Arts Universe and Philology

Arts Universe and Philology
The blog "Art, Universe, and Philology" is an online platform dedicated to the promotion and exploration of art, science, and philology. Its owner, Konstantinos Vakouftsis, shares his thoughts, analyses, and passion for culture, the universe, and literature with his readers.

Τετάρτη 26 Δεκεμβρίου 2012

Bill Owens | Photographs

Altamont concert, December 6, 1969
Bill Owens came to prominence in the early 1970s. After graduating from California State University at Chico (1963), he began to pursue photography while serving in the Peace Corps (1964-66). Later, when working as a newspaper photographer for the Independent News in Livermore, California (1968-78), a small city 33 miles east of San Francisco, Owens was assigned the daily beat of the suburban activities of his friends and neighbors.

Owens' first book Suburbia (Straight Arrow Books, 1972) was a fascinating catalog of many of the individuals that the artist met while his camera was trained on the various yard sales, PTA meetings, church socials, and other social phenomena of his neighborhood. In Suburbia, the artist paired photographs of these plain folks with short, descriptive statements in their own words or paraphrased from interviews. The photographs have a compelling presence by themselves, but the combination of word and image runs the gamut from amusing humor to touching pathos.

Εορταστική Θεσσαλονίκη




















Όλες οι παραμονές Χριστουγέννων ένα αμύγδαλο πικρό

Ευτυχώς σκοτεινιάζει κι απόψε

Το μωσαϊκό της κουζίνας μου

Δείχνει κιόλας μεσάνυχτα

Μ' εκείνο το ένδοξο άσπρο-μαύρο



Μου πέφτει ένα αμύγδαλο
Το ψάχνω πάνω στο άσπρο-μαύρο
(Πάντα προς το μαύρο κλείνει η αφή των πραγμάτων)


Τα πόδια μου στο δόκανο

Να σε δω να υποφέρεις αληθινά

Ακόμα έχεις απάνω σου ένα κλάμα ψυχρό

Ένα χαμόγελο ψεύτικο

Κάθισε κοντά μου και πες μου τι βλέπεις
Μες στον παλιό καθρέφτη

Όλες οι καμπάνες σημαίνουν Χριστούγεννα
Κι εγώ δεν έχω τίποτε άλλο να ζήσω
Πάρεξ τη γεύση ενός αίματος που αρνούμαι να πιω
Αν μη τι άλλο εγώ πέταξα το σώμα μου
Μες στην αγάπη όπου σαπίζει τώρα
Με λογική και σύνεση με θεία παραδοχή

Την τρέλα τη μαθαίνει κανείς μέσα σε μια στιγμή

Από τη συλλογή Σαλκίμ (2001)

Μαρία Κέντρου - Αγαθοπούλου


Σκύλοι στη Λογοτεχνία

Λόρδος Βύρων: Επιτάφιος για έναν σκύλο, γραμμένος πάνω στον τάφο του σκύλου του.

Πεζός πρόλογος: Κοντά σε αυτό το Σημείο κείτονται τα Λείψανα κάποιου που είχε Ομορφιά χωρίς Ματαιοδοξία, Δύναμη χωρίς Θράσος, Τόλμη χωρίς Σκληρότητα και όλες τις Αρετές του Ανθρώπου χωρίς τα Ελαττώματά του. Ο Έπαινος αυτός, που θα μπορούσε

Ποίημα: «Ω άνθρωπε! εσύ, αδύναμε ένοικε μιας ώρας, εξευτελισμένος από τη δουλεία, ή διεφθαρμένος από την εξουσία -η αγάπη σου είναι λαγνεία, η φιλία σου όλη μια απάτη, η γλώσσα σου υποκρισία, τα λόγια σου ένα ψέμα! Από τη φύση σου αχρείος, εξευγενισμένος μόνο κατ’ όνομα, κάθε ευγενικό ζώο μπορεί να σε κάνει να κοκκινίσεις από ντροπή. Εσύ, που τυχόν θα δεις αυτήν την απλή υδρία, προσπέρνα – δεν τιμάει κάποιον που θα ‘θελες να θρηνήσεις. Για να σημαδέψει τα λείψανα ενός φίλου αυτές οι πέτρες έχουν υψωθεί· δεν γνώριζα παρά μονάχα έναν – και βρίσκεται εδώ.»

Λόρδος Βύρων, «Δον Ζουάν»

«…Είναι ευχάριστο να ακούς του σκύλου τη φωνή, με ειλικρίνεια γεμάτη. Να σε καλωσορίζει με γάβγισμα βαθύ, σαν στο σπίτι πλησιάζεις. Είν' ευχάριστο να ξέρεις ότι τον ερχομό σου θα δει ένα μάτι. Που θα γίνει ακόμα πιο λαμ περό κοντά σου σαν θα φτάσεις….»

Όγντεν Νας «Πόρτα είναι αυτό που απ' τη λάθος πλευρά του βρίσκεται συνεχώς ο σκύλος»


Ελίζαμπεθ Μπάρετ Μπράουνινγκ «…Εγώ που είχα μείνει με την καρδιά γεμάτη για πολλές ώρες, εκμεταλλεύτηκα μια στιγμή που ήμουν μόνη νωρίς το πρωί για να κλάψω πικρά. Ξαφνικά ένα μικρό μαλλιαρό κεφάλι πετάχτηκε πίσω απ' το μαξιλάρι μου και χώθηκε μες το πρόσωπό μου, τρίβοντας πάνω μου τ' αφτιά και τη μύτη του με ταραχή που ανταποκρινόταν στην δική μου…»

Παμ Μπράουν «Γυρνάς σπίτι. Ο σκύλος ρίχνεται πάνω σου. Που ήσουν; 'Έλειπες τόση ώρα. Μου 'λειψες, μου 'λειψες, σ' αγαπώ, σ' αγαπώ, σ' αγαπώ. Τί έχει μες στην τσάντα; Κάτι για μένα ; Αχ, άσε με να σου γλύψω τ' αφτί. Αχ, άσε με να μασήσω τα γάντια σου. Είσαι σπίτι!»

Μίλαν Κούντερα «Το να κάθεσαι με ένα σκύλο την πλαγιά ενός λόφου ένα όμορφο απόγευμα είναι σαν να βρίσκεσαι ξανά πίσω στην Εδέμ, εκεί όπου το να μην κάνεις τίποτα δεν ήταν πληκτικό, ήταν γαλήνη.»



Κυριακή 23 Δεκεμβρίου 2012

Φρειδερίκος Νίτσε - Η γέννηση της τραγωδίας ή ελληνισμός και απαισιοδοξία


«Ο Φρειδερίκος Νίτσε (Fr. Nietzsche) πέθανε στα πενήντα έξι του χρόνια, το 1900, αλλά είχε ήδη καταρρεύσει διανοητικά στα σαράντα τέσσερά του. Στα είκοσι έξι έγραψε το πρώτο έργο που τον έκαμε διάσημο, τη Γέννηση της τραγωδίας. Δημοσιεύτηκε το 1872, όταν θα έκλεινε τα είκοσι οκτώ. Το 1873 ξεκινούν οι κεφαλαλγίες από την αρρώστια που έμελλε να τον σκοτώσει. Από εκεί και πέρα, θα ζήσει άρρωστος αλλά θα υμνεί την υγεία, θα βρίσκεται στα πρόθυρα του θανάτου και θα υμνεί τη ζωή. Η φιλοσοφία του Νίτσε -το έργο που έγραψε στο σύντομο αυτό διάστημα των δεκαοκτώ ετών- μπορεί να ιδωθεί ως μία απόπειρα να αντληθούν όλα τα συμπεράσματα από τη θέση ότι σημαντική στη ζωή είναι η ίδια η ζωή, ότι ακόμα και η θέληση θανάτου είναι θέληση ζωής» (Νίτσε, Γέννηση της τραγωδίας, Εισαγωγή, σ. 8).

Αν και τούτη η κατάφαση στη ζωή δεν υιοθετήθηκε από τον ίδιο τον γερμανό φιλόσοφο στις επιλογές που έκανε στο διάβα της ζωής του και η περίφημη «κατάφαση στο ένστικτο», που τόσο χαρακτήρισε το έργο του, απαξιώθηκε και αποκλείστηκε από το πλαίσιο των συνηθειών του, ο Νίτσε είναι ίσως ο πρώτος που, ακολουθώντας τις αισθητικές επιταγές των Σέλινγκ, Χέλντερλιν, Σλέγκελ και Νοβάλις, θα τολμήσει να μιλήσει για τους «πρωτογέννητους μιας εποχής» (Χάμπερμας), για μια «φυλή ηρώων», γενιά ούτε λίγο ούτε πολύ αξιοθαύμαστη, που με πρωτοστάτη τον Υπεράνθρωπο θα επανδρώσει τη νέα πραγματικότητα. Τούτο το πρόγραμμα, που θα υιοθετήσει αργότερα και θα επαναδιατυπώσει, αλλά μέσα από φιλοναζιστικές παρεκκλίσεις, ο Χάιντεγκερ, κατεξοχήν αντιδιαφωτιστικό -η νεωτερικότητα καταγγέλλεται από τον Νίτσε ως «διαστροφή της θέλησης για δύναμη»-, υπαινίσσεται, ιδωμένο στην ολότητά του, εμμέσως πλην σαφώς, την αργοδιαφαινόμενη από καιρό νέα πραγματικότητα της πολυσημίας των αξιών, και σύμφωνα με τον Χάμπερμας συνιστά είσοδο στη μετανεωτερικότητα.

Τούτη η νέα ιστορική δυναμική «των πρωτογέννητων», που συνιστά κατεξοχήν ιστορικό υποκείμενο, βρίσκει τις έσχατες καταβολές της στην εξιχνίαση του αισθητικού φαινομένου στη Γέννηση της τραγωδίας, ένα έργο πρωτότυπο και εμπνευσμένο που μέσα από την πολύμορφη προσέγγιση του φαινομένου της αρχαίας αττικής τραγωδίας και τη διάκριση της απολλώνιας φαινομενικότητας από το διονυσιακό βάθος και σοφία, θα προτείνει τη δικαίωση του κόσμου μέσα από τις αισθητικές κατηγορίες, ως αισθητικό φαινόμενο.

Ράινερ Μαρία Ρίλκε

Ο στίχος του Ρίλκε: «Γιατί η ομορφιά δεν είναι παρά η αρχή του τρομερού, που μόλις μπορούμε να υποφέρουμε και τη θαυμάζουμε τόσο γιατί δεν στέργει να μας καταστρέψει», από τις Ελεγείες του Ντουίνο, συνιστά, σύμφωνα με τον Μ. Tanner, τη βασική θέση της Γέννησης της τραγωδίας, στίχος που ανοίγει τον δρόμο για μια σειρά από σκέψεις και προβληματισμούς. Ποιο θα μπορούσε να είναι το διαχρονικό νόημα της τραγικής ύβρεως;

α) Αν πράγματι «η ομορφιά είναι η αρχή του τρομερού», τότε μιλάμε για μια τάξη πάνω από το αταξινόμητο, για μια οργάνωση πάνω από το άμορφο και το αρχέγονο. «Κάθε άγγελος είναι αποτρόπαιος» (Jeder Engel ist schrecklich), σημειώνει κάπου αλλού ο Ρίλκε, ψηλαφώντας καίρια τόσο το μυστήριο της ομορφιάς και της τέχνης όσο και του έρωτα. Ποιος από μας δεν έχει νιώσει έστω και για μία φορά εκμηδενισμένος μπροστά στη θέα του αντικειμένου του έρωτά του; Η πραγματικότητα του κόσμου, απρόσιτη και ακατανόητη, παντελώς άμορφη προτού εγχαραχθεί πάνω της η επενέργεια του αναξαγόρειου Νου, μετατρέπει τις εξωτερικές της στιβάδες σε «μορφή» και, στις ακρώρειές της, τις επιταγές του ανθρώπινου υποκειμένου σε τέχνη. Τούτη «η φαινομενικότητα», το έργο τέχνης, τούτη η έκφανση του κατεξοχήν παντελώς άρρητου, συνιστά πράγματι τη δικαίωση του «υβριστικού» φαινομένου της ύπαρξης; Ποια απάντηση θα έδινε ο μεγάλος Αναξίμανδρος σ' ετούτο το νιτσεϊκής φύσεως ερώτημα που ιχνηλατεί avant la lettre προβληματισμούς του τέλους του 20ού αιώνα;

Edvard Munch, Friedrich Nietzsche, 1906

β) Το ερώτημα «αν ο κόσμος δικαιώνεται ως αισθητικό φαινόμενο» συνέχεται άμεσα με το πρόβλημα των ενσυνείδητων επιλογών των ανθρώπινων υποκειμένων, επιλογές που αφορούν και το «αισθητικώς ζην». Αν ο Νίτσε καταφέρεται κατά εκείνων που αρκούνται «στην ικανοποίηση από το απλώς ευχάριστο», γεννάται το ερώτημα τι θα έλεγε ο γερμανός στοχαστής μπροστά την πραγματικότητα που ζούμε στις αρχές του 21ου αιώνα, την πραγματικότητα κατά την οποία το μεγαλύτερο μέρος των πολιτών της σύγχρονης μαζικής δημοκρατίας ικανοποιείται όχι πλέον με «το απλώς ευχάριστο» αλλά με το δύσμορφο, το άσχημο και το χυδαίο, το οποίο φτάνει να καθορίζει κοινωνικές νόρμες, ηθικές, καθώς και να «αξιοθετεί» - να ρυθμίζει. Τούτη η υβριστική επικράτηση του ευτελούς, του ασήμαντου και του πρόστυχου που εισπράττει πανταχόθεν ο σύγχρονος άνθρωπος, και που ενίοτε φτάνει ν' αυτοτιτλοφορείται «έργο τέχνης», μας θέτει προ ερωτημάτων και ευθυνών. Αν ο Καντ θεωρούσε ανθρώπινο προορισμό την επίτευξη ενός πολιτισμού ηθικότητας, εμείς θα προσθέταμε πως η επιδίωξη της ευτυχίας από τον άνθρωπο δεν εξαντλεί το βάθος της ανθρώπινης ύπαρξης. Τις περισσότερες φορές, όπως έχει φανεί και από τις ζωές των περισσότερων πνευματικών ανθρώπων και δημιουργών, οι άνθρωποι φτάνουν στη βαθύτερη ουσία και αλήθεια τους μέσα από την εμπειρία του πόνου. Ας θυμηθούμε τα τολμηρά λόγια του Γκαίτε από τον Προμηθέα του: Κάθομαι εδώ και φτιάχνω τους ανθρώπους /Κατ' εικόνα μου, / Ενα φύλο που να μου μοιάζει, / Για να πονάει και να κλαίει, / Για να χαίρεται και για να απολαμβάνει, / Και για να μη σε σέβεται, / Οπως κι εγώ! Η σκιαγράφηση αυτή του ανθρώπου από τον Γκαίτε οδηγεί στην αποκάλυψη της ουσίας του μέσα από μία πληθώρα παραμέτρων, μία από τις οποίες είναι και η οδύνη. Ούτε η τραγωδία ούτε η μουσική ούτε η σκέψη θα ήταν δυνατές αν ο δημιουργικός άνθρωπος του παρελθόντος έχει δείξει φόβο και έχει νιώσει άπωση μπροστά σε ό,τι του προκαλεί οδύνη. Ο πόνος λοιπόν, δάσκαλος, που έχει τις δυσκολίες της πολυδαίδαλης ανθρώπινης ζωής στην υπηρεσία του -όπως θα 'λεγαν και οι στωικοί-, αποτελεί μία άβυσσο με βαθιά συνάφεια με τη δημιουργικότητα, την πνευματική εμβάθυνση και εκλέπτυνση και την ηθικότητα και οπωσδήποτε με την τελικά κατακτούμενη εσωτερική γαλήνη.

Werner Horvath, Friedrich Nietzsche

γ) Η αρχαία τραγωδία συνιστά μια βαθιά αρχετυπική πραγματικότητα. Πολλές φορές η ανθρώπινη ιστορία προαναγγέλλει μείζονες θεματικές της μέσα από κεντρικές οικουμενικές αρχετυπικές εικόνες. Τέτοιου είδους αρχετυπικές έννοιες συναντάμε στους μύθους, στη λογοτεχνία, στη ζωγραφική, στις θρησκείες, αλλά και στον χώρο του αποκρυφισμού. Ο Προμηθέας και ο Οιδίποδας είναι τέτοια σύμβολα, καθώς και η Ορέστεια του Αισχύλου βρίθει αρχετύπων. Η Δευτέρα Παρουσία του Μιχαήλ Αγγελου είναι μία ακόμα τέτοια κοσμοεικόνα, ένα αρχέτυπο που σηματοδοτεί μια ολόκληρη εποχή - όπως εξάλλου και ο Προμηθέας Δεσμώτης και που συνθέτει μαζί με πολλές άλλες, ένα ολόκληρο παραστασιακό μωσαϊκό - έναν πραγματικό «πανδέκτη», ένα λεξικό, το λεύκωμα της ανθρώπινης πραγματικότητας.

Friedrich Nietzsche: Human, All Too Human [FULL DOCUMENTARY]

δ) Ο θάνατος της τραγωδίας, στον οποίο θάνατο αναφέρεται και ο Νίτσε, σηματοδοτεί μια ιδιαίτερη φάση στην εξέλιξη της ανθρώπινης σκέψης. Η πολύ ιδιαίτερη διαλεκτική της συνείδησης που συνοψιζόταν στη μορφή της αρχαίας τραγωδίας, αποτελούσε ούτε λίγο ούτε πολύ αποκωδικοποίηση, με γνωσιακά μέσα, εκδραμάτιση του αρχέγονου βιώματος της ύβρεως. Οι ύβρεις που διαπράττουν τα όντα - το γεγονός και μόνον πως υπάρχουν (Αναξίμανδρος), βαθιά συναίσθηση ευθύνης του ανθρώπου απέναντι στη φύση και στις κοσμικές δυνάμεις, καθώς και όρος της ανθρώπινης σκέψης που επιβιώνει καθ' όλη τη διάρκεια της ιστορίας ως ενοχή και παράπτωμα απέναντι στον Δημιουργό, αποκωδικοποιείται μέσα από την αρχαία τραγωδία ως γνωσιακό ενέργημα, μα και ως πράξη του αθηναίου πολίτη. Ολόκληρος ο αθηναϊκός δήμος θα συμμετάσχει σ' αυτή την πραγματικά μοναδική στην ανθρώπινη ιστορία εκδραμάτιση της βαθύτατης ανθρώπινης ενοχής - της βασικής και όχι μοναδικής γενεσιουργού αιτίας της ύβρεως. Αφ' ης στιγμής η τραγωδία εξαφανίζεται από το προσκήνιο, η εκδραμάτιση τούτης της αρχέγονης ανθρώπινης συνθήκης και η συνεπαγόμενη από αυτήν συνειδητή απενοχοποίηση εκλείπει ως δυνατότητα. Η νεωτερικότητα, κατεξοχήν υβριστική μέσα στην καιριότητά της, αδυνατεί ν' αποκωδικοποιήσει την πραγματικότητα της ύβρεως. Αντ' αυτής της απελευθερωτικής δυνατότητας, χαλκεύει -στις ακρώρειές της- μία εργαλειακή ορθολογικότητα που μέσα από την περιφρόνηση της φύσης, την υποτίμηση των αξιών και την καταστολή της ανθρώπινης δημιουργικότητας θέτει την ανθρωπότητα προ των ορατών και πραγματικών κινδύνων του αυτοαφανισμού της. 

Heracles freeing Prometheus from his torment by the eagle (Attic black-figure cup, c. 500 BC).

Η σύγχρονη τούτη έκφανση του τραγικού, πραγματικό φάντασμα ενός λυτρωμένου Προμηθέα, που όμως δεν κατόρθωσε ν' απελευθερώσει τους ανθρώπους -μέχρι σήμερα τουλάχιστον- μέσα από τη σκέψη και «τις τέχνες», μας θέτει, είτε το θέλουμε είτε όχι, προ της ανάληψης μιας μείζονος ευθύνης: Ο σύγχρονος άνθρωπος οφείλει να ξανασκεφθεί την ιστορία του, κατά συνέπεια το αξιακό του σύστημα και τη σχέση του με τη φύση και τους συνανθρώπους του, και να απενεργοποιήσει την παντοδύναμη σήμερα καταστροφικότητα-αυτοκαταστροφικότητά του, συμφιλιωνόμενος με το σκοτεινό κομμάτι της συλλογικής ψυχής του. Η δημιουργικότητα πάντοτε ήταν κάτι το ζητούμενο, πολύ περισσότερο σήμερα που είναι τόσο τραγικά απούσα και περιορισμένη. Ας ξανασκεφτούμε τους αρχαίους τραγικούς αλλά και τον αθηναίο πολίτη, είναι σαν να μας λέει ο Νίτσε· ας τον ακούσουμε.

ΠΗΓΗ: Φρειδερίκος Νίτσε, Η γέννηση της τραγωδίας ή ελληνισμός και απαισιοδοξία, εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της «Εστίας».