Arts Universe and Philology

Arts Universe and Philology
The blog "Art, Universe, and Philology" is an online platform dedicated to the promotion and exploration of art, science, and philology. Its owner, Konstantinos Vakouftsis, shares his thoughts, analyses, and passion for culture, the universe, and literature with his readers.

Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2012

Pablo Picasso, Γκουέρνικα, Guernica, 1937, Huile sur Toile, 349,3x776,6 cm

Γκουέρνικα, το οικουμενικό μνημείο του περασμένου αιώνα. Το ανοικτό παράθυρο πάνω δεξιά συνηγορεί πως υπάρχει ελπίδα παρά το αίμα, το μίσος, τη βαναυσότητα που και σήμερα μας ισοπεδώνει.

Στις 25 Οκτωβρίου του 1881 γεννιέται ο σπουδαίος ζωγράφος, και γλύπτης Pablo Picasso, ο θεμελιωτής του κινήματος του Κυβισμού. Με έργα όπως οι Δεσποινίδες της Αβινιόν και Γκουέρνικα, ο Picasso συγκαταλέγεται μεταξύ των σημαντικότερων ζωγράφων του 20ου αιώνα.

Autoportrait, Self-Portrait, 1907, Huile sur Toile, 50x46 cm

«Όλοι μας ξέρουμε ότι η Τέχνη δεν είναι η αλήθεια. Η Τέχνη είναι ψέμα που μας κάνει να συνειδητοποιούμε την αλήθεια, τουλάχιστον την αλήθεια που μας δόθηκε να καταλάβουμε. Ο καλλιτέχνης πρέπει να γνωρίζει τον τρόπο με τον οποίο να πείθει τους άλλους για την ειλικρίνεια των ψεμάτων του. Αν δείχνει στο έργο του ότι μόνο ερεύνησε και αναζήτησε τον τρόπο να πει ψέματα, δεν θα μπορέσει ποτέ να πραγματοποιήσει οτιδήποτε.

La Mort d'Arlequin, The Death of Harlequin, 1906. Gouache sur carton  68,5x96 cm.

Παραλλαγή δεν σημαίνει εξέλιξη. Αν ένας καλλιτέχνης διαφοροποιεί τον τρόπο της έκφρασής του, αυτό σημαίνει μόνον ότι άλλαξε τρόπο να σκέπτεται και αλλάζοντας μπορεί να είναι για το καλύτερο ή για το χειρότερο.

Deux nus et un chat, Two naked and a cat, 1903, Dessin aquarelle et crayon sur papier, 18x26,5 cm

Όταν ήμουν νέος όπως όλοι οι νέοι, θρησκεία μου ήταν η τέχνη, η μεγάλη τέχνη. Αλλά με τα χρόνια είδα ότι η τέχνη όπως την εννοούσαν ως το τέλος τού 1800, είναι από δω και μπρος, τελειωμένη, ετοιμοθάνατη, καταδικασμένη και ότι η υποτιθέμενη καλλιτεχνική δραστηριότητα με όλη της την αφθονία δεν είναι παρά η πολύμορφη εκδήλωση της αγωνίας της. Όσο πάει ολοένα και περισσότερο οι άνθρωποι αποσπώνται, αδιαφορούν για τη ζωγραφική, την γλυπτική, την ποίηση. Παρά τα αντιθέτως φαινόμενα, οι σημερινοί άνθρωποι αγάπησαν εντελώς άλλα πράγματα. Την μηχανή, τις επιστημονικές ανακαλύψεις, τον πλούτο, την εξουσία πάνω στις δυνάμεις της φύσης και τις εκτάσεις τούτου τού κόσμου. Δεν αισθανόμαστε την τέχνη σαν ζωτική ανάγκη, σαν πνευματική επιταγή, όπως στους περασμένους αιώνες.

Le Chandail  jaune, Dora Maar, The yellow Pullover, Gilded Maar, 1939, Huile sur Toile, 81x65 cm

Πολλοί από μας εξακολουθούν να είναι καλλιτέχνες και να ασχολούνται με την τέχνη για λόγους άσχετους με την πραγματική τέχνη, μάλλον από μίμηση, από νοσταλγία της παράδοσης, από τη δύναμη της αδράνειας, από αγάπη της επίδειξης, της πολυτέλειας, από πνευματική περιέργεια, από μόδα ή από υπολογισμό. Από συνήθεια και σνομπισμό ζουν ακόμα μέσα σ’ ένα πρόσφατο παρελθόν, αλλά η πλειοψηφία σε όλα τα κοινωνικά περιβάλλοντα δεν έχει πλέον ένα ειλικρινές πάθος για την τέχνη, την θεωρεί το πολύ-πολύ σαν διασκέδαση, τεμπελίκι και στολίδι. Λίγο-λίγο, οι νέες γενιές με τον έρωτά τους για τα μηχανήματα, τα σπορ, ειλικρινέστερες, κυνικότερες και βίαιες, θα παρατήσουν την τέχνη στα μουσεία και τις βιβλιοθήκες σαν περιττό λείψανο τού παρελθόντος.

Γυναικείο γυμνό 1, 1902

Από τη στιγμή που η τέχνη δεν είναι τροφή των εκλεκτών, ο καλλιτέχνης μπορεί να εκδηλώνει το ταλέντο του με κάθε ιδιοτροπία, όπως τού σφυρίξει, με κάθε επινόηση τού πνευματικού τσαρλατανισμού. Αλλά οι εκλεπτυσμένοι, οι πλούσιοι, οι χασομέρηδες, οι διυλίζοντες την πεμπτουσία, ψάχνουν για το καινούργιο, το αλλόκοτο, το πρωτοφανές, το σκανδαλώδες. Κι εγώ από τον κυβισμό κι ύστερα ικανοποίησα αυτούς τους κυρίους και τους κριτικούς με πάμπολλα παράξενα που πέρασαν από το νου μου και όσο λιγότερο τα καταλάβαιναν, τόσο τα θαύμαζαν. Με το να διασκεδάζω συνεχώς όλα τούτα τα παιχνίδια, τις λοιδορίες, τους γρίφους, τις σπαζοκεφαλιές και τα αραβουργήματα έγινα διάσημος και μάλιστα πολύ γρήγορα. Και η διασημότητα για έναν ζωγράφο σημαίνει: πωλήσεις, κέρδη, περιουσία, πλούτο.

Celestina, 1904, Huile sur Toile, 81x60 cm

Όπως γνωρίζετε, σήμερα είμαι διάσημος και πλούσιος, αλλά όταν μένω μόνος με τον εαυτό μου δεν έχω το θάρρος να εκλαμβάνω τον εαυτό μου σαν καλλιτέχνη με την αρχαία έννοια της λέξης. Ήταν μεγάλοι ζωγράφοι ο Τζιόττο, ο Τισιανός, ο Ρέμπραντ, ο Γκόγια. Είμαι μόνον ένας δημόσιος ψυχαγωγός, που κατάλαβε την εποχή του, που καταπράϋνε όσο μπορούσε την ηλιθιότητα, την κενοδοξία και την απληστία των συγχρόνων του.

Portrait d'Olga, Olga pensive, 1923, Dessin Pastel et crayon sur papier, 104x71 cm

Όλοι θέλουν να καταλάβουν τη ζωγραφική. Γιατί δεν προσπαθούν να καταλάβουν το κελάηδημα των πουλιών; Τους αρέσει η νύχτα, ένα λουλούδι, τόσα πράγματα γύρω τους, χωρίς να τα καταλαβαίνουν. Γιατί πρέπει οπωσδήποτε να καταλάβουν τη ζωγραφική;

Paul en Arlequin, Paul as a Harlequin, 1924, Huile sur Toile, 130x97,5 cm

Κάθε παιδί είναι καλλιτέχνης. Το θέμα είναι πώς θα παραμείνει καλλιτέχνης μεγαλώνοντας.

Jacqueline, 1962, huile sur papier, 42 X. 27 cm

Κάθε πράξη δημιουργίας είναι πρώτα μια πράξη καταστροφής.

Top Twenty Pablo Picasso Paintings

Πιείτε για μένα, πιείτε στην υγειά μου, ξέρετε ότι εγώ δεν μπορώ να πιω πια». (τα τελευταία του λόγια)

Scene from 'Visit to Picasso', a documentary by Paul Haesaert

Η Γκουέρνικα [(ή και Γκερνίκα (Guernica)] του Πάμπλο Πικάσο είναι τόσο οικεία, τόσο μεγάλη, τόσο σύγχρονη. Φυσικά είναι μεγαλύτερη από μια κινηματογραφική οθόνη.  Αλλά τι είναι αυτός ο πίνακας; Είναι ο μακάβριος απολογισμός της ισπανικής πόλης που σβήστηκε από το χάρτη από τα ναζιστικά πολεμικά αεροσκάφη; Είναι ένα κομμάτι του ρεπορτάζ; Γι' αυτό είναι σε μαύρο και άσπρο; Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η ζωγραφική έχει μια τέτοια επίδραση.

Αντί για ένα εργώδες ουσιαστικό σχόλιο σχετικά με τις γερμανικά πολεμικά αεροσκάφη, τους Βάσκους πολίτες και τις εμπρηστικές βόμβες, ο Picasso συνδέει αυτό το γεγονός με τους χειρότερους εφιάλτες μας. Μας λέει ξεκάθαρα από πού προέρχεται η φρίκη του κόσμου μας - Από τα σκοτεινά βάθη της ψυχής μας... Το μνημειώδες αυτό έργο βρίσκεται στο Εθνικό Μουσείο των Τεχνών "Βασίλισσα Σοφία" στην Μαδρίτη.

Η μεγαλύτερη εικόνα του κέντρου του Γαλαξία μας, The largest image of the center of the Milky Way

Βλέπουμε περισσότερα από 84 εκατομμύρια άστρα στο κέντρο του γαλαξία μας. Δημιουργήθηκε από τους αστρονόμους του Παρατηρητηρίου Paranal στο Cerro Paranal, στη Χιλή.

Πρόκειται για μια εικόνα – κατάλογο των άστρων του κέντρου του γαλαξία μας, και είναι μια από τις μεγαλύτερες που έχουν δημιουργήσει οι αστρονόμοι με μέγεθος των 9 gigapixel.  Η εικόνα περιέχει πάνω από δέκα φορές περισσότερα  άστρα σε σχέση με προηγούμενες.

Αν αυτή η εικόνα του κέντρου του γαλαξία εκτυπωνόταν με μια τυπική ανάλυση, θα είχε εμβαδόν 63 τετραγωνικά μέτρα!

Η εικόνα του κέντρου του γαλαξία καλύπτει λιγότερο από το 1% του ουρανού και αποκαλύπτει συνολικά περίπου 173,1 εκατομμύρια αντικείμενα, εκ των οποίων τα 84 εκατομμύρια ταυτοποιήθηκαν ως άστρα, ενώ για τα υπόλοιπα δεν ήταν εφικτές ακριβείς μετρήσεις, είτε επειδή ήταν πολύ μικρής φωτεινότητας, είτε επειδή συγχέονταν με άλλα γειτονικά αντικείμενα.

Δείτε την εικόνα με περισσότερες λεπτομέρειες και διαδραστικό τρόπο: http://www.eso.org/public/images/eso1242a/zoomable/.

Άστρα σε «κουκούλια» σκοτεινής ενέργειας, NASA'S Spitzer Sees Light Of Lonesome Stars

H NASA έδωσε στη δημοσιότητα την παραπάνω καλλιτεχνική απεικόνιση όπου οι συγχωνεύσεις γαλαξιών εξορίζει άστρα τα οποία εισέρχονται μέσα σε κουκούλια σκοτεινής ύλης δημιουργώντας διαστημικά φωτοστέφανα. New research from scientists using NASA's Spitzer Space Telescope suggests that a mysterious infrared glow across our whole sky is coming from stray stars torn from galaxies, which is shown in this artist's concept. Image credit: NASA/JPL-Caltech

Παρατηρήσεις του διαστημικού τηλεσκοπίου Spitzer αποκάλυψαν ένα εντυπωσιακό και άγνωστο μέχρι σήμερα φαινόμενο. Όταν υπάρχει συγχώνευση γαλαξιών προκαλούνται διάφορες κοσμικές διεργασίες. Μια από αυτές είναι ορισμένα άστρα και κυρίως άστρα που βρίσκονται στις περιοχές που εξελίσσεται η συγχώνευση «εξορίζονται». Ομάδα επιστημόνων του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ που μελέτησαν τα δεδομένα του Spitzer υποστηρίζουν ότι αυτά τα εξόριστα άστρα παγιδεύονται μέσα σε «κουκούλια» της σκοτεινής ύλης που περιβάλλει τους γαλαξίες. Αποτέλεσμα του φαινομένου είναι να δημιουργείται ένα είδος φωτοστέφανου γύρω από σημεία όπου υπάρχει σκοτεινή ύλη. 

The image on the left shows a portion of our sky, called the Boötes field, in infrared light, while the image on the right shows a mysterious, background infrared glow captured by NASA's Spitzer Space Telescope in the same region of sky. Image credit: NASA/JPL-Caltech/Carnegie

Σύμφωνα με τους ερευνητές οι μυστηριώδεις περιοδικές λάμψεις φωτός που παρατηρούνται στο υπέρυθρο φάσμα στο Διάστημα δεν προέρχονται από μακρινούς ή μικρούς και χαμηλής λαμπρότητας γαλαξίας όπως πιστεύεται μέχρι σήμερα αλλά προέρχονται από αυτά τα άστρα. Σύμφωνα με τους ειδικούς η ανακάλυψη θα βοηθήσει την καλύτερη κατανόηση της γέννησης και εξέλιξης των πρώτων γαλαξιών του Σύμπαντος.

Πέμπτη 25 Οκτωβρίου 2012

«Mνημόσυνον σε μαύρο μείζον με βαθυπράσινους κισσούς για έναν άνθρωπο που εις την Πρέβεζαν εχάθη»

Θεόφραστος Τριανταφυλλίδης, Το Τραπέζι της Παρηγοριάς, π. 1940

«Όσοι καμιά φορά από την Πρέβεζα περνάτε και στην υγρή κουφόβρασι στα καφενεία κάθεσθε να πιήτε έναν καφέ, ή ένα γλυκό του κουταλιού να φάτε, βαπόρι περιμένοντας ή κάποιο λεωφορείο, ακούοντας βοήν φωνών και συζητήσεων, ήχους ζαριών  και επικλήσεις αυτών που σκύβουν επάνω από τα τάβλια, την μοίρα μάταια προσπαθώντας με τέχνη να παραμερίσουν, τα πούλια  ζωηρά χτυπώντας, φιλώντας στις χούφτες των τα ζάρια, κουνώντας τα με δύναμιν  και τέλος φωνάζοντας, καθώς τα ρίχνουν με  ζέσιν ελπιζόντων: ”Ντόρτια!... Δυάρες!...Εξάρες!...” όσοι, λέγω, σ’αυτά τα καφενεία κάθεσθε, στη ζέστη του καλοκαιριού, την ώρα που φέρνετε στα χείλη σας το δροσερό ποτήρι, ή , μέσα στο ψύχος του χειμώνος τον αχνιστόν καφέ, προσμένοντας κάποιαν υπουργικήν απόφασιν, μετάθεσιν, ή κάποιο κέλευσμα ανεξιχνίαστον της Μοίρας, όσοι στα καφενεία της Πρεβέζης κάθεσθε, προσμένοντας τις οίδε τι- μην τον ξεχνάτε.

Σε όλους τους τέτοιους καφενέδες- Πρεβέζης, Αθηνών, Πατρών- πάντα η ψυχή του θα πλανάται, όπως και εις τα στυγνά γραφεία τόσων νομαρχιών και υπουργείων, όπου ο ποιητής σε όλον του τον βίον, τις μέρες του εν μέσω τρομεράς ανίας μετρούσε σαν κομπολόι βαρετό, αυτός που έσφυζε εν τούτοις – ω, ειρωνία- απο θεσπέσια οράματα, για πράγματα που ο κόσμος ο πολύς, ο κόσμος ο κοντόφθαλμος ή και ο χυδαίος, χίμαιρες ή ουτοπίες τα ονομάζει. Διότι αναμφιβόλως, ο ποιητής αυτός επάλλετο από τοιάυτα οράματα και αν έλεγε ο ίδιος ότι ιδανικά δεν είχε- είχε, μα απο σεμνότητα ή απαλότητα ψυχής ή φόβον , ντρεπόταν να τα περιγράψη, ντρεπόταν να τα πη, ή να τα ονομάση, αφού ήσαν όλα εδεμικά και πίστευε ότι ποτέ δεν θα μπορούσε, παρά μονάχα στα οράματά του τα απόκρυφα να τα εκφράση, να τα φθάση, ωσάν να ήτο κατηραμένος, κολασμένος ο νέος αυτός, ο τόσον (έξω από την πράξιν την στερνήν και ίσως μέσα σε αυτήν) ο τόσον πολύ εν τη ουσία ευλογημένος.

Ω , ναι, πάντα σε τέτοια μέρη- Κρανίου τόπος, Γολγοθάς ή χώρες της Στυγός - πάντα η ψυχή του θα πλανάται. Και θα πλανάται πάντα σαν του αδικοσκοτωμένου την ψυχή,  που την δικαιώσι ζητεί, σε όλα αυτά τα μέρη, καθώς και στα γραφεία εκείνα, όπου ο ποιητής αυτός, πίσω απο σωρούς εγγράφων του δημοσίου (βουνά υψηλά του χαρτοβασιλείου) και εμπρός στην ειδεχθή του κόσμου υποκρισίαν, νυχθημερόν ο ποιητής διαβιών, παρά την σκωπτικήν που κάποτε τον έπιανε μανίαν, με οίστρον σεραφεικόν και εξαίσιον τους ουρανούς της απολύτου αθωότητος ωραματίζετο.

Και ίσως να έβλεπε εκ νέου ο ποιητής τα όνειρα των παιδικών του χρόνων, εις μίαν υπέρτατην προσδοκία νοσταλγών την άλλην εκέινην Εδέμ, την της ενδομητρίου ζωής, που εγνώρισε εις την κοιλίαν της μητρός του, πριν γεννηθή, πριν να κοπή ο ομφάλιος λώρος, επιθυμών, ίσως, να βρή εκ νέου τας ηδονάς των μη ορατών πλασμάτων, των αγεννήτων την ευδαιμονίαν επιζητών, την ύπαρξη εν τη ανυπαρξία, που την oνόμαζε ο ποιητής «μηδέν» (ίσως, εννοών την ένωσή του με το Παν, ίσως ποθών μίαν αρραγή υπερατομικήν αθανασίαν) επιδιώκων  την επιστροφήν του εις την καθολικήν, την αδιαφοροποίητον ύπαρξιν εκ της οποίας προήλθε, αναζητών τον όλβον των μακάρων στην χλωρασιά της μάνας γης, ένθα πάσα οδύνη απέδρα.

Μη πήτε λοιπόν ποτέ, ότι ο ποιητής αυτός δεν είχε ιδανικά, και την ύστατην πράξιν του δειλία μη την πήτε, μα πάντοτε να ενθυμήσθε, ιδίως όταν οι ευκάλυπτοι θροϊζουν στις αλλέες και βλέπετε κάποιον κατάκοπον εις την σκιάν των να κοιμάται, πάντα να ενθυμήσθε ότι αυτό που λέγετε Ειμαρμένη από δρόμους πολλούς μας έρχεται και προς σημεία απροσδόκητα συχνά πηγαίνει. Και να ενθυμήσθε πάντα τις πιστολιές εκείνες (τον Μαγιακόβσκη να ενθυμείσθε, τον Τρακλ, Εσσένιν και Κρέβελ), τις πιστολιές εκείνες που τις καρδιές τρυπούν και τις φωνές σωπαίνουν, πάντα να τις ενθυμήσθε, ό,τι  και αν λεν, ό,τι και αν γράφουν οι εφημερίδες που τόσα και τόσα λεν  - ως παραδείγματος χάριν : «Υπό συνθήκας αυτόχρημα δραματικάς, ο Κ.Κ δημόσιος υπάλληλος εξ Αθηνών, μετατεθείς εις Πρέβεζαν εσχάτως, έθεσε τέρμα εις την ζωήν του...Στο Λύκειον των Ελληνίδων εδόθη χτες μέγας χορός, αι νεάνιδες του Λυκείου, φέρουσαι εθνικάς ενδυμασίας, εξετέλεσαν Ελληνικούς χορούς, το φόρεμα της κυρίας Μ...από οργκαντί με ντεκολτέ πολύ μεγάλο ήτο απεριγράπτου ωραιότητος...Ο πρόεδρος της Κυβερνήσεως εδέχθη χθες τον πρεσβευτήν της Ιαπωνίας... Οι φορτοεκφορτωταί της Ερμουπόλεως απήργησαν... Ευρέθη νέον φάρμακον κατά της σπειροχαίτης... Εις οίκον κακόφημον του Πειραιώς, ο εκδορεύς Ιωάννης Ν... κατέσφαξε την ιερόδουλον Αναστασίαν Χ... μητέρα τριών τέκνων”.

Μη πήτε, λοιπόν, ποτέ, ότι ο νέος αυτός δεν είχε ιδανικά, διότι έσκυψε πολύ στο χείλος των αβύσσων (όπως αυτοί που κυνηγούν στα αλπικά βουνά, στην άκρη-άκρη των κρημνών  τα εντελβάις), ακούων με φρίκην από υψηλά τους στόνους και τας οιμώγας της Οικουμένης, ενώ, μες την ψυχή του αντηχούσαν ίσως νεροσυρμαί κρυστάλινοι και ήχοι θεσπέσιοι των παραδείσων. Λόγια μη πήτε που να ισοδυναμούν με ψόγον ή με  καταδίκην, δια τον νέον αυτόν που εις την Πρέβεζαν εχάθη, διότι η Πρέβεζα, όπου κι αν βρίσκεσθε, πάντα κοντά σας  θάναι.

Και πάντα θα σας φοβερίζη, με καταχνιές, κουφόβρασι, με σπίτια που καταρρέουν, με τοίχους λεπρούς, με σκύλους ισχνούς και ψωραλέους, με ανθρώπους και κώνωπας ανωφελείς, με ελονοσίαν, με φυματίωσιν, με  αιμοπτύσεις και με φρικτήν αβάσταχτην ανίαν, με κάτι σαν πτώσιν λαιμητόμου σε νεκρικήν σιγήν, με κάτι σαν να εκσπερματίζης δίχως να έχεις οργασμόν, με κάτι σαν περμαγκανάτ ή στύψη στον αέρα, με κάτι σαν άγονες γραμμές και αναμονές, με φράσεις ως οι ακόλουθες : “Ο κύριος Νομάρχης έρχεται...δεν έρχεται...ο κύριος Νομάρχης με το λαντώ του καταφθάνει!...” και με  βαθεία , βαριά μελαγχολία, καρδιοσπαράχτρα θλίψι, που φθάνει ως τους ουρανούς, πενθίμου καπνού τολύπη, πότε αργά, πότε γοργά, σαν σιγανού ή γρήγορου θανάτου λύπη, την ώρα που της καρδιάς, εν ακαρεί, ή με ανεπαισθήτως φθίνοντα βραδύ ρυθμό, σβήνουν για πάντα οι κτύποι.

Μην πείτε λοιπόν ποτέ λόγο κακόν δια τον νέον αυτόν που εις την Πρέβεζαν εχάθη. Ήτο σπουδαίος ποιητής, που από τρίχα μόλις θα έψαλλε τους οργασμούς της γης και όλους τους έρωτας των άστρων, αν Μοίρα σκληρή δεν έστεφε το μέτωπόν του με βαθυπράσινον κισσόν που εκόπη από τάφους, μα που και έτσι ακόμη είναι κισσός, φυτό σπαρμένο απ’τους θεούς, όπως και η δάφνη.

Μην τον ξεχνάτε λοιπόν, τον νέον αυτόν, το κάθετον τούτον λάβαρον της θλίψεως και του θανάτου. Τον νέον αυτόν που εις τας ακτάς του Αμβρακικού απέπτη, τον άσπρον άγγελον με τα κατάμαυρα πτερά μην τον ξεχνάτε, και, ακόμη, να τον αγαπάτε. Ήτο μεγάλος ποιητής ο νέος αυτός και ευγενής. Το λέγω και θα το ξαναπώ πολλάκις- είναι μεγάλος ποιητής ο Κώστας Καρυωτάκης.

Αθήνα 9.12.1964» 

 Ανδρέας Εμπειρίκος

Το σπίτι που έμενε ο Καρυωτάκης στην Πρέβεζα, Photo: Harry Gouvas

ΠΡΕΒΕΖΑ

Θάνατος είναι οι κάργες που χτυπιούνται
στους μαύρους τοίχους και τα κεραμίδια,
θάνατος οι γυναίκες, που αγαπιούνται
καθώς να καθαρίζουνε κρεμμύδια.

Θάνατος οι λεροί, ασήμαντοι δρόμοι
με τα λαμπρά, μεγάλα ονόματά τους,
ο ελαιώνας, γύρω η θάλασσα, κι ακόμη
ο ήλιος, θάνατος μες στους θανάτους.

Θάνατος ο αστυνόμος που διπλώνει
για να ζυγίσει μια «ελλιπή» μερίδα,
θάνατος τα ζουμπούλια στο μπαλκόνι,
κι ο δάσκαλος με την εφημερίδα.

Βάσις, Φρουρά, Εξηκονταρχία Πρεβέζης.
Την Κυριακή θ' ακούσουμε την μπάντα.
Επήρα ένα βιβλιάριο Τραπέζης
πρώτη κατάθεσις δραχμαί τριάντα.

Περπατώντας αργά στην προκυμαία,
«Υπάρχω;» λες, κ' ύστερα «δεν υπάρχεις!»
Φτάνει το πλοίο. Υψωμένη σημαία.
Ίσως έρχεται ο Κύριος Νομάρχης.

Αν τουλάχιστον, μέσα στους ανθρώπους
αυτούς, ένας επέθαινε από αηδία...
Σιωπηλοί, θλιμμένοι, με σεμνούς τρόπους,
θα διασκεδάζαμε όλοι στην κηδεία.

Kostas Karyotakis in Preveza

Prévéza

La mort, ce sont les corbeaux qui se battent
sur les murs noirs et sur les toits.
La mort, les femmes, qui s' "aiment"
comme si elles épluchaient des oignons.
*
La mort, les rues sordides, sans importance,
avec leurs grands noms clinquants,
l'oliveraie, la mer autour, et même
le soleil, mort parmi les morts.
*
Mort le policier qui plie
pour peser une portion « incomplète »,
mort : les jacinthes au balcon,
et l'instituteur avec son journal.
*
Base, Garde, "demi-préfecture" de Preveza.
Dimanche nous écouterons la fanfare.
J'ai ouvert un compte à la Banque.
Premier dépôt : trente drachmes.
*
Marchant lentement sur la jetée,
tu dis : « J'existe ? », et plus tard : « tu n'existes pas ».
Arrive le navire. Drapeau hissé.
Peut-être Monsieur le Préfet vient-il.
*
Si au moins, entre ces gens,,
l'un mourait de dégoût...
Silencieux, désolés, en un maintien modeste,
nous nous distrairions tous aux funérailles.
***
Kostas Karyotakis (1896-1928), le "poète maudit" Grec

(ce poème - sauf la dernière strophe - a été mis en musique par Giannis Glezos)






Ο Αλέξης Ακριθάκης. Alexis Akrithakis

Alexis Akrithakis, 12 Stories, 20x35 cm, Signed and dated: Akrithakis 74, Berlin

Ο Αλέξης Ακριθάκης γεννήθηκε στις 11 Μαΐου 1939, στην Αθήνα και ήταν γόνος γνωστής και ευκατάστατης οικογένειας, η οποία ωστόσο χαρακτηριζόταν από μια βαθιά αντινομία: Η μητέρα του, Ρενέ Στάντζου, καταγόταν από μια πλούσια βαυαρική οικογένεια και ήταν η ιδιοκτήτρια ενός περίφημου οίκου ραπτικής στον οποίο σύχναζαν οι κομψότερες κυρίες της αθηναϊκής κοινωνίας. Από την άλλη, ο πατέρας του Αντώνης ήταν πρόσφυγας της Μικρασιατικής Καταστροφής, ενώ στα χρόνια του Εμφυλίου τον έστειλαν εξορία ως κομουνιστή.

«Αν ήμουν ένας τέλειος άνθρωπος, σίγουρα δεν θα ήμουν καλλιτέχνης. Η τέχνη είναι μία πολύ ριψοκίνδυνη υπόθεση». Αλέξης Ακριθάκης (1939-1994)

Ο μικρός Αλέξης γνώριζε, λοιπόν, και τις δύο όψεις του νομίσματος. Στην πραγματικότητα, αυτή η έγκαιρη εξοικείωσή του με τις ακραίες κοινωνικές διαφορές τον έκανε να τις βλέπει πιο καθαρά και να ενδιαφέρεται πρωτίστως για ένα πράγμα: Να είναι αδέσμευτος και -κατ’ επέκτασιν- ελεύθερος. Κάπως έτσι, θα δείξει -από πολύ νωρίς- ότι είναι ένα παιδί δημιουργικό, αλλά και ατίθασο, με ένα πνεύμα ανεξαρτησίας που απλώς αδυνατούσε να προσαρμοστεί στους κανόνες της σχολικής πειθαρχίας. Μάλιστα, δεν ήταν λίγες οι φορές που έφτανε σε κραυγαλέες ακρότητες, όπως τότε που έβαλε φωτιά σε μια αίθουσα της Λεοντείου Σχολής, για να αποβληθεί οριστικά από όλα τα σχολεία της χώρας. Το συγκεκριμένο γεγονός έμελλε να συζητηθεί επί μακρόν στις νεανικές παρέες, με τον Ακριθάκη να μυθοποιείται λόγω της τολμηρής του παράβασης. Ο ίδιος, πάλι, ενδιαφέρεται μόνο να αλητεύει και να δοκιμάζει τα όριά του, εξερευνώντας τις άγνωστες διαδρομές των ενστίκτων του. Αυτές, όμως, οι φαινομενικά εφηβικές ανησυχίες, ο έρωτας, τα ξενύχτια, ο ίλιγγος της ταχύτητας, ο τζόγος και τα ποτά θα αποδεικνύονταν -με την πάροδο του χρόνου- συμπτώματα ουσιωδέστερων υπαρξιακών αναζητήσεων.

Έφοδος της ναυτονομίας στο πορνείο, Υδατογραφία 18,3χ28cm, c.a. 1950

Παράλληλα, εκείνη την εποχή -στο καφενείο «Βυζάντιο»- θα έρθει σε επαφή με πνευματικούς ανθρώπους σαν τον Σαχτούρη, τον Εμπειρίκο, τον Ταχτσή. Αλλά εκείνος που θα άλλαζε ριζικά τη ζωή και το πεπρωμένο του είναι ο Γιώργος Μακρής: «Μου έμαθε να βλέπω και όχι να ζωγραφίζω», αναφέρει για εκείνον χρόνια μετά. Σταδιακά, αυτές οι ολονύχτιες μυσταγωγίες στο θρυλικό καφενείο θα μεταμορφώσουν τον Ακριθάκη σε έναν ιδιαίτερα δεκτικό μαθητή που ανακάλυπτε την παραμελημένη κλίση του: Τα σχέδια με μολύβι και έντονα χρώματα. «Από πολύ μικρός είχα το ψώνιο της ζωγραφικής. Ήμουν σίγουρος πως μία μέρα θα γινόμουνα ζωγράφος. Όπως άλλα παιδιά φτιάχνουν ιστορίες με λέξεις, εγώ έφτιαχνα ιστορίες με εικόνες. Ευτυχώς, το ένστικτό μου δε λάθεψε...».


Le bateau (1973)

Στο μεταξύ, ο επίδοξος ζωγράφος αναζητά συνεχώς καινούριες εμπειρίες. Και βέβαια, παραμένει ανήσυχος και αδιανόητα απρόβλεπτος, ώσπου μία νύχτα του 1958 σηκώνει «το ταμείο της οικογενειακής επιχείρησης», αγοράζει μια μηχανή και με αυτήν ταξιδεύει στο Παρίσι. Εκεί, την πρώτη κιόλας εβδομάδα, θα τρακάρει με το αυτοκίνητο του διάσημου τραγουδιστή Λεό Φερέ, με τον οποίο αντί να πάνε στο αστυνομικό τμήμα θα πλανηθούν στις μπουάτ και τα κέντρα. Σύντομα, ο Ακριθάκης αρχίζει να συναναστρέφεται με διάφορες καλλιτεχνικές παρέες: Συνδέεται ερωτικά με την ηθοποιό του Νέου Κύματος στον κινηματογράφο, την Τζιν Σίμπεργκ, γίνεται φίλος με τον ζωγράφο Θάνο Τσίγκο και τη γυναίκα του Χριστίνα -στενή συνεργάτιδα και ηθοποιό του Σάμουελ Μπέκετ. Και ακόμη βγαίνει συχνά με τον Τζιακομέτι και τον Γαΐτη.

Σελίδα από τετράδιο (1979)

Όλοι μαζί θα περάσουν ατέλειωτες ώρες στα καφενεία του υπαρξισμού και στις υπερφωτισμένες παρισινές νύχτες. Πάντως, παρά την εμμονή του να γίνει ζωγράφος, η εγγραφή στην Ακαδημία της Γκραν Σομιέρ ήταν μάλλον τυπική. Περισσότερο τον ενδιέφερε να «συλλαβίσει» την τέχνη μέσα από τη ζωή. Είναι μέσα από την παρισινή κραιπάλη και περιπέτεια που θα παντρευτεί την κληρονόμο του οίκου καλλυντικών Καρβέν, για να βγει το διαζύγιο έξι μήνες μετά και να τον λυτρώσει από τις δεξιώσεις στον οικογενειακό πύργο. Μαζί θα τελειώσει και η ζωή στο Παρίσι, με τον Ακριθάκη να επιστρέφει εσπευσμένα στην Αθήνα (το 1961) για να παρουσιαστεί στον στρατό. Εκεί θα περάσει μαρτυρικά ως «γιος κομουνιστή» μέχρι να απολυθεί τελικά με «χαρτί τρελού». Ώσπου, το 1963, παντρεύεται την παιδική του φίλη Γιάννα Κυριαζή και κάνει την πρώτη του ατομική έκθεση στη Θεσσαλονίκη. Ο γάμος θα κρατήσει και πάλι για λίγο, αλλά η έκθεση γνώρισε επιτυχία -γεγονός που τον ενθαρρύνει να συνεχίσει τη ζωγραφική του και δύο χρόνια μετά εκθέτει για πρώτη φορά τη δουλειά του στην Αθήνα: «Και να επιτέλους το ανεκδιήγητο, διηγημένο σε εικόνες», γράφει ο Νάνος Βαλαωρίτης. Αυτή -ουσιαστικά- είναι και η απαρχή ενός καθαρά ιδιωματικού έργου, που θα τον καθιέρωνε διεθνώς.

Spielman ”, Βερολίνο 1969

Και πράγματι, το 1967, έπειτα από πρόσκληση του Ευρωπαϊκού Κέντρου πηγαίνει στο Βερολίνο και παρουσιάζει έργα του στην γκαλερί Hammer. Η έκθεση σημειώνει πρωτοφανή επιτυχία και οι γερμανικές εφημερίδες αφιερώνουν εκτενή άρθρα για τη ζωγραφική του νεαρού Έλληνα με το φλεγόμενο όραμα. 

Αλέξης & Χλόη

Ακολουθεί μια περίοδος ευτυχίας, αφού η αποδοχή της δουλειάς του συνδυάζεται με τον έρωτα της ζωής, τη γυναίκα του Φώφη, την οποία παντρεύεται έναν χρόνο μετά και αποκτούν μια κόρη, τη Χλόη. Παράλληλα, κερδίζει την υποτροφία της Γερμανικής Υπηρεσίας Ακαδημαϊκών Ανταλλαγών και εγκαθίστανται οικογενειακώς στο Βερολίνο, μέχρι το 1984.

Τσίκι – τσίκι

Όλα μοιάζουν ιδανικά για τον ανήσυχο και ανατρεπτικό Ακριθάκη και εκείνος αφοσιώνεται απρόσκοπτα στο έργο του. Έχοντας δίπλα του μια γυναίκα με την οποία είναι ερωτευμένος και μαζί μια όμορφη κορούλα που υπεραγαπάει, έχει μια στέρεη βάση για μια νέα ζωή, μια νέα ευαισθησία και ελπίδα. Κάθε άλλο παρά τυχαίο, λοιπόν, είναι ότι δημιουργεί έναν πολύχρωμο μικρόκοσμο γεμάτο από αρχετυπικά σύμβολα και εικόνες παρμένες από βαθύτατα προσωπικές εμπειρίες και εμμονές: Λουλούδια, πουλιά, βαλίτσες, καρδιές, βέλη, ρόδες και σημαίες συναποτελούν το μαγικό ποιητικό σύμπαν του Ακριθάκη με πολυποίκιλες χρωματιστές σκηνές πλημμυρισμένες από απειροστές λεπτομέρειες. 

Δεκαπέντε ιστορίες (1973)

Μια οπτική μυθολογία στην οποία κεντρικό ρόλο έχει πάντα το ταξίδι και η περιπέτεια, με τη διάθεση φυγής του καλλιτέχνη να είναι κάτι περισσότερο από έκδηλη και με την εντυπωσιακή χρήση των έντονων χρωμάτων να καθηλώνει. 

Neuf histoires enfentine (1973)

Αυτά τα φωτεινά χρώματά του είναι που αποθεώνουν την ιδέα της ζωής, ενώ υποκρύπτουν τη βαθιά και αναπόδραστη -όπως θα αποδεικνυόταν- μελαγχολία του. Φαίνεται ότι στην πραγματικότητα δεν μπορούσε να ξορκίσει τους προσωπικούς του, βασανιστικούς δαίμονες. Ως ιδιοσυγκρασία παραμένει έρμαιο του πάθους της αέναης εσωτερικής αναζήτησης και εισέρχεται στον κόσμο των ναρκωτικών, ολοταχώς και χωρίς ενδοιασμούς -όπως άλλωστε συνήθιζε να κάνει με ο,τιδήποτε: Η αντίστροφη μέτρηση είχε αρχίσει.

Πορτρέτο της Νίκης ”, 1972

Το 1984 αφήνει το Βερολίνο και ξαναγυρνά στην Ελλάδα. Συμμετέχει στην παρουσίαση της συλλογής του Αλέξανδρου Ιόλα, ο οποίος πάντα τον βοηθούσε, και προσπαθεί να απέχει από τα ναρκωτικά και το αλκοόλ, ενώ υποφέρει από τρομερούς εφιάλτες. Αλλά δεν θα σταματήσει να δουλεύει και να διοργανώνει εκθέσεις, παρά τα νοσοκομεία και τις αλλεπάλληλες κρίσεις. Κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του, η άσχημη κατάσταση της υγείας του μείωσε την εικαστική παραγωγή του, η οποία περιορίστηκε σε μεγεθύνσεις λεπτομερειών από παλαιότερα έργα του, ένα μπλοκ σχεδίων με τις φιγούρες τροφίμων του Δρομοκαΐτειου ψυχιατρείου και μια σειρά με θέμα τα λουλούδια, την οποία αφιέρωνε «στους αυτόχειρες φίλους του».

Η φωτιά ”, 1979

Ο Αλέξης Ακριθάκης συνέχιζε να καταστρέφει αργά και συνειδητά τον εαυτό του, μέχρι τον θάνατό του, στις 19 Σεπτεμβρίου 1994. Από τότε, δύο μεγάλες αναδρομικές εκθέσεις θα αποκαλύψουν εκ νέου τη σπουδαία καλλιτεχνική του προσωπικότητα: Το 1997 στο Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της Θεσσαλονίκης και στην Εθνική Πινακοθήκη της Αθήνας και το 2003 στο Βερολίνο, στη Neue Nationalgalerie, όπου θα παρουσιαστεί αντικριστά με τον Πικάσο ως μια αναλλοίωτη ξεχωριστή μορφή του ύστερου μοντερνισμού στην Ευρώπη. Σήμερα, μπορεί κανείς να πει με βεβαιότητα ότι τα έργα του αποτελούν -για πρώτη φορά, ίσως, στη νεότερη Ιστορία της ελληνικής τέχνης- μια απόλυτα συνειδητή και συστηματική καλλιτεχνική πράξη, η οποία αν και καθοριστική για τη σύγχρονη εικαστική σκηνή είχε αμιγώς προσωπικές καταβολές: Το έργο του Ακριθάκη παραμένει πάντοτε ένα με την πληγωμένη ψυχοσύνθεσή του. Άλλωστε  το είχε πει και ο ίδιος κάποτε: «Η μόνη τροφή της τέχνης είναι η ίδια η ζωή». Είναι προφανές ότι περιαυτολογούσε...

«Fofi's»: Ένα μυθικό στέκι

Ο Αλέξης και η Φώφη Ακριθάκη στο περίφημο «ΕΣΤΙΑΤΟΡΙΟΝ». 

Στη Γερμανία, ο Ακριθάκης θα βρεθεί κοντά με σημαντικές πνευματικές προσωπικότητες της εποχής του. Άλλωστε  εκείνα τα χρόνια το Βερολίνο ήταν η κατεξοχήν πόλη των καλλιτεχνικών ζυμώσεων. Όσο για το περίφημο εστιατόριο της συζύγου του Φώφης στο Βερολίνο, θα αποκτούσε διεθνή φήμη καθώς το «Fofi’s» θα γινόταν πόλος έλξης και σημείο συνάντησης του καλλιτεχνικού κόσμου της γερμανικής πρωτεύουσας και όχι μόνον. Μέσα στα 20 χρόνια λειτουργίας του θα περνούσαν από εκεί διασημότητες όπως ο Αντι Γουόρχολ, ο Μπράιαν Ντε Πάλμα και ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο. «Ήταν ένα παλιό κτίριο του 1800 και το μπαρ ήταν, στον πόλεμο, των αξιωματικών της Βέρμαχτ. Το γεμίσαμε τέχνη», λέει η Φώφη Ακριθάκη, προσθέτοντας ότι «στις δεκαπέντε ημέρες που διήρκεσε η έκθεσή του, ο Φράνσις Μπέικον δεν έλειψε ούτε μία βραδιά από εκεί, αφιερώνοντας στο τέλος στο μαγαζί ένα έργο του»!

Με τα μάτια της συζύγου του

«Ήταν ένας άνθρωπος πάρα πολύ ευγενής, παρ’ ότι δεν φαινόταν εξωτερικά. Είχε μια καλοσύνη την οποία πολύ λίγοι άνθρωποι είχαν καταλάβει. Φυσικά και ήταν εκκεντρικός και ιδιόρρυθμος στην καθημερινότητά του -αν τον συγκρίνει κανείς και με άλλους. Αλλά ήταν ένας άνθρωπος που αγαπούσε πολύ τη ζωή. Συγκρουόταν μέσα του». Και ακόμη: «Κοιμόταν πάρα πολύ λίγο. Μπορούσε να γυρίσει στις 6 το πρωί και στις 9 να είναι στο πόδι. Σηκωνόταν, έπινε καφέδες, έβγαινε, γύριζε, έβλεπε (ήταν ένας άνθρωπος που έβλεπε, έπαιρνε πολλές εικόνες, κάτι που μου έμαθε και εμένα να αναγνωρίζω, δούλευε, ξαναέβγαινε, έπινε, γελούσε. Ταξιδεύαμε πάρα πολύ μαζί. Ξαφνικά σου έλεγε στις 2 η ώρα το βράδυ "πακετάρισε, φεύγουμε"»...

Έξι Ιστορίες, 1973

Ο Αλέξης Ακριθάκης αποτελεί μια εντελώς ιδιάζουσα περίπτωση στο χώρο της νεότερης ελληνικής ζωγραφικής. Καλλιτέχνης περισσότερο γνωστός από το μύθο του "καταραμένου"που τον περιέλαβε, ένα μύθο άμεσα συνδεδεμένο τόσο με την αυτοκαταστροφική του προσωπικότητα, όσο και με τον ασυμβίβαστο τρόπο με το οποίο βίωσε ο ίδιος τη σύντομη ζωή του, ο Ακριθάκης άφησε ωστόσο πίσω του ένα πλούσιο έργο.

Η δόξα των γραμμάτων (1971)

Η τέχνη για τον Αλέξη Ακριθάκη ήταν ένας τρόπος ζωής, μία συνεχής κι επίμονη περιπέτεια υπέρβασης. Στη δουλειά του, το εικαστικό γεγονός δεν ήταν ποτέ αποσπασμένο από το φαινόμενο της ζωής, εκείνο όμως που βασικά τον ενδιέφερε ήταν ο μετασχηματισμός της εικόνας σε σύμβολο, υποσκάπτοντας τον αρχικό κώδικα αναφοράς. Έτσι, αντλώντας τα ερεθίσματά του από τους βιωμένους χρόνους της προσωπικής τους ζωής ο καλλιτέχνης δημιουργούσε μαγικά συμπλέγματα, όπου φόρμες, χρώματα και υλικά γίνονταν στοιχεία ενός δικού του κώδικα γραφής που διευκόλυνε όλους τους πιθανούς συνδυασμούς παίζοντας πάνω σε δυνατότητες της γλώσσας.

Χωρίς Τίτλο, 1977

Μεγάλος παραμυθάς ο Αλέξης Ακριθάκης ήξερε να διηγείται με χιούμορ, συναρπαστικές ιστορίες. Ιστορίες απλές, σχεδόν παιδικές φτιαγμένες με λαμπερά και απαστράπτοντα χρώματα που κατάφερναν να μαγεύουν τα μάτια και απατούν τη λογική, προβάλλοντας κάθε φορά το αίτημα για ένα καινούριο κοίταγμα του κόσμου.

Και όμως πίσω από τις άκρως υπαινικτικές και ποιητικές αυτές εικόνες, κάπου ελλοχεύει ο κίνδυνος, τραγικότητα του εξομολογητικού λόγου, το συναίσθημα της υπέρβασης, Γιατί ο Αλέξης Ακριθάκης ζωγραφίζοντας προσπαθούσε κάθε φορά να ξεγελάσει τη ζωή και να εξορκίσει τον θάνατο, μετατρέποντας τα ψυχικά αδιέξοδα σε δημιουργική πρόσκληση για την εξιχνίαση των προσωπικών του φαντασμάτων.