Arts Universe and Philology

Arts Universe and Philology
The blog "Art, Universe, and Philology" is an online platform dedicated to the promotion and exploration of art, science, and philology. Its owner, Konstantinos Vakouftsis, shares his thoughts, analyses, and passion for culture, the universe, and literature with his readers.

Δευτέρα 19 Μαΐου 2014

Η ιδεολογική κατάχρηση της Ιστορίας. The ideological abuse of history

Νικόλαος Γύζης. Ιστορία, 1892. "History is being invented in vast quantities … it's more important to have historians, especially sceptical historians, than ever before." Eric Hobsbawm.

Δεδομένου, ότι η Ιστορία αποτελεί πρώτη ύλη για τις εθνικιστικές ή εθνοτικές ή φονταμενταλιστικές ιδεολογίες, όπως οι παπαρούνες αποτελούν την πρώτη ύλη για την ηρωίνη, το παρελθόν αποτελεί ένα βασικό συστατικό, ίσως το βασικότερο, αυτών των ιδεολογιών. Κι όταν δεν υπάρχει το κατάλληλο παρελθόν, μπορεί άνετα να επινοείται. 

Μάλιστα, από την ίδια τη φύση των πραγμάτων, δεν υπάρχει συνήθως κανένα συνολικά κατάλληλο παρελθόν, επειδή το φαινόμενο, στο οποίο αναφέρονται αυτές οι ιδεολογίες, δεν είναι αρχαίο ή διαχρονικό, αλλά μια ιστορική καινοτομία. Αυτό ισχύει τόσο για το θρησκευτικό φονταμενταλισμό στις σημερινές του μορφές  όσο και για το σύγχρονο εθνικισμό.

Πέντε χιλιάδες χρόνια Πακιστάν

Θυμάμαι, πως είδα κάπου μια μελέτη του αρχαίου πολιτισμού των πόλεων της κοιλάδας του Ινδού ποταμού με τίτλο «Πέντε χιλιάδες χρόνια Πακιστάν». Το Πακιστάν δεν υπήρχε ούτε καν σαν σκέψη πριν από το 1932-1938, όταν το όνομα επινοήθηκε από μερικούς ακτιβιστές φοιτητές. Δεν κατέστη σοβαρό πολιτικό αίτημα πριν από το 1940. Ως κράτος υπάρχει μόνον από το 1947.

Δεν στοιχειοθετείται καμιά σχέση του πολιτισμού του Mohenjo Daro με τους σημερινούς ιθύνοντες του Ισλαμαμπάντ, όπως και του Τρωικού Πολέμου με την κυβέρνηση της Άγκυρας, η οποία διεκδικεί σήμερα την επιστροφή του  θησαυρού του Σλήμαν, έστω και μόνο για την πρώτη του έκθεση. Σίγουρα όμως, τα πέντε χιλιάδες χρόνια Πακιστάν ηχούν καλύτερα από τα σαράντα έξι χρόνια Πακιστάν.

Peter De Francia. Eric Hobsbawm (c.1955).

Μέσα σε μια τέτοια κατάσταση οι ιστορικοί αποκτούν απρόσμενα έναν πολιτικό ρόλο. Παλιά, είχα την εντύπωση, ότι το επάγγελμα του ιστορικού, σε αντίθεση μ’ αυτό, λόγου χάρη, του πυρηνικού φυσικού, τουλάχιστον δεν μπορούσε να προξενήσει κακό. Σήμερα ξέρω, ότι μπορεί. Οι μελέτες μας μπορούν να μεταβληθούν σε εργοστάσια βομβών, όπως τα εργαστήρια, στα οποία ο IRA έμαθε να μετατρέπει χημικές αντιδράσεις σε εκρηκτικά. Αυτή η κατάσταση μας αφορά από δύο απόψεις: φέρουμε μια ευθύνη γενικά απέναντι στα ιστορικά γεγονότα, αλλά και, ειδικότερα, μια ευθύνη κριτικής της πολιτικο-ιδεολογικής κατάχρησης της Ιστορίας.

Το κλασικό παράδειγμα μιας κουλτούρας ταυτότητας, που στηρίζεται πάνω στο παρελθόν μέσω μύθων μεταμφιεσμένων σε Ιστορία, είναι ο εθνικισμός.  

Ο Ερνέστ Ρενάν παρατηρούσε εδώ και περισσότερο από έναν αιώνα, ότι «η λήθη ή ακόμα και η παραχάραξη της ιστορίας αποτελεί ουσιώδη παράγοντα της διαμόρφωσης ενός έθνους, γι' αυτό και η πρόοδος των ιστορικών σπουδών αποτελεί συχνά κίνδυνο για μια εθνικότητα». Διότι τα έθνη αποτελούν ιστορικά καινοφανείς οντότητες, που διατείνονται, ότι υπάρχουν εδώ και πάρα πολύ καιρό. Αναπόφευκτα, η εθνικιστική εκδοχή της Ιστορίας συνίσταται σε αναχρονισμούς, αποσιωπήσεις, απόσπαση από τα ιστορικά συμφραζόμενα και, σε ακραίες περιπτώσεις, σε ψέματα.

Επινόηση γεγονότων

Πολλές από τις παραδόσεις, για τις οποίες πιστεύουμε, ότι έχουν προέλευση αρχαία, στην πραγματικότητα επινοήθηκαν πρόσφατα. Επειδή δε ένα μεγάλο τμήμα αυτού, που υποκειμενικά συνθέτει το σύγχρονο «έθνος», αποτελείται από κατασκευασμένες ή «επινοημένες» συνιστώσες και συνδέεται με κατάλληλα και, γενικά, αρκετά πρόσφατα σύμβολα ή κατάλληλα κατασκευασμένη πραγματεία (όπως η «εθνική ιστορία»), το εθνικό φαινόμενο δεν μπορεί να διερευνηθεί επαρκώς χωρίς προσεκτική εστίαση στην «επινόηση της παράδοσης». Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»: Η επινόηση της παράδοσης.

Δεν είναι ανάγκη να πω πολλά για την πρώτη απ' αυτές τις ευθύνες. Δεν θα είχα να πω τίποτε αν δεν υπήρχαν δύο πρόσφατες εξελίξεις. Η πρώτη είναι η σημερινή τάση των μυθιστοριογράφων να βασίζουν την πλοκή τους σε μια καταγραμμένη πραγματικότητα, παρά να την επινοούν, θολώνοντας έτσι τα όρια ανάμεσα σε ιστορικό γεγονός και σε μυθοπλασία. 

Η άλλη είναι η άνοδος «μεταμοντερνιστικών» αντιλήψεων στα πανεπιστήμια της Δύσης, ιδίως στα φιλολογικά και ανθρωπολογικά τμήματα, οι οποίες οδηγούν στη θέση, ότι όλα τα «γεγονότα», που διεκδικούν μια αντικειμενική ύπαρξη, δεν είναι παρά νοητικές κατασκευές, ότι, με δυό λόγια, δεν υφίσταται σαφής διαφορά μεταξύ γεγονότος και μυθοπλασίας.

Κι όμως, αυτή η διάκριση υπάρχει, και για μας τους ιστορικούς, ακόμα και για τους πλέον αντιθετικιστές, η ικανότητα να κάνουμε αυτή τη διάκριση είναι θεμελιώδους σημασίας. Δεν είναι δυνατόν να επινοούμε τα γεγονότα μας.

Armenian civilians are marched to a nearby prison in Mezireh by armed Ottoman soldiers. Kharpert, Ottoman Empire, April 1915.

Ο Έλβις Πρίσλευ ή είναι νεκρός ή δεν είναι. Το ερώτημα αυτό μπορεί να απαντηθεί με τρόπο αδιάσειστο βάσει των στοιχείων, που είναι διαθέσιμα. Η σημερινή κυβέρνηση της Τουρκίας, όταν αρνείται την επιχείρηση γενοκτονίας των Αρμενίων το 1915, ή έχει δίκιο ή δεν έχει.

Οι περισσότεροι από μας θα θέταμε εκτός των ορίων τού σοβαρού ιστορικού λόγου κάθε άρνηση τού γεγονότος αυτής της σφαγής, αν και δεν υπάρχει κάποιος εξίσου αδιαμφισβήτητος τρόπος για να επιλέξουμε μεταξύ των διαφορετικών ερμηνειών τού φαινομένου, ή μεταξύ των διαφορετικών τρόπων ένταξής του μέσα στο ευρύτερο ιστορικό πλαίσιο.

Έθνη-κράτη γεννιούνται και πεθαίνουν

Map of territorial changes in Europe after World War I (as of 1923).

Στην εποχή μου όλες οι χώρες της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης μαστίζονταν από πολέμους, καταλαμβάνονταν, βρίσκονταν υπό κατοχήν, απελευθερώνονταν και επανακαταλαμβάνονταν. Όλα τα κράτη αυτής της περιοχής έχουν σήμερα διαφορετικό σχήμα από κείνο, που είχαν, όταν δημιουργήθηκαν.

Μονάχα έξι από τα εικοσιτρία κράτη, που καλύπτουν σήμερα το χάρτη, ανάμεσα στην Τεργέστη και στα Ουράλια υπήρχαν, όταν γεννήθηκα, ή θα υπήρχαν αν δεν τα κατείχε κάποιος στρατός: η Ρωσία, η Ρουμανία, η Βουλγαρία, η Αλβανία, η Ελλάδα και η Τουρκία, μια που ούτε η μετά το 1918 Αυστρία, ούτε η μετά το 1918 Ουγγαρία αντιστοιχούν στην πραγματικότητα στην Cisleithania (σ.σ. Αυτοκρατορική Αυστρία) και στο Βασίλειο της Ουγγαρίας της Αυστροουγγαρίας.

Μερικά δημιουργήθηκαν μετά τον Α' παγκόσμιο πόλεμο, και ακόμα περισσότερα μετά το 1989. Ανάμεσά τους και αρκετές χώρες, που ποτέ πριν στην ιστορία δεν υπήρξαν ανεξάρτητες κρατικές οντότητες με τη σύγχρονη έννοια, ή που υπήρξαν για σύντομα μόνο διαστήματα -για ένα δυό χρόνια, για μια δυό δεκαετίες- και μετά το έχασαν, αν και μερικές αργότερα το επανέκτησαν: τα τρία βαλτικά κράτη, η Λευκορωσία, η Ουκρανία, η Σλοβακία, η Μολδαβία, η Σλοβενία, η Κροατία, η Μακεδονία, για να μην πάμε ανατολικότερα.

Μερικά γεννήθηκαν και πέθαναν και πάλι κατά τη διάρκεια της δικής μου ζωής, όπως η Γιουγκοσλαβία και η Τσεχοσλοβακία. Είναι πολύ συνηθισμένες οι περιπτώσεις των γηραιότερων κατοίκων μερικών κεντροευρωπαϊκών πόλεων, που απέκτησαν διαδοχικά ταυτότητες τριών διαφορετικών κρατών.

Ένας άνθρωπος της δικής μου ηλικίας από το Lemberg ή από το Czernowitz έχει ζήσει σε τέσσερα διαφορετικά κράτη, για να μην υπολογίσουμε και τις κατοχές κατά τις περιόδους των πολέμων. Ένας από το Mumnaks μπορεί κάλλιστα να έχει ζήσει σε πέντε, αν υπολογίσουμε και την εφήμερη αυτονομία της Podkarpatska Rus το 1938. (Της «Καρπάθιας Ρωσίας», περιοχής των ρουθήνων, σλαβικού λαού, η οποία ανήκε διαδοχικά στην Αυστροουγγαρία, στην Τσεχοσλοβακία, αυτόνομη το 1938, στη Σοβιετική Ένωση, και σήμερα στην Ουκρανία).

Σε πιο πολιτισμένες εποχές, όπως το 1919, εκείνος ή εκείνη είχε ίσως τη δυνατότητα να επιλέξει ποια νέα υπηκοότητα ήθελε να πάρει, αλλά μετά το Β’ παγκόσμιο πόλεμο συνήθως τον απελαύνανε δια της βίας ή τον αφομοίωναν δια της βίας στο νέο κράτος.

Eric Hobsbawm the great historian, travels on the Pressburg Railway from his native Vienna to Bratislava (formerly Pressburg). A journey of a mere 35 miles takes him through a tiny landscape that has seen some of the most turbulent political changes of the century - from the lost world of the Habsburgs to Europe's newest state, Slovakia.

Πού ανήκει ένας κεντρο- ή ανατολικο- ευρωπαίος; Ποιός είναι; Το ερώτημα αυτό τέθηκε πραγματικά για πάρα πολλούς απ' αυτούς τους ανθρώπους, και εξακολουθεί να τίθεται και σήμερα. Σε μερικά κράτη είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου, και σχεδόν σε όλα επηρεάζει, και μερικές φορές καθορίζει, το νομικό τους status και τις δυνατότητες της ζωής τους. Υπάρχει όμως και μια άλλη, πιο συλλογική, αβεβαιότητα. Το μεγαλύτερο μέρος της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης ανήκει στο κομμάτι εκείνο τού κόσμου, για το οποίο οι διπλωμάτες και οι ειδικοί των Ηνωμένων Εθνών προσπάθησαν μετά το 1945 να επινοήσουν ευγενικούς ευφημισμούς, όπως «υποανάπτυκτο» ή «αναπτυσσόμενο», δηλαδή στο σχετικά ή απόλυτα φτωχό και καθυστερημένο.

Προπαγάνδα μισαλλοδοξίας

Rear view of the Babri Mosque. The Babri Mosque, was a mosque in Ayodhya, a city in the Faizabad district of Uttar Pradesh, India, on Ramkot Hill ("Rama's fort"). It was destroyed in 1992 when a political rally developed into a riot involving 150,000 people, despite a commitment to the Indian Supreme Court by the rally organisers that the mosque would not be harmed. More than 2,000 people were killed in ensuing riots in many major cities in India including Mumbai and Delhi.

Πρόσφατα, φανατικοί ινδουιστές κατέστρεψαν ένα τζαμί στην Ayodhya, ισχυριζόμενοι, ότι αυτό το τζαμί το είχε κτίσει ο μογγόλος κατακτητής Μπαμπούρ πάνω σε μια ιδιαιτέρως ιερή για τους ινδουιστές τοποθεσία, όπου είχε γεννηθεί ο θεός Ράμα. Οι συνάδελφοι και φίλοι μου στα ινδικά πανεπιστήμια δημοσίευσαν μια μελέτη, που αποδείκνυε, ότι:

α. Κανείς μέχρι το δέκατο ένατο αιώνα δεν είχε υποστηρίξει, ότι η Ayodhya είναι ο τόπος γέννησης του Ράμα, και

β. ότι είναι σχεδόν σίγουρο, ότι το τζαμί δεν κτίστηκε την εποχή του Μπαμπούρ.

Μακάρι να μπορούσα να πω, ότι αυτή η δημοσίευση άσκησε κάποια σημαντική επίδραση πάνω στην άνοδο τού ινδουιστικού κόμματος, που προκάλεσε αυτό το γεγονός, αλλά τουλάχιστον έκαναν το καθήκον τους ως ιστορικοί, απέναντι σε όσους μπορούν να διαβάζουν και είναι εκτεθειμένοι στην προπαγάνδα της μισαλλοδοξίας σήμερα και στο μέλλον. Ας κάνουμε λοιπόν και το δικό μας.

Η αξίωση των Σέρβων

Απεικόνιση της μάχης στο Κοσσυφοπέδιο σε ρωσική μικρογραφία του 16ου αι. Battle of Kosovo 1389, sixteenth-century Russian miniature.

Λίγες είναι οι ιδεολογίες του μίσους, που βασίζονται μόνο σε ψέματα ή σε παραμύθια, για τα οποία δεν υπάρχουν καθόλου στοιχεία. Έγινε πράγματι μια μάχη στο Κοσσυφοπέδιο το 1389, κατά την οποία οι σέρβοι πολεμιστές και οι σύμμαχοί τους ηττήθηκαν από τους τούρκους, κι αυτή άφησε βαθιά σημάδια στη λαϊκή μνήμη των σέρβων, όσο κι αν αυτό δεν δικαιολογεί βέβαια την καταπίεση των αλβανών, οι οποίοι αποτελούν σήμερα το 90% τού πληθυσμού της περιοχής, ή την αξίωση των σέρβων, ότι η γη αυτή είναι ουσιαστικά δική τους.

Δανία και ανατολική Αγγλία

The Danelaw, as recorded in the Anglo-Saxon Chronicle, is a historical name given to the part of England in which the laws of the "Danes" held sway and dominated those of the Anglo-Saxons. It is contrasted with "West Saxon law" and "Mercian law". The term has been extended by modern historians to be geographical. The areas that comprised the Danelaw are in northern and eastern England. The origins of the Danelaw arose from the Viking expansion of the 9th century, although the term was not used to describe a geographic area until the 11th century. With the increase in population and productivity in Scandinavia, Viking warriors, having sought treasure and glory in the nearby British Isles, "proceeded to plough and support themselves", in the words of the Anglo-Saxon Chronicle, for the year 876.

Η Δανία δεν διεκδικεί τη μεγάλη περιοχή της ανατολικής Αγγλίας, που κατείχε πριν από τον ενδέκατο αιώνα, και η οποία εξακολουθούσε και αργότερα να είναι γνωστή ως Danelow, και της οποίας τα τοπωνύμια είναι ακόμα, από φιλολογικής άποψης, δανέζικα.

Η περίπτωση της ΠΓΔΜ

Στις πλείστες των περιπτώσεων, η ιδεολογική κατάχρηση της Ιστορίας βασίζεται μάλλον σε αναχρονισμούς, παρά σε ψέματα. Ο ελληνικός εθνικισμός αρνείται στη Δημοκρατία της Μακεδονίας, ακόμα και το δικαίωμα στο όνομα, με το επιχείρημα, ότι ολόκληρη η Μακεδονία είναι στην ουσία ελληνική και αποτελεί τμήμα του ελληνικού έθνους-κράτους, καθώς φαίνεται απ' τον καιρό, που ο βασιλιάς της Μακεδονίας και πατέρας του Μεγάλου Αλέξανδρου υπέταξε τις ελληνικές περιοχές της Βαλκανικής.

Όπως και καθετί σχετικό με τη Μακεδονία, δεν πρόκειται για ένα καθαρά επιστημονικό ζήτημα, χρειάζεται όμως, να έχει πολύ θάρρος ένας έλληνας διανοούμενος για να πει, ότι, από ιστορικής άποψης, όλα αυτά είναι ανοησίες. Δεν υπήρχε ελληνικό έθνος-κράτος ή οποιαδήποτε άλλη ενιαία πολιτική οντότητα για τους έλληνες τον τέταρτο π.Χ. αιώνα, η μακεδονική αυτοκρατορία δεν θύμιζε σε τίποτα ένα ελληνικό, ή οποιοδήποτε άλλο, έθνος-κράτος, και, εν πάση περιπτώσει, είναι πολύ πιθανόν, ότι οι αρχαίοι έλληνες θεωρούσαν τους μακεδόνες κατακτητές τους, όπως αργότερα και τους ρωμαίους, βάρβαρους και όχι έλληνες αν και ήταν σίγουρα πολύ ευγενικοί ή πολύ προσεκτικοί για να τους το πουν.

La macédoine est un plat chaud ou une salade, mélange de différents légumes, ou parfois de différents fruits, taillés en cubes d'approximativement 0,5 cm de côté (« taille en macédoine »).

Επιπλέον, ιστορικά η Μακεδονία αποτελεί ένα τέτοιο μείγμα εθνοτήτων -δεν είναι τυχαίο, που έδωσε το όνομά της στην ανάμεικτη φρουτοσαλάτα (macédoine)- που δεν είναι δυνατόν να σταθεί καμιά προσπάθεια ταύτισής της με κάποια συγκεκριμένη εθνότητα. (Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»:«Απόγονοι και «απόγονοι»).

Κροάτες κατασκευαστές βιβλίου εθνικής Ιστορίας

Coronation of Zvonimir (Ferdo Quiquerez, painting from 1897).

Για να είμαστε δίκαιοι, οι ακρότητες του μακεδονικού εθνικισμού της διασποράς πρέπει να απορριφθούν για τον ίδιο ακριβώς λόγο, όπως και όλες εκείνες οι κροατικές εκδόσεις, οι οποίες θέλουν να παρουσιάσουν, ούτε λίγο ούτε πολύ, τον Zvonimir τον Μεγάλο ως πρόγονο του προέδρου Τούντζμαν. Είναι όμως, πολύ δύσκολο να τα βάλει κανείς με τους κατασκευαστές ενός σχολικού βιβλίου εθνικής ιστορίας, αν και στο Πανεπιστήμιο του Ζάγκρεμπ υπάρχουν ιστορικοί, τους οποίους είμαι περήφανος να συγκαταλέγω στους φίλους μου, που έχουν το θάρρος και το κάνουν.

Ιαπωνική εκδοχή

Clockwise from top left: Chinese machine gun nest at the Battle of Shanghai, P-40 fighter planes of the Flying Tigers guarded by a Chinese soldier, Japanese surrender in Nanjing on September 9, 1945, Japanese troops staged a poison gas attack near Changsha, Japanese forces at the Battle of Wuhan

Αυτές οι προσπάθειες, και τόσες άλλες, να αντικατασταθεί η Ιστορία από το μύθο και την επινόηση δεν είναι απλώς κακόγουστα αστεία διανοουμένων. Γιατί τελικά μπορούν και καθορίζουν το τι γράφεται στα σχολικά βιβλία, όπως ήξεραν οι ιαπωνικές αρχές, όταν επέμεναν να χρησιμοποιήσουν για τους ιάπωνες μαθητές μια αποστειρωμένη εκδοχή του ιαπωνικού πολέμου στην Κίνα.

Μύθος και επινόηση

Όταν αρχές Μαρτίου 1821, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης έφτασε στα σύνορα της Βλαχίας, έβγαλε προκήρυξη προς τους βλάχους, στην οποία αποκαλούσε τους βλάχους δάκες κι όχι έλληνες και διαχώριζε σαφώς την πατρίδα τους από την δική του.

Μύθος και επινόηση έχουν πολύ μεγάλη σημασία για τις πολιτικές της ταυτότητας, μέσω των οποίων ομάδες και άνθρωποι, ορίζοντας τους εαυτούς τους μέσα από την εθνικότητα, τη θρησκεία, από παλαιά ή τωρινά κρατικά σύνορα, προσπαθούν να βρουν μια σιγουριά μέσα σ’ έναν αβέβαιο και κλυδωνιζόμενο κόσμο, λέγοντας: «Εμείς είμαστε διαφορετικοί και καλύτεροι από τους Άλλους».


Σκηνές από τη ζωή στο βλαχοχώρι της Αβδέλας (κοντά στα Γρεβενά), το 1905, όπως αποτυπώθηκαν σε φιλμ των πρωτοπόρων βαλκάνιων κινηματογραφιστών, των βλάχων αδελφών Manachia.  Οι σκηνές στο υπαίθριο σχολείο μοιάζουν ειδυλλιακές, αλλά από πίσω κρύβεται ο πόλεμος της προπαγάνδας, πού παίρνει γρήγορα, βίαιη μορφή. Την ίδια χρονιά, μια ένοπλη ελληνική ομάδα, θα κάψει πάνω από 130 σπίτια της Αβδέλας. Η ένοπλη διαμάχη μεταξύ των νέων βαλκανικών κρατών έχει ήδη ξεκινήσει. (Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»: Είμαι βλάχος, δεν είμαι έλληνας!).

Οφείλουν να απασχολούν και εμάς στα πανεπιστήμια, επειδή οι άνθρωποι, που διατυπώνουν αυτούς τους μύθους και τις επινοήσεις, είναι άνθρωποι μορφωμένοι: δάσκαλοι, λαϊκοί και κληρικοί, πανεπιστημιακοί (όχι πολλοί, ελπίζω), δημοσιογράφοι, τηλεοπτικοί και ραδιοφωνικοί παραγωγοί. Σήμερα, οι περισσότεροι απ’ αυτούς πρέπει να έχουν αποφοιτήσει από κάποιο πανεπιστήμιο. Μην έχετε αυταπάτες ως προς αυτό.

Τι πραγματικά είναι Ιστορία

Rembrandt. Peinture d'histoire, sujet non identifié, Painting of history, subject not identified, 1626.

Η Ιστορία δεν είναι ούτε αρχέγονη μνήμη ούτε συλλογικές παραδόσεις. Είναι αυτό, που μαθαίνουν οι άνθρωποι από τους ιεροκήρυκες, τους δασκάλους, τους συγγραφείς των βιβλίων της Ιστορίας, τους αρθρογράφους και τους τηλεοπτικούς σχολιαστές.

Έχει πολύ μεγάλη σημασία οι ιστορικοί να θυμόμαστε την ευθύνη μας, η οποία, πάνω απ όλα, είναι να στεκόμαστε πέρα από πάθη και πολιτικές ταυτότητας, ακόμα κι όταν μας αγγίζουν και εμάς. Στο κάτω κάτω, κι εμείς άνθρωποι είμαστε.

Η περίπτωση του Ισραήλ

Η εθνική τελετουργία του Ισραήλ, που έχει δομηθεί γύρω από την πολιορκία της Μασάντα, δεν εξαρτάται από την ιστορικά επαληθεύσιμη αλήθεια του πατριωτικού θρύλου, που διδάσκονται οι ισραηλίτες μαθητές στο σχολείο και οι ξένοι επισκέπτες, και επομένως δεν επηρεάζεται από το δικαιολογημένο σκεπτικισμό ιστορικών ειδικευμένων στην ιστορία της Ρωμαϊκής Παλαιστίνης. Επιπλέον, ακόμα κι όταν ο έλεγχος είναι εφαρμόσιμος, αν τα στοιχεία απουσιάζουν, είναι ανεπαρκή, αλληλοσυγκρουόμενα ή από δεύτερο χέρι, δεν μπορεί να απορριφθεί πειστικά ακόμα και η πλέον απίθανη πρόταση. Τα στοιχεία μπορούν να αποδείξουν οριστικά, ενάντια σ' όσους το αρνούνται, ότι η ναζιστική γενοκτονία των εβραίων έλαβε πράγματι χώρα, όμως, παρότι κανένας σοβαρός ιστορικός δεν αμφιβάλλει, ότι ο Χίτλερ θέλησε την «Τελική Λύση», δεν μπορεί να αποδείξει, ότι έδωσε μια ειδική διαταγή για την εφαρμογή της. Δεδομένου του τρόπου, που ενεργούσε ο Χίτλερ, δεν είναι πιθανή η ύπαρξη μιας τέτοιας γραπτής διαταγής, και κανείς δεν την έχει βρει μέχρι σήμερα.  Έτσι, μολονότι δεν είναι δύσκολο να καταρριφθούν οι θέσεις του R. Faurisson (σ.σ ο γνωστότερος γάλλος αρνητής του Ολοκαυτώματος), δεν μπορούμε να απορρίψουμε τη θέση, που υποστήριξε ο David Irving (σ.σ. άγγλος ιστορικός, αρνητής του Ολοκαυτώματος επίσης, που διώχθηκε για τις απόψεις του) δίχως μια επεξεργασμένη επιχειρηματολογία, όπως κάνουν οι περισσότεροι ειδικοί στο χώρο αυτό. Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»: Πώς επινοήθηκαν οι εβραίοιIn a February 26, 1942, letter to German diplomat Martin Luther, Reinhard Heydrich follows up on the Wannsee Conference by asking Luther for administrative assistance in the implementation of the "Endlösung der Judenfrage" (Final Solution to the Jewish Question).

Το πόσο σοβαρή μπορεί να είναι αυτή η υπόθεση μπορεί να φανεί ίσως από ένα πρόσφατο άρθρο ενός ισραηλινού δημοσιογράφου, του Άμος Ελόν, που μιλάει για το πώς η γενοκτονία των εβραίων από τον Χίτλερ μεταβλήθηκε σ' ένα μύθο νομιμοποιητικό της ύπαρξης του κράτους του Ισραήλ. Ακόμα περισσότερο: στα χρόνια της διακυβέρνησης από τη δεξιά κατέστη ένα είδος τελετουργικής πιστοποίησης της ισραηλινής κρατικής ταυτότητας και ανωτερότητας, και κεντρικό στοιχείο τού επίσημου συστήματος εθνικών δοξασιών, μαζί με την ύπαρξη του θεού.

Ο Ελόν, που παρακολουθεί τα ίχνη αυτής της εξέλιξης της έννοιας του «Ολοκαυτώματος», υποστηρίζει, συμφωνώντας με τον υπουργό, ότι η Ιστορία θα πρέπει τώρα πια να διαχωριστεί από εθνικούς μύθους, τελετουργίες, και πολιτικές.

Ως μη ισραηλινός, αν και εβραίος, δεν εκφράζω άποψη επ' αυτού. Ως ιστορικός, ωστόσο, με λύπη μου σημειώνω μια παρατήρηση του Ελόν. Ότι οι βασικές συμβολές στην επιστημονική ιστοριογραφία για τη γενοκτονία, εβραίων και μη εβραίων, είτε δεν έχουν καθόλου μεταφραστεί στα εβραϊκά, όπως το μεγάλο έργο του Hilberg, είτε μεταφράστηκαν με μεγάλη καθυστέρηση, και μερικές φορές μαζί με αποκηρύξεις των εκδοτών. 

Για τη σοβαρή ιστοριογραφία η γενοκτονία δεν ήταν παρά μια ανείπωτη τραγωδία. Πολύ απλά: βρισκόταν σε διάσταση με το νομιμοποιητικό μύθο. Αλλά το ίδιο παράδειγμα μας δίνει βάση να ελπίζουμε. Γιατί εδώ έχουμε μια μυθολογική ή εθνικιστική ιστορία να υφίσταται κριτική εκ των ένδον. Σημειώνω, ότι η ιστορία της ίδρυσης του Ισραήλ έπαψε να γράφεται στο Ισραήλ σαν μια ουσιαστικά σιωνιστική προπαγάνδα σαράντα περίπου χρόνια μετά τη γέννηση του κράτους.

Ιρλανδική ιστοριογραφία

IRA political poster from the 1980s, featuring a quote from Bobby Sands – "There can never be peace in Ireland until the foreign, oppressive British presence is removed, leaving all the Irish people as a unit to control their own affairs and determine their own destinies as a sovereign people, free in mind and body, separate and distinct physically, culturally and economically".

Το ίδιο ισχύει και για την ιρλανδική Ιστορία. Μισό περίπου αιώνα αφότου η Ιρλανδία κατέκτησε την ανεξαρτησία της, οι ιρλανδοί ιστορικοί έπαψαν να γράφουν την ιστορία τού νησιού τους σαν μια μυθολογία του εθνικού απελευθερωτικού κινήματος. Η ιρλανδική ιστοριογραφία, τόσο στη Δημοκρατία της Ιρλανδίας όσο και στο βορρά, περνά μια λαμπρή περίοδο, επειδή ακριβώς κατόρθωσε να αποδεσμευτεί. Κι αυτό βέβαια είναι ένα ζήτημα, που εξακολουθεί να έχει πολιτικές επιπτώσεις και κινδύνους.

Η ιστορία, που γράφεται σήμερα, έρχεται σε ρήξη με μια παλιά παράδοση, που ξεκινά από τους Fenians και φτάνει μέχρι τον IRA, ο οποίος μάχεται, στο όνομα των παλαιών μύθων, με όπλα και βόμβες. Το γεγονός όμως, ότι έχει ωριμάσει μια νέα γενιά, η οποία μπορεί να σταθεί έξω από τα πάθη των μεγάλων τραυματικών και αποφασιστικών στιγμών της ιστορίας των χωρών της, αυτό αποτελεί για τους ιστορικούς ελπιδοφόρο σημάδι.

Επίλογος

Ο Τόμας Μάζαρικ (Tomáš Garrigue Masaryk, 7 Μαρτίου 1850 - 14 Σεπτεμβρίου 1937) ήταν Τσέχος πολιτικός, κοινωνιολόγος και φιλόσοφος, ο οποίος ήταν συνήγορος της τσεχοσλοβάκικης ανεξαρτησίας κατά τη διάρκεια του πρώτου παγκόσμιου πολέμου και έπειτα ο πρώτος Πρόεδρος της Τσεχοσλοβακίας. Tomáš Garrigue Masaryk, portrait by Josef Jindřich Šechtl, 1918.

Δεν μπορούμε, ωστόσο, να περιμένουμε να περάσουν οι γενιές. Πρέπει να αντισταθούμε στην κατασκευή εθνικών, εθνοτικών και άλλων μύθων, την ώρα, που αυτοί διαμορφώνονται. Αυτό δεν θα μας κάνει δημοφιλείς.

Ο Τόμας Μάζαρυκ, ιδρυτής της Δημοκρατίας της Τσεχοσλοβακίας, δεν ήταν δημοφιλής τον καιρό, που μπήκε στην πολιτική ως ο άνθρωπος, που απέδειξε, με λύπη του, αλλά δίχως να διστάσει, ότι τα μεσαιωνικά χειρόγραφα, πάνω στα οποία βασιζόταν σε μεγάλο βαθμό ο εθνικός τσεχικός μύθος ήταν πλαστά.

Eric Hobsbawm became Britain's most respected historian. Photograph: Karen Robinson

Ο E. J. Hobsbawn (1917-2012) ήταν μέλος της Βρετανικής Ακαδημίας Τεχνών κι Επιστημών, καθώς και επίτιμος διδάκτωρ πολλών πανεπιστημίων σ’ αρκετές χώρες. Το παραπάνω άρθρο αποτελείται από αποσπάσματα της εναρκτήριας διάλεξής του για το ακαδημαϊκό έτος 1993-94 στο Κεντροευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο της Βουδαπέστης, η οποία απευθυνόταν δηλαδή, σε φοιτητές, που ουσιαστικά προέρχονταν από τις πρώην κομμουνιστικές χώρες της Ευρώπης και την πρώην ΕΣΣΔ.

Στη συνέχεια, δημοσιεύτηκε με τον τίτλο: «Η νέα απειλή για την Ιστορία» στο Νew Υork Reνiew of Βοοks, 16 Δεκ. 1992, σελ. 62-65, και, μεταφρασμένη σε αρκετές άλλες χώρες. Στα ελληνικά μπορείτε να την βρείτε στο βιβλίο: Για την Ιστορία (έκδ. «Θεμέλιο», Ιστορική Βιβλιοθήκη, Αθήνα, 1998).

Πηγή: Freeinquiry.gr 

Κυριακή 18 Μαΐου 2014

Χέρμπερτ Μαρκούζε: “Η δυνατότητα να εκλέγεις ελεύθερα αφέντες, δεν εξαλείφει ούτε τους αφέντες, ούτε τους δούλους”. Herbert Marcuse: “Free election of masters does not abolish the masters or the slaves”

Για κάθε απελευθέρωση χρειάζεται πρώτα η συνειδητοποίηση της σκλαβιάς”. Χέρμπερτ Μαρκούζε, Ο Μονοδιάστατος άνθρωποςWhen the student generation took off in the 1960s across Europe, in Germany at least it was Herbert Marcuse who had the greatest influence. This is because whereas Adorno, with his highly pessimistic philosophical statements about historical development, could talk about a negative progression of humanity from the "slingshot to the megaton bomb", Marcuse continued to maintain a more optimistic view of what could be achieved. Indeed, when 1968 happened, Marcuse said that he was happy to say that all of their theories had been proved completely wrong. Also, Marcuse wrote in a far more accessible way about the ways in which philosophy and politics were intertwined.

Ο Χέρμπερτ Μαρκούζε, γερμανός φιλόσοφος και κοινωνιολόγος, γεννήθηκε το 1898 στο Βερολίνο. Αφού σπούδασε στα Πανεπιστήμια του Βερολίνου και Φράιμπουργκ συνεργάστηκε με το Ινστιτούτο Κοινωνικών Ερευνών της Φραγκφούρτης μέχρι το 1933.

Μέλος της Σχολής της Φραγκφούρτης. Μετανάστευσε στις Η.Π.Α. και δίδαξε στα Πανεπιστήμια Κολούμπια, Χάρβαρντ, Μπράντεϊς και Καλιφόρνια.

Οι φιλοσοφικές του απόψεις επηρεάστηκαν από τους Χέγκελ, Φρόυντ, Χάιντεγκερ και από την μαρξιστική θεωρία. Προσπάθησε να συνδυάσει μαρξισμό και φροϋδισμό. Επηρέασε βαθιά το φοιτητικό κίνημα της δεκαετίας του 1960. Σπουδαιότερα έργα του: "Ο μονοδιάστατος άνθρωπος", "Έρως και πολιτισμός", "Λογική και επανάσταση". Πέθανε στις Η.Π.Α. το 1979.

Ο Χ. Μαρκούζε παρέμεινε στις ΗΠΑ μετά την επιστροφή των υπόλοιπων εξόριστων μελών της Σχολής της Φρανκφούρτης στη Γερμανία και αναδείχθηκε σε ιδεολογικό γκουρού των φοιτητικών κινημάτων της Βόρειας Αμερικής στη δεκαετία του ’60 των αντιπολεμικών και αντιρατσιστικών κινητοποιήσεων.

'How was it, Marcuse asked, that the totalising administered state, which he saw at work in western societies, got away with it?' Marcuse linked economic exploitation and the commodification of human labour with a wider concern about the ways in which generalised commodity production (Marx's basic description of a capitalist society) was at one and the same time creating a massive surplus of wealth through economic and technological development and an acceleration of the process of reducing humanity down to the level of a mere cog in the machine of that production. Photograph: Associated Press

Με το πρώτο βιβλίο του εισήγαγε στις ΗΠΑ τη συζήτηση για τον Hegel προσπαθώντας να αναθεωρήσει τις παραδοσιακές οπτικές για τη μεθοδολογία του. Επανεισάγει τη διαλεκτική σε μια πανεπιστημιακή κοινωνία που κυριαρχείται από το μεθοδολογικό εμπειρισμό.

Μελετά και το είναι και το δέον των πραγμάτων προσπαθώντας να εξηγήσει τις εντάσεις ανάμεσα στο δεδομένο και στο δυνατό, ανάμεσα στο άμεσο φαινόμενο και στην τελική πραγματικότητα. Αρνείται να προσδώσει κύρος και αυθεντία στο υπάρχον δείχνοντας ότι έχει τη δυνατότητα να αλλαχθεί. Κάθε υπάρχον εμπεριέχει και την άρνησή του. Η «άρνηση της άρνησης» είναι το στοιχείο εκείνο που συγκροτεί την «κριτική θεωρία».

Ο Μονοδιάστατος άνθρωπος

 One-Dimensional Man published in 1964.       

Στο έργο του για το «μονοδιάστατο άνθρωπο» θεωρητικοποίησε την παρακμή των επαναστατικών δυνατοτήτων στις καπιταλιστικές κοινωνίες αποδίδοντάς την στη ανάπτυξη των νέων μορφών κοινωνικού ελέγχου.

Paul Cadmus. Bar Italia, 1953.

Η «αναπτυγμένη βιομηχανική κοινωνία» δημιουργεί ψευδείς ανάγκες που δένουν το άτομο με την υπάρχουσα οργάνωση της παραγωγής και κατανάλωσης την οποία αναπαράγουν με τη διαρκή παρέμβασή τους η κουλτούρα των ΜΜΕ, η διαφήμιση, η βιομηχανική διαχείριση και ο φιλελεύθερος λόγος με την συνεχή προσπάθεια εξάλειψης της κριτικής και της ριζικής αντιπολίτευσης.

Το αποτέλεσμα είναι η επικράτηση ενός «μονοδιάστατου» τρόπου σκέψης και συμπεριφοράς. Έτσι, ο Μαρκούζε έθεσε υπό ριζική αμφισβήτηση δύο βασικές θέσεις του παραδοσιακού Μαρξισμού. Κατά πρώτον, την ιδέα του προλεταριάτου ως αξιόπιστου φορέα επαναστατικής αντιπολίτευσης και, κατά δεύτερον, την ιδέα της αναπόφευκτης κατάρρευσης του καπιταλιστικού συστήματος.

Στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου του Ο μονοδιάστατος άνθρωπος, το οποίο, όπως προαναφέρθηκε, έχει τον τίτλο «η μονοδιάστατη κοινωνία», εξετάζει κυρίως δύο θέματα, αφ’ ενός μεν τις «πλαστές» ανάγκες που προβάλλει η σύγχρονη κοινωνία στον άνθρωπο και τον πιέζει να τις αποδεχτεί, αφ’ ετέρου δε στην απόκτηση της ελευθερίας. Μπορεί και τα δύο αυτά να συνοψισθούν σε ένα, που είναι η απελευθέρωση από την δουλεία των «ψευδών» αναγκών.

Paul Cadmus. Aspects of Suburban Life, 1935.

Μιλώντας για «ψευδείς» ανάγκες, εννοεί αυτές πού καθορίζονται «από δυνάμεις εξωτερικές» που ο άνθρωπος δεν μπορεί να ελέγξει, γιατί «έχουν ετερόνομη ανάπτυξη και ικανοποίηση». Τέτοιες «ψευδείς» ανάγκες δημιουργούν μια «ευφορία μέσα στην δυστυχία».

Γράφει ο Μαρκούζε: «Να αναπαύεσαι, να διασκεδάζεις, να δρας και να καταναλώνεις όπως όλοι οι άλλοι, να αγαπάς και να μισείς ό,τι αγαπούν και μισούν οι άλλοι, αυτό στο μεγαλύτερό τους μέρος είναι ανάγκες πλαστές».

Émile Bernard. Autoportrait symbolique, 1891.

Σε μια τέτοια «μονοδιάστατη κοινωνία» που ζει ο άνθρωπος, ο ίδιος πρέπει να δώσει λύσεις, να καθορίσει «κριτήρια προτεραιότητας» και να διακρίνει την «αλήθεια» από την «πλαστικότητα», τις «αληθινές» από τις «πλαστικές» ανάγκες. Ο άνθρωπος σήμερα δεν πρέπει να είναι «ετερόφωτο κι ετεροκαθοριζόμενο» όν, γι’ αυτό «θα πρέπει να αμφισβητήσει τις ανάγκες και τις ικανοποιήσεις τού κατεστημένου, με τούς όρους τού αληθινού και πλαστού». Αυτό θα πρέπει να γίνεται με προσωπική ελευθερία και όχι με την δυνατότητα επιλογής, η οποία μας επιβάλλεται έξωθεν, γιατί «η δυνατότητα να εκλέγεις ελεύθερα αφέντες δεν εξαλείφει ούτε τους αφέντες ούτε τους δούλους».

Μέσα από αυτήν την προοπτική οριοθετεί και την ελευθερία. Τελικά, η ελευθερία δεν μπορεί να τεθεί στο πλαίσιο μιας απλής επιλογής, την οποία μάς θέτει η κατεστημένη εξουσία στην κοινωνία, γιατί αυτό είναι περιορισμός της ελευθερίας. Γι’ αυτό «δεν μπορούμε να ορίσουμε μια αληθινά ελεύθερη κοινωνία χρησιμοποιώντας τούς παραδοσιακούς όρους της οικονομικής, πολιτικής και πνευματικής ελευθερίας».

Το νόημα της ελευθερίας

Dorothea Tanning. A Very Happy Picture, 1947.

Προσδιορίζοντας ο Μαρκούζε το νόημα της ελευθερίας, γράφει ότι η απόκτηση της πραγματικής ελευθερίας πρέπει σήμερα να εκφραστεί με «αρνητικούς όρους», ακριβώς επειδή ζούμε σε μια κοινωνία μονοδιάστατη, καταναγκαστική, που περιορίζει την ελευθερία σε μια δυνατότητα επιλογής μεταξύ δύο πραγμάτων, τα οποία οι κοινωνικοί μηχανισμοί μας έχουν προσδιορίσει. Είναι χαρακτηριστικές οι σκέψεις του πάνω στο θέμα αυτό.

Γράφει:

Εδουάρδος Σακαγιάν. «Λουόμενοι και οθόνες», 2005.

«Οικονομική ελευθερία θα πρέπει να σημαίνει απελευθέρωση από την οικονομία, απ’ τον καταναγκασμό που ασκείται με τις οικονομικές σχέσεις και δυνάμεις, απελευθέρωση απ’ την καθημερινή πάλη για την ύπαρξη, απαλλαγή απ’ την ανάγκη να κερδίζουμε τη ζωή μας. Πολιτική ελευθερία θα πρέπει να σημαίνει απελευθέρωση απ’ την πολιτική αυτή που πάνω της τα άτομα δεν μπορούν να ασκήσουν ουσιαστικό έλεγχο. Πνευματική ελευθερία θα πρέπει να σημαίνει αποκατάσταση της ατομικής σκέψης, πνιγμένης σήμερα από τα μέσα μαζικής επικοινωνίας και θύμα της διαπαιδαγώγησης, κι ακόμη θα πρέπει να σημαίνει ότι θα πάψουν να υπάρχουν κατασκευαστές της "κοινής γνώμης" κι ακόμη και κοινή γνώμη».

Lyonel Feininger. Uprising. 1910.

Αντί να αναζητά την αποκλειστικότητα της επανάστασης στην εργατική τάξη, τόνισε ότι εν δυνάμει επαναστατικοί φορείς ήταν οι μη ενσωματωμένες στο σύστημα μειονότητες, οι παρείσακτοι και η ριζοσπαστική διανόηση μέσω της διαμόρφωσης της «μεγάλης άρνησης».

Απέναντι στο δογματικό σοβιετικό Μαρξισμό και τη δικτατορία του κόμματος ο Μαρκούζε ενέπνευσε τις δυνάμεις μιας Νέας Αριστεράς που συνδύασε με κριτικό τρόπο το Μαρξισμό και τις ιδέες της συμμετοχικής δημοκρατίας και του ανοίγματος σε μια σειρά πλουραλιστικών συμμαχιών, που περιλαμβάνουν κοινωνικά κινήματα και ομάδες σχετικά με θέματα όπως το κοινωνικό φύλο, η φυλή, η σεξουαλικότητα, η ειρήνη και το περιβάλλον.

Ο Μαρκούζε συνέχισε ακατάπαυστα να ασκεί σκληρή κριτική στην αναπτυγμένη καπιταλιστική βιομηχανική κοινωνία, εκτός των άλλων και για το μιλιταρισμό, το ρατσισμό, το σεξισμό, τον ιμπεριαλισμό και την βίαιη αποικιακού χαρακτήρα παρέμβασή της στις αναπτυσσόμενες χώρες του λεγόμενου «Τρίτου Κόσμου».

Διαβάστε το έργο του Μαρκούζε εδώ: Ο μονοδιάστατος άνθρωπος.




Κορνήλιος Καστοριάδης, Οι μύθοι της παράδοσής μας. Cornelius Castoriadis, The myths of our culture

Πίνακας του Μπόστ. Ο Μεγαλέξανδρος με την αδελφή του την Γοργόνα.

Τι σημαίνει το γεγονός ότι διερωτώμεθα για τη σχέση μας με την παράδοση; Ότι κατά κάποιον τρόπο έχουμε βγει απ’ την παράδοση. Αυτό το καταλαβαίνουμε πρώτα-πρώτα εμπειρικά. Οι φυλές και οι λαοί που έχουν μείνει κλεισμένοι μέσα στην παράδοσή τους δεν βλέπουν καν την παράδοση σαν παράδοση: ζουν μέσα σε αυτήν και θεωρούν την παρούσα ζωή τους σαν συνέχεια ενός αμετάβλητου τρόπου ζωής. Και μπορούμε να το καταλάβουμε και λογικά: για να διερωτηθούμε για τη σχέση μας με την παράδοση πρέπει η σχέση αυτή να έχει γίνει, περισσότερο ή λιγότερο προβληματική, πρέπει να έχει δημιουργηθεί μια απόσταση απ’ την παράδοση. Απόσταση δεν σημαίνει απεμπόληση ή λησμονιά.

Le Cheval Chinois, 17000 av J.C. à 10000 av J.C., Magdalénien, Lascaux, France.

Σημαίνει και άλλου είδους παρουσία και άλλου είδους σχέση. Μια σύντομη ανασκόπηση της ανθρώπινης ιστορίας μας δείχνει ακριβώς δυο κύριους τύπους σχέσης με την παράδοση. Ο πρώτος που ασφαλώς πρέπει να ήταν και μόνος για εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια μέχρι την 1η χιλιετία πΧ, είναι ο τύπος των αρχαϊκών (ή πρωτόγονων ή αγρίων) κοινωνιών. Αν στηριχτούμε στη γνώση που έχουμε για τέτοιου τύπου κοινωνίες από την εθνολογία (που τις μελέτησε τους δυο τελευταίους αιώνες), θα συνάγουμε ότι σε αυτές τις κοινωνίες, τρόπος ζωής, έθιμα, οργάνωση, τεχνική, διαβιβάζονται σχεδόν αναλλοίωτα από γενιά σε γενιά. Ανεπαίσθητες αλλοιώσεις βέβαια συνεχώς εμφανίζονται, αλλιώς δεν θα υπήρχε διάκριση ανάμεσα στις διάφορες παλαιολιθικές και νεολιθικές εποχές. Αλλά οι κοινωνίες αυτές δεν έχουν συνείδηση αυτών των αλλοιώσεων. Πιστεύουν ότι από τότε που υπάρχει η φυλή τους, η ζωή τους και οι νόμοι τους έμειναν οι ίδιοι. Βέβαια από όσο ξέρουμε, όχι μόνο υπάρχει μια συνείδηση του χρόνου και της διαδοχής των γενεών, αλλά υπάρχει και μια μυθική παράσταση ενός πρώτου χρόνου ή «πρώτης στιγμής», στιγμής δημιουργίας και του κόσμου και της ίδιας της φυλής. Αυτή αποδίδεται σε έναν ή πολλούς θεούς και σε έναν ή πολλούς «ήρωες» ή προγόνους, που έθεσαν μια για πάντα τους νόμους, την τάξη και την οργάνωση του κόσμου και της φυλής. Οι δημιουργοί αυτοί, θείοι ή ανθρώπινοι, έχουν πάντως μια ιερή φύση που φυσικά μεταβιβάζουν και στα δημιουργήματά τους. Από αυτά απορρέει άμεσα ο ιερός χαρακτήρας των θεσμών της φυλής, που κάνει ιερόσυλη και βλάσφημη κάθε ιδέα μεταβολής τους. Οι θεσμοί, όπως ο τρόπος ζωής, είναι κυριολεκτικά καθιερωμένοι μια για πάντα λόγω της ιερής προέλευσής τους.

Rembrandt. Moses Smashing the Tablets of the Law, 1659.

Η κλασική εβραϊκή παράδοση που κληρονόμησε και ο Χριστιανισμός και το Ισλάμ, παρ’ όλο που προέρχεται από μια κοινωνία που με κανένα τρόπο δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αρχαϊκή, πρωτόγονη ή άγρια, προσφέρει μια τέλεια εικόνα αυτής της κατάστασης. Ο θεός δημιούργησε τον κόσμο και τους ανθρώπους, εδιάλεξε ανάμεσα σ’ αυτούς μια φυλή στην οποία μια σειρά από θεόπνευστους «ήρωες»-Αβραάμ, Ισαάκ, Ιακώβ και τελικά Μωυσής παρουσίασαν τους νόμους του Θεού.

Βοιωτικός κρατήρας της ύστερης γεωμετρικής εποχής με στόμιο και γεωμετρικά μοτίβα. Απεικονίζεται πιθανώς ο Πάρης να φεύγει από τη Σπάρτη με την Ελένη. Στη ζώνη του ώμου μεταξύ των λαβών διακρίνεται μια σκηνή με μορφές. Στα αριστερά της κύριας όψης εικονίζεται μια όρθια γυναίκα, με μαλλιά έως του ώμους, ποδήρες ένδυμα, η οποία αποδίδεται με το περίγραμμά της και με σταυρωτές γραμμές, κρατάει πιθανώς ένα στεφάνι. Την γυναίκα κρατάει από τον αριστερό καρπό ένας άντρας που κοιτάει πίσω προς το μέρος της ενώ προχωρεί προς τα δεξιά προς το πίσω μέρος ενός πλοίου με δύο σειρές κωπηλάτες. Στο εμπρόσθιο μέρος του πλοίου έχουμε μια μεγάλη πλώρη. Τέρμα δεξιά απεικονίζεται ένα πουλί που χρησιμοποιείται ως διακοσμητικό στοιχείο. Η όψη Α έχει ερμηνευτεί ως μυθολογική σκηνή: είναι πιθανόν να απεικονίζονται ο Θησέας με την Αριάδνη, ο Πάρης με την Ελένη, ή ο Οδυσσέας με την Πηνελόπη. Σε αυτόν τον κρατήρα έχουμε την πρώτη απεικόνιση δύο σειρών κωπηλατών σε πλοίο. Η γυναίκα αποτελεί το πρότυπο για μεταγενέστερες γεωμετρικές μορφές θρηνωδών και χορευτών. Οι σειρές με ‘S’ και οι οριζόντιες ταινίες υποδεικνύουν επιρροή κορινθιακής αγγειογραφίας. 8ος αι. π.Χ. (730-720 π.Χ. περίπου).

Αυτές οι κοινωνίες μπορούν να ονομαστούν ετερόνομες γιατί θεωρούν τους νόμους τους δοσμένους από κάποιον ανώτερο Άλλο και συνεπώς απαγορεύουν στον εαυτό τους οποιαδήποτε μεταβολή αυτών των νόμων. Από την σκοπιά όπου τοποθετηθήκαμε, η σχέση αυτών των κοινωνιών με την παράδοση μπορεί να ονομαστεί παθητική. Μια ιστορική στροφή, καλύτερα ρήξη, εμφανίζεται με την αρχαία Ελλάδα και ξανά μετά από πολλούς αιώνες στην Δυτική Ευρώπη. και στις δυο αυτές περιπτώσεις η σχέση με την παράδοση αλλάζει και μπορεί να ονομαστεί ενεργητική. Η αλλαγή αυτή είναι φυσικά οργανικά συνδεδεμένη με αυτό που συνιστά την απόλυτη ιστορική ιδιομορφία της αρχαίας Ελλάδας, τη δημιουργία για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία μιας κίνησης προς την αυτονομία, δηλαδή την ελευθερία, σε σχεδόν όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής, κατά πρώτο λόγο στην πολιτική με τη δημιουργία της δημοκρατίας και στη σκέψη με τη δημιουργία της φιλοσοφίας και της επιστήμης.

Πρωτοαττικό αγγείο από την Αίγινα, γνωστό ως η πρόχους των Κριών. Παριστάνεται η φυγή του Οδυσσέα και των συντρόφων του από τη σπηλιά του Κύκλωπα Πολύφημου με τη βοήθεια των κριαριών. 7ος αι. π.Χ. (650 π.Χ. περίπου).

Η δημιουργία αυτή ισοδυναμεί βέβαια με μια ριζική ρήξη με την προηγούμενη κατάσταση πραγμάτων. Η Αθηναϊκή δημοκρατία, στην ουσία της, δεν έχει καμιά σχέση με τις ομηρικές ή μινωικές ή μυκηναϊκές βασιλείες όπως και η φιλοσοφία αναδύεται ως καταστροφή της μυθικής παράδοσης του κόσμου. Π.χ. και οι δυο πρώτοι ιστορικοί, ο Εκαταίος και ο Ηρόδοτος αρχίζουν τα συγγράμματά τους και τα δικαιολογούν με την βεβαίωση ότι αυτά που οι Έλληνες διηγούνται για το παρελθόν τους είναι παραμύθια. Εν τούτοις, αυτά με κανέναν τρόπο δεν σημαίνουν απεμπόληση ή λησμονιά της παράδοσης. Συμβαδίζουν με την διαμόρφωση μιας νέας σχέσης ανάμεσα στο παρόν και το παρελθόν, που μπορεί να τη χαρακτηρίσει κανείς με δυο λέξεις φαινομενικά αντιφατικές, σεβασμός και μεταμόρφωση. Η αντίφαση αίρεται άμα σκεφτούμε ότι σ’ αυτό το πεδίο σεβασμός δεν σημαίνει τυφλή λατρεία και παγωμένη συντήρηση, αλλά αναζωογόνηση του παρελθόντος μέσω της μεταμόρφωσης των στοιχείων του που έτσι γίνονται σημαντικά για το παρόν.

Ανατολικοϊωνικό πινάκιο με χαρακτηριστικά του μέσου "ρυθμού των αιγάγρων". Αποδίδεται σε αγγειογράφο της "Ομάδας του Ευφόρβου", όπως ονομάστηκε από τον ήρωα που απεικονίζεται στο συγκεκριμένο πινάκιο. Κατασκευάστηκε μάλλον στη Ρόδο (ή στην Κάλυμνο ή στην Κω) και βρέθηκε στην Κάμειρο. Πάνω από το νεκρό κορμί του Τρωαδίτη Εύφορβου μάχονται ο Μενέλαος με τον Έκτορα. Η συμπλοκή αυτή δεν αναφέρεται στο ομηρικό έπος. Τα ονόματα των προσώπων αναγράφονται. Το πινάκιο διαθέτει εντυπωσιακή πολυχρωμία και πλούσια διακοσμητικά στοιχεία, ενώ πρέπει να σημειωθεί ότι οι μυθολογικές και γενικότερα οι εικονιστικές παραστάσεις στα αγγεία του στιλ των αιγάγρων είναι σπάνιες. 7ος αι. π.Χ. (610-600 π.Χ. περίπου).

Θα προσπαθήσω να κάνω κατανοητό αυτό που θέλω να πω με παραδείγματα από τον χώρο της τέχνης και ιδιαίτερα αυτού που ονομάζουμε λογοτεχνία. Ξέρουμε ότι ο Όμηρος έμεινε πάντα ζωντανός στην κλασσική Ελλάδα, τα ομηρικά έπη τα τραγουδούσαν στις γιορτές και τα παιδιά τα μάθαιναν στο σχολείο. Ξέρουμε όμως επίσης ότι μετά τον Ησίοδο και το έπος και το χαρακτηριστικό του μέτρο, το δακτυλικό εξάμετρο, εξαφανίζονται και ότι οι καινούργιοι ποιητές, ο Αρχίλοχος, η Σαπφώ και αυτοί που ακολούθησαν, δημιουργούν νέα μέτρα, νέα θέματα, νέες μορφές ποίησης. Αυτό δεν εμπόδισε τους κλασσικούς φιλόσοφους, Πλάτωνα και Αριστοτέλη, να παραθέτουν τους ομηρικούς στίχους στα φιλοσοφικά τους κείμενα. Αλλά μόνο στην αλεξανδρινή εποχή, εποχή παρακμής, με τα «Αργοναυτικά» του Απολλώνιου του Ρόδιου, εμφανίζεται μια προσπάθεια μίμησης των ομηρικών επών, φυσικά με πολύ μέτρια αποτελέσματα.

Drawing by George Romney: The Ghost of Darius Appearing to Atossa (The Persians By Aeschylus).

Αλλά το πιο λαμπρό παράδειγμα αυτής της δημιουργικής μεταμόρφωσης της παράδοσης μας το δίνει η Αθηναϊκή τραγωδία και η σχέση της με την άλλη προαιώνια μεγάλη ελληνική δημιουργία, τον μύθο. Όλοι οι λαοί έχουν ωραίους μύθους, αλλά μόνο οι αρχαίοι ελληνικοί μύθοι είναι αληθινοί, μεστοί από ανθρωπολογικά και κοσμολογικά νοήματα, αληθινά που παρουσιάζονται με μυθική μορφή. Είναι φυσικά αδύνατο να ξέρουμε ως ποιο βαθμό αυτό το νόημα των μύθων σε όλη του την έκταση και την ένταση μπορούσαν να το αφομοιώσουν και να το οικειοποιηθούν οι Έλληνες, ας πούμε του 6ου πΧ αιώνα. Λογικό είναι να υποθέσουμε ότι τουλάχιστον ασυνείδητα και υπόγεια τους άγγιξε, αλλιώς και οι μύθοι ως μύθοι δεν θα είχαν διασωθεί. Αυτό που εμφατικά ξέρουμε είναι ότι η τραγωδία, που με μόνη εξαίρεση τους «Πέρσες» του Αισχύλου και την «Μιλήτου Άλωση» του Φρύνιχου έχει ως αποκλειστικό θέμα της τους μύθους, αφενός αναλαμβάνει αυτό το νόημα, το κάνει προσιτό σε όλους, το πλουτίζει, ασφαλώς το μεταμορφώνει και του δίνει μιας εκπληκτικής έντασης και ενάργειας παρουσίαση με την ενσάρκωσή του σε ανθρώπινους χαρακτήρες και λόγους, αφετέρου εκσυγχρονίζει τους μύθους, τους πλέκει με τα καινούργια προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι Αθηναίοι του 5ου αιώνα.

Orestes, Electra and Hermes at the tomb of Agamemnon. Side A of a lucanian red-figure pelike, ca. 380–370 B.C. by Choephoroi Painter.

Ταυτόχρονα βλέπουμε τους ποιητές να τροποποιούν και να πλουτίζουν την πλοκή των μύθων. Αναμφισβήτητη ένδειξη μας δίνει στην ποιητική του ο Αριστοτέλης, λέγοντας ότι η σημαντικότερη αρετή του τραγικού ποιητή είναι η μυθοσκοπία. Θα έπρεπε να είχαμε το χρόνο να το δείξουμε αυτό πάνω σε συγκεκριμένα παραδείγματα. Θα περιοριστώ να αναφέρω την «Ορέστεια» του Αισχύλου, τις τρεις θηβαϊκές τραγωδίες του Σοφοκλή («Οιδίπους τύραννος», «Οιδίπους επί Κολονώ», «Αντιγόνη») και τις «Τρωάδες» του Ευριπίδη.. Συνοπτικά η τραγωδία ούτε επαναλαμβάνει το μύθο, ούτε τον χρησιμοποιεί σαν παθητικό υλικό. Στηρίζεται στις δυνατότητές του και δημιουργεί μια καινούργια μορφή τέχνης που της επιτρέπει, σε μια οργανική συνέχεια με το μύθο να παρουσιάσει καινούργια περιεχόμενα. Ανάλογες αναπτύξεις θα μπορούσε να κάνει κανείς για την αρχιτεκτονική, τη γλυπτική ή τη ζωγραφική όσο την ξέρουμε από τα αγγεία.

Anne-Louis Girodet. The Meeting of Orestes and Hermione, ca. 1800.

Από αυτή τη σκοπιά, τη δημιουργία μιας καινούργιας σχέσης με την παράδοση, ο μόνος αληθινός κληρονόμος της αρχαίας Ελλάδας είναι η Δυτική Ευρώπη. Χωρίς να μακρυγορήσω, θα υπενθυμίσω πόσο ο δυτικοευρωπαϊκός πολιτισμός, από τον 11ο αιώνα και πέρα, και υπήρξε επαναστατικά δημιουργός και διατήρησε μια γνήσια σχέση με την παράδοση που είχε πίσω του, είτε λαϊκή, είτε «καλλιεργημένη». Η παράδοση αυτή περιλαμβάνει βέβαια κατά πρώτο λόγο τη χριστιανική κληρονομιά και αργότερα την ελληνορωμαϊκή κληρονομιά. Και σ’ αυτήν την περίπτωση, μιλώντας πολύ σύντομα, θα πάρω για παράδειγμα την καταπληκτική εξέλιξη της δυτικοευρωπαϊκής ζωγραφικής που αρχίζει με μια εκκλησιαστική εικονογραφία, παραφυάδα της βυζαντινής και από τον Giotto και μετά παρουσιάζει μια ακατάπαυστη δημιουργική ανανέωση που όμως είναι ταυτόχρονα μια αδιάκοπη οργανική συνέχεια ως το 1950.

Το ίδιο ισχύει και για την μουσική που βγαίνει και από την εκκλησιαστική ρίζα του γρηγοριανού άσματος και από την φολκλορική ρίζα λαϊκών μελωδών, ρυθμών και τρόπων. Η βαθιά σχέση μεγάλων μουσικών δημιουργών, όπως οι κλασικοί Γερμανοί, ο Chοpin, o Musorsgy, o Albeniz, μ’ αυτές τις ρίζες αλλά και η ικανότητά τους να μετουσιώνουν επαναστατικά τα στοιχεία της παράδοσης που χρησιμοποιούν είναι προφανείς. Το πιο έντονο παράδειγμα αυτής της σχέσης προσφέρει ίσως η δυτικοευρωπαϊκή φιλοσοφία η οποία, μέσα από τις συνεχείς τομές στην ιστορία της σκέψης που παρουσιάζει, εξελίσσεται πάνω σε ρητή αναφορά με την παράδοση της φιλοσοφικής θεολογίας του μεσαίωνα και της κλασικής ελληνικής φιλοσοφίας.

Το Όραμα του Προφήτη Ιεζεκιήλ, ψηφιδωτό στον Όσιο Δαβίδ της Θεσσαλονίκης, β΄μισό 5ου αι. Mosaic in monastery of Latomou, 6th century.

Η περίπτωση της Δυτικής Ευρώπης παίρνει για μας όλο το τραγικό της βάρος, αν την αντιπαραθέσουμε μ’ αυτά που έγιναν ή δεν έγιναν στο ανατολικό μέρος της άλλοτε Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, στο Βυζάντιο. Παρά το ότι το Βυζάντιο δεν υποχρεώθηκε να διασχίσει την περίοδο καθαρής βαρβαρότητας που υπέστη η Δυτική Ευρώπη από τον 5ο ως τον 11ο αιώνα, ο πολιτισμός του μας δίνει στις μεγάλες του γραμμές μια στατική εικόνα απολιθωμένων μορφών. Η σχέση με την παράδοση εδώ είναι στείρα, μιμητική και επαναληπτική. Η ζωγραφική γίνεται μια εικονογραφία που πολύ γρήγορα φτάνει σε τυποποιημένες μορφές τις οποίες μετά απλώς επαναλαμβάνει μιμούμενη τον εαυτό της. Το ίδιο ισχύει και για την αρχιτεκτονική. Η τέχνη του λόγου μένει μια ισχνή και ανιαρή απομίμηση των αρχαίων προτύπων. Έξω από τη λαϊκή μουσική, που γι’ αυτή την περίοδο ελάχιστα ξέρουμε, η μουσική καθηλώνεται στο μονωδικό εκκλησιαστικό άσμα.

Σελίδα του χειρογράφου της Παλατινής Ανθολογίας. Πρώιμος 10ος αιώνας. Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου της Χαϊδελβέργης. A page of the Palatine Anthology (Codex Palatinus 23), 10th century, from the Library of the University of Heidelberg.

Δυο παραδείγματα μπορούν να συνοψίσουν τη βυζαντινή και μεταβυζαντινή πολιτισμική κατάσταση. Οι Βυζαντινοί κληρονόμησαν ό,τι περίπου σώζεται και σήμερα από την αρχαία ελληνική γραμματεία. Απ’ αυτούς την παίρνουν και την μεταφράζουν οι Άραβες και αργότερα οι Δυτικοευρωπαίοι. Οι Άραβες, όχι μόνο σχολιάζουν τον Πλάτωνα και ιδίως τον Αριστοτέλη, αλλά μέσα απ’ αυτή την επαφή γεννούν τουλάχιστον δύο σημαντικούς φιλοσόφους, τον Αβικένα και τον Αβερρόη.

Δομήνικος Θεοτοκόπουλος. Ταφή του κόμη του Οργάθ (1586-88), Λάδι σε μουσαμά, 480x360 εκ., Τολέδο, Άγιος Θωμάς.

Για τους Δυτικοευρωπαίους, η «ανακάλυψη» των αρχαίων ελληνικών κειμένων δημιουργεί έναν εκρηκτικό συγκλονισμό που βρίσκει το πρώτο του κορύφωμα στην Αναγέννηση, αλλά που οι δονήσεις του δεν σταματούν, περιοδικά διαπιστώνεται κάτι σαν επιστροφή στους Έλληνες. Τώρα τι κάνουν οι Βυζαντινοί; Απλώς αντιγράφουν τα αρχαία χειρόγραφα και τους σχολιαστές τους και κάπου κάπου προσθέτουν και κανένα σχόλιο. Το άλλο παράδειγμα είναι ο Γκρέκο. Παινευόμαστε και ξιπαζόμαστε με τον Γκρέκο χωρίς να καταλαβαίνουμε τι σημαίνει η περίπτωσή του. Ο Γκρέκο είναι βέβαια βαθειά ριζωμένος στην χριστιανική παράδοση και ξεκινάει από βυζαντινούς τύπους. Αλλά το πέρασμά του από τη Βενετία και η εγκατάστασή του στην Ισπανία τον αλλάζουν ριζικά. Η ζωγραφική του σαφώς μαρτυράει την προέλευσή του πχ σε παραλλαγές χρωματικής ή στην περίφημη επιμήκυνση των προσώπων και των σωμάτων. Αλλά τα αριστουργήματα της ισπανικής εποχής «Η ταφή του κόμητος Οργκάθ», «Οι απόψεις του Τολέδου», «Η κυρία με τη γούνα» είναι αδύνατα και αδιανόητα στο Βυζάντιο ή στη Κρήτη του 17ου αιώνα.

Η Πέμπτη Σφραγίδα της Αποκαλύψεως (1608-14, λάδι σε μουσαμά, 222,3 x 193 εκ., Νέα Υόρκη, Μητροπολιτικό Μουσείο. Ο Γκρέκο δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει τον πίνακα, που προοριζόταν για το νοσοκομείο Ταβέρα. Μοτίβα του έργου χρησιμοποιήθηκαν αργότερα από τον Πικάσο για τον πίνακα Δεσποινίδες της Αβινιόν.

Οι σημερινοί Βυζαντινοκάπηλοί μας δεν στέκονται μια στιγμή να αναρωτηθούν γιατί ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος έπρεπε να εγκατασταθεί στην Ισπανία και να γίνει El Greco; Το Βυζάντιο και η εποχή της Τουρκοκρατίας μας προσφέρουν το παράδειγμα ενός μεταελληνικού πολιτισμού που έχει κάποια γνώση της αρχαιότητας σε σχέση με αυτήν, αλλά που μένει καθηλωμένη σε μια μιμητική, εξωτερική και άγονη σχέση με την παράδοση.

Πίνακας Νίκου Εγγονόπουλου. Οι δύο Μακεδόνες. Μέγας Αλέξανδρος και Παύλος Μελάς. Αθήνα. Συλλογή Ν. Εγγονόπουλου.

Τέλος έρχομαι στο σύγχρονο ελληνικό δράμα. Τα κεντρικά στοιχεία του ελληνικού δράματος είναι, από τη μια μεριά, η τριπλή αναφορά που περιέχει για μας η παράδοση: Αναφορά στους αρχαίους Έλληνες, αναφορά στο Βυζάντιο, αναφορά στη λαϊκή ζωή και κουλτούρα, όπως αυτή δημιουργήθηκε στους τελευταίους αιώνες του Βυζαντίου και κάτω από την Τουρκοκρατία. Από την άλλη μεριά, η αντιφατική και, θα μπορούσε να πει κανείς, ψυχοπαθολογική σχέση μας με τον δυτικοευρωπαϊκό πολιτισμό, που περιπλέκεται ακόμα περισσότερο από το γεγονός ότι ο πολιτισμός αυτός έχει μπει εδώ και δεκαετίες σε μια φάση έντονης κρίσης και υποβόσκουσας αποσύνθεσης.

Πίνακας Φώτη Κόντογλου. Ο Μέγας Αλέξανδρος. Τοιχογραφία του Δημαρχείου Αθηνών. Αθήνα.

Η διπλή και ταυτόχρονη αναφορά στην αρχαία Ελλάδα και στο Βυζάντιο, που αποτέλεσε το επίσημο «πιστεύω» του νεοελληνικού κράτους και του πολιτιστικού κατεστημένου της χώρας οδήγησε και οδηγεί σε αδιέξοδο, κατά πρώτο και κύριο λόγο διότι οι δυο αυθεντίες που επικαλείται βρίσκονται σε διαμετρική αντίθεση μεταξύ τους. Ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός είναι πολιτισμός ελευθερίας και αυτονομίας, που εκφράζεται στο πολιτικό επίπεδο στην πολιτεία ελεύθερων πολιτών που συλλογικά αυτοκυβερνώνται και στο πνευματικό επίπεδο με την ακατάπαυστη επαναστατική ανανέωση και αναζήτηση. Ο βυζαντινός πολιτισμός είναι πολιτισμός θεοκρατικής ετερονομίας, αυτοκρατορικού αυταρχισμού και πνευματικού δογματισμού. Στο Βυζάντιο δεν υπάρχουν πολίτες, αλλά υπήκοοι του αυτοκράτορα, ούτε στοχαστές, μόνο σχολιαστές ιερών κειμένων. Η προσπάθεια συνδυασμού και συμφιλίωσής τους δεν μπορούσε παρά να νεκρώσει κάθε δημιουργική προσπάθεια και να οδηγήσει σε ένα στείρο σχολαστικισμό, όπως αυτός που χαρακτήριζε το πνευματικό κατεστημένο της χώρας επί ενάμισυ σχεδόν αιώνα μετά την ανεξαρτησία και που επαναλάμβανε τα χειρότερα μιμητικά στοιχεία του Βυζαντίου.

Ο Ιωάννης Συκουτρής (Σμύρνη, 1 Δεκεμβρίου 1901 - Ακροκόρινθος, 21 Σεπτεμβρίου 1937) κορυφαίος φιλόλογος, ήταν Χίος στην καταγωγή, όπως και ο Αδαμάντιος Κοραής, φοίτησε και αυτός στην περίφημη Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης. Είναι ιδιαίτερα γνωστός για το εξαιρετικής ποιότητας έργο του, στο οποίο δεσπόζουν οι εκδόσεις και οι εισαγωγές στην Ποιητική του Αριστοτέλη και το Συμπόσιο του Πλάτωνα, αλλά και για την αυτοκτονία του σε νεαρή ηλικία.

Καθ’ όσο ξέρω, είμαστε ο μόνος λαός με μεγάλο πολιτιστικό παρελθόν που πρόσφερε στον κόσμο το γελοίο και θλιβερό θέαμα προσπάθειας τεχνητής επαναφοράς της γλώσσας που μιλιόταν πριν από 25 αιώνες. Ούτε οι Ιταλοί προσπάθησαν να ξαναζωντανέψουν τα λατινικά, ούτε οι Ινδοί τα σανσκριτικά. Και είναι εξίσου χαρακτηριστικό ότι ενώ η Δυτική Ευρώπη, στους δυο περασμένους αιώνες εγέννησε δεκάδες λαμπρούς ελληνιστές, μόνο τρία ονόματα έχουμε που μπορούν να σταθούν αχνά στο ίδιο επίπεδο με αυτούς: Τον Κοραή, τον Βερναρδάκη και τον Συκουτρή –τον οποίο Συκουτρή οδήγησε χαρακτηριστικά σε αυτοκτονία ο φθόνος και το μίσος των κηφήνων του εν Αθήνησι Πανεπιστημίου.

Η  στερεότυπη  έκδοση (editio  stereotypa) του  Πελοποννησιακού  Πολέμου  του  Θουκυδίδη ( β΄ τόμος) από  τις  εκδόσεις  Teubner  Λειψίας  του  1894, με σχόλια (Λατινικά) του  G. Boehme.

Περηφανευόμαστε ότι είμαστε απόγονοι των αρχαίων, αλλά για να μάθουμε τι έλεγαν και τι ήταν οι αρχαίοι πρέπει να προσφύγουμε σε ξένες εκδόσεις και σε ξένες μελέτες. Αυτή η ίδια στάση έκανε ασφαλώς επίσης αδύνατη τη γονιμοποίηση της λαϊκής παράδοσης και τη μεταφορά της στο χώρο της έντεχνης παιδείας, με εμφατική εξαίρεση την ποίηση. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι ο τεράστιος μουσικός πλούτος της λαϊκής μουσικής σε μελωδίες, ρυθμούς, κλίμακες και όργανα έμεινε νεκρός στα χέρια των νεοελλήνων συνθετών, όπως έμεινε άχρηστος και ο αρχιτεκτονικός και διακοσμητικός πλούτος της λαϊκής παράδοσης.

Τέλος, αυτή η αναφορά στα δύο μεγάλα παρελθόντα, με τον αποστειρωτικό τρόπο που ετέθη, είναι στη ρίζα της σχιζοφρενικής μας σχέσης με το δυτικοευρωπαϊκό πολιτισμό, του συνδυασμού ενός κακομοιριασμένου αισθήματος κατωτερότητας και μιας ψωροπερήφανης και αστήρικτης αυθάδειας. Έτσι παίρνουμε από τους ξένους τις BMW, τις τηλεοράσεις, τα κατεψυγμένα, κλπ, κλπ, χωρίς να μιλήσω για τα πακέτα Ντελόρ και τους βρίζουμε για την υποδούλωσή τους στην τεχνική και στον ορθολογισμό τους. Πράγματα που η Δύση βέβαια δεν περίμενε τους νεοφώτιστους ελληνοορθόδοξους για να τα κριτικάρει και να τα καταγγείλει η ίδια και που δεν απαλείφονται με μια ετήσια εκδρομή στο Άγιο Όρος.

Cornelius Castoriadis by Pablo Secca.

Φαντάζομαι ότι δεν περιμένετε από μένα να δώσω συνταγές για το πώς θα μπορούσαμε να υπερβούμε αυτή τη δραματική βουβαμάρα που πολιτισμικά μας χαρακτηρίζει σήμερα. Για ένα πράγμα είμαι βέβαιος: αυτό που από την ελληνική ιστορία διαδόθηκε, γονιμοποίησε τον κόσμο και παραμένει σημείο αναφοράς και πηγή έμπνευσης είναι η αρχαία ελληνική δημιουργία και η ανάδυση μέσα από αυτήν των ιδεών της αυτονομίας και της ελευθερίας. Αν η Δυτική Ευρώπη μπόρεσε, με τη σειρά της, να μεγαλουργήσει κι αυτή επί δέκα σχεδόν αιώνες, είναι και διότι μπόρεσε να συγκροτήσει μέσα από τις δυο Αναγεννήσεις, την κλασική εποχή, το Διαφωτισμό και τις μετέπειτα εξελίξεις, μια σχέση δημιουργικού διαλόγου κι όχι μιμητικής επανάληψης με τα αρχαία ελληνικά σπέρματα. Για μας σήμερα, αν είμαστε ικανοί να τον συγκροτήσουμε, ένας τέτοιος διάλογος που προϋποθέτει και τη βαθιά γνώση και το σεβασμό της λαϊκής μας παράδοσης δεν μπορεί παρά να είναι διπλός: και με τους αρχαίους και με την τεράστια πολιτιστική κληρονομιά της Δυτικής Ευρώπης.

Κορινθιακός μελανόμορφος κιονωτός κρατήρας (του μέσου κορινθιακού ρυθμού), γνωστός ως "κρατήρας του Ευρύτιου". Βρέθηκε στην αρχαία Καιρέα (Τσερβετέρι) της Ετρουρίας, στην Ιταλία. Στη λεπτομέρεια από την αριστερή λαβή παράσταση της αυτοκτονίας του Αίαντα, από τις πρωιμότερες. Ο Αίαντας έχει πέσει πάνω στο ξίφος του. Από πάνω του στέκονται ο Οδυσσέας και ο Διομήδης. Στην κύρια όψη εικονίζεται η μάχη του Ευρύτιου με τον Ηρακλή. 6ος αι. π.Χ. (600-590 π.Χ. περίπου).

Όπως το ανέφερα ήδη, και αυτός ο δυτικός πολιτισμός περνάει σήμερα μια βαθιά κρίση που δεν ξέρουμε αν και πότε θα μπορέσουν οι δυτικοί λαοί να την ξεπεράσουν. Είτε το θέλουμε είτε δεν το θέλουμε, στο ίδιο καράβι είμαστε μπαρκαρισμένοι κι εμείς και δεν εννοώ τις οικονομικές και διπλωματικές διασυνδέσεις. Αν μπορέσουμε να αφομοιώσουμε δημιουργικά τον απέραντο πολιτισμικό πλούτο που δημιούργησε η Δύση –και που περιέχει έστω και ανεπαρκώς την αρχαία ελληνική αναφορά-θα μπορέσουμε ίσως να μιλήσουμε μια πραγματικά δική μας γλώσσα και να παίξουμε την παρτίδα μας σε μια νέα πολιτιστική συμφωνία. Αλλιώς θα εξακολουθήσουμε να βράζουμε στο ζουμί μας και να καλλιεργούμε την περιθωριακή μας ασημαντότητα.

Διάλεξη στον Τριπόταμο Τήνου στις 20/8/1994. Δημοσιεύτηκε στην Ελευθεροτυπία στις 21/8/1994.

Κορνήλιος Καστοριάδης