Jean-Antoine-Théodore
Giroust, Oedipus at Colonus, detail, 1788
Χορός
ὅστις τοῦ
πλέονος μέρους χρῄζει τοῦ μετρίου παρεὶς
ζώειν,
σκαιοσύναν φυλάσσων
ἐν ἐμοὶ κατάδηλος ἔσται.
ἐπεὶ πολλὰ μὲν αἱ μακραὶ ἁμέραι κατέθεντο δὴ 1215
λύπας
ἐγγυτέρω, τὰ
τέρποντα δ᾽ οὐκ ἂν ἴδοις ὅπου,
ὅταν τις ἐς
πλέον πέσῃ
τοῦ δέοντος· ὁ δ᾽ ἐπίκουρος ἰσοτέλεστος, 1220
Ἄϊδος ὅτε μοῖρ᾽ ἀνυμέναιος
ἄλυρος ἄχορος ἀναπέφηνε,
θάνατος
ἐς τελευτάν.
μὴ φῦναι τὸν ἅπαντα νικᾷ
λόγον· τὸ δ᾽, ἐπεὶ φανῇ,
1225
βῆναι κεῖθεν ὅθεν περ ἥκει,
πολὺ δεύτερον, ὡς τάχιστα.
ὡς εὖτ᾽ ἂν τὸ νέον παρῇ
κούφας ἀφροσύνας φέρον, 1230
τίς
πλαγὰ πολύμοχθος ἔξω;
τίς οὐ καμάτων ἔνι;
φθόνος,
στάσεις, ἔρις, μάχαι
καὶ φόνοι· τό τε κατάμεμπτον ἐπιλέλογχε 1235
πύματον
ἀκρατὲς ἀπροσόμιλον
γῆρας ἄφιλον, ἵνα
πρόπαντα
κακὰ κακῶν ξυνοικεῖ.
ἐν ᾧ τλάμων ὅδ᾽, οὐκ ἐγὼ μόνος,
πάντοθεν
βόρειος ὥς τις
1240
ἀκτὰ κυματοπλὴξ
χειμερία κλονεῖται,
ὣς καὶ τόνδε κατ᾽ ἄκρας
δειναὶ κυματοαγεῖς
ἆται κλονέουσιν ἀεὶ ξυνοῦσαι,
αἱ μὲν ἀπ᾽ ἀελίου δυσμᾶν, 1245
αἱ δ᾽ ἀνατέλλοντος·
αἱ δ᾽ ἀνὰ μέσσαν ἀκτῖν᾽,
αἱ δ᾽ ἐννυχιᾶν ἀπὸ ῾Ριπᾶν.
Στροφή
α'.
Όποιος
λαχταράει να ζήση
πιότερο
καιρό,
τον
μέτριο καταφρονώντας,
αυτός
κατά τη γνώμη μου είναι
φανερά τρελός.
Γιατί
σιμότερα στη λύπη
η
μακριά ζωή
πολλά
απ' τ' ανθρώπινα έχει βάλει·
και
πού η χαρά της ζήσης είναι
δε
μπορείς να ιδής,
άμα
κανένας ζήση απ' όσο
θέλει
πιο πολύ.
Κι'
όταν η μοίρα φανή του Άδη
δίχως
τραγούδι γάμου, δίχως
λύρα
και χορό,
έρχεται
ο κοινός ο Χάρος
τέλος
λυτρωτής.
Αντιστροφή
Να
μην έλθη κανείς στον κόσμο
η
πιο μεγάλη είν' ευτυχία·
και
το να πάη από 'κεί που ήρθε
το
γληγορώτερο, σαν βγήκε
στο
φως, είναι πολύ πιο κάτω.
Γιατί,
όταν πια πίσω του αφίση
την
αλαφρόμυαλη τη νιότη,
ποιος
μέσα στη ζωή γυρίζει
και
βρίσκετ' έξω από τους πόνους;
Ποιος
κόπος δεν τον συντροφεύει;
Μαλώματα
κι' αποστασίες,
πόλεμοι,
σκοτωμοί και φθόνος·
και
τελευταία κοντά στάλλα
έρχουνται
τα καταραμένα,
ταμίλητ'
αδύναμα κ' έρμα
γεράματα,
που όλες οι μαύρες
τακολουθούνε
δυστυχίες.
Επωδός
Έτσ'
υποφέρει κι' ο δυστυχισμένος
τούτος,
όχι μονάχα εγώ. Όπως βράχος,
βορεινός
και κυματοχτυπημένος
απ'
όλες τις μεριές, μέσ' στο χειμώνα
τραντάζεται,
έτσι δυνατά και τούτον
οι
μαύρες συφορές σαν φουσκωμένα
κύματα
τον χτυπούν, χωρίς να παύουν,
ερχάμενα
άλλ' από τη δύση κι' άλλα
απ'
την ανατολή, τη μεσημβρία,
κι'
άλλ' απ' τα Ριπαία βουνά τα μαύρα.
Fulchran-Jean
Harriet, Oedipus at Colonus, 1798,
Cleveland Museum of Art
Θεωρώ
κορυφαίο διφορούμενο του δράματος το δίλημμα της ενοχής και της αθωότητας του
Οιδίποδα, από το οποίο εξαρτάται εν πολλοίς και η εκτίμησή μας για το τέλος της
τραγωδίας. Προτείνω να δεχτούμε και εδώ την απόφαση του ποιητή να κρατήσει τον
ήρωά του σε εκκρεμότητα, ανάμεσα στην ενοχή και στην αθωότητα.
Προηγούνται
κάποιες εξωκειμενικές και διακειμενικές πληροφορίες, που, θέλοντας και μη,
επηρεάζουν τον αναγνώστη αλλά και τον μεταφραστή της σοφόκλειας αυτής
τραγωδίας, η οποία θα μπορούσε να προσληφθεί και ως πνευματική και ποιητική
διαθήκη. Θυμίζω πρώτα τα γνωστά και αυτονόητα, που συχνά πυκνά παραγνωρίζονται,
μολονότι διατηρούν βαρύνουσα σημασία σε προβληματικά σημεία του δράματος.
Antigone at her
brother's grave, from the Louvre.
Πρόκειται
λοιπόν για το τελευταίο έργο του Σοφοκλή, που ο ποιητής το συνθέτει λίγο πριν
από το τέλος του πελοποννησιακού πολέμου (406-405 π.χ.) σε ηλικία ενενήντα δύο
χρόνων –πεθαίνει αμέσως μετά, χωρίς να προλάβει να το διδάξει ο ίδιος, ενώ η
διδασκαλία του διεκπεραιώνεται το 401 από τον ομώνυμο εγγονό του, που φαίνεται
να παραμερίζει, στη συγκεκριμένη περίπτωση, τον άμεσο κληρονόμο, νόμιμο γιο του
ποιητή, Δημοφώντα. Πόρισμα πρόχειρο ιστορικής μάλλον κατηγορίας: η έσχατη αυτή
τραγωδία του Σοφοκλή συμπίπτει χρονικά με τη δραματική εξάντληση: του πέμπτου
αιώνα, που έφερε στο χείλος διπλής καταστροφής, πολεμικής και πολιτικής, την
αθηναϊκή πολιτεία. Εύκολα επομένως μπορούμε να φανταστούμε την υποδοχή της από
το αθηναϊκό κοινό, τη χρονιά ακριβώς που η πόλη παίρνει ανάσα, ύστερα από το
καταστροφικό τέλος του πελοποννησιακού πολέμου και την υπέρβαση της διαβόητης
τυραννίδας των Τριάκοντα. Στον βαθμό λοιπόν που ο Οιδίπους επί Κολωνώ αποτελεί,
εκτός των άλλων, κυριολεκτικό και συμβολικό έπαινο της αττικής γης και της
αθηναϊκής πόλης και πολιτείας, εύλογα εικάζουμε ότι η διδασκαλία του το 401 θα
προκάλεσε ευάρεστη ανακούφιση, αναστηλώνοντας το δοκιμασμένο ηθικό των αθηναίων
πολιτών.
Frederic
Leighton, Antigone, 1882
Από
θεματική άποψη ο Οιδίπους επί Κολωνώ αποτελεί σφήνα ανάμεσα στον Οιδίποδα
Τύραννο και στην Αντιγόνη: προϋποθέτει τον πρώτο και προοικονομεί τη δεύτερη.
Χρονικά ωστόσο η συνάφεια αυτή μάλλον αντιστρέφεται. Η Αντιγόνη έχει συνταχθεί
και διδαχθεί σαράντα χρόνια νωρίτερα: γύρω στο 441 π.Χ., όταν ξεσπά ο Σαμιακός
πόλεμος και ο Σοφοκλής εκλέγεται στρατηγός, αξίωμα που του αποδίδεται ως
ανταμοιβή της μεγάλης επιτυχίας που είχε η παράσταση της Αντιγόνης. Ο Οιδίπους
Τύραννος εξάλλου προηγήθηκε τουλάχιστον είκοσι πέντε χρόνια: η σκηνική
διδασκαλία του τοποθετείται μεταξύ 429 και 425, όταν δεν συνάπτεται αμεσότερα
με τον διαλυτικό λοιμό. Τούτο σημαίνει ότι, σχεδιάζοντας και συνθέτοντας ο
Σοφοκλής τον Οιδίποδα επί Κολωνώ, έπρεπε να υπολογίζει τις προκαταβολές και τις
προβολές του στα δύο άλλα προγενέστερα δράματα. Αν η Αντιγόνη στο σημείο αυτό
δεν επιφυλάσσει αξιοσημείωτες εκπλήξεις (η ταφή του Πολυνείκη από την αδελφή
του, που συνεπάγεται τη θανατική καταδίκη της από τον Κρέοντα, προετοιμάζεται
στο τέταρτο Επεισόδιο και στην Έξοδο του Οιδίποδα επί Κολωνώ) δεν συμβαίνει το
ίδιο με τον Οιδίποδα Τύραννο. Ο οποίος από πολλούς μελετητές θεωρείται η
τραγική συντριβή του ήρωα, η οποία όμως αίρεται και αντιστρέφεται σε κάθαρση
και ανόρθωση στην επόμενη τραγωδία· ενώ κάποιοι νεότεροι εκτιμούν ότι η μοίρα
του και το ήθος του Οιδίποδα συνέχονται και συνεχίζονται από τη μια τραγωδία
στην άλλη, ώσπου να φτάσουν στο τελετουργικό τους τέλος, που δεν πρέπει να
θεωρείται μονοσήμαντα θετικό. Στο ερμηνευτικό τούτο, εν πολλοίς εκβιαστικό,
δίλημμα θα επανέλθω.
Marble relief of a
poet, maybe Sophocles. Hellenistic Period. Poète (Sophocle?). Bas-relief en
marbre d'époque hellénistique.
Υπάρχουν
μέσα στο κείμενο δείκτες, που επιτρέπουν να υποθέσουμε πως η τραγωδία αυτή του
Σοφοκλή λειτουργεί και ως λοξή μερική αυτοβιογραφία. ΄Ηδη η ταύτιση της
καταγωγής του ποιητή με τον σκηνικό χώρο όπου εντοπίζεται το προκείμενο δράμα,
αποτελεί κάποιου είδους αυτοβιογραφική ένδειξη. Το βάρος ωστόσο της έμμεσης
αυτοβιογραφίας αυξάνει, αν υπολογιστεί και συγκριθεί η ηλικία του Σοφοκλή, όταν
συνθέτει τον Οιδίποδα επί Κολωνώ, με την ηλικία των δρώντων προσώπων. Στην
πραγματικότητα δηλαδή έχουμε να κάνουμε με τραγωδία των γηρατειών: υπέργηρος ο
ποιητής, γέρος ο Οιδίπους, γέρος ο Θησέας, γέρος ο Κρέων, γέροι τα μέλη του
χορού. Η υπόθεση αυτή επικυρώνεται και από το συγκλονιστικό τρίτο στάσιμο του
δράματος, αφιερωμένο στα δεινά των γηρατειών, όπου ο Σοφοκλής συνομιλεί αμέσως
με τον Ηρόδοτο. ΄Ιχνη εξάλλου της ηροδότειας συγγραφής αναγνωρίζονται και αλλού
στον Οιδίποδα επί Κολωνώ (λ.χ. η αντιστροφή ανδρικής και γυναικείας
συμπεριφοράς στους Αιγυπτίους), τα οποία υποδηλώνουν την αμοιβαία συγγένεια του
αθηναίου ποιητή και του αλικαρνασσέα ιστορικού σε θέματα θεοδικίας και
ανθρωποδικίας. Το ηροδότειο μάλιστα τρίπτυχο «φόνος-λόγος-αλήθεια», που
δραματοποιείται με παραδειγματικό τρόπο στην τραγική νουβέλα του Αδράστου, θα
μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως ερμηνευτικό κλειδί για τις μεταβολές και την
απόληξη της μοίρας του Οιδίποδα στις δύο επώνυμες τραγωδίες. Αυτοβιογραφική,
τέλος, σκιά θα μπορούσε να θεωρηθεί και η τόσο έντονη σύγκρουση του Οιδίποδα με
τον Πολυνείκη στο τέταρτο Επεισόδιο της τραγωδίας, αν παραβληθεί με τη βέβαιη,
όπως φαίνεται, κληρονομικής φύσης, διαμάχη του Σοφοκλή με τον γιο του
Δημοφώντα, η οποία συνέπεσε χρονικά με τη σύνθεση του Οιδίποδα επί Κολωνώ και
προκάλεσε σχετική ανεκδοτολογία.
Charles François
Jalabert, Antigone leads Oedipus out of
Thebes, 1849, Musée des Beaux Arts, Marseilles
Υποδήλωσα
ήδη τη διφορούμενη σύνταξη του Οιδίποδα επί Κολωνώ σε όλο το μήκος του, που τον
καθιστά, εμπρόθετα πιστεύω, σε κάποια κρίσιμα σημεία του αινιγματικό. Στοιχείο
που συμβολικά προκαταβάλλεται, πιστεύω, στο επεισόδιο της αινιγματικής Σφίγγας,
με την οποία αναμετριέται ο Οιδίπους, λύνοντας το ανθρωποφαγικό της αίνιγμα και
κερδίζοντας τον βασιλικό θρόνο των Θηβών. Αν ωστόσο στο αίνιγμα της Σφίγγας
κρύβονται οι τρεις διαδοχικές ηλικίες του ανθρώπου, τότε η σωτήρια για την πόλη
των Θηβών λύση του πληρώθηκε πολύ ακριβά από τον ίδιο τον Οιδίποδα που το έλυσε.
Βρέφος του σακατέβει τα πόδια ο πατέρας του και τον εκθέτει στο βουνό, για να
τον σπαράξουν τα άγρια θηρία —σώζεται την τελευταία στιγμή, παρά πάσα
προσδοκία. Ακμαίος γίνεται βασιλιάς της Θήβας, έχοντας όμως προηγουμένως
σκοτώσει εν αγνοία του τον πατέρα του, σμίγοντας μετά με τη μάνα του, με την
οποία γεννά παιδιά αδέλφια. Γέρος περιπλανιέται τυφλός και εξόριστος,
μετανάστης επαίτης, με δεκανίκι το χέρι της κόρης του, η οποία τον οδηγεί στο
προορισμένο από τον Απόλλωνα άλσος των Ευμενίδων, όπου τον περιμένει το
αινιγματικό τέλος του. Για να το πω αλλιώς: και οι τρείς ηλικίες του Οιδίποδα
βγαίνουν τελικώς σημαδεμένες και διφορούμενες. Γεγονός που σημαίνει ότι η γνώση
του ήρωα που τον βοήθησε να λύσει το αίνιγμα της Σφίγγας, έπεσε πάνω του
αμφίβολη, μ’ ένα βάρος ασήκωτο. Και μολονότι το θέμα της Σφίγγας, που προέχει
στον Οιδίποδα Τύραννο, υποτονίζεται στον Οιδίποδα επί Κολωνώ, πρέπει νομίζω να
συνυπολογιστεί, για να εκτιμηθεί το βαθύτερο νόημα και το τέλος της έσχατης
αυτής τραγωδίας του Σοφοκλή. Γιατί, αν η βρεφική και η ακμαία ηλικία του ήρωα
αποδείχτηκαν διφορούμενες, τότε πιθανότερο είναι να παραμένει και το γήρας του
διφορούμενο· ένα αίνιγμα που γυρεύει την κειμενική του αναγνώριση , ανάλογο με
το αίνιγμα της Σφίγγας.
Jean-Antoine-Théodore
Giroust, Oedipus at Colonus, 1788,
Dallas Museum of Art
Προδήλωσα
ήδη ότι διφορούμενα θέματα και μοτίβα διαδέχονται το ένα το άλλο απαρχής μέχρι
τέλους της τραγωδίας. Το κυριότερο και το συνεχώς επαναλαμβανόμενο έχει να
κάνει με το ερώτημα αν ο Οιδίπους είναι εξόριστος ή αυτοεξόριστος σ’ αυτή την
τραγωδία. Ο ίδιος επιμένει ότι συμβαίνει το πρώτο και χρεώνει την εξορία του
συγχρόνως στον Κρέοντα και στους δύο γιους του. Η εκδικητική και αλύγιστη οργή
του για όλους και για όλα που συνδέονται με τη Θήβα, στην οποία δεν δέχεται να
επιστρέψει υπό όρους, οφείλεται στην πεποίθησή του ότι ο Κρέων και γιοι του,
άμεσα ο ένας και έμμεσα οι άλλοι, τον πέταξαν ανελέητα έξω από την πόλη, παρά
τη θέλησή του. Για την ακρίβεια ο ίδιος ισχυρίζεται ότι, όταν αμέσως μετά την
αποκάλυψη της φριχτής πράξης του και την αυτοτύφλωσή του, σπαράσσοντας από πόνο
και ντροπή, ζήτησε μόνος του να φύγει από τη Θήβα, ο Κρέων τον εμπόδισε· μετά,
όταν ο σπαραγμός του κατευνάστηκε κι έδειξε πρόθυμος να παραμείνει στην πόλη,
τότε ο Κρέων τον εξόρισε κι οι δυο του γιοί δέχτηκαν αδιαμαρτύρητα τη βίαιη
αποπομπή του, που τον κατέστησε περιπλανώμενο επαίτη. Οι ισχυρισμοί ωστόσο
αυτοί του Οιδίποδα ελέγχονται σαφώς προκατειλημμένοι και παραμορφωτικοί, αν
μάλιστα συγκριθούν με όσα σχετικώς λέγονται και γίνονται στην έξοδο του
Οιδίποδα Τυράννου, τα οποία ο ποιητής προϋποθέτει ως μέτρο σύγκρισης με όσα
σχετικώς λέγονται και γίνονται από τον ήρωα στον Οιδίποδα επί Κολωνώ.
Jean-Joseph
Benjamin-Constant, Antigone au chevet de
Polynice, 1868, Toulouse, Musée des Augustins
Στην
έξοδο του Οιδίποδα Τυράννου η αυτοεξορία στην οποία επιμένει ο τυφλός πια πρώην
βασιλιάς της Θήβας, αντιμετωπίζεται με φρόνιμη επιφύλαξη από τον Κρέοντα. Ο
οποίος προτείνει να ερωτηθεί πρώτα το μαντείο των Δελφών, και αναλόγως να
αποφασιστεί αν πρέπει να παραμείνει ο Οιδίπους στη Θήβα ή να αυτοεξοριστεί,
όπως το ζήτησε ο ίδιος. Ο χρησμός του μαντείου αποφαίνεται υπέρ της εξορίας του
Οιδίποδα, η οποία τώρα καθίσταται για όλους υποχρεωτική· ούτε ο Κρέων ούτε οι
δύο γιοι του ήρωα θα μπορούσαν να την αποτρέψουν, εκτός κι αν παρέβαιναν τη
δελφική εντολή. Αυτά τα δεδομένα παραμορφώνει ο Οιδίποδας στην τελευταία και
οριστική τραγωδία του, προκειμένου να μεταφέρει την ευθύνη και την ενοχή της
εξορίας του εξ ολοκλήρου στον Κρέοντα και στους γιους του, δικαιολογώντας έτσι
την αλύγιστη στάση του απέναντί τους. Για τους θεατές ωστόσο του δράματος η
ερώτηση παραμένει εκκρεμής: τελικώς ο Οιδίπους επί Κολωνώ είναι εξόριστος ή
αυτοεξόριστος; η εξορία του οφείλεται σε δελφικό χρησμό και υπήρξε αναπόφευκτη;
ή προέκυψε από την απάνθρωπη συμπεριφορά, όπως ισχυρίζεται ό ίδιος, του Κρέοντα
αφενός, του Πολυνείκη και του Ετεοκλή αφετέρου; Διφορούμενη ερώτηση που ευνοεί
αναλόγως διφορούμενη απάντηση.
Kurt Seligmann, Oedipus at Colonus (From the Myth of
Oedipus), 1944
Με
το δίλημμα εξορίας και αυτοεξορίας εξάλλου σχετίζονται και οι διαδοχικοί χρησμοί
του Απόλλωνα, που ακούγονται στην εξέλιξη του δράματος και ελέγχονται και αυτοί
διφορούμενοι, αν όχι και αντιφατικοί. Υπάρχει βέβαια, και με τον ένα ή τον άλλο
τρόπο επανέρχεται από τον ίδιο τον Οιδίποδα, ο αξονικός δελφικός χρησμός, που
προάγει τον τυφλό ήρωα στο άλσος των Ευμενίδων, με την υπόσχεση ότι εκεί θα
βρει ανάπαυση η σακατεμένη ζωή του, παίρνοντας την τελευταία και οριστική
στροφή της. Η δελφική μάλιστα αυτή προφητεία συμπληρώνεται: αφενός με τα
αναμενόμενα σημάδια που θα συνοδεύσουν το τέλος του Οιδίποδα (βροντή και
αστραπή του Δία)· αφετέρου με κάποιο αντίδωρο του ήρωα στον φιλόξενο Θησέα
(προστασία της πόλης από μελλοντική επίθεση των Θηβαίων). Στα βασικά του σημεία
ο καθοριστικός αυτός δελφικός χρησμός εκπληρώνεται, χωρίς όμως τούτο να σημαίνει
ότι ο τρόπος που τον ερμηνεύει ο ίδιος ο Οιδίποδας είναι απολύτως σύμφωνος με
όλες τις ανομολόγητες προθέσεις του θεού.
Emil Teschendorff, Antigone & Ismene, 1900
Εξάλλου
ο Απόλλων, πέρα και παρά τον προηγούμενο χρησμό του, εμφανίζεται μέσα στο δράμα
να χρησμοδοτεί και διαφορετικά: τη μία φορά στους άρχοντες της Θήβας, την άλλη
στον εξόριστο Πολυνείκη, όσο ετοιμάζει την εκδικητική εκστρατεία του εναντίον
του αδελφού του. Και στις δύο αυτές περιπτώσεις συστήνεται από τον δελφικό θεό
η υπό όρους επιστροφή του Οιδίποδα στη Θήβα. Ταχυδρόμος του πρώτου χρησμού
είναι η Ισμήνη, που παρεμβαίνει απροσδόκητα στην πορεία του πρώτου επεισοδίου,
αναγγέλλοντας την επικείμενη άφιξη του Κρέοντα, ο οποίος σκοπεύει να μεταφέρει
τον Οιδίποδα στο σύνορο της Θήβας, υπακούοντας σε σχετικό δελφικό χρησμό και
στη βούληση των θηβαίων πολιτών. Ο Οιδίπους ωστόσο απορρίπτει εξαρχής την υπό
όρους επιστροφή του στη Θήβα, γεγονός που τον καθιστά εκ των πραγμάτων και πάλι
αυτοεξόριστο, κι ας μην το ομολογεί. Φορέας του
δεύτερου χρησμού γίνεται ο Πολυνείκης στη ροή του τέταρτου επεισοδίου:
επικαλούμενος και αυτός δελφικό χρησμό, που προλέγει ότι νικητής από τα δύο
αντιμαχόμενα για τη βασιλική εξουσία αδέλφια θα βγει όποιος κατορθώσει να έχει
πλάι του τον τυφλό πατέρα του. Αλλά και αυτή η μάλλον ιδιοτελής πρόταση του
Πολυνείκη αποκρούεται βάναυσα από τον Οιδίποδα, ο οποίος για δεύτερη τώρα φορά
επιμένει στην αυτοεξορία του.
Marie Stillman (1844 – 1927), Antigone recouvrant le corps de Polynice
Όπως
κι αν έχει το πράγμα, ο διφορούμενος τρόπος του δράματος επιβεβαιώνεται και
ενισχύεται, καθώς διαπιστώνεται η, υποθετική έστω και προσωρινή, άρση του
αξονικού δελφικού χρησμού από δύο άλλες χρησμοδοτικές συστάσεις του θεού, που
αφήνουν περιθώριο επιστροφής του Οιδίποδα στη Θήβα και ανάληψης συμφιλιωτικού ή
διαιτητικού ρόλου. Αντ’ αυτού ο τυφλός γέρος αδιαφορεί παντελώς για την πατρική
του πόλη και καταριέται αμοιβαία αδελφοκτονία στον Ετεοκλή και στον Πολυνείκη.
Με τον ελιγμό αυτόν προστίθεται στα προηγούμενα διφορούμενα της τραγωδίας και
το ερώτημα αν η προσδοκώμενη φιλοπατρία του ήρωα και η φιλάνθρωπη συμπάθεια
έχουν αντιστραφεί σε εκδικητικό και τυφλό μίσος, σε ένα είδος ανυποχώρητης
γεροντικής εγωλατρείας. Στον βαθμό πάντως που οι προηγούμενες περιγραφές
συμφωνούν με τα κειμενικά δεδομένα, είμαστε, πιστεύω, υποχρεωμένοι να δεχτούμε
ότι ο Σοφοκλής εναλλάσσει στην τελευταία αυτή τραγωδία του το μαύρο με το άσπρο
πάνω στο τυφλό πρόσωπο του Οιδίποδα, που το θέλει αινιγματικό, ώστε να προκαλεί
ανθρωπογνωστική εγρήγορση στον θεατή.
Προτού
καταλήξω στο κρισιμότερο διφορούμενο του δράματος, πού προκύπτει από τη
διάζευξη ή τη σύζευξη ενοχής και αθωότητας του Οιδίποδα, επιμένω σ’ ένα ακόμη
θέμα της τραγωδίας, που κι αυτό ταλαντεύεται ανάμεσα στο ναι και στο όχι.
Πρόκειται για το ερώτημα αν στο έργο αυτό ο Οιδίπους ελέγχεται ιερόσυλος ή
ικέτης. Η προσεκτική ανάγνωση του κειμένου δείχνει ότι η αρχική καταπάτηση του
άβατου από τον τυφλό γέρο στο άλσος των Ευμενίδων, μολονότι δεν είναι
εμπρόθετη, καθιστά τον Οιδίποδα ιερόσυλο. Ως ιερόσυλο εξάλλου τον αντιμετωπίζει
στον πρόλογο ο αφελέστερος σκοπός, ως ιερόσυλο τον απωθεί αμέσως μετά και ο πιο
υπεύθυνος χορός. Σε τούτο. συντείνουν τόσο η σημαδεμένη όψη του όσο και η
ομολογία της φριχτής του γενεαλογίας. Στοιχεία που τρομάζουν τους γέροντες του
χορού, οι οποίοι αισθάνονται ότι έχουν μπροστά τους ένα μιαρό, μολυσμένο
μετανάστη - αίσθηση που δεν τους εγκαταλείπει εντελώς μέχρι τέλους της
τραγωδίας.
Johann Peter Krafft,
Oedipe et Antigone, 1809, Musée du
Louvre
Παρά
ταύτα, μετά τη φιλόξενη υποδοχή που επιφυλάσσει ο Θησέας στον τυφλό γέροντα, ο
Οιδίπους αντιμετωπίζεται ως ικέτης. Ο ίδιος εξάλλου υπερασπίζεται τον ρόλο του
αυτόν, προκειμένου να εξασφαλίσει τη φιλόξενη παραμονή του στο άλσος των
Ευμενίδων. Εντούτοις τυπικός ικέτης δεν γίνεται, όχι μόνο γιατί δεν προσπέφτει
στο άγαλμα κάποιου θεού (όπως το κάνει αργότερα ο Πολυνείκης) αλλά και επειδή
το μοναδικό του αίτημα προς τους
ξενιστές του, ειδικότερα προς τον Θησέα, είναι να του προσφέρει όχι παράταση
φιλόξενης ζωής, αλλά όρους φιλόξενης ταφής στο άλσος των Ευμενίδων. Στο μεταξύ
συναισθάνεται ότι δεν δικαιούται να αγγίξει τον ευεργέτη του Θησέα με το
μολυσμένο χέρι του.
Kurt Seligmann, The Riddle (From the Myth of Oedipus), 1944
Τελικώς
όλα τα προηγούμενα διφορούμενα, και άλλα μικρότερης σημασίας που εδώ
παραλείπονται, περιβάλλουν και εξαίρουν το δίλημμα της ενοχής ή της αθωότητας
του Οιδίποδα. Ο ίδιος προσπαθεί με κάθε τρόπο, ακόμη και παραποιώντας δεδομένα
του μύθου και της πλοκής, γνωστά ήδη από τον Οιδίποδα Τύραννο, να απαλλάξει τον
εαυτό του από τη διπλή ενοχή της πατροκτονίας και της αιμομειξίας,
επικαλούμενος την άγνοιά του. Επιχειρηματολογεί μάλιστα επ’ αυτού συνεχώς και
επίμονα με σχολαστικό ορθολογισμό, που θυμίζει τρόπους της σοφιστικής
ρητορικής. Πόσο όμως πείθει τους θεατές του δράματος είναι άλλο ζήτημα. Οι
οποίοι, όπως εξάλλου και ο χορός, βλέπει μπροστά του συντελεσμένες πράξεις
φριχτές, που με τη φρίκη τους υπερβαίνουν τις συνθήκες της διάπραξής τους.
΄Ετσι εξάλλου αντιδρά και ο ίδιος ο Οιδίποδας στην έξοδο του Οιδίποδα Τυράννου:
βουλιάζει στο μαύρο σκοτάδι των πράξεών του, γι’ αυτό εξάλλου και τυφλώνεται·
θέμα πάντως ενοχής ή αθωότητας εκεί δεν τίθεται, μολονότι αναγνωρίζεται ο
παραπλανητικός ρόλος του Απόλλωνα και των δελφικών χρησμών.
Kurt Seligmann, The Marriage (From the Myth of Oedipus),
1944
Στον
Χέγκελ ανήκει το επινόημα της αντικειμενικής ενοχής και της υποκειμενικής
αθωότητας, το οποίο, υποτίθεται ότι ορίζει την προτεινόμενη ηθική του Σοφοκλή
στον Οιδίποδα επί Κολωνώ και ευνοεί την κάθαρση και την ανόρθωση του ήρωα στο
τέλος της τραγωδίας, με τη συναίνεση μάλιστα των θεών. Όμως το αξιολογικό αυτό
μέτρο (αντικειμενική ενοχή-υποκειμενική αθωότητα) εμφανίζεται στην ελληνική
σκέψη αργότερα, συγκεκριμένα στη φιλοσοφία των Στωϊκών, και αποτελεί ως εκ
τούτου αναχρονιστική κατάχρηση η μεταφορά του στα τέλη του πέμπτου αιώνα και
στα συμφραζόμενα της αττικής τραγωδίας.
Antoni Stanislaw
Brodowski, Oedipus and Antigone, 1828
Αντίθετη
προς την ιδεαλιστική αυτή ερμηνεία του Χέγκελ εμφανίζεται η μηδενιστική θέση
του Νίτσε, που θέλει τον Οιδίποδα λίγο πολύ υπεράνθρωπο, να υπερβαίνει με τις
πράξεις του όλα τα θρησκευτικά, εθιμικά και κοινωνικά ταμπού· να αίρεται επομένως πέραν του καλού και του
κακού, και μ’ αυτή τη ριψοκίνδυνη τόλμη του να εκμαιεύει από τούς θεούς την
τελική του αθώωση, εν είδει μάλιστα αφηρωϊσμού και αποθέωσης στο τέλος της
τραγωδίας. Σ’ αυτές τις δύο, παραπληρωματικές μεταξύ τους, ερμηνείες του
Οιδίποδα επί Κολωνώ κινήθηκαν και κινούνται οι περισότεροι μελετητές της
προκείμενης τραγωδίας, με σπάνιες εξαιρέσεις. Οι οποίες ερμηνεύοντας, κάπως
σχολαστικά είναι αλήθεια, την προβληματική επειχειρηματολογία και συμπεριφορά
του Οιδίποδα απέναντι στον Κρέοντα, και κυρίως
στον Πολυνείκη, επιμένουν στη συντήρηση ή και στην προσαύξηση της ενοχής
του ήρωα. Συμπεραίνοντας μάλιστα ισχυρίζονται ότι το τέλος της τραγωδίας μπορεί
να αφηρωϊζει τον Οιδίποδα, αλλά με κανένα τρόπο δεν τον δικαιώνει και δεν τον
απενοχοποιεί, τόσο για τις προηγούμενες όσο και για τις τρέχουσες μέσα στο
προκείμενο δράμα αστοχίες του, στις οποίες εμπεριέχεται ο αδελφοκτόνος πόλεμος
στη Θήβα και η παρεπόμενη θανάτωση της Αντιγόνης. Την ενδιαφέρουσα, αλλά ακραία
αυτή θέση, υπερασπίζεται, και εν μέρει τουλάχιστον τεκμηριώνει με κειμενικά
δεδομένα, σε εντελώς πρόσφατη μονογραφία του ο Βόλφγκανγκ Μπέρναντ.
J.
Hugues, Oedipus at Colonus
Προσωπικά
θεωρώ κορυφαίο διφορούμενο του δράματος το δίλημμα της ενοχής και της αθωότητας
του Οιδίποδα, από το οποίο εξαρτάται εν πολλοίς και η εκτίμησή μας για το τέλος
της τραγωδίας. Προτείνω να δεχτούμε και εδώ την απόφαση του ποιητή να κρατήσει
τον ήρωά του σε εκκρεμότητα, ανάμεσα στην ενοχή και στην αθωότητα. Με την ιδέα
ότι οι δύο αυτές εκδοχές στη συγκεκριμένη οριακή περίπτωση του Οιδίποδα
εμφανίζονται εναλλάξιμες, ακριβώς επειδή πρόκειται για έναν εξαρχής σημαδεμένο
ήρωα, που η ζωή και η μοίρα του κινήθηκαν μεταξύ μεγαλείου και αθλιότητας.
Αμφίβολο επομένως πρέπει να κριθεί και το τέλος της προκείμενης τραγωδίας,
αφιερωμένης στον αινιγματικό θάνατο του Οιδίποδα: μετεωρισμένο ανάμεσα στις
ευνοϊκές Ευμενίδες και στις αμείλικτες Ερινύες. Όπως το όρισε ο Σεφέρης στο
τελευταίο μέρος της «Κίχλης»·
μιλώντας για αγγελικό και μαύρο φώς που βλέπουν τα τυφλά μάτια του ήρωα, καθώς
οδεύει προς τις αόρατες πλάκες του άλσους, οι οποίες σε λίγο θα τον καταπιούν.
Δ.
Ν. ΜΑΡΩΝΙΤΗΣ
Θησεύς
πείθεις
με· πολλὰ γάρ σε θεσπίζονθ᾽ ὁρῶ
κοὐ ψευδόφημα· χὤ τι χρὴ ποιεῖν λέγε.
Οἰδίπους
ἐγὼ διδάξω, τέκνον Αἰγέως, ἅ σοι
γήρως
ἄλυπα τῇδε κείσεται πόλει.
χῶρον μὲν αὐτὸς αὐτίκ᾽ ἐξηγήσομαι, 1520
ἄθικτος ἡγητῆρος, οὗ με χρὴ θανεῖν.
τοῦτον δὲ φράζε μή ποτ᾽ ἀνθρώπων τινί,
μήθ᾽ οὗ κέκευθε μήτ᾽ ἐν οἷς κεῖται τόποις·
ὥς σοι πρὸ
πολλῶν ἀσπίδων ἀλκὴν ὅδε
δορός
τ᾽ ἐπακτοῦ γειτονῶν ἀεὶ τιθῇ.
1525
ἃ δ᾽ ἐξάγιστα μηδὲ
κινεῖται λόγῳ,
αὐτὸς μαθήσει, κεῖσ᾽ ὅταν μόλῃς
μόνος·
ὡς οὔτ᾽ ἂν ἀστῶν τῶνδ᾽ ἂν ἐξείποιμί τῳ
οὔτ᾽ ἂν τέκνοισι τοῖς ἐμοῖς, στέργων ὅμως.
ἀλλ᾽ αὐτὸς αἰεὶ σῷζε, χὤταν εἰς τέλος 1530
τοῦ ζῆν ἀφικνῇ, τῷ προφερτάτῳ
μόνῳ
σήμαιν᾽, ὁ δ᾽ αἰεὶ τὠπιόντι δεικνύτω.
χοὔτως ἀδῇον τήνδ᾽ ἐνοικήσεις πόλιν
σπαρτῶν ἀπ᾽ ἀνδρῶν· αἱ δὲ μυρίαι πόλεις,
κἂν εὖ τις οἰκῇ, ῥᾳδίως καθύβρισαν. 1535
θεοὶ γὰρ εὖ μέν, ὀψὲ δ᾽ εἰσορῶσ᾽, ὅταν
τὰ θεῖ᾽ ἀφείς τις εἰς
τὸ μαίνεσθαι τραπῇ·
ὃ μὴ σύ, τέκνον Αἰγέως,
βούλου παθεῖν.
τὰ μὲν τοιαῦτ᾽ οὖν εἰδότ᾽ ἐκδιδάσκομεν.
χῶρον δ᾽, ἐπείγει γάρ με τοὐκ θεοῦ παρόν, 1540
στείχωμεν
ἤδη μηδ᾽ ἔτ᾽ ἐντρεπώμεθα.
ὦ παῖδες, ὧδ᾽ ἕπεσθ᾽· ἐγὼ γὰρ ἡγεμὼν
σφῷν αὖ πέφασμαι καινός, ὥσπερ σφὼ πατρί.
χωρεῖτε καὶ μὴ ψαύετ᾽, ἀλλ᾽ ἐᾶτέ με
αὐτὸν τὸν ἱερὸν τύμβον ἐξευρεῖν, ἵνα
1545
μοῖρ᾽ ἀνδρὶ τῷδε τῇδε κρυφθῆναι
χθονί.
τῇδ᾽ ὧδε, τῇδε βᾶτε· τῇδε γάρ μ᾽ ἄγει
Ἑρμῆς ὁ πομπὸς ἥ τε νερτέρα θεός.
ὦ φῶς ἀφεγγές, πρόσθε πού ποτ᾽ ἦσθ᾽ ἐμόν,
νῦν δ᾽ ἔσχατόν σου τοὐμὸν ἅπτεται δέμας. 1550
ἤδη γὰρ ἕρπω τὸν τελευταῖον
βίον
κρύψων
παρ᾽ Ἅιδην. ἀλλά, φίλτατε ξένων,
αὐτός τε χώρα θ᾽ ἥδε πρόσπολοί τε σοὶ
εὐδαίμονες γένοισθε, κἀπ᾽ εὐπραξίᾳ
μέμνησθέ
μου θανόντος εὐτυχεῖς ἀεί.
1555
ΘΗΣΕΑΣ
Με
πείθεις, επειδή πολλά βλέπω να προφητεύης
κι'
όχι ψευτόλογα· και τι πρέπει να κάμω, λέγε.
ΟΙΔΙΠΟΥΣ
Παιδί
του Αιγέα, θε να σου ειπώ εγώ όσα θε να κάμουν
τούτη
την πολιτεία σου για πάντα ευτυχισμένη.
Μόνος
μου, δίχως οδηγό, θε να σου δείξω αμέσως
τον
τόπον όπου πρέπει εγώ τα μάτια μου να κλείσω.
Κι'
αυτόν τον τόπο μη τον πης ποτέ σου σε κανένα,
μήτε
που κρύβεται, μηδέ σε ποιο βρίσκεται μέρος
για
να σου δίνη πάντ' αυτός βοήθεια όσην οι ξένοι
μισθοφόροι
σου και πολύς στρατός δε θα σου δίνουν.
Κ'
εκείνα, που δε λέγουνται και πρέπει να κρατιούνται
κρυφά,
σαν έλθης μόνος σου εκεί, θε να τα μάθης·
γιατί
δεν πρέπει να τα ειπώ μήτε σ' άλλον κανένα,
μήτε
και στα παιδιά μου αυτά, μ' όσο κι' αν τ' αγαπάω.
Μα
πάντα μόνος ξέρε τα, κι' όταν στο τέλος φτάσης
της
ζήσης σου, στον πιο τρανό της χώρας μόνο ειπέ τα
κ'
εκείνος πάλιν ας τα λέη στο διάδοχό του πάντα.
Κ'
έτσι την πολιτεία σου ανίκητη θα κάμης
απ'
τους Θηβαίους· κ' οι πολλές οι πολιτείες, κι' αν έχη
καλή
κυβέρνηση καμμιά, εύκολ' αυθαδιάζουν.
Μα
όταν η τρέλλα κανενός φτάση ως που τα θεία
να
λησμονάη, πάντα οι θεοί προσέχουν κι' ας αργούνε·
μη
θέλης τούτο εσύ, παιδί του Αιγέα, να το πάθης.
Αυτά
όμως, που ορμηνεύω σε, πολύ καλά τα ξέρεις.
Μα
τώρα πια ας πηγαίνουμε στον τόπο, ας μην αργούμε,
γιατί
πολύ με βιάζουνε τα θεϊκά σημάδια.
Παιδιά
μου, ακολουθάτε με. Γιατί οδηγός σας τώρα
γίνουμ'
εγώ, καθώς εσείς είσαστε του πατέρα.
Εμπρός·
και μη μ' εγγίζετε, παρά αφίστε με ναύρω
μονάχος
μου τον ιερό τον τάφον, όπου η μοίρα
μούχει
ωρισμένο να κρυφτώ κάτω απ' το χώμα τούτο.
Εδώθ'
εδώ βαδίζετε· γιατί απ' εδώ με φέρνει
ο
Ερμής ο ψυχοδηγητής κ' η θεά του κάτω κόσμου.
Ω
φως αθώρητο! ήσουνα κάποτε πριν δικό μου
και
τώρα για στερνή φορά σ' εγγίζει το κορμί μου.
Γιατί
τώρα τον υστερνό παίρνω της ζήσης δρόμο
και
πάω στον Άδη να κρυφτώ. Μα, αγαπημένε φίλε,
κ'
εσύ και τούτη η χώρα σου κ' οι άνθρωποί σου πάντα
ευτυχισμένοι
να είσαστε, και να θυμάστε κάπου
μέσα
στην ευτυχία σας κ' εμέ τον πεθαμμένο.
"Oedipus at Colonus," bronze
sculpture of wrapped nude male figure by Leonard Baskin, Joslyn Sculpture
Garden, Omaha.
Η
Ανάληψη του Οιδίποδα δε γίνεται στον ουρανό της έντρομης και βλακώδους
φαντασίας του ανθρώπου, ούτε στον Άδη του ωμού και σκουληκοφόρου εξευτελισμού
του.
Ο
θάνατος του Οιδίποδα είναι η ώρα της Ανάληψης του ανθρώπου, που έσωσε να γίνει
άνθρωπος μέσα στο χρόνο και μέσα στο φως. Είναι η κατάθεση μνήμης του
βασανισμένου, που έζησε και έδειξε, και έμαθε και έπαθε, και πέρασε.
Η
Ανάληψη του Οιδίποδα δηλώνει τη χαρούμενη αγγελία της δικαίωσης του δικαίου.
Είναι το ουλτιμάτο σήμα, που στεριώνει ασφαλές το μέλλον της ανθρωπότητας
απάνου στην πέτρα τη δοκιμασίας του ανθρώπου, που γίνεται στο τέλος νικήτρια,
γιατί η διαδρομή εστάθηκε ηρωική.
Η
Ανάληψη του Οιδίποδα είναι το απολυτήριο μάθημα για την αλήθεια και το νόημα
της ζωής μας, μαζί με τα πριν και μαζί με τα μετά της. Είναι ένα νεύμα
κατανόησης, και μια χειρονομία αποδοχής του αλάλητου πόνου και του αλάλητου λυτρωμού.
Προσοχή
όμως! όλα γίνουνται και τελούνται εδώ. Καμία μεταφυσική, κανένα επέκεινα και
εκείθεν και υπερβατικό και υπερουράνιο. Όχι ανοησίες. Όχι δειλία , πανουργία
και αθλιότητα την φρικτή στιγμή του θανάτου σου.
Με
την τραγωδία του Κολωνού η διαθήκη που άφηκε ο Σοφοκλής στους ανθρώπους έχει
μόνο μια πρόταση :
Μάθε
έτσι να ζεις και συ, και είπε έτσι να ζουν και οι μετά από σένα : γήινα ,
μέτρια , και εξαγνισμένα.
Γήινα
, μέτρια , και προπαντός εξαγνισμένα για τα λάθη που έκανες όταν εζούσες. Γιατί
άνθρωπος στη βάση του σημαίνει λάθος και στην κορφή του εξαγνισμός. Οι Καθαρμοί
ήταν ένας από τους δυο τίτλους βιβλίων που έγραψε ο Εμπεδοκλής.
Ο
θάνατος στον Κολωνό, ο ανείδωτος και ο αφανής είναι η Ανάληψη της δικαιωμένης
Μνήμης στο τόπο και στο χρόνο της αιώνιας δοκιμασίας του κάθε ερχόμενου
ανθρώπου.
Απόσπασμα
από το βιβλίο του Δημήτρη Λιαντίνη ''Γκέμμα
'' Κεφ. "Εδώ Μεσολόγγι".
ΟΙΔΙΠΟΥΣ
ΕΠΙ ΚΟΛΩΝΩ (1976) Α. Μινωτής
Η
παράσταση μαγνητοσκοπήθηκε στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου το 1976.
Παίζουν:
Αλέξης Μινωτής, Όλγα Τουρνάκη, Ζώρας Τσάπελης, Μαρία Σκούντζου, Βασίλης
Κανάκης, Γκίκας Μπινιάρης, Χρήστος Πάρλας, Στέλιος Βόκοβιτς.
Σκηνοθέτης:
Αλέξης Μινωτής
Μετάφραση:
Ιωάννης Γρυπάρης
Σκηνικά:
Κλεόβουλος Κλώνης
Κοστούμια:
Διονύσης Φωτόπουλος
Χορογραφία:
Μαρία Χορς
Μουσική:
Θόδωρος Αντωνίου
Μουσική
διδασκαλία: Έλλη Νικολαΐδου.