουμε, μας
βοηθούν να απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό».
Ένα
άλλο μυστήριο που ελπίζουν να λύσουν οι επιστήμονες μέσω του NELIOTA, είναι ο
φυσικός μηχανισμός που παράγει τις σελήνιακές λάμψεις. «Ελπίζουμε ότι τα νέα δεδομένα, που είναι ελεύθερα διαθέσιμα για όλη την
επιστημονική κοινότητα, θα μας βοηθήσουν να βελτιώσουμε την κατανόησή μας για
το τι συμβαίνει, όταν ένα σώμα από αστεροειδή χτυπά τη Σελήνη με τέτοια μεγάλη
ταχύτητα και πώς η ενέργειά του κατανέμεται», λέει η ελληνίδα ερευνήτρια.
Συνεργασία
με το LRO της NASA
This is a composite
image of the lunar nearside taken by the Lunar Reconnaissance Orbiter in June
2009, note the presence of dark areas of maria on this side of the moon.
Credit: NASA
Παράλληλα,
χρησιμοποιεί τα στοιχεία του δορυφόρου Lunar Reconnaissance Orbiter (LRO) της
NASA για να προσδιορίσει τη σύνθεση κάθε σώματος που πέφτει στη Σελήνη. Τα
στοιχεία του LRO και του NELIOTA μπορούν να συνδυασθούν για να εντοπισθούν τα
σημεία όπου έχουν συμβεί μεγάλες προσκρούσεις.
«Το επόμενο βήμα της δουλειάς μου», λέει
η Δρ Αβδελίδου, «είναι να βρω αυτούς τους
κρατήρες και είμαι ήδη σε επικοινωνία με συναδέλφους από την Αμερική, οι οποίοι
εργάζονται πάνω στα δεδομένα της αμερικανικής αποστολής LRO, που φωτογραφίζει
την επιφάνεια της Σελήνης».
Στο
μεταξύ, έχει επεκτείνει τη μελέτη των λάμψεων από τις προσκρούσεις μέσω
προσομοίωσής τους στο εργαστήριο. Η Δρ Αβδελίδου είναι επισκέπτρια ερευνήτρια
στο Κέντρο Αστροφυσικής και Πλανητικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου του Κεντ στο
Καντέρμπουρι, όπου -σε συνεργασία με τον Δρ Μαρκ Πράις- χρησιμοποιεί ένα υλικό
που είναι ανάλογο της επιφάνειας της Σελήνης. Με ένα «όπλo» εκτοξεύει μικρά βλήματα
βασάλτη, με ταχύτητες 0,5 έως 6 χιλιομέτρων ανά δευτερόλεπτο, και μετά
καταγράφει το παραγόμενο φως της λάμψης.
Αν
και δεν έχουν αυτιά, αντιλαμβάνονται πολλούς θορύβους μέσα στο νερό και
επηρεάζονται άμεσα από αυτούς. Oysters rapidly close their shells in response to
low-frequency sounds characteristic of marine noise pollution, according to a
study. This is an image of electric oyster MolluSCAN eye project. Credit: Jean-CharlesMassabuau
Δεν
έχουν αυτιά ούτε διαθέτουν ακουστικό σύστημα. Παρ’ όλα αυτά τα στρείδια ακούν
και ανταποκρίνονται στους διάφορους θορύβους, όπως ανακάλυψαν ερευνητές από τη
Γαλλία. Τα ευρήματα υποδηλώνουν ότι, αντίθετα με όσα πιστεύαμε ως τώρα, η ακοή
ενδέχεται να είναι μια αίσθηση διαδεδομένη σε όλα τα μαλάκια. Επίσης θέτουν
ακόμη πιο επιτακτικά το ζήτημα της θαλάσσιας ηχορύπανσης: ο θόρυβος που
προκαλείται από τις ανθρώπινες δραστηριότητες έχει ήδη αποδειχθεί ότι
«τρελαίνει» τις φάλαινες και τους φυσητήρες, ίσως όμως οι αρνητικές επιδράσεις
του στον υποβρύχιο κόσμο να είναι τελικά περισσότερο εκτεταμένες από ό,τι
νομίζαμε.
(A) Schematic view
of the experimental setup. Is: loudspeaker position, mpcg: multiplate current
generator, o: oysters equipped with electrodes, tb: tennis ball, w, wooden
board, sb: sandbox; (tb, w and sb compose a vibration absorber).
Οι
ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Μπορντό στη Γαλλία εξέθεσαν 32 στρείδια του
Ειρηνικού (Crassostrea gigas) σε μια
σειρά από θορύβους διαφορετικής έντασης και συχνότητας – από 10 ως 20.000
hertz. Τα στρείδια κλείνουν το όστρακό τους όταν αισθάνονται απειλή ή στρες,
έτσι οι επιστήμονες είχαν εφαρμόσει στις θυρίδες τους μικροσκοπικά
επιταχυνσιόμετρα ώστε να μετρούν την παραμικρή κίνησή τους. Τα αποτελέσματα της
μελέτης, η οποία δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «PLoS», έδειξαν ότι τα στρείδια ανταποκρίνονται στους ήχους, και
μάλιστα σε ένα εύρος συχνοτήτων από 10 έως 1000 Hz.
«Καμπανάκι»
για τροφή και για κινδύνους
Most marine noise
pollution is due to cargo boats, and most of the noise from shipping is at low
sound frequencies that oysters 'hear' best. By contrast, small leisure boats, jet
skis and water bikes produce sounds that are too high for oysters to 'hear'.
Όπως
εξήγησε ο Ζαν-Σαρλ Μασαμπιό, επικεφαλής της μελέτης, τα στρείδια δεν ακούν με
τον ίδιο τρόπο που ακούμε εμείς αλλά μάλλον συλλαμβάνουν τις δονήσεις που
δημιουργούν τα κύματα του ήχου στο νερό με τη στατοκύστη τους, ένα όργανο το
οποίο καταγράφει κινήσεις και δονήσεις. Αυτού του είδους η ακοή, τόνισε ο
επιστήμονας, τους προσφέρει ποικίλα πλεονεκτήματα, από την ανεύρεση τροφής –
που έρχεται με τα κύματα – ως την αποφυγή των θηρευτών.
«Τα αποτελέσματά μας δείχνουν ότι στα ρηχά
νερά θα πρέπει να ακούν τα κύματα που σπάζουν στην ακτή και τα ρεύματα που
προκαλούνται στο νερό» είπε ο κ. Μασαμπιό «οπότε μπορούν να ανοίγουν για να δεχθούν την τροφή που αυτά μεταφέρουν».
Επίσης, πρόσθεσε, θα πρέπει να ακούν τους κεραυνούς, κάτι το οποίο εξηγεί
γιατί, όπως έχει παρατηρηθεί, τα στρείδια γεννούν τα αυγά τους κατά τη διάρκεια
καταιγίδων με αστραπές και βροντές. «Ίσως
αυτό να είναι ένα “σήμα” για τον συγχρονισμό της ωοτοκίας» εξήγησε, υπογραμμίζοντας
ότι τα στρείδια θα πρέπει επίσης να ακούν τα ρεύματα που προκαλούν στο νερό οι
θηρευτές τους καθώς πλησιάζουν. «Οι
αστακοί και τα ψάρια, που τρέφονται με νεαρά στρείδια, παράγουν ήχους στο εύρος
των συχνοτήτων που ακούν τα στρείδια» ανέφερε.
Οι
επιστήμονες επισημαίνουν ότι τα στρείδια είναι πιο ευαίσθητα στις συχνότητες
μεταξύ των 10 και 200 hertz – αυτές ακριβώς στις οποίες κινούνται οι ήχοι που
παράγονται από τα πλοία, την εξερεύνηση με εκρηκτικά, τις σεισμικές μελέτες και
τις ανεμογεννήτριες. Όλα αυτά, τονίζουν, ενδέχεται να «μπερδεύουν» τα στρείδια
και να διαταράσσουν την ισορροπία τους. Περαιτέρω μελέτες θα δείξουν αν κάτι
τέτοιο ισχύει, όμως θεωρούν σχεδόν βέβαιο ότι οι επιπτώσεις της υποβρύχιας
ηχορύπανσης δεν περιορίζονται στις φάλαινες και στα άλλα κητώδη, όπως έχει
φανεί ως τώρα. «Αυτό που δείχνουμε εδώ
είναι ότι το πρόβλημα είναι μάλλον ένα πολύ πραγματικό πρόβλημα για πολύ
περισσότερα ζώα από ό,τι φανταζόμαστε» υπογράμμισε ο κ. Μασαμπιό.
This animation
shows the path of A/2017 U1, which is an asteroid -- or perhaps a comet -- as
it passed through our inner solar system in September and October 2017. From
analysis of its motion, scientists calculate that it probably originated from
outside of our solar system. Credits:
NASA/JPL-Caltech
Στις
18 Οκτωβρίου το τηλεσκόπιο Pan-STARRS στη Χαβάη εντόπισε ένα ταχέως κινούμενο
αντικείμενο που ονομάστηκε C/2017
U1, αφού είχε
πραγματοποιήσει την πλησιέστερη προσέγγισή του στον ήλιο. Την επόμενη εβδομάδα
οι αστρονόμοι έκαναν 34 ξεχωριστές παρατηρήσεις του αντικειμένου και
διαπίστωσαν ότι έχει μια παράξενη τροχιά, που σχηματίζει γωνία με τα επίπεδα
των τροχιών των πλανητών και δεν περιφέρεται γύρω από τον ήλιο. Πέρασε
πλησιέστερα στη Γη στις 14 Οκτωβρίου σε απόσταση περίπου 24.000.000
χιλιομέτρων.
A/2017 U1 is most
likely of interstellar origin. Approaching from above, it was closest to the
Sun on Sept. 9. Traveling at 27 miles per second (44 kilometers per second),
the comet is headed away from the Earth and Sun on its way out of the solar
system. Credits:
NASA/JPL-Caltech
Οι
περισσότεροι κομήτες ακολουθούν ελλειπτικές τροχιές γύρω από τον ήλιο,
προερχόμενοι είτε από τη ζώνη Kuiper πέρα από τον Ποσειδώνα είτε από το μακρινό
νέφος του Oort, και επιστρέφουν σε τακτά χρονικά διαστήματα. Όμως, ο κομήτης
C/2017 U1 διαθέτει υπερβολική τροχιά και δεν πρόκειται να επιστρέψει ποτέ. Η
τροχιά του δείχνει σαν να ξεκίνησε από την κατεύθυνση του αστερισμού Λύρα, πάνω
από το σχετικά επίπεδο ηλιακό σύστημα. Ο κομήτης πέρασε κοντά από τον ήλιο και
στη συνέχεια θα διαφύγει έξω από το πλανητικό μας σύστημα. Θα είναι ορατός με
ισχυρά τηλεσκόπια για άλλες δυο εβδομάδες.
O κομήτης C/2017 U1 όπως φωτογραφήθηκε στις 21 Οκτωβρίου από
το τηλεσκόπιο Τenagra
στην Arizona. Here's
how the PanSTARRS "comet" (A/2017 U1) looked on October 21st as
recorded at Tenagra Observatory near Rio Rico, Arizona. The images span 9
minutes, during which time the telescope tracked the object's motion, so
background stars appear trailed. Each field is 3 arcminutes wide with north up.
Credit: Paulo Holvorcem & Michael Schwartz
Ο
κομήτης C/2017 U1 κινείται με ταχύτητα 26 χιλιόμετρα ανά δευτερόλεπτο και με
την ταχύτητα αυτή σε 10 εκατομμύρια χρόνια θα έχει διασχίσει στον διαστρικό
χώρο απόσταση 8.200.000.000.000.000 χιλιόμετρα — πάνω από 850 έτη φωτός.
Θα
ενισχύσει τις προσπάθειες πρόληψης κληρονομικών και άλλων γενετικών παθήσεων. Harvard
and Broad Institute researchers have developed a DNA base editor that
transforms A•T base pairs into G•C base pairs, and could one day be used to
treat many common genetic diseases. Credit: Susannah Hamilton
Επιστήμονες
στις ΗΠΑ ανακοίνωσαν ότι ανέπτυξαν ένα βελτιωμένο «εργαλείο» επεξεργασίας του
γονιδιώματος, που επιτρέπει την επιλεκτική και άμεση τροποποίηση και
επιδιόρθωση μεμονωμένων «γραμμάτων» (βάσεων) στο ανθρώπινο DNA. Κάτι ανάλογο πέτυχε μια άλλη επιστημονική
ομάδα με το συγγενικό και επίσης ζωτικό μόριο του RNA, χωρίς να απαιτείται έτσι επέμβαση στο
γονιδίωμα.
Τα
μεμονωμένα γενετικά ελαττώματα ευθύνονται περίπου για τις μισές μεταλλάξεις που
σχετίζονται με ασθένειες, από την εκ γενετής τύφλωση και τη δρεπανοκυτταρική
αναιμία ως την κυστική ίνωση και διάφορες μεταβολικές διαταραχές. Ο νέος
«επεξεργαστής βάσεων» (baseeditor) αναμένεται να
διευκολύνει τις θεραπευτικές «χειρουργικές» παρεμβάσεις στο γονιδίωμα των
ασθενών.
Οι
μηχανές
An adenine base
editor changes an A to I and nicks DNA to induce the cell to convert I to G and
T to C. 3' and 5' are DNA termini.Editor is more efficient than CRISPR at single-base changes and makes
fewer unwanted alterations. Credit:
Adapted from Nature.
Η
μέθοδος βασίζεται σε μοριακές «μηχανές» πρωτεϊνών (ένζυμα), που είναι δυνατό να
προγραμματισθούν κατάλληλα, ώστε να αναδιατάξουν τα άτομα μιας βάσης DNA, δημιουργώντας έτσι μια διαφορετική βάση
μέσα στο γονιδίωμα των ζωντανών κυττάρων. Με αυτό τον τρόπο, μπορούν να
αντικατασταθούν ξεχωριστά και επιλεκτικά και οι τέσσερις βάσεις του DNA, χωρίς να προξενηθεί ζημιά στο «μόριο της
ζωής». Η διπλή έλικα του DNA
αποτελείται από τέσσερις αζωτούχες χημικές βάσεις ή «γράμματα»: την αδενίνη (A), τη γουανίνη (G), την κυτοσίνη (C) και τη θυμίνη (Τ). Μέχρι τώρα οι
επιστήμονες ήσαν ικανοί να μετατρέπουν τα ζεύγη βάσεων G-C
σε Τ-Α.
Τα
ζεύγη
With the arrival of
a new class of single-nucleotide editors, researchers can target the most
common type of pathogenic SNP in humans. ISTOCK, BEHOLDINGEYE
Με
τη νέα μέθοδο, που έχει την ονομασία "AdenineBaseEditor" (ABE), είναι δυνατό να μετατραπούν επίσης τα
ζεύγη Α-Τ σε G-C. Σχεδόν οι μισές από τις συνολικά περίπου
32.000 παθογόνες μεταλλάξεις σε κάποια βάση ή σε ζεύγος βάσεων αφορούν την
μετατροπή ενός ζεύγους G-C σε Α-Τ. Η νέα τεχνική προσφέρει τη
δυνατότητα να διορθωθεί το πρόβλημα, με την επαναφορά του ζεύγους A-T
σε G-C. Με οδηγό ένα μόριο RNA και με τη βοήθεια μιας τροποποιημένης
τεχνικής CRISPR-Cas9, η νέα μέθοδος αρχικά αναδιατάσσει τα
άτομα στη βάση αδενίνη (Α), ώστε αυτή να μετατραπεί σε γουανίνη (G). Στη συνέχεια, τα κύτταρα καθοδηγούνται
να ολοκληρώσουν και να μονιμοποιήσουν την αλλαγή, ώστε όλο το ζεύγος Α-Τ να
γίνει G-C. To νέο γενετικό εργαλείο είναι πιο ακριβές από την τεχνική CRISPR. Όπως είπαν οι ερευνητές, «το CRISPR είναι σαν ψαλίδι, αλλά οι επεξεργαστές
βάσεων μοιάζουν με μολύβια».
Τα
πειράματα έδειξαν ότι το νέο γενετικό εργαλείο δουλεύει τόσο σε κύτταρα
βακτηρίων όσο και ανθρώπων. Στα ανθρώπινα κύτταρα μέχρι στιγμής η
αποτελεσματικότητά του είναι της τάξης του 50%, δηλαδή μπορεί να διορθώσει την
μετάλλαξη στις μισές περίπου περιπτώσεις. Το ποσοστό αυτό είναι υψηλότερο από
άλλες μεθόδους επεξεργασίας των βάσεων του γονιδιώματος που υπάρχουν σήμερα,
ενώ η νέα τεχνική δεν φαίνεται να έχει σχεδόν καθόλου ανεπιθύμητες παρενέργειες
(π.χ. τυχαίες διαγραφές ή προσθήκες στο DNA).
Η
τεχνική
First authors Holly
Rees (left), David Liu, and Nicole Gaudell. Photo by Casey Atkins
Οι
ερευνητές του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ και του κοινού με το ΜΙΤ Ινστιτούτου Broad, με επικεφαλής τον καθηγητή χημείας και
μοριακής βιολογίας Ντέηβιντ Λίου, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στην
επιθεώρηση «Nature», χρησιμοποίησαν τη νέα τεχνική για να
θεραπεύσουν μια κληρονομική πάθηση που οδηγεί σε επικίνδυνη αύξηση των επιπέδου
σιδήρου στο αίμα. Δήλωσαν πάντως ότι θα χρειασθούν περαιτέρω έλεγχοι για την
ασφάλεια και αποτελεσματικότητα της νέας τεχνικής, προτού αξιοποιηθεί κλινικά
για τη θεραπεία γενετικών παθήσεων.
Τροποποίηση
του RNA
Scientists extend
the capabilities of the CRISPR-Cas system to include precise manipulations of
RNA sequences in human cells. A new “REPAIR” system edits RNA, rather than DNA.
Image: Broad Communications, Susanna M. Hamilton
Σε
μια συναφή εξέλιξη, επιστήμονες στις ΗΠΑ τροποποίησαν την ισχυρή τεχνική
γενετικής επεξεργασίας CRISPR,
ώστε να είναι η εφικτή πλέον η τροποποίηση όχι μόνο του DNA αλλά και του «ξαδέρφου» του, του μορίου RNA, του «αγγελιαφόρου της ζωής», το οποίο
μεταφέρει τις εντολές των γονιδίων για τη δημιουργία των πρωτεϊνών. Η
τροποποίηση του RNA
αντί του DNA, η οποία επιτρέπει
να γίνονται μεταβολές στα προϊόντα των γονιδίων, χωρίς να αλλάζουν τα ίδια τα
γονίδια, δίνει σημαντικά πλεονεκτήματα και πρόσθετες δυνατότητες για την
θεραπεία των γενετικών παθήσεων, μέσω επέμβασης σε μεταλλάξεις που προκαλούνται
στο επίπεδο του RNA.
Οι
ερευνητές, με επικεφαλής τον μοριακό βιολόγο Φανγκ Ζενγκ του Ινστιτούτου Broad των πανεπιστημίων Χάρβαρντ και ΜΙΤ, που
έκαναν τη σχετική δημοσίευση στην επιθεώρηση «Science», χρησιμοποίησαν τη νέα τεχνική για να
θεραπεύσουν μια κληρονομική μορφή αναιμίας στα ανθρώπινα κύτταρα. Οι
επιστήμονες ανέφεραν ότι η μέθοδός τους με την ονομασία REPAIR (RNAEditingforProgrammableAtoIReplacement), που τροποποιεί επιμέρους «γράμματα» του RNA, έχει αποτελεσματικότητα της τάξης του 20%
έως 40%, αλλά σε μερικές περιπτώσεις αγγίζει και το 90%.
Εντοπίστηκε
ένα είδος που ακμάζει στα παγωμένα νερά της Αρκτικής. Scientists spotted
this huge jellyfish (Chrysaora melanaster) dragging a crustacean with
one of its tentacles under the sea ice covering the Chukchi Sea off the north
coast of Alaska. Credit: Andrew Juhl
and Craig Aumack
Μια
ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα ανακάλυψη έκαναν ερευνητές του αμερικανικού
Πανεπιστημίου Κολούμπια σε αποστολή εξερεύνησης θαλάσσιων περιοχών της
Αρκτικής. Στην θάλασσα Chukchi που βρίσκεται ανάμεσα στην Αλάσκα και την
Σιβηρία οι ερευνητές ανακάλυψαν ένα είδος μέδουσας που όχι απλά καταφέρνει να
επιβιώνει μέσα στα παγωμένα νερά της θάλασσας αλλά φαίνεται ότι κυριολεκτικά
ακμάζει σε αυτό το περιβάλλον.
Chrysaora melanaster jellyfish, also called northern sea nettle, may
thrive during cold winters, when sea ice is thick and long lasting. The ice may
shield the jellyfish from winter storms, and low temperatures reduce their metabolism
enough for them to survive on relatively little food. Credit: Earth Institute,
Columbia University
Πρόκειται
για το είδος Chrysaora melanaster που
όπως φαίνεται από τις πρώτες παρατηρήσεις η μέδουσα αυτή νιώθει άνετα και
αυξάνει τους πληθυσμούς της την χειμερινή περίοδο όταν το πάχος των πάγων είναι
μεγάλο. Σύμφωνα με τους ερευνητές οι μεγάλοι αδιαπέραστοι πάγοι προστατεύουν
τις μέδουσες από τις χειμωνιάτικες καταιγίδες επιτρέποντας τους να αναπτυχθούν.
Credit:
Earth Institute, Columbia University
Οι
ερευνητές εκτιμούν ότι οι μέδουσες έχουν βρει τρόπο να μειώνουν τον μεταβολισμό
τους σε σημείο τέτοιο ώστε να μπορούν να επιβιώνουν με την ελάχιστη δυνατή
τροφή. Οι ειδικοί αναφέρουν ότι οι κλιματικές αλλαγές με την αύξηση των
θερμοκρασιών και την συνεχή μείωση των θαλάσσιων πάγων είναι πιθανό να
δημιουργήσει προβλήματα επιβίωσης στην μέδουσα αυτή.
Η
μελέτη του κορμού έφερε στο φως ένα δίκτυο αγγείων (ξύλωμα) πολύ πιο περίπλοκο
από ό,τι στα σημερινά φυτά. Intricate web of woody strands inside
374-million-year-old tree trunks point to most complicated trees to have ever
grown on Earth. This is an illustrative transverse plane through the small
trunk, showing the three naturally-fractured parts. Credit: Xu and Berry, 2017
Τα
πρώτα δέντρα που αναπτύχθηκαν στον πλανήτη μας, φαίνεται πως ήσαν και τα πιο
πολύπλοκα - περισσότερο από ό,τι είναι τα σημερινά δέντρα. Αυτό αποκαλύπτουν
δύο απολιθώματα ενός δέντρου ηλικίας 374 εκατομμυρίων ετών, τα οποία βρέθηκαν
σε μια απομονωμένη περιοχή στη βορειοδυτική Κίνα και διαθέτουν μια απρόσμενα
πολύπλοκη ανατομία στο εσωτερικό τους.
Fossilized slices
of a 374-million-year-old tree reveal a hollow core surrounded by numerous
bundles of woody strands called xylem (the larger black spots), with soft
tissue (in gray) between. The smaller black dots are roots. Credit: Dr. Chris
Berry/Cardiff University
Η
μελέτη του κορμού έφερε στο φως ένα δίκτυο αγγείων (ξύλωμα) πολύ πιο περίπλοκο
από ό,τι στα σημερινά φυτά. Πώς και γιατί συνέβη αυτό, αποτελεί μυστήριο για
τους επιστήμονες.
Το
ξύλωμα μεταφέρει νερό και θρεπτικές ουσίες από τις ρίζες του φυτού προς τα
κλαδιά και τα φύλλα του. Στα περισσότερα σημερινά δέντρα το ξύλωμα σχηματίζει
ένα ενιαίο κεντρικό κύλινδρο στον οποίο προστίθενται νέοι δακτύλιοι κάθε χρόνο
κάτω από τον φλοιό, ενώ σε μερικά άλλα δέντρα το ξύλωμα αποτελείται από ξυλώδη
αγγεία που είναι ενσωματωμένα σε μαλακότερους σπογγώδεις ιστούς σε όλο τον
κορμό. Όμως στα πρώτα δέντρα το ξύλωμα μοιάζει να ήταν ακόμη πιο πολύπλοκο.
An illustration of
cladoxylopsid trees, in this case Calamophyton trees that lived in what is now
Germany. Credit: Peter Geisen
Οι
ερευνητές από την Κίνα, τη Βρετανία και τις ΗΠΑ, που έκαναν τη σχετική
δημοσίευση στο περιοδικό της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ (PNAS),
ανακάλυψαν ότι το πανάρχαιο δέντρο ύψους οκτώ έως 12 μέτρων που έμοιαζε με
φοίνικα (με την επιστημονική ονομασία Xinicaulislignescens) διέθετε πολλά επιμέρους
ξυλώματα στο εξωτερικό στρώμα του κορμού του, το οποίο είχε πάχος πέντε
εκατοστών. Το εσωτερικό τμήμα του κορμού του, ο οποίος είχε συνολική διάμετρο
περίπου 70 εκατοστών, ήταν τελείως κούφιο.
A simplified model
of the ancient tree's vascular system. The black lines represent the xylem
strands that carry water from the roots to the rest of the tree, the blue shows
the supportive strands and the orange shows the roots. The supportive strands
(blue) would tear and then heal as the tree grew. Credit: Xu and Berry, 2017
Τα
κάθετα αγγεία του ξυλώματος ήσαν διατεταγμένα με πολύ οργανωμένο τρόπο και
διασυνδεμένα οριζόντια μεταξύ τους, θυμίζοντας δίκτυο διασταυρούμενων
σωληνώσεων ύδρευσης. Αντί όλο το δέντρο να προσθέτει ένα ακόμη δακτύλιο κάθε
χρόνο που περνούσε (κάτι που σήμερα επιτρέπει τη δεντροχρονολόγηση), στα πρώτα
δέντρα κάθε αγγείο του ξυλώματος ανέπτυσσε το δικό του ξεχωριστό δακτύλιο, σαν
να υπήρχε ένα μεγάλο δίκτυο μίνι-δέντρων μέσα σε κάθε δέντρο.
Καθώς
τα επιμέρους αγγεία μεγάλωναν και ο όγκος τους αυξανόταν, μαζί τους διευρυνόταν
η διάμετρος όλου του δέντρου. Ταυτόχρονα, στο κάτω μέρος του δέντρου, ξυλώδη
αγγεία προεξείχαν όλο και περισσότερο από τα πλάγια του κορμού, σχηματίζοντας
μια επίπεδη βάση.
«Δεν υπάρχει άλλο γνωστό δέντρο στην ιστορία
της Γης, που να έχει ποτέ κάνει κάτι τόσο απίστευτα περίπλοκο. Είναι τρελό ότι
τα αρχαιότερα δέντρα είχαν και την πιο πολύπλοκη ανάπτυξη», δήλωσε ένας από
τους ερευνητές, ο παλαιοντολόγος Κρις Μπέρι της Σχολής Γεωεπιστημών του
βρετανικού Πανεπιστημίου του Κάρντιφ.
Τα
δέντρα κυριαρχούσαν στη Γη κατά τη Δεβόνια περίοδο πριν από 419 έως 358
εκατομμύρια χρόνια. Σχημάτισαν τα πρώτα δάση και έπαιξαν ρόλο-κλειδί στην
απορρόφηση του διοξειδίου του άνθρακα από την ατμόσφαιρα, στην οποία επίσης
πρόσθεσαν οξυγόνο. Επηρέασαν έτσι καθοριστικά το κλίμα του πλανήτη μας και
δημιούργησαν ευνοϊκές συνθήκες για την ανάπτυξη άλλων μορφών ζωής.
Πηγές: Hong-He
Xu, Christopher M. Berry, William E. Stein, Yi Wang, Peng Tang, Qiang Fu. Unique
growth strategy in the Earth’s first trees revealed in silicified fossil trunks
from China. Proceedings of the National Academy of Sciences,
2017; 201708241 DOI: 10.1073/pnas.1708241114 - ΑΠΕ - ΜΠΕ